ΤΙ ΜΑΣ ΕΝΩΝΕΙ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ, καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός λόγος, Τρίκαλα, 24 Φεβρουαρίου 2022

Τα πρωτόζωα ζουν μόνα τους. Μόνα τους κάνουν ό,τι χρειάζεται για να επιβιώνουν και, διαρκώς αλλάζοντας, να συνεχίζουν να είναι αυτό που ήταν. Μόλις υπάρξουν, αρχίζουν να ανταποκρίνονται στο περιβάλλον τους που επιδρά πάνω στην κυτταρική μεμβράνη που τα περιβάλλει, επιτρέπει να εισάγονται κάποιες ουσίες, εμποδίζει άλλες, και επεξεργάζονται τις εισερχόμενες. Αυτό σημαίνει ότι τις αφομοιώνουν, τις αναλύουν στα συστατικά τους και από αυτά ανασυνθέτουν ενώσεις όμοιες με τις δικές τους, που στο μεταξύ φθείρονται ή καταναλώνονται, ξεχωρίζουν τα άχρηστα απόβλητα και τα εξάγουν στο περιβάλλον τους διαμέσου πάλι της μεμβράνης τους. Όταν έλθει η ώρα τους, και επειδή ο όγκος τους μεγάλωσε περισσότερο (στην τρίτη δύναμη, στον κύβο) από την επιφάνειά τους (στη δεύτερη δύναμη, στο τετράγωνο), διαιρούνται σε δύο ίσα κι όμοια με αυτά αντίγραφά τους. Κι αυτό σημαίνει ταυτόχρονα, με την ίδια διαδικασία, θάνατο και πολλαπλασιασμό τους. Όλα αυτά τα επιτελούν μόνα τους. Στους πολυκύτταρους οργανισμούς, από τους σπόγγους ως τον άνθρωπο, τα κύτταρα που τους αποτελούν επιτελούν έκαστο διαφορετικό έργο, εξυπηρετώντας όλα μαζί τις παραπάνω λειτουργίες και συντελώντας στην επιβίωση καθενός από αυτά, αλλά, προπάντων, του σύνολου πολύπλοκου οργανισμού. Ποιες είναι οι δυνάμεις αυτές που συντηρούν έτσι ενωμένα τόσον απέραντο αριθμό κυττάρων, που αλλιώς θα μπορούσαν να επιβιώνουν καθένα τους αυθύπαρκτα, αλλά από τη στιγμή που έγιναν μια ομοσπονδία αδυνατούν πια να ζήσουν μόνα τους; Και παραπέρα, πιο συγκεκριμένα ο άνθρωπος, πώς οργανώνεται σε κοινωνίες, που αποτελούνται από άτομα που ζουν συνασπισμένα όλα μαζί σε πολιτείες;

Η πιο θεμελιώδης συνεκτική δύναμη μεταξύ δύο μονάδων είναι η συμπληρωματική ένωσή τους. Ο νόμος της εντροπίας επιδρά αυξάνοντας την τυχαιότητα, έτσι που μετά από μερικές γενιές τα πρωτόζωα χάνουν την ικανότητα να πολλαπλασιάζονται και χάνεται η ζωή τους, παύουν να αφομοιώνουν ουσίες από το περιβάλλον τους, χωρίς να διαιρεθούν. Και τότε γίνεται κάτι αξιοθαύμαστο. Τα τυχαία σφάλματα που συμβαίνουν δεν είναι τα ίδια σε όλα τα κύτταρα. Έτσι δύο από αυτά ενώνονται σε ένα. Οι λειτουργίες του τότε προέρχονται από τη συνένωση των δυνατοτήτων και των δύο, που το ένα διορθώνει τα σφάλματα που υπάρχουν στο άλλο, και το διφυές αυτό ενιαίο πια κύτταρο συνεχίζει να μπορεί να διαιρείται και να διαιωνίζει το είδος του. Αυτή η συμπληρωματική λειτουργία, και μάλιστα μεταξύ περισσότερων από ένα, κυττάρων επιτρέπει τη λειτουργία όλων των διαφορετικών από αυτά σαν ένα ενιαίο σύνολο. Όλα αυτά γίνονται χάρη στην εκλεκτική χημική συγγένεια μεταξύ ενζύμων και ουσιών που ανταλλάσσονται στην επιφάνεια των κυττάρων. Σε πιο πολύπλοκες δομές, όταν πια έχει σχηματιστεί και νευρικός ιστός, που μπορεί να μεταβιβάζει σήματα από απομακρυσμένα σημεία μεταξύ διαφορετικών κυττάρων που δεν βρίσκονται σε επαφή μεταξύ τους, αυτή η λειτουργία γίνεται με τα αντανακλαστικά που αναπτύσσονται.

Στα ανώτερα ζώα, όπως είναι ο άνθρωπος, η ανατομική κατασκευή όλων είναι διττή. Στα μισά υπάρχουν προέχοντες σχηματισμοί, στα άλλα μισά, αντίστοιχες κοιλότητες. Οι συμπληρωματικοί σχηματισμοί είναι στα αρσενικά το πέος, στα θηλυκά ο κόλπος. Επίσης στις μητέρες είναι οι θηλές του μαστού, στα βρέφη το στόμα τους. Έτσι, η δομή τους προδιαθέτει σε συμπληρωματική λειτουργία τους. Αυτοί οι σχηματισμοί έχουν τέτοια αντανακλαστικά που ξεκινούν λειτουργίες με θετική ανάδραση. Η διέγερση του καθενός συνεπάγεται κινήσεις όλου του οργανισμού που αυξάνουν τον ερεθισμό τους, ως ένα σημείο κόρου, οπότε γίνεται μια ανταλλαγή υλικών ουσιών, σπέρματος από άντρα σε γυναίκα, γάλακτος από μητέρα σε βρέφος.

Τα θερμόαιμα από τα σπονδυλωτά έχουν την ικανότητα να σχηματίζουν και εξαρτημένα αντανακλαστικά, έξεις δηλαδή, στη βάση των φυσικών αντανακλαστικών. Ειδικά ο άνθρωπος, σχηματίζει και δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά στη βάση προσχηματισμένων πρωτοβάθμιων εξαρτημένων. Έτσι, οι ανθρώπινες κοινωνίες που προκύπτουν έχουν μια εξαιρετικά πολύπλοκη δομή, αποτελούμενη από αμέτρητες διαφορετικές έξεις κάθε μέλους τους. Παρά τη διαφορετικότητά τους, μπορούν να ταξινομούνται σε κατηγορίες.

Μια κατηγορία είναι οι συμπληρωματικές ενέργειές μας. Καθένας κάνει κάτι διαφορετικό από τους άλλους, αλλά αυτές οι ενέργειές μας έχουν ένα τελικό όφελος και για τους δυο μας. Αυτό είναι κυρίως η εξασφάλιση της τροφής μας. Κάποιοι καλλιεργούν τη γη· άλλοι εκτρέφουν ζώα· άλλοι μεταφέρουν το περίσσευμα σε άλλους τόπους όπου κάτι λείπει και το ανταλλάσσουν με κάτι που αυτοί δεν έχουν· άλλοι κατασκευάζουν εργαλεία που διαμέσου τους συντελούνται όλα αυτά· άλλοι υπερασπίζονται τα όσα ανήκουν στην ομάδα τους ή και σφετερίζονται βίαια κάποια που ανήκουν σε άλλην ομάδα κλπ. Όλα αυτά είναι δουλειές. Είναι δηλαδή εργασίες που υποχρεωτικά εκτελούμε. Το υποχρεωτικά σημαίνει ότι τις κάνομε διότι μας πιέζουν τα αντανακλαστικά μας, όπως είναι αυτά που συνδέονται με την πείνα, αλλά και πιέσεις από την κοινωνία ολόκληρη, που ασκούνται πάνω σε καθέναν, από κάποια μέλη της στα οποία ολόκληρη η κοινωνία έχει αναγνωρίσει το δικαίωμα να πιέζει καθένα από τα μέλη της. Αυτή η διαδικασία ιδιαίτερα από το δεύτερο καταναγκασμό, γίνεται με δυσφορία αποδεκτή. Κανένας καταναγκασμός δεν γίνεται ευπρόσδεκτος και η δουλειά γίνεται με πίεση. Η Επιστήμη, η κοινωνική γνώση, προχωρεί ακάθεκτη στην ιστορία με εκθετικούς ρυθμούς αναδεικνύοντας τρόπους για πιο άνετη, λιγότερο κοπιώδη, δουλειά. Συγχρόνως όμως αυξάνει τους κοινωνικούς καταναγκασμούς, καθώς υποχρεώνει τα άτομα να εξειδικεύονται, έτσι που καθένας να εξαρτάται περισσότερο από τους άλλους, που είναι ικανοί να κάνουν καλύτερα από αυτόν τον ίδιο κάτι που χρειάζεται. Μια “τέλεια” κοινωνία, σαν αυτή που μας παρουσιάζει ο G. Orwell στο 1984, εξασφαλίζει όλες τις οργανικές ανάγκες μας, υποδουλώνοντάς μας πλήρως σ΄ αυτήν. Υπάρχει διαφυγή;

Εκτός από τα αντανακλαστικά μας που εκδηλώνονται με επαφή, και σ΄ αυτά εντάσσονται εκείνα της διατροφής και της αναπαραγωγής, υπάρχουν και εκείνα που ξεκινούν χωρίς άμεση επαφή, με την όραση και την ακοή. Οι δυο αυτές αισθήσεις δεν ανταποκρίνονται με ανάδραση, που ενισχύει ή εξασθενεί ένα ερέθισμα, όπως οι απτικές αισθήσεις, αλλά με γενικευμένη χαλάρωση ή διέγερση. Και αυτές οι δύο σωματικές λειτουργίες γίνονται αντιληπτές ευχάριστα ή δυσάρεστα, ανάλογα με την αυτόματη ταλάντωση της ζωής μας, όπως είναι η εναλλαγή ύπνου και εγρήγορσης. Σε εξαρτημένα αντανακλαστικά που στηρίζονται στην όραση και την ακοή, στηρίζεται το κοινωνικό συναίσθημα, η Τέχνη.

Τα εικαστικά και μουσικά έργα προκαλούν κοινά συναισθήματα σε όλα τα μέλη της ομάδας, ευχαρίστηση, χαρά, θλίψη, οργή κλπ, ίδια σε όλους. Και η Τέχνη γίνεται η άλλη μεγάλη δύναμη που ενώνει μεταξύ τους τα μέλη μιας κοινωνίας. 

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s