ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

Δημήτρης Αντ. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 19 Μαΐου 2022

Διάβασα τελευταία ένα βιβλίο του Βασίλη Στεριάδη με τίτλο: “Η Τέχνη της Ανάγνωσης”. Είναι μια κριτική των σύγχρονων, δηλαδή της “γενιάς του ΄70”, ποιητών. Ομολογώ ότι δυσκολεύτηκα να το καταλάβω. Ίσως φταίει η συνειδητή παιδεία μου. Όμως μου άφησε κάποιες σημαντικές, για μένα τουλάχιστον, σκέψεις. Όταν ήμουν έφηβος, προ αμνημονεύτων ετών, αποπειράθηκα, όπως κάθε νέος, να γράφω ποιήματα. Στη συνέχεια όμως, ως γιατρός, ακαδημαϊκός δάσκαλος σε μια φυσική επιστήμη, πίεσα τον εαυτό μου να απαλλαγώ από την ποιητική μου τάση, για να γράφω με όσο γίνεται μεγαλύτερη ακριβολογία. Έτσι όμως αποξενώθηκα από την ποίηση, και μάλιστα τη σύγχρονη. Ίσως όμως φταίει και η σύγχρονη τάση της ποίησης που αποξενώθηκε από το γενικό, τον ποιητικά απαίδευτο λαό. Και το φαινόμενο μοιάζει να είναι διεθνές.

Στον τόπο μας σε μια πολύ μακρά περίοδο αρχίζοντας από την αρχαιότητα και διαμέσου της Βυζαντινής εποχής με τα αριστουργήματα π.χ. του ακάθιστου ύμνου, των ακριτικών τραγουδιών, του Ερωτόκριτου κλπ, πέρασε η ποίηση μετά την επανάσταση από μια ανιούσα πορεία. Από τους Σολωμό, Κάλβο, Παλαμά, Καβάφη και πλήθος άλλων, κορυφώθηκε με τους Σεφέρη και Ελύτη που αναγνωρίστηκαν διεθνώς με το βραβείο Nobel. Από αυτούς κι έπειτα η ποίηση, ισχυρίζομαι, άρχισε να παρακμάζει. Χρειάζεται πρώτα να συνεννοούμαστε για το τι εννοούμε ποίηση και τι παρακμή της.

Φυσικά δεν μπορεί να υπάρξει καθολικά παραδεκτός ορισμός της ποίησης. Ωστόσο, οι περισσότεροι, πιστεύω, θα συμφωνήσουν ότι είναι μια μορφή καλής τέχνης, μαζί με τις λοιπές μορφές της, μουσικές και εικαστικές.  Όπως όλες οι άλλες, αποσκοπεί στη μεταφορά συναισθημάτων και τη δημιουργία συναισθηματικής ενότητας μιας κοινωνίας. Το μέσο της ποίησης είναι ο λόγος. Όμως ο λόγος περιγράφει κυρίως, δεν εκφράζει, συναισθήματα. Όταν θλίβομαι, το περιγράφω λέγοντας “λυπάμαι”. Το εκφράζω όμως κλαίγοντας και με άλλες συναφείς εκδηλώσεις που υπαγορεύονται από το φυτικό (ακούσιο) νευρικό μου σύστημα. Τα περισσότερα ανώτερα ζώα επικοινωνούν μεταξύ τους με ήχους που εκβάλλουν από το στόμα τους. Σε αντιδιαστολή, πολλά έντομα, ιδίως που ζουν κοινωνικά, επικοινωνούν με διαφορετικά ερεθίσματα, χημικά (οσμές) ή κινητικά (σα χορούς) κλπ. Οι άνθρωποι, χάρη στην ειδική διαμόρφωση των μορίων του στόματός μας και την ικανότητα να δημιουργούμε δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά, μπορούμε να αρθρώνουμε τις κραυγές που εκβάλλομε, δηλαδή να μιλάμε. Από τα 10 κλασικά μέρη του λόγου μας, μόνο τα επιφωνήματα διατηρούν, σαν τις ζωώδεις κραυγές, την ικανότητα της άμεσης μεταφοράς σημάτων, κυρίως συναισθηματικών. Πώς λοιπόν η ποίηση δομημένη με λέξεις μπορεί να μεταφέρει συναισθήματα;

Ο θεμελιώδης λογικός τρόπος για μεταφορά συναισθημάτων είναι η παρομοίωση, με τις παραλλαγές της. Δηλαδή, όταν περιγράφουμε κάτι που μοιάζει με κάτι άλλο που πρωτογενώς προκαλεί συναισθηματική διέγερση, συνειρμικά, με εξαρτημένα αντανακλαστικά δηλαδή, συγκινούμε. Παραλλαγές της παρομοίωσης είναι η μεταφορά, ο ανθρωπομορφισμός κλπ. Για παράδειγμα, η παρουσία της μητέρας μας γεννά σε όλους ποικίλα ευχάριστα συναισθήματα. Η μητέρα μας ταΐζει, μας ντύνει, μας κανακεύει. Αγαπώ πολύ τη δουλειά που κάνω. Αν πω “αγαπώ τη δουλειά μου γιατί, σαν τη μητέρα μου, με τρέφει, με ντύνει κλπ”, αυτό είναι παρομοίωση. Αν πω “η δουλειά μου με κανακεύει”, αυτό είναι μεταφορά. Μ΄ αυτό τον τρόπο κοινοποιώ τα συναισθήματα που μου προξενεί η δουλειά μου. Η ποίηση λοιπόν χαρακτηρίζεται από πλήθος τέτοιων παρομοιώσεων και μεταφορών. Το αντίστοιχό τους στις θετικές επιστήμες είναι η αναλογία, στην οποίαν οι νόμοι που διέπουν ένα σύστημα είναι παρόμοιοι με εκείνους που επικρατούν σε ένα άλλο γνωστό.

Παραδοσιακά η ποίηση χαρακτηρίζεται από την παρουσίαση του πεζού, του περιγραφικού μέρους της, όπως η ιστορία, αλλά “ηδυσμένα”, με μουσικά, άλογα στοιχεία, ρυθμό, ομοιοκαταληξία, ηχητική ομοιότητα των λέξεων κλπ. “Η χαρά εκλάμψει, η αρά εκλείψει”. Επιπλέον η παραδοσιακή ποίηση συνοδεύεται από μουσική (τραγούδι) με μελωδία και αρμονία, καθώς και από χορό. Βαθμιαία, ιδίως με την επέκταση της δυνατότητας για ανάγνωση ολοένα περισσότερου λαού, η ποίηση από ένα φαινόμενο προσλαμβανόμενο ακουστικά, έγινε οπτικό. Σήμερα τη διαβάζομε μόνοι μας, δεν την ακούμε. Έτσι μειώθηκε η κοινωνική σημασία της, καθώς όταν ακούν ένα ποίημα πολλοί, καθένας επηρεάζεται συναισθηματικά όχι μόνο από το κείμενο καθαυτό, αλλά και από τις αντιδράσεις σ΄ αυτό των λοιπών συνακροατών του. Έγινε η ποίηση ατομική απόλαυση. Βαθμιαία τα τρία στοιχεία, λόγος, μουσική, χορός, χειραφετήθηκαν και καθένα αναπτύχθηκε αφεαυτού.

Το συναίσθημά μας πηγάζει από τις αισθήσεις μας που η διέγερσή τους συνεπάγεται αντανακλαστικά θετικά (θετική ανάδραση) ή αρνητικά. Από τις πέντε κλασικές, είναι η όσφρηση, γεύση και αφή. Τα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα δεν γεννούν άμεσα αντανακλαστικά με ανάδραση στο περιβάλλον. Όμως η κατάλληλη διέγερσή τους μπορεί να προκαλεί γενικευμένη χαλάρωση ή διέγερση. Για παράδειγμα, ο ρυθμός, ακουστικός ή οπτικός, χαλαρώνει τόσο που μπορεί να υπνώσει. Το ίδιο τα ήπια ερεθίσματα, οι καμπύλες, οι βαθμιαίες αρμονικές ακολουθίες ήχων. Αντίθετα, ο θόρυβος, ιδίως ο κρότος, οι οξείες γωνίες, κλπ διεγείρουν. Με τέτοια στοιχεία διεγείρεται το συναίσθημά μας.

Τα επιπρόσθετα στοιχεία στο ποίημα (ομοιοκαταληξία κλπ) είναι όλα μουσικά, ακουστικά. Διαβαζόμενη η ποίηση, απογυμνώνεται από αυτά και μένει μόνο το θεμελιώδες, η παρομοίωση με τις παραλλαγές της. Αυτό έδωσε την ώθηση να αναπτυχθεί περαιτέρω. Άρχισε να παρομοιώνει τις εκφράσεις της όχι μόνο με φυσικά όντα, ουράνια, θαλασσινά, γήινα, κλπ, αλλά και με νοητές ιδέες, όχι σπάνια παράλογες, οπωσδήποτε όχι κοινά αντιληπτές από όλους. Σταθμός σ΄ αυτή την εξέλιξη ήταν ο André Breton, θεμελιωτής του σουρρεαλισμού. Μ΄ αυτό τον τρόπο όμως η ποίηση απομακρύνθηκε από το ευρύ κοινό απευθυνόμενη μόνο στους μυημένους, εκείνους που μελετούν συστηματικά τον ποιητικό λόγο. Κι έτσι απομακρύνθηκε από τον πρωταρχικό στόχο κάθε έργου τέχνης, τη συναισθηματική ενότητα της κοινωνίας. Αυτή την απομάκρυνση εννοούσα λέγοντας παρακμή. Απόπειρες επαναφοράς έγιναν, όπως π.χ. με μελοποίηση σπουδαίων ποιημάτων από πολλούς, σε μας πρωταρχικά από το Μίκη Θεοδωράκη.

Η κριτική του Στεριάδη δείχνει βαθύτατη γνώση της σύγχρονής του ποίησης. Από μια κριτική όμως περιμένω να μου δώσει το κλειδί, τον κώδικα, που θα μου επιτρέψει να με αγγίξει το κρινόμενο έργο. Αλλά ο συγγραφέας, σημαντικός ποιητής ο ίδιος, χρησιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό τον ποιητικό λόγο στη συγγραφή του. Αυτός ο τρόπος γραφής του είναι που έκανε το εξαίρετο κείμενό του σε μένα, τον αμύητο, δυσνόητο. Παρόλα αυτά, σαν ποιητικό κείμενο, με συγκίνησε προτρέποντάς με να σκεφτώ και να γράψω αυτό το άρθρο.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s