ΝΑ ΛΕΜΕ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΛΑ      

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 10 Ιανουαρίου 2023

Έγραφα το 2021 πως δεν επιτρέπεται να ορκιζόμαστε. Τέλειωνα το άρθρο μου γράφοντας: “Ίσως θα έπρεπε να απαγορευθεί ο όρκος συνταγματικά και να αντικατασταθεί με το λόγο τιμής, με σοβαρές συνέπειες στην περίπτωση που παραβιάζεται. Το σύνταγμα δεν μπορεί να προδικάζει τι θα γίνει στον άλλο κόσμο”. Στήριζα την άποψή μου στο ότι είμαι Έλληνας και Χριστιανός. Ως Έλληνας θυμίζω ότι στις παραγγελίες των Δελφών γράφει μεταξύ άλλων: “ρκ μ χρ“. Και ως Χριστιανός, θυμίζω ότι ο Χριστός, κατά τον Ματθαίο, έλεγε: “γ δ λέγω μν μ μόσαι λως…στω δ λόγος μν να να, ο  ο“. Κι όμως θυμάμαι που όταν κάποιοι βουλευτές αρνήθηκαν να ορκιστούν με το χέρι τους στο Ευαγγέλιο, ο τότε Αρχιεπίσκοπος έγινε έξαλλος και το έδειχνε που αυτοί οι βουλευτές φέρονταν τόσο αντίχριστα. Και, όμως, σε εκείνη την περίπτωση, ο Αρχιεπίσκοπος φερόταν ως αντίχριστος, αφού ζητούσε να ορκισθούν οι βουλευτές με το χέρι στο Ευαγγέλιο που απαγορεύει τον όρκο!

Οι μάρτυρες μπορούσαν, αν ήθελαν να δώσουν θρησκευτικό όρκο: “Ορκίζομαι ενώπιον του Θεού να πω ευσυνείδητα όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να κρύψω τίποτε”. Σε ένα τέτοιο όρκο η ποινή, αν υπάρξει ψευδορκία, μπορεί να είναι γήινη, αλλά και μεταφυσική, στην αιώνια ζωή. Υπήρχε όμως και ο πολιτικός όρκος, χωρίς επίκληση του Θεού: “Δηλώνω στην τιμή και στη συνείδησή μου πως θα πω όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να κρύψω τίποτε”. Όπως έγραψα ήδη, αποδοκιμάζω το θρησκευτικό όρκο, ακριβώς επειδή είμαι Χριστιανός και Έλληνας.

Ήμουν μάρτυρας πρόσφατα σε ένα πενταμελές δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Η πρόεδρος μου ζήτησε να πω: “Δηλώνω στην τιμή και στη συνείδησή μου πως θα πω όλη την αλήθεια σε ό,τι ερωτηθώ”. Δεν ξέρω αν είναι πρόσφατη αλλαγή, αλλά την καλοδέχομαι. Το τελευταίο στοιχείο όμως είναι συζητήσιμο. Από τη μια μεριά, ο μάρτυρας ενδέχεται να αρχίσει να αραδιάζει πληροφορίες που δεν έχουν άμεση σχέση με την υπόθεση για την οποίαν εξετάζεται. Επομένως δεν είναι ελεύθερος να λέει ό,τι του κατέβει, ενδεχομένως συσκοτίζοντας τη σημασία της όποιας αλήθειας λέει, μιλώντας για άσχετα πράγματα. Περιορίζεται να μαρτυρήσει μόνον σε ό,τι ερωτηθεί. Από την άλλη όμως, μπορεί να μην παρουσιαστούν στην κρίση των δικαστών σημαντικά δεδομένα, που ο μάρτυρας γνώριζε, αλλά δεν τα είπε, διότι δεν ρωτήθηκε σχετικά. Θυμάμαι κάποια στοιχεία από τη δίκη των N. Sacco και  B. Vanzetti. Ήταν αναρχικοί. Το 1921 έγινε μια ληστεία σε μια τράπεζα, έπεσαν πυροβολισμοί, κάποιοι αστυνομικοί σκοτώθηκαν και κάποιοι ύποπτοι συνελήφθηκαν, ανάμεσά τους οι Σάκκο και Βαντσέτι. Στη δίκη ένας εμπειρογνώμονας μάρτυρας κατέθεσε ότι η σφαίρα που είχε σκοτώσει έναν αστυνομικό προερχόταν από όπλο σαν αυτό που είχε ο ένας από τους κατηγορουμένους. Αυτοί καταδικάστηκαν, εκτελέστηκαν, παρά την παγκόσμια κατακραυγή και την προσφυγή σε όλα τα ένδικα  μέσα να μην εκτελεστούν. Μετά την εκτέλεσή τους, ο εμπειρογνώμονας είπε στους δικηγόρους ότι η σφαίρα προερχόταν από όπλο σαν εκείνο του κατηγορουμένου, αλλά όχι από το δικό του όπλο. “Και γιατί δεν το είπες στη δίκη;”, τον ρώτησαν. “Διότι δεν ρωτήθηκα!”. Το 1977 ο τότε Κυβερνήτης της ΜασσαχουσέτηςΜάικ Δουκάκης, – έπειτα από ενδελεχή ανάγνωση των αρχείων της δίκης από την νομική ομάδα της Πολιτείας – αποκατέστησε την αλήθεια αναγνωρίζοντας τη δικαστική πλάνη και επιβεβαιώνοντας την αθωότητα των κατηγορουμένων. Ήταν αργά, διότι ο μάρτυρας δεν ρωτήθηκε.

Δεν ξέρω πότε και πώς άλλαξε η διαδικασία του όρκου (ή μήπως ήταν πάντοτε έτσι και δεν το γνώριζα). Ωστόσο, συμφωνώ με τη σύγχρονη διατύπωση. Διατηρώ την επιφύλαξη ως προς την τελική φράση “σε ό,τι ερωτηθώ”. Δηλαδή, αν δεν ερωτηθώ, να αποκρύψω την αλήθεια που γνωρίζω; Και από την άλλη, να αρχίσω να πολυλογώ μιλώντας περί ανέμων και υδάτων; Το πρόβλημα όμως μετατίθεται.

Γιατί ρέπομε οι άνθρωποι προς το ψέμα; Τα ζώα δεν ψεύδονται. Αν έχουν επιθετική διάθεση, τη δείχνουν, κι αν έχουν φιλική, πάλι τη δείχνουν. Η ανθρώπινη ροπή προς το ψέμα είναι, επομένως, απότοκη της κοινωνικής ιδιότητας του ανθρώπου. Εμείς, εκτός από τους φυσικούς περιορισμούς μας, π.χ. από το κρύο, τον πόνο κλπ, έχομε και κοινωνικούς. Απαγορεύεται, υπό όρους, να φάμε όπως και όποτε θέλομε, να κάνουμε έρωτα όπως και όποτε θέλομε κλπ. Κι επειδή η ποινή δεν έρχεται αυτόματα, όπως συμβαίνει με τις φυσικές απαγορεύσεις, την επιβάλλει η κοινωνία. Με την ποινή φυτεύεται η συνήθεια (δηλαδή αποκτάται το εξαρτημένο αντανακλαστικό), μόλις παρουσιαστεί η παράσταση της κοινωνικής παράβασης να παρουσιάζεται και η δυσάρεστη της ποινής, που δρα έτσι αποτρεπτικά. Η παιδεία όμως με βάση της ποινές έχει ένα σοβαρό μειονέκτημα. Μισώ την ποινή, γιατί είναι δυσάρεστη. Μόλις, επομένως, μπορώ να διαπράξω μια παράβαση, χωρίς να γίνω αντιληπτός, προχωρώ, διότι η παράβαση είναι καθαυτή ευχάριστη. Μου είναι ευχάριστο να κλέψω, να φονεύσω, να μοιχεύσω. Και αν ερωτηθώ, προσπαθώ, για τον ίδιο λόγο, να αποκρύψω την αλήθεια. Έστω και αν η ψευδομαρτυρία είναι εξίσου καταδικαστέα από τις θεϊκές εντολές μαζί με τη μοιχεία, την κλοπή, το φόνο. Όμως γίνεται αλλιώς παιδεία χωρίς ποινές;

Υπάρχει βέβαια ο αντίποδας. Η ανταμοιβή για τις επιθυμητές πράξεις που είναι πέρα από τις κοινωνικές υποχρεώσεις. Κανένας δεν με πιέζει να πέσω στη θάλασσα να σώσω κάποιον που πνίγεται, αλλά, αν το κάνω, είναι επαινετό. Όμως, προφανώς δεν αρκεί. Μπροστά στην παιδική παράβαση, μπορώ να πάρω στην αγκαλιά μου το παιδί και μιλώντας στη γλώσσα που καταλαβαίνει να το πείσω γιατί δεν έπρεπε να κάνει τη ζαβολιά. Παράλληλα, πρέπει να επιτηρώ ώστε να το εμποδίζω να κάνει ό,τι ανεπιθύμητο του έρχεται στο νου. Ο γιος μου, πολύ μικρός, ήταν περίεργος να δει τι γίνεται στο πηγάδι που υπήρχε στον κήπο. Στάθηκα ανάμεσα σ΄ αυτόν και στο πηγάδι και τον απασχόλησα με κάθε είδους δραστηριότητα ώστε να μην πλησιάσει στο επικίνδυνο για κείνον μέρος. Ασφαλώς τέτοιες μέθοδοι παιδείας απαιτούν πλήρη απασχόληση. Και αυτή δεν μπορεί να υπάρχει πια σήμερα. Παλιά, ο πατέρας εργαζόταν έξω από το σπίτι, ενώ η μητέρα έμενε για να επιτηρεί τα παιδιά και να φροντίζει το νοικοκυριό. Η “απελευθέρωσή” μας δεν μας επιτρέπει πια τέτοια πολυτέλεια. Εξάλλου, εκείνη η “πολυτέλεια” κρατούσε τη γυναίκα εξαρτημένη από τον άντρα πατέρα με όλες τις δυνητικά δυσάρεστες συνέπειες.

ΑΥΤΑΡΚΕΙΑ. ΠΟΣΗ;

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 6 Ιανουαρίου 2023

Με τη γονιμοποίηση, την ένωση ενός πατρικού σπερματοζωαρίου με ένα μητρικό ωάριο, αρχίζει να υπάρχει ένα νέο ον μέσα στον οργανισμό της μητέρας των θηλαστικών που μπορεί να γίνει αισθητό από το περιβάλλον του. “Υπάρχει” σημαίνει πως διαφέρει ποιοτικά από τον περίγυρό του. Τα κύτταρά του πολλαπλασιάζονται και χωριοθετούνται σύμφωνα με ένα, σαν αρχιτεκτονικό, σχέδιο που βρίσκεται μέσα στο ίδιο το κύημα. Ο μητρικός οργανισμός δεν επιδρά σ΄ αυτή την ανάπτυξη, που γίνεται χωρίς να λαβαίνει υπόψη τα γύρω όργανα, όπως κάνουν και οι καρκίνοι. Μόνο που το έμβρυο δεν διασπείρεται, δε βλάπτει το περιβάλλον του και το σύνολό του έχει μια αυστηρή τάξη. Η μητέρα τού προσφέρει μόνο την απαραίτητη ενέργεια και προστασία. Το έμβρυο δεν έχει αυτάρκεια. Όταν μεγαλώσει αρκετά, δεν αρκείται με όσα του παρέχει η μητέρα. Παράγει τότε ουσίες που οδηγούν σε μεταβολή των ορμονών της εγκυμοσύνης κι αυτές ξεκινούν τις ωδίνες, συσπάσεις της μήτρας που θα εξωθήσουν τελικά το κύημα έξω από αυτήν.

Το νεογνό διαφέρει ποιοτικά από το κύημα. Καλύπτεται από το δέρμα που έχει διάσπαρτους στην επιφάνεια ποικίλους αισθητήρες. Δέχονται ερεθίσματα από μέσα και απέξω. Μέσα στη μήτρα τα ερεθίσματα από μέσα και απέξω ήταν σταθερά και ίδια, χάρη στους ομοιοστατικούς μηχανισμούς (αρνητικές αναδράσεις) της μητέρας και, χώρια, του ίδιου του εμβρύου. Με τον τοκετό τα ερεθίσματα από μέσα εξακολουθούν να είναι σταθερά, αλλά τα περιβαλλοντικά ποικίλλουν, απρόοπτα μεταβαλλόμενα. Αυτή τη διαφορά μόνο το νεογνό μπορεί να την αντιληφθεί. Το νοητό Εγώ, αντιληπτό μόνο από τον εαυτό του, γεννήθηκε. Το βρέφος όμως που ήρθε στον κόσμο δεν είναι αύταρκες. Εξαρτάται ακόμη από τη μητέρα του για την πρόσληψη ενέργειας με το θηλασμό και την προστασία του από τους απρόβλεπτους κινδύνους του περιβάλλοντος. Βαθμιαία το παιδί ωριμάζει. Ενώ μεγαλώνει, οι ανάγκες του αυξάνονται, η μητέρα εξαντλείται και έτσι το νήπιο μαθαίνει να αναζητά μόνο του την τροφή του και να υπερασπίζεται τον εαυτό του έναντι ποικίλων κινδύνων. Το μέγεθός του αυξάνεται και οι μύες του δυναμώνουν κι έτσι πετυχαίνει αξιόλογη αυτάρκεια.

Ξαφνικά, ενώ αποκτάται αυτάρκεια, με τη χειραφέτησή του παιδιού από τη μητέρα που το ταΐζει και το προστατεύει, αρχίζουν να εκκρίνονται νέες ορμόνες, οι γεννητικές, που του δημιουργούν άλλες, πρωτόγνωρες ανάγκες. Το κορίτσι αρχίζει να έχει περίοδο, ενώ στο αγόρι αρχίζουν οι ονειρώξεις. Πρωτόγνωρες εμπειρίες. Οι έφηβοι περνούν την κρίση τους, επαναστατώντας κατά των γονιών τους. Η αρχική φάση της ωρίμανσης σ΄ αυτή τη φάση χαρακτηρίζεται από ένα είδος αυτάρκειας, που το συναίσθημά της το έχουν μάθει στην προεφηβική ηλικία. Μιλάμε για μια αυτοϊκανοποίηση, που στην κοινή λαλιά έχει ένα όχι πολύ κόσμιο όνομα. Παρέχει στους νέους αισθητηριακή ευχαρίστηση, αλλά δεν είναι δημιουργική. Πλήρη ικανοποίηση μόνον η δημιουργία γεννά. Η φυσιολογική ωρίμανση επέρχεται όταν μπορούν να σμίξουν δυο ετερόφυλοι και να δημιουργήσουν μια νέα ύπαρξη. Η ψυχολογική ολοκλήρωση της βιολογικής ωρίμανσης θα γίνει με την επαφή που αποτελεί την προϋπόθεση για την παραγωγή μιας νέας ζωής. Ωρίμανση σημαίνει ικανότητα για δημιουργική ενεργητικότητα.

Ο έφηβος έχει πια ικανοποιητική αυτάρκεια και αισθάνεται ότι δεν εξαρτάται από το περιβάλλον του. Ζωή χωρίς στοιχειώδη αυτάρκεια δεν είναι ελεύθερη. Και η ελευθερία (μαζί με την ισότητα) είναι το ζητούμενο στα πλαίσια της κοινωνικής ζωής που βιώνει ο άνθρωπος. Στην ανθρώπινη κοινωνία οι περιορισμοί του ατόμου από τους φυσικούς νόμους έχουν αντισταθμιστεί με ποικίλα επιστημονικά μέσα (φωτιά, τροχό κλπ) που, ωστόσο, ανάγκασαν τα άτομα να εξειδικεύονται έτσι που αυξήθηκαν οι κοινωνικοί περιορισμοί. Ο άνθρωπος σήμερα είναι ως προς την αισθητή υπόστασή του πιο ελεύθερος από τα ζώα, αλλά, ως προς την κοινωνική, πιο εξαρτημένος. Η κοινωνία έχει υποκαταστήσει σε σημαντικό βαθμό το γονεϊκό ρόλο. Εξασφαλίζει στοιχειωδώς στον καθένα τροφή, ένδυση, στέγαση κλπ και, σε παθολογικές καταστάσεις, δεν υπάρχει σήμερα σωματικός πόνος που να μην αντιμετωπίζεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Συγχρόνως επιτηρεί. Υπάρχουν όμως άτομα που καθηλώνονται σε σημαντικό βαθμό ψυχολογικά στο στάδιο της εφηβικής αυτάρκειας. Αντί να καταφεύγουν στους ειδικούς, προτιμούν να κάνουν τα πάντα μόνοι τους. Προτιμούν να χτίσουν σπίτι, να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους  μόνοι τους, παρά να πάνε σε αρχιτέκτονα, δικηγόρο.  Όταν υποφέρουν, ρωτούν το Google ή τους φίλους, αντί να εμπιστευθούν κάποιο γιατρό. Κι αν χρειάζονται κάποιον ειδικό, αντί να ρωτήσουν τον προσωπικό τους γιατρό, προτιμούν να διαλέξουν μόνοι τους. Δεν καταλαβαίνουν πως έτσι γίνονται έρμαιο όσων ξέρουν να διαφημίζονται, έστω και χωρίς επαρκείς ειδικές γνώσεις. Η αυτάρκειά τους, που τη θεωρούν ελευθερία, πραγματικά τους υποδουλώνει. Δεν κλείνουν τους άλλους έξω, αλλά τον εαυτό τους μέσα, σα σε φυλακή.

Οι συλλογισμοί που έκανα έχουν και κοινωνική εφαρμογή. Σε μια ώριμη κοινωνία οι αποφάσεις της διαμορφώνονται από τα σχέδια που θα κάνουν οι ειδήμονες, όπως μια κυβέρνηση, αλλά τις αποφάσεις τις λαμβάνουν οι πολίτες, όπως με δημοψήφισμα ή με νόμο που ψηφίζει μια βουλή αποτελούμενη από κληρωμένους βουλευτές. Αυτάρκεια! Όμως δεν ικανοποιεί. Κάθε κράτος έθνος είναι εξαρτημένο από άλλα κράτη. Η αυτοαπομόνωση είναι ένα είδος εφηβικής αυτοϊκανοποίησης. Αυτάρκεια είναι απαραίτητη. Να μπορεί να επιβιώσει η κοινωνία στοιχειωδώς ακόμη και χωρίς καμιά βοήθεια. Αρκεί οι πολίτες να έχουν μεταξύ τους σχέσεις δημιουργικές, με συμπληρωματική, όχι μιμητική ή ανταγωνιστική, σχέση. Οι ετεροαποκλεισμοί είναι προσωρινοί, διότι πληρώνουν το τίμημα και αυτοί που τους αποφασίζουν και τους εφαρμόζουν, εφόσον η αποκλεισμένη χώρα δημιουργεί αγαθά και παρέχει υπηρεσίες χρήσιμες στους άλλους.

Με τα παραπάνω ισχυρίζομαι πως κάποια αυτάρκεια είναι απαραίτητη, τόση που προτρέπει στη δημιουργική συνεργασία με άλλους. Αυτό δεν είναι υποδούλωση, είναι ελευθερία. Άλλο εξάρτηση και άλλο αλληλεξάρτηση. Αυτάρκεια στην αυτοσυντήρηση, αλλά αλληλεξάρτηση στην αναπαραγωγή. Σε όλα τα ζώα κάποια κύτταρά τους, τα γεννητικά, παραμένουν ζωντανά στους απογόνους μετά το θάνατο του ατόμου, αποτελώντας ένα είδος δυναμικής αθανασίας. Ο άνθρωπος όμως, που ονειρεύεται την “αθανασία”, αφήνει πίσω του και τα πνευματικά επιτεύγματά του, που πάνω τους οικοδομείται πολιτισμός. Ακόμη, η κοινωνία θυμάται, επηρεάζεται από, το θανόντα για τόσο μακρότερο διάστημα όσο περισσότερα προσέφερε στην κοινωνία. Το “αιωνία η μνήμη” είναι συνώνυμο με την “αθανασία της ψυχής”. Οι ήρωες δεν πεθαίνουν όσο τους θυμούνται οι ζωντανοί. Κάποτε εξαντλείται η αισθητηριακή ικανοποίηση. Αν κάποιος έχει ξεμείνει χωρίς δημιουργική ενεργητικότητα, δεν αισθάνεται πια ικανοποίηση. Το άγχος και η κατάθλιψη καραδοκούν.

ΛΙΚΝΟ Ή ΦΕΡΕΤΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ;

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com
Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 5 Ιανουαρίου 2023

Έλπιζα να μην είναι αλήθεια, αλλά, φαίνεται, είναι. Υποβαθμίζονται, λέγεται, τα πτυχία των ωδείων. Ακόμη και εκείνα των ανώτερων τάξεων των ωδείων, που οι εξετάσεις δίνονται με την παρουσία κρατικών υπαλλήλων. Κάποιοι τη βαπτίσανε αναβάθμιση. Οπωσδήποτε, δεν υπάρχει θεσμικός τρόπος να αναγνωριστούν και να αποτελέσουν κίνητρο με την αναγνώρισή τους οι μουσικές σπουδές στην πατρίδα μας. Ένας απόφοιτος Ελληνικού ωδείου που έχει συμπληρώσει τις σπουδές του, περιλαμβάνοντας όχι μόνο την άριστη χρήση ενός μουσικού οργάνου, αλλά και θεωρητικές γνώσεις, όπως τους κανόνες της αρμονίας, της αντίστιξης κλπ αναγνωρίζεται από ξένα Πανεπιστήμια που χορηγούν, μετά από σημαντική εκπαίδευση, πτυχία μεταπτυχιακών σπουδών στη μουσική, Master, PhD κλπ. Αυτά όμως δεν αναγνωρίζονται στην πατρίδα μας ως μεταπτυχιακά, διότι, ειδικά εδώ, προαπαιτούν πτυχίο ανώτατης σχολής και τέτοιο δεν είναι το πτυχίο των Ωδείων. Επαγγελματικά, αν εφαρμοστεί το ΠΔ, πώς θα συνεχίσουν να διδάσκουν στις σχολές μέσης εκπαίδευσης καθηγητές που έχουν μόνο πτυχίο Ωδείου, έστω και αν είναι διεθνώς αναγνωρισμένοι μουσουργοί; Ο Χατζηδάκης, και άλλοι σαν αυτόν, θα ήταν ακατάλληλοι για τέτοια δουλειά; Η μουσική παιδεία όμως είναι θεμελιώδες στοιχείο του πολιτισμού ενός λαού. Τα ΑΕΙ έχουν τμήματα μουσικολογίας, όχι μουσικής. Οι φοιτητές δεν εκπαιδεύονται να παίζουν κάποιο όργανο, να διευθύνουν ορχήστρες, να συνθέτουν κλπ, αλλά αποκτούν, αντί μουσικών ικανοτήτων, γνώσεις περί τη μουσική. Οι εκπαιδευόμενοι πρέπει να είναι ήδη μουσικά εκπαιδευμένοι στα, μόνον ιδιωτικά, ωδεία.

Για τις εικαστικές τέχνες υπάρχει τουλάχιστον η Σχολή Καλών Τεχνών στο Πολυτεχνείο. Για τη μουσική, το χορό, την ποίηση, τη λογοτεχνία, το θέατρο κλπ δεν ξέρω να υπάρχει τίποτε. Η δημιουργικότητα των Ελλήνων, που ήταν παραδοσιακά προέχον χαρακτηριστικό του έθνους μας, εξοστρακίζεται, χωρίς (ή και με αρνητικά) κίνητρα. Η ποίηση ήταν ένα τραγούδι. Ήταν ένα καθαρά ακουστικό γεγονός. Πέρα από το λογικό νόημα που εξέφραζαν οι λέξεις του, το άκουσμα ενός ποιήματος έτερπε το αφτί του ακροατή, με μελωδία, ρυθμό, ακουστική ομοιότητα των λέξεων (π.χ. Χαίρε δι ης η χΑΡΑ ΕΚΛάμΨΕΙ, χαίρε δι ής η ΑΡΑ ΕΚΛείΨΕΙ), ομοιοκαταληξία κλπ. Ακόμη και τα πεζά κείμενα δεν προφέρονταν ως ξερή λογική σειρά λέξεων, αλλά με μέλος (κουλτούρα ακοής, H. Eideneier). Κατάλοιπα αυτής της συνήθειας μπορούν να αναζητηθούν στην κουβέντα που κάνουν ακόμη μερικές γριές μεταξύ τους σε απομονωμένα χωριά, αλλά και, προ πάντων, στην εκκλησία, όπου τα πεζά κείμενα (π.χ. Ευαγγέλια, ψαλμοί) διαβάζονται τραγουδιστά. Η καθιέρωση της γραφής υπήρξε αποφασιστικός σταθμός στην εξέλιξη του Λόγου. Τώρα τα προφορικά κείμενα μπορούσαν να αρχειοθετούνται ανθεκτικά στο χρόνο (scripta manent). Καθώς ήταν φωνητική η γραφή, δηλαδή κάθε στοιχειώδης φθόγγος αντιστοιχούσε σε ένα μόνο γράμμα σύμβολό του και κάθε γράμμα σε ένα μόνο φθόγγο, η γραφή ήταν τόσο εύκολη που όποιος ήξερε να μιλάει, όπως είχε μάθει από τη μάνα του, ήξερε και να διαβάζει και, ιδίως, να γράφει. Με την πάροδο χιλιετιών, η γλώσσα μας εξελίχθηκε, η προφορά της άλλαξε, αλλά η γραφή έμεινε πιστή στη γραπτή αρχαία γλώσσα, όχι στην προφορική νεοελληνική. Σήμερα ο υπερσυντηρισμός που χαρακτηρίζει το σύγχρονο, επίσημο τουλάχιστον, Έλληνα, θεωρεί ότι η απλή πρόταση για αποκατάσταση της φωνητικής γραφής στη σύγχρονη γλώσσα είναι αποκρουστική ως εγκληματική. Τη θεωρεί προδοτική, διακόπτει τη συνέχειά μας με την αρχαία γλώσσα, ενώ οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια θα αναστατώσει τόσο πολύ τον κόσμο, που η βολή και αδράνεια που μας έχουν κυριεύσει θα εξαναστούν και θα αντισταθούν με κάθε μέσο στην αποκατάσταση της σχέσης μας με τη σκέψη των προγόνων μας (για τους οποίους είμαστε περήφανοι!). Όπως ο προφορικός λόγος είχε στοιχεία καλλιτεχνίας, έτσι είχε και ο παραδοσιακός γραπτός. Ένα παλιό κείμενο δεν έχει την αυστηρή λογική εικόνα που εμφανίζει το κείμενο που αυτή τη στιγμή διαβάζετε. Ήταν οπτικά ωραίο! Παράδειγμα η συνημμένη εικόνα (Αθηναίος). Η καλλιφωνία έγινε και καλλιγραφία. Διδάσκονταν και οι δύο, στα σχολεία και βαθμολογούνταν, μαζί με τα νοήματα του κειμένου. Με τη σύγχρονη παιδεία, αντ’  αυτής, πληκτρολογούμε.

Το θέμα δεν είναι η αναβάθμιση ή υποβάθμιση των πτυχίων των Ωδείων, αλλά η δημιουργία Ανώτατης Σχολής Παραστατικών Τεχνών, με τμήματα μουσικής, χορού κλπ. Επιπλέον, δημιουργία δημοτικών αιθουσών ποικίλων εικαστικών και παραστατικών τεχνών. Τόσα εγκατελειμμένα “διατηρητέα” κτήρια υπάρχουν.

Μα τι χρειάζεται το ωραίο; Η ενότητα μιας κοινωνίας σφυρηλατείται από την αμοιβαία εξάρτηση των πολιτών της μεταξύ τους, αλλά και με την κοινή συναισθηματική στάση όλων απέναντι στα πολιτιστικά έργα, η οποία αμβλύνει τις αντιθέσεις που δημιουργεί η εξάρτηση: Η μεγάλη ανεκτίμητη αξία της Τέχνης!

Η δημοκρατία της αρχαιότητας ακόμη σήμερα εκθειάζεται ως το καλύτερο πολίτευμα, αλλά έχει πλήρως διαστραφεί το νόημά της. Υπήρξε ο επωαστικός κλίβανος όπου εκκωλάφθηκε ο πολιτισμός. Η αρχαιοελληνική πολιτεία και η δημοκρατία κατέρρευσαν μπροστά στην ωμή βία. Έμεινε όμως ο πολιτισμός, που, εξελισσόμενος στους αιώνες, είναι το θεμέλιο του σύγχρονου πολιτισμού σε όλο τον κόσμο. Πέρα από μια αοριστολογία (το σύνολο των τεχνικών και πνευματικών επιτευγμάτων του ανθρώπου ανά την υφήλιο) είναι πολύ δύσκολο να οριστεί. Ειδικότερα περιλαμβάνει τις Καλές Τέχνες, εικαστικές στο χώρο και παραστατικές στην χρόνο, αλλά και την ερευνητική δραστηριότητα των επιστημόνων. Καθώς τα πολιτιστικά έργα έχουν αξία, αλλά όχι τιμή, οι δημιουργοί τους έπρεπε κάπως να ζήσουν. Αν δεν είχαν άλλο επάγγελμα (και δεν ήταν δυνατό να έχουν άλλο, βιοποριστικό, επάγγελμα για να δημιουργήσουν πολιτισμό), στηρίζονταν στους χορηγούς. Αυτοί, την εποχή της Αναγέννησης ήταν ευγενείς και πλούσιοι, στη συνέχεια ουσιαστικά κανένας, εκτός από ψίχουλα κάποιων ιδιωτών. Στην αρχαιότητα όμως ήταν το σύνολο της πολιτείας, που επέβαλλε τη χορηγία. Στο παράδειγμα της τραγωδίας (και όχι μόνο), τα εισιτήρια των θεατών όλου του πληθυσμού καταβάλλονταν από ειδικό ταμείο (θεωρικά χρήματα) και ήταν αδύνατο να χρησιμοποιηθούν για διαφορετικό σκοπό, ενώ τα έξοδα των παραστάσεων, ιδίως αμοιβές του πολυάνθρωπου χορού, πληρώνονταν υποχρεωτικά από πλούσιους Αθηναίους. Στον καιρό μας, υπουργός πολιτισμού χαρακτήρισε “λαπάδες” τους ποιητές.

Σήμερα; Οι καλλιτέχνες κάθε είδους ζουν πουλώντας τα προϊόντα τους στο λαό. Αυτό σημαίνει κάποιου είδους συναλλαγή. Ο καλλιτέχνης πρέπει να δημιουργεί λαϊκιστικά έργα που αρέσουν και θα πουληθούν, όχι έργα που συμβάλλουν στη συναισθηματική ενότητα όλου του λαού και διδάσκουν, με διαχρονική και διεθνή εμβέλεια, όπως γινόταν στην αρχαιότητα. Η πολιτεία μένει αμέτοχη. Αποθαρρύνει έτσι την πολιτισμική δημιουργία. Αναρωτιέμαι λοιπόν. Η πατρίδα μας αποτέλεσε το λίκνο του πολιτισμού. Μήπως σήμερα είναι το φέρετρό του;

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΕΥΑΛΩΤΩΝ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 4 Ιανουαρίου 2023

Η συντριπτική πλειονότητα θα συμφωνούσε πως οι ευάλωτοι πρέπει να ενισχύονται. Δεν συμφωνούν όλοι, βέβαια, όπως θα το συζητήσω αργότερα. Πώς όμως πρέπει να γίνει αυτή η ενίσχυση στην πολύπλοκη κοινωνία μας;

Η πρώτη σκέψη είναι να τους δώσουμε άμεση βοήθεια. Λέγεται ελεημοσύνη. Στηρίζεται στα συναισθήματα των ανθρώπων. Η ελεημοσύνη υποστηρίζεται κυρίως από τις θρησκείες ή, καλύτερα, τους εκπροσώπους των θρησκειών, μια και το Θεό, δεν τον έχει δει ποτέ κανένας (Ιωάννης). Η ελεημοσύνη όμως δημιουργεί μια συναισθηματική υποχρέωση, ως την υποδούλωση, του ελεούμενου. Τόσο που αυτός ενδέχεται να νιώθει μίσος κατά του ευεργέτη, έτοιμος να το εκδηλώσει μόλις μπορέσει. Έτσι, οι δημοκρατικές πολιτείες δεν την θεωρούν ως τον πρωτεύοντα τρόπο για ενίσχυση των ασθενεστέρων. Συγχρόνως, η ελεημοσύνη, χωρίς ανταπόδοση δημιουργεί την αίσθηση της αργομισθίας, που είναι η κυριότερη συνιστώσα του λαϊκισμού, και με λαϊκισμούς η κοινωνία δεν πάει μπροστά. Στις θρησκείες η ανταπόδοση είναι μεταφυσική, μετά το θάνατο. Να τώρα ένα χτυπητό παράδειγμα από την αρχαιότητα που διδάσκει.

Εξορύχτηκε αναπάντεχα μεγάλη ποσότητα αργύρου από το Λαύριο και γεννήθηκε το πρόβλημα πώς θα διατεθεί. Ο αρχηγός των αριστοκρατών “δίκαιος” Αριστείδης εισηγήθηκε να την μοιράσουν στις κατώτερες τάξεις. Ονομαζόταν δίκαιος, αν θυμάμαι καλά, διότι μετά τη μάχη του Μαραθώνα, ανέλαβε την ευθύνη της μοιρασιάς των λαφύρων και δεν κράτησε τίποτε για τον εαυτό του πέρα από τα ελάχιστα που του αναλογούσαν. Ο Θεμιστοκλής, αρχηγός των δημοκρατικών, αντίθετα, πρότεινε να δοθούν στους πλουσίους με τον όρο να κατασκευάσουν τριήρεις για την πολιτεία. Μ΄ αυτό τον τρόπο η κατώτερη τάξη, χωρίς γαιοκτησία δηλαδή, θα εύρισκαν δουλειά πρώτα στα ναυπηγεία για την κατασκευή των τριήρεων κι έπειτα ως ναυτικοί στα πλοία που θα ταξίδευαν. Η δημοκρατική πλειοψηφία ψήφισε την πρόταση του Θεμιστοκλή. Ο “δίκαιος” Αριστείδης εξοστρακίστηκε, ενώ η Αθήνα κατασκεύασε αξιόμαχο στόλο που πέτυχε αργότερα την κοσμοσημαντική νίκη στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Η ιστορία διδάσκει πως για τον άξιο ηγέτη η σημασία της πολιτείας είναι μεγαλύτερη από εκείνη οποιουδήποτε καθέκαστα πολίτη. Μέχρις ενός ορίου, ωστόσο.

Τον περασμένο αιώνα, την εποχή της M. Thatcher και του R. Reagan, επικράτησαν πολιτικές που θεωρητικά ενισχύθηκαν από την Ayn Rand, μια αμφισβητούμενη Ρωσοαμερικανή φιλόσοφο και συγγραφέα, που θεωρείται η θεωρητικός του νεοφιλελευθερισμού. Ο φιλελευθερισμός υποστηρίζει ότι αν αφεθεί ελεύθερη η οικονομία, θα γίνει πρόοδος και από αυτήν θα ωφεληθεί ολόκληρη η κοινωνία. Ο νεοφιλελευθερισμός στηρίζεται στο πρώτο μέρος της πρότασης, αδιαφορώντας αν θα ωφεληθεί ή όχι ολόκληρη η κοινωνία. Η υπεροχή της κοινωνίας έναντι του ατόμου είναι το δόγμα κάθε ολοκληρωτικού καθεστώτος. Υποστηρίχτηκε από αρχαίους φιλοσόφους, αλλά τότε κάτω από αυστηρά δεσμευτικούς όρους, προς όφελος όλων. Ο Αριστοτέλης π.χ. θεωρεί ότι “Πρότερον τ  φύσει πόλις οκία κα καστος μν” (Η πόλη είναι πιο σημαντική από τη οικία και τον καθένα από μας). Αυτά όμως με την προϋπόθεση ότι ο δήμος, το σύνολο των πολιτών δηλαδή, είναι ο κυρίαρχος, διοικεί τα πάντα με ψηφίσματα και στα δικαστήρια, όπου επικρατεί ο δήμος (Ἀπάντων  γὰρ  αὐτὸς  αὐτὸν  πεποίηκεν  ὁ  δῆμος  κύριον  καὶ  πάντα  διοικεῖται  ψηφίσμασι  καὶ  δικαστηρίοις,  ἐν  οἷς  ὀ  δῆμος  ἐστίν  ὀ  κρατῶν). Επομένως έρχεται σε οξεία αντίφαση με το νεοφιλελευθερισμό.

Στους σύγχρονους καιρούς, έχει γίνει γενικά αποδεκτό ότι υπάρχει ένα κατώτερο παραδεκτό επίπεδο ζωής. Η λογική είναι ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να ζουν. Όπως αναπνέουν τον αέρα δωρεάν έτσι πρέπει και να μπορούν να έχουν εξασφαλισμένα κάποια αγαθά, διατροφή, ύδρευση, στέγαση, παιδεία, μεταφορές, ασφάλεια, πάρκα, δρόμους πλατείες, άμυνα κλπ είτε εργάζονται είτε όχι. Φυσικά είναι συζητήσιμο για το ποια από όλα αυτά πρέπει να τα προσφέρει δωρεάν η πολιτεία. Συζητήσιμο είναι επίσης το αν κάποια από αυτά μπορούν να είναι κοινόχρηστα (π.χ. πλατείες, δρόμοι κλπ). Εξάλλου, έχουν γίνει επιστημονικές προσπάθειες να μετρηθεί το κατώτερο παραδεκτό εισόδημα για την επιβίωση του ανθρώπου. Υποχρέωση μιας πολιτείας είναι να εξασφαλίζει σε όλους τους πολίτες της τα, κατά το λαό, απαραίτητα. Καθώς τίποτε δεν μπορεί να ληφθεί αν δε δοθεί από κάπου (Οὐκ ἂν λάβοις παρὰ τοῦ μὴ ἔχοντος, Μένιππος), για να δοθεί βοήθεια στους ευάλωτους, θα τη δώσουν οι πιο εύποροι. Το θέλουν; Από κει και πέρα η κατανομή του πλούτου είναι αναγκαίο να λαβαίνει υπόψη της με ποιον τρόπο αυτή η κατανομή θα είναι ωφέλιμη μελλοντικά στην κοινωνία. Να μην ξεχνάμε, πάντως ότι από την αρχαιότητα έχει αναγνωριστεί ότι και η σχόλη είναι απαραίτητη. Το αναγνωρίζουν ο δεκάλογος του Μωυσή (Ἓξ ἡμέρας ἔργα καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου. Τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου), ο Δημόκριτος (Βίος  ἀνεόρταστος  μακρὰ  ὁδὸς  ἀπανδόκευτος) και άλλοι.

Σε μια ευνομούμενη πολιτεία, ισχυρίζομαι, πρέπει να συμφωνηθεί το χαμηλότερο παραδεκτό επίπεδο ζωής, που εξασφαλίζει τη ζωή όλων. Όλοι, νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες (Ιωάννης Χρυσόστομος), εργασθέντες και μη εργασθέντες. Όλοι! επειδή ζουν και υπάρχουν ως μέλη μιας κοινωνίας. Ωστόσο, υπάρχουν δημιουργικοί άνθρωποι που για ποικίλους λόγους δεν ευοδώθηκε η εργασία τους. Μπορεί να έφταιγε μια φυσική καταστροφή, πυρκαγιά, πλημμύρα, χαλάζι κλπ ή μια εισαγόμενη κρίση, αποκλεισμός, παγκόσμια οικονομική, και όχι μόνο, κρίση κλπ. Και υπάρχουν άνθρωποι που έχουν μια φαεινή ιδέα για κάποιο δημιουργικό έργο που θα αποδώσει στην κοινωνία. Σ΄ αυτούς πρέπει να δοθεί βοήθεια για να καλύψουν την αναίτια ζημιά τους και τη δημιουργική μελλοντική τους εργασία. Σε όλους αυτούς πρέπει να γίνει είτε επιδότηση (χωρίς επιστροφή της βοήθειας) ή δανεισμός με ευνοϊκούς όρους. Το δεύτερο έχει το μειονέκτημα ότι ο δανειζόμενος ενδέχεται να αποδειχτεί αναξιόπιστος “μπαταχτσής” και πρέπει έπειτα να τον κυνηγάει κάποιος για την είσπραξη κόκκινων δανείων με δυσβάσταχτο κόστος σε χρήματα και ηθικούς φραγμούς. Ο δανεισμός παρόλα αυτά είναι κάποτε απαραίτητος. Χωρίς αυτόν δεν θα είχε γίνει δυνατή η βιομηχανική επανάσταση. Η ευνομούμενη πολιτεία θα πρέπει να έχει ορίσει σαφή τα όρια του δανεισμού. Υπάρχουν αφενός υποχρεώσεις του δανειζόμενου χωρίς να  θιγεί το κατώτερο επίπεδο ζωής και αφετέρου δικαίωμα του δανειστή, είτε το κράτος είτε οι τράπεζες, να μη χάσει τα κεφάλαια που δανείζει σε βάρος του δικού του κεφαλαίου. Η αλυσίδα της παγκοσμιοποιημένης σήμερα οικονομίας κάνει ιδιαίτερα δύσκολη την εφαρμογή τέτοιων νόμων, καθώς οι επιχειρήσεις, οι τράπεζες, είναι ασφαλισμένες και μπορούν να πουλήσουν τα χρέη που τους οφείλονται σε άλλους πιο απόμακρους, πιο ισχυρούς, πιο σκληρούς  κεφαλαιούχους.