ΒΟΥΛΗ ΚΑΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 20 Απριλίου 2023

Θα αρχίσω από τα αστικά και διοικητικά δικαστήρια. Μια πράξη που έκανε ένας ιδιώτης ή κάποιο δημόσιο πρόσωπο συγκρίνεται με το νόμο. Είναι νόμιμη ή όχι; Δε θέλει φιλοσοφία. Ο κριτής πρέπει τεκμηριωμένα να ξέρει τους νόμους, να είναι νομικός και μάλιστα με σχετική πείρα. Πάμε όμως και στο ποινικό δικαστήριο. Ένας κατηγορούμενος συγκρίνεται με μια πράξη, την τέλεσε αυτός ή όχι; Σ΄ αυτή τη σύγκριση δεν υπεισέρχεται ο νόμος. Ο δικαστής αρκεί να έχει εντιμότητα (κυρίως αμεροληψία) και κοινό νου. Η επιλογή των δικαστών γίνεται με κλήρωση όλων των πολιτών της περιοχής. Κάποιος νομικός βέβαια χρειάζεται για τη δικονομία, δηλαδή για να τηρούνται οι νόμιμοι κανόνες κατά τη διαδικασία, αλλά αυτός δε λαβαίνει μέρος στις αποφάσεις. Έτσι γίνεται σε πολλές χώρες με τα ορκωτά δικαστήρια. Έτσι γινόταν και στην πατρίδα μας ως το 1967, όταν το σύστημα άλλαξε και μόνον οι μισοί από τους δικαστές είναι ορκωτοί, ενώ οι άλλοι μισοί είναι επαγγελματίες.

Κύριο έργο της κυβέρνησης είναι να διαμορφώνει πολιτικούς στόχους και να διοικεί για να υλοποιούνται. Προφανώς απαιτούνται άτομα με τεκμηριωμένη γνώση και πείρα στη διοίκηση και κυβερνητικές θέσεις. Τα ΑΕΙ, τα ανώτατα δικαστήρια, το αμυντικό επιτελείο κλπ, με ενεργά ή τέως μέλη τους, αποτελούν ιδανική δεξαμενή για υπουργούς, αντί εκείνων που φέρνουν ψήφους σε ένα κόμμα. Με τα καθήκοντα που έχουν ασκήσει έχουν κατά τεκμήριο διοικητική πείρα.  Η κυβέρνηση διαμορφώνει νομοσχέδια που, αν εγκριθούν από τη βουλή, γίνονται νόμοι τους οποίους έχουν υποχρέωση να τους τηρούν όλοι οι πολίτες είτε τους αρέσει είτε όχι, αλλά και η κυβέρνηση. Αντίθετα, κύριο έργο των βουλευτών είναι να συγκρίνουν το σχέδιο που προτείνει η κυβέρνηση με τη βούληση του λαού. Για τέτοιο έργο απαιτείται οι βουλευτές να έχουν εντιμότητα (τουλάχιστον λευκό ποινικό μητρώο) και κοινό νου, ικανοί να κατανοούν το περιεχόμενο ενός νομοσχεδίου. Αν το νομοσχέδιο είναι ακατανόητο, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί ως νόμος. Ο νόμος: “άγνοια του νόμου δεν επιτρέπεται” είναι γελοίος αν ο νόμος είναι ακατανόητος. Δεν χρειάζονται οι βουλευτές γνώση ή πείρα στη διοίκηση και στη διαμόρφωση στόχων. Ουσιώδες είναι να απηχούν τη βούληση της κοινωνίας. Αυτή γίνεται φανερή μόνο με ένα τρόπο, το δημοψήφισμα. Ενώ όμως το δημοψήφισμα ήταν συχνό στις αρχαίες δημοκρατίες (εκκλησία του δήμου), δεν είναι εύκολο να γίνεται στις σημερινές συνθήκες, διότι απαιτείται διαβούλευση, συζήτηση δηλαδή μεταξύ των ψηφιζόντων. Αυτό ήταν σχετικά εύκολο σε μια πολιτεία με λίγες χιλιάδες πολίτες όπως στις αρχαίες πόλεις, όχι όμως σε πολιτείες πολλών εκατομμυρίων, όπως είναι τα σημερινά κράτη. Το αν είναι το ελαιόλαδο “παρθένο” ή όχι μπορεί να εκτιμηθεί εξετάζοντάς το. Αντί όμως να εξετασθεί η συνολική μεγάλη ποσότητα, μελετάται ένα μικρό τυχαίο δείγμα του που επιλέγεται στατιστικά. Και η βούληση ενός λαού μπορεί να εκφραστεί ικανοποιητικά εξετάζοντας ένα τυχαίο δείγμα του λαού, επιλεγμένο με κλήρωση. Φυσικά μπορεί να υπάρχει σφάλμα. Για παράδειγμα, το “ναι” από το 50% 300 βουλευτών ενός τυχαία κληρωμένου δείγματος 10 εκατομμυρίων πολιτών μπορεί να κυμαίνεται από 46% ως 54% σε ένα δημοψήφισμα (με αξιοπιστία πάνω από 95%). Επομένως, όταν η βουλή αποφασίζει με ποσοστό 55%, δεν χρειάζεται δημοψήφισμα. Αν όμως το αποτέλεσμα είναι 46%-54%, εφόσον αμφισβητηθεί, πρέπει να γίνει προσφυγή σε δημοψήφισμα. Η κλήρωση των βουλευτών είναι η ειδοποιός διαφορά της δημοκρατίας από την ολιγαρχία. “Λέγω  δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν” (Αριστοτέλης). Αντίθετα η εκλογή των βουλευτών είναι χαρακτηριστικό, λέει, της ολιγαρχίας. Όλες οι λεγόμενες “δημοκρατίες” σήμερα είναι ολιγαρχίες, καθώς μάλιστα συνοδεύονται από ποικίλα επίθετα, αστική, φιλελεύθερη, βασιλευόμενη, προεδρευόμενη, προεδρική, κοινοβουλευτική, σοσιαλιστική κλπ. Στον τόπο μας γίνεται συνειδητή απάτη. Οι “δημοκρατίες” των ξένων ονομάζονται επίσημα ρεπούμπλικες (π.χ. République Française). Το διεθνές όνομά μας είναι Hellenic Republic, που όμως το μεταφράζομε ως “προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία”, ενώ βέβαια είναι ρεπούμπλικα, μια μορφή ολιγαρχίας, και όχι δημοκρατία. Διαπιστώνει στη συνέχεια ο Σταγειρίτης πως η επιλογή μεταξύ προεπιλεγμένων, δηλαδή η ολιγαρχία σαν τη δική μας σήμερα, είναι επικίνδυνη: “χει δ κα περ τν αρεσιν τν ρχόντων τ ξ αρετν αρετούς πικίνδυνον“.

Μπορεί όμως να λειτουργήσει ένα τέτοιο σύστημα στις μέρες μας; Πώς θα κυβερνήσει μια κυβέρνηση όταν δεν έχει την πλειοψηφία στη βουλή; Το πρόβλημα είναι καυτό. Το βλέπομε ήδη, σε Γαλλία, Ιταλία, ΗΠΑ, γενικά όπου η κυβέρνηση δεν προκύπτει από την πλειοψηφία στη βουλή. Μια τέτοια κυβέρνηση έχει αναγκαστικά να αντιμετωπίσει μια οργανωμένη αντιπολίτευση στη βουλή. Όμως, όταν η κυβέρνηση προκύπτει από τη βουλή, όπως στον τόπο μας, τέτοιο πρόβλημα είναι σπάνιο, αλλά έτσι αίρεται η ανεξαρτησία των τριών εξουσιών (εκτελεστικής, νομοθετικής, δικαστικής) και η δημοκρατία πάει περίπατο. Μάλιστα σε μας, όπου οι επικεφαλής των Ανώτατων δικαστηρίων αποφασίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται από τη βουλή και όχι από το λαό, εξαφανίζεται και το τελευταίο ίχνος δημοκρατίας. Η πατρίδα μας, το “λίκνο της δημοκρατίας” έχει καταντήσει ο τάφος της. Μπορεί λοιπόν μια κυβέρνηση να κυβερνήσει χωρίς την πλειοψηφία της βουλής; Προφανώς δύσκολα, αν η πλειοψηφία της βουλής είναι μια οργανωμένη αντιπολίτευση, όπως γίνεται στις σύγχρονες ολιγαρχίες. Όμως, αν η βουλή είναι κληρωμένη και όχι εκλεγμένη μεταξύ υποψηφίων προεπιλεγμένων από τα κόμματα, δεν έχει μεν οργανωμένη πλειοψηφία μέσα της η κυβέρνηση, ώστε να είναι εξασφαλισμένη η ψήφιση των νομοσχεδίων της, αλλά ούτε και οργανωμένη αντιπολίτευση έχει, ώστε να είναι δεδομένη η καταψήφισή τους. Απλώς η κυβέρνηση πρέπει να λαβαίνει πιο σοβαρά υπόψη της τη βούληση του λαού. Και αυτό είναι το σωστό!

Να υποκύπτει λοιπόν στο λαϊκισμό; Αυτός υπονοεί σαν υπεύθυνο το λαό. Ο αντίστοιχος αρχαίος όρος δημαγωγία, μετέφερε την ευθύνη στους άρχοντες, αγωγούς του δήμου. Λαϊκισμός όμως δεν σημαίνει μόνο π.χ. αμοιβές σε εργαζομένους που δεν εργάζονται, αλλά και επιδοτήσεις σε επενδυτές που δεν επενδύουν. Όχι μόνο πτυχία σε φοιτητές που δεν φοιτούν, αλλά και σε δασκάλους τους που δεν διδάσκουν. Δεν αναφέρεται σε αυστηρούς ή επιεικείς δικαστές, αλλά σε δικαστές που αποφασίζουν χωρίς επαρκή τεκμηρίωση. Ο λαϊκισμός ανθεί περισσότερο στα ολιγαρχικά καθεστώτα παρά στα δημοκρατικά. Ο άρχοντας (βουλευτής, υπουργός κλπ) στις ολιγαρχίες διατηρείται στη θέση του χάρη σε ένα πελατειακό μηχανισμό: Πουλάει εκδούλευση στους ψηφοφόρους του (σε βάρος του συνόλου και του νόμου) έναντι της ψήφου τους.

ΛΥΣΗ;

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 18 Απριλίου 2023

Οι αγέλες χρειάζονται αρχηγό για φυσικούς, βιολογικούς λόγους. Στις κοινωνίες  κατανέμονται στα μέλη τους ποικίλοι ρόλοι. Η βασίλισσα στις μέλισσες δεν είναι αρχηγός, είναι απλώς η γεννήτρα μελισσών. Οι άνθρωποι αναπτύξαμε κοινωνίες, αλλά δεν πάψαμε να ζούμε και αγελαία. Χρειαζόμαστε ηγέτη. Αναπτύξαμε πολιτείες.

Οι αρχηγοί εισπράττουν τη δόξα από μια επιτυχή πορεία. Τα μέλη μιας δίκαιης πολιτείας μοιράζονται μαζί τους τα κέρδη από την επιτυχία, αλλά αυτά μόνον επωμίζονται το κόστος από μια αποτυχία. Λογικό είναι, επομένως, οι ηγέτες να βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο του λαού, των μελών της πολιτείας. Ορθά το Σύνταγμά μας μετά την επίκληση της Αγίας Τριάδας, ορίζει (άρθρο1/2) ότι “θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία” και, αμέσως μετά, (1/3) “όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους“. Διεθνής κοινωνικός περιορισμός είναι μόνο ο σεβασμός στοιχειωδών δικαιωμάτων των μειονοτήτων, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το Σύνταγμά μας όμως ήδη στο πρώτο άρθρο του θέτει τρία αμφισβητούμενα θέματα. Ορίζει ότι (α) το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, (β) είναι υπέρ του Έθνους και (γ) οι εξουσίες “… ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα” (1/3). Λογικό είναι να υπάρχουν περιορισμοί στις λαϊκές εξουσίες που ορίζονται εκ των προτέρων, αλλά εφόσον έχουν τεθεί από τον ίδιο τον κυρίαρχο Λαό. Το Σύνταγμά μας όμως δεν είναι προϊόν του Λαού, όπως θα ήταν με ένα δημοψήφισμα ή, από ένα τυχαία (με κλήρωση) επιλεγμένο δείγμα του, αλλά μια βουλή που εκπροσωπεί όχι το λαό, αλλά τα κόμματα. Σε επίρρωση του άρθρου 1/2, το ακροτελεύτιο άρθρο του Συντάγματός μας, ορθά ορίζει ότι (άρθρο 120/4) “η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με βία“.

(α) Το διεθνές όνομά μας είναι “Hellenic Republic”, όχι “Hellenic Democracy”. Ορθά, διότι άλλο ρεπούμπλικα, καταγόμενη από τη Ρωμαϊκή Res Publica, μια μορφή ολιγαρχίας, και άλλο δημοκρατία καταγόμενη από την αρχαιοελληνική εποχή, όταν η άρχουσα αρχή ήταν όλοι οι πολίτες (εκκλησία του δήμου) ή ένα κληρωμένο τυχαίο δείγμα τους (βουλή). Ο Αριστοτέλης δίνει σαφή τη διαφορά μεταξύ των δύο συστημάτων: Στη δημοκρατία οι αρχηγοί κληρώνονται, στην ολιγαρχία εκλέγονται. Σε άλλο σημείο διαπιστώνει ότι η εκλογή μεταξύ προεπιλεγμένων υποψηφίων είναι επικίνδυνη. Το σύστημά μας επομένως δεν είναι δημοκρατία και είναι επικίνδυνο. Η απουσία δημοκρατίας καταφαίνεται στην πράξη από το γεγονός ότι στην έννοιά της υπάρχουν τρεις ανεξάρτητες εξουσίες, η νομοθετική (βουλή), η εκτελεστική (κυβέρνηση) και η δικαστική. Σ΄ εμάς η κυβέρνηση προκύπτει από την πλειοψηφία της βουλής, άρα οι δυο εξουσίες συμπίπτουν. Σε σύγχρονα κράτη (π.χ. ΗΠΑ) δεν ισχύει. Οι ηγέτες των Ανώτατων Δικαστηρίων ορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, άρα ούτε αυτή η εξουσία είναι ανεξάρτητη. Αλλά και ο ρυθμιστής του πολιτεύματος, που είναι προεδρευόμενο, δεν αποφασίζεται απευθείας από το Λαό (π.χ. ΗΠΑ, Γαλλία κλπ) με άμεση εκλογή, δημοψηφισματικά, αλλά από την πλειοψηφία της βουλής. Άρα ούτε η Ανώτατη Αρχή είναι ανεξάρτητη. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από την Κομματική πλειοψηφία και όχι από το Λαό, όπως απαιτεί το Σύνταγμά μας.

(β) Οι Έλληνες ιστορικά δεν υπήρξαν ποτέ κράτος ως την Επανάστασή μας. Στην αρχαιότητα ήταν σκόρπιοι σαν έθνος σε όλα τα παράλια της Μεσογείου και στην εγγύς ενδοχώρα. Το έθνος πάντα συγχεόταν με το γένος, πάντα όμως αναγνωριζόταν η ενότητά του. Ο προδότης Δημάρατος (Ηρόδοτος) ορίζει το έθνος ως  “Ὁμόηθες, ὁμόθρησκον, ὃμαιμον, ὁμόγλωσσον” θεωρώντας σημαντική την κληρονομικότητα των Ελλήνων. Ο Ισοκράτης όμως τον αμφισβητεί: “Τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι καὶ μᾶλλον Ἓλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἤ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας“. Όχι το γένος, αλλά η παιδεία είναι που μετράει για τον ορισμό του Έθνους. Το Έθνος δεν μπορεί να μετέχει στη λήψη αποφάσεων σε μια κρατική επικράτεια, αν δεν ζει σ΄ αυτήν. Καθένας μπορεί να συμβάλλει στην εξουσία της πολιτείας όπου ζει μόνιμα, όχι άλλης. Οριζόμενα επιτρεπτά μέτρα από την Ελλάδα, μια κοινή παιδεία, οικονομία (π.χ. με μια Τράπεζα του Έθνους), πολιτισμικά τεκταινόμενα (τέχνη, αθλήματα κλπ), πανεθνική συμβουλευτική εκπροσώπηση κλπ θα μπορούσαν να ενώνουν όλους τους Έλληνες της Διασποράς.

(γ) Φυσικός, ισχυρότερος δηλαδή από τους βιολογικούς, νόμος είναι ότι τα πάντα αλλάζουν. Ιστορικά, όλα τα Συντάγματά μας, ίσως και των περισσότερων σύγχρονων χωρών, είναι προϊόντα μιας βίαιης αλλαγής, όπως επανάστασης ή δικτατορίας. Η βίαιη αλλαγή Συντάγματος επικρατήσασα δημιουργεί δίκαιο. Μόλις επιτευχθεί έτσι η αλλαγή του Συντάγματος, η πρώτη μέριμνά του είναι να περιχαρακωθεί, για να μην επιστρέψει η προηγούμενη κατάσταση. Τέτοια περιχαράκωση όμως δεν επιτρέπει την εξέλιξή του. Αλλά η εξέλιξη, φυσικός νόμος, θα γίνει κάποτε, όταν η διαρκώς αυτόματα εξελισσόμενη ηθική, η επικρατούσα βούληση του λαού δηλαδή, έλθει σε οριακή σύγκρουση με την παγιωμένη συνταγματική κατάσταση. Κι αυτή η εξέλιξη δεν έχει περιθώρια άλλα από το να γίνει βίαια. Το Σύστημά μας αυτοπαγιώνεται με το άρθρο 110 που ορίζει ότι “οι διατάξεις του Συντάγματος υπόκεινται σε αναθεώρηση εκτός από εκείνες που καθορίζουν τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος ως Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας“. Αλλά αυτό το ίδιο το Σύνταγμά μας διαδέχθηκε το προηγούμενο που σε αντίστοιχο άρθρο (Άρθρο 108/1952) όριζε ότι “Ουδέποτε αναθεωρούνται αι διατάξεις του παρόντος Συντάγματος αι καθορίζουσαι την μορφήν του πολιτεύματος ως Βασιλευομένης Δημοκρατίας“. Μ΄ άλλα λόγια το Σύνταγμά μας είναι παράνομο! Η απλή λύση είναι με πράξη επαναστατική που δημιουργεί δίκαιο, το ίδιο το Σύνταγμα, δημοψηφισματικά, να προβλέπει την ενψυχρώ αναθεώρηση της βασικής διάταξης με κύριο περιορισμό το χρόνο (π.χ. 25 χρόνια, όσα περίπου μιας γενιάς), αντί μιας βίαιης εσπευσμένης αλλαγής.

Με βουλή από κληρωτούς εκπροσώπους του λαού, δεν θα προέκυπτε πρόβλημα σαν το τρέχον, με αποκλεισμό κόμματος από εκλογές, ακόμη και αν το θέλει ο κυρίαρχος λαός. Μια κληρωμένη, όχι εκλεγμένη, βουλή μπορεί να εξαιρεί εκ των υστέρων άτομα με επιβαρυμένο ποινικό μητρώο, άνοια ή ό,τι άλλο έχει προαποφασιστεί. Αν κάποιος προσφέρει φόρους και τη ζωή του (θητεία) στο σύνολο δικαιούται να μετέχει στην απόφαση της νομής όλων αυτών. Η κλήρωση για την ηγεσία ως απρόβλεπτη, αυτοματική, αλλά ανθρώπινη  μέθοδος, είναι η μόνη που μπορεί να αντιμετωπίσει την απειλή της απάνθρωπης, αλλά προβλέψιμης, τεχνητής νοημοσύνης που επελαύνει, καθιστώντας την υπηρέτη, όχι δεσπότη μας.

ΓΕΝΝΑ, ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΗ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 14 Απριλίου 2023

Πάσχα. Ολοκληρώνεται το δράμα μιας ζωής. Κάθε παιδί είναι προικισμένο με ποικίλα όργανα. Όλα ήταν προσχεδιασμένα στα μόρια του δεσοξυριβοζονουκλεϊνικού οξέος (DNA) που ο τρόπος της δομής τους είναι μοναδικός για κάθε άτομο, το προϊόν της σύζευξης πατρικού σπερματοζωαρίου με μητρικό ωάριο. Το DNA, σαν αρχιτεκτονικό σχέδιο, διέπει τη δομή του οργανισμού που θα ακολουθήσει. Είναι τόσο ίδιο σε όλα τα μέλη ενός είδους, όσο επιτρέπει την αναπαραγωγή του στα πλαίσια του ίδιου είδους, αλλά με μικροδιαφορές μεταξύ τους, τόσο μικρές, που δεν εμποδίζουν την αναπαραγωγή, αλλά τόσο πολυάριθμες, που κανένα άτομο δεν είναι ακριβώς ίδιο με άλλο. Η λειτουργία των οργάνων είναι αφενός αυτοματική και αφετέρου απαντήσεις σε εξωγενή ερεθίσματα. Τέτοιες απαντήσεις είναι τα αντανακλαστικά που υπάρχουν σε όλους τους πολυκύτταρους οργανισμούς. Στα θερμόαιμα σπονδυλωτά τα πιο συνηθισμένα ερεθίσματα συνδέονται με φυσικά αντανακλαστικά δημιουργώντας νέα, τα εξαρτημένα, μετά τη γέννησή τους. Ειδικά ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να δημιουργεί και δευτεροβάθμια αντανακλαστικά στη βάση προσχηματισμένων πρωτοβάθμιων. Από αυτά κυρίως εξαρτάται η συμπεριφορά του καθενός μας. Είναι η παιδεία μας. Γράφω κυρίως, διότι, προφανώς υπάρχουν περιορισμοί που επιβάλλονται από τη φυσική κατασκευή και τα συγγενή αντανακλαστικά κάθε ατόμου. Ένας που γεννήθηκε (παθολογικά) με προβληματικά χέρια, όπως στη φωκομελία, δεν μπορεί να γίνει πιανίστας. Όσο νωρίτερα στην ηλικία δημιουργείται ένα εξαρτημένο αντανακλαστικό, τόσο πιο ανθεκτικό στο χρόνο είναι. Είναι τελικά η προσωπικότητα που αναπτύσσει το παιδί. Από αυτή τη φυσιολογική ιδιότητα φαίνεται η σημασία που έχει η οικογένεια για το παιδί, που θα πάρει τη βασική παιδεία του από αυτήν.

Με τα παραπάνω φαίνεται ότι η μέση, η συνηθισμένη, συμπεριφορά μας δεν εξαρτάται από την κληρονομικότητα, το DNA μας, αλλά από τη παιδεία που λαβαίνομε. Με άλλα λόγια, καθώς η μητέρα είναι η εγγύτερη ύπαρξη για το παιδί, σημασία για το χαρακτήρα που θα αποκτήσει αυτό δεν έχει τόσο το γεγονός ότι εκείνη το συνέλαβε (με την ίση συμμετοχή του πάντα άγνωστου πατέρα) ούτε το ότι το γέννησε, με επώδυνες μάλιστα, ωδίνες, αλλά η αλληλεπίδραση των δυο τους, που αρχίζει με τη διατροφή (π.χ. θηλασμό). Σ΄ αυτό το γεγονός στηρίζεται η υιοθεσία που απαντά και στη φύση. Το μπόλιασμα μιας νεραντζιάς με ενοφθαλμισμό από λεμονιά θα δημιουργήσει μια λεμονιά. Η κλώσα νοιάζεται, τρέφει, ζεσταίνει και προστατεύει τα κλωσόπουλα που προέκυψαν όχι από τα αβγά που γέννησε, αλλά από τα, συνήθως ξένα, αβγά που επώασε. Αν σε μια προβατίνα που γέννησε ένα θνησιγενές αρνάκι, βάλουμε ένα άλλο νεογέννητο να τη θηλάσει, εκείνη το δέχεται αρχικά με τη μυρωδιά του, αν της είναι οικεία, ενώ από τη στιγμή που αρχίζει ο θηλασμός, το υιοθετεί και του συμπεριφέρεται σαν να το είχε συλλάβει και γεννήσει αυτή. Αυτή τη φυσική πράξη τη μιμείται και ο άνθρωπος, που, όχι σπάνια, υιοθετεί παιδιά που γεννήθηκαν από άλλους γονείς. Διάσημοι ηγέτες ήταν υιοθετημένοι. Ο αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος ήταν υιοθετημένος από τον Ιούλιο Καίσαρα. Από κοινωνική, συναισθηματική και συμπεριφορική άποψη τα υιοθετημένα παιδιά δεν έχουν καμιά διαφορά από τα βιολογικά τέκνα.

Η υιοθεσία είναι είπαμε μια βιολογική συνήθεια, που στον άνθρωπο γίνεται και κοινωνική. Απαιτεί την κοινωνική αναγνώριση, την αποδοχή των γονιών πώς το νέο άτομο είναι δικό τους παιδί, και του τέκνου πως αυτοί είναι δικοί του γονείς. Αλλά τα ίδια απαιτούνται και για την κοινωνική ταυτότητα των βιολογικών παιδιών, που γίνεται με ειδική ιεροτελεστία, σαν τα αρχαία αμφιδρόμια, τη Χριστιανική βάπτιση, την Ιουδαϊκή και Μουσουλμανική περιτομή, την εγγραφή στα ληξιαρχικά βιβλία των πολιτειών.  Αυτή απαιτεί την παρουσία ενός εντεταλμένου μέλους της κοινωνίας (ιερέα, δημάρχου κλπ), των γονιών με το τέκνο και ενός τουλάχιστον μάρτυρα, του αναδόχου, καλύτερα ενός πλήθους οικείων προσώπων. Είτε βιολογικά είτε υιοθετημένα, εφόσον το πιστεύουν όλοι, είναι τέκνα των συγκεκριμένων γονιών.

Χριστούγεννα. Γεννήθηκε από την Παρθένο ο Υιός του Θεού. Αυτό πιστεύομε. Κι έτσι είναι, αφού το πιστεύομε. Από επιστημονική πλευρά όμως πώς αυτό μεταφράζεται; Η επιστήμη εξετάζει το “Πώς”, η θρησκεία το “Ποιος”. Η κύρια μαρτυρία που έχομε είναι του Ματθαίου, ο οποίος όμως ήταν μάλλον μικρότερος του Χριστού και δεν ξέρομε πού ζούσε τον καιρό της σύλληψης και γέννησης του Θεανθρώπου, άρα από αποδεικτική σημασία είναι ιστορικά αναξιόπιστος. Όταν στη δίκη Του ο Ιησούς ρωτήθηκε από τον Καϊάφα αν είναι Υιός Θεού, Εκείνος δεν απάντησε “είμαι” ή “δεν είμαι”, αλλά “συ είπας”. Πολλές φορές είχε διακηρύξει ότι όλοι είμαστε παιδιά του Θεού. Θα ήταν λοιπόν εκείνος εξαίρεση;  Βιολογικός Υιός του Θεού, δεν ήταν, αφού ο Θεός ως πνεύμα (Ιωάννης) δεν πρόσφερε σπερματοζωάριο στη Μαρία. Από τις συνθήκες που προδιαγάφηκαν για τη γονική ταυτότητα του ατόμου, θα ήταν η μαρτυρία της μητέρας, αλλά αυτή δεν την έχομε, του ίδιου του Υιού, που είδαμε πώς απάντησε στον Αρχιερέα. Μας λείπει η μαρτυρία του Πατέρα, αλλά τη βούλησή Του την εκφράζει ο Υιός και, αδιάσειστα, η μαρτυρία των πιστών. Αφού αυτοί πιστεύουν πως ο Ιησούς ήταν Υιός Θεού και, όπως είπαμε, δεν έχει καμιά έννοια να αναζητούμε αν ήταν βιολογικό τέκνο ή υιοθετημένο, τότε ήταν Υιός Θεού. Εξάλλου, ο Εμμανουήλ που γεννήθηκε από τη Μαρία χρίστηκε Υιός Θεού, με νονό τον Ιωάννη. Γι΄ αυτό και επονομάστηκε Χριστός.

Ο ενσαρκωμένος Υιός του Θεού, κινήθηκε ανάμεσα στους ανθρώπους, έκανε, πιστεύομε, θαύματα, δίδαξε, προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση και, γι΄ αυτήν, που τη φοβήθηκαν οι άρχοντες, αρχιερείς, γραμματείς, Φαρισαίοι, σταυρώθηκε, πέθανε. Και σε τρεις μέρες αναστήθηκε. Για όλα τα τελευταία έχομε μαρτυρίες, ειδικότερα των δύο αυτοπτών από τους Ευαγγελιστές (Ματθαίου και Ιωάννη), που ήταν μαθητές Του. Από ιστορική πάλι άποψη, πόσο αξιόπιστη είναι η μαρτυρία τους; Τον είδαν, γράφουν, τον άκουσαν, τον αναγνώρισαν μετά την Ανάσταση. Όμως ποτέ δεν τον άγγιξαν. Όταν πήγε να τον αγκαλιάσει η Μαρία, τη σταμάτησε λέγοντάς της “μή μου ἅπτου “. Ο Θωμάς ζήτησε να αγγίξει τις πληγές και την πλευρά του για να πιστέψει. Ο Κύριος, που είχε παρουσιασθεί ανάμεσα στους μαθητές με κλειστές τις πόρτες, του είπε να τον ψηλαφήσει, αλλά εκείνος πείσθηκε χωρίς να τον αγγίξει. Μας λείπει λοιπόν η μαρτυρία από την πιο αξιόπιστη αίσθησή μας, την αφή.

Τελικά αναστήθηκε ή όχι ο Κύριος; Και πάλι προκύπτει παρόμοια απάντηση όπως για την υπερφυσική γέννησή Του. Αφού το πιστεύομε, ναι. Χριστός Ανέστη.

ΓΙΑΤΙ ΚΑΤΕΡΡΕΥΣΕ;

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 13 Απριλίου 2023

Ό,τι υπάρχει κάποτε γεννήθηκε, κάποτε θα πεθάνει. Χωρίς εξαιρέσεις. Ισχύει και για κράτη και για πολιτεύματα. Η ιστορία εξελίσσεται στη βάση νόμων. Οι επιστήμονες ιστορικοί προσπαθούν να τους ανακαλύψουν. Π.χ. ο ιστορικός υλισμός (K. Marx) ισχυρίζεται πως κινητήρια δύναμη στην εξέλιξη είναι η πάλη των τάξεων. Γνωρίζοντας αυτούς τους νόμους, ελπίζουν οι άνθρωποι πως μπορούν να τους αντισταθμίζουν, έτσι που να αποτρέπουν δυσμενείς εξελίξεις. Μάταιος κόπος! Ισχύει πάντοτε ο κανόνας χωρίς εξαιρέσεις. Μήπως όμως μπορούμε να τους αντισταθμίζουμε, ως ένα όριο; Οι φυσικοί νόμοι δεν παραβιάζονται. Όμως η ανθρώπινη γνώση μπόρεσε να τους ελέγχει, έτσι που να αναβάλλεται όσο γίνεται η τελική κακή έκβαση. Με τη φωτιά αντιμετωπίστηκε το κρύο, με τον τροχό η τριβή, με αερόστατα, αεροπλάνα, πυραύλους η βαρύτητα κλπ. Χάρη σ΄ αυτά τα φανταστικά ανθρώπινα επιτεύγματα, πέτυχε ο άνθρωπος να παρατείνει το προσδόκιμο επιβίωσης (πόσα χρόνια είναι πιθανό να ζήσει κάποιος που γεννιέται σήμερα αν σε όλη του τη ζωή αντιμετωπίζει τους κινδύνους που ισχύουν σήμερα). Έτσι ελπίζουν κι οι επιστήμονες ιστορικοί. Ωστόσο, όσο αξιόπιστοι κι αν είναι οι ιστορικοί νόμοι, τα τυχαία, συγκυριακά γεγονότα είναι τόσα, που οι εκτροπές είναι συχνές και η πρόβλεψη εξόχως παρακινδυνευμένη. Εξάλλου, στις θετικές επιστήμες, συχνά μπορούμε να κάνουμε πείραμα, που αποδεικνύει εμπειρικά την επιστημονική υπόθεση που έχομε κάνει. Στην ιστορία αυτό είναι αδύνατο. Κανένας δεν ξέρει τι θα είχε συμβεί, αν…αντί να είχε γίνει ό,τι έγινε είχε εμφανιστεί κάτι άλλο.

Πολλές φορές αναρωτιέμαι, γιατί άραγε κατέρρευσε η δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα, αφού όλοι λίγ΄ ως πολύ την εξυμνούν ως το πιο ιδανικό καθεστώς που έχει εφαρμοστεί ποτέ. Ιδανικό, διότι γέννησε τον πολιτισμό, που, περισσότερο από κάθε άλλον πάνω στον πλανήτη μας, απλώθηκε σε χώρο και χρόνο και ακόμη συνεχίζει να ισχύει. Όμως κατέρρευσε!

Όλοι συμφωνούν ότι τα καθεστώτα καταπίπτουν όχι τόσο από εξωτερική βία, όσο από εσωτερική παρακμή. Στις μέρες μας η κραταιά Σοβιετική Ένωση έσβησε χωρίς εχθροπραξίες, από εσωτερική παρακμή, καθώς δεν άντεξε στην υπερβολική γραφειοκρατία, απουσία ελευθεριών κλπ. Βέβαια, η τελική κατάρρευση στην αρχαία Ελλάδα έγινε από ένα μοναδικό συγκυριακό γεγονός. Η Ελληνική συμμαχία (Αθήνα, Σπάρτη, Θήβα) ηττήθηκε από τους Μακεδόνες που αφενός είχαν υπεροπλία και αφετέρου έτυχε να έχουν αρχηγό τον μεγαλύτερο στρατηγικό νου που έχει παρουσιάσει η ανθρωπότητα, τον Αλέξανδρο. Υπεροπλία, διότι τα δόρατα των Μακεδόνων, οι σάρισες, ήταν μακρότερα από των λοιπών Ελλήνων, κι αυτό διότι τα δέντρα στη Μακεδονία ήταν γενικά ψηλότερα από της νότιας Ελλάδας. Έτσι, οι αιχμές τρυπούσαν του αντιπάλους, πριν τα δόρατα των τελευταίων μπορέσουν να τους αγγίξουν.

Όμως, αν δεν είχε παρακμάσει η Ελλάδα, δεν θα είχε υποκύψει έτσι εύκολα στον Άρη Μακεδόνα. Ο κραταιός Αθηναϊκός στόλος δεν υπήρχε πια μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Οι Θηβαίοι είχαν εξαντληθεί από τους συνεχείς πολέμους των τελευταίων ετών και οι Λακεδαιμόνιοι είχαν απομείνει σκιά των προγόνων τους. Οι Αθηναίοι όμως, με το ιδανικό δημοκρατικό καθεστώς, γιατί να έχουν παρακμάσει;

Η ιστορία γράφεται από τους νικητές, όχι από τους ηττημένους. Στην Αθήνα υπήρξε τότε ο μεγαλύτερος ιστορικός όλων των εποχών, ο Θουκυδίδης. Όμως κανένας στον κόσμο δεν είναι απόλυτα αμερόληπτος. Κι ο Θουκυδίδης ήταν αριστοκρατικών αντιλήψεων. Τόσο αυτός όσο και άλλοι διάδοχοί του αποδίδουν την κατάρρευση σε παρακμή της δημοκρατίας. Θεωρούν δηλαδή ό,τι η υπερβολική δημοκρατία οδηγεί αναπόφευκτα στην οχλοκρατία, τη δημαγωγία. “Η πολλή δημοκρατία βλάφτει!”. Κι αυτή είναι η επικρατούσα γενικά άποψη. Είναι όμως έτσι; Η δημοκρατία είναι σαν το ποδήλατο. Δεν ισορροπεί παρά μόνο εφόσον κινείται. Η δημοκρατία στην Αθήνα ανεπαρκούσε. Μήπως όμως, αντίθετα από την επικρατούσα άποψη, η καταστροφή της οφειλόταν όχι στο ότι έγινε υπερβολή της, αλλά στο ότι δεν επεκτάθηκε;

Στην Αττική ζούσαν περί τους 300 000 κάτοικοι. Από αυτούς πολίτες ήταν μόνον οι 30 000. Δεν ήταν πολίτες οι γυναίκες, οι δούλοι, οι μέτοικοι, και κάποιοι για φυσικούς λόγους (παιδιά). Δεν ήταν πολίτες σήμαινε ότι δεν μετείχαν στη λήψη αποφάσεων για το σύνολο και δεν ήταν οπλισμένοι για να πολεμούν. Ο στρατός, όπως και σε όλες τις πολιτείες της εποχής, είχε διπλή χρησιμότητα. Αφενός να στρέφεται κατά εξωτερικών εχθρών είτε αμυντικά είτε επιθετικά και αφετέρου να φροντίζει να μην εξεγερθούν οι δούλοι και οι σύμμαχοι κατά των κυρίων τους. Θυμίζω ότι επαναστάσεις των δούλων είχαν συμβεί στον Πελοποννησιακό πόλεμο και στα δύο στρατόπεδα, όπως των δούλων στο Λαύριο και των ειλώτων στη Λακεδαίμονα. Αν η δημοκρατία είχε προχωρήσει να συμπεριλάβει και τους δούλους, αφενός ο στρατός των Αθηναίων θα ήταν πολλαπλάσιος και αφετέρου θα ήταν απόλυτα αφοσιωμένος στο κύριο έργο του, τον πόλεμο κατά των εχθρών. Πόσο ισχυρότερη θα ήταν η δημοκρατία με αυτούς τους όρους! Εξάλλου, η Αθηναϊκή συμμαχία είχε εξελιχθεί βαθμιαία σε ηγεμονία. Οι Αθηναίοι εισέπρατταν από τους συμμάχους-υποτελείς τους φόρους, που τους χρησιμοποιούσαν για να διατηρούν στρατό που υποχρέωνε τους άλλους να πληρώνουν φόρους. Τραγικά γεγονότα, επαίσχυντα για την υστεροφημία των Αθηναίων, ήταν όσα έγιναν στη Μήλο και στη Μυτιλήνη. Αν μάλιστα είχαν γίνει πολίτες και οι γυναίκες, θα μπορούσαν να έχουν αυτές αναλάβει την ευθύνη της εσωτερικής οικονομίας (καλλιέργεια της γης, κτηνοτροφία κλπ), ώστε απερίσπαστοι οι μυϊκά ισχυρότεροι άντρες να ασχολούνται με τον πόλεμο.

Το είπα εξαρχής. Κανένας δεν ξέρει στην ιστορία τι θα είχε συμβεί, αν… Όμως, παρά την ισχυρή ύπαρξη των τυχαίων συγκυριών, που ανατρέπουν καταστάσεις, η ιστορία δεν παύει να έχει νόμους και η εκμετάλλευσή τους επιτρέπει ως ένα βαθμό την αποτροπή δυσάρεστων καταστάσεων.

Σήμερα, οι ΗΠΑ είναι το ισχυρότερο κράτος παγκοσμίως. Το καθεστώς τους έχει χαρακτηριστικά ολιγαρχίας (ρεπούμπλικας) μάλλον παρά δημοκρατίας, όμως τις φέρνει πιο κοντά από άλλες χώρες στην αρχαία δημοκρατία, όπως με την κλήρωση των δικαστών. Θυμίζω ότι (Αριστοτέλης) ειδοποιός διαφορά της δημοκρατίας από την ολιγαρχία δεν είναι ούτε η ελευθερία, ούτε η ισότητα, ούτε η ελευθερία έκφρασης, ούτε η διαφάνεια, ούτε η αρχή της πλειοψηφίας, ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα, ούτε άλλο τίποτε, αλλά ένα μόνο: η κλήρωση των αρχόντων στις εξουσίες που δεν απαιτούν παρά μόνο εντιμότητα και κοινό νου. Οι ΗΠΑ αυτή τη στιγμή μοιάζει να οδεύουν προς την παρακμή. Από τη μια υπάρχει αυξανόμενη εσωτερική πόλωση, με την καταπίεση κυρίως κατά των εγχρώμων, αλλά και κατά των γυναικών (π.χ. άμβλωση) και αφετέρου σιδερένια ηγεμονία πάνω στους συμμάχους. Αντέχουν;

ΟΛΙΣΘΗΜΑ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimnitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 11 Απριλίου 2023  

Η τριβή μετατρέπει τις χρήσιμες “ανώτερες” μορφές ενέργειας στην “κατώτατη” μορφή της, τη θερμότητα. “Ανώτερη” σημαίνει με μεγαλύτερη τάξη, όπως είναι η μηχανική και η ηλεκτρική ενέργεια, όπως είναι η παρέλαση μιας στρατιωτικής φάλαγγας, συγκριτικά με το σουλάτσο στην πλατεία των ίδιων φαντάρων όταν βρίσκονται σε άδεια. Γι΄ αυτό θεωρούμε γενικά την τριβή σα μια “εχθρική” δύναμη, αφού υποβαθμίζει τις χρήσιμες ενέργειες. Ο μηδενισμός της θα σήμαινε ουσιαστικά κατασκευή του αεικίνητου, που είναι (με τις σύγχρονες γνώσεις) αδύνατη. Για φανταστείτε όμως έναν κόσμο με μηδενική, ή έστω ελάχιστη, τριβή! Θα έπρεπε να περπατάμε όπως σε ένα δρόμο καλυμμένο από πάγο. Η τριβή μας επιτρέπει να παγιώνουμε επιθυμητές καταστάσεις, αφού απαιτείται ενέργεια για να καταργηθεί και αυτό σημαίνει κόστος. Παρόλα αυτά ούτε κι η τριβή μπορεί να είναι άπειρη. Η φύση διαρκώς εξελίσσεται που σημαίνει πως κάθε τόσο έρχεται σε αντίθεση με την παγίωση που έχει επιτευχθεί. Όση σταθερότητα κι αν έχει επιτευχθεί, είναι αδύνατο να αποφύγουμε εντελώς το ολίσθημα. Αυτό σημαίνει πως ξεφεύγοντας από τα καθιερωμένα μπορούμε να βλάψουμε τον εαυτό μας ή άλλους. Το ολίσθημα είναι αμάρτημα, αν το μεταφέρουμε σε μεταφυσικό επίπεδο.

Κάθε κοινωνία προσπαθεί να επιβάλλει συνθήκες που μειώνουν τις πιθανότητες να γλιστρήσει κάποιος βλάπτοντας. Απόλυτη εξασφάλιση είναι αδύνατη. Για παράδειγμα, ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει πως η κοινοκτημοσύνη μπορεί να μειώνει τις συγκρούσεις μεταξύ ατόμων, αλλά, για άλλους λόγους, την απορρίπτει (κυρίως είναι αντιπαραγωγική, καθώς καθένας επαφίεται στους άλλους να κάνουν τη δουλειά που χρειάζεται). Έτσι κι αλλιώς, οτιδήποτε κι αν θεσπίσει η κοινωνία, πάντοτε θα υπάρχουν οι “μοχθηροί”, οι φύσει κακοήθεις, που θα παραβιάζουν τους κανόνες. Έχω δει πολλές περιπτώσεις όπου το ολίσθημα, το γλίστρημα από το φυσικό νόμο είναι βλαβερό για τον ίδιο που το διαπράττει. Θυμάμαι σε ένα ορεινό χωριό μας, αρκετά οργανωμένο, που κάποιος μου είπε πως η μητέρα του δεν είχε κάνει ποτέ στη ζωή της λουτρό…για να μην ξεπλυθεί το βάπτισμα από πάνω της. Τέτοια συμβάματα όμως δεν περιορίζονται σε “υπανάπτυκτες” κοινωνίες, όπως τα δικά μας ορεινά χωριά. Στην “πολιτισμένη” κοσμοκράτειρα Μεγάλη Βρετανία είδα σα γιατρός ανατριχιαστικές εικόνες. Θυμάμαι μια ηλικιωμένη γυναίκα που δεν είχε βγάλει ποτέ από το πόδι της μια κάλτσα που συγκρατιόταν με καλτσοδέτα. Η καλτσοδέτα, σφίγγοντας το μηρό της είχε νεκρώσει τους υποκείμενους μύες και φαινόταν το μηριαίο οστό, ενώ η μυρωδιά της σήψης ήταν αφόρητη. Θυμάμαι έναν άλλο που τον οδήγησαν στην τουαλέτα να πλυθεί και στη διαδρομή του, ενώ του έβγαζαν τα κουρελιασμένα ρούχα, είχε δημιουργηθεί στο πάτωμα μια στρατιά από ψείρες. Και ήταν μια άλλη με δερματικές βλάβες που μου θύμιζαν αμυδρά εικόνες σε συμμαθητές μου όταν ήμουν στην πρώτη δημοτικού στη διάρκεια της κατοχής. Ήταν πελλάγρα, από αβιταμίνωση. Αυτά 25 χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου, από τον οποίον οι βρετανοί είχαν δοκιμάσει βέβαια βομβαρδισμούς, αλλά όχι ξένη κατοχή και λιμό που αφάνισε πολύ αδρά (κανείς δεν ξέρει πόσους ακριβώς) το 1/4 του τοπικού πληθυσμού στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, τη Σύρο. Αυτά όλα δείχνουν πόσο το ολίσθημα από τους κοινωνικούς κανόνες μπορούν να βλάψουν τον ολισθαίνοντα.

Φυσικά, τα παραδείγματα με εκούσιο ολίσθημα για να ωφελήσει βλάπτοντας  άλλους είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, συχνά, αντιστοιχώντας στην Αριστοτελική “μοχθηρία”. Είναι οι κάθε είδους παραβάσεις των νόμων. Η ύπαρξη της αδυναμίας για απόλυτη κατάργηση τέτοιων αμαρτημάτων δε σημαίνει ότι απαλλάσσεται η κοινωνία από την ευθύνη να τα περιορίζει ή να μειώνει στο ελάχιστο τις συνέπειές τους. Μπορεί να το κάνει είτε προληπτικά με κατάλληλα προσαρμοσμένους νόμους είτε κατασταλτικά, κυρίως με ποινές εκ των υστέρων. Αυτές τις μέρες παρακολουθώ με ενδιαφέρον την εφαρμογή από τον Άρειο Πάγο ενός νόμου που δεν επιτρέπει τη λειτουργία ενός κόμματος, με ποικίλες δικαιολογίες. Ναι, το κόμμα είναι πραγματικά, νομίζω, εγκληματικό, με ναζιστικά χαρακτηριστικά. Αλλά, αν ο δήμος το θέλει; Είναι ή δεν είναι κυρίαρχος ο λαός όπως ορίζει το πρώτο άρθρο του Συντάγματός μας; Είναι ή δεν είναι δημοψηφισματική η εκλογή των βουλευτών και των κομμάτων; Θα ήταν βέβαια εντελώς διαφορετικά τα πράγματα αν οι βουλευτές, αντί να εκλέγονται, κληρώνονταν. Οι κληρωμένοι δεν έχουν αποφασιστεί από το λαό, άρα μπορούν να εξαιρεθούν. Έτσι γινόταν στην Αρχαία Αθήνα, όπου κατάλληλο δικαστήριο μπορούσε να αποκλείσει ακατάλληλους βουλευτές, μετά την κλήρωσή τους, όπως θα μπορούσαν να είναι τεκμηριωμένα εγκληματίες, ανοϊκοί κλπ, ανάλογα με το τι έχει προαποφασιστεί. Έτσι γίνεται και σήμερα σε κάπως δημοκρατικές κοινωνίες στη δικαιοσύνη, όπου κάποιος κληρωμένος ένορκος μπορεί να αποκλειστεί με την κρίση επαγγελματία υπεύθυνου δικαστή μετά από αίτημα του εισαγγελέα ή του συνηγόρου, λόγω π.χ. τεκμηριωμένης προκατάληψής του ενόρκου (είναι π.χ. γιος του κατηγορουμένου).

Δύο αιώνες μετεπαναστατικής παιδείας δεν μπορούν να μας αποτρέψουν από το να κάνουμε ορθογραφικά αμαρτήματα. Η καθιέρωση της φωνητικής γραφής, που κριτήριό της είναι η ομιλούμενη γλώσσα και όχι η ιστορική καταγωγή της γραφής, μειώνει πραγματικά στο ελάχιστο τη δυνατότητα για λάθη στη γραφή. Κριτήριό της δεν είναι κάποια αυθεντία (π.χ. Google), αλλά κοινωνικά πιστοποιημένα, φυτεμένο μέσα μας, η λαλιά μας. Τέτοια λάθη μπορούν να προσθέτουν σύγχυση στη δυνατότητα επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων με αρχειοθετημένο (γραπτό δηλαδή) τρόπο.

Ασφαλώς όλα τα μέτρα που παίρνει η κοινωνία έχουν κόστος. Το κυριότερο, για να επιστρέψω στην αναλογία με τα φυσικά μεγέθη, είναι η αδράνειά μας, δηλαδή η βολή μας. Αντιδρούμε σε κάθε αλλαγή της κατάστασής μας όπως αντιδρά κάθε κινητό στην επιτάχυνση ή την επιβράδυνσή του, χωρίς μάλιστα κατανάλωση ενέργειας. Είναι μια αντίδραση χωρίς κόστος άλλο από το πνευματικό: την αλλαγή νοοτροπίας μας.

Η νοοτροπία καθενός σε μια κοινωνία διαμορφώνεται από την παιδεία του, από την ανατροφή του πρώτιστα από τους γονείς του, στη συνέχεια από το σχολείο και κατόπιν από τη συνολική φύση και κοινωνία. Δεν είναι σκέψη, αλλά τρόπος σκέψης, δηλαδή κάτι μακροχρόνιο, αν και όχι αμετάκλητο. Οι νοοτροπίες της πλειοψηφίας αποτελούν τη βούληση της κοινωνίας. Κι αυτή επιβάλλει τις επιθυμητές, διαμέσου ελεγχόμενων μέσων, νόμων, σχολείου, ΜΜΕ κλπ. Έχει κόστος. Το πιο σημαντικό είναι τα δικαιώματα της μειοψηφίας στην ιδιαίτερη νοοτροπία του καθενός. Η δημοκρατία είναι η πιο λογική μορφή διακυβέρνησης, γιατί σε αυτήν υποβάλλονται σε έλεγχο από την εξουσία οι πράξεις όλων, αλλά όχι η κρίση και η σκέψη τους, γράφει ο Εβραίος αποσυνάγωγος B. Spinoza.

AΣΤΟΧΙΑ;

Δημήτρης Αντων. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 8 Απριλίου 2023

Τις βασικές από τις 5 αισθήσεις μας μπορούμε να τις διακρίνουμε σε δυο κατηγορίες: Εκείνες που διεγείρονται μόνο με επαφή (αφή, γεύση, όσφρηση) και εκείνες που διεγείρονται από μακριά (όραση, ακοή). Η εξεπαφής διέγερση μπορεί όχι μόνο να προκαλεί ένα αίσθημα, αλλά και ένα συναίσθημα, αν διεγείρει ένα αντανακλαστικό με θετική ή αρνητική ανάδραση. Τα αισθήματα είναι κυρίως πόνος ή ηδονή αντίστοιχα, ενώ τα συνωδά συναισθήματα είναι δυσάρεστα ή ευχάριστα. Οι από μακριά διεγειρόμενες αισθήσεις δεν ακολουθούνται από αντανακλαστικά με ανάδραση. Με την ανάπτυξη όμως εξαρτημένων αντανακλαστικών, δηλαδή συνήθειας, μπορούν να συνδέονται με αντίστοιχα συναισθήματα (δυσάρεστα ή ευχάριστα) χωρίς το συνοδό αίσθημα, χωρίς πόνο ή ηδονή, δηλαδή με φόβο ή ελπίδα. Τα δυσάρεστα αισθήματα προέρχονται συνήθως από μια απειλή. Ο φόβος μπορεί να μας προστατεύει από σοβαρούς κινδύνους, πριν έλθουμε σε επαφή που είναι ο άμεσος κίνδυνος, κάνει να προστατευθούμε από τρομερά θηρία που ενεργούν με φοβερά νύχια και δόντια μόνον εξεπαφής. Με εξαρτημένα αντανακλαστικά σαν τα παραπάνω, προστατευτήκαμε από αντίστοιχους κινδύνους. Χωρίς αυτά θα αντιμετωπίζαμε τις χειρότερες φυσικές συνέπειες.

Με τις ιδιαίτερες ικανότητες του ανθρώπου έγινε δυνατό βαθμιαία, με γνώση, όπως με κατασκευή εργαλείων, να ελαττωθεί σημαντικά ο κίνδυνος από τα ζώα που θα μπορούσαν να μας απειλήσουν. Με το τόξο μας τα σκοτώνουμε πριν μας αγγίξουν, ενώ το βέλος τρέχει πιο γρήγορα και από τα πιο γοργοπόδαρα θηράματα για να τραφούμε. Φυσικά, δεν προστατευτήκαμε από γενικευμένες “θεομηνίες”, σεισμούς, λιμούς, πανδημίες, καταποντισμούς κλπ.

Με τα εργαλεία που αναπτύξαμε μπορέσαμε σιγά σιγά να προχωρήσουμε από την τροφοπαραγωγή και θήρευση στην τροφοκαλλιέργεια και εκτροφή χρήσιμων ζώων. Παράλληλα αυξήσαμε τις ικανότητές μας να αντιμετωπίζουμε και τις θεομηνίες. Αυτά έγιναν με βαρύ τίμημα. Επιβάλαμε περιορισμούς στους εαυτούς μας, που ήταν κυρίως διατροφικοί και αναπαραγωγικοί. Έπρεπε να απέχουμε από κάποιες τροφές (νηστεία) π.χ. ώσπου να γεννήσουν τα εκτρεφόμενα ζωντανά μας, κι έπειτα να τα φάμε (θυσία). Παράλληλα, για να μη διαλυθεί έτσι το αναπαραγόμενο κεφάλαιο που δημιουργούσαμε, έπρεπε να εξασφαλιστεί η ακεραιότητά του και μετά το θάνατο του ιδιοκτήτη του, να είναι εκ των προτέρων γνωστό σε ποιον θα ανήκε, και αυτό επιτυγχανόταν π.χ. με την απαγόρευση της αιμομιξίας και επιβολή μονογαμίας. Η δημιουργία κεφαλαίου που μας επέτρεψε από αγέλες να γίνουμε κοινωνία έφερε και το κακό που υπάρχει και σε όλες τις φυσικές κοινωνίες (π.χ. μελισσών, μυρμηγκιών κλπ) δηλαδή την ομαδική θανάσιμη βία μεταξύ ζωντανών του ίδιου είδους (όπως πόλεμο).

Η εμφάνιση τέτοιων απαγορεύσεων που επιβάλλονταν στο κάθε μέλος της από κάθε κοινωνία, απαιτούσε ποινές. Αυτές όμως δεν ήταν φυσικές, αλλά κοινωνικές, συμφωνίες μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Σχημάτιζαν την ηθική και το δίκαιο που κυβερνούν τις κοινωνίες. Κάπως έτσι προόδευσε η κοινωνία. Χάρη στην κοινωνική πρόοδο, σήμερα εκσυγχρονίστηκαν οι αρχέγονοι περιορισμοί. Αντί της εναλλαγής νηστείας και θυσίας, έχομε την εναλλαγή ανάπτυξης (με λιτότητα) και ύφεσης (με κατανάλωση). Ωστόσο, κάποτε οι κοινωνικές ποινές, ενδέχεται να γίνουν πιο δυσβάστακτες από τις φυσικές. Τι γίνεται τότε;

Η αγανάκτηση των πολιτών κατά της κατάστασης εκδηλώνεται, όπως είναι φυσικό με ποικίλους τρόπους. Λογικό θα ήταν να στραφεί κατά των αιτίων της κακοδαιμονίας. Καθώς αυτά δεν είναι πολύ ευδιάκριτα ή και επειδή μια ριζική αντίδραση στην παρούσα κατάσταση θα χαλάσει το “βόλεμα” που νιώθει ο σύγχρονος πολίτης ή και για άλλους λόγους, αντί να στραφεί προς το στόχο της, αστοχεί και στρέφεται εναντίον παραπλήσιων περιοχών. Για παράδειγμα, καταργεί τους κανόνες της νηστείας. Γιατί δηλαδή να μη φάω παϊδάκια τη Μεγάλη Παρασκευή; Καταργεί και τους περιοριστικούς γενετήσιους κανόνες. Η οικογένεια βλέπομε σταθερά να διαλύεται. Το νομικό φύλο έπαψε να ταυτίζεται με το φυσικό. Γιατί όχι; Η απαγόρευση της αιμομιξίας ισχύει ακόμη, αλλά ως πότε; Στο κάτω κάτω, ιερά πρόσωπα δεν τη σεβάστηκαν. Ο Λωτ ζευγάρωσε και με τις δυο του κόρες. Τα δυο αδέλφια, παιδιά του Δαβίδ, είχαν ερωτική σχέση. Και οι Φαραώ, παντρεύονταν κατά προτίμηση τα αδέλφια τους. Αυτή η αστοχία θυμίζει τη φροϋδική θεωρία, όπου η προσοχή στρέφεται όχι κατά της αιτίας, αλλά εναντίον ενός συμβόλου της. Όμως η κατάσταση δεν βελτιώνεται, οι κοινωνικοί περιορισμοί γίνονται ολοένα και πιο δυσβάστακτοι. Τι θα έπρεπε δηλαδή να γίνει;

Βασικό είναι, νομίζω, η ταλάντωση νηστείας-θυσίας να αντικατασταθεί με την ταλάντωση ανάπτυξης-ύφεσης, όπως αναφέρθηκε ήδη. Στην ανάπτυξη πρέπει να ενισχυθεί η δυνατότητα το κεφαλαίου και δεν έχει σημασία αν αυτό θα είναι ιδιωτικό ή δημόσιο. Το ουσιώδες είναι να υπάρχει σωστός προγραμματισμός με ιερή λιτότητα και αυστηρή στόχευση εκεί όπου υπάρχουν ανάγκες, πόροι και τεχνογνωσία. Καθώς η λιτότητα που απαιτείται δεν αντέχεται διαρκώς, θα ακολουθήσει η κατανάλωση με ύφεση και με κατανομή των προϊόντων της παραγωγής όχι ανάλογα με το κεφάλαιο που διατέθηκε, αλλά ανάλογα με την εργατική προσφορά καθενός και τις ανάγκες του. Και πάλι οι περιορισμοί που επιβάλλει ένας τέτοιος προγραμματισμός μπορεί να είναι δυσβάστακτοι. Γίνονται πιο αποδεκτοί αν έχουν την έγκριση της κοινωνίας παρά αν επιβάλλονται από μια ξεχωριστή αρχή, είτε είναι μοναρχία είτε ολιγαρχία. Οι περιορισμοί είναι αναγκαίοι και “ανάγκα θεοί πείθονται”. Ο τρόπος όμως που θα κατανεμηθούν οφείλει να έχει την έγκριση ή την ανοχή του συνόλου (ή, έστω, της πλειοψηφίας) των πολιτών μιας πολιτείας.

Η διαρκής ανάπτυξη σημαίνει λιτότητα τόσο μακρά, που οι άνθρωποι δεν επιζούν ή, έστω, δεν την αντέχουν. Η κοινωνία διαλύεται. Αλλά και η διαρκής κατανάλωση σημαίνει ότι εξαντλούνται τα αποθέματα που δημιούργησε η ανάπτυξη και οι άνθρωποι και πάλι πεθαίνουν. Οι νόμοι των ταλαντωτών, ανεξάρτητα από το πεδίο όπου εφαρμόζονται, προβλέπουν ότι αμέσως μετά την ταχεία περίοδο της εκφόρτισης, δηλαδή της κατανάλωσης, ακολουθεί μια ποιοτική μεταβολή, π.χ. αλλαγή κυβέρνησης (ή, πιο δραστικά, πολιτικού συστήματος) μετά την οποίαν ακολουθεί ανερέθιστη περίοδος (περίοδο χάριτος τη λένε στην πολιτική), στην οποίαν ο λαός υπομένει στερήσεις, τη λιτότητα που υποχρεώνει η ανάπτυξη. Και η Σαρακοστή γίνεται ανεκτή, όταν ξέρουμε εκτωνπροτέρων ότι θα ακολουθήσει το Πάσχα, Κυρίου Πάσχα.

Σε όλη την παραπάνω λογική διαδικασία αντιδρά η άρχουσα τάξη μαζί με το σύνολο των “βολεμένων” και, αντί του λογικού προγραμματισμού, στρέφει την προσοχή σε άρση αίολων απαγορεύσεων που και τα προβλήματα δεν λύνουν και την κοινωνία διαλύουν. Στο μεταξύ, μ΄ αυτή τη σκόπιμη αστοχία, παραμένουν οι πραγματικές αιτίες, εξασφαλίζουν τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης και η κοινωνία δυστυχεί.

ΠΡΟΕΠΙΛΟΓΗ

Δημήτρης Αντων. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 6 Απριλίου 2023

Λογικό μοιάζει να αποφεύγουμε τα πιο επικίνδυνα μέρη. Τα πιο επικίνδυνα είναι εκείνα όπου παρατηρούνται οι περισσότεροι θάνατοι. Σε μια πολιτεία είναι τα νοσοκομεία. Σε ένα νοσοκομείο είναι η ΜΕΘ. Η προφανής ανοησία του παραπάνω συλλογισμού έγκειται στο ότι όσοι βρίσκονται στο νοσοκομείο και μάλιστα σε μια ΜΕΘ κινδυνεύουν εξαρχής να πεθάνουν σύντομα, έστω και αν αυτές οι περιοχές μειώνουν  – δεν αυξάνουν – τη θνησιμότητα. Είναι προεπιλεγμένα υψηλού κινδύνου.

Κάποτε ο Ανώτατος Άρχοντας, “ελέω Θεού” βασιλιάς μπορούσε να διορίσει πρωθυπουργό ακόμη και τον κηπουρό του. Ο Χ. Τρικούπης που το αμφισβήτησε πήγε φυλακή, αλλά τελικά έγινε παραδεκτή η “δεδηλωμένη”. Ο Ανώτατος  Άρχοντας ήταν υποχρεωμένος να αναθέσει την κυβέρνηση στον αρχηγό του πλειοψηφούντος κόμματος στη βουλή. Καλύτερα τώρα. Είναι όμως καλά; Η ηγεσία αποτελείται από τρεις ανεξάρτητες εξουσίες, εκτελεστική (κυβέρνηση), νομοθετική (βουλή) και δικαστική.  Ιδανικά, στη δημοκρατικά, θα έπρεπε να επιλέγονται τα μέλη των εξουσιών με κλήρωση από το σύνολο του λαού, αλλά αυτό δεν γίνεται εδώ, τώρα. Οι εξουσίες ενεργούν στη βάση μιας ανώτατης αρχής, του Συντάγματος και δεν είναι δυνατό να γνωρίζει όλος ο λαός τους συνταγματικούς νόμους. Στις αστικές (και διοικητικές) υποθέσεις, συγκρίνεται μια πράξη με τους ισχύοντες νόμους. Ο δικαστής, επομένως, πρέπει να τους γνωρίζει. Στις ποινικές όμως, συγκρίνεται μια πράξη με τα χαρακτηριστικά του κατηγορουμένου. Καμιά σχέση οι νόμοι. Οι δικαστές επομένως μπορούν να είναι κληρωτοί, όπως είναι οι ένορκοι σε αρκετά ευνομούμενες χώρες. Ειδήμονες νομικοί, αποφασίζουν αν η διαδικασία τηρείται σύμφωνα με τους νόμους, χωρίς όμως αυτοί να λαβαίνουν μέρος στη λήψη απόφασης. Οι υπουργοί (και πρωθυπουργός), όπως οι αστικοί δικαστές, πρέπει να γνωρίζουν τους νόμους και επιπλέον να έχουν οργανωτική και διοικητική πείρα, καθώς και οράματα. Όπως οι αστικοί δικαστές επομένως, πρέπει να προεπιλέγονται από κάποιους, π.χ, κάποιο κόμμα. Αυτοί θα σχεδιάσουν πώς να διοικηθεί η χώρα και θα υλοποιήσουν τη διοίκηση. Η βουλή, συζητώντας, θα αποφασίσει με ψηφοφορία αν ένα κυβερνητικό νομοσχέδιο ταιριάζει με τη βούληση του λαού. Καμιά σχέση με νόμους. Οι βουλευτές πρέπει να αντιπροσωπεύουν τη βούληση του λαού. Αυτή εκφράζεται πρότυπα με δημοψήφισμα, αλλά σ΄ αυτό ο λαός δεν μπορεί να συζητήσει και απαντά απλώς σε ένα δυϊστικό ερώτημα, ναι ή όχι. Ο καλύτερος πρακτικά τρόπος να μπορεί η νομοθετική εξουσία να αντιπροσωπεύσει τη λαϊκή βούληση είναι με κλήρωση των βουλευτών. Η βούληση του λαού είναι σε μια πολιτεία η ανώτατη αρχή. Εκφράζεται με τη βούληση της πλειοψηφίας, εφόσον δεν παραβιάζονται στοιχειώδη δικαιώματα των μειοψηφιών. Αυτά ορίζονται από το Σύνταγμα, που η μακροχρόνια ισχύς του εξασφαλίζεται με δημοψηφισματική ψήφισή του και όχι από μια πλειοψηφία της βουλής, που εκφράζει τη συγκυριακή βούληση μιας συγκεκριμένης πλειοψηφικής παράταξης.

Σε κάθε περίπτωση, οι σωστές αποφάσεις αποδίδονται στην κυβέρνηση, που έτσι δοξάζεται. Μια λανθασμένη απόφαση όμως θα πληρωθεί από το λαό. Και, αν λήφθηκε από το λαό, δικαίως, θα του γίνει μάθημα. Αν όμως λήφθηκε ερήμην του, από ένα βασιλιά ή από προεπιλεγμένα μέλη της βουλής, γιατί να πληρώσει αυτός;

Στον τόπο μας οι συνταγματικά ονομαζόμενες ανεξάρτητες εξουσίες, δεν είναι ανεξάρτητες. Οι βουλευτές έχουν προεπιλεγεί από τα κόμματα και μεταξύ των προεπιλεγμένων καλείται ο λαός να διαλέξει μεταξύ τους, να επιβεβαιώσει δηλαδή την προεπιλογή. ΔΕΝ εκπροσωπεί η βουλή τη βούληση του λαού, τα κόμματα εκπροσωπεί. Η πλειοψηφία της βουλής εκλέγει την κυβέρνηση, που έτσι δεν είναι ανεξάρτητη αρχή και το Υπουργικό Συμβούλιο ορίζει τους επικεφαλής της δικαιοσύνης, που ούτε αυτή είναι έτσι ανεξάρτητη. Πρόκειται δηλαδή για ολιγαρχία ή αιρετή μοναρχία. Ακόμη και το Σύνταγμα, που ορίζει πως ανώτατη αρχή είναι ο λαός, διευκρινίζει ότι αυτή, η ανώτατη, αρχή περιορίζεται από το Σύνταγμα, που όμως δεν έχει αποφασιστεί από το λαό, αλλά από προεπιλεγμένη, κομματική, βουλή.

Αιτία της υψηλής θνησιμότητας στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ είναι η προεπιλογή των ασθενών τους μεταξύ εκείνων που ήδη έχουν υψηλή θνησιμότητα. Αιτία της κακοδαιμονίας μας είναι όμοια η προεπιλογή των βουλευτών μας από κόμματα. Ο Αριστοτέλης μας θυμίζει ότι: “χει δ κα περ τν αρεσιν τν ρχόντων τ ξ αρετν αρετούς πικίνδυνον“. Η προεπιλογή είναι επικίνδυνη. Με το υπάρχον σύστημα, η επιλογή των υποψήφιων βουλευτών από τα κόμματα γίνεται με ένα μοναδικό κριτήριο: Πόσους ψήφους κουβαλάει στο κόμμα καθένας τους; Και, για να εκλεγούν οι βουλευτές, είναι υποχρεωμένοι να πουλούν εκδουλεύσεις σε κάποιους, όχι στο σύνολο, αγοράζοντας τις ψήφους τους (πελατειακή σχέση). Ο χρονικός ορίζοντάς τους είναι ως τις επόμενες εκλογές. Επομένως μέτρα δυσάρεστα, που όμως θα ωφελήσουν τις επόμενες γενιές, δεν μπορούν να ψηφιστούν από αυτούς, καθώς έχουν παρόν κόστος. Είναι επίσης υποχρεωμένοι να ψηφίζουν, οι συμπολιτευόμενοι όλα τα νομοσχέδια της κυβέρνησης είτε συνειδησιακά συμφωνούν είτε όχι, ενώ οι αντιπολιτευόμενοι να τα καταψηφίζουν, διότι τα κόμματα έχουν πειθαρχικές ποινές. Θα διαγραφούν, δεν θα ξαναείναι υποψήφιοι και τότε πώς θα ζήσουν, αφού, κατά κανόνα, έχουν απαρνηθεί μια επαγγελματική καριέρα έχοντας αφοσιωθεί στην πολιτική; Όσο μεγαλύτερη εξουσία έχει κάποιος, όσο περισσότερη δικαιοδοσία έχει να διατάζει, τόσο λιγότερο ελεύθερος είναι. Οι άρχοντες είναι οι καλύτερα φρουρούμενοι πολίτες σε μια χώρα και είναι εκείνοι που έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να δολοφονηθούν. Θυμίζω 4 Προέδρους των ΗΠΑ, αρκετούς δικούς μας και ξένους πολιτικούς ηγέτες. Αυτό δεν τους εξαγνίζει. Εκτός από τις σπάνιες περιπτώσεις που κάποιοι έχουν ισχυρές συνειδησιακές αναστολές (κανένας ποτέ απόλυτες) οι περισσότεροι για να επιβιώσουν πολιτικά είναι υποχρεωμένοι να καταφεύγουν σε τερτίπια, τη διαφθορά, την οικογενειοκρατία, το λαϊκισμό, τη λασπολογία προσωπικά (αντί της αντιπαράθεσης επιχειρημάτων) κλπ. Όλα αυτά είναι συνέπειες της εκλογής μεταξύ προεπιλεγμένων που για να είναι υποψήφιοι έχουν πουλήσει την ψυχή τους σε ποικίλους “διαβόλους”, στο κόμμα τους, στους ψηφοφόρους τους, στους οικονομικούς υποστηρικτές τους κλπ. Προσοχή, διάβολοι είναι ο περιορισμένος αριθμός των ψηφοφόρων καθενός, όχι ο ανεπίλεκτος δήμος. Στην αρχαιότητα, όπου συχνοί ήταν οι οστρακισμοί (εξορίες), κατηγορούμενοι ήταν πάντοτε μέλη της άρχουσας τάξης, κυρίως εκλεγμένοι στρατηγοί, αλλά και σημαντικά μέλη (θεατρικοί συγγραφείς, σοφιστές και σοφοί, όπως ο Σωκράτης) που εμπλέκονταν με την πολιτική των ηγετών. Ποτέ δεν διώχθηκαν απλά μέλη της βουλής.

Όχι, οι αποφάσεις μιας τέτοιας κληρωμένης βουλής δεν είναι πάντοτε οι πιο ορθές, όπως αποδεικνύεται από την εξέλιξη. Όμως είναι εκείνες που οι συνέπειες θα ανταμείψουν τους ίδιους και θα πληρωθούν από τους ίδιους. Αυτό φαίνεται δίκαιο.

ΣΥΜΦΩΝΩ, ΔΙΑΦΩΝΩ, ΑΝΕΧΟΜΑΙ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 4 Απριλίου 2023

Διαρκώς κάτι θέλομε, όπως διαρκώς κάτι σκεφτόμαστε και συναισθανόμαστε. Το πρώτο που θέλομε μόλις μας κοπεί ο ομφάλιος λώρος που μας συνδέει με τη μητέρα μας, είναι αέρας. Διεγείρονται αντανακλαστικά οι αναπνευστικοί μύες μας, αέρας μπαίνει στους πνεύμονες και βγαίνει και καθώς περνά από τις φωνητικές χορδές μας, οι άλλοι ακούν το πρώτο κλάμα. Καθώς η διέγερση των αναπνευστικών μυών γίνεται σε έλλειψη αέρα τόση που δεν είναι αρκετή για να τη νοιώθουμε, και ο αέρας είναι άφθονος γύρω μας, δεν αισθανόμαστε έλλειψή του, εκτός αν αρρωστήσουμε και η νόσος δυσκολεύει τη δίοδο του αέρα (δύσπνοια). Το επόμενο πράγμα που θέλομε είναι να φάμε, όταν υπάρξει έλλειψη γλυκόζης στο αίμα μας. Ακολουθεί ο θηλασμός. Οι κινήσεις του στόματος, χωρίς την πράξη του ευχάριστου θηλασμού είναι το πρότυπο βρεφικό χαμόγελο. Καθώς μεγαλώνομε, πληθαίνουν τα ποικίλα “θέλω μας”. Είναι δύο κυρίως κατηγορίες. Μία είναι “θέλομε” σαν απάντηση σε ένα εξωτερικό ερέθισμα. Κάποιο αίτιο μας τρυπάει ή μας καίει κλπ και θέλομε να απαλλαγούμε. Μαθαίνομε να κάνουμε τις κατάλληλες κινήσεις γι΄ αυτό το σκοπό. Ή κάποιο αίτιο μας κάνει να νοιώθουμε ευχάριστα, όπως ένα χάδι, και μαθαίνομε να αντιδρούμε με τρόπο που το ενισχύομε. Το άλλο είδος βούλησης γεννιέται χωρίς εξωτερικό ερέθισμα, π.χ. βούληση για αέρα, νερό, φαγητό, έρωτα, ούρηση, αποπάτηση κλπ. Σε νοητό επίπεδο, η βούληση που διαμορφώνεται από εξωγενή γνώση ονομάζεται προαίρεση· αυτόματα, όρεξη (Αριστοτέλης).

Ο κόσμος αποτελείται από απειροελάχιστα μικρά κομματάκια, τα άτομα, όπως τα ονόμασε ο Δημόκριτος. Σήμερα η ελάχιστη ύλη που έχει αποδειχτεί πως υπάρχει, είναι ένα κομματάκι ενέργειας που ονομάζεται quantum. Το κβάντο είναι αδιαίρετο. Παρά το ότι ο κόσμος είναι επομένως κβαντωμένος, η ατέλεια των αισθήσεών μας που (ευτυχώς;) υπάρχει, μας κάνει να τον νοιώθουμε συνεχή. Ένα συνεχές όμως δεν μπορούμε να το αξιολογήσουμε εύκολα. Γι΄ αυτό με αρκετά αυθαίρετο τρόπο το διαιρούμε σε διακριτές κατηγορίες. Το φάσμα των χρωμάτων στο ουράνιο τόξο είναι συνεχές. Εμείς όμως λέμε πως είναι έξι χρώματα: ερυθρό, πορτοκαλί, κίτρινο, πράσινο, κυανό, ιώδες. Το ίδιο αυθαίρετα μπορούμε να διακρίνουμε στο “θέλω” μας ποικίλες φάσεις. Η αυτόματη βούλησή μας εξελίσσεται σαν μια ταλάντωση του τύπου της χάλασης (Van der Pol). Αυτή είναι μια ασύμμετρη ταλάντωση με δύο οριακές τιμές, τους ουδούς (=κατώφλια) που χωρίζουν τις κύριες φάσεις της. Ένας νοητός ουδός είναι το “θέλω να”, που σηματοδοτεί τη διέγερση αισθητών αντιδράσεων, κίνησης και/ή έκκρισης. Π.χ. θέλω να φάω και κάνω κινήσεις και εκκρίσεις που οδηγούν στη λήψη τροφής. Όταν ικανοποιηθεί το θέλω μας, μεταπίπτει στον άλλον ουδό, το “θέλω να μη”. Μόλις έχω χορτάσει θέλω να μη φάω άλλο και σταματώ. Αυτή είναι η ανερέθιστη περίοδος που από απόλυτη αρχικά μεταπίπτει βαθμιαία στη σχετική ανερέθιστη περίοδο, την “δεν θέλω να”. Σ΄ αυτήν δεν ξεκινώ αυτόματα τις αισθητές ανταποκρίσεις μου, αλλά είναι μια διεγέρσιμη φάση και ένα νόστιμο έδεσμα μπορεί να μου ανοίξει την όρεξη πρόωρα και να μεταπέσω στη φάση “θέλω να”, πριν περάσει κάποιος προδιαγεγραμμένος χρόνος. Αν δεν υπάρξει εξωγενές ερέθισμα, με μόνη την πάροδο του χρόνου, φθάνω στον ουδό “θέλω να” και η βουλητική ταλάντωση επαναλαμβάνεται. Η φάση της σχετικής ανερέθιστης περιόδου, με το “δεν θέλω να” είναι η μακρότερη, διότι αυτοπεριορίζεται από αρνητικές αναδράσεις, ενώ η φάση της αισθητής πράξης μετά το “θέλω να” είναι βραχεία, καθώς διέπεται από θετικές αναδράσεις σα φαύλος κύκλος. “Τρώγοντας έρχεται η όρεξη”. Η σχετική ανερέθιστη περίοδος, το “δεν θέλω να”, είναι συνεχής μετάβαση από το “θέλω να μη” στο “θέλω να”. Το ερώτημα όμως είναι: “ξέρομε τι θέλομε;” “Ασφαλώς ξέρω, θέλω να κάνω ό,τι θέλω”, μου απάντησε κάποιος σε σχετική ερώτησή μου. “Μα ακριβώς αυτό σε ρώτησα: ΄Τι θέλεις να κάνεις; Και δεν μου απάντησες”. Διότι, αν δεν ξέρεις τι θέλεις, είσαι, όχι ελεύθερος, αλλά, αντίθετα, έρμαιο στη βούληση των άλλων.

Σε κοινωνικό επίπεδο ισχύουν ανάλογες φάσεις του θέλω της κοινωνίας. Το πλήθος, αν και κβαντωμένο, αποτελούμενο από έναν αριθμό αδιαίρετων ατόμων, μοιάζει να είναι συνεχές. Όποτε πραγματικά λειτουργεί σαν ένα ενιαίο αδιαίρετο συνεχές, μιλάμε για όχλο. Αν λειτουργεί κβαντωμένα, με διαβούλευση μεταξύ των μελών του, για δήμο. Μπροστά σε μια πολιτική πρόταση οι πολίτες μπορούν να συμφωνούν, να διαφωνούν ή να ανέχονται. Όπως στα άτομα, έτσι και στην κοινωνία η βούλησή της ταλαντώνεται. Μετά από μια φάση νηστείας ή λιτότητας με ανάπτυξη ακολουθεί η άλλη φάση της θυσίας με κατανάλωση και πάλι εξαρχής. Μετά την οξεία φάση της θυσίας υπάρχει ανερέθιστη περίοδος, η “περίοδος χάριτος”, που ακολουθεί για λίγο μετά την εκλογή μιας νέας πολιτικής κατάστασης. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση κυβερνά και στις αποφάσεις της άλλοι συμφωνούν, άλλοι διαφωνούν και άλλοι ανέχονται. Το φάσμα από τη συμφωνία ως τη διαφωνία είναι συνεχές. Κάποιοι συμφωνούν με μερικές κυβερνητικές αποφάσεις, διαφωνούν με άλλες. Τώρα προκύπτει ο ρόλος των κομμάτων. Όλοι που ανήκουν στο κόμμα της κυβέρνησης συμφωνούν με όλες τις αποφάσεις της, όλοι που αντιστοιχούν στην αντιπολίτευση διαφωνούν. Αυτή η ψηφιοποίηση όμως της λαϊκής βούλησης είναι αφύσικη, αφού η βούληση του πλήθους δεν είναι ψηφιοποιημένη, κβαντωμένη. Στη δημοκρατία (που δεν υπάρχει πουθενά σήμερα, υπήρξε μόνο στην Ελληνική αρχαιότητα), οι εξουσίες είναι ανεξάρτητες: Κυβέρνηση, βουλή, δικαιοσύνη. Η κυβέρνηση επιλέγει προβλήματα και προτείνει λύσεις, ώστε να συνειδητοποιούν οι πολίτες ποιο είναι το θέλω τους, θετικό ή αρνητικό. Πιο εύκολα επιλέγεται μία από πολλαπλές προτεινόμενες επιλογές παρά επινοείται μια πρωτότυπη λύση. Η βουλή όμως, επιλεγμένη με κλήρωση, όχι με εκλογή, αποφασίζει με πλειοψηφία αν συμφωνεί ή διαφωνεί. Μπορεί επίσης να διατυπώσει, με πρόταση κάποιου βουλευτή, λύση εναλλακτική από εκείνη της κυβέρνησης ή και να πιέσει την κυβέρνηση να εξετάσει λύσεις σε άλλα προβλήματα που, κατά την άποψή της, η εκτελεστική εξουσία παραμελεί. Η κυβέρνηση είναι αναγκαστικά κβαντωμένη, συγκροτημένη ομάδα, με συγκεκριμένες προτάσεις. Η βουλή όμως, μη αποτελούμενη από κόμματα, συμβολίζει δειγματικά το συνεχές της βούλησης των πολιτών. Η κυβέρνηση, όταν δεν προκύπτει από τη βουλή (π.χ. ΗΠΑ) δεν έχει δεδομένη την έγκριση της βουλής στις προτάσεις της και δυσκολεύεται να υλοποιήσει τα όποια σχέδιά της, αλλά, αν είναι κληρωμένη η βουλή, ούτε και η άρνησή της είναι δεδομένη, όπως θα ήταν αν είχε προκύψει από εκλογές. Έτσι μπορεί να κυβερνά το πρώτο κόμμα, έστω και χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία.

ΠΟΙΟΣ; ΠΩΣ; ΤΙ;

Δημήτρης Αντων. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 1 Απριλίου 2023

ν ρχ ποίησεν Θεός τν ορανν κα τν γν“. Έτσι αρχίζει η Γένεση. Μας λέει αμέσως Ποιος εποίησε τον ουρανό και τη γη, όχι το Πώς τους έκανε. Αυτή είναι η θεολογική αντίληψη, που μπροστά στην Αιωνιότητα θεωρεί ότι δεν υπάρχει χρόνος. Ο Θεός είπε και εγένετο. Έτσι, ακαριαία. Κι όμως ομολογεί την ύπαρξη του χρόνου, αφού ο Δημιουργός χρειάστηκε έξι διαδοχικές μέρες για να οικοδομήσει το Σύμπαν και στο τέλος μάλιστα κουράστηκε και αναπαύθηκε την έβδομη, το Σάββατο. Τι μεσολάβησε ανάμεσα στη ρήση του Θεού και την υλοποίησή της; Η Γραφή δεν ασχολείται μ΄ αυτό. Η Ελληνική μυθολογία, έντονα ποιητική, αρχίζει με τον ίδιο περίπου τρόπο, αλλά τονίζει μάλλον το “Πώς;” Ο Ουρανός παντρεύτηκε τη Γη και με το σπέρμα του, δηλαδή τη βροχή, τη γονιμοποίησε, για να γεννήσει ό,τι βλέπομε τριγύρω μας. Έστω και ποιητικά δοσμένη, αυτή είναι μια απάντηση που πλησιάζει την επιστημονική θέση που επιχειρεί να απαντά σε ερωτήματα που αρχίζουν με το “πώς”.

Αυτές τις μέρες ακούω και διαβάζω τις ειδήσεις σε όλα τα ΜΜΕ και βρίσκομαι μπροστά σε μια θεολογική συζήτηση που προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα “ΠΟΙΟΣ φταίει για την τραγωδία στα Τέμπη;” Οι συζητήσεις που γίνονται, πολύ έντονες, καταλήγουν στις ίδιες απαντήσεις: Η αντιπολίτευση: “Φταίει η κυβέρνηση!” Η κυβέρνηση: “Φταίει ο ανθρώπινος παράγοντας, ο σταθμάρχης, και οργανωτικά φταίνε διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις”. Εγώ βέβαια απαιτώ να γίνει κατανομή των ευθυνών και να επιβληθούν ποινές, αλλά αυτό είναι έργο της Δικαιοσύνης, όχι της Πολιτικής. Το ΠΩΣ έγινε το δυστύχημα είναι υπόθεση της επιστήμης. Εκείνο όμως που πρώτιστα με ενδιαφέρει είναι μια απάντηση στο ερώτημα: “ΤΙ να κάνουμε;” Ούτε η διαλεύκανση του ποιος φταίει ούτε το πώς έγινε το δυστύχημα θα φέρουν πίσω στη ζωή τα άδικα αθώα θύματα ούτε με εξασφαλίζουν ότι δεν θα ξανασυμβεί. Αυτό που θέλω να μάθω και, τουλάχιστον, ανοίγει το δρόμο για να προληφθούν μελλοντικά ολέθρια συμβάματα είναι το τι να κάνουμε. Αυτή είναι η γνήσια πολιτική απάντηση στο συμβάν. Δυστυχώς, δεν ακούω να συζητιέται από καμιά παράταξη, ούτε από την υπεύθυνη κυβέρνηση ούτε από τις δυνητικές μελλοντικά υπεύθυνες αντιπολιτεύσεις. Γιατί άραγε; Η απάντηση στο ερώτημα οδηγεί άμεσα σε πράξεις και οι πράξεις έχουν αναγκαστικά κόστος. Μα είναι δυνατό να συζητάμε προεκλογικά για κόστος που θα πληρώσει ο λαός; Ας το καλύτερα!

Και προχωρώ στη συζήτηση στα κανάλια. Ρωτάει κάτι ο παρουσιαστής. Ενώ ο προσκεκλημένος απαντά, τον διακόπτει ο δημοσιογράφος για να του κάνει άλλη ερώτηση. Κι αν ο απαντών διαμαρτυρηθεί, τον ξαναδιακόπτει ο παρουσιαστής “Καλά, δεν μπορώ να σας ερωτήσω;” Το σωστό όμως είναι να πει ο καλεσμένος “Καλά, δεν μπορώ να απαντήσω; Αν δεν με αφήνετε, μπορείτε να πείτε τις ερωτήσεις σας και χωρίς εμένα!” Για “αντικειμενικότητα” είναι παρόντες και οι κυβερνητικοί και οι αντιπολιτευόμενοι. Και πάλι το ίδιο γίνεται. Μόλις αρχίσει να μιλά ο ένας τον διακόπτει ο άλλος. Τελικά μιλούν όλοι μαζί. Φυσικά, αυτό δεν είναι διάλογος, είναι τσακωμός. Και ο τσακωμός έχει δύο πλεονεκτήματα. Για τον καναλάρχη, βέβαια. Πρώτον, αυξάνει την ακροαματικότητα. Είναι πιο συναρπαστικό να βλέπεις να τσακώνονται κάποιοι παρά να ανταλλάσσουν λογικά επιχειρήματα. Και δεύτερο, μ΄ αυτό τον τρόπο δεν  γίνεται ενημέρωση του κοινού, ενώ ο σταθμός φαίνεται να ενημερώνει και μάλιστα αντικειμενικά. Και σκοπός του όλου συστήματος είναι να ΜΗ φωτιστεί το κοινό. Οπωσδήποτε, δεν μαθαίνομε τι προγραμματίζουν να κάνουν οι αντίπαλες κομματικές ομάδες, για να αυξήσουν την ασφάλεια των όσων το κράτος έχει την ευθύνη να κάνει, των όσων προσδοκούμε όλοι μας από εκείνους τους οποίους έχομε εξουσιοδοτήσει ενλευκώ να το κάνουν. Από κει κι έπειτα, για ό,τι πάει στραβά, φταίμε εμείς, ο λαός, ο καθένας μας, που δεν έχομε παιδεία και όταν τοποθετηθούμε κάπου δεν κάνομε το χρέος μας. Για το ποιος τοποθέτησε τον αρμόδιο στη συγκεκριμένη θέση, χωρίς τα σωστά προσόντα,  αφήνει την εκάστοτε αντιπολίτευση να το αποκαλύψει, έτσι που οι αποκαλύψεις της είναι προκατειλημμένες, άρα αναξιόπιστες. Κι αυτοί όταν είχαν την εξουσία τα ίδια έκαναν. Και, δυστυχώς, έτσι είναι.

Φυσικά, μια ισχυρή ακέραιη προσωπικότητα μπορεί να αντισταθμίσει ως ένα βαθμό την ισχύουσα πραγματικότητα. Θυμάμαι στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων που εργαζόμουν είχε διοριστεί από τη δεξιά τότε κυβέρνηση ένας καθηγητής Πανεπιστημίου, γνωστός προσωπικός φίλος του τέως βασιλιά, επομένως, με τη σφραγίδα δεξιός. Όταν ήταν να διοριστεί κάποιος υπάλληλος, τα (κατά πλειοψηφία δεξιά) μέλη του Συμβουλίου πρότειναν να διοριστεί ο 7ος στη σειρά αξιοκρατικής κατάταξης από τους υποψηφίους. “Γιατί όχι ο πρώτος;” ρώτησε ο διοικητής. “Μα ο έβδομος είναι δικός μας”. “Εγώ επιμένω να διορίσουμε τον πρώτο.” “Μα αυτός δεν είναι δικό μας παιδί!” επέμειναν οι σύμβουλοι. “Ο πρώτος είναι βασιλικός!”, τους αποστόμωσε ο καθηγητής. Έτσι, με πλάγιο τρόπο, έγινε το σωστό. Μια τέτοια προσωπικότητα μπορεί να αντισταθμίσει τις οργανωτικές ατέλειες, αλλά όχι πάντοτε. Υπάρχουν ανθρώπινα όρια στις αντοχές.

Για να προσωποποιηθεί το θέμα και να αποσειστεί, όσο γίνεται η κατηγορία από την υπεύθυνη εξουσία, παραιτήθηκε οι αρμόδιος υπουργός. Αποδιοπομπαίος τράγος. Την ίδια περίοδο κάποιος αντιπολιτευόμενος βουλευτής, για εντελώς άσχετους λόγους, διέπραξε με δηλώσεις του μια απαράδεκτη πολιτικά απρέπεια και πέρασε από πειθαρχικό συμβούλιο. Ζήτησε συγγνώμη. Και οι δύο αυτοί κύριοι, θα είναι πάλι υποψήφιοι στις επόμενες εκλογές. Και οι δύο αυτοί κύριοι, άσχετα από την υπευθυνότητα και τη συμπεριφορά τους, κουβαλούν ψήφους στο κόμμα τους. Είναι να τους αποπέμψεις;

Κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας, δικαπιστώνει ο Άμλετ. Και στο κράτος μας. Τι; τι να κάνουμε; Εδώ είναι που εγώ δεν θα απαντήσω. Ο αναγνώστης πρέπει να κάτσει κάτω και να σκεφτεί. Η σκέψη κουράζει περισσότερο από κάθε άλλη ανθρώπινη ενέργεια. Είναι απείρως πιο άκοπη από τη μυική ενεργητικότητα, αφού ο εγκέφαλος δεν καταναλώνει περισσότερη ενέργεια όταν σκέφτεται από όση όταν είναι σε αργία. Όμως και η πνευματική, όπως και η σωματική, δραστηριότητα κουράζουν. Εδώ βρίσκεται προπάντων η δική μας ευθύνη. Κάτι ριζικό πρέπει να αλλάξει στο σύστημά μας και όχι κάποια πρόσωπα, για να δώσουν τη θέση τους σε άλλα που θα κάνουν ακριβώς τα ίδια, ό,τι έμμεσα, ύπουλα, τους υπαγορεύει το σύστημα. Και τώρα προκύπτει το ερώτημα. Μπορούμε να αλλάξουμε το σύστημα; Μια σύμβαση είναι, ένα συμβόλαιο. Γιατί όχι; Σημαίνει όμως κόστος ανυπολόγιστο. Το αντέχομε;