ΙΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΙΣΟΠΕΔΩΣΗ

Δημήτρης Αντων. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 28 Μαρτίου 2023

Liberté, Egalité, Fraternité (Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη) ήταν το έμβλημά της Γαλλικής επανάστασης.  Το πιο ασαφές στοιχείο του συνθήματος είναι η αδελφοσύνη, διότι υπαινίσσεται μια μεταφυσική μάλλον παρά φυσική/κοινωνική ιδιότητα. Όλοι είμαστε παιδιά του ίδιου Θεού και, επομένως, αδέλφια. Δεν θα ασχοληθώ άλλο με αυτήν. Αλλά και η ελευθερία του πολίτη έφθασε να συγχέεται με την ελευθερία της αγοράς, ενώ η ισότητα με την ισοπέδωση. Σήμερα ασχολούμαι με τη διαφορά μεταξύ ισότητας και ισοπέδωσης.

Κάποια ζώα ζουν σε αγέλες και άλλα σε κοινωνίες. Στις αγέλες όλα συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο. Μπορεί να επηρεάζονται από τα άλλα, με κυρίαρχο στοιχείο τη μίμηση. Οι διαφορές μεταξύ τους αφορούν μόνο τη γενετήσια σχέση, μεταξύ αρσενικού και θηλυκού, και τη μητρική σχέση, μεταξύ μητέρας και βρέφους. Καθώς επηρεάζονται μιμητικά καθένα από τα άλλα και η συμπεριφορά τους ταλαντώνεται αυτόματα, όλα πορεύονται όπου τα οδηγούν οι φυσικοί νόμοι, π.χ. οι πελαργοί μεταναστεύουν, αλλά έχουν αρχηγό. Είναι ο ισχυρότερος ανάμεσά τους που ανοίγει δρόμο και τα υπόλοιπα ζώα, μιμητικά, δηλαδή πιο ξεκούραστα, τον ακολουθούν. Ωστόσο, κάθε μέλος της αγέλης νοιάζεται για τον εαυτό του μόνο. Κυνηγά να σκοτώσει τη λεία του ή να βρει τους αναγκαίους καρπούς όποτε πεινάσει.

Στις κοινωνίες, αντίθετα, όπως των μελισσών, των μυρμηγκιών κλπ, κάθε μέλος τους ενεργεί διαφορετικά από τα άλλα, αλλά όλα συμβάλλουν σε κοινό σκοπό, τη δημιουργία μιας αποθήκης από χρήσιμες ουσίες που θα εξασφαλίζουν την κοινωνία σε περιόδους ένδειας. Άλλη δουλειά κάνουν οι εργάτριες μέλισσες, άλλη η βασίλισσα, άλλη οι κηφήνες. Η σχέση καθενός με τα άλλα δεν είναι μιμητική, αλλά προπάντων συμπληρωματική. Αυτή η ενέργεια εξασφαλίζει την κοινωνία από τον κίνδυνο της φυσικής ένδειας, αλλά με τίμημα εργασία, ακόμη και όταν δεν υπάρχει ατομική πίεση, όπως είναι η πείνα. Εξάλλου, ενέχει τον κίνδυνο της ομαδικής βίας, καθώς άλλες κοινωνίες μπορεί να επιδιώκουν το σφετερισμό της περιουσίας που έχει σχηματίσει με το μόχθο των μελών της μια κοινωνία. Οι άνθρωποι έχομε το μοναδικό προνόμιο να επιλέγουμε πόσο αγελαία και πόσο κοινωνικά επιθυμούμε να ζήσουμε. Δεν είμαστε ούτε αγελαία ούτε κοινωνικά, αλλά πολιτικά ζώα. Η ίδια συμπεριφορά των μελών μιας αγέλης αποτελεί ισοπέδωση, μετατροπή των μελών μιας κοινωνίας σε όχλο, με αρχηγό, που, στην καλύτερη περίπτωση, για τη διατήρηση της τάξης, διατηρεί τον όχλο, υπό τη δική του δημαγωγική εξουσία.

Η συμπληρωματική, όχι μιμητική, συμπεριφορά των μελών μιας ομάδας επιτρέπει ισότητα και ανισότητα. Τα μέλη της κοινωνίας είναι όλα διαφορετικά μεταξύ τους. Ισότητα δεν νοείται παρά μόνο ως προς μία ή ελάχιστες ιδιότητες.  Ένα κιλό σίδερο είναι ίσο με ένα κιλό μπαμπάκι μόνον ως προς το βάρος τους. Στις υπόλοιπες ιδιότητες διαφέρουν. Η κοινωνική ισότητα αφορά σε 3 κυρίως ιδιότητες: Ισοπολιτεία, ισoνομία, ισηγορία.

Η πολιτική ισότητα σημαίνει ότι όλοι μετέχουν εξίσου στην εξουσία, άλλοτε ως άρχοντες και άλλοτε ως αρχόμενοι. Η εξουσία έχει τρεις πτυχές: εκτελεστική (κυβέρνηση), νομοθετική (βουλή) και δικαστική. Η εκτελεστική εξουσία απαιτεί γνώσεις και διοικητική πείρα στο αντικείμενο καθενός μέλους της κυβέρνησης. Τεκμήριο της γνώσης μπορεί να είναι κάποιο πτυχίο, που με βάση του γίνεται προεπιλογή των υποψηφίων για την κυβέρνηση. Απαιτεί αξιοκρατία.

Με ισοπολιτεία νοείται ότι υπάρχει ίση βαρύτητα της ψήφου όλων των πολιτών για την εκλογή  της κυβέρνησης. Για να μην υπάρχει δυνατότητα συναλλαγής (πελατειακής σχέσης) οι πολίτες μπορούν να ψηφίζουν ιδεολογία, δηλαδή ένα κόμμα, και όχι πρόσωπα. Μ΄ αυτό τον τρόπο αποθαρρύνεται και η επιλογή προσώπων για την κυβέρνηση στη βάση άλλων, πλην των αξιοκρατικών κριτηρίων, όπως εντοπιότητα, αναγνωρισιμότητα, οικονομική επιφάνεια κ.λπ. που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν ψήφους στο κόμμα και όχι γνώσεις για την κοινωνία. Οι βασικές ιδεολογίες είναι τρεις: Ενίσχυση του κεφαλαίου για να διατεθεί και αναπτύξει την κοινωνία, τίκτοντας τόκο, συγχρόνως εξασφαλίζοντας εργασία στο πλήθος (καπιταλισμός)· ενίσχυση της εργασίας, έτσι που αμειβόμενοι οι εργαζόμενοι ανάλογα με την απόδοσή τους να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της κοινωνίας (σοσιαλισμός)· και κατανάλωση της παραγωγής ανάλογα με τις ανάγκες καθενός (κομμουνισμός). Και οι τρεις ιδεολογίες μπορούν να υπάρχουν εκ περιτροπής σε μια κυβέρνηση, σα σε ταλάντωση.             Η βουλή εκφράζει τη βούληση της κοινωνίας. Δεν απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις, αλλά μόνο εντιμότητα και κοινό νου, εξίσου κατανεμημένα σε όλους τους πολίτες. Η ισοπολιτεία απαιτεί να επιλέγονται οι βουλευτές με κλήρωση από το σύνολο των πολιτών. Η βουλή, χωρίς επαρκές γνωστικό οπλοστάσιο, αδυνατεί να δημιουργήσει νόμο. Η κυβέρνηση διαμορφώνει τα νομοσχέδια, αλλά, αποτελούμενη από μια ελίτ, αδυνατεί να έχει άμεση γνώση της βούλησης του λαού. Η κυβέρνηση υποβάλλει νομοσχέδια, η βουλή τα ψηφίζει.  Έτσι επιτυγχάνεται ο νόμος που και αποτελεσματικότητα έχει, αλλά και κόστος τέτοιο που να είναι αποδεκτό από το δήμο.

Από τη δικαιοσύνη, το αστικό και διοικητικό μέρος της σημαίνουν την αναγνώριση αν μια πράξη είναι σύννομη ή όχι. Οι κριτές, επομένως, πρέπει να είναι επαγγελματίες νομικοί, με γνώση των νόμων. Αντίθετα, το ποινικό μέρος της σημαίνει τη διαπίστωση αν μια βεβαιωμένα παράνομη πράξη τη διέπραξε συγκεκριμένο άτομο ή όχι. Για τέτοια κρίση δεν απαιτείται γνώση νόμων, αλλά μόνο κοινός νους, που είναι εξίσου κατανεμημένος σε όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από μόρφωση, καταγωγή, πλούτο ή κάθε άλλη ιδιότητά τους. Εξασφαλίζεται με το σύστημα των ορκωτών δικαστηρίων, με κληρωμένους δικαστές.

Ισονομία σημαίνει ότι όλοι οι πολίτες έχουν ίση δυνατότητα πρόσβασης στη δικαιοσύνη τόσο ως κρινόμενοι όσο και, στα ποινικά δικαστήρια, ως κριτές (ένορκοι).

Ισηγορία σημαίνει ίση δυνατότητα να επικοινωνήσει καθένας με τους υπολοίπους. Ένα μέτρο πολύ δραστικό που είχε η δική μας ολιγαρχία ήταν η χρήση της καθαρεύουσας ως επίσημης γλώσσας του κράτους. Η καθαρεύουσα ήταν η γλώσσα που έγραφαν οι “εκλεκτοί” και που δε μιλούσε κανένας, ούτε και αυτοί. Η αποκατάσταση της δημοτικής είχε ένα καλό σημαντικό αποτέλεσμα, αλλά συνδέθηκε με ένα κακό κατάλοιπο της καθαρεύουσας, τον αποκλεισμό των λόγιων λέξεων, τείνοντας έτσι σε περιορισμό του λεξιλογίου της χρησιμοποιούμενης γλώσσας. Δεν εγκατέστησε τη φωνητική γραφή. Αυτή τη στιγμή από το σύνολο των πολιτών με υπερδωδεκαετή εκπαίδευση, ασήμαντο ποσοστό μόνο μπορούν να γράψουν ένα κείμενο χωρίς ορθογραφικό λάθος. Θα συνέβαλλε στην ισηγορία να διδάσκεται η επίσημη δημοτική, με φωνητική γραφή της, μαζί με σοβαρή διδασκαλία της αρχαίας γλώσσας για άμεση ανάγνωση της προγονικής κληρονομιάς μας, όχι για γραφή, αφού κανένας αρχαίος δε ζει για να διαβάσει ό,τι γράφομε.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ

Δημήτρης Αντων. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 25 Μαρτίου 2023

Επανειλημμένα έχω γράψει για τη σχέση ηθικής και δικαίου. Ηθική εννοώ την τρέχουσα βούληση της κοινωνίας που όμως ούτε αντικειμενικά γνωστή είναι ούτε διαθέτει σαφήνεια και συνεπαγόμενες ποινές. Παρόλη τη ρευστότητα της Ηθικής, οι γενικοί κανόνες που τη διέπουν είναι αρκετά σταθεροί και, προπάντων, ανεξάρτητοι από τις αποφάσεις των ανθρώπων. Έτσι, πολλοί θεωρούν ότι είναι νόμοι απαράγραπτοι που πηγάζουν από το θείον (δίκαιο των εθών), με αντίστοιχό τους την υποκειμενική ηθική, το “πρέπει” που είναι γραμμένο στη συνείδηση του καθενός (κατά φύση δίκαιο). Δίκαιο εννοώ τη βούληση των αρχόντων (θετό δίκαιο), που είναι αντικειμενική, κατά κανόνα γραπτή, και προβλέπει αποδεικτική διαδικασία με μαρτυρίες και τεκμήρια, καθώς και προδιαγεγραμμένες ποινές.

Όπως αυτά ισχύουν για τα μέλη της κοινωνίας όταν καθένα τους κρίνεται, έτσι ισχύουν και για τις σχέσεις μεταξύ κρατών. Γι΄ αυτό υπάρχει το περίφημο “διεθνές δίκαιο”. Υπάρχει όμως και η κοινή γνώμη, η παγκόσμια ηθική, το κατά φύση δίκαιο. Τα προβλήματα εγείρονται βέβαια όταν υπάρχουν μαζικές συγκρούσεις, κυρίως πόλεμοι μεταξύ κρατών ή και εξεγέρσεις είτε εκ των κάτω (π.χ. επαναστάσεις), από το λαό των αρχομένων είτε εκ των άνω (π.χ. δικτατορίες), από τους άρχοντες, την κρατούσα τάξη. Έτσι υπάρχουν τα λεγόμενα “εγκλήματα πολέμου”. Στον πόλεμο γίνονται πάμπολλα. Αυτά τα χωρίζομε αδρά σε 2 κύριες κατηγορίες. Βία κατά ενόπλων, που ηθικά δικαιολογείται σαν άμυνα, και βία κατά αμάχων που θεωρείται έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Εύλογα και σαφή μου φαίνονται ως εδώ. Αλλά, ας τα εξετάσουμε και στην πράξη.

Πρόσφατα, παραπέμφθηκε ο ηγέτης της Ρωσίας, В. Путин σε διεθνές δικαστήριο. Το  Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει διατάξει τη σύλληψη και παραπομπή του Β. Πούτιν για δίκη, με την κατηγορία των εγκλημάτων πολέμου στην Ουκρανία. Έχουν διαπραχθεί πραγματικά εγκλήματα κατά αμάχων (συμπεριλαμβάνοντας και τους αιχμαλώτους) στον πόλεμο της Ουκρανίας; Φαντάζομαι πως έχουν διαπραχθεί, αλλά, προφανώς εγώ δεν έχω αποδείξεις. Το πρόβλημα όμως που με απασχολεί σ΄ αυτό το άρθρο δεν είναι η δίκη του Πούτιν, αλλά η λογική της διαδικασίας. Το πρόβλημα προέκυψε κατά κύριο λόγο στις δίκες της Nürnberg, μετά τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Τα ποινικά δικαστήρια απαντούν στο ερώτημα αν οι κατηγορούμενοι σχετίζονται με τις παρανομίες που τους αποδίδονται. Μα τότε νόμοι σχετικοί δεν υπήρχαν. Πώς θα δικάζονταν οι κατηγορούμενοι ναζί, που η ενοχή τους, αφού δεν υπήρχαν νόμοι, ήταν ηθική (κατά φύση), όχι νομική (θετό δίκαιο); Έστω. Κάποιοι, ελάχιστοι για το μέγεθος των κακουργημάτων που είχαν διαπραχθεί, πλήρωσαν. Όμως ποιος οδηγήθηκε στο δικαστήριο κατηγορούμενος για την ισοπέδωση της Δρέσδης ή, την αστραπιαία εξόντωση των άμαχων πολιτών στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι; Σε νεότερα χρόνια είχαμε πολλά παρόμοια παραδείγματα, όπου ηθικά καταδικαστέοι δεν οδηγήθηκαν σε διεθνές δικαστήριο. Η μαζική εκτέλεση Πολωνών αιχμαλώτων αξιωματικών από την ΕΣΣΔ, που αναγνωρίστηκε πολλά χρόνια μετά από τη Ρωσία είναι ένα παράδειγμα. Τα αμερικανο-βρετανικά κολαστήρια στις φυλακές του Αμπού Κράϊμ στο Ιράκ δεν οδήγησαν κανένα σε διεθνές δικαστήρια. Ο С. Милошевић οδηγήθηκε στο Διεθνές Δικαστήριο για την Υπόθεση της Γενοκτονίας της Βοσνίας. Πέθανε στη φυλακή και μετά το θάνατό του το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να συνδέουν τον Μιλόσεβιτς με τη γενοκτονία που διέπραξαν οι Σερβοβοσνιακές δυνάμεις κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Βοσνίας. Ο κατηγορούμενος όμως στο μεταξύ είχε πεθάνει φυλακισμένος!

Το συμπέρασμα μου φαίνεται πως είναι ότι το διεθνές δίκαιο (όπως και κάθε δίκαιο) δεν εκφράζει παρά τη βούληση των ισχυρών, των κρατούντων, των νικητών σε κάθε πόλεμο. Να σημειώσουμε ότι ούτε οι ΗΠΑ ούτε και η Ρωσία έχουν υπογράψει τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου. Στη δική μας αρχαιότητα δεν υπήρχε βέβαια Διεθνές Δικαστήριο. Υπήρχαν όμως πολύ ισχυρά έθιμα, που ήταν σεβαστά από το σύνολο των Ελλήνων. Αυτά ήταν κυρίως τα ακόλουθα: Λατρεία των προγόνων. Πίστη των όρκων. Υπεράσπιση των συμμάχων. Σεβασμός των πρεσβευτών (κηρύκων, πρέσβεων). Δίκαιο της φιλοξενίας. Ασυλία των ιερών τόπων. Και Δίκαιο της ταφής. Παρά την ιερότητα τέτοιων αρχών, δεν την τηρούσαν όλοι πάντοτε. Όταν οι κήρυκες των Περσών ήλθαν στις Ελληνικές πόλεις ζητώντας γην και ύδωρ, δηλαδή υποταγή, οι Αθηναίοι τους εκτέλεσαν με μαρτυρικό θάνατο σύροντάς τους πάνω σε ασπαλάθους και οι Σπαρτιάτες ρίχνοντάς τους στον Καιάδα. Ήδη ο σοφιστής Θρασύμαχος, σύγχρονος του Πλάτωνα, υποστήριξε ότι το δίκαιο του νόμου είναι το δίκαιο του ισχυροτέρου. Όμως ο κυνικός Αντισθένης λέει ότι ο σοφός δεν πολιτεύεται κατά τους νόμους του θετού δικαίου, αλλά κατά τους νόμους της αρετής.

Τελικά, φαίνεται ότι το δίκαιο του ισχυροτέρου πρυτανεύει παντού, αλλά μόνο το θετό, αυτό που στην αρχή ονόμασα απλώς δίκαιο. Αντίθετα, η ηθική δεν έχει καμιά σχέση με το δίκαιο του ισχυροτέρου. Εκφράζει τη βούληση είτε μιας ανώτερης υπερβατικής δύναμης, για όποιον πιστεύει στην ύπαρξή της, είτε μιας υπερανθρώπινης δύναμης, που είναι το σύνολο της κοινωνίας.

Προφανώς το δίκαιο και η ηθική βρίσκονται αναγκαστικά σε αντιπαράθεση. Αυτή αντιμετωπίζεται από την κρατούσα τάξη με κατασταλτικά μέτρα, με την αστυνομία. Καθώς η κοινωνία όμως διαρκώς αλλάζει, και η βούληση των πολιτών διαρκώς αλλάζει. Έτσι, ακόμη και αν σε κάποια φάση οι νόμοι του δικαίου που αποφάσισαν οι άρχοντες έτυχε να συμπίπτουν με τους ηθικούς νόμους, με την πάροδο του χρόνου θα υπάρξει μοιραία διάσταση μεταξύ τους, η οποία διαρκώς θα διευρύνεται. Διάλυση της κοινωνίας είναι το μοιραίο αποτέλεσμα (δικτατορία; επανάσταση; κλπ).

Ήδη ο Αρχίτας ο Ταραντίνος λέει ότι πρέπει ο νόμος να είναι σύμφωνος προς την φύση, κατορθωτός στην πράξη και συμφέρων στην πολιτική κοινωνία. Ένας τρόπος να επιτυγχάνονται αυτές οι λογικές προδιαγραφές είναι οι νόμοι του θετού δικαίου, που με κατασταλτικά μέτρα επιβάλλονται στο σύνολο, να αποφασίζονται είτε από το σύνολο της κοινωνίας (δημοψήφισμα, εκκλησία του δήμου) είτε, επειδή απαιτείται διαβούλευση, αδύνατη σήμερα με τις μεγάλες πολιτείες, από αξιόπιστο τυχαίο (με κλήρωση) δείγμα του πληθυσμού σε μια βουλή. Για το αν είναι ο νόμος κατορθωτός στην πράξη και συμφέρων για την πολιτική κοινωνία, απαιτεί σχεδιασμό από ειδήμονες με γνώσεις και εμπειρία. Μια δομή της πολιτείας με ανεξάρτητη κυβέρνηση από ειδήμονες και βουλή από κληρωμένους βουλευτές, επιτρέπει να ετοιμάζονται νομοσχέδια από την κυβέρνηση που κρίνονται αν θα γίνουν νόμοι από τη βουλή. Το αν είναι συμφέροντες για την πολιτεία μπορεί να το σκεφθούν μόνον ηγέτες με πολιτικό όραμα.

ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ ΚΛΗΡΩΣΗ;

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λογος, Τρίκαλα, 23 Μαρτίου 2023

            Υποστηρίζω συχνά ότι η κλήρωση είναι η κατάλληλη διαδικασία για την μεταφορά της βούλησης του δήμου στη βουλή και στην ποινική δικαιοσύνη. Η άποψή μου στηρίζεται στον Αριστοτέλη: “Λέγω  δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν” (λέω ότι θεωρείται ότι είναι δημοκρατικό να επιλέγονται οι άρχοντες με κλήρωση, ενώ το να εκλέγονται είναι ολιγαρχικό). Συμπληρώνει: “χει δ κα περ τν αρεσιν τν ρχόντων τ ξ αρετν αρετούς πικίνδυνον” (Και η εκλογή των αρχόντων μεταξύ προεκλεγμένων υποψηφίων είναι επικίνδυνο). Οι πολλοί δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για κλήρωση των αρχόντων. Υπάρχουν πολλά επιχειρήματα εναντίον της κλήρωσης, μολονότι είχε εφαρμοσθεί στην Αθηναϊκή δημοκρατία, εξαιρώντας κυρίως τους Στρατηγούς που εκλέγονταν. Οι στρατηγοί αντιστοιχούσαν σήμερα στην εκτελεστική εξουσία, δηλαδή κυβέρνηση. Κι όμως ο Αριστοτέλης (που δεν πολυσυμπαθούσε τη δημοκρατία) δηλώνει στη βάση λογικών συλλογισμών ότι: “Το πλήθος πρέπει να έχει κυρίαρχη εξουσία διότι οι πολλοί, αν και ξεχωριστά ο καθένας τους δεν είναι σπουδαίος άνδρας, ενδέχεται, όταν συγκεντρωθούν, να είναι καλύτεροι από τον άριστο, όχι βέβαια ο καθένας χωριστά, αλλά ως σύνολο”. Αλλά και ο μεγάλος ιστορικός μας Κ. Παπαρρηγόπουλος, συντηρητικών αντιλήψεων, λέει, στηριζόμενος στην ιστορική εμπειρία, ότι “…τὸ ἂδηλον εἶναι πολλάκις μυστηριῶδὲς τι προαίσθημα τῶν πολλῶν μᾶλλον ἢ ἐπιστημονική διάγνωσις τῶν ολίγων. Ὃθεν ὃλως ἂπορον δὲν εἶναι ὃτι τὸ πάλαι ὁ λαὸς ἀνεδείχθη σοφώτερος τῶν διδασκάλων αὐτοῦ“. Αλλά η άποψη τέτοιων αυθεντιών δεν αρκεί για να πείσει τους σύγχρονους διανοητές. Να κάποιες από τις πιο σοβαρές αντιρρήσεις που μου έχουν διατυπωθεί.

 “Μα είναι δυνατό να μας εκπροσωπεί μια κυρία, που ήταν καθαρίστρια και μάλιστα αλλοδαπή;” Το επιχείρημα όμως είναι εναντίον της εκλογής όχι εναντίον της κλήρωσης. Η ενλόγω είχε πραγματικά εκλεγεί ευρωβουλευτής, όχι βέβαια διότι μπορούσε να μεταφέρει στην Ευρωβουλή τις Ελληνικές απόψεις, αλλά διότι είχε φέρει στο κόμμα ψήφους. Ήταν μια ηρωίδα, που για τους αγώνες της για τα δικαιώματα των καθαριστριών υπέστη δολοφονική επίθεση με βιτριόλι. Οι πιθανότητες να είχε κληρωθεί ήταν μία στα πολλά εκατομμύρια των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους.

“Tέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν και τραγικό. Φαντασθείτε να κληρωθούν για τη βουλή αγράμματοι και απόμακροι από τον κόσμο χωρικοί και να κληθούν να νομοθετήσουν για τα ελληνικά και τα παγκόσμια πράγματα”. Η απάντηση είναι διττή. Πρώτον οι πιθανότητες να κληρωθούν στη βουλή τέτοιοι αγράμματοι χωρικοί είναι ίσες με τις πιθανότητες να κληρωθούν διανοούμενοι, φιλόσοφοι, πρυτάνεις, πρόεδροι ανώτατων δικαστηρίων, στρατηγοί κλπ. Οι πιθανότητες με την κλήρωση είναι στατιστικά ίσες με την αναλογία διανοουμένων και αγράμματων ατόμων στο σύνολο πληθυσμό. Το επιχείρημα συνεχίζεται όμως. Έχει η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών την κατάλληλη παιδεία για να μετέχει στη λήψη συλλογικών αποφάσεων; Καταρχήν δεν ξέρω πόσοι έχουν την κατάλληλη παιδεία. Έπειτα, την κατάλληλη πολιτική παιδεία την αποκτούν οι πολίτες από το δημοκρατικό πολίτευμα που τους διέπει. Ένα ολιγαρχικό ή μοναρχικό πολίτευμα εμποδίζει τους πολίτες να αποκτούν τέτοια μόρφωση. Αν περιμέναμε να αποκτήσουν την κατάλληλη παιδεία οι αρματολοί και οι κλέφτες που ήταν ως επί το πλείστον αγράμματοι, ακόμη θα βρισκόμαστε κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό. Ασφαλώς, η απουσία πολιτικής παιδείας από τους αγωνιστές οδήγησε σε μίμηση ξένων (αντιδημοκρατικών) προτύπων, που είχαν προκύψει από το Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά ήταν ό,τι πιο προοδευτικό υπήρχε διεθνώς εκείνη την εποχή. Δεύτερο. Μου είναι αδιανόητο πώς μπορεί μια βουλή αποτελούμενη από υψηλά μορφωμένα άτομα, νομικούς, ιατρούς, μηχανικούς, κλπ να ψηφίσει ένα νόμο για την αγροτική πολιτική, χωρίς να έχει ακουστεί μέσα στη βουλή η βούληση ενός χωρικού, και αυτός ο νόμος να λειτουργήσει. Χωρίς τη συμμετοχή όλων στη λήψη συλλογικών αποφάσεων, καμιά απόφαση δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Και εκείνος που έχει σημασία είναι ο χρήστης μάλλον παρά ο κατασκευαστής, λέει πάλι ο Αριστοτέλης: “Για ορισμένα πράγματα ή πράξεις δεν είναι ο κατασκευαστής ο μοναδικός και ο καλύτερος κριτής, αλλά μπορούν να κρίνουν τα έργα του και μη ειδικοί στην τέχνη του. Για παράδειγμα ένα σπίτι δεν το κρίνει μόνον ο κατασκευαστής του, αλλά καλύτερα το κρίνει ο χρήστης του (και το χρησιμοποιεί ο οικονόμος). Επίσης το πηδάλιο του πλοίου το κρίνει καλύτερα ο πλοίαρχος από τον κατασκευαστή του και τα φαγητά του συμποσίου ο συνδαιτυμόνας και όχι ο μάγειρος”. Ο τυχών χρήστης κρίνει το έργο του ειδήμονα.

Με τέτοια επιχειρήματα, γιατί να υπάρχουν τόσο έντονες αντιρρήσεις;

Βασικά, πιστεύω πως 2,5 χιλιάδες χρόνια με αντιδημοκρατική διοίκηση έχομε συμβιβαστεί με την ιδέα ότι υπάρχει μια ανώτερη τάξη λίγων ανθρώπων που μπορούν να αποφασίζουν για το σύνολο και ο λαός που δεν μπορεί. Έχομε πεισθεί παράλογα ότι κάποιοι άνθρωποι (ανάμεσά τους κι εμείς) είναι ανώτεροι από τους άλλους. Αυτή είναι θεμελιώδης αντιδημοκρατική στάση.

Εμφυτεύεται μια σύγχυση. Μπορεί να κυβερνήσει ο απλός ανθρωπάκος; Μα η βουλή δεν κυβερνά· νομοθετεί. Εγκρίνει ή όχι τις προτάσεις (νομοσχέδια) που κάνει η κυβέρνηση.

Το δημοψήφισμα, η άμεση δημοκρατία (εκκλησία του δήμου), δεν μπορεί να υποκαταστήσει μια βουλή, διότι τα εκατομμύρια των σημερινών πολιτών δεν μπορούν να διαβουλεύονται, να συζητούν μεταξύ τους. Μπορούν να απαντούν μόνο σε ένα ερώτημα του τύπου “ναι ή όχι;”. Δεν είναι τυχαίο ότι από τα ποικίλα χαρακτηριστικά της δημοκρατίας ο μεγάλος σοφός πρόβαλε την κλήρωση, αντί της εκλογής, ως ειδοποιό διαφορά της από την ολιγαρχία.

Η δημοσκόπηση δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κληρωμένη βουλή για ποικίλους λόγους. Οι ερωτώμενοι είναι προκατειλημμένοι· αν δεν θέλουν, δεν απαντούν, ενώ οι κληρωμένοι βουλευτές υποχρεωτικά μετέχουν όλοι. Στη δημοσκόπηση οι ερωτώμενοι είναι ανώνυμοι, επομένως ανεύθυνοι, ενώ οι βουλευτές είναι επώνυμοι και, επομένως, λογοδοτούν.

Μπορεί όμως να κυβερνήσει τη χώρα μια μειοψηφική κυβέρνηση (όπως συμβαίνει συνήθως) αν δεν έχει την ανοχή έστω της βουλής; Ασφαλώς όχι στο παρόν σύστημα, όπου οι αντιπολιτευόμενοι εκλεγμένοι βουλευτές είναι οργανωμένοι, με πειθαρχικές συνέπειες αν συμφωνήσουν με την κυβερνητική πρόταση. Σε μια κληρωμένη βουλή όμως δεν υπάρχουν οργανωμένοι αντιπολιτευτικά βουλευτές. Άρα, η κυβέρνηση μπορεί να κυβερνήσει, με δυσκολία φυσικά, έναντι λογικών αντεπιχειρήματων στη βουλή αντί των παράλογων συνθημάτων στους δρόμους.

Στην προσπάθεια να εγκατασταθεί δημοκρατία (με κλήρωση των βουλευτών), αναμένεται βίαιη αντίδραση των σήμερα κρατούντων (π.χ. δικτατορία). Αν όμως έχει πεισθεί μεγάλη μερίδα των πολιτών, ανάμεσά τους θα είναι και πολλοί στρατιωτικοί. Τέτοια δικτατορία δεν μπορεί να σταθεί. Φωνή λαού οργή Θεού.

ΦΟΒΟΣ ΚΑΙ ΣΚΟΤΑΔΙ

Δημήτρης Αντων. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 21 Μαρτίου 2023

“Ο φόβος φυλάει τα έρημα”. Φανταστείτε μια μηχανή που όταν γίνεται κάτι πάνω της κινητοποιείται εμποδίζοντάς το να επιδράσει. Αρνητική ανάδραση. Τέτοιος μηχανισμός υπάρχει στα ζωντανά όντα και ονομάζεται αντανακλαστικό. Φανταστείτε τώρα ότι αυτός στέλνει κάπου μηνύματα από τα ποικίλα μέρη που τον αποτελούν. Αυτά εκεί αλληλεπηρεάζονται με αρνητική ανάδραση. Έτσι σχηματίζεται από σήματα ένα εξαιρετικά πολύπλοκο δίκτυο που διατηρείται σε μια δυναμική ισορροπία Σε κάθε τι που το διαταράσσει αντιδρά εξουδετερώνοντας αυτό το καθετί. Κάπως έτσι μπορούμε να φανταστούμε το νοητό Εγώ μας, αυτή δηλαδή την ιδιαίτερη, πολύπλοκη ισορροπία. Τη διαταραχή του δικτύου την ονομάζομε οι απέξω “πόνο” και από το σύστημα γίνεται “δυσάρεστα” αντιληπτή.

Αυτά που ανέφερα είναι μια μηχανιστική περιγραφή του πόνου, που νιώθομε όποτε ένα ερέθισμα, τρύπημα, κόψιμο, κάψιμο κλπ διαταράσσει την εσωτερική ισορροπία μας. Ο πόνος κάποιου επομένως γίνεται αντικειμενικά αισθητός από τους άλλους σα μια κίνηση ή έκκρισή μας που τείνει να απαμβλύνει την επίδραση ενός επιζήμιου ερεθίσματος. Υποκειμενικά γίνεται αντιληπτός σαν ένα αίσθημα και δυσάρεστο συναίσθημα. Τα θερμόαιμα κυρίως θηλαστικά, και ο άνθρωπος επομένως, μπορούμε να σχηματίζουμε και εξαρτημένα αντανακλαστικά. Μ΄ αυτά μαθαίνομε, συνηθίζομε, να αντιδρούμε σε ερεθίσματα που συνοδεύουν εκείνα που επιδρούν άμεσα πάνω μας. Έτσι η απλή θέα ενός αιχμηρού ή κοπτικού ή καυστικού κλπ οργάνου συνηθίζομε να  μας προκαλεί το δυσάρεστο συναίσθημα, χωρίς πόνο. Αυτό το συναίσθημα είναι ο φόβος. Χάρη στο φόβο προφυλασσόμαστε από τα επιβλαβή ερεθίσματα πριν μας βλάψουν. Εξαιρετικά πολύτιμος. Χάρη σ΄ αυτόν επιβιώνομε. Αλλά και εξαιρετικά δυσάρεστος.

Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες φόβου σε ένταση και ποιότητα. Ένας πολύ έντονος φόβος που κινητοποιεί ολόκληρο τον οργανισμό μας για να αγωνισθεί ενάντια σε ένα επικίνδυνο ερέθισμα, με πάλη ή φυγή ονομάζεται αγωνία. Από φυσιολογική σκοπιά, αυτό είναι η υπερένταση ή στρες και συνοδεύεται από έκκριση ποικίλων ορμονών, αδρεναλίνης, υδροκορτιζόνης, ενδορφινών κλπ, που επηρεάζουν τις λειτουργίες όλου του οργανισμού μας. Επιταχύνουν το μεταβολισμό, τις αντιδράσεις του και τον κάνουν λιγότερο ευαίσθητο σε κάθε άλλου είδους ερέθισμα. Είναι συνθήκες συναγερμού. Ο συναγερμός είναι η μόνη ελπίδα σωτηρίας όταν απειλείται η ύπαρξή μας, αλλά αν συνεχισθεί για πολύ, εξαντλεί τις εφεδρείες μας και τότε παύομε να αντιδρούμε σε οτιδήποτε. Ένας ακραία ισχυρός φόβος είναι ο πανικός στον οποίον οι αντιδράσεις μας γίνονται τόσο ταχείες που χάνουν την ειδικότητά τους. Αντιδρούμε άμεσα, αλλά χωρίς το σωστό στόχο ή παραλύομε εξαρχής πλήρως. Αυτό είναι ο πανικός.

Μια ιδιαίτερη μορφή αγωνίας είναι το άγχος. Άγχος μας προκαλείται όταν έχομε όλες τις αντιδράσεις της αγωνίας, χωρίς όμως να αντιλαμβανόμαστε την πηγή της, την αιτία που την προκαλεί. Φοβόμαστε όχι για κάτι συγκεκριμένο, αλλά απλώς μήπως πεθάνουμε. Το άγχος είναι υπαρξιακός φόβος. Πρότυπη μορφή άγχους έχομε αισθανθεί όλοι μας. Είναι το περίεργο εξαιρετικά οδυνηρό συναίσθημα που νιώθαμε όλοι μας όταν είμαστε νήπια, στα ηλικιακά σύνορα της μνήμης μας, που μερικοί τα θυμούνται, άλλοι τα έχουν ξεχάσει, αλλά κι αυτοί τα βλέπουν στα μικρά παιδιά τους. Ξυπνάνε τη νύχτα με εφιάλτες έντρομα και τρέχουν πανικόβλητα στην αγκαλιά των γονιών τους. Είναι το σκοτάδι. Στο σκοτάδι δεν βλέπομε τίποτε. Συνήθως επικρατεί και απόλυτη ησυχία, έτσι που ούτε ακούμε τίποτε. Κάθε δυσάρεστο αίσθημα τότε, όπως μια βαρυστομαχιά μεταφράζεται μέσα μας σε φόβο, χωρίς, λόγω του σκότους, να μπορούμε να προσδιορίσουμε κάποια πηγή του φόβου μας. Αυτό είναι το πρότυπο άγχος, φυσιολογικό, αφού συμβαίνει σε όλους σε συγκεκριμένη ηλικιακή περίοδο, ώσπου να το συνηθίσουμε και να πάψουμε να φοβόμαστε έτσι το σκοτάδι.

Μπορούμε να απαλλαγούμε από το φόβο; Ούτε μπορούμε ούτε και πρέπει, αφού ο φόβος μας προστατεύει. Ωστόσο, μπορεί η κοινωνία με τους νόμους της να μας βοηθήσει. Όταν  οδηγώ το δίκυκλό μου κινδυνεύω οποιαδήποτε στιγμή να σκοτωθώ σε ένα ατύχημα. Μου είναι όμως απαραίτητο. Οπότε έρχεται ο νόμος να μου επιβάλει να φορώ κράνος, οπότε, ένα ατύχημα γίνεται λιγότερο επικίνδυνο. Τώρα όμως ο φόβος από τη φυσική επίδραση του ατυχήματος αντικαθίσταται από τον έμμεσο της επιβολής ποινής από το κράτος και την αστυνομία του, αν δεν φορώ κράνος. Και πώς θα απαλλαγώ από το φόβο της αστυνομίας; Θα πρέπει να εσωτερικεύσω αυτή την επίδραση και να μετατρέψω το εξωγενές “απαγορεύεται” σε εσωτερικό “πρέπει”. Όλα έχουν ένα τίμημα. Μειώθηκε ο φυσικός φόβος του ατυχήματος με τίμημα τον κοινωνικό φόβο της ποινής. Και αυτός εσωτερικεύθηκε μετατρεπόμενος σε ένα “πρέπει”, δηλαδή με τίμημα μια μεταβολή της προσωπικότητάς μου, που τώρα διέπεται από μια αναστολή που δεν προϋπήρχε. Αλλοτρίωση. Τι κάνω τώρα; Η μόνη αντίδραση είναι να μετέχω ο ίδιος στη λήψη των αποφάσεων που μετατρέπονται σε “νόμο”. Το δίκαιο σχηματίζεται από κοινωνικά σώματα εξουσίας. Για να αντιμετωπίσω επομένως το φόβο που δηλητηριάζει τη ζωή μου, χωρίς να στερηθώ την προστασία που μου προσφέρει, συμμετέχω στην εξουσία. Αυτό δεν μπορεί να γίνεται με πληρεξούσιους, μονάρχες ή “εκλεκτούς” ολιγάρχες. Απαιτεί να μετέχω ο ίδιος, αυτοπροσώπως, στην εξουσία. Υπάρχει ένας τρόπος, το δημοψήφισμα. Κι αυτό έχει το τίμημά του. Το δημοψήφισμα, η εκκλησία του δήμου, είναι κατάλληλο κυρίως για μικρούς πληθυσμούς, όπου κάθε ομιλητής μπορεί να ακούεται, όπως ο Περικλής μιλώντας στο λαό από την Πνύκα. Σήμερα βέβαια, μπορεί να μιλά σε ένα μικρόφωνο από το γραφείο του και διαμέσου των μαζικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης να φθάνει η φωνή του παντού. Μπορεί πάντα να εφαρμόζεται σε μικρές κοινωνίες, όπως σε δήμους. Ωστόσο, το δημοψήφισμα δεν επιτρέπει τη διαβούλευση, τη συζήτηση μεταξύ τους ενός μεγάλου πλήθους πολιτών. Ικανοποιητικό υποκατάστατο είναι οι αποφάσεις να λαμβάνονται από ένα σχετικά περιορισμένο αριθμό βουλευτών (π.χ. 200-500 ατόμων) που έχουν επιλεγεί με κλήρωση από το συνολικό πλήθος. Η επικρατούσα βούληση μιας τέτοια βουλής συμπίπτει, με τυχαίο, στατιστικό, σφάλμα, με την επικρατούσα βούληση της κοινωνίας ολόκληρης, ενώ παράλληλα επιτρέπει τη διαβούλευση. Σε περιπτώσεις όπου οι αποφάσεις έχουν ληφθεί με μικρή πλειοψηφία, μέσα στο αναμενόμενο στατιστικό σφάλμα, τότε, μπορεί να γίνει γενικό δημοψήφισμα, αφού έχει προηγηθεί στη βουλή η διαβούλευση. Ένα πολιτικό σύστημα που στηρίζεται σ΄ αυτή την αρχή εξασφαλίζει το μικρότερο δυνατό φόβο, με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια, χάρη στην κοινωνική επέμβαση και τη μεγαλύτερη δυνατή αποδοχή από το πλήθος, που έτσι αποκτά την κατάλληλη παιδεία, την εσωτερίκευση ενός γενικευμένου πρέπει που έχει συνιστώσα και το δικό του “θέλω”. Ευδαιμονία.

ΕΛΠΙΔΑ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών 18 Μαρτίου 2023

Όλες οι ενέργειές μας προκύπτουν είτε ως απάντηση σε κάποιο εξωτερικό ερέθισμα (αντανακλαστικές) είτε αυτόματα σαν από κάποια ταλάντωση, περιοδικά, χωρίς εξωτερικό ερέθισμα, όπως όταν πεινάμε, διψάμε, θέλουμε να κάνουμε έρωτα κλπ. Οι ενέργειές μας αυτές είναι στην ουσία μια σειρά από αντανακλαστικά, που στην περίπτωση των περιοδικών, αιτία κάποιου είναι η κατάληξη ενός άλλου, έτσι που σχηματίζεται ο κύκλος της ταλάντωσης. Όλες αυτές οι δραστηριότητές μας αποκαθιστούν την ισορροπία σε ένα εξαιρετικά πολύπλοκο σύστημα, ένα δίκτυο, αρνητικών αναδράσεων που συναποτελεί ό,τι αυτό το ίδιο αντιλαμβάνεται ως “Εγώ”. Αυτό το δίκτυο υφίσταται τις επιδράσεις του περιβάλλοντος και ανταποκρίνεται. Είτε ένα εξωτερικό ερέθισμα είτε ένα εσωτερικό στον κύκλο της ταλάντωσής μας τείνει να διαταράξει το σύστημα που κανονικά ανταποκρίνεται επαναφέροντας την ισορροπία. Η τάση για διαταραχή του συστήματος μεταφράζεται από το “Εγώ” ως δυσάρεστη· η αποκατάσταση ως ευχάριστη.

Με τρυπάει ένα αγκάθι. Αισθάνομαι το τρύπημα. Ανταποκρίνομαι αντανακλαστικά με κινήσεις που τείνουν να απομακρύνουν το αγκάθι. Παράλληλα νιώθω πόνο, που συνοδεύεται από κάποιο εξαιρετικά δυσάρεστο συναίσθημα. Ο πόνος είναι δηλαδή ταυτόχρονα αίσθημα και συναίσθημα. Νιώθω πόνο κάθε φορά που διεγείρονται κάποιες απολήξεις αισθητήριων νεύρων μου. Αντίθετα, η διέγερση άλλων ειδικών απολήξεων, που βρίσκονται στην περιοχή των γεννητικών μου οργάνων, με υποχρεώνει αντανακλαστικά να κάνω κινήσεις που ενισχύουν τον ερεθισμό, ενώ παράλληλα νιώθω ένα αίσθημα, την ηδονή, που συνοδεύεται από ποιοτικό, συναισθηματικό, στοιχείο, μια υπέρτατη ευχαρίστηση.

Καθώς οι άνθρωποι και πολλά ομοιόθερμα σπονδυλωτά έχομε την ικανότητα να σχηματίζουμε εξαρτημένα, επίκτητα, αντανακλαστικά, είναι δυνατό να έχουμε το ευχάριστο ή δυσάρεστο συναίσθημα, χωρίς το αντίστοιχο αίσθημα. Το ερέθισμα, χωρίς να ασκείται πάνω μου, μού γεννά την προσδοκία του ευχάριστου ή δυσάρεστου αισθήματος. Αυτή η προσδοκία ονομάζεται ελπίδα ή φόβος αντίστοιχα. Βλέπω ένα πυρακτωμένο σίδερο και, χωρίς να το αγγίξω φοβάμαι, καθώς έχω την εμπειρία ότι η αφή του είναι επώδυνη. Βλέπω ένα ωραίο προκλητικό γυμνό σώμα και, χωρίς να το αγγίξω, μου γεννιέται μια ελπίδα για μελλοντική ηδονική επαφή. Τόσο ο πόνος όσο και η ελπίδα είναι μελλοντικά συναισθήματα, είναι προσδοκίες. Όπως όλα τα συναισθήματα, με εξαρτημένα αντανακλαστικά μπορούν ο φόβος και η ελπίδα να μεταφέρονται από τον ένα στον άλλον. Βλέπει ο άλλος τις αντιδράσεις μου στην απειλή που αντιλαμβάνομαι, τις εκδηλώσεις του φόβου μου, και φοβάται κι αυτός. Το ίδιο γίνεται με την ελπίδα. Βλέπει ο άλλος την αντίδραση στην ευχάριστη ικανοποίηση της πείνας μου και ελπίζει πως κι αυτός θα χορτάσει όπως εγώ.

Ο φόβος και η ελπίδα κατευθύνουν την πορεία μας: Από την αποφυγή του φόβου προς την υλοποίηση της ελπίδας. Αποτελούν την πυξίδα της ζωής μας. Όπως ο φόβος, έτσι και η ελπίδα, μπορούν να υπάρχουν χωρίς την πραγματική παρουσία του επώδυνου ή ηδονικού αιτίου, που υπάρχει μόνο στη φαντασία μας. Η φαντασία μπορεί να εκτρέφεται τόσο από πραγματικά γεγονότα, όσο και από μη πραγματικά. “Θα σε σκοτώσω!” φωνάζει η μάνα στο άτακτο παιδί της. Φυσικά δεν πρόκειται να το κάνει, αλλά το παιδί φοβάται και γίνεται πιο πειθαρχικό. Άλλοτε όμως, δεν υπάρχει ερέθισμα. Φοβάμαι το σκοτάδι, καθώς στερημένος από την όρασή μου, νοιώθω εκτεθειμένος σε άγνωστους κινδύνους. Ακόμη χειρότερα, φοβάμαι μην πεθάνω, ενώ δεν νιώθω κανένα δυσάρεστο νοσηρό σύμπτωμα. Απλώς φοβάμαι. Αυτό είναι φοβία ή και άγχος, εξαιρετικά δυσάρεστο. Αντίστοιχα μπορεί να έχω αβάσιμες ελπίδες. Αυτό είναι ευχάριστο. Γιατί όχι; Όμως η ελπίδα μπορεί να συνδέεται με μια πίστη. Και όπως η ελπίδα έτσι και η πίστη δεν επιδέχεται λογική βάση. Η λογική αλήθεια βρίσκεται εκεί όπου διασταυρώνονται το νοητό με το αισθητό. Η πίστη δεν έχει σχέση με το αισθητό.

Το ζεύγος της ελπίδας με την πίστη είναι πολύτιμο. Αυτό, μας συγκρατεί να αγωνιζόμαστε ακόμη και όταν κάθε λογική πιθανότητα έχει εκλείψει. Αν και υπ΄ αυτές τις συνθήκες η αποτυχία είναι η πιο πιθανή κατάληξη, όμως η ελπίδα με την πίστη μάς ωθούν να εξακολουθούμε να προσπαθούμε, να επιδιώκουμε τη λιγότερο πιθανή, αλλά όχι αδύνατη, κατάληξη. Και αν αυτό, το λιγότερο πιθανό, συμβεί, αυτό είναι το θαύμα. Θαύμα δεν γίνεται χωρίς πίστη. Εδώ υπάρχει ο κίνδυνος μιας σύγχυσης. Το “θαύμα” μπορεί να προσδοκάται αν είναι απίθανο, όχι αδύνατο. Αν σήμερα είναι Κυριακή, όση ελπίδα και πίστη και να έχουμε, είναι αδύνατο να ξημερώσει αύριο μέρα άλλη πλην της Δευτέρας. Ένα άλλο πρόβλημα που υπάρχει είναι η ελπίδα και η πίστη μας να θεμελιώνονται σε κάτι μεταφυσικό, το Θεό, ένα είδωλο, ή ακόμη και ένα σύγχρονο είδωλο, όπως η τεχνολογία. Αυτού του είδους η στάση μας, με την παθητική πίστη και ελπίδα, χωρίς δική μας συμμετοχή, οδηγεί ίσια στην υποδούλωσή μας. Αν πιστεύω στο Θεό, επειδή ελπίζω σε μια μεταθανάτια ανταμοιβή, αυτό είναι καθαρή υστεροβουλία. Αλλάζει το πράγμα αν ενεργώ όπως ενεργώ όχι για να κερδίσω κάτι, έστω και μεταθανάτια, αλλά επειδή έχω πειστεί ότι αυτό είναι το σωστό. Ελλοχεύει τότε ο κίνδυνος να επαναστατήσουμε, αλλά, αν η επανάστασή μας δεν καθοδηγείται από το Λόγο, υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες να καταρριφθεί η μεταφυσική πίστη μας, για να αντικατασταθεί από μιαν άλλη, εξίσου μεταφυσική.

Αν κάθε λογικό σύστημα εδράζεται σε ένα αναπόδεικτο αξίωμα (π.χ. ότι από ένα σημείο εκτός ευθείας μόνο μία παράλληλος άγεται) ή αν η πίστη μου έχει μεταφυσική αρχή, τότε και η ελπίδα μου είναι φρούδα. Υπάρχει κάποιο κριτήριο για να μας καθοδηγήσει προς μια σωστή κατεύθυνση, όπου το σωστή σημαίνει καθολικά παραδεκτή; Αν η πίστη είναι ένα είδος γνώσης που δεν έχει αφετηρία τις αισθήσεις μας και αν η ελπίδα είναι ένα συναίσθημα που συνδέει την πίστη με κάποιου είδους βούληση, ποια είναι αυτή η μη λογική βούληση; Την απάντηση μας τη δίνει επιγραμματικά ο Απόστολος των Εθνών: “νυνὶ  δἐ  μένει  πίστις,  ἐλπίς,  ἀγάπη,  τὰ  τρία  ταῦτα·  μείζων  δἐ  τούτων  ἡ  ἀγάπη“. Η αγάπη είναι τελικά το κριτήριο για το αν είναι βάσιμες η ελπίδα και η πίστη μας. Χωρίς αυτήν, η ελπίδα και η πίστη μετατρέπονται εύκολα σε μισαλλοδοξίες με ασύλληπτα καταστροφικά αποτελέσματα. Ας μην ξεχνάμε, επειδή η λογική απόδειξη στηριγμένη στις αισθήσεις μας λείπει, μόνη απόδειξη της αλήθειας της είναι ότι πείθει και άλλους. Και ο πειρασμός είναι μεγάλος. Προσπαθώ να πείσω τους άλλους με κάθε μέσο. Αν δεν πείθονται, απλώς τους σκοτώνω. “θάνατο στους απίστους!”

ΣΥΖΥΓΙΚΟΣ ΚΑΥΓΑΣ

Δημήτρης Αντων. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 15 Μαρτίου 2023

Νεόνυμφοι. Εκδρομή με τον αδελφό μου και τη γυναίκα του, επιστρέφαμε Κυριακή βράδυ. Άνεργος εγώ, χωρίς εισοδήματα η γυναίκα μου, δεν είχαμε αυτοκίνητο ούτε, επομένως, τη δυνατότητα να πάμε μόνοι μας κάπου. Κάποια στιγμή, λέω στη γυναίκα μου. “Σε έχω παρακαλέσει να μην τρως σκόρδο, γιατί θα πρέπει να φάω κι εγώ για να το αντέχω και δεν μπορώ να το κάνω, διότι θα βρωμάω στους αρρώστους μου που θα εξετάζω.” Αντέδρασε εκείνη. Μόλις λίγους μήνες παντρεμένοι, δεν ξέραμε και καλά ο ένας τον άλλον. “Αποκλείεται! Λίγη σκορδαλιά έφαγα την Παρασκευή μεσημέρι. Αποκλείεται να μυρίζω τώρα”. Υπήρχε ένταση που μόλις κρυβόταν μπροστά στον αδελφό μου και τη νύφη μου. Εκείνη ανέλαβε τη διαιτησία. “Ναι, μυρίζει πραγματικά σκορδίλα”. Ο καυγάς με δυσκολία συγκρατιόταν. Ο αδελφός μου, που οδηγούσε, πήγαινε αργά πίσω από ένα ημιφορτηγό, καθώς ο τοπικός δρόμος ήταν στενός και δεν μπορούσε να προσπεράσει. Κάποια στιγμή μας λέει: “Για κοιτάξτε μπροστά!” Τα δικά μας παράθυρα ανοιχτά καλοκαιριάτικα, το ημιφορτηγό ανοιχτό και ήταν τίγκα γεμάτο πλεξούδες σκόρδο! Περιττό να περιγράψω τo ξεκαρδιστικό γέλιο που διέλυσε την ένταση.

Ναι, έτσι. Ακόμη και με τις καλύτερες προθέσεις, δεν αντιλαμβανόμαστε ό,τι πραγματικά αισθανόμαστε, αλλά την ερμηνεία που κάνομε σε ό,τι βλέπομε, ακούμε, πιάνομε κλπ. Έτσι, το ίδιο σχήμα ο ένας ανυποχώρητα υποστηρίζει πως είναι ένα 9 και ο άλλος, που το βλέπει από απέναντι, με την ίδια ισχυρογνωμοσύνη, υποστηρίζει πως είναι 6. Καθένας μπορεί να έχει για το καθετί μια άποψη. Ολοκληρωτική γνώση όμως είναι αδύνατο να την έχει οποιοσδήποτε. Γι΄ αυτήν θα χρειαζόταν να έχομε τις άπειρες απόψεις από όλες τις μεριές. Το ολοκλήρωμα όλων αυτών αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Προφανώς άπειρες απόψεις δεν μπορούν να υπάρχουν. Μπορούν όμως να υπάρχουν πάρα πολλές. Αν αυτές είναι οι απόψεις ενός τυχαίου δείγματος του συνόλου, πλησιάζουν σημαντικά την πραγματικότητα, όχι όμως στο σημείο να συμπίπτουν απόλυτα μ΄ αυτήν. Εξάλλου, ποιο είναι αυτό το ολοκλήρωμα;    Ο απλούστερος τρόπος να το πλησιάσουμε είναι να πάρουμε, αντ΄ αυτού, το μέσο όρο ή την πλειοψηφία των απόψεων, έτσι στατιστικά. Τώρα πλησιάζομε την αλήθεια, αλλά εξακολουθούμε να μη φθάνουμε την Άπειρη, Αιώνια, Αλήθεια, που, ακόμη κι αν υπάρχει (κανένας δεν μπορεί να το βεβαιώσει), είναι άπιαστη. Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε;

Από τις περασμένες εμπειρίες μας σχηματίζομε μια εικόνα, μια θεωρία, που, προσωρινά τουλάχιστον, με επίγνωση της προσωρινότητάς της, τη δεχόμαστε ως αληθινή. Κάνομε λοιπόν μια υπόθεση πως, αν ισχύει, οφείλουν να είναι τα πράγματα αυτή τη στιγμή που τα παρατηρούμε όπως τα προσδοκούμε από την περασμένη εμπειρία μας. Αν είναι, ενισχύεται η θεωρία μας. Αν όχι, πρέπει να αλλάξουμε θεωρία και να υιοθετήσουμε άλλη, που και στην περασμένη εμπειρία μας ταιριάζει, αλλά και στην παρούσα που αυτή τη στιγμή παρατηρούμε. Αυτή είναι η διαδικασία που ακολουθεί η επιστήμη και προχωρεί ακάθεκτη προς την ανακάλυψη της Αλήθειας.

Τα παραπάνω έχουν ισχύ σε όλα τα πεδία του επιστητού. Πέρα από τις φυσικές επιστήμες, ισχύουν και στις κοινωνικές και στις ανθρωπιστικές. Και καθοδηγούν τις πράξεις μας, στο τι πρέπει να κάνουμε, στην κοινωνική βούληση δηλαδή, την ηθική. Μόνο γνώστες, με εμπειρία και γνώση επιτρέπεται επομένως να διατυπώνουν μια λύση για τα υπάρχοντα προβλήματα. Αυτός είναι ο κύριος ρόλος μιας κυβέρνησης, να διατυπώνει λύσεις για τα υπάρχοντα προβλήματα, δηλαδή να παράγει νομοσχέδια. Όμως, τη λύση δεν την εφαρμόζει η κυβέρνηση, αλλά ο λαός. Αν όχι, με την κρατική εξουσία που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση μπορεί να την επιβάλλει βίαια, κατασταλτικά. Γι΄ αυτό, πριν γίνει το νομοσχέδιο νόμος που επιβάλλεται υποχρεωτικά, πρέπει να έχει εγκριθεί από ένα σώμα που έχει ικανοποιητικά, κατά το δυνατό, σφαιρική, άποψη για το τι θέλει ο λαός. Ό,τι ξέρω, μπορεί να το ξέρει όλος ο κόσμος. Το τι θέλω όμως, εγώ είμαι ο μόνος στον κόσμο που το γνωρίζει, κανένας άλλος. Ούτε ένας πληρεξούσιός μου, που τον έχω επιλέξει εγώ ο ίδιος, δεν το γνωρίζει, πέρα από το πολύ συγκεκριμένο θέμα που του έχω εμπιστευτεί. Από το σύνολο αυτών που εκφράζουν άποψη για το τι θέλουν προκύπτει το ολοκλήρωμα της βούλησης ενός λαού στο σύνολό του. Σε μια δημοκρατία το σύνολο του λαού αποφασίζει για το ποια από τα νομοσχέδια που προτείνει η εκλεγμένη κυβέρνηση, οι στρατηγοί των Αθηναίων, θα γίνει νόμος. Αυτό γινόταν στην αρχαιότητα με την εκκλησία του δήμου και στα νεότερα χρόνια με τα δημοψηφίσματα, που όλα τα καθεστώτα, ακόμη και οι μοναρχίες, αναγνωρίζουν ότι εκφράζουν τη βούληση του λαού. Στην αρχαιότητα είχαν αναγνωρίσει ότι ένα δημοψήφισμα που μπορεί να απαντήσει με ένα ναι ή ένα όχι σε συγκεκριμένο ερώτημα, δεν εκφράζει παρά μανιχαϊστικά (ή καλό ή κακό) μια συγκεκριμένη πρόταση, ακόμη και όταν καμιά από τις δύο επιλογές δεν ικανοποιεί τη λαϊκή βούληση. Γι΄ αυτό είχαν και τη βουλή, που τα μέλη της επιλέγονταν με κλήρο μεταξύ του συνόλου του λαού, όπως γίνεται σήμερα στα ορκωτά δικαστήρια σε μερικά τουλάχιστον κράτη. Η βουλή παρείχε τη δυνατότητα της διαβούλευσης, δηλαδή να εκφράσουν γνώμη και άποψη όλα τα μέλη της, να συζητηθεί, να αντικρουστεί από άλλους και όχι μόνο μια απάντηση στο δίλημμα ναι-όχι. Η λύση δεν είναι τέλεια, αλλά είναι η καλύτερη δυνατή για να συμπίπτουν οι νόμοι με την επικρατούσα βούληση, την τρέχουσα επικαιρότητα. Εξάλλου οι νόμοι οφείλουν να παρέχουν τη δυνατότητα όχι της παράβασής τους, αλλά της νόμιμης εναλλακτικής λύσης στα υπάρχοντα προβλήματα, έτσι που η μυρωδιά του σκόρδου να μη οφείλεται αποκλειστικά στη βρώση του, αλλά στο ημιφορτηγό που προηγείται και μεταφέρει πολυάριθμες πλεξούδες σκόρδου.

Ένα σύνολο αντέχει καλύτερα σε εξωτερικές επιβουλές (που ποτέ δεν λείπουν), είτε είναι από φυσικές “θεομηνίες” είτε από κακοβουλίες άλλων λαών, όταν είναι ενωμένο, χωρίς εσωτερικές αντιφάσεις, χωρίς συζυγικούς καυγάδες. Αυτή η ενότητα μπορεί να επιβληθεί από ένα μονάρχη, αλλά τότε οι διαφορετικές απόψεις σιγοβράζουν και είναι άγνωστο σε ποια ακατάλληλη στιγμή θα εκδηλωθούν με απρόβλεπτες συνέπειες. Αντί για τη μοναρχία, επομένως, μένει η δημοκρατία με όρους σαν αυτούς που διατυπώσαμε παραπάνω. Σε έκτακτες περιστάσεις που απαιτούν άμεση λήψη αποφάσεων, μπορεί η δημοκρατία να εκχωρεί για συγκεκριμένο, προδιαγεγραμμένο χρόνο, έκτακτες προδιαγεγραμμένες εξουσίες στην κυβέρνηση. Τέτοιες εξουσίες λήγουν αυτόματα μετά την παρέλευση του συγκεκριμένου χρόνου. Ο λαός μένει έτσι κυρίαρχος.

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ

Δημήτρης Αντων. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 14 Μαρτίου 2023

Διάβαζα: Τσεχία: Ο πρόεδρος Ζέμαν χαρακτήρισε «αηδιαστικά» τα διεμφυλικά άτομα.

Το ανθρώπινο είδος ξεκίνησε, όπως όλα τα ζώα, υπακούοντας απαρέγκλιτα στους φυσικοχημικούς και βιολογικούς νόμους. Με τις ιδιαίτερες ικανότητες που το εξόπλισε η διαρκής επιλογή, ανέπτυξε Λόγο που άρχισε να αμφισβητεί τους φυσικούς νόμους. Χάρη στο Λόγο, μαζί με τις δύο όψεις της προσωπικότητάς του, κοινές για όλα τα ανώτερα ζώα, την αισθητή και τη νοητή, ανέπτυξε έντονα και μια τρίτη, την κοινωνική. Χάρη στο Λόγο, μπόρεσε να αντισταθμίζει ακόμη και τους ανελαστικούς φυσικούς νόμους, το κρύο (φωτιά), την τριβή (τροχός), τη βαρύτητα (αερόστατα, αεροπλάνα πύραυλοι) κλπ. Αύξησε λοιπόν τις επιλογές, την ελευθερία δηλαδή, του αισθητού Εγώ, αλλά με τίμημα την εξάρτηση από τους κοινωνικούς νόμους. Η πρόοδος των φυσικών επιστημών απαιτούσε εξειδίκευση και επομένως καθένας είναι περισσότερο εξαρτημένος από τα λοιπά έλλογα όντα του περιβάλλοντός του, υφιστάμενος τον κίνδυνο της “εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο”, μείωση της ελευθερίας του κοινωνικού Εγώ.

Η δομή της κοινωνίας στηρίχτηκε στην οικογένεια που έχει φυσική, βιολογική βάση. Η φυσική οικογένεια αποτελείται από τη μητέρα με τα παιδιά της. Ο δεσμός μεταξύ τους εξασφαλίζεται στα θηλαστικά με αμοιβαία αντανακλαστικά, διέγερση των θηλών της μητέρας και των χειλιών του βρέφους που έχουν συμπληρωματική ανατομική κατασκευή. Στην ανθρώπινη κοινωνία η οικογένεια περιέλαβε και τον πατέρα, ο οποίος, για να είναι γνωστός, έπρεπε να εξασφαλίσει τη μονογαμία των γυναικών. Και σ΄ αυτή τη μορφή ο πατέρας κατέλαβε δεσποτική θέση που διατηρήθηκε για χιλιάδες χρόνια και έφθασε σε υπερβολές σκληρής καταπίεσης των γυναικών. Η γυναίκα ζούσε στο σπίτι με το μονότονο ρόλο της εστιάδας (φύλακος της φωτιάς), συζύγου, και μητέρας των παιδιών του αποκλειστικού άντρα της. Ο άντρας λειτουργούσε έξω από το σπίτι με διαρκώς αυξανόμενη ποικιλία ρόλων, που απάρτιζαν την κοινωνία και εξασφάλιζε τη διατροφή της οικογένειας που, έτσι, εξαρτιόταν απόλυτα από αυτόν. Ο Χριστός αντέδρασε στην πατριαρχική οικογένεια που γινόταν εμπόδιο στην αγάπη μεταξύ όλων των ανθρώπων. “Μ νομίσητε  τι  ἦλθον  βαλεῖν  εἰρήνην  επί  τν  γν,  ἀλλά  μάχαιραν.  Ἦλθον  γὰρ  διχάσαι  ἂνθρωπον  κατὰ  τοῦ  πατρός  αὐτοῦ  καὶ  θυγατέρα  κατὰ  τῆς  μητρὸς  αὐτῆς  καὶ  νύμφην  κατὰ  τῆς  πενθερᾶς  αὐτῆς.  Κα  χθρο  το  ανθρώπου  ο οκιακο ατο“.

Στο μεταξύ η επιστήμη προοδεύει μονόδρομα. Ανάγκασε τη γυναίκα να βγει από το σπίτι, στην παραγωγή και να χειραφετηθεί. Η κοινωνία μεριμνά για τα μέλη της, υποκαθιστώντας την οικογένεια. Η δομή και η λειτουργία της, για να είναι αρμονικές, πρέπει να στηρίζονται αφενός στους φυσικούς νόμους, ώστε να είναι δυνατό να εφαρμοσθούν, και αφετέρου στις επιθυμίες των πολιτών της, ώστε αυτοί ευχαρίστως να προσαρμόζονται στις επιταγές της. Μόνον έτσι εξασφαλίζεται η ευδαιμονία των πολιτών. Οι φυσικές επιστήμες, με εργαλείο τους την τεχνολογία, άνοιξαν το δρόμο για τέτοια δυνατότητα.

Όμως η τεχνολογία αυτονομήθηκε και άρχισε να επιβάλει τους δικούς της κανόνες, Τώρα οι άνδρες και οι γυναίκες έγιναν ίσοι, αντί να είναι ισοδύναμα μέλη της κοινωνίας, με συμπληρωματική μεταξύ τους φυσική λειτουργία. Ίσοι σημαίνει ίδιο, όχι συμπληρωματικό, ρόλο και ανάπτυξη ανταγωνισμού μεταξύ ανδρών και γυναικών, που, με τη σειρά του, οδηγεί σε διάλυση της οικογένειας. Κι αυτή η πορεία συνεχίζεται με απρόσμενες συνέπειες.

Οι πολίτες τώρα μπορούν να έχουν όχι το φύλο με το οποίο γεννήθηκαν, αλλά εκείνο που επιλέγουν. Η τεχνολογία μπορεί να το επιτύχει με κατάλληλες χειρουργικές επεμβάσεις, έστω και αν (ακόμη;) δεν μπορούν να γίνουν μητέρες οι άντρες που απόκτησαν γυναικεία έξω γεννητικά όργανα. Αλλά, και χωρίς ανατομική μεταβολή, ο ετεροφυλόφιλος δεσμός που επικρατεί στη φύση, λόγω της συμπληρωματικής κατασκευής των έξω γεννητικών οργάνων των ατόμων και είναι γόνιμος, αντικαθίσταται με κάθε άλλου είδους δεσμό, ομοφυλόφιλο, παιδόφιλο, σαδομαζοχιστικό κλπ. Ωστόσο, άλλο πράγμα είναι η προτίμηση ομόφυλου ή ετερόφυλου συντρόφου και άλλο η αλλαγή φυλετικής ταυτότητας. Σ΄ ένα ζευγάρι ομοφυλοφίλων δεν είναι το ένα μέλος άντρας, το άλλο γυναίκα.

Αυτή η εξέλιξη με διάλυση της οικογένειας όμως δεν είναι ούτε φυσική ούτε ελεύθερη επιλογή των ατόμων. Είναι χειραγωγημένη από την ολιγαρχία που κυριαρχεί στην κοινωνία. Τα ουρητήρια είναι κοινά, στα σχολεία αποφεύγονται αντωνυμίες όπως “αυτός”, “αυτή”, και αντικαθίστανται από το ουδέτερο “αυτό”. Παραδοσιακά παιχνίδια για αγόρια και κορίτσια (στρατιωτάκια, κούκλες κλπ) απαγορεύονται. Τα ΜΜΕ εμφανίζουν όλο και περισσότερο καταστάσεις στις οποίες επικρατούν αποκλίσεις από το συνηθισμένο φυσικό προσανατολισμό. Και όλα αυτά όχι για χάρη μιας παγκόσμιας Χριστιανικής αγάπης, αλλά μιας παγκόσμιας ισοπεδωτικής υποδούλωσης στην οικονομικο-πολιτικο-στρατιωτική ολιγαρχία που μας κυβερνά, καταργώντας την άμυνα της οικογένειας.

Οι κοινωνικοί κανόνες δεν διέπονται από τη βούληση των ατόμων που αποτελούν την κοινωνία, αλλά από τη βούληση μιας ολιγαρχίας που έχει οικονομική βάση και απαιτεί να είναι η κοινωνία εργαλείο της. Οι νόμοι επιβάλλονται από μια ηγεσία που διαθέτει τους μηχανισμούς να τους επιβάλει, ενώ οι πολίτες επιλέγουν στα πλαίσια ενός καταλόγου υποψηφίων που έχει προαποφασίσει η ολιγαρχία, τα κόμματα. Έτσι, οι σύγχρονες κοινωνίες όχι μόνο δέχονται τη νομιμοποίηση θεσμοθετημένου γάμου ομοφυλοφίλων (δικαίωμά τους!), αλλά και εμποδίζουν τη δημιουργία συνείδησης του φυσικού φύλου στα παιδιά με την παιδεία που τους παρέχουν. Οι πολίτες δεν είναι άντρες και γυναίκες, αλλά ουδέτερα άτομα.

Η ανάπτυξη της γενετήσιας επιθυμίας είναι αμιγώς βιολογικό φαινόμενο: Ωρίμανση κάποιων αδένων οδηγεί στην ανάπτυξη των αναπαραγωγικών οργάνων και ευαισθητοποίησή τους έτσι που ο ερεθισμός τους να οδηγεί σε θετική ανάδραση συνοδευόμενη από ηδονή ως τον οργασμό. Ο φυλετικός προσανατολισμός όμως είναι σ΄ αυτή τη φάση επίκτητος. Ωστόσο, δεν είναι ελεύθερη επιλογή, αλλά καθορίζεται από εξαρτημένα αντανακλαστικά που σχηματίζονται ανάλογα με τα ερεθίσματα που επικρατούν στη φάση της ωρίμανσης. Η συμπληρωματική κατασκευή των γεννητικών οργάνων στο αρσενικό και το θηλυκό φύλο και η συμβίωση με άλλα όντα του ίδιου είδους δημιουργεί κατά προτίμηση ετερόφυλους δεσμούς. Η τεχνητή όμως διαβίωση διαμορφώνει άλλες σχέσεις, Μακρά ομόφυλη συμβίωση όπως σε στρατόπεδα (π.χ. αρχαία Σπάρτη), μοναστήρια, παρθεναγωγεία, μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία συχνών ομόφυλων σχέσεων. Η προσπάθεια για απελευθέρωση του ανθρώπου από τη φυσική καταπίεση προώθησε τη βιομηχανική και τη συνοδό καπιταλιστική κοινωνία, στην οποίαν είναι απαραίτητη η ίση συμβολή και των δύο φύλων που διαλύει την οικογένεια.

Από την “αηδία” του κ. Ζέμαν ως την αιτιολογική αντιμετώπιση του προβλήματος υπάρχει χάος. Η Φύση είναι αμείλικτη. Υπάρχει χωρίς τον Άνθρωπο που δε ζει χωρίς εκείνη. Πώς θα αντιδράσει; Άγνωστο.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΕΓΩ ΕΝΑΝΤΙ ΑΙΣΘΗΤΟΥ ΚΑΙ ΝΟΗΤΟΥ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 11 Μαρτίου 2023

Οι κλασσικοί φυσικοί νόμοι κατέρρευσαν όλοι, με μοναδική εξαίρεση που είχε διατυπώσει ο Ηράκλειτος: “Τὰ πάντα ρεῖ“. Τα πάντα στον κόσμο αλλάζουν, με πορεία από την τάξη προς την αταξία: Εντροπία. Παρόλη την παγκόσμια ισχύ του νόμου, εμείς παρατηρούμε μια αντίθετη πορεία από την αταξία προς μια όλο και πιο πολύπλοκη οργάνωση. Από το Χάος στη δημιουργία Γαλαξιών, μέσα τους γέννηση Πλανητικών συστημάτων, σε ένα από αυτά, που ξέρομε λίγο καλύτερα, την εμφάνιση ζωής, που πορεύεται σε ολοένα πιο οργανωμένα όντα, στον Άνθρωπο, που οργανώνεται παραπέρα στο πιο πολύπλοκο οργανωτικό σύστημα που ξέρομε, στην Κοινωνία.

Τα υπάρχοντα όντα έχουν τρεις υποστάσεις: Σε σχέση με το φυσικό περιβάλλον τους (Αισθητό Εγώ), σε σχέση μόνο με τον εαυτό τους (Νοητό Εγώ) και σε σχέση με το ομοειδές περιβάλλον τους (Κοινωνικό Εγώ). Στα ζώα το Κοινωνικό Εγώ είναι υποτυπώδες. Κάποια ζώα, τα αγελαία, ζουν “ελεύθερα”, υποκείμενα μόνο στους κινδύνους που τους επιβάλλει το περιβάλλον και που τους αντιμετωπίζουν με το αισθητό Εγώ τους, τη λειτουργία του σώματός τους. Άλλα ζώα ζουν υποχρεωτικά κοινωνικά, όπου καθένα κάνει κάτι διαφορετικό από τα άλλα, αλλά όλα μαζί υπηρετούν, με φυσικά αντανακλαστικά, τον κοινό σκοπό, που είναι κυρίως η δημιουργία συνθηκών για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών απειλών (στέγαση, σίτιση κλπ). Ο άνθρωπος, μόνος στο ζωικό βασίλειο έχει αναπτυγμένο κοινωνικό Εγώ, τέτοιο που μπορεί να επιλέγει πόσο αγελαία και πόσο κοινωνικά επιθυμεί να ζει: Είναι πολιτικό ζώο. Βιολογική διαφορά μεταξύ φυσικής κοινωνίας (π.χ. εντόμων) και ανθρώπινης είναι ότι η πρώτη στηρίζεται σε φυσικά αντανακλαστικά, ενώ η δεύτερη σε δευτεροβάθμια εξαρτημένα (ικανότητα μάθησης).

Οι κοινωνίες διαρκώς εξελίσσονται. Ισχύει και γι΄ αυτές ο νόμος του Ηράκλειτου. Αρχικά, οι άνθρωποι ζούσαν αγελαία. Χάρη στην ιδιάζουσα κατασκευή τους (δυο χέρια με δυο πόδια, νευρικό σύστημα ικανό να σχηματίζει δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά), προχώρησε από τη φάση της καρποσυλλογής και θήρας, στην καρποκαλλιέργεια και εκτροφή ζώων. Αυτό επιτεύχθηκε με επιβολή περιορισμών. Στη φάση της αναπαραγωγής δεν έπρεπε να θυσιαστούν ζώα για να προλάβουν να πολλαπλασιαστούν. Απαγορευμένος καρπός. Δημιουργήθηκε η κοινωνία. Αρχικά, οι πατέρες ήταν άγνωστοι. Με την εμφάνιση της αναπαραγόμενης περιουσίας, έπρεπε να διατηρηθεί η φροντίδα της προς όφελος όλης της κοινότητας των ανθρώπων. Με άγνωστο τον πατέρα, η φροντίδα μεταβιβαζόταν από μητέρα στα κορίτσια, παρακάμπτοντας τα αγόρια. Αυτά έπρεπε να απομακρυνθούν βρίσκοντας ταίρι σε άλλες κοινότητες. Απαγόρευση αιμομιξίας. Κάλυψη των γεννητικών οργάνων με φύλλα συκιάς. Μητριαρχία. Η ύπαρξη περιουσίας έγινε αιτία βίας. Άλλοι προσπαθούσαν να σφετεριστούν την έτοιμη αναπαραγόμενη περιουσία. Η βία για να φάει κανιβαλικά ο νικητής τον ηττημένο δεν άξιζε τον κίνδυνο που συνεπαγόταν. Όμως, για να αποκτηθεί το κοπάδι ή το καλλιεργημένο χωράφι, άξιζε, αφού θα εξασφάλιζε τροφή ισόβια (θα γίνετε αθάνατοι, είχε πει ο όφις στους Πρωτοπλάστους). Μυϊκά ισχυρότεροι οι άντρες ανέλαβαν να προστατεύουν το βιος τους και να προσπαθούν να αποκτήσουν το ξένο. Εκτεταμένη ομαδική βία, άλλαξε τα πράγματα. Πατριαρχία. Μεταβίβαση της περιουσίας από πατέρα σε γιο, παρακάμπτοντας τις θυγατέρες. Μονογαμία των γυναικών χρειαζόταν για να αναγνωρίζεται η πατρότητα των παιδιών. Στην πατριαρχική κοινωνία μέλη της κοινωνίας ήταν μόνον οι άντρες. Αυτοί έκαναν καθένας κάτι διαφορετικό, για κοινό σκοπό. Ο ρόλος των γυναικών ήταν μονότονος. Όλες ήταν εστιάδες για να μη σβήσει η πολύτιμη φωτιά, σύζυγοι των αντρών τους και μητέρες των παιδιών του συζύγου τους. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε για χιλιάδες χρόνια. Ώσπου με τους μεγάλους Παγκόσμιους πολέμους, καθώς οι άντρες έλειπαν, οι γυναίκες έπρεπε να αναλάβουν την ευθύνη για τους ποικίλους κοινωνικούς ρόλους. Έγινε η χειραφέτηση των γυναικών. Με κάποιες παραλλαγές, αυτή ήταν η εξέλιξη της ανθρωπότητας ως τώρα. Όλη αυτή η οργάνωση απαιτούσε κανόνες, που ποινικά ανάγκαζαν καθένα να τους ακολουθεί. Αν σ΄ αυτή τη διαδικασία επιβάλλονταν κοινωνικοί κανόνες ασύμβατοι με τους φυσικούς νόμους, το αποτέλεσμα ήταν ολέθριο για την κοινωνία, που βάδιζε προς τη διάλυσή της. Είναι αδύνατη π.χ. η κατάργηση της γενετήσιας ηδονής  που θα επιτευχθεί οπωσδήποτε (αυτοϊκανοποίηση, σύντροφος, ονείρωξη).

Η λειτουργία της κοινωνίας απαιτούσε επικοινωνία. Αρχικά επρόκειτο για ανταλλαγή συναισθημάτων. Όπως στα υπόλοιπα ζώα, γινόταν με ποικίλες εκδηλώσεις του αισθητού Εγώ, γέλιο, κλάμα, άναρθρες κραυγές κλπ. Αυτές έχουν ενταχθεί στις σύγχρονες γλώσσες στα επιφωνήματα. Με την κατανομή του έργου που έγινε στην κοινωνία, άρχισε και η διαφοροποίηση των κραυγών. Αρχικά ήταν μιμήσεις φυσικών ήχων. Καθώς με το κόψιμο των δέντρων ακούονταν κοπ-κοπ, οι άνθρωποι το ονόμασαν κόπ-τω. Με τη βραδεία πρόοδο ξεχώρισαν λεκτικά τις δύο μεγάλες φυσικές οντότητες, την ύλη και την ενέργεια, με έναρθρους ήχους που σήμερα ονομάζομε αντίστοιχα ουσιαστικά και ρήματα. Βαθμιαία δημιουργήθηκαν και τα υπόλοιπα μέρη του λόγου. Η επικοινωνία ήταν πια κυρίως φωνητική, ενώ οι σωματικές εκδηλώσεις περιορίζονταν στην ανταλλαγή μόνο συναισθημάτων. Η γνώση που προέκυπτε με την εμπειρία έπρεπε, και μπορούσε πια, να μεταφέρεται από τον ένα στον άλλον και από γονιό σε απόγονο. Αυτή η επικοινωνία όμως είχε περιορισμένο βεληνεκές. Χρειαζόταν και αρχειοθέτησή της. Στην αρχή γινόταν με εικονίδια που συμβόλιζαν έννοιες: Ιδεογράμματα. Το πλήθος των αναγκαίων συμβόλων ήταν τεράστιο και προσιτό επομένως μόνο σε μια περιορισμένη, άρχουσα, ιερή, κάστα. Και έγινε το μεγάλο άλμα υποτυπωδώς από τους Φοίνικες και τελειοποιήθηκε από τους Έλληνες με την επινόηση της αλφαβητικής γραφής. Τώρα υπήρχε “ιδανική” (Μ. Τριανταφυλλίδης) ορθογραφία που έδειχνε με ξεχωριστό γράμμα τον κάθε φθόγγο και κάθε γράμμα της είχε πάντα την ίδια φωνητική αξία . Η γραφή δεν συμβόλιζε έννοιες, αλλά λέξεις που συμβολίζουν έννοιες. “Μόνος λόγος ύπαρξης της γραφής είναι να παραστήσει τη γλώσσα” (F. Saussure). Χάρη στη φωνητική γραφή, όποιος μιλούσε Ελληνικά μάθαινε πανεύκολα να γράφει και να εκφέρει την άποψή του (ισηγορία), θεμελιώδες συστατικό της δημοκρατίας, από την οποία ανέκυψε ο Ελληνικός πολιτισμός με παγκόσμια εμβέλεια. Η γλώσσα ακολουθεί το γενικό κανόνα: Εξελίσσεται αυτόματα από μάνα σε τέκνα. Η γραφή όμως μαθαίνεται στα σχολεία, όπως την επιβάλλουν οι κανόνες. Βίαια επομένως, αφού η ανορθογραφία έχει ποινικές συνέπειες. Ο ανορθόγραφος δεν προσλαμβάνεται εύκολα σε δημόσια θέση. Η γραφή όφειλε έτσι να εξελίσσεται κι αυτή, για να επιτελεί το θεμελιώδη σκοπό της. Αντ΄ αυτού από τη φωνητική γραφή της Ελληνικής και της Λατινικής έχομε σήμερα γραφές που συμβολίζουν την αρχαία γλώσσα και όχι τη σύγχρονη, όπως στη Νεοελληνική, Γαλλική κλπ. Η ισηγορία πλήττεται.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 9 Μαρτίου 2023

Είχα ένα ραντεβού σε δημόσια υπηρεσία: Λ. Αλεξάδρας 119, την 19.01.23, ώρα 09.44. Ήμουν στην ώρα μου, στο σωστό μέρος, δήλωσα το όνομά μου. Ο υπάλληλος όμως ζήτησε αστυνομική ταυτότητα. Καλά, αφού εγώ είμαι εγώ ο ίδιος, τι τη θέλει την ταυτότητα;

“Εγώ ο νοητός”, αυτό που εννοώ συνήθως όταν λέω απλώς “Εγώ”, ισχύει αποκλειστικά και μόνο για μένα, διότι το νοητό Εγώ είναι άβατο για οποιονδήποτε άλλον εκτός από εμένα. Για την κοινωνία είμαι “Εγώ ο κοινωνικός”. Αυτό σημαίνει ότι στην κοινωνία δεν κάνω ό,τι θέλω, αλλά παίζω ένα ρόλο, όπως ο ηθοποιός υποδύεται ένα ρόλο στο ενιαίο έργο, και εγώ, κοινωνικά, ταυτίζομαι με το ρόλο μου. Ό,τι με αφορά κοινωνικά, επαγγελματικά, πολιτικά, οικογενειακά, φιλικά κλπ στηρίζεται στην ταύτισή μου με το ρόλο που διαδραματίζω στην κοινωνία. Αυτή η ταύτιση συμβολίζεται πρώτιστα με το όνομά μου. Η ταύτιση του ονόματός μου με εμένα πιστοποιείται από το πιο αξιόπιστο στοιχείο της κοινωνίας μου, την αστυνομική μου ταυτότητα. Εναλλακτικά πιστοποιείται με μαρτυρίες. Ήταν στην ονοματοδοσία μου ένας εντεταλμένος εκπρόσωπος της πολιτείας (ιερέας, δήμαρχος κλπ), μαζί με κοινωνικούς μάρτυρες, τουλάχιστο ένα, τον ανάδοχο, και τους γονείς μου. Ωστόσο, η αστυνομική μου ταυτότητα μπορεί να πλαστογραφηθεί και οι μάρτυρες να είναι ψευδομάρτυρες. Τελικά μένει πια η προσωπική μου βία, του “αισθητού Εγώ” μου, που επιβάλλει στους γύρω μου ότι εγώ είμαι αυτός που είμαι, κάτι που ηχεί περιττό, παράλογα αυτονόητο, αφού είναι λογική ταυτότητα. Κι όμως, τίποτε από αυτά δεν αποκλείεται. Τα παραπάνω δείχνουν, μεταξύ των άλλων, και την αναγκαιότητα της εξουσίας, που αυτή θα ορίσει το εντεταλμένο όργανο που βεβαιώνει την ταυτότητά μου, αστυνομία, δήμαρχο, ληξίαρχο κλπ. Χωρίς αυτήν η κοινωνία διαλύεται. Αλλά και η κοινωνία έχει ταυτότητα.

Η ταυτότητα της κοινωνίας είναι το κράτος. Στους αρχαίους προγόνους μας, όπως και σε άλλους λαούς, π.χ. Ρωμαίους, το κράτος συνέπιπτε με την πόλη. Η πόλη (άστυ) ήταν αρχικά ο τόπος όπου συνέρρεαν οι μεταφορείς εμπορευμάτων που περίσσευαν από τους παραγωγούς τους για ανταλλαγή με άλλους που αυτά τους έλειπαν, ενώ διέθεταν άλλα προϊόντα που δεν υπήρχαν στους πρώτους. Η δημιουργία της πόλης απαιτούσε, για την αυτοδιατήρησή της και άλλους, ναυτικούς, οικοδόμους, φρουρούς, παρόχους κάθε είδους υπηρεσιών, ένα κώδικα επικοινωνίας, όπως είναι η γλώσσα, κάποιους που επέβλεπαν την τήρηση των παραπάνω, όπως ήταν οι ιερείς για την εισαγωγή στην κοινωνία, έξοδο, παραμονή σ΄ αυτήν κλπ “ιερά μυστήρια”. Εναλλακτικά το κράτος αποτελούνταν από πιο χαλαρές κοινότητες, όπως στα ποικίλα αρχαία βασίλεια, και μετέπειτα στις αυτοκρατορίες, που αναγνώριζαν νόμιμες διαφορές μεταξύ κοινοτήτων με διαφορετική γλώσσα και/ή θρησκεία, αλλά υπηκόων στον ένα μονάρχη με όλες τις παρενέργειες της μοναρχίας. Οι αυτοκρατορίες εξελίχτηκαν στο κράτος-έθνος, όπου λίγ΄ ως πολύ σε ένα τόπο καθορισμένο, αναγνωρισμένο βίαια ή με συμβόλαιο από τα άλλα κράτη, ζούσαν άτομα ομοεθνή, με την ίδια γλώσσα, θρησκεία, έθιμα. Καθώς η απόλυτη εφαρμογή τέτοιου σχεδίου ήταν αδύνατη, διατηρούνταν μειονότητες που όμως ήταν υποχρεωμένες, με ποινή την εξαφάνισή τους (π.χ. εξοστρακισμός, εθνοκάθαρση, γενοκτονία), να πειθαρχούν σε ό,τι αποφάσιζε η εθνική πλειοψηφία. Τα τελευταία χρόνια το κράτος-έθνος έχει αρχίσει να υποχωρεί σε κράτος-μέλος, (συνομοσπονδία), στα πρότυπα των αρχαίων αμφικτυονιών, όπου μέρος της εθνικής κυριαρχίας όλων εκχωρείται στη συνομοσπονδία (π.χ. Ευρωπαϊκή Ένωση). Με οποιονδήποτε τρόπο, η έννοια της ταυτότητας και εξουσίας του κράτους διατηρείται. Κι όμως, μπορεί να αμφισβητείται. Η αμφισβήτηση προκύπτει από το ότι δεν πρόκειται για μια φυσική, βιολογική έννοια, αλλά για μια σύμβαση, το κοινωνικό συμβόλαιο (J. J. Rousseau). Αυτή η αντίφαση ανάμεσα στη φυσική και την κοινωνική υπόσταση φαίνεται σε πολλά πεδία. Φαίνεται στη σχέση ηθικής και δικαίου. Η ηθική εξελίσσεται αβίαστα, διαρκώς μεταβαλλόμενη, παριστάνοντας την κυρίαρχη βούληση της κοινωνίας. Το δίκαιο αποφασίζεται από κάποιον και είναι αμετάβλητο. Όταν έλθει σε κρίσιμη σύγκρουση με την ηθική, η πολιτεία κινδυνεύει. Παρόμοια αντίφαση υπάρχει ανάμεσα στη γλώσσα και τη γραφή. Όταν πρωτοεμφανίστηκε η αλφαβητική γραφή από τους Έλληνες εξελισσόμενη από τη Φοινικική γραφή, κάθε ακουστός φθόγγος αντιστοιχούσε σε ένα μόνο οπτικό σύμβολο, το γράμμα, και κάθε γράμμα σε ένα μόνο φθόγγο (φωνητική γραφή). Η γλώσσα όμως εξελισσόταν, αλλά η γραφή έμενε αμετάβλητη, έτσι που δεν αντιστοιχούσε πια στην ομιλούμενη γλώσσα. Αυτή εξελισσόταν αυτόματα από τη μητέρα (κυρίως) στο παιδί. Η γραφή όμως επιβαλλόταν βίαια από το δάσκαλο σύμφωνα με την απόφαση της πολιτείας. Η ποινή σήμαινε π.χ. πως ο ανορθόγραφος δεν παίρνει καλούς βαθμούς στις εκπαιδευτικές αξιολογήσεις, δεν προσλαμβάνεται εύκολα σε μια δημόσια θέση κλπ. Η κατάσταση αντιστράφηκε. Από εξάρτημα της γλώσσας η γραφή έγινε κυρίαρχός της.

Η ύπαρξη της κοινωνίας, από τότε που δημιουργήθηκε στον Homo sapiens, έγινε αναγκαία. Εκτός της δεν μπορεί πια να ζήσει κανένας εκτός αν είναι “θεός ή θηρίο” (Αριστοτέλης). Η επιβολή της απαιτεί την ύπαρξη κοινωνικά πιστοποιημένης ταυτότητας, όπως στα παραπάνω παραδείγματα, τόσο σε θεσμούς όσο και σε άτομα. Αυτού του είδους η ταυτότητα σημαίνει την ύπαρξη βίας μικρού ή μεγάλου μεγέθους. Αυτή έρχεται σε αντιπαράθεση με την αγελαία ελευθερία, όπου το κάθε μέλος μιας ομάδας συμπεριφέρεται ανάλογα με τις προσωπικές του δυνατότητες. Δεν γίνεται αλλιώς. Όταν όμως η αντιπαράθεση μεταξύ της φυσικής, νοητής και αισθητής, υπόστασης από τη μια και κοινωνικής από την άλλη, γίνει κρίσιμη, η οργανωμένη κοινωνία, η πολιτεία, διαλύεται. Διαλύεται το ίδιο όπως αν απουσιάζει η εξουσία της. Είναι αναγκαίο, επομένως, η κοινωνία να συμπίπτει με την πολιτεία. Τέλειος τρόπος δεν υπάρχει. Η πλησιέστερη προσέγγιση που επιτεύχθηκε ποτέ στην ιστορία του ανθρώπου ήταν η αρχαιοελληνική δημοκρατία. Σ΄ αυτήν οι αξιωματούχοι (εκτός από ρόλους που χρειάζονται ειδικές γνώσεις και εμπειρία) κληρώνονταν από το σύνολο των πολιτών, μελών της κοινωνίας. Σ΄ αυτήν η γραφή ήταν υπηρέτης της γλώσσας, όχι το αντίθετο. Σ΄ αυτήν δόθηκε η δυνατότητα να αναπτυχθεί με αρμονικό τρόπο ο πολιτισμός, με το γνωστικό, επιστημονικό, στοιχείο του, το συναισθηματικό, καλλιτεχνικό και το βουλητικό, ηθικό στοιχείο του. Αυτή η πολιτεία (χρυσός αιώνας) δεν μπόρεσε να αντέξει στη βία παρά μόνο λιγότερο από ένα αιώνα. Ωστόσο, ο πολιτισμός που δημιούργησε επικράτησε διεθνώς και διαιώνια ως σήμερα. Ήδη η διεθνής βία, άμεση και έμμεση, δίνει τεράστια προτεραιότητα στον τεχνολογικό, γνωστικό, πολιτισμό έναντι των λοιπών στοιχείων του πολιτισμού. Η πανανθρώπινη, παμπλανητική θα έλεγα καλύτερα, ύπαρξη της πανέμορφης γης μας οδεύει ακάθεκτη προς τον όλεθρο.