ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΑΝΤΙΘΕΤΩΝ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 30 Μαΐου 2023

Το έχω ξαναθυμίσει. Τα προς τρίτον ίσα ΔΕΝ είναι μεταξύ τους ίσα. . Με την τετραγωνική ρίζα του “ένα”, ίσα είναι και το “συν ένα” και το “μείον ένα”. Ωστόσο, το μείον ένα είναι αντίθετο, όχι ίσο, με το συν ένα. Αν ισχύει αυτό στην απλούστερη δυνατή λογική, τα μαθηματικά, πολύ περισσότερο ισχύει στον πραγματικό, τον αισθητό μας κόσμο. Τίποτε δεν είναι ακριβώς ίδιο με κάτι άλλο. Ούτε καν δυο μονοωογενείς δίδυμοι είναι ακριβώς ίδιοι μεταξύ τους.

Στην πολιτική, όχι σπάνια βλέπομε να αντιτίθενται στις κυβερνητικές επιλογές δύο ή περισσότερα κόμματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι αυτοί οι αντιπολιτευόμενοι είναι ίδιοι μεταξύ τους. Ακούω συχνά επιχειρήματα όπως “και σεις οι αριστεροί καταψηφίσατε, μαζί με το ακροδεξιό κόμμα, το νομοσχέδιό μας”. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η αριστερά και η ακροδεξιά συμπίπτουν. Ωστόσο, αυτή η ομαδοποίηση των αντιθέτων μεταξύ τους, επίσης όχι σπάνια, είναι πολύτιμο εργαλείο ή όπλο. Μόνο που χρειάζεται μεγάλη προσοχή.

Για πολλά χρόνια, ήδη από τον καιρό της Επανάστασης, ενώθηκαν πολλοί με πολλαπλά αντίθετα συμφέροντα μεταξύ τους, απλώς διότι υπήρχε μια μείζων αντίθεση, εκείνη εναντίον των Τούρκων. Κι ούτε καν ήταν τόσο απλό. Οι κοτζαμπάσηδες ξεσηκώθηκαν, διότι αυτοί ήταν που μάζευαν τους φόρους και τους έδιναν στους Τούρκους κρατώντας βέβαια για τον εαυτό τους το κατιτί τους. Ξεσηκώθηκαν γιατί ήθελαν να κρατούν αυτοί το σύνολο. Οι κλέφτες έκλεβαν τους πλούσιους, αδιακρίτως Έλληνες και Τούρκους, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους. Μοίραζαν τα κέρδη τους σε ένα περιορισμένο κύκλο φτωχών συνήθως, που τους κάλυπτε. Γιατί να μη συνεχίσουν να κλέβουν και να μη χρειάζεται να μοιράζουν το προϊόν του κόπου τους; Οι αρματολοί ήταν μισθοφόροι των Τούρκων για να τους προστατεύουν από τους κλέφτες. Αρματωμένοι, προσδοκούσαν να κυριαρχούν πάνω στους φτωχούς χωρίς να δίνουν τίποτε στους Τούρκους. Οι αρχιερείς είχαν πολλά προνόμια, όπως την απονομή δικαιοσύνης στους Χριστιανούς και άλλα. Ξεσηκώθηκαν λοιπόν για να έχουν τα ίδια προνόμια σε όλο τον κόσμο. Οι καραβοκυραίοι ξεσηκώθηκαν για λόγους παρόμοιους με των κοτζαμπάσηδων. Οι φτωχοί αγρότες εξεγέρθηκαν γιατί δεν είχαν στον ήλιο μοίρα και προσδοκούσαν να γίνουν κι αυτοί άρχοντες από τα λάφυρα που θάπαιρναν από τους Τούρκους που θα έσφαζαν. Ή περίπου κάπως έτσι ήταν τα κίνητρά τους. Όλοι όμως αυτοί με τα τόσο ποικίλα και σε σημαντικό βαθμό αντιθετικά συμφέροντα είχαν ένα κοινό στοιχείο, την αντίθεσή τους στον ξένο, στον αλλόθρησκο, αλλόγλωσσο αφέντη τους που, από τις ανώτατες θέσεις είχε προνόμια έναντι όλων αυτών, όπως φορολογικά και άλλα. Ο στόχος τους ήταν αρνητικός. Δεν μάχονταν για να πετύχουν συγκεκριμένο προαποφασισμένο σκοπό. Αποτέλεσμα οι γνωστοί εμφύλιοι πόλεμοι στη διάρκεια της Επανάστασης. Ως σήμερα, κριτήριο Ελληνοφιλίας θεωρείται η αντιτουρκική πολιτική στάση ενός κράτους.

Σήμερα (25/04/23) που γράφω το δοκίμιό μου τούτο βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο με αναλογικό σύστημα που σημαίνει πως η ισχύς που έχει η βουλή θα μοιραστεί στα κόμματα ανάλογα με τις ψήφους που θα έχει πάρει το καθένα τους, όχι ανάλογα με τη λαϊκή βούληση. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο Ελληνικό. Στα περισσότερα κράτη η κυβέρνηση δεν αποτελείται από ένα κόμμα που έχει εισπράξει >50% των ψήφων, αλλά ένα ποσοστό απλώς μεγαλύτερο από εκείνο καθενός από τα άλλα. Και μάλιστα, συνήθως με σημαντική αποχή από την κάλπη, που σημαίνει ακόμη μικρότερο ποσοστό στο σύνολο του πληθυσμού. Για παράδειγμα, Πρόεδρος της Δημοκρατίας στη Γαλλία είναι ο Emmanuel Macron, αρχηγός του κόμματος “Η Δημοκρατία Εμπρός”. Στον πρώτο γύρο των εκλογών πήρε περίπου 28% των ψηφισάντων, που, με αποχή περίπου 26%, σημαίνει αδρά 20% του συνόλου των πολιτών. Αναρωτιέμαι, πόσο δημοκρατία είναι αυτό το σύστημα;

Σε όλη την Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο μάλλον, βλέπομε να ογκώνεται μια αντίδραση στο υπάρχον πολιτικό σύστημα, που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι η λεγόμενη αστική ή φιλελεύθερη δημοκρατία, δηλαδή μια ολιγαρχία που θυμίζει την αρχαιορωμαϊκή res publica μάλλον παρά την αρχαιοελληνική δημοκρατία. Αυτό ισχύει τόσο στα βασιλευόμενα (μοναρχίες με μεγάλους περιορισμούς) όσο και στα αβασίλευτα καθεστώτα. Η αντίθεση όμως δεν είναι ενιαία. Τα προς τρίτον αντίθετα δεν είναι μεταξύ τους ίσα. Υπάρχει σημαντική στροφή προς ακραίες θέσεις, που μπορεί να είναι βίαια αντίθετες μεταξύ τους. Κάθε ηγέτης κόμματος πασχίζει να γίνει αυτός “χαλίφης στη θέση του χαλίφη”, αντί να προσπαθεί να καταργήσει το χαλιφάτο. Για το σκοπό αυτό, αντί της αντιπαράθεσης επιχειρημάτων, παρακολουθούμε ανταλλαγή λάσπης που ρίχνεται από τον ένα πολιτικό στον άλλον και από το ένα κόμμα στο άλλο. Ο κόσμος έχει πάψει πια να φανατίζεται και προτιμά να αηδιάζει, όχι όμως στο σημείο να αναλάβει δράση.

Στο μεταξύ, ενώ τα πάντα εξελίσσονται σαν ταλαντώσεις, υπάρχει ένα θέμα το οποίο μοιάζει να έχει συνεχή γραμμική πορεία, η επιστημονική γνώση. Ιδίως την τελευταία δεκαετία, κορυφαίο επιστημονικό επίτευγμα θα έλεγα είναι η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ). Πολλοί απογοητευμένοι πολίτες που στρέφονται σε ακραίες πολιτικές θέσεις είναι τόσο διαφορετικοί και αντιτιθέμενοι μεταξύ τους, που αρχίζουν να προσδοκούν την ΤΝ να τους κυβερνά και να παίρνει αυτή αποφάσεις ερήμην των πολιτικών και ερήμην τους. Αυτό βέβαια σημαίνει υποδούλωση του ανθρώπινου γένους σε ένα σύστημα που στηρίζεται σε θεμελιώδεις αλγορίθμους. Η ΤΝ έχει τεράστια αποθήκη “μνήμης” και ικανότητα να την ανακαλεί σχεδόν ακαριαία χωρίς να ξεχνά. Και ικανότητα να την εμπλουτίζει διαρκώς. Και ικανότητα να μαθαίνει. Και ικανότητα να μη σφάλλει. Επιπλέον έχει την ικανότητα να αυτοελέγχεται και να εκτιμά δυσλειτουργίες της και, ιδίως, τα αποθέματα ενέργειας που διαθέτει. Και, σε συνδυασμό με ρομποτική, την ικανότητα να αυτοδιορθώνεται και να αποζητά ενεργειακές πηγές. Με αυτά τα στοιχεία διαθέτει το ανάλογο και του ανθρώπινου συναισθήματος. Φαίνεται ακαταμάχητη. Ήδη οι αυτόνομοι αλγόριθμοι δημιουργούν, χωρίς ανθρώπινη εντολή, νέους αλγορίθμους. Υπάρχει άραγε κάτι που μπορεί να δαμάσει την πορεία της;

Ο μόνος δυνατός περιορισμός είναι η αδυσώπητη εντροπία, που, επεκτείνοντας την έννοιά της, σημαίνει τυχαιότητα. Όταν ο υπολογιστής βρίσκεται σε περίπου ισοβαρή διλήμματα μπορεί να επιλέγει στην “τύχη”. Αυτή η “τύχη” όμως είναι προβλέψιμη. Μπορεί να είναι π.χ. ένας συνδυασμός ώρας με τόπο ή ένας άρρητος αριθμός, σαν το λόγο περιφέρειας προς διάμετρο (π). Η πραγματική τύχη που, αν εξαρτάται από κάποιον, αυτός είναι μόνο, αν πιστεύουμε, ο Θεός, είναι απρόβλεπτη. Το τυχαίο, όπως προκύπτει από κλήρωση, είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να αντισταθεί στη μεγαλοδύναμη, αλλά προβλέψιμη ΤΝ.  

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΜΑΣ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας,  dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 27 Μαΐου 2023

Ο ανώτατος νόμος σε κάθε κράτος, τον οποίον δεν επιτρέπεται να παραβιάζουν οι άλλοι νόμοι, είναι το Σύνταγμά του. Αυτό σημαίνει πως, αν μη τι άλλο, το σύνταγμα δεν επιτρέπεται να έχει εσωτερικές αντιφάσεις, για να μην υπάρχει ασάφεια. Ας δούμε λιγάκι το δικό μας σύνταγμα.

Η τρίτη παράγραφος του 1ου άρθρου ορίζει: “Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα”. Μα, αν όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό, πώς ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα; Θα μπορούσε να ισχύει αυτό, αν το Σύνταγμα είχε αποφασισθεί από το λαό. Όμως, το Σύνταγμα αποφασίστηκε από τη βουλή, που οι βουλευτές της δεν είναι εκπρόσωποι του λαού, όπως ισχυρίζονται, αλλά εκπρόσωποι των κομμάτων. Αυτά αποφασίζουν ποιοι θα είναι υποψήφιοι και εμείς απλώς εκλέγομε μεταξύ προεκλεγμένων. Αυτό όμως είναι επικίνδυνο, διαπιστώνει ο Αριστοτέλης: “χει δ κα περ τν αρεσιν τν ρχόντων τ ξ αρετν αρετούς πικίνδυνον“.

Εξάλλου, το Σύνταγμά μας αντικατέστησε (1975) το προϋπάρχον (1952) που έγραφε (Άρθρο 108). “Ουδέποτε αναθεωρούνται αι διατάξεις του παρόντος Συντάγματος αι καθορίζουσαι την μορφήν του πολιτεύματος ως Βασιλευομένης Δημοκρατίας”. Το ισχύον Σύνταγμα γράφει (Άρθρο 110): “Οι διατάξεις του Συντάγματος υπόκεινται σε αναθεώρηση, εκτός από εκείνες που καθορίζουν τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος, ως Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, καθώς και…”. Με άλλα λόγια, το Σύνταγμά μας είναι παράνομο, επομένως άκυρο, αφού αντικατέστησε άρθρο που με το προηγούμενο Σύνταγμα δεν επιτρεπόταν η αναθεώρησή του.

Με τέτοιες αντιφάσεις πώς είναι δυνατό να ψηφίζονται νόμοι που να είναι εφαρμόσιμοι; Εμείς, οι κατά κάποιον τρόπο βολεμένοι, δεν μας αρέσουν οι αλλαγές και ενοχοποιούμε το λαό πως είναι απαίδευτος, ατίθασος και ότι έχει τους ηγέτες που του αξίζουν. Όχι βέβαια. Με βία, άλλοτε άμεση κι άλλοτε έμμεση, τους επιβλήθηκαν οι ηγέτες που έχει και που αποφάσισαν αυτοί το Σύνταγμα με τις ασάφειες που τους επιτρέπουν να παραβιάζουν οι ίδιοι κατά το συμφέρον τους τούς ποικίλους νόμους που οι ίδιοι ψηφίζουν.

Σε ένα ενδιαφέρον βιβλίο του ο Ευ. Βενιζέλος παρατηρεί ότι όλα τα Συντάγματά μας ψηφίστηκαν συγκυριακά, όχι ιστορικά. Οι άνθρωποι δεν είναι ούτε αμιγώς αγελαία ζώα, σαν τα περισσότερα που βλέπομε γύρω μας ούτε κοινωνικά, σαν τις μέλισσες, τα μυρμήγκια κλπ. Μόνοι μας αποφασίζομε πόσο αγελαία, ανεμπόδιστοι, δηλαδή ελεύθεροι, από κοινωνικούς περιορισμούς ή πόσο κοινωνικά προστατευόμενοι, δηλαδή σημαντικά ανεξάρτητοι, από ποικίλες φυσικές απειλές, επιθυμούμε να ζήσουμε. Γι΄ αυτό ο Αριστοτέλης ορίζει ότι ο άνθρωπος είναι πολιτικό (όχι κοινωνικό) ζώο. Η κοινωνία και η πολιτεία όμως δεν συμπίπτουν. Η πολιτεία διατηρεί την ακεραιότητά της μεταβαλλόμενη σε κράτος, παλιά μικρής κλίμακας (μερικών χιλιάδων πολιτών) σήμερα μεγάλης (αρκετών εκατομμυρίων). Το κράτος στηρίζεται σε νόμους (δίκαιο) που είναι σύμφωνοι με τη βούληση της πολιτείας, δηλαδή εκείνων που την εκπροσωπούν. Από την άλλη, υπάρχει και η βούληση της κοινωνίας (ηθική). Αν το δίκαιο δεν συνάδει με την ηθική, η πολιτεία και οι πολίτες της υποφέρουν. Η ηθική όμως, ως βούληση της κοινωνίας, διαρκώς αλλάζει, είτε από εξωγενείς παράγοντες (πόλεμοι, εμφύλιοι, δικτατορίες, πτωχεύσεις) που επιδρούν πάνω της είτε και μόνο από το γεγονός ότι με γεννήσεις, θανάτους, μεταναστεύσεις κλπ αλλάζει ο λαός που βούλεται. Επομένως και οι νόμοι πρέπει αντίστοιχα να αλλάζουν. Τα Συντάγματά μας ορίζουν περιορισμούς στην αναθεώρηση κάποιων άρθρων τους, αλλά όχι του θεμελιώδους, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Ο θεωρητικός του συνταγματικού δικαίου Λεβενστάιν, γράφει ο Βενιζέλος, αναφερόμενος στο Ελληνικό σύνταγμα του 1952 έλεγε ότι αυτό το Σύνταγμα είναι τόσο αυστηρό που είναι πρόκληση για πραξικόπημα! Έγινε πραγματικά το 1967.  

Οι συνθήκες αλλάζουν. Πρώτα οι άνθρωποι. Μέσα σε μια γενιά (περί τα 25 χρόνια) αλλάζει πολύ σημαντικά η σύνθεση του πληθυσμού. Δεύτερο, επί δεκαετίες προσπαθούσαμε, μετά τη Γαλλική και την Ελληνική επανάσταση να είμαστε κράτος-έθνος. Ήδη είμαστε κράτος-μέλος μεγάλων οργανισμών. Οι νόμοι αυτών των οργανισμών είναι πάνω από κάθε εξουσία μας, και από το Σύνταγμά μας. Δεν μ΄ αρέσει καθόλου αυτό. Αλλά φοβούμαι πως δεν μπορούμε να επιβιώσουμε πια με τα υπολείμματα του κράτους-έθνους που μας έχουν απομείνει, χωρίς να είμαστε μέλη Συνομοσπονδιών, όπως είναι ο ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ κλπ. Η έξοδος από παγκόσμιους οργανισμούς έχει κόστος μεγαλύτερο από αυτό της εισόδου, ενώ θα πρέπει να ενταχθούμε σε άλλον οργανισμό που δεν είμαι καθόλου βέβαιος πως θα είναι καλύτερος. 

Το διεθνές όνομά μας δεν είναι Hellenic democracy, μολονότι η λέξη δημοκρατία υπάρχει σε όλες τις γλώσσες, αλλά Hellenic republic, όπως ρεπούμπλικες είναι και όλα τα σύγχρονα αμόναρχα πολιτεύματα. Εμείς όμως, το διεθνή όρο που μόνοι μας επιλέξαμε, τον μεταφράζομε σε Προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Κι όμως είμαστε οι μόνοι που έπρεπε να ξέραμε πως το πολίτευμά μας είναι ρεπούμπλικα και όχι δημοκρατία. Αυτός που έδωσε τον ορισμό των πολιτευμάτων (Αριστοτέλης) είπε πως δημοκρατικό είναι να κληρώνονται οι άρχοντες (βουλευτές και δικαστές) ενώ ολιγαρχικό να εκλέγονται. Και η ρεπούμπλικα, από τη ρωμαϊκή res publica ήταν ολιγαρχία με εκλεγόμενους άρχοντες, όχι δημοκρατία με κληρωτούς. Η απόδοση της ρεπούμπλικας με τη λέξη δημοκρατία είναι βέβαια καθαρή απάτη των πολιτών από τους συγγραφείς του Συντάγματος.

Το Σύνταγμά μας προβλέπει τρόπο αναθεώρησής του για τα αναθεωρήσιμα άρθρα του, εξαιρώντας τα θεμελιώδη, όπως αναφέρθηκε παραπάνω στο άρθρο 110 (που το ίδιο δεν είναι μη αναθεωρήσιμο). Τι καλύτερο θα ήταν αν όριζε ότι αυτά τα, σήμερα οριζόμενα ως μη αναθεωρήσιμα, άρθρα “δεν επιτρέπεται να αναθεωρηθούν πριν περάσει (π.χ.) εικοσιπενταετία από την προηγούμενη αναθεώρηση”. Αυτός θα ήταν ο τρόπος να εξασφαλισθεί ότι το Σύνταγμά μας έχει ιστορική και όχι συγκυριακή προοπτική. Διότι, αν παρουσιασθεί κρίση που θα εξαναγκάσει αναθεώρηση του Συντάγματος θα είναι πάλι συγκυριακή η αλλαγή, δηλαδή θα έχει επίκεντρό της την αποφυγή της επανάληψης της κρίσης που την προκάλεσε. Έτσι η αυστηρότητα της αλλαγής από τη βασιλευόμενη στην προεδρευόμενη δημοκρατία οφείλεται στη φοβία μήπως επανέλθει η μοναρχία που τόσες συμφορές μας έφερε, με τελευταία την εθνική τραγωδία της Κύπρου. Αν όμως προβλέπεται αναθεώρηση με βάση την πάροδο χρόνου και όχι την παρουσία κρίσης, αυτή μπορεί επιτέλους να είναι σώφρων, με τη μέγιστη δυνατή συναίνεση.

Συναίνεση, ποιων όμως; Αυτή μόνο με δημοψήφισμα, μετά από εκτεταμένη, ελεύθερη και μακρά διαβούλευση μέσα και έξω από τη βουλή μπορεί να επιτευχθεί.

187 ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΙΤΗΣ;

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 25 Μαΐου 2023

Σιωπηρά ή ηχηρά, το Αθηναϊκό πολίτευμα της δημοκρατίας θεωρείται το καλύτερο που έχει εμφανισθεί πάνω στον πλανήτη. Ήταν όμως άριστο; Η βάση του ήταν ότι όλοι οι πολίτες ήταν εξίσου ελεύθεροι και ίσοι, ικανοί αφενός ενμέρει να άρχουν και ενμέρει να άρχονται, και αφετέρου να ζει καθένας όπως θέλει (Αριστοτέλης). Αυτοί ήταν οι “πολίτες”. Αυτοί όμως αποτελούσαν το 10% περίπου (≈ 30 000) των κατοίκων της Αττικής (≈300 000). Οι υπόλοιποι, θεωρούμενοι ακατάλληλοι βιολογικά (π.χ. παιδιά), ή βιοκοινωνικά (π.χ. γυναίκες), ή κοινωνικά (δούλοι, μέτοικοι), που ήταν η μεγάλη πλειοψηφία, δεν ήταν πολίτες. Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα, ποιοι είναι οι πολίτες που έχουν καταρχήν τα στοιχειώδη πολιτικά δικαιώματα; Και, παραπέρα, ποια είναι τα στοιχειώδη πολιτικά δικαιώματα; Τα δικαιώματα οφείλουν να αντιστοιχούν σε υποχρεώσεις.

Υπαρξιακά, καθένας που δέχεται υποχρεωτικά να διαθέτει για ένα διάστημα (θητεία) τη ζωή του στην υπηρεσία της πολιτείας του, έχει πολιτικά δικαιώματα. Επιπλέον, καθώς οι πυλώνες μιας πολιτείας είναι οι δυνατότητες άμυνάς της και η οικονομία της, πολιτικά δικαιώματα έχει όποιος δέχεται υποχρεωτικά να διαθέτει μέρος της εργασίας του στην υπηρεσία του συνόλου. Το τελευταίο σημαίνει όποιος πληρώνει φόρους. Να σημειώσουμε ότι το φορολογικό αίτημα ήταν το κύριο στοιχείο για το οποίο ξεκίνησε η Αμερικανική Επανάσταση κατά της αποικιοκρατικής Μεγάλης Βρετανίας. Μου φαίνεται περίπου εξοργιστικά αυτονόητο, ότι ενώ διαθέτω ένα μέρος της ζωής μου στην απόλυτη, ασυζητητί, εξουσία της πολιτείας και ένα μέρος της οικονομικής μου δραστηριότητας σ΄ αυτήν, να μη μετέχω στη νομή (νόμος σημαίνει βασικά νομή, διανομή) των όσων προκύπτουν από την προσφορά μου.

Νέα προβλήματα προκύπτουν όμως τώρα. Τι γίνεται αν δεν επιτρέπεται σε κάποιους να κρατούν όπλο ή να έχουν δικά τους εισοδήματα για να πληρώνουν φόρους; Αυτό ίσχυε για τους δούλους στην αρχαιότητα, αλλά και σε μεγάλα σύγχρονα κράτη έθνη, όπως και για τις γυναίκες. Όμως, έμμεσα, εκείνοι είχαν ταχθεί όχι μόνο σε μια θητεία, αλλά ισόβια να υπηρετούν αναγκαστικά την πολιτεία τους και, με την απλήρωτη εργασία τους, οικονομικά το σύνολο. Στις ΗΠΑ, το φορολογικό αίτημα ήταν κύρια  αφορμή για την Επανάσταση, αλλά αφορούσε κυρίως τους πλούσιους που πλήρωναν φόρους στη Βρετανία για τις επιχειρήσεις του τσαγιού, αλλά στην επανάσταση μετέσχαν περίπου το σύνολο. Έτσι προέκυψε τελικά συμβιβασμός. Όχι στη μοναρχία της κυρίαρχης Δύναμης, αλλά ούτε και στη δημοκρατία, όπως η Αθηναϊκή, αλλά ναι, στη ρεπούμπλικα, ένα είδος ολιγαρχίας. Ειδοποιός διαφορά μεταξύ δημοκρατίας και ολιγαρχίας είναι ότι στην πρώτη οι ηγέτες κληρώνονται, ενώ στη δεύτερη εκλέγονται (Αριστοτέλης). Η εκλογή όμως μεταξύ προεπιλεγμένων (όπως από κόμματα ή στη βάση κληρονομικών, οικονομικών, παιδευτικών, θρησκευτικών ή όποιων άλλων κριτηρίων) διαπιστώνεται ότι είναι επικίνδυνη (Αριστοτέλης).

Μα πόσο σημαντικοί είναι οι πολίτες σε ένα κράτος; Κράτος (πόλις, κατά Θουκυδίδη, αφού τότε κράτη ήταν οι πόλεις) δεν είναι ούτε τα αμυντικά έργα του (τείχη) ούτε ο στόλος του  (νήες), χωρίς τους πολίτες. Κράτος είναι οι πολίτες του. Όταν είμαι έτοιμος να θυσιαστώ υπέρ βωμών και εστιών, υπέρ της επικράτειάς μας, για το άβατο των συνόρων μας, θυσιάζομαι για το σύνολο των συμ-πολιτών μου. Είτε καλοί είναι αυτοί ή κακοί, είτε φιλοπάτριδες ή και προδότες, είτε δίκαιοι ή αμαρτωλοί, όποιοι κι αν τύχει. Σ΄ αυτό ταυτίζεται ο απόλυτος αυθαίρετος ορισμός που έδωσα παραπάνω για τον πολίτη με τη μεταφυσική της υπέροχης νεκρώσιμης ακολουθίας μας, όπου όλοι είναι το ίδιο, “βασιλεύς ή στρατιώτης, πλούσιος ή πένης, δίκαιος ή αμαρτωλός”.

Το πρώτο Σύνταγμά μας της Επιδαύρου (1822) εμπνευσμένο από την επικρατούσα αντίληψη της Γαλλικής Ρεπούμπλικας, όταν κυριαρχούσε παγκόσμια η μεταναπολεόντια μοναρχία, ήταν το πιο προοδευτικό από όλα τα υπάρχοντα τότε. Μεταξύ των άλλων καταργούσε τη δουλεία (Αγγλία 1833. ΗΠΑ 1865) και δεχόταν πολίτες του κράτους μας όχι μόνο όλους τους αυτόχθονες κατοίκους της Ελληνικής επικράτειας που πιστεύουν στο Χριστό, αλλά και όσους “έξωθεν ελθόντες, κατοικήσωσιν, ή παροικήσωσιν εις την επικράτειαν της Ελλάδος» και «έχουσι την επιθυμίαν να γίνωσιν Ελληνες». Δυστυχώς, αυτό το Σύνταγμα δεν φτούρησε, ενώ η τελευταία φράση (για τους έξωθεν ελθόντες) δεν έχει λυθεί ως σήμερα οριστικά. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που δεν εφαρμόστηκε ικανοποιητικά το Σύνταγμα. Ένας λόγος ήταν, πιστεύω, ότι δεν ταίριαζε στην Ελληνική ιδιαιτερότητα. Η πατρίδα μας έχει μοναδικά μεγάλη γεωγραφική ποικιλομορφία συγκριτικά με τις ομοιόμορφες Γαλλία, Γερμανία κλπ. Τέτοια ανομοιομορφία ευνόησε στην αρχαιότητα την ανάπτυξη των ανεξάρτητων πόλεων κρατών και δεν επέτρεψε την ενιαία ηγεσία της Επανάστασης στην Ελλάδα και την ανάγκη της να συμμορφωθεί με την προοδευτική τότε ρεπουμπλικανική νοοτροπία των πολιτών των μεγάλων δυνάμεων.

Από προσωπική, συναισθηματική άποψη αναφέρθηκε παραπάνω ότι ο πολίτης “δέχεται” αναγκαστικές υποχρεώσεις. Αυτό σημαίνει ότι πιστεύει: Ότι είναι έτοιμος βουλητικά, να προσφέρει τα πάντα στην πατρίδα του και να μετέχει ενεργά στη λήψη αποφάσεων. Γνωστικά, να μπορεί να επικοινωνεί λεκτικά με τους συμπολίτες, τους προγόνους και τους απογόνους του, που σημαίνει να μπορεί να διαβάζει τα αρχαία κείμενα στο πρωτότυπο και να διαβάζει και γράφει ισότιμα με όλους (φωνητική γραφή) τις δικές του σκέψεις και βουλήσεις, με τρόπο που να μπορούν να τον αντιλαμβάνονται οι σύγχρονοι και μελλοντικοί ομοεθνείς του. Και συναισθηματικά, να είναι υπερήφανος για την εθνική του ταυτότητα, για ό,τι άξιο έχουν κάνει οι πρόγονοί και λοιποί σύγχρονοί του, χωρίς να νοιώθει ανωτερότητα ή κατωτερότητα έναντι άλλων λαών και να διεκδικεί την τιμή που, γι΄ αυτό, του ανήκει, αλλά να αναγνωρίζει και ό,τι επαίσχυντο έχουν διαπράξει, αναλαμβάνοντας  την υποχρέωση να αποκαταστήσει ή αποζημιώσει. Κι αυτό, διότι το Ελληνικό έθνος διατηρεί την ταυτότητά του και επομένως τις ευθύνες του, έστω και αν οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Χωρίς τέτοιου είδους ταυτότητα δεν είναι έθνος. Το “ομόθρησκο” και “όμαιμο” του προδότη Δημάρατου (Ηρόδοτος) δεν ικανοποιεί τον Αθηναίο Ισοκράτη που υποστηρίζει πως Έλληνας δεν σημαίνει το κληρονομικό γένος (όμαιμο), αλλά τη διάνοιά τους, δηλαδή όσους μετέχουν στη δική μας παιδεία, με ίδια γλώσσα και παραδοσιακές συνήθειες.

Αυτοί είμαστε λοιπόν οι Έλληνες πολίτες. Και διεκδικούμε συνεχή συμμετοχή, έστω και εκ περιτροπής, αλλά εξίσου, όπως με κλήρωση, στην απόφαση για τη δημιουργία νόμων (ισοπολιτεία), και απονομή δικαιοσύνης (ισοδικία). που προαπαιτούν ισότητα στη δυνατότητα έκφρασης γνώμης (ισηγορία). Μόνο με αυτά μπορεί να επιτευχθεί η επιθυμητή ελευθερία, που, μαζί με την ισότητα, συναποτελούν τις θεμελιώδεις κοινωνικές υποχρεώσεις για την ευδαιμονία, την κοινή επιδίωξη πολιτών και πολιτείας.

ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 25 Μαΐου 2023

Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί το πολίτευμά μας για να εκτιμά τη βούληση του λαού είναι η δημοσκόπηση. Επιλέγονται τυχαία ένας αριθμός ατόμων και ερωτώνται για κάποια θέματα με τρόπο που η απάντηση να είναι ναι, όχι ή δεν απαντώ. Συχνά οι απαντήσεις που λαμβάνονται έχουν χρησιμότητα, αλλά οι αποκλίσεις, όπως στα αποτελέσματα των εκλογών όχι σπάνια είναι σημαντικές. Αυτό ισχύει ακόμη και σε πολιτείες όπου λαμβάνονται τα τελειότερα μέτρα για τη γνησιότητα της ετυμηγορίας. Οι προβλέψεις των εκλογικών αποτελεσμάτων υπήρξαν κάποτε σφαλερές τόσο στην Ελλάδα, όσο και αλλού, όπως σε παλιότερες ψηφοφορίες στις ΗΠΑ, όπου π.χ. η υποψήφια Clinton φερόταν να υπερέχει, αλλά κέρδισε τις εκλογές ο αντίπαλός της Trump.

Στη δημοκρατία οι βουλευτές δεν εκλέγονται, αλλά κληρώνονται από το σύνολο του λαού, όπως γίνεται με τους ενόρκους σε πολλά, ποινικά κυρίως, δικαστήρια. Μια τέτοια βουλή δεν θα έχει τα ίδια μειονεκτήματα όπως οι δημοσκοπήσεις; Θα εμπιστευόσαστε να αποφασίζονται νόμοι από μια δημοσκόπηση; Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική. Γιατί;

Πολλές φορές έχω συγκρίνει μια βουλή, όπως στις περισσότερες στα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα, με τη δημοκρατική, κληρωμένη βουλή. Στα σύγχρονα πολιτεύματα, όπως και στη δημοκρατία, η ετυμηγορία του συνόλου ενός λαού, το δημοψήφισμα, η εκκλησία του δήμου των αρχαίων, είναι αμετάκλητη. Αυθαίρετα, εξορισμού, θεωρείται ότι αυτή είναι η πρότυπη βούληση του κυρίαρχου λαού. Καθώς όμως η διαδικασία είναι εξαιρετικά πολύπλοκη με μεγάλους αριθμούς ατόμων, για σύγχρονες κοινωνίες με εκατομμύρια πολιτών, είναι ακατάλληλη για τα τρέχοντα προβλήματα. Οριακά είναι επιτυχημένο το σύστημα στην Ελβετία, όπου ο πληθυσμός καθενός καντονίου είναι περιορισμένος. Το κυριότερο μειονέκτημα του πλήθους είναι ότι δεν προσφέρεται για διαβούλευση, συζήτηση μεταξύ των ψηφοφόρων. Γι΄ αυτό το λόγο, αντί του συνόλου, για τη λήψη απόφασης ερωτάται ένα “αντιπροσωπευτικό” δείγμα του. Στις ολιγαρχίες το “αντιπροσωπευτικό” δείγμα είναι πάντοτε προεπιλεγμένο στη βάση  ποικίλων παραγόντων, όπως μπορεί να είναι η καταγωγή (π.χ. βουλή των λόρδων στο ΕΒ), η περιουσία, η μόρφωση, κλπ. Στα περισσότερα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα είναι προεπιλεγμένο από τα κόμματα που αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα ποικίλων οργανωμένων ολιγαρχιών. Από αυτά τα προεπιλεγμένα άτομα, αλλά όχι έξω από αυτά, διαλέγουν με την ψήφο τους κάποιους οι πολίτες στις εκλογές. Από τη στατιστική γνωρίζομε τα λάθη της δειγματοληψίας. Είναι κυρίως τυχαία και προκατειλημμένα. Τα τυχαία είναι αναπόφευκτα, όμως όσο μεγαλύτερο είναι το δείγμα, τόσο μικρότερο είναι το σφάλμα. Για παράδειγμα, αν το δείγμα ενός πληθυσμού των 10 εκατομμυρίων αποτελείται από 300 άτομα, ένα αποτέλεσμα ως 54% μπορεί στο σύνολο να είναι πραγματικά κάτω από 50%. Τα προκατειλημμένα σφάλματα όμως υπάρχουν μόνο στα πολιτεύματα όπου οι βουλευτές εκλέγονται μεταξύ προεπιλεγμένων υποψηφίων. Αυτό σημαίνει ότι οι βουλευτές παύουν να είναι αδέσμευτα άτομα. Στην πραγματικότητα, αυτοί, οι άρχοντές μας, είναι τα πιο ανελεύθερα άτομα στην κοινωνία μας. Είναι υποχρεωμένα να κάνουν: ό,τι απαιτεί το κόμμα τους, διότι αν δεν συμμορφώνονται δεν θα ξαναείναι υποψήφιοι· ό,τι απαιτούν οι ψηφοφόροι τους, αλλιώς δεν θα ξαναψηφισθούν· ό,τι απαιτεί η παρούσα γενιά, σε χρονικό ορίζοντα ως τις επόμενες εκλογές, επομένως δεν μπορούν να σκεφθούν μακροπρόθεσμα προς όφελος των ερχόμενων γενεών. Πολλοί δυσπιστούν στη γνώμη των τυχαία κληρωμένων βουλευτών. Όμως, στο εκλεγμένο κοινοβούλιο υπάρχουν ελάχιστα επαγγέλματα (δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί κλπ) και αναγνωρίσιμα πρόσωπα που μπορούν να φέρουν ψήφους, όπως τοπικοί παράγοντες, ολυμπιονίκες ή διάσημοι αθλητές, τηλεπαρουσιαστές, ηθοποιοί, “ήρωες” σε αγώνες λαϊκών αγώνων κλπ. Όλοι αυτοί μπορούν να φέρουν ψήφους στο κόμμα, αλλά γιατί είναι καταλληλότεροι από τον τυχόντα για να αποφασίσουν προς όφελος όλων των Ελλήνων; Ακόμη και το μορφωτικό επίπεδο δεν είναι καλός δείκτης για τέτοιο σκοπό, διότι οι εκπαιδευμένοι, έξω από το εύρος των γνώσεών τους είναι εξίσου αδαείς όσο και οι τυχόντες πολίτες. Γιατί είναι καλύτερος ένας δικηγόρος, γιατρός, μηχανικός κλπ για ένα νόμο που αφορά την καλλιέργεια της γης, την εκτροφή ζώων, την αποκομιδή απορριμμάτων από τους τυχόντες; Σε ένα τέτοιο σύστημα το κίνητρο για διαφθορά είναι ισχυρό. Τα προνόμια του βουλευτή είναι σημαντικά και επομένως ενδιαφέρεται να επανεκλέγεται στο διηνεκές. Τα παραδείγματα διαφθοράς δεν είναι σπάνια στις βουλές όλων των εθνών, και, ασφαλώς, στη δική μας. Στην κληρωμένη βουλή τέτοιο κίνητρο δεν υπάρχει, διότι ο βουλευτής δεν πρόκειται να ξαναείναι βουλευτής σε επόμενη θητεία.

Και έρχομαι στις διαφορές μεταξύ δημοσκόπησης και δημοκρατικής βουλής. Εντάξει, έχει χρησιμότητα η δημοσκόπηση, ιδίως για να λαβαίνει υπόψη της τις αλλαγές στη διάθεση του κόσμου. Όμως, πρώτον, δεν είναι εξασφαλισμένη η γνησιότητα της τυχαίας επιλογής. Η διαδικασία στην κλήρωση των βουλευτών όμως στη δημοκρατία, είναι κατά το δυνατόν διαφανής, μεταξύ άλλων ελεύθερα εποπτευόμενη από όλα τα κόμματα. Εξάλλου, στη δημοσκόπηση απαντούν μόνον όσοι θέλουν από όσους ερωτώνται, αυτό όμως εισάγει άλλον ένα παράγοντα προκατειλημμένου σφάλματος. Δεύτερο, οι απαντήσεις στις δημοσκοπήσεις είναι ανώνυμες, επομένως οι ερωτώμενοι δεν είναι υπεύθυνοι. Αντίθετα οι αποφάσεις της δημοκρατικής (κληρωμένης) βουλής γίνονται επώνυμα και οι βουλευτές είναι εκτεθειμένοι στην κρίση του μέρους του πληθυσμού που εκπροσωπούν (π.χ. αν η επιλογή έχει γίνει στη βάση ποσοστών από κάθε δήμο). Τρίτο, οι βουλευτές έχουν τη δυνατότητα διαβούλευσης. Στην αρχαιότητα ο υπεύθυνος ρωτούσε “Τς γορεύειν βούλεται;” Σε μια σύγχρονη βουλή, δικαίωμα αγόρευσης έχουν βέβαια οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, αλλά και οποιοδήποτε άλλο μέλος της βουλής επιθυμεί. Ο μόνος περιορισμός είναι χρονικός, όπως ήταν στην αρχαιότητα με την κλεψύδρα. Μπορεί να αγορεύει κάποιος για συγκεκριμένο χρόνο και όταν τον υπερβεί, ο πρόεδρος μπορεί να του αφαιρέσει το μικρόφωνο. Το ολιγαρχικό πολίτευμά μας, η ρεπούμπλικα που ευφημιστικά (απατηλά) ονομάζομε “προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία”, αλλά διεθνώς “Hellenic Republic”, κάνει προσπάθειες να δείχνει ότι δεν αγνοεί τη βούληση του λαού. Μια από αυτές τις προσπάθειες είναι η δημοσκόπηση. Άλλη είναι ότι επιτρέπει νόμιμα εκδηλώσεις, όπως είναι τα συλλαλητήρια, όπου, μετέχει όποιος θέλει, όχι υποχρεωτικά όλος ο λαός, και, αντί επιχειρημάτων, ακούονται συνθήματα. Τέτοιες εκδηλώσεις μπορούν να φέρουν στην επιφάνεια προβλήματα που δεν έχει εγείρει η όποια κυβέρνηση, αλλά μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε οχλοκρατικές εκδηλώσεις, με καταστροφές περιουσιών και, όχι σπάνια, τραυματισμούς ή και απώλειες ζωών. Η δημοκρατία δεν μπορεί να καταργήσει τέτοιες εκδηλώσεις, αλλά, αφού η βούληση του λαού εκδηλώνεται με κατά το δυνατό σημαντική αξιοπιστία στη βουλή, αναμένονται σπάνιες και χωρίς τη βία. Η βία στο δρόμο αντικαθίσταται από λεκτική αντιπαράθεση στη βουλή.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ Ή ΑΠΟΧΗ  

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 20 Μαΐου 2023

Ο Σόλων, ανάμεσα στους νόμους του έγραφε: “τιμον εναι τν ν στάσει μηδετέρας μερίδος γενόμενον” τιμωρώντας με στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων όποιον δεν πήρε το μέρος κανενός στη διάρκεια μιας στάσης. Ηχεί παράδοξο να τιμωρείται η ουδετερότητα, αλλά τότε οι στάσεις ήταν συχνές με ολιγάριθμα άτομα, συχνά μισθοφόρους, στις οποίες νικούσαν οι καλύτερα οπλισμένοι και οργανωμένοι. Επιβάλλοντας υποχρεωτική τη συμμετοχή, αδιάφορο με ποιον, ο Σόλων ήθελε να παρακινήσει το μεγάλο πλήθος να πάρει θέση, έτσι που η στάση να τελειώσει γρηγορότερα υπέρ των πολλών. Τόση ήταν η αποδοκιμασία των προγόνων μας για τον μη εμπλεκόμενο στα πολιτικά πολίτη, που τον αποκαλούσαν “ιδιώτη”, που σημαίνει πια διεθνώς τον ηλίθιο (idiot).

Σήμερα, με φυλάκιση και στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων τιμωρείται ο εκλογέας, αν αδικαιολόγητα δεν ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα. Το άρθρο 51 του Συντάγματος ορίζει ότι «η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος είναι υποχρεωτική». Παρά ταύτα, σε διαδοχικές εκλογές μετά τη μεταπολίτευση, η αποχή αυξάνεται διαρκώς έχοντας φτάσει ως 43%.

Τι σημαίνει αποχή; Αν δεν θεωρώ άριστο κανένα από τα υποψήφια κόμματα, μπορώ να ψηφίσω το λιγότερο κακό και αν κανένα δεν με ικανοποιεί στο ελάχιστο, μπορώ να ρίξω λευκό ψηφοδέλτιο. Η λευκή ψήφος σημαίνει ενίσχυση του πλειοψηφούντος. Αν όμως δεν με ικανοποιούν όχι τα κόμματα, αλλά το υπάρχον σύστημα, πώς μπορώ να εκφράσω νόμιμα τη διαμαρτυρία μου; Πολιτικούς έχομε, αλλά το σύστημά μας τους υποχρεώνει να διοικούν πελατειακά, αλλιώς δεν επιβιώνουν ως πολιτικοί. Η αποχή σημαίνει αποδοκιμασία του συστήματος. Δεν είναι ακίνδυνη. Ενώ η ψήφος είναι ανώνυμη, η αποχή είναι παράνομη, επώνυμη και στοχοποιεί τον απέχοντα. Η αποχή στην πρώτη μεταπολεμική εκλογή επέτρεψε στην αστυνομία να ελέγχει τα εκλογικά βιβλιάρια και να σχηματίσει αρχείο των “συνοδοιπόρων”, με όλες τις συνέπειες. Έχει όμως ηθική βάση η αποχή ή ισχύει η συλλογιστική του Σόλωνα; Είμαι γιατρός και είμαι επηρεασμένος ανάλογα.

Ο μεγάλος Γερμανός ιατρός R. Virchow, γεννημένος πριν από 200 χρόνια, θεωρούσε ότι η ιατρική είναι κοινωνική επιστήμη και η πολιτική δεν είναι παρά ιατρική σε μεγαλύτερη κλίμακα. Θεωρούσε το γιατρό ως “φυσικό συνήγορο των φτωχών” και έβλεπε τα κοινωνικά προβλήματα ως ευθύνη του. Κατά τον ΠΟΥ, “υγεία είναι μια κατάσταση πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι απλώς η απουσία νόσου ή αναπηρίας.” Ο άρρωστος όχι μόνον υποφέρει και κινδυνεύει η ζωή του, αλλά είναι αναγκασμένος και να απέχει από κοινωνικές δραστηριότητες, επαγγελματικές, πολιτικές, φιλικές, οικογενειακές κλπ. Η συνδρομή του γιατρού θα τον ανακουφίσει και κοινωνικά.

Άλλος μεγάλος γιατρός, ο B. Lown, γεννημένος πριν από 100 χρόνια, πρωτοπόρος στους απινιδιστές και στην καρδιοπνευμονική ανάταξη, θύμιζε σε όλη του τη ζωή στους γιατρούς ότι η άσκηση του επαγγέλματός τους δεν ήταν ασύμβατη με τον κοινωνικό ακτιβισμό. Ο ίδιος πρωτοστάτησε στην ίδρυση μιας Διεθνούς Οργάνωσης Ιατρών για την Πρόληψη του Πυρηνικού Πολέμου.

Τα ανάμεικτα συναισθήματά μας απέναντι στην αποχή από τις εκλογές, στηρίζονται στο ότι το λεγόμενο “δημοκρατικό” σύστημά μας, στην πραγματικότητα “ρεπουμπλικανικό”, δηλαδή ολιγαρχικό, έχει συνοψίσει την πολιτική δραστηριότητα του κοινού πολίτη σε μία μόνο στιγμή κάθε 4 έτη: όταν ψηφίζει. Στη δημοκρατία όμως η πολιτική δραστηριότητα δεν περιορίζεται στη στιγμή της ψηφοφορίας. Στη Γαλλία ο Πρόεδρος κυβερνά με 28% των ψηφισάντων, που, με αποχή 26%, σημαίνει αδρά 20% του συνόλου. Πόσο “δημοκρατικά” εκφράζει το Γαλλικό λαό; Ο πολίτης οφείλει να είναι ενεργός, μη απέχοντας από ποικίλες κοινωνικές και, προπάντων, πολιτικές εκδηλώσεις. Η συμμετοχή σε οχλοκρατικές εκδηλώσεις είναι ακραίο μέτρο, με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Μπορούν να ασκούν πίεση στις κυβερνήσεις προπάντων καθιστώντας ομήρους το κοινό για να επιτύχουν το σκοπό τους. Όταν κλείνουν τα λιμάνια, οι δρόμοι, η Ακρόπολη σε τουριστικές εποχές ή όταν απεργούν οι γιατροί κλπ, εκείνος που υποφέρει είναι πρώτιστα ο λαός, ακριβώς όπως στρέφονται με ελλείψεις εναντίον του οι παραγωγοί και έμποροι για να επιτύχουν υψηλές τιμές στα προϊόντα τους, ακόμη και φάρμακα. Ηπιότερα μέτρα, αλλά μακροχρόνια πιο αποτελεσματικά, είναι ίσως η συμμετοχή σε ακτιβιστικές ομάδες. Κάποιες είχαν επιτυχίες σε οικολογικής σημασίας κυρίως ζητήματα, βασικά μαζεύοντας υπογραφές από όλο τον κόσμο. Η τακτική έκφραση άποψης για τα πολιτικά τεκταινόμενα, όπως με τακτικές δημοσιεύσεις, αναρτήσεις στο διαδίκτυο κλπ, σε χώρους με τη μικρότερη δυνατή λογοκρισία από την ιδιωτική και κυβερνητική εξουσία είναι άλλος τρόπος. Οπωσδήποτε, δεν επιτρέπεται να μένει κάποιος πολιτικά αδρανής ιδίως σε εποχές κρίσης, έστω και χωρίς ποινή, όπως όριζε ο Σόλων. Η εγκατάλειψη της τύχης της πολιτείας στα χέρια των πολιτικών με εξουσιοδότησή τους ενλευκώ σε μια στιγμή κάθε 4 χρόνια δεν αρκεί. Η αποχή από τις εκλογές είναι μια υπεύθυνη υπόθεση, αλλά αν περιορίζεται σ΄ αυτό, είναι αρνητική πράξη. Αποκτά νόημα μόνο αν συνοδεύεται από θετικές εκδηλώσεις σαν τις παραπάνω. Ζω σε μια άθλια καλύβα. Μπάζει κρύο από τις χαραμάδες και στάζει όταν βρέχει. Αν απλώς την γκρεμίσω, μια αρνητική πράξη, μένω εντελώς έκθετος στις καιρικές συνθήκες. Γίνεται θετική, αν αποτελεί αρχική φάση στην ανέγερση μιας καλά μελετημένης οικοδομής. Όπως έλεγε ο Martin Luther King, “Πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί σαν αδέρφια, αλλιώς χανόμαστε μαζί ως ηλίθιοι.”

Η συμμετοχή στα κοινά έχει ευθύνη και κινδύνους. Ο Κινγκ το απέδειξε με τη ζωή του, αλλά δεν υπάρχει δημοκρατία με εφησυχασμό, χωρίς κινδύνους και δεν είναι δυνατή η επίτευξη ευδαιμονίας στους πολίτες με σύστημα άλλο πλην της δημοκρατίας. Η ευδαιμονία είναι μισή ευθύνη του καθενός μας να σχηματίζει και επιδιώκει πραγματοποιήσιμους δικούς του σκοπούς που βοηθούν τους συνανθρώπους του και άλλη μισή της πολιτείας να διευκολύνει τέτοια επιδίωξη.

Ο Λόουν, έλεγε (2013), “είμαστε σε μοναδική θέση να το κάνουμε. Δεν μπορείς να είσαι αφοσιωμένος στην υγεία χωρίς να εμπλέκεσαι στον κοινωνικό αγώνα για την υγεία”. Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του γράφοντας για την κλιματική κρίση, που σχετίζεται με την υγεία. Όπως η έκβαση μιας μάχης είναι υπόθεση των στρατιωτικών, αλλά ενός πολέμου των πολιτικών, έτσι ο αγώνας για τη ζωή των αρρώστων είναι υπόθεση των ιατρών, αλλά των επιδημιών πρώτιστα των πολιτικών. Συνακόλουθα, η κυβέρνηση είναι υπόθεση των πολιτικών, αλλά οι πολιτικές αποφάσεις απαιτούν τη συμμετοχή όλων. Ο αγώνας κατά της αναγκαστικής επιλογής μεταξύ δυνατοτήτων που δεν προέκυψαν από τη συμμετοχή όλων, απαιτεί πολλά, μεταξύ άλλων, και την υπεύθυνη αποχή από τη διαδικασία.

ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 20 Μαΐου 2023

Το δημοψήφισμα, η αρχαία εκκλησία του δήμου, είναι η αμετάκλητη απόφαση του δήμου. Ισχύει ιδίως στις ολιγαρχίες και τη δημοκρατία. Στη μοναρχία ο μονάρχης αποφασίζει μόνος του.

Πριν προχωρήσουμε, πρέπει να κατανοήσουμε μια απάτη. Η δημοκρατία με ένα επίθετο δίπλα της δεν είναι δημοκρατία! Η βασιλευόμενη, προεδρική, προεδρευόμενη, φιλελεύθερη, αστική, σοσιαλιστική, κοινοβουλευτική και οποιαδήποτε με κάποιο επίθετο δεν είναι δημοκρατίες· είναι ολιγαρχίες, σύμφωνα με τον ορισμό του Αριστοτέλη. Χαρακτηριστικό της δημοκρατίας είναι ότι οι άρχοντες (βουλευτές και δικαστές) κληρώνονται. Μόνο η κυβέρνηση εκλέγεται. Οι ολιγαρχίες συγχέονται με τη δημοκρατία λόγω ίσης δυνατότητας ψήφου για όλους τους πολίτες και το αμετάκλητο των αποφάσεων ενός δημοψηφίσματος. Το δημοψήφισμα απαντά σε μια ερώτηση με ναι ή όχι. Με αυτό τον περιορισμό ο ψηφοφόρος τελικά εκφράζει το συναίσθημα, όχι τον ορθολογισμό του (Harari). Γι΄ αυτό δεν κάνουμε δημοψήφισμα προκειμένου να απαντήσουμε αν ήταν σωστά τα μαθηματικά του Einstein ή σε ποιο διάδρομο πρέπει να προσγειωθεί ο πιλότος.

Το δημοψήφισμα έχει διαφορετική έννοια στη δημοκρατία από τις ολιγαρχίες. Και στις δύο περιπτώσεις ιδανικά έχει προηγηθεί η συζήτηση στους βουλευτές, που ο περιορισμένος αριθμός τους επιτρέπει ελεύθερη συζήτηση μεταξύ τους, και με ειδήμονες. Οι ειδήμονες μεταφέρουν στη βουλή την ορθολογική όψη των προβλημάτων. Η ανθρώπινη ψυχή έχει τρία στοιχεία, γνωστικό, συναισθηματικό και βουλητικό. Κάθε απόφαση τότε μόνο συνάδει με την ακέραιη ανθρώπινη ύπαρξη, όταν τα τρία στοιχεία βρίσκονται σε αρμονία. Το δημοψήφισμα εκφράζει πρώτιστα το συναίσθημα. Στις ολιγαρχίες και στη δημοκρατία μπορεί να μεταφέρεται στη βουλή το γνωστικό στοιχείο διαμέσου των επαϊόντων, που προσφέρουν τα δεδομένα, και της συζήτησης που γίνεται μεταξύ των βουλευτών. Η ολιγαρχική βουλή όμως δεν εκφράζει τη βούληση της πολιτείας. Κοιτάξτε τη δημογραφία (παλιότερης) βουλής μας (Δημολιάτης). Αποτελείται πολύ περισσότερο από άνδρες παρά από γυναίκες, επίσης από νομικούς, ιατρούς, μηχανικούς, οικονομολόγους και ευρέως προβαλλόμενες προσωπικότητες (δημοσιογράφους, αθλητές, ηθοποιούς κλπ) κυρίως σε συντριπτική διαφορά από τα λοιπά επαγγέλματα. Αντίθετα, σε μια βουλή που έχει προκύψει από κλήρωση μεταξύ του συνόλου των πολιτών μεταφέρεται με στατιστική αξιοπιστία η βούληση όλων των πολιτών. Η βούληση προκύπτει διττά. Αφενός από γνωστικά στοιχεία, που εισέρχονται μέσα μας από το περιβάλλον και αφετέρου από την περιοδική, σαν ταλάντωση, λειτουργία των οργάνων μας που γίνεται ανεξάρτητα από το περιβάλλον. Αυτόματα, περιοδικά, μόνο με την πάροδο του χρόνου, θέλω να φάω, να πιω, να κάνω έρωτα κλπ.

Η άμεση δημοκρατία, με δημοψηφίσματα ταιριάζει σε μικρές κοινωνίες, όπως είναι η γειτονιά ή, το πολύ, μικροί δήμοι. Εκεί οι άνθρωποι γνωρίζονται, συζητούν καθημερινά στο δρόμο, στην εκκλησία, στο καφενείο, στο κομμωτήριο. Αν θέλω να χτίσω ένα σπίτι, εκθέτω το αρχιτεκτονικό σχέδιο σε περίοπτη θέση κι αν δεν υπάρχει αντίρρηση από τη γειτονιά, προχωρώ με έλεγχο των τυπικών αναγκαίων στοιχείων από την πολεοδομία. Αλλιώς επιλαμβάνονται οι επαΐοντες. Έτσι αποφεύγονται εξαμβλώματα αταίριαστα με, ή καταστροφικά για, το περιβάλλον. Σε επίπεδο έθνους, το δημοψήφισμα, χωρίς την ευρεία ανοικτή συζήτηση στη βουλή γελοιοποιείται, συμπαρασύροντας κάθε έννοια δημοκρατίας. Θυμίζω δημοψηφίσματα που επανέφεραν τη βασιλεία το 1935, εκείνα της χούντας, το 2015 κλπ. Με τους άτεγκτους μαθηματικούς νόμους της στατιστικής, το 50% ενός τυχαίου δείγματος 300 ατόμων του συνόλου αντιστοιχεί σε 46%-54% του συνόλου. Αν λοιπόν μια κληρωμένη βουλή αποφασίζει κυρώνοντας ή απορρίπτοντας μια πρόταση σε ποσοστό 46%-54%, το δημοψήφισμα είναι η σωστή απάντηση. Στην εκλεγμένη βουλή, το πιθανό σφάλμα της βουλής είναι άγνωστο ή απλώς εκφράζει τη βούληση του πλειοψηφούντος κόμματος, όχι του δήμου. Το δημοψήφισμα τότε είναι συχνά νόθο.

Η ευδαιμονία εξαρτάται πρώτιστα από το συναίσθημα, δευτερευόντως από γνώση και βούληση. Όταν όμως το συναίσθημα δεν καθοδηγείται από γνώση και βούληση, που όχι σπάνια αντιστρατεύονται το ένα το άλλο, η καταστροφή καραδοκεί στη γωνιά.

Το συναίσθημα χειραγωγείται. Η γνώση καθορίζεται από το περιβάλλον, ενώ η βούληση από τη γνώση αφενός και από μέσα μας αφετέρου. Η πιο οικεία μας μορφή δημοψηφίσματος είναι οι εκλογές για ανάδειξη αντιπροσώπων στην ολιγαρχία. Χειραγωγείται εύκολα από δημαγωγούς. Κάθε το πολύ 4 χρόνια ψηφίζομε εκλέγοντας μεταξύ προεπιλεγμένων από τις ολιγαρχίες (κόμματα) υποψηφίων. Δεσμεύονται να ενεργούν όπως αποφασίζει η ολιγαρχία. Εγώ είμαι ο μόνος που γνωρίζει τι θέλω, αγνοώντας τι θέλουν οι άλλοι. Ο βουλευτής όμως οφείλει να εκφράζει τη βούληση του συνόλου. Προφανώς ανέφικτο. Αποφασίζει ανάλογα με τη μειονότητα που τον ψηφίζει (ή επηρεάζει τις ψήφους πολλών) σε βάρος των υπολοίπων και με τη βούληση του κόμματος που τον επέλεξε. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που φθάνει στην αποτυχία το σημερινό ολιγαρχικό “φιλελεύθερο” σύστημα.

Για τη σωτηρία του κόσμου ολόκληρου υπήρχαν τρεις κύριες κοσμοθεωρίες: Πριν από τον Β’ΠΠ, φασισμός, κομμουνισμός, φιλελευθερισμός. Μετά τον πόλεμο δύο, κομμουνισμός, φιλελευθερισμός. Μετά την πτώση της ΕΣΣΔ μόνο ένα, φιλελευθερισμός. Κι αυτό την τελευταία δεκαετία κλονίζεται συθέμελα. Φαίνεται από ενέργειες όπως του Trump (προπάντων η Αμερική!), του Brexit κλπ, μαζί με τις ακροαριστερές και ακροδεξιές (που διαρκώς δυναμώνουν) θέσεις για επιστροφή σε (νομίζαμε) παρωχημένες πολιτικές θέσεις, όπως ο εθνικισμός, η θρησκοληψία, ο απομονωτισμός. Δεν απομένει πια καμιά ιδεολογία.

Η πολιτική σέρνεται από τη γραμμικά καλπάζουσα τεχνολογία. Η βιομηχανική επανάσταση έφερε την αντιπαράθεση μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και γέννησε τις 3 κοσμοθεωρίες. Ήδη έχομε τη βιοτεχνολογία και την τεχνολογία της επικοινωνίας. Προχωρούμε ολοταχώς στις συνθήκες που, κατά τον Αριστοτέλη, θα σήμαιναν την κατάργηση της δουλείας που δεν θα είναι πια αναγκαία. Έλεγε πως οι δούλοι δεν θα είναι απαραίτητοι όταν τις δουλειές θα τις κάνουν οι μηχανές. Δεν αναρωτήθηκε όμως: Και τότε οι δούλοι, οι άχρηστοι πια δούλοι, τι θα κάνουν; πώς θα ζήσουν; Η αμοιβαία, έστω ετεροβαρής, συμφωνία λέει ότι ο κύριος σκέφτεται και θέλει, ο δούλος εκτελεί χειρωνακτικά. Η εξάρτηση όμως ήταν αμοιβαία. Χωρίς να παρέχει τα προς το ζειν ο κύριος στο δούλο, ο τελευταίος δεν επιβιώνει και χωρίς να εργασθεί αυτός, ούτε ο κύριος επιβιώνει. Σήμερα, αν προχωρήσει με την τεχνολογία ο αυτοματισμός, οι τωρινοί εργαζόμενοι θα είναι άχρηστοι. Και, ως άχρηστοι δεν θα μπορούν να πιέσουν τους ελάχιστους εργοδότες που θα παραμένουν κύριοι της τεχνολογίας. Δεν θα μπορούν να επαναστατήσουν εναντίον ανύπαρκτης κοσμοθεωρίας. Φυσικά υπάρχουν διαφυγές, που πρέπει να τiς επιλέξουμε πριν φθάσουμε στο χείλος του γκρεμνού. Μόνο που θα πρέπει να επιλεγούν με εξονυχιστικό ανοικτό δημοκρατικό διάλογο και να κατοχυρωθούν αμετάκλητα με δημοψήφισμα.

ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΞΕΝΟΙ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com.

Κοινή Γνώμη, 16 Μαΐου 2023

Πριν από λίγο καιρό έπεσε στην αντίληψή μου ένας κατάλογος 100 ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής, σαν κι αυτές που τίθενται στους ξένους που ζητούν να πάρουν την Ελληνική ιθαγένεια. Τον είχε ένθετο μια Κυριακάτικη εφημερίδα. Οι περισσότερες ήταν πολύ εύκολες, όπως: “Τι προηγήθηκε, ο Πελοποννησιακός πόλεμος ή η Εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου;” Από περιέργεια διάβασα τη δοκιμασία. Απάντησα σωστά στις 97 από τις 100 ερωτήσεις. Το σοκ μου ήταν όταν μια Ελληνίδα περίπου 35 ετών απάντησε ορθά μόνο στις μισές περίπου. Η οικιακή βοηθός μου που είχε κάνει αίτηση για Ελληνική ιθαγένεια, την πήρε, αν και δεν ξέρω σε πόσες ιστορικές απαντήσεις είχε απαντήσει. Πόσο έχει πέσει το επίπεδο της Ελληνομάθειας στα σχολεία μας από τότε που τέλειωσα εγώ το Γυμνάσιο (σημερινό Λύκειο); Ακούω πως μπαίνουν στα ΑΕΙ με “αντικειμενικές” εξετάσεις μαθητές που πήραν βαθμούς πολύ κάτω από τη θεωρητική βάση, το 10. Η αλήθεια είναι ότι πολλά από όσα ξέρω σήμερα τα έμαθα μετά το πέρας της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσής μου. Πόσο Έλληνες είμαστε εμείς και πόσο οι αλλοδαποί που, με την πιστοποίηση των εξετάσεων, είναι πια Έλληνες ιθαγενείς;

Προ ημερών παρευρέθηκα στην τελετή για απονομή της ιθαγένειας σε ένα Γερμανό, τον Hans Eideneier. Ο άνθρωπος αυτός μιλούσε άπταιστα Ελληνικά, με ανεπαίσθητα ξενική προφορά. Όπως είπε στην ομιλία του, το “Ελληνογίγνεσθαί” του άρχισε σε εφηβική ηλικία και συνεχίστηκε, ώσπου σπούδασε φιλολογία και μετεκπαιδεύτηκε στην Ελλάδα. Έγινε καθηγητής Βυζαντινής και Νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, βοήθησε πλήθος Ελλήνων που πήγαν κοντά του για τη δική τους μετεκπαίδευση. Τα σημαντικά του όμως είναι, νομίζω, όχι τόσο η Ελληνομάθειά του, όσο το γεγονός ότι συνέζησε με παρέες νέων Ελλήνων, ότι ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε μια Ελληνίδα φιλόλογο, το ότι δεν έπαψε να μελετά την Ελληνική, ιδιαίτερα γλωσσική, παράδοση, το ότι διέδωσε την Ελληνική παιδεία στη Γερμανία με κάθε μέσο που διέθετε, ακόμη και την προσωπική του περιουσία, το ότι συναναστράφηκε τους Έλληνες φίλους του με θαυμάσιο χιούμορ, το ότι είδε συγκλονισμένος επιτόπου τα εγκλήματα  που είχαν κάνει στα Ελληνικά χωριά οι ναζί συμπατριώτες του στον πόλεμο και τόσα άλλα.

Η ιστορία λέει πως υπάρχει μια μακρά εχθρότητα των Γερμανών προς τους Έλληνες, ξεκινώντας από τα χρόνια του Μεσαίωνα όταν πίεζαν περισσότερο από άλλους τον Πάπα σε αδιαλλαξία με την Ανατολική εκκλησία, ως τους δυο παγκόσμιους πολέμους, όπου βρεθήκαμε σε αντίπαλα στρατόπεδα, με τις γνωστές θηριωδίες τους στον τελευταίο πόλεμο. Από την άλλη, αυτό δεν μας επιτρέπει να ξεχνάμε το θαυμασμό πολλών για τους προγόνους μας, μεγαλύτερο ίσως από κάθε άλλου λαού. Σοφοί τους παλιά άλλαζαν τα ονόματά τους για να τα κάνουν Ελληνοφανή, όπως ο Schwartzerdt αυτοονομάστηκε Μελάγχθων, ενώ μεγάλο πλήθος επιφανών Γερμανών σοφών στήριξαν τον αγώνα για την ελευθερία μας στην Επανάσταση του 1821. Φυσικά, υπήρξαν και ισχυροί αντιρρησίες, όπως ο J. P. Fallmerayer που προσπάθησε να αποδείξει ότι δεν είμαστε γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων προγόνων μας. Τον αντέκρουσαν πολλοί Έλληνες σοφοί, όπως ο Κ. Παπαρρηγόπουλος δείχνοντας τη συνέχειά μας στη βάση ιστορικών τεκμηρίων, ο Ν. Γ. Πολίτης που έδειξε τη συνέχεια στη γλώσσα μας στη βάση της αβίαστης προφορικής παράδοσης των δημοτικών τραγουδιών μας κ.ά.

Και στο παρελθόν, όπως έχω γράψει, αλλά και με τα πρόσφατα περιστατικά που ανέφερα, με απασχόλησε το ερώτημα ποιος είναι Έλληνας. Προσοχή, δεν λέω φιλέλληνας, όπως ήταν ο μεγάλος Lord Byron, αλλά Έλληνας.

Ο προδότης Δημάρατος λέει ότι οι Έλληνες έχουν το “Ὁμόηθες, ὁμόθρησκον, ὃμαιμον, ὁμόγλωσσον” (Ηρόδοτος). Τον αντικρούει όμως ο Αθηναίος Ισοκράτης: “Τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι καὶ μᾶλλον Ἓλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἤ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας“. Δεν είναι το όμαιμο (γένος, κοινή φύση) που καθορίζει τον Έλληνα, αλλά όσους μετέχουν στη δική μας παίδευση, που σημαίνει κυρίως το “ομόηθες” και “ομόγλωσσο”, Δε γράφω “ομόθρησκο”, αφού εμείς σήμερα δεν έχομε την ίδια θρησκεία με τους προγόνους μας, έστω και αν στην Ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχουν ενσωματωθεί πολλά στοιχεία από την αρχαία παράδοση. Πόσο ισχύουν τα παραπάνω;

Το να αισθάνεσαι Έλληνας δεν είναι θέμα μόνο γνωστικό, ιδίως η γλώσσα που διδάσκεται. Είναι το πώς αισθάνεται καθένας και πώς, αντίστοιχα, συμπεριφέρεται. Η αβίαστη μυθολογική παράδοσή μας αναφέρει ότι από τους μυθικούς προπάτορές μας, ο Έλληνας του Δευκαλίωνα καταγόταν από τον Ιαπετό (Ιάφεθ), από το Αραράτ, ο Πέλοψ του Ταντάλου ήταν από τον Καύκασο, ο Κάδμος του Αγήνορα από τη Φοινίκη (Συρία), ο Λυγκέας στο Άργος από την Αίγυπτο κλπ. Όλοι αυτοί ενσωματώθηκαν στους ανώνυμους κατοίκους αυτής της γης που ονομάζεται Ελλάδα. Και γι΄ αυτούς και για μας σήμερα ήταν οι πρόγονοί μας κι εμείς είμαστε περήφανοι. Στη συνέχεια κατέκλεισαν την Ελλάδα ποικιλία “βαρβάρων”, Γαλάτες, Γότθοι, Σλάβοι, Φράγκοι, Τούρκοι και δεν ξέρω πόσοι άλλοι. Και όλοι αυτοί ενσωματώθηκαν με τον Ελληνικό κορμό μετέχοντας Ισοκρατικά στην Ελληνική παιδεία. Το φαινόμενο δεν είναι μοναδικό. Το Αμερικανικό έθνος αποτελείται από πανσπερμία μεταναστών, που μάλιστα δεν αφομοιώθηκαν με του ντόπιους ιθαγενείς.

Προσπαθώντας να εξειδικεύσω τον ορισμό του Ισοκράτη, θεώρησα Έλληνα όποιον αισθάνεται και συμπεριφέρεται ως Έλληνας στους τρεις νοητούς μας τομείς, γνωστικό, βουλητικό, συναισθηματικό. Γνωστικό, επικοινωνώντας άνετα με τους συνέλληνές του, παρόντες, παρελθόντες και μέλλοντες, στην Ελληνική γλώσσα. Βουλητικό, διαθέτοντας μέρος τη ζωής του (θητεία) στην απόλυτη υπηρεσία του έθνους μας και μετέχοντας στη λήψη αποφάσεων για την πορεία μας. Και συναισθηματικά, υπερηφανευόμενος για ό,τι είμαστε και δείχνοντάς το, αλλά και καταισχυνόμενος για ό,τι επονείδιστο έχουν κάνει οι συνέλληνές μας, έτοιμος να αποκαταστήσει ή αποζημιώσει ανάλογα.

Για να ενσωματωθούν όλοι αυτοί οι αλλοδαποί στην κοινωνία μας, αναγκαία, όχι επαρκής ίσως, συνθήκη είναι να τους δεχτούμε εμείς. Ο γνωστικός παράγοντας είναι ο πιο εύκολος. Πέρα από αυτόν όμως, ιδίως στην παιδική ηλικία, απαραίτητη είναι η ακώλυτη συναναστροφή με τα ντόπια παιδιά. Αυτό σημαίνει ότι π.χ. όλα τα παιδιά παίζουν μαζί, αθλούνται μαζί σε ομαδικά ιδίως παιχνίδια, μετέχουν σε κοινές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, χορούς, χορωδίες, εικαστικές εκθέσεις, σε κοινές διασκεδάσεις, αναγνώριση των ιδιαίτερων ικανοτήτων τους με τις αντίστοιχες τιμές κλπ. Η άρνηση σε μια περίπτωση να γίνει σημαιοφόρος ο καλύτερος μαθητής του σχολείου, διότι ήταν αλλοδαπός, ήταν ό,τι χρειαζόταν για να γίνει αυτός ανθέλληνας!  

Hans, καλώς όρισες στο έθνος μας των Ελλήνων.

Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΛΥΣΗ

Δημήτρης. Αντ. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 12 Μαΐου 2023

Στον ιδανικό κόσμο των Πλατωνικών και Πυθαγόρειων ιδεών, τα πάντα είναι σαφή και στα προβλήματα υπάρχει ξεκάθαρη λύση. Ακόμη και όταν υπάρχουν δύο λύσεις, αυτές είναι ξεκάθαρες, όπως +1=√1=-1. Έστω και αν καταστρατηγείται ο κανόνας «τα προς τρίτον ίσα και μεταξύ των ίσα». Αυτά στον ιδανικό κόσμο των αναλλοίωτων ιδεών. Στον αισθητό κόσμο όμως τα πράγματα είναι αλλιώς. Το καθετί έχει σφάλμα, ανοχή, ενώ αλλάζει από τη μια στιγμή στην άλλη. «Τὰ πάντα ρεῖ» και «Οὐκ ἄν δίς τὸν αὐτὸν ποταμὸν ἐμβαίης» (Ηράκλειτος). Ας πούμε, ένα κιλό στην πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς 1000 γραμμάρια, αλλά, ανάλογα με τη ζυγαριά που θα χρησιμοποιήσουμε, είναι 999-1001 γραμμάρια. Κι αν βάλουμε μαζί δυο τέτοια κιλά, το αποτέλεσμα δεν θα είναι 2000 γραμμάρια αλλά θα κυμαίνεται από 1998 ως 2002 γραμμάρια. Το στατιστικό σφάλμα, λόγω της ατέλειας των αισθήσεών μας ή και του νόμου της απροσδιοριστίας (είναι αδύνατο να μετρηθούν ταυτόχρονα και με ακρίβεια, ούτε πρακτικά, ούτε και θεωρητικά, η θέση και η ορμή ενός σωματίου, Heisenberg) στον πραγματικό, αισθητό κόσμο που ζούμε κάνει να ισχύουν οι αρχές του Ηράκλειτου μάλλον παρά του Πλάτωνα. Τα πράγματα γίνονται ακόμη ασαφέστερα όταν φύγουμε από τη λογική και πάμε στο συναίσθημα και στη βούληση. Το ίδιο γεγονός μας προξενεί χαρά και θλίψη. Θέλομε και δεν θέλομε ταυτόχρονα κάτι. Κι ακόμη ασαφέστερα ισχύουν σε κοινωνικό επίπεδο, στα πλαίσια της επιστήμης (κοινωνικής γνώσης), τέχνης (κοινωνικού συναισθήματος) και, προπάντων ηθικής (κοινωνικής βούλησης).

Μια κοινωνία έχει δυνατότητες επικοινωνίας μεταξύ των μελών της πολύ μεγαλύτερες παρά με τα μέλη άλλης κοινωνίας. Κι αυτός είναι ένας από τους κύριους τρόπους για να επιτευχθεί η ενότητά της. Η επικοινωνία γίνεται με ανταλλαγή λέξεων, που συμβολίζουν έννοιες, όχι με απόλυτη αντιστοιχία όμως, ενώ οι έννοιες ποικίλλουν από το ένα άτομο στο άλλο, με παρόμοιο, όχι ακριβώς ίδιο, βάθος και πλάτος, πάντως με απόλυτη αδυναμία να συγκριθούν άμεσα μεταξύ διαφορετικών προσώπων. Η κοινωνία, επομένως, που έχει ανάγκη από κοινό νου και κοινή βούληση, οφείλει να αποσαφηνίσει αντικειμενικά όσο γίνεται νου και βούληση. Έτσι, αντί της ασαφούς βούλησής της, της ηθικής, που καθένας την αντιλαμβάνεται σαν ένα διαφορετικό «πρέπει» αντίθετο από το δικό του «θέλω», στηρίζεται στο δίκαιο, που είναι η βούληση των αρχόντων.

Ακόμη όμως και με τη σαφήνεια του δικαίου, η κοινωνία υφίσταται διαρκώς τυχαίες προκλήσεις στις οποίες πρέπει να απαντήσει με την εκάστοτε δική της βούληση στα πλαίσια του δικαίου που έχει αναπτύξει. Πώς μπορεί όμως  να διαμορφωθεί και εκδηλωθεί ο κοινός νους και η κοινή βούληση; Ένας τρόπος είναι να αφεθεί το ζήτημα στους «άρχοντες», που δημιούργησαν το δίκαιο. Κι αυτοί (Αριστοτέλης) κατατάσσονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: Μοναρχία (ένας άρχοντας, βασιλιάς, δικτάτορας κλπ), ολιγαρχία (λίγοι άρχοντες, συχνά εκλεγόμενοι) και δημοκρατία (το σύνολο των πολιτών ή άρχοντες επιλεγόμενοι με κλήρωση από το σύνολο και με όλους εναλλασσόμενους με ίσες πιθανότητες στη θέση του άρχοντα και του αρχομένου).

Η δημοκρατία απαιτεί διάλογο. Και στο διάλογο προτείνονται πολλές λύσεις. Κάποια από αυτές είναι πιθανώς η πιο σωστή, εκείνη που ανταποκρίνεται καλύτερα στην αλήθεια. Αυτή η λύση μπορεί να είναι εκείνη μιας μειοψηφίας ή και μιας μοναδικής εξαίρεσης. Όλος ο κόσμος πίστευε πως ο ήλιος γυρίζει γύρω από τη γη, εκτός από το Γαλιλαίο που έλεγε πως η γη γυρίζει γύρω από τον ήλιο. Αυτό ισχύει κυρίως για τα γνωστικά, επιστημονικά θέματα. Στα ηθικά θέματα όμως, κριτήριο της λύσης είναι η συμφωνία της όχι με την αλήθεια, αλλά με τη βούληση της κοινωνίας, την ηθική. Καθώς η πραγματικότητα είναι στατιστική, με πιθανό σφάλμα, μπορεί να θεωρηθεί ότι η βούληση της πλειοψηφίας είναι η ορθότερη. Η ψηφοφορία είναι το κύριο εργαλείο της δημοκρατίας, αλλά και της ολιγαρχίας. Κι όμως αυτό δεν αρκεί για τη λήψη μιας απόφασης. Κάποιος, ιδιαίτερα ειδήμονας για το συζητούμενο θέμα μπορεί να έχει ορθότερη άποψη από το μέσο όρο. Και οι άρχοντες, όταν δεν εκφράζουν το σύνολο (μοναρχία, ολιγαρχία), το βλέπουν. Τι πρέπει να κάνουν; Η απάντηση έχει πάλι στατιστικές πιθανότητες. Το είδαν σοφοί. Λέει ο Αριστοτέλης στηριζόμενος στη νόησή του: «Διὰ τοῦτο καὶ  κρίνει  ἂμεινον ὂχλος πολλὰ  ἢ  εἷς ὁστισοῦν». Για πολλά ο όχλος κρίνει καλύτερα παρά ο οποιοσδήποτε. Και ο ιστορικός Κ. Παπαρρηγόπουλος διαπιστώνει εμπειρικά μελετώντας την ιστορία: «…τὸ ἂδηλον εἶναι πολλάκις μυστηριῶδὲς τι προαίσθημα τῶν πολλῶν μᾶλλον ἢ ἐπιστημονική διάγνωσις τῶν ολίγων. Ὃθεν ὃλως ἂπορον δὲν εἶναι ὃτι τὸ πάλαι ὁ λαὸς ἀνεδείχθη σοφώτερος τῶν διδασκάλων αὐτοῦ». Ο κανόνας είναι λοιπόν ότι τις περισσότερες φορές το καλύτερο εκφράζεται από το πλήθος και όχι από κάποιον ειδικό. Επαναλαμβάνω, όχι σε θέματα γνωστικά, αλλά ηθικά.

Και τώρα ποια συμβουλή να δώσω; Καμιά άποψη δεν είναι εγγυημένα η μία πιο σωστή. Με εξαίρεση την ανάγκη, η βούλησή μας απευθύνεται στο μέλλον, που είναι άδηλο. Κανένας δεν ξέρει τι θα προκύψει κατά τύχη, που θα αλλάξει τις συνθήκες και ότι η απόφαση που βγήκε με βάση τα παλιά δεδομένα θα αποδειχθεί στο μέλλον η πιο σωστή και συμφέρουσα σ΄ αυτή την περίπτωση. Άδηλο. Υπάρχει κάτι δεδομένο σήμερα που να προσφέρει κάποια εγγύηση;

Είπαμε, σε κάθε πρόβλημα υπάρχουν πολυειδείς λύσεις, αλλά μία πρέπει να επιλεγεί. Σε ένα πλήθος η λύση που θα αποδειχθεί εντέλει ορθότερη μπορεί να μην είναι εκείνη που επιλέχθηκε, της πλειοψηφίας, αλλά η λύση που πρότεινε η μειοψηφία. Κάθε απόφαση ακολουθείται κανονικά από την υλοποίησή της. Αλλιώς, συζητούμε και «φιλοσοφοῦμεν μετὰ μαλακίας» όπως έλεγε ο Περικλής (Θουκυδίδης). Η απόφαση που θα ληφθεί οφείλει δηλαδή να είναι όχι μόνον πλησιέστερα στην κοινή βούληση της κοινωνίας (ηθική) αλλά και ευκολότερα επιτεύξιμη. Οι πιθανότητες επιτυχίας, αυτό είναι που ξέρομε, αυξάνονται όταν επιδιώκουν την ίδια λύση όλοι. Μ΄ αυτή την έννοια, μια απόφαση που λήφθηκε από το πλήθος τις περισσότερες φορές είναι εκείνη για την οποίαν θα παλέψει το πλήθος και, γι΄ αυτό, έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας, δικαιώνοντας τις διαπιστώσεις Αριστοτέλη και Παπαρρηγόπουλου. Όχι βεβαιότητα. Το μέλλον δεν είναι ποτέ βέβαιο. «Θεοὶ γὰρ μελλόντων, ἂνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται» (Φιλόστρατος). Τελικά, χωρίς καμιά βεβαιότητα για το μέλλον που μόνον ο Θεός γνωρίζει, οι καλύτερες λύσεις είναι, πιστεύω, όσες αποφασίζονται από την πλειοψηφία του λαού αφού έχει ακούσει τους σοφούς (ειδήμονες) που “αισθάνονται τα προσιόντα” (επικείμενα).