ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 28 Ιανουαρίου 2022

Η γεωγραφία και το κλίμα ενός τόπου είναι οι πιο σημαντικοί παράγοντες για τη ζωή. Τα ζωντανά πλάσματα συγκεντρώνονται για να βρίσκουν τροφή και να προστατευθούν. Μόλις συγκεντρώνεται κάπου ένα είδος, αρχίζουν να ενεργούν και άλλες δυνάμεις. Η γειτνίασή τους προάγει τη δυνατότητα πολλαπλασιασμού του. Αν σε ένα τόπο εξαφανίσω όλα τα δέντρα και φυτέψω μόνο ελιές, το κάθε δέντρο είναι κοντά στο ομοειδές του. Ο άνεμος ή τα έντομα που μεταφέρουν τη γύρη από το ένα στο άλλο, κάνουν τη δουλειά τους πιο εύκολα και ο ελαιώνας ή όποιος άλλος -ώνας πολλαπλασιάζονται πολύ περισσότερο, παρά αν τα ίδια δέντρα ήταν διάσπαρτα με άλλα είδη ανάμεσά τους. Το ίδιο ισχύει για ένα κοπάδι ζώων. Οι ευκαιρίες για γονιμοποίηση πολλαπλασιάζονται αν ζουν το ένα δίπλα στο άλλο μάλλον παρά αν ζουν σκόρπια στο δάσος. Υπενθυμίζω ότι το είδος φυτού ή ζώου καθορίζεται από το ότι μέλη του μπορούν να πολλαπλασιάζονται γονιμοποιούμενα το ένα με το άλλο, αλλά όχι με άλλα είδη, παράγοντας βιώσιμους και γόνιμους απογόνους. Ο “σοφός άνθρωπος” (homo sapiens), τα έμαθε με τις χιλιετίες όλα αυτά κι άρχισε να τα εκμεταλλεύεται προς όφελός του. Για παράδειγμα, σφάζει και τρώει μόνο αρσενικά ρίφια, έτσι που η γονιμότητα του κοπαδιού δεν μειώνεται, αφού κάθε τράγος μπορεί να γονιμοποιεί πολλά συγκεντρωμένα γίδια, ενώ τα θηλυκά έλκονται και παραμένουν γύρω από τα λίγα αρσενικά αυξάνοντας τη συνοχή του κοπαδιού.

Τίποτε δεν γίνεται χωρίς τίμημα. Τα συγκεντρωμένα σε μικρό τόπο μέλη ενός είδους είναι ιδανικά για να συγκεντρωθούν εκεί και οι θηρευτές τους, που τρέφονται από αυτό το είδος. Ο δάκος είναι πιο συχνός σε ελαιώνες παρά σε ελιές διάσπαρτες ανάμεσα σε ποικιλία άλλων δέντρων και οι λύκοι, έλκονται από την παρουσία άφθονων γιδοπροβάτων. Και τώρα τι κάνομε;

Να δούμε πρώτα πώς αντιδρά η φύση με προοπτική μυριάδων ετών. Η γεωγραφία και το κλίμα αλλάζουν βραδέως με τις πολλές χιλιετίες. Τα ζώα, για ποικίλους λόγους, γεννούν σπάνια απογόνους λίγο διαφορετικούς από τους γονείς τους. Συνήθως είναι λιγότερο προστατευμένοι και πεθαίνουν χωρίς ν΄ αφήσουν απογόνους. Σπανιότατα όμως είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον που αλλάζει και επιζούν, όπως έδειξε ο C. Darwin. Άλλος τρόπος είναι οι διασταυρώσεις μεταξύ ειδών, που δεν είναι τόσο στεγανά, όσο επιβάλλει ο ορισμός τους. Ξέρομε ότι η διασταύρωση ενός γαϊδάρου με φοράδα δημιουργεί ένα μουλάρι, που μπορεί να επιβιώνει, είναι πιο ανθεκτικό από τους γονείς του, αλλά δεν αφήνει απογόνους. Αυτό οφείλεται στο ότι οι όνοι έχουν 62 χρωμόσωμα, οι ίπποι 64. Το υβριδικό (κάπως σα μιγαδικό) αποτέλεσμα είναι ότι τα μουλάρια επιβιώνουν, αλλά δεν αναπαράγονται. Άλλος μηχανισμός είναι η αλλαγή κλίματος. Οι λευκές πολικές αρκούδες είναι συνηθισμένες να ζουν στους πάγους τρεφόμενες από ιχθυοτροφές. Οι καστανόχρωμες αρκούδες ζουν νοτιότερα στον Καναδά. Οι αλλαγές κλίματος έλιωσαν τους πάγους των λευκών άρκτων που αναγκάστηκαν να αλλάξουν διατροφικές συνήθειες και να φύγουν νοτιότερα, ενώ ζέσταναν τους τόπους των καστανόχρωμων που έφυγαν βορειότερα. Τα δύο είδη συναντήθηκαν και ήδη έχουν παρατηρηθεί υβριδικές αρκούδες στον Καναδά. Αυτοί είναι τρόποι για δημιουργία νέων ειδών.

Με τους ανθρώπους τι γίνεται; Η ιστορία μας διαρκώς αλλάζει, αλλά ο ρυθμός της αλλαγής έγινε εκθετικός από τον καιρό της βιομηχανικής επανάστασης και τις τελευταίες δεκαετίες της ηλεκτρονικής-επικοινωνιακής. Οι άνθρωποι εγκατέλειψαν βουνά, θάλασσες και πεδιάδες και συγκεντρώθηκαν στις πόλεις, όπου έβρισκαν ευκολότερα τροφή δουλεύοντας δουλικά στα εργοστάσια. Στο συγχρωτισμό που δημιουργήθηκε βρήκαν έδαφος να πολλαπλασιασθούν βροτολοιγά μικρόβια και ιοί. Έχομε την περιγραφή του Θουκυδίδη για το λοιμό, όταν οι κάτοικοι της Αττικής αναγκάστηκαν να στριμωχτούν γύρω στην Ακρόπολη, λόγω της πολιορκίας τους από τους Σπαρτιάτες, ως την εξάπλωση του COVID 19 στη σύγχρονη εποχή. Θυμίζω πως, ανάλογα, λοιμώδεις νόσοι αναπτύσσονται στα ζώα στη ζούγκλα, αλλά εξοντωτικές επιζωοτίες εμφανίζονται μόνο σε ζώα συνωστισμένα υπό την επιτήρηση των ανθρώπων.

Τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της συγκέντρωσης επεκτείνονται πέρα από τον έμβιο κόσμο. Η συγκέντρωση της ανθρώπινης σοφίας αύξησε την προσβασιμότητα σ’  αυτήν ώσπου η πυρκαγιά στη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας εξαφάνισε σχεδόν όλη την ανθρώπινη γνώση που φυλασσόταν εκεί. Η συγκέντρωση εξουσίας. όπως στα ολοκληρωτικά καθεστώτα τα καθιστά πιο αποτελεσματικά από τις χρονοβόρες δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά οδηγεί τελικά στον όλεθρο.

Κι εμείς; Έχομε δύο ειδών προβλήματα. Καθώς βρισκόμαστε στη διασταύρωση τριών Ηπείρων, είμαστε ένας υβριδικός λαός (όπως όλοι οι λαοί). Από τους μυθικούς προπάτορές μας, ο Πέλοψ του Ταντάλου ήταν από τον Καύκασο, ο Κάδμος του Αγήνορα από τη Φοινίκη (Συρία), ο Έλληνας του Δευκαλίωνα καταγόταν από τον Ιαπετό (Ιάφεθ), από το Αραράτ, ο Λυγκέας στο Άργος από την Αίγυπτο κλπ. Το πρόβλημα των μεταναστών υπάρχει ακόμη και θα υπάρχει πάντοτε. Οι αφομοιωμένοι ντόπιοι οφείλομε να τους δεχόμαστε όπως ορίζει ο Ξένιος Δίας, που τιμωρεί τους παραβάτες των νόμων της φιλοξενίας κι από τις δύο μεριές. Με άλλα λόγια τους καλοδεχόμαστε άοπλους ικέτες, αλλά τους αποκρούομε ομαδικά οπλισμένους με τίμημα ζωής. Από την ανάμειξη των λαών προέκυψαν οι μεγάλοι υβριδικοί πρόγονοί μας ως σήμερα όταν ένας υβριδικός Έλληνας, ο Γιάννης από τα Σεπόλια, τιμά διεθνώς την πατρίδα του την Ελλάδα.

Το δεύτερο πρόβλημα, γεωγραφικό κι αυτό, προκύπτει από τη μεγάλη ποικιλομορφία της Ελληνικής επικράτειας. Βουνά, κάμποι, θάλασσες, δίπλα το ένα στο άλλο εκτρέφουν διαφορετικούς ανθρώπους. Οι Έλληνες, αναγκασμένοι από τις πολιτιστικές αλλαγές κατέφυγαν και συγχρωτίσθηκαν μεταξύ τους στις μεγαλουπόλεις. Στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη βρίσκεται ο μισός Ελληνικός πληθυσμός, ενώ παραδοσιακά ορεινά χωριά και σχεδόν 6000 νησιά μένουν ακατοίκητα, εκτός από λίγες δεκάδες κυρίως τουριστικά. Οι συνέπειες, παρόντες και μελλοντικοί κίνδυνοι, είναι τεράστιες. Οι μεγαλουπόλεις καταναλώνουν αλλά δεν παράγουν. Αν, ό μη γένοιτο, γίνει πόλεμος με αποκλεισμούς, πώς επιβιώνουν αυτοί οι άνθρωποι; Τα έρημα νησιά μας είναι έκθετα στις ορέξεις γειτόνων μας. Αν μεταφερθεί εκεί η οικονομία, με παραγωγή φυσικής (αιολικής, ηλιακής, κυματικής) ενέργειας και βιολογικής (θαλασσοκαλλιέργειες), με υποχρεωτική αρχικά εργασία ανθρώπων που εκτελούν εθνική θητεία, θα γίνουν πόλοι έλξης κεφαλαίων και κατοίκων, με δικιά τους υφαλοκρηπίδα και αυξημένη, επομένως ανθεκτικότητα έναντι κακόβουλων προκλήσεων. Τέλος, βιώνομε σήμερα τον τρόμο μιας πανδημίας. Αν στις μεγαλουπόλεις ζούσε ο μισός πληθυσμός από τον σημερινό, η μεταδοτικότητα της νόσου θα ήταν περίπου η μισή. Το ίδιο κι αν τα λίγα κατοικημένα νησιά μας δεν πλημμύριζαν από τουρίστες συγκεκριμένους μήνες, δεν θα κινδύνευαν.

ΑΡΕΤΗ, ΑΛΗΘΕΙΑ, ΚΑΛΛΟΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα. 27 Ιανουαρίου 2022.

Το αισθητό Εγώ μας υπάρχει από τη σύλληψή μας, αντιληπτό από το Σύμπαν. Το νοητό μας Εγώ, από τη στιγμή της γέννησής μας, άμεσα αντιληπτό μόνο από τον εαυτό του. Και το κοινωνικό Εγώ, από τη στιγμή της τυπικής μας εισαγωγής στην κοινωνία. αντιληπτό από το έλλογο περιβάλλον μας. Το άβατο νοητό μας Εγώ αντιστοιχεί περίπου στην ψυχή των κλασικών φιλοσόφων. Από τον καιρό του Πλάτωνα τουλάχιστον, ξέρομε πως αποτελείται από μια είσοδο, μια έξοδο και ένα ενδιάμεσο συνδετικό στοιχείο. Είσοδός του είναι οι αισθήσεις μας. Διαμέσου τους εισάγονται τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος και με την επεξεργασία τους οδηγούν στο σχηματισμό γνώσης. Έξοδός του είναι οι μύες και οι αδένες μας που διαμέσου τους εξάγεται στο περιβάλλον η βούληση. Ενδιάμεσο στοιχείο είναι το συναίσθημα, που συνδέει τη γνώση με τη βούληση και έτσι δεν έρχεται σε άμεση επαφή με το περιβάλλον. Με το σχήμα που περιγράφεται, η βούληση προέρχεται από τη διέγερσή της από τη γνώση. Το υποπτεύθηκε ο Πλάτων και το διατύπωσε με μεγαλύτερη σαφήνεια ο Αριστοτέλης: η βούληση, διεγείρεται διττά. Αφενός από τη γνώση (προαίρεση). Αφετέρου αυτοδιεγείρεται μαζί με το συναίσθημα (όρεξη). Στις πιο τυπικές περιπτώσεις, η όρεξη ακολουθεί τους νόμους της ταλάντωσης χάλασης. Περιοδικά πεινάω, διψάω, έχω ερωτική διάθεση κλπ. Η νοητή συναισθηματική πίεση αυξάνεται ποσοτικά, ώσπου φθάνει σε μια κρίσιμη τιμή, έναν ουδό (κατώφλι) στον οποίον κινητοποιεί τη βούληση. Αυτή διεγείρει το αισθητό Εγώ με κινήσεις και εκκρίσεις του σώματός μας, έτσι που ικανοποιούνται η πείνα, η δίψα, ο έρωτας. Ακολουθεί ανερέθιστη περίοδος, στην οποίαν κανένα ερέθισμα δεν μπορεί να επαναδιεγείρει την όρεξη. Βαθμιαία αυτή προχωρεί στη διεγέρσιμη φάση, στην οποίαν δεν γίνεται αυτόματη κινητοποίηση του αισθητού Εγώ, αλλά μπορεί να επισπευσθεί από ένα εξωγενές ερέθισμα. Χωρίς αυτό, εξελίσσεται η όρεξη ως τον ουδό, τη φυσιολογική μετάπτωση στη σωματική φάση.

Η γνώση αποσκοπεί στην αλήθεια. Η βούληση οδηγεί στην αρετή. Και το συναίσθημα στο κάλλος. Σε έναν ιδεατό κόσμο, σαν εκείνον των ιδεών του Πλάτωνα, η αλήθεια, η αρετή και το κάλλος, είναι σημειακά, χωρίς σφάλμα. Προϋπάρχουν ανεξάρτητα από εμάς με θεϊκή προέλευση, εμείς μπορούμε μόνο να τα ανακαλύπτουμε, ενώ κάποτε μπορεί να εμφυτεύονται μέσα μας με πίστη, όπως με τον Παύλο στην πορεία προς τη Δαμασκό. Ο ίδιος ο Πλάτων αναφέρει πως οι ποιητές ενεργούν ως ενθουσιαζόμενοι, δηλαδή γίνονται ένθεοι, με εισαγωγή θεού μέσα τους. Σήμερα, ήδη από την εποχή του Αριστοτέλη, και βαθμιαία πιο πειστικά, από τον T.Aquinas και τον J.Locke, θεωρούμε ότι τίποτε δεν υπάρχει στη νόησή μας αν δεν πέρασε πρώτα από τις αισθήσεις μας. Ενδοιασμούς πρόβαλε ο I.Kant. Θεωρούσε ότι οι περισσότερες έννοιες σχηματίζονται μέσα μας, αφού περάσουν πρώτα από τις αισθήσεις μας, a posteriori, αλλά υπάρχουν και κάποιες, όπως του χώρου και του χρόνου, με τις οποίες γεννιόμαστε, a priori. Αντιστοιχούν κάπως στις κατηγορίες του Αριστοτέλη. Η αντίληψη της δυνατότητας για ταλάντωση της βούλησής μας παρέχει τη δυνατότητα για ανάπτυξη του νοητού μας Εγώ χωρίς εξωγενή ερεθίσματα, ενώ, σε συνδυασμό με τη δυνατότητά μας να σχηματίζουμε εξαρτημένα αντανακλαστικά ερμηνεύει ικανοποιητικά το σχηματισμό των a priori εννοιών. Αυτά φαίνονται παραστατικά στην αριστερή παραπάνω εικόνα. Στον πραγματικό κόσμο που ζούμε, σφάλλουν και οι αισθήσεις μας και οι μύες και οι αδένες μας, επομένως και η νόησή μας.

Σε κοινωνικό επίπεδο οργάνωσης, η γνώση αντιστοιχεί στην επιστήμη, η βούληση στην ηθική και το συναίσθημα στην τέχνη. Η επιστημονική αλήθεια βρίσκεται στη διασταύρωση του νοητού με το αισθητό, της θεωρίας με την εμπειρία, της υπόθεσης με την παρατήρηση. Αναγνωρίζοντας τη δυνατότητα σφάλματος, έχει επίγνωση ότι η θεωρούμενη αλήθεια περιβάλλεται από μια άλω ασάφειας, όπως φαίνεται στο δεξιό μέρος της εικόνας. Η επιστήμη όμως μετρά το σφάλμα και προσπαθεί διαρκώς να το περιορίσει έτσι που προχωρεί προς έναν αέναο αγώνα για την ανακάλυψη μιας ακλόνητης αλήθειας που ξέρει άριστα πως δεν υπάρχει. Σφάλμα όμως υπάρχει όχι μόνο στην αλήθεια αλλά και στην αρετή και στο κάλλος. Ο Αριστοτέλης αντιλήφθηκε έγκαιρα την πιθανότητα σφάλματος στην αρετή και προσδιόρισε ότι αυτή βρίσκεται ποσοτικά κάπου μεταξύ δύο ακραίων τιμών. Η ανδρεία βρίσκεται όχι στο άκρο του άφρονος θράσους, ούτε στην άλλη άκρη της σώφρονος δειλίας, αλλά κάπου στο μέσον. Η μεσότητα είναι το ιδανικό για το μεγάλο σοφό. Δεν κάλυψε όμως πλήρως το θέμα. Η ίδια πράξη μπορεί να είναι αρετή στη μια περίπτωση, κακία στην άλλη. Ο φόνος είναι βδελυρή πράξη στην ειρήνη, αλλά γίνεται αρετή στον πόλεμο, όπου ένδοξοι γίνονται οι πολέμαρχοι που σκότωσαν περισσότερους εχθρούς. Εξάλλου, η μεσότητα μπορεί να είναι φυσιολογικά κινητή, ταλαντούμενη ανάμεσα στα δύο άκρα. Η χαρούμενη κατανάλωση με θυσία και ψησταριές είναι αρετή στις γιορτές, αλλά στη φάση που πολλαπλασιάζονται τα ζωντανά, αρετή είναι η νηστεία, η λιτότητα, μαζί με την ανάπτυξη. Ως προς το κάλλος, αυτό είναι δύσκολο να αποτιμηθεί, καθώς, όπως είπαμε, το συναίσθημα δεν βρίσκεται σε άμεση επαφή με το περιβάλλον. “Περί ορέξεως ουδείς λόγος”. Παρόλα αυτά, οι περισσότεροι άνθρωποι θα συμφωνούσαν ότι ωραίο είναι το ουράνιο τόξο και το κελάηδημα το αηδονιού. Ο μόνος τρόπος εκτίμησης του κάλλους είναι επομένως, ο στατιστικός, σε πόσους αρέσει κάτι. Αν κάτι αρέσει σε μεγάλο πλήθος διαχρονικά και διαχωρικά, αυτό είναι κλασικό. Αν αρέσει μόνο διαχρονικά, μπορεί να είναι λαϊκή τέχνη. Κι αν αρέσει σε μεγάλο πλήθος για βραχύ διάστημα αυτό είναι μόδα. Σ΄ αυτή τη βάση, οι επιστημονικοί μελετητές της τέχνης, εξετάζουν τα κλασικά έργα, προσπαθούν να βρουν τα κοινά στοιχεία τους, π.χ. ρυθμός, αρμονία και μελωδία των ήχων στη μουσική, ρυθμός και αρμονία χρωμάτων και σχημάτων στις εικαστικές τέχνες. Με βάση αυτά τα κριτήρια, μπορεί να κρίνεται και αξιολογείται κάθε νεοεμφανιζόμενο έργο. Φυσικά, μπορεί να σφάλλει. Ο P.Picasso ξεπέρασε τους κλασικούς κανόνες της ζωγραφικής και ο I.Stravinsky της μουσικής και παρουσίασαν αριστουργήματα που άρεσαν πρωτογενώς στο μεγάλο πλήθος και άλλαξαν τα κριτήρια της τέχνης. Κάθε πνευματικός στόχος, λόγω του σφάλματος όλων, επηρεάζεται από τους άλλους “ανεξάρτητους” στόχους. Η κυριαρχία του Λόγου πάνω στο συναίσθημα και τη βούληση δεν είναι απόλυτη, όπως θα ήθελε ο Πλάτων, ούτε η βουλησιαρχία (B.Spinoza, A.Schopenhauer). Η ισορροπία μεταξύ τους, είναι το ζητούμενο. Κριτήριο είναι η συμβατότητα της ισορροπίας με το περιβάλλον, φυσικό και κοινωνικό.

ΓΕΝΝΙΕΜΑΙ, ΑΛΛΑΖΩ, ΠΕΘΑΙΝΩ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 25 Ιανουαρίου 2022

Γεννιέμαι. Αλλάζω μένοντας ίδιος. Πεθαίνω. Αυτές είναι οι τρεις διαδοχικές φάσεις από τις οποίες περνά κάθε ύπαρξη, ανθρώπινη, ζωώδης, έμβια ή άβια. Εννοώ κάθε τι που υπάρχει και είναι προσιτό στις αισθήσεις μας. Οι νοητές υπάρξεις, όμως, όπως ένας κύκλος, ένα τρίγωνο, η καλοσύνη, η κακοήθεια κ.λπ, διαφέρουν από τις αισθητές καθ΄ ότι σ΄ αυτές δεν υπάρχει χρόνος. Επομένως, δεν έχουν τις τρεις φάσεις. Προϋπάρχουν, δεν αλλάζουν και μένουν ίδιες εσαεί. Δεν έχουν αιτιότητα, αλλά μόνο λογική συνέπεια. Επειδή κάποιο σχήμα είναι τρίγωνο, το άθροισμα των γωνιών του ισούται με δύο ορθές. Αλλά και επειδή ενός σχήματος οι γωνίες έχουν άθροισμα δύο ορθών, αυτό είναι τρίγωνο. Κάθε έννοια αντιστοιχεί σε κάτι που είναι είτε ύλη, και στο λόγο μας εκφράζεται με μια λέξη που είναι ουσιαστικό, είτε μια ενέργεια, που εκφράζεται σα ρήμα. Το κάθε τι όμως είναι μια “ύπαρξη” που ξεχωρίζει σαφώς από τις άλλες. Υπάρχουν όμως και κάποιες “υπάρξεις” με τις οποίες έχει αρκετά κοινά τόσα που αυτές όλες μαζί αποτελούν μια ενότητα που ξεχωρίζει από άλλες ενότητες αποτελούμενες κι αυτές από έννοιες με πολλά κοινά μεταξύ τους. Αυτές οι ενότητες είναι κατηγορίες εννοιών. Για παράδειγμα, σε ένα πευκοδάσος, βλέπω πολλά δέντρα που μοιάζουν μεταξύ τους και το είδος αυτό – όχι το καθένα δέντρο από αυτά, αλλά μια αόριστη παράσταση που έχει όλα τα κοινά τους και μόνον αυτά, που είναι διαφορετικά από κάθε τι άλλο – το ονομάζω “πεύκο”. Η λέξη “πεύκο” αντιστοιχεί σε μια έννοια, που είναι νοητή, όχι πια αισθητή. Κι αν δούμε κάποια υλικά αντικείμενα που έχουν κοινά με το πεύκο, αλλά δεν είναι πεύκα, και αυτά τα κοινά τους δεν τα έχει τίποτε άλλο, τα λέμε “δέντρα”.

Με αυτή τη διαδικασία, ο Αριστοτέλης διέκρινε 10 γενικές κατηγορίες: Υπόσταση, ποσότητα, ποιότητα, αναφορά, χώρο, χρόνο, κείσθαι, έχειν, ποιείν, πάσχειν. Κάτι παρόμοιο έκανε και ο Kant καταλήγοντας σε βασικές ιδέες που είναι πλαίσια μέσα στα οποία εντάσσονται οι έννοιές μας και αυτές είναι κυρίως ο χώρος και ο χρόνος.  

Κάθε έννοια μέσα μας έχει προκύψει από ταξινόμηση πολλών παραστάσεων που δημιουργούνται μέσα μας από ερεθίσματα του εξωτερικού κοινόχρηστου κόσμου τα οποία επενεργούν πάνω στις αισθήσεις μας. Ερέθισμα είναι μια μικρή ποσότητα ενέργειας που προστίθεται στα, ή αφαιρείται από, τα αισθητήριά μας και έχει τόση ένταση που μπορεί να τα διεγείρει. Η μικρότερη αποτελεσματική ένταση ονομάζεται ουδός (=κατώφλι). Μικρότερη ένταση δεν έχει καμιά επίδραση πάνω τους. Από τη στιγμή που θα διεγερθεί ένα αισθητήριο, η διέγερση ακολουθεί το δικό της δρόμο, μολονότι το ερέθισμα έχει πάψει να υπάρχει. Αν το ερέθισμα είναι αρκετά ισχυρό για να διεγείρει ένα αισθητικό κύτταρο, η απάντησή του, η διέγερσή του δηλαδή θα έχει μέγιστη ένταση – δεν υπάρχει άλλη (νόμος όλου ή ουδενός). Καθώς κάθε αισθητήριό μας όμως αποτελείται από πάρα πολλά κύτταρα με διαφορετικό ουδό καθένα τους, όσο ισχυρότερο είναι ένα ερέθισμα, τόσο περισσότερα κύτταρα διεγείρει. Ανεπαρκές ερέθισμα δεν διεγείρει καθόλου τα αισθητήριά μας. Επαρκές ερέθισμα ερεθίζει τόσο περισσότερα κύτταρα όσο ισχυρότερο είναι. Ένα πολύ ισχυρό ερέθισμα διεγείρει όλα, και από κει και πέρα, όσο ισχυρότερο κι αν είναι, δεν αυξάνει την ανταπόκριση των αισθήσεών μας. Χάρη σ΄ αυτή την ποικιλία του πλήθους των κυττάρων που αποτελούν τα αισθητήρια όργανά μας, πληροφορούμαστε τελικά την ένταση των ερεθισμάτων που μας διεγείρουν: Όσο ισχυρότερο το ερέθισμα, τόσο περισσότερα κύτταρα των αισθητηρίων μας διεγείρονται.

Η επιφάνεια των κυττάρων μας είναι ηλεκτρικά πολωμένη, δηλαδή απέξω έχει θετικό ηλεκτρισμό και από μέσα αρνητικό. Διέγερση σημαίνει άρση ή και αναστροφή της πόλωσης. Κι αυτό γίνεται οποιαδήποτε μορφή και αν έχει το ερέθισμα, οποιοδήποτε είδος ενέργειας κι αν προσπίπτει πάνω στις αισθήσεις μας. Όμως κάθε αισθητήριο όργανό μας έχει ιδιαίτερη ευαισθησία. Διεγείρεται με πολύ ασθενή ερεθίσματα ενός είδους ενέργειας, ενώ στα λοιπά είδη δεν ανταποκρίνεται τόσο εύκολα. Έτσι, ανάλογα με το αισθητήριο που διεγέρθηκε, λαβαίνομε γνώση για το είδος της ενέργειας που επενεργεί πάνω μας. Ένα πολύ ισχυρό ερέθισμα, θα διεγείρει όλα τα αισθητήριά μας, αλλά τα συνηθισμένα γύρω μας γίνονται αντιληπτά μόνον από μία από τις πέντε κύριες αισθήσεις μας. Μια δυνατή γροθιά μας προξενεί πόνο οπουδήποτε, μας κάνει να δούμε μια λάμψη αν πέσει στο μάτι μας, να ακούσουμε ένα γδούπο αν πέσει στο αυτί μας, το ίδιο θα κάνει και ένα ηλεκτρικό ερέθισμα. Μια φωτεινή ακτίνα όμως συνηθισμένης έντασης θα γίνει αντιληπτή μόνο από το μάτι μας και ένας ήχος μόνο από το αφτί μας κλπ. Μ΄ αυτούς τους δύο τρόπους, γίνεται περίπου αντιληπτός ο έξω από εμάς κόσμος και μέσα μας σχηματίζομε μια παράστασή του που αντιστοιχεί περίπου στον έξω κόσμο. Γνωρίζομε έτσι περίπου το είδος και την ένταση κάθε ενέργειας που επενεργεί πάνω μας.

Από τη στιγμή που θα διεγερθούν τα κύτταρα των αισθητήριων οργάνων μας, η διέγερσή τους μεταφέρεται στο κεντρικό νευρικό μας σύστημα δια μέσου των νεύρων. Τα νεύρα είναι μακριές αποφυάδες νευρικών κυττάρων. Η μετάδοση της διέγερσης κατά μήκος των νεύρων γίνεται σαν ηλεκτρικό κύμα. Η εκπόλωση ενός σημείου του εκπολώνει το διπλανό του κι αυτό το παραδίπλα κι έτσι το κύμα της διέγερση διανύει μακρές αποστάσεις σε βραχύ χρόνο. Από το ένα κύτταρο στο άλλο όμως η διέγερση γίνεται χημικά. Ειδικές ουσίες, όπως η ακετυλοχολίνη, η αδρεναλίνη, οι ενδορφίνες και πολλές άλλες εκκρίνονται από το κύτταρο που διεγέρθηκε. Οι χημικές ουσίες δεν είναι ένας αδιαμόρφωτος πολτός, αλλά έχουν μια αρχιτεκτονική δομή. Κύτταρα γειτονικά με τα διεγειρόμενα έχουν στην επιφάνειά της τέτοιες δομές, τους υποδοχείς, που αρχιτεκτονικά ταιριάζουν με τη μορφή της εκκρινόμενης ουσίας κι έτσι την υποδέχονται και διεγείρονται κι αυτά. Έτσι μεταβιβάζονται οι πληροφορίες από νευρικό κύτταρο είτε σε ένα άλλο είτε και σε άλλους ιστούς. Τελικά σχηματίζεται μέσα μας ο χάρτης του έξω από εμάς κόσμου. Θα ανταποκριθούμε σ΄ αυτόν με τη βούλησή μας που υλοποιείται με κινήσεις και εκκρίσεις.

Πεθαίνω. Κάθε αίσθηση και κάθε κίνηση παύει. Η αυτονομία που με διατηρεί σταθερό παύει. Κι όμως κάτι μένει από εμένα. Πίσω μου αφήνω κάποια ζωντανά κύτταρα, τα γεννητικά μου, που δημιουργούν νέο ον. Κι αφήνω τις υλοποιημένες σκέψεις, αισθήματα και βουλήσεις μου. Κι αφήνω το εντύπωμα της ύπαρξής μου στη μνήμη της κοινωνίας που με περιβάλλει. Αθανασία!

ΦΥΣΙΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ

ΦΥΣΙΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 22 Ιανουαρίου 2022

Αισθητική: θεωρία της ομορφιάς και της Τέχνης. Στην Τέχνη υπάγονται δημιουργίες μουσικές (παραστατικές) στο χρόνο και εικαστικές στο χώρο. Η ομορφιά και η Τέχνη δεν έχουν καμιά χρησιμότητα ούτε σκοπό. Κι όμως κατέχουν καίρια θέση στη ζωή και στον πολιτισμό μας.

Ο έξω από εμάς κόσμος εισάγεται μέσα μας διαμέσου των αισθήσεών μας.  Επιστρέφομε στο περιβάλλον το σήμα που δεχόμαστε σαν κίνηση ή έκκριση (αντανακλαστικό τόξο). Γεννιόμαστε με κάποια αντανακλαστικά, αλλά και μετά τη γέννησή μας δημιουργούμε άλλα, τα εξαρτημένα, όταν ένα άσχετο ερέθισμα προηγείται ή είναι σύγχρονο με εκείνο που ξεκινά μια φυσική ανταπόκριση. Η είσοδος συνδέεται με την έξοδο διαμέσου νευρικών κέντρων στο κεντρικό νευρικό μας σύστημα. Τα αισθήματα, νοητές παραστάσεις του έξω κόσμου, αντιστοιχούν ποιοτικά στο είδος της ενέργειας που διήγειρε τα αισθητήριά μας, επειδή αυτά έχουν ειδικότητα και ευαισθησία, δεχόμενα καθένα προνομιακά διαφορετικές μορφές ενέργειας. Αντιστοιχούν και ποσοτικά, διότι τα αισθητήριά μας αποτελούνται από πλήθος κυττάρων με διαφορετική ευαισθησία καθένα και, επομένως, όσο ισχυρότερο είναι ένα ερέθισμα τόσο περισσότερα κύτταρά τους διεγείρει. Ιδίως οι άνθρωποι, έχομε το προνόμιο να δημιουργούμε και δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά βασισμένα όχι σε συγγενή, αλλά και σε προσχηματισμένα εξαρτημένα. Αυτή η ικανότητα παρέχει τεράστιες ελευθερίες επιλογής. Οδηγεί, στα πλαίσια της κοινωνίας, στο σχηματισμό του λόγου. Οι φυσιολογικές αντανακλαστικές απαντήσεις στα εξωτερικά ερεθίσματα μπορεί να τα ενισχύουν με θετική ανάδραση ή να τα εξασθενούν με αρνητική. Μέσα μας επεξεργαζόμαστε τα εισαγόμενα ερεθίσματα καταλήγοντας σε γνώση, λόγο, και αποθήκευσή τους στη μνήμη. Η γνώση οδηγεί τελικά σε σχηματισμό νοητής βούλησης από την οποία ξεπηδά η αισθητή ανταπόκρισή μας στο περιβάλλον με κίνηση ή έκκριση. Η γνώση με τη βούληση συνδέονται με ενδιάμεσο συναίσθημα, που, χωρίς άμεση επαφή με το περιβάλλον, διαμορφώνει τη βούληση ποιοτικά και ποσοτικά (ένταση συναισθήματος) σε αντιστοιχία με τη γνώση. Επιπλέον όμως, η βούληση με το συναίσθημα ταλαντώνονται ασύμμετρα. Από τη φάση “θέλω να” ακολουθεί σωματική πράξη (π.χ. τρώω, κάνω έρωτα κλπ) που φθάνει στον κόρο, στη φάση “θέλω να μη”. Αυτή εξελίσσεται βαθμιαία στη φάση “δεν θέλω να”, στην οποία δεν διεγείρεται αυτόματα  βούληση, αλλά μπορεί να διεγερθεί πρόωρα από ένα εξωτερικό ερέθισμα. Θα κλείσει ο κύκλος με αυτόματη διέγερση της βούλησης, (“θέλω να”) απλώς με το πέρασμα του χρόνου. Η φυσιολογική θετική ανάδραση συνδέεται με συναίσθημα ευχαρίστησης (ηδονή), και η αρνητική με συναίσθημα δυσαρέσκειας (πόνος).

Από τα πέντε βασικά αισθητήριά μας, αντανακλαστικά με θετική ή αρνητική ανάδραση έχουν τρία, ενώ η όραση και η ακοή δεν οδηγούν σε αντανακλαστικές ανταποκρίσεις. Μια από τις ταλαντώσεις μας δεν περιλαμβάνει σωματικά στοιχεία, αισθητικά ή κινητικά: η εναλλαγή μεταξύ γενικευμένης χαλάρωσης (ύπνου) και γενικευμένης διέγερσης (εγρήγορσης). Αντίθετοι νευρικοί και ορμονικοί μηχανισμοί δρουν σ΄ αυτές τις φάσεις. Διέγερση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος και έκκριση αδρεναλίνης (και συναφών ορμονών) στην εγρήγορση, αλλά διέγερση του παρασυμπαθητικού και έκκριση ακετυλοχολίνης (και άλλων ορμονών) στον ύπνο.

Τα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα δεν προκαλούν αντανακλαστικές ανταποκρίσεις, αλλά προάγουν γενικευμένη διέγερση ή χαλάρωση. Χαλαρωτικά είναι τα ήπιας έντασης ρυθμικά ερεθίσματα χωρίς απότομες μεταβολές, διεγερτικά το αντίθετο. Ένας αιφνίδιος κρότος ή μια λάμψη μας διεγείρει. Ένα ρυθμικό οπτικό ή ακουστικό ερέθισμα μικρής έντασης μας ηρεμεί. Τέτοια ηρεμία μπορεί να οδηγήσει στον ύπνο και οι υπνωτιστές χρησιμοποιούν ρυθμικά ερεθίσματα για να υπνωτίσουν.

Η αισθητική αφορά σε εικαστικές, οπτικές, στο χώρο, και μουσικές, ακουστές, στο χρόνο, παραστάσεις. Εξεικονίζουν το ολοκλήρωμα του συναισθήματος που διαπερνά μια κοινωνία. Όπως το ατομικό συναίσθημα μεταξύ γνώσης και βούλησης, έτσι και η αισθητική, είναι το ενδιάμεσο μεταξύ επιστήμης και ηθικής. Ο λόγος μπορεί να ασκεί κατασταλτική, καταπιεστική, δράση πάνω στη βούληση. Αυτή όμως, επειδή ταλαντώνεται και έχει ιδιοπερίοδο, ποτέ δεν καταστέλλεται πλήρως. Οπότε ο ρόλος του λόγου είναι να τη βάζει σε τάξη, επιβάλλοντάς της το δικό του ρυθμό. Και αυτός είναι εκείνος που, με τις καταπιεστικές του ρυθμίσεις, προάγει την πρόοδο του πολιτισμού. Χάρη στους περιορισμούς πάνω στις διατροφικές και γενετήσιες κυρίως ανάγκες, οι άνθρωποι μπορέσαμε να σχηματίζουμε και διατηρούμε αποθήκες αγαθών που αναπαράγονται και μ΄ αυτές να αντιμετωπίζουμε τις ανάγκες μας όποτε χρειάζεται, έστω και αν υπάρχουν αντίξοες εξωτερικές συνθήκες με ένδεια (π.χ. μακρά περίοδος αναβροχιάς). Η τέχνη αντανακλά αυτή την αντίθεση. Το περιεχόμενό της αποτελείται όχι μόνο από αισθήματα και αναμνήσεις, αλλά και από παραστάσεις που γεννιόνται μέσα μας από τις ταλαντώσεις της βούλησής μας χωρίς επαφή με το περιβάλλον (φαντασία). Στην τραγωδία αντιπαραβάλλονται ο έλεος, η συμπάθεια για τον ήρωα που ενεργεί σύμφωνα με τη βούλησή του, με το φόβο προς την κοινωνία, που τον καταπιέζει γι΄ αυτό, και καταλήγει στην κάθαρση, την ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συναισθήματα. Το ίδιο γίνεται στη μουσική που εναλλάσσει παράφωνες με αρμονικές ακολουθίες για να καταλήξει σε μια καθαρτική τονική συγχορδία. Ανάλογα ισχύουν στο χώρο, όπου κάποιες διεγερτικές όψεις σχήματος ή χρώματος αντιπαραβάλλονται με αντίστοιχες γειτονικές χαλαρωτικές. Η κάθαρση χαλαρώνει ευχάριστα από την ένταση του συναισθήματος, έστω και αν γίνεται με δυσάρεστη κατάληξη, π.χ. θάνατο του ήρωα.

Η αρχέγονη μουσική αποτελείται αδιαχώριστα από μουσική, λόγο (ποίηση) και χορό, που στην εξέλιξη ανεξαρτητοποιούνται. Στη δημοτική τέχνη διατηρούν την ενότητά τους. Ο χορός μπορεί να είναι αναπαράσταση του μοναδικού αγωνιζόμενου ήρωα (ζεϊμπέκικος), ή της ομαδικής κοινωνικής δραστηριότητας (συρτός, χασάπικος) ή της ερωτικής δραστηριότητας (μπάλος, ταγκό). Και η μουσική με το ρυθμό της ταιριάζει με τις υπαινισσόμενες δραστηριότητες. Τα 2/4 με το βηματισμό (εμβατήρια) αφού έχομε δυο πόδια που εναλλάσσονται, τα 3/4 με κάποιο παιχνιδιάρικο συναίσθημα (βαλς), άλλοι πιο σύνθετοι ρυθμοί με άλλες δραστηριότητες που συνοδεύονται από παρόμοιο ρυθμό στην πραγματική ζωή.

Η τέχνη είναι το πιο σημαντικό στοιχείο για την ενότητα της κοινωνίας, αφού το σύνολο των πολιτών χαίρονται (ή θλίβονται) από κοινού με ένα έργο, χωρίς την προκατάληψη μιας ωφελιμότητας. Αυτό δεν σημαίνει πως η τέχνη δεν είναι πολιτικό στοιχείο. Μπορεί να εξεικονίζει το κοινό συναίσθημα λαϊκών μαζών που έχουν κοινά πολιτικά συμφέροντα. Ίσως μάλιστα αυτό να είναι ο κανόνας. Μεγάλοι μουσουργοί ζωγράφοι, γλύπτες κλπ δημιούργησαν με πολιτικά κριτήρια. Άλλοτε, όμως οι καλλιτέχνες είναι εξαρτημένοι από ένα χρηματοδότη που τους συντηρεί και μπορεί να είναι ένας πολιτικός άρχοντας, μια απρόσωπη θρησκευτική ηγεσία κλπ. Η κοινωνική χορηγία, όπως στην αρχαία τραγωδία, εξασφάλιζε δημοκρατικά την ανεξαρτησία του καλλιτέχνη από τους παραπάνω παράγοντες.

Τιμή, δόξα, αξία

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 20 Ιανουαρίου 2022

Τιμή, δόξα, αξία. Λέξεις συναφείς. Συχνά χρησιμοποιούνται η μια αντί της άλλης, αλλά δεν είναι συνώνυμες. Η ύπαρξή μας είναι τρισυπόστατη. Μια όψη της είναι η σχέση της με το φυσικό περιβάλλον μας. Είναι το αισθητό Εγώ, άμεσα προσιτό σε όλους με τις αισθήσεις τους, ακόμη και με τους φυσικούς αισθητήρες μιας υλικής συσκευής. Είναι το κοινωνικό Εγώ, η σχέση του με το έλλογο περιβάλλον μας, την κοινωνία. Και είναι το νοητό Εγώ, η σχέση του με τον εαυτό του, άμεσα απρόσιτο σε όλους τους άλλους, που μπορούν μόνο να το νοούν, να το συμπεραίνουν, να το εικάζουν, από τη συμπεριφορά της αισθητής και της κοινωνικής όψης μας. Οι τρεις λέξεις έχουν σημαντική αντιστοιχία με καθεμιά από τις τρεις υποστάσεις της ύπαρξής μας.

Η τιμή είναι ένας κατεξοχήν φυσικός όρος· είναι το μέγεθος ή η ποσότητα που αντιστοιχεί σε μια μεταβλητή. Είναι όρος ποσοτικός. Είναι το χρηματικό ποσό που πληρώνει κανείς για να αποκτήσει ένα ορισμένο πράγμα ή υπηρεσία, αλλά και τα αισθητά προνόμια και οι τιμές που απολαμβάνει από τον περίγυρό του, που του αποδίδονται από την κοινωνία κυρίως λόγω του φόβου που ασκεί από την εξουσία που έχει. Όπως όλοι οι ποσοτικοί όροι, η τιμή είναι μια αρκετά εύχρηστη έννοια, καθώς είναι ανταλλάξιμη. Είναι κατεξοχήν αισθητή.

Αντίθετα από την τιμή, η αξία ενός πράγματος ή μιας υπηρεσίας είναι κατεξοχήν ποιοτική έννοια. Ένα αντικείμενο αξίζει όσο μόχθο, σωματικό και πνευματικό, κατέβαλε κάποιος για να το κατασκευάσει ή δημιουργήσει. Τιμάται όμως κυρίως ανάλογα με τη σχέση προσφοράς και ζήτησής του. Είναι μια έννοια που αφορά προπάντων το νοητό Εγώ. Το τριμμένο, ξεθωριασμένο, σάλι που φορούσε η γιαγιά μου έχει ανυπολόγιστη αξία για μένα, καθώς μ΄ αυτό συνδέονται οι αξεπέραστες εμπειρίες, όταν δίπλα στο μαγκάλι μου διηγιόταν παραμύθια, την ώρα που βάζαμε ρεβύθια στη χόβολη με αλάτι να τα κάνουμε στραγάλια πεινασμένοι στην κατοχή. Κανένας δεν το αγοράζει σήμερα. Η τιμή του είναι μηδενική.

Δόξα είναι η τιμή που αποδίδει η κοινωνία σε κάποιον. Είναι ο σεβασμός στο κύρος του, χωρίς το φόβο που συνοδεύει κάποια εξουσία του. Όπως η τιμή, μετριέται αδρά, ανάλογα με το πλήθος που δοξάζει κάποιον. Η δόξα αποδίδεται σε υποκείμενα, όχι σε αντικείμενα, όπως η τιμή και η αξία. Υπάρχει όμως και η φήμη, το αντίστοιχο της δόξας για αντικείμενα.

Παρόλον ότι υπάρχει αρκετή διάκριση μεταξύ των τριών εννοιών, αφού καθεμιά ταιριάζει σε διαφορετική όψη της ύπαρξής μας, ωστόσο, αναμειγνύονται σε σημαντικό βαθμό. Έτσι η αξία μιας πράξης είναι πρώτιστα ο πνευματικός και σωματικός μόχθος που έχει επενδυθεί σ΄ αυτήν. Η αξία ενός αντικειμένου είναι, επιπλέον, η αξία της ύλης που περιέχεται στο πράγμα. Η τιμή τους είναι όμως άλλο πράγμα. Ασφαλώς εξαρτάται από την αξία της υπηρεσίας ή του αγαθού, αλλά σ΄ αυτά προστίθενται και άλλοι παράγοντες, όπως π.χ. πόση ανάγκη έχει ο καταναλωτής του αγαθού ή της υπηρεσίας. Το ίδιο ακριβώς ποτήρι νερό έχει πολύ διαφορετική τιμή μέσα στην πόλη και στο μέσο της άνυδρης ερήμου, όταν ο ζητητής του διψάει. Ακόμη, η τιμή του αντικειμένου εξαρτάται από τη φήμη που το πλαισιώνει, όπως είναι ένα πολυδιαφημισμένο αντικείμενο. Το ζητούν τότε πολλοί, κι όσο περισσότεροι το ζητούν τόσο ανεβαίνει η τιμή του. Σ΄ αυτή τη διαφορά μεταξύ τιμής και αξίας στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό η θεωρία της υπεραξίας που ανέπτυξε ο Marx. Τη διαφορά μεταξύ τιμής και αξίας, την υπεραξία, την καρπούται ο κάτοχος των μέσων παραγωγής, ενώ οι εργαζόμενοι έχουν αποθέσει στην παραγωγή την αξία της μόνο. Ο κομμουνισμός, όπως τον πρωτοπρόβαλε ο Πλάτων και τον εφάρμοσαν αργότερα οι πρώτοι Χριστιανοί και συνεχίζει να ισχύει σε περιορισμένες κοινωνίες, όπως στα Ισραηλινά κιμπούτς, αντιμετωπίζει αυτό το πρόβλημα. Δεν καταργείται η υπεραξία, αλλά την καρπούνται το σύνολο των ασχολουμένων με την παραγωγή. Σημειώνω ότι στον κομμουνισμό των αρχαίων εννοούσαν βασικά κοινοκτημοσύνη των αγαθών, ενώ στο σύγχρονο κομμουνισμό, όπως εφαρμόσθηκε στην αποτυχημένη τελικά Σοβιετική Ένωση, ίσχυε για κοινοκτημοσύνη των μέσων παραγωγής.

Έτσι κι αλλιώς, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Η λύση της κοινοκτημοσύνης δεν λύνει όλα τα προβλήματα. Κι αυτό, διότι η τιμή είναι βασικά ποσοτικό μέγεθος, ενώ η αξία ποιοτικό· η αξία αφορά το νοητό Εγώ που είναι απροσπέλαστο στις αισθήσεις των άλλων, ενώ η τιμή, εμπεριέχοντας και το συστατικό της δόξας ή της φήμης, αφορά το αισθητό και το κοινωνικό Εγώ, που είναι κοινόχρηστα, άμεσα προσιτά στις αισθήσεις οποιουδήποτε. Πώς να αφαιρέσεις ανόμοια πράγματα, τιμή μείον αξία, για να υπολογίσεις την υπεραξία; Να το πω με άλλα λόγια. Μπορώ με σχετική ακρίβεια να υπολογίσω το σωματικό μόχθο, σα φυσική ενέργεια, που χρειάσθηκε για να παραχθεί ένα πράγμα ή να παρασχεθεί μια υπηρεσία. Πώς να υπολογίσω όμως το πνευματικό έργο, που δεν καταναλώνει ενέργεια, αλλά, παρόλα αυτά είναι μόχθος; Σκεφτείτε ένα δημιουργό, έναν ερευνητή, ένα συγγραφέα, ένα συνθέτη, ένα ζωγράφο. Το τι θα παραγάγουν έχει σχηματισθεί μέσα τους, στη νόησή τους. Το υλοποιούν και το δημιούργημά τους πουλιέται και αποκτά τιμή. Η σκέψη όμως, η φαντασία, που είναι η ουσία της δημιουργίας, πώς αποτιμάται; Και ο δημιουργός πρέπει φυσικά να ζήσει, έχει ανάγκες. Πριν από λίγες μόλις δεκάδες χρόνια ένας συνθέτης έγραφε μουσική, αυτή παιζόταν σε μια συναυλία ή άλλο χώρο, εγγραφόταν σε δίσκους που πουλιόνταν, οι ενδιάμεσοι έπαιρναν τη μερίδα του λέοντος, αλλά εισέπραττε και ο συνθέτης κάποιο ποσό με το οποίο επιβίωνε. Σήμερα, η μουσική ενός συνθέτη διατίθεται πάμφθηνα σε ένα CD ή και δωρεάν στο διαδίκτυο. Κάτι ανάλογο ισχύει και για το ζωγράφο, που τα έργα του μπορούν να πουλιόνται σε πολλαπλά φθηνά αντίγραφα. Τουλάχιστον αυτός κάτι κερδίζει, αν τα αντίγραφα τα κάνει ο ίδιος και μάλιστα τα υπογράφει. Η τιμή τους όμως δεν είναι η αξία της δημιουργίας των έργων του, αλλά περισσότερο το κόστος της αντιγραφής. Οι πρόγονοί μας είχαν και σ΄ αυτό βρει τη λύση. Τα έξοδα της παράστασης μιας τραγωδίας πληρώνονταν από πλούσιους χορηγούς, που έμμεσα ήταν αναγκασμένοι να το κάνουν, χωρίς το δικαίωμα να επεμβαίνουν στο περιεχόμενο. Ανταμοιβή τους ήταν η διαφήμιση που τους γινόταν. Η συντήρηση του θεάτρου γινόταν από τα εισιτήρια των θεατών, που όμως τα πλήρωνε η πολιτεία, τα περίφημα “θεωρικά” αναβαθμίζοντας την πνευματική δημιουργία σε ιερότητα.

ΜΙΚΡΟΙ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΙ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 18 Ιανουαρίου 2022

“Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό”. Γνωστό και αυτονόητο. Ισχύει βέβαια και στην πολιτική. Τα μεγαλύτερα, και γι΄ αυτό συνήθως ισχυρότερα, κράτη απορροφούν τα μικρότερα. Από την αρχαιότητα ως σήμερα. Δεν το πετυχαίνουν πάντοτε. Οι Πέρσες στην αρχαιότητα, που είχαν καταλάβει τεράστια έκταση στην Ασία, απέτυχαν όταν προσπάθησαν να επεκταθούν δυτικά από το Αιγαίο. Ωστόσο, ο κανόνας ακολουθείται παρά τις εξαιρέσεις του. Εφαρμόσθηκε κατά κόρον στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Σε αντιδιαστολή, το Ανατολικό μέρος της, όταν αυτονομήθηκε σ΄ αυτό που ονομάζομε Βυζάντιο, μεσουράνησε για 1000 χρόνια χωρίς να κάνει κατακτητικούς πολέμους. Πολεμούσε μόνο είτε αμυνόμενο είτε για να ανακαταλάβει χαμένα εδάφη. Φυσικά, δεν του έλειπε η πολιτική σκέψη. Όταν έβλεπε να σηκώνει κεφάλι κάποιο μικρό κράτος, φρόντιζε να υποδαυλίσει την αντιπαλότητά του με κάποιο διπλανό του, ώστε μια σύγκρουση μεταξύ τους να αποσοβεί τον κίνδυνο από το ίδιο. “Διαίρει και βασίλευε”.

Ακόμη και όταν δεν ασχολείται με την “καταβρόχθιση” του μικρού κράτους το μεγάλο, συχνά το χρησιμοποιεί για τους δικούς του σκοπούς. Ας το δούμε όμως και στα νεότερα χρόνια. Οι Ρώσοι, το “ξανθό γένος”, από το οποίο περιμέναμε τη λύτρωση, επανειλημμένα μας πρόδωσαν. Στα 1770 ξεσήκωσαν τους Έλληνες να πολεμήσουν κατά των Τούρκων, με τους οποίους είχαν τότε πόλεμο. Πολύ χρήσιμος ο ξεσηκωμός των Ελλήνων, καθώς απασχολούσε τους Τούρκους. Η Ρωσία όμως τερμάτισε τον πόλεμο όταν είχε επιτύχει ό,τι ήθελε και εγκατέλειψε τους Έλληνες που κατασφάχτηκαν απροστάτευτοι πια από τους Οθωμανούς. Την ίδια περίπου εποχή έδρασε ο Λάμπρος Κατσώνης, που μάλλον είχε και ιδιαίτερες σχέσεις με την Αικατερίνη. Αυτή του έστειλε μήνυμα να σταματήσει τις εχθροπραξίες με τους Τούρκους, αφού ο πόλεμός της με την Τουρκία είχε λήξει. Ο Κατσώνης όμως της απάντησε: “Εάν η αυτοκράτειρα συνωμολόγησεν ειρήνην, ο Κατσώνης δεν συνωμολόγησεν ακόμη την ιδικήν του”. Παρόμοια στάση τήρησε ξανά η Ρωσία στη διάρκεια του εμφύλιου μας. Δεν ενημέρωσε τους αριστερούς ότι δεν θα τους βοηθούσε, ώστε να συνεχίζουν τον πόλεμο, (παρά την κάποια βοήθεια που έδωσαν οι δορυφρόροι της) ενώ η ίδια τον εκμεταλλευόταν. Κάντε ό,τι θέτε, μηνούσε στους δυτικούς, στη σφαίρα της επιρροής σας κι αφήστε μας εμάς να κάνουμε ό,τι θέλομε στους δικούς μας, στην Ουγγαρία, την Πολωνία, την Τσεχοσλοβακία κλπ.

Η στάση των Άγγλων δεν ήταν πολύ καλύτερη. Μας άφησαν να πιστεύουμε στην υποστήριξή τους, όταν μας επέτρεψαν να αποβιβαστούμε στη Σμύρνη και στη συνέχεια μας άφησαν στο έλεος των Τούρκων. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου ενίσχυσαν με οπλισμό κλπ τους αριστερούς αντάρτες που πολεμούσαν κατά των Γερμανών εχθρών τους. Όταν είχαν φύγει οι Γερμανοί, ήλθαν οι Άγγλοι με μεγάλο στρατό, όχι για να μας ελευθερώσουν, αφού oi εχθροί είχαν ήδη φύγει, αλλά για να εξουδετερώσουν τους πρώην συμμάχους τους, τους αριστερούς αντάρτες. Κι εμείς οδηγηθήκαμε στον εμφύλιο πόλεμο.

Παρόμοια είναι η μεταχείριση των “μικρών” από όλους τους “μεγάλους”. Είτε τους “καταβροχθίζουν” είτε, αν είναι “δύσπεπτοι”, τους εκμεταλλεύονται με κάθε τρόπο για τους δικούς τους σκοπούς.

Ανήκομε στους μικρούς. Υπάρχει άραγε τρόπος να αντιμετωπίσουμε μια τέτοια κατάσταση; Ασφαλώς υπάρχει, αλλά απαιτεί ιδιαίτερα λεπτούς πολιτικούς χειρισμούς, που χρειάζονται μια πολιτική ιδιοφυΐα για να τους εφαρμόσει. Στις αρχές του περασμένου αιώνα, μετά από μια ντροπιαστική ήττα από τους Τούρκους, που έγινε με δική μας ευθύνη, όταν προκαλέσαμε απροετοίμαστοι ένα πόλεμο, και μια πτώχευση, εμφανίσθηκε ο αξιότερος Έλληνας πολιτικός. Αυτός, χωρίς να ρωτήσει τους μεγάλους, φρόντισε να συμπήξει μια συμμαχία με άλλους “μικρούς” γύρω μας, Σέρβους, Μαυροβούνιους, Βουλγάρους και προχώρησε στους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέμους. Η Ελλάδα μεγάλωσε. Στη Μακεδονία υπήρχαν ποικίλοι λαοί. Οι περισσότεροι, αλλά όχι η απόλυτη πλειοψηφία, ήταν Έλληνες. Και έγινε Ελληνική. Στο δεύτερο Βαλκανικό πόλεμο, πολέμησε μαζί με Σέρβους και Μαυροβούνιους εναντίον Τούρκων και Βουλγάρων, που διεκδικούσαν οι τελευταίοι τη Θεσσαλονίκη και μάλιστα με όχι ευθύ τρόπο. Στην αντιπαλότητά μας με τους Βουλγάρους επιστρατεύσαμε τους Σλαβομακεδόνες προσπαθώντας να τους πείσουμε ότι δεν είναι Βούλγαροι. Αυτοί δεν ήθελαν να είναι Βούλγαροι και αγωνίζονταν για μια δική τους Μακεδονία. Πολέμησαν με την αριστερά στον εμφύλιο πάλι, όχι όμως για να εγκατασταθεί κομμουνισμός στην Ελλάδα, αλλά για να αποκτήσουν δική τους τη Μακεδονία. Η διαμάχη έληξε (ελπίζομε) με την αμφισβητούμενη και από τις δύο μεριές συνθήκη των Πρεσπών.

Να λοιπόν πώς διαφαίνεται η άμυνα των “μικρών” απέναντι στη βουλιμία και εκμετάλλευση των “μεγάλων”. Είμαι απείρως πιο ισχυρός από ένα σταφυλόκοκκο. Με μια σταγονίτσα οινόπνευμα τον σκοτώνω. Όμως ένας τεράστιος αριθμός από δαύτους μέσα μου μπορούν να με σκοτώσουν. Η ένωση πολλών “μικρών” μπορεί να αψηφήσει τον ένα “μεγάλο”. Αυτό φυσικά το γνωρίζουν άριστα οι ισχυροί και το χρησιμοποιούν, για να βρίσκονται σε διαρκή αντιπαλότητα μεταξύ τους οι “μικροί”. Και αν αυτό δεν αρκεί, μπορούν πάντα να υποδαυλίσουν τον εμφύλιο διχασμό. Στο δικό μας ολέθριο εμφύλιο, οι Αμερικανοί, αντί να μεριμνήσουν να σταματήσει, τον όξυναν. Η πολιτική ισχύς της αριστεράς που δεν ήταν αμελητέα έπρεπε να αφανισθεί και αυτό μόνο αν οι Έλληνες χωριζόμαστε χύνοντας άφθονο Ελληνικό αίμα μεταξύ μας, θα μπορούσε να επιτευχθεί. Αυτή είναι τουλάχιστον η εξήγηση που δίνεται από τον Τζων Φρήμαν (ψευδώνυμο;) στο βιβλίο του “Ξενοκρατία”. Η ξενοκρατία, ωμή επέμβαση των ξένων “μεγάλων”| στα εσωτερικά μας, δεν έπαψε ποτέ. Δεν είναι πολλά χρόνια που ζήσαμε την ισχύ της “τρόικας” που με την οικονομική κυριαρχία της κουρέλιασε ακόμη και το σύνταγμά μας. Φυσικά, η δική μας ευθύνη σε καμιά περίπτωση δεν λείπει.

Η δική μας ευθύνη έγκειται στο να μην εμπιστευόμαστε σε καμιά περίπτωση την υπεράσπιση των συμφερόντων μας σε ξένους. Αυτός είναι ο πρώτιστος κανόνας. Ο δεύτερος είναι να βρίσκουμε τρόπο συνεννόησης με τους γείτονές μας και ενωμένοι να αντιστεκόμαστε στις ξένες επεμβάσεις. Ασφαλώς δεν είναι εύκολα αυτά. Όταν συγκρουσθούν γίγαντες εμείς συνθλιβόμαστε ανάμεσά τους. Η διατήρηση της ενότητάς μας είναι τότε η μόνη άμυνά μας. Όχι σπάνια είμαστε υποχρεωμένοι να συνταχθούμε με τον ένα ή τον άλλο, όπως το κάναμε στους δυο παγκόσμιους πολέμους. Και τις δυο φορές βρεθήκαμε στο πλευρό των νικητών. Σπαταλήσαμε όμως τα πλεονεκτήματα που αυτό μας έδινε με το δικό μας διχασμό. Χωρίς αυτόν θα μπορούσαμε να διατηρήσουμε περισσότερη ανεξαρτησία στα πλαίσια της κυνική μοιρασιάς της Ευρώπης, αν αληθεύουν αυτά που γράφει, μόνος αυτός, στα απομνημονεύματά του ο Churchill.

ΜΗΠΩΣ ΕΙΜΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΣ;

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 15 Ιανουαρίου 2022

Ένας διευθυντής μου στην Αγγλία με συμβούλευε: Αν αμφιβάλεις ποια από δύο δυνητικές αποφάσεις είναι η καλύτερη, μην άγχεσαι. Αφού αμφιβάλλεις σημαίνει πως και οι δυο είναι περίπου ισοδύναμες και επομένως, όποια και να διαλέξεις, οι πιθανότητες να είναι η σωστή είναι περίπου ίσες. Κοντοστέκομαι στα μισά του δρόμου κι αναρωτιέμαι, να συνεχίσω ως το απέναντι πεζοδρόμιο, όπως ξεκίνησα, ή να γυρίσω πίσω; Πάντως, το να μένω στο μέσο του δρόμου αναποφάσιστος είναι η χειρότερη λύση. Είμαι εκτεθειμένος στους κινδύνους των αυτοκινήτων που πάνε κι έρχονται ξυστά σχεδόν.

Πριν από χρόνια, όταν ήμουν νέος, επικρατούσε σημαντική πολιτική πόλωση, που τα απόνερά της διαρκούν ως τις μέρες μας. Εκείνη την εποχή η αριστερά ήταν ένα όραμα που υποσχόταν εξαφάνιση των καταφανών αδικιών της δεξιάς. Οι αριστεροί χαρακτήριζαν τους εαυτούς τους “προοδευτικούς”, αφού επιδίωκαν την πρόοδο, έτσι που το να έλεγες πως είσαι προοδευτικός ήταν, για τη δεξιά επικρατούσα κατάσταση, συνώνυμο με το να λες “είμαι κομμουνιστής”. Αντίστροφα, το να χαρακτηρίζεται κάποιος “συντηρητικός” ήταν, για τους αριστερούς, περίπου συνώνυμο με το να είναι φασίστας. Άλλες αμφιλεγόμενες συνωνυμίες ήταν ο εθνικισμός συνώνυμος με τη δεξιά και ο πατριωτισμός συνώνυμος με την αριστερά. Οι συνθήκες άλλαξαν, ιδίως μετά την κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος και την επανένωση των Γερμανιών.

Στην πραγματικότητα, η κοινωνία αλλάζει διαρκώς. Το δίκαιο, οι νόμοι, πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα, για να αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά οι νεοπαρουσιαζόμενες προκλήσεις. Αυτή είναι η γνήσια προοδευτικότητα. Το να μένεις γαντζωμένος σε παραδοσιακές αρχές που αντιμάχονται κάθε πρόοδο είναι η γνήσια συντηρητικότητα. Νέος ένοιωθα προοδευτικός, αλλά προσπαθούσα να το κρύβω, γιατί ήταν επικίνδυνο. Δεν το έκρυβα όμως, φαίνεται, αρκετά, έτσι που μερικοί γνωστοί μου με θεωρούσαν κρυπτοαριστερό. Ας πούμε, το να υποστηρίζεις τη γλώσσα του Παλαμά, του Καρκαβίτσα, του Καζαντζάκη ήταν ισχυρή ένδειξη κρυπτοκομμουνιστικής στάσης.

Στα λεγόμενα φιλελεύθερα καθεστώτα σαν το σημερινό δικό μας, έγινε αντιληπτό πως πρέπει να υποστηριχθεί η πρόοδος, η αλλαγή, αλλιώς δεν προχωρούσε η οικονομία που έχει το πάνω χέρι αντί της πολιτικής. Η τελευταία ποδηγετείται πια από την πρώτη, όπως πρόβλεπε ο Marx.

Ήδη έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι τι θα πει πρόοδος. Διέπομαι από κάποιες έμμονες ιδέες που ηχούν υπερβολικά προοδευτικές, τόσο που μοιάζουν ανεφάρμοστες. Εννοώ π.χ. την ανάγκη να εγκαταστήσουμε δημοκρατία. Αυτό σημαίνει ότι, όταν η εξουσία, για να αποφασίσει, συγκρίνει κάποιες πράξεις με υπάρχοντες νόμους, όπως στα αστικά δικαστήρια και στην κυβέρνηση, πρέπει να έχει αντίστοιχη γνώση και πείρα. Όταν όμως μια πράξη συγκρίνεται όχι με το νόμο, αλλά με ένα άτομο, τον κατηγορούμενο, όπως στα ποινικά δικαστήρια, οι κριτές αρκεί να έχουν εντιμότητα και κοινό νου. Το ίδιο και όταν η απόφαση συγκρίνεται με τη βούληση των πολιτών, όπως στη βουλή. Η εντιμότητα και ο κοινός νους είναι εξίσου κατανεμημένα σε όλους τους πολίτες με αριστοκρατική ή ταπεινή καταγωγή, πλούσιους ή φτωχούς, μορφωμένους ή αμόρφωτους, πιστεύοντας σε οποιαδήποτε θρησκεία κλπ. Εννοώ επίσης την ανάγκη να εφαρμόσουμε φωνητική γραφή, “πο δείχνει με ξεχωριστ γράμμα τν κάθε φθόγγο κα πο κάθε γράμμα της χει πάντα τν δια φωνητικ ξία, τν δια προφορ” (Μ. Τριανταφυλλίδης). Τη θεωρώ απαραίτητη για να αποκτήσουν όλοι οι πολίτες την ίδια ικανότητα να εκφράζονται γραπτά (ισηγορία), απαραίτητο στη δημοκρατία. Εννοώ ακόμη αποκέντρωση της πολιτείας μας, ενάντια στην επικρατούσα αστυφιλία. Είναι λοιπόν ακραία προοδευτικές τέτοιες ιδέες ή μήπως ακραία συντηρητικές, αφού και οι τρεις ίσχυαν στους προγόνους μας αυτού του τόπου πριν από 2,5 χιλιετίες τουλάχιστον;

Οι διεθνείς εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών, είναι διαλυτικές για την οικογένεια, με τελευταίο γεγονός την ευκολία να εκδίδεται διαζύγιο με τηλεδιαδικασίες. Η οικογένεια είναι μια από τις πτυχές του πιο συντηρητικού τριπτύχου, “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”. Ήδη η πατρίδα διαλύεται. Γεννήθηκα Έλληνας σε ένα κράτος-έθνος. Πιέζομαι ασυναίσθητα πανταχόθεν να αισθάνομαι όχι Έλληνας, αλλά Ευρωπαίος, υπήκοος ενός κράτους-μέλους. Δεν ρωτήθηκα, αλλά μου φαίνεται ότι η πλειοψηφία των συμπατριωτών μου πανηγύρισαν το ότι το πετύχαμε. Η οικογένεια είναι (ήταν:) παραδοσιακά το κύτταρο της κοινωνίας, καθώς στηριζόταν σε βιολογικούς νόμους, δύο κύρια αμοιβαία αντανακλαστικά. Ήταν ο αμοιβαίος προσπορισμός ηδονής, χάρη στη συμπληρωματική δομή του πέους με τον κόλπο αφενός και της μητρικής θηλής με το βρεφικό στόμα αφετέρου. Ο γάμος ενίσχυε με κοινωνική πίεση την ισόβια μονιμότητα αυτών των δύο σχέσεων που βιολογικά εξασφαλίζονται πιο βραχυπρόθεσμα. Ο γάμος αυτονομήθηκε, καθώς έγινε όργανο πολιτικών και οικονομικών επιδιώξεων. Βασίλεια ενώνονταν με ένα γάμο. Ακόμη και στη δική μου γενιά, σε νομαδικούς, κυρίως κτηνοτροφικούς, πληθυσμούς, το διαζύγιο ήταν άγνωστο, διότι ο γάμος δεν γινόταν μεταξύ δυο νέων που ένιωθαν αμοιβαία έλξη, αλλά μεταξύ δύο οικογενειών που ένωναν τα κοπάδια τους και το διαζύγιο θα σήμαινε δημιουργία αντιπαλότητας ανάμεσα στις δύο με απρόβλεπτες συνέπειες. Το διαζύγιο δεν καλύπτει κανονικά επείγουσες ανάγκες. Μια γραφειοκρατική καθυστέρησή του δίνει το χρόνο να το ξανασκεφθούν οι ενδιαφερόμενοι. Όλες αυτές οι σκέψεις αγνοούν, τον πρωταρχικό σκοπό του γάμου, το συμφέρον του νέου, απροστάτευτου ακόμη, μέλους της κοινωνίας που προκύπτει. Οι νόμοι που καταργούν τους περιορισμούς που συγκρατούν την οικογένεια δεν ρώτησαν τα παιδιά, αν συμφωνούν. Θεωρούμε δικαιολογημένα, ότι τα παιδιά δεν έχουν αναπτύξει επαρκή ωριμότητα για να μετάσχουν στη λήψη αποφάσεων για το σύνολο. Αλλά μήπως ρωτήθηκε το σύνολο; Αποφάσισαν μια βουλή με εισήγηση της κυβέρνησης. Αλλά οι δύο εξουσίες συμπίπτουν, αφού η κυβέρνηση αποτελείται από μέλη της βουλευτικής πλειοψηφίας. Αυτά τα μέλη έχουν εκλεγεί μεταξύ, όχι όλου του πληθυσμού, αλλά υποψηφίων προαποφασισμένων από τα κόμματα, με κύριο κριτήριο την ικανότητά τους να προσπορίζουν ψήφους. Αν οι γονείς τσακώνονται διαρκώς μεταξύ τους, δεν ξέρω αν είναι καλύτερα για τα παιδιά να ζουν σε μια τέτοια οικογένεια ή σε ένα περιβάλλον χωρισμένων γονιών. Ξέρω όμως ότι ο λαός δεν ρωτήθηκε για μια τέτοια εξέλιξη.

Η οικογένεια παρείχε παραδοσιακά προστασία στα αδύναμα μέλη της, παιδιά, γέρους, αναπήρους, που κανονικά θα έπρεπε να τα φροντίζει η κοινωνία. Με τη διάλυση του γάμου, μένει μόνον η κοινωνία που τώρα γίνεται απόλυτος κυρίαρχος πάνω στο άτομο, που έτσι αλλοτριώνεται πλήρως. Αν δεν συμμορφώνεται με τις επιταγές της, τόσο το χειρότερο γι΄ αυτό· δεν έχει άλλη επιλογή. Και η εξουσία, που αποφασίζει για την κοινωνία, βρίσκεται στα χέρια μιας, οικονομικής κυρίως, ολιγαρχίας που δεν σκέφτεται άλλο, από τη διατήρησή της.

ΦΤΩΧΕΙΑ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 13 Ιανουαρίου 2022

Φτώχεια (ανέχεια, ένδεια, πενία) σημαίνει ανεπάρκεια αγαθών. Η ανεπάρκεια έχει δύο συγκριτικά στοιχεία. Το ίδιο και η φτώχεια. Ο φτωχός έχει ανεπάρκεια συγκριτικά με τους άλλους ή ως προς τον εαυτό του; Αν κάποιος δεν έχει τα απαραίτητα για να ικανοποιήσει τις σωματικές ανάγκες του αισθητού Εγώ του, αν πεινά, κρυώνει κλπ και δεν έχει φαγητό, κατάλυμα, είναι φτωχός. Μπορεί όμως να είναι φτωχός και κάποιος που καλύπτει τις σωματικές ανάγκες του, αλλά ανεπαρκεί συγκριτικά με τους άλλους, ζώντας σε μια καλύβα δίπλα σε μια πολυτελή βίλα. Ενδέχεται ακόμη να υπερκαλύπτει τις ανάγκες του, αλλά έχει χρέη που υπερβαίνουν τις δυνατότητές του. Αν κάποιος έχασε τα απαραίτητα για μια αξιοπρεπή ζωή, φτώχυνε. Αν, ακόμη και χωρίς να φτωχύνει, αδυνατεί να ανταποκριθεί στα χρέη του, πτώχευσε. Στην οικονομική κρίση που περάσαμε, η αχαρακτήριστη συμπεριφορά των εταίρων μας μάς επέτρεψε να φτωχύνουμε, χωρίς να πτωχεύσουμε. Η πτώχευσή μας δεν συνέφερε ούτε αυτούς. Οι δύο συναφείς έννοιες έχουν κάποια αντιστοιχία με τα δύο είδη πλούτου, το κεφάλαιο και το θησαυρό. Το κεφάλαιο αναπαράγεται, αλλά δεν είναι εγγυημένο, ο θησαυρός μένει στάσιμος, αλλά είναι πιο σταθερός, υποκείμενος μόνο στη φυσική φθορά της τυχαιότητας.

Υπάρχει και τρίτη ανεπάρκεια εκτός από εκείνες του αισθητού και του κοινωνικού Εγώ, η ανεπάρκεια του νοητού Εγώ, όπως οι καταστάσεις άνοιας κλπ. Γι΄ αυτήν δεν έχει ευθύνη το άτομο, ενώ για τις δύο άλλες είναι ο κύριος υπεύθυνος. Κατά τη σύγχρονη αντίληψη, η μέριμνα για την τελευταία είναι κοινωνική υποχρέωση. Η κοινωνία έχει υποχρέωση να καλύπτει τις ανάγκες εκείνου που για φυσικούς λόγους, όπως υγείας, ανεπαρκεί να αποφασίζει μεριμνώντας για τον εαυτό του. Αυτή η αντίληψη βρίσκει αντίθετη τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, όπως και την ιδεολογία πολλών ολοκληρωτικών καθεστώτων. Αν η επικρατούσα κοινωνική αντίληψη δίνει προτεραιότητα στην ανάπτυξη της κοινωνίας, αδιαφορώντας για τα άτομα που την αποτελούν, προς όφελος της κρατούσας ολιγαρχίας είτε των πολλών ή των ολίγων, το αποτέλεσμα είναι η παραμέληση των “ανεπαρκών”. Αποτελούν ζημιά για την κοινωνία, είτε διότι, αν μπορούν, γίνονται επικίνδυνα μικρόβια ή ιοί στην υγεία της κοινωνίας, σαν το Γιάννη Αγιάννη που έκλεψε ένα καρβέλι ή, αν δεν μπορούν, γίνονται παράσιτα, που κοστίζουν στην κοινωνία, όπως οι ζητιάνοι, χωρίς σε τίποτε να την ωφελούν.

Από επιστημονική κοινωνική άποψη, εξέτασαν το ζήτημα οι R.G.Wilkinson και K.Picket. Συνέκριναν μεταξύ τους τις 23 πλουσιότερες χώρες του κόσμου και 282 μητροπολιτικές περιοχές των ΗΠΑ. Βρήκαν ότι ένας δείκτης ψυχοκοινωνικών δεινών (προσδόκιμου επιβίωσης, επίδοσης σε μαθηματικά και γράμματα, παιδικής θνησιμότητας, ανθρωποκτονιών, αριθμού φυλακισμένων, γεννήσεων από ανήλικες, εμπιστοσύνης, παχυσαρκίας, ψυχικών νόσων και εθισμού σε ναρκωτικά και οινόπνευμα, κοινωνικής κινητικότητας) ήταν ευθέως ανάλογος με την οικονομική ανισότητα. Όλα αυτά τα δεινά με κοινωνικό χαρακτήρα, δεν σχετίζονται με την απόλυτη φτώχεια, συγκριτικά με τις προσωπικές ανάγκες καθενός, αλλά με την κοινωνική φτώχεια, τη διαφορά πλούτου μεταξύ των ανθρώπων.

Έτσι προβάλλει ένα δύσκολο δίλημμα. Κύριο κίνητρο για την ανάπτυξη είναι η άμιλλα και ο ανταγωνισμός. Αν όσο κι αν εργάζομαι, πνευματικά και/ή σωματικά, αυτό δεν μου αποφέρει καμιά ωφέλεια, γιατί να εργασθώ και να συμβάλω στην ανάπτυξη της κοινωνίας μου; Από την άλλη, κύριο κίνητρο για τα κοινωνικά δεινά, είναι η οικονομική ανισότητα. Ό,τι κερδίζει η κοινωνία σε ανάπτυξη, το δαπανά για να αντιμετωπίσει τα δεινά που τη μαστίζουν λόγω της ανισότητας. Το δίλημμα όμως είναι ως ένα βαθμό τεχνητό. Άλλο άμιλλα και άλλο ανταγωνισμός. Στην άμιλλα προσπαθώ να γίνω καλύτερος από αυτό που είμαι. Στο στίβο, προσπαθώ να επιτύχω επιδόσεις στο άλμα, ρίψη, ταχύτητα, καλύτερες από εκείνες που είχα είτε έχω αντιπάλους είτε αγωνίζομαι μόνος μου. Στον ανταγωνισμό όμως προσπαθώ να γίνω καλύτερος από έναν αντίπαλο, που μπορεί να επιτευχθεί είτε αν γίνω εγώ καλύτερος είτε αν καταστήσω αυτόν χειρότερο. Στην πρώτη περίπτωση η κοινωνία προάγεται, στη δεύτερη, σε σημαντικό βαθμό, κοινωνικά αλληλεξουδετερώνονται οι αγώνες των πολιτών. Συνάγεται ότι η κοινωνία οφείλει να προάγει την αγωνιστικότητα των πολιτών της με άμιλα μάλλον παρά με ανταγωνισμό.

Δεν υπάρχουν δυο άνθρωποι ίδιοι. Έχω διαφορετικά δακτυλικά αποτυπώματα και DNA από κάθε άλλον. Οι σκέψεις, τα συναισθήματα και τα θέλω μου δεν είναι με κανενός άλλου ίδια. Ωστόσο, αυτή η ποικιλομορφία δεν συνεπάγεται αναγκαστικά ανισότητα. Αυτή υπάρχει μόνον ως προς την κοινωνική ταυτότητα του καθενός μας, όπου κάποιος μπορεί να έχει μεγαλύτερο πλούτο ή περισσότερη εξουσία από άλλους. Η κοινωνία είναι δομημένη σε τεράστιο αριθμό ρόλων και για κάθε ρόλο είναι κάποιος καταλληλότερος από τους άλλους, ανάλογα με τη φυσική και πνευματική κατασκευή του. Τείνομε να πιστεύομε ότι ένας Πρύτανης, ένας Αρχιεπίσκοπος, ένας Στρατηγός, ένας Αρεοπαγίτης κλπ είναι ανώτερος από τους άλλους. Για σκεφθείτε όμως. Ένας δήμος προκηρύσσει μια θέση οδοκαθαριστή. Ποιος από τους παραπάνω είναι ανώτερος από έναν επαγγελματία σκουπιδιάρη για τη συγκεκριμένη θέση; Οι άνθρωποι ποικίλλουν, αλλά δεν είναι άνισοι. Οι κοινωνικοί ρόλοι και ποικίλλουν και είναι άνισοι. Βέβαια, η ιεράρχηση μετατοπίζεται από τα άτομα στους ρόλους. Αυτούς όμως τους αντιμετωπίζει νομικά μια πολιτεία. 

Τώρα το κοινωνικό χρέος είναι διττό. Από τη μια επιστημονικά οφείλει να εξετάζει κάθε κοινωνία, πόση οικονομική ανισότητα είναι μέγιστα αποδοτική και ελάχιστα ολέθρια; Αυτό όμως δεν αρκεί. Ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, όπου βασιλεύουν π.χ. ρομπότ με τεχνητή νοημοσύνη, θα μπορούσε να εφαρμόσει με άτεγκτο τρόπο, αυτή τη λογικά δίκαιη λύση. Όμως, η πολιτεία έχει στόχο την ευδαιμονία των πολιτών της, δηλαδή να προσφέρει στους πολίτες της την όσο γίνεται καλύτερη δυνατότητα της αυτοπραγμάτωσής τους, να γίνει καθένας ό,τι καλύτερο θεωρεί για τον εαυτό του, στο μέτρο που δεν εμποδίζει την αυτοπραγμάτωση των άλλων. Επομένως η λογική λύση των ρομπότ δεν αρκεί, εκτός αν δεχόμαστε πως πρέπει να γίνουμε όλοι δούλοι των μηχανών. Οφείλει να συμπληρώνεται λαβαίνοντας υπόψη της τη βούληση της κοινωνίας. Και αυτή η βούληση μπορεί να εκφράζεται είτε μέσα από ένα δημοψήφισμα, με τον όρο ότι μπορεί να έχει προηγηθεί διαβούλευση με τους νοήμονες κοινωνικούς επιστήμονες (ή τις αντίστοιχες μηχανές/όργανά τους) ή  από μια βουλή τυχαία κληρωμένων βουλευτών από το σύνολο των πολιτών, σε αριθμό επαρκή να εξασφαλίζει στατιστικά ελάχιστο τυχαίο σφάλμα (συγκριτικά με τη βούληση όλου του λαού), αλλά όχι απαγορευτικό για να εμποδίζει επαρκή συζήτηση με τους επαΐοντες και μεταξύ τους πριν αποφασίσουν, που υποχρεωτικά προηγείται πριν από μια ψηφοφορία.

ΤΡΕΛΕΣ ΙΔΕΕΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 11 Ιανουαρίου 2022

Οι άνθρωποι συμπεριφερόμαστε πειθαρχώντας στου κοινωνικούς νόμους. Με κάποια αμαρτήματα βέβαια που η κοινωνία τα χειρίζεται κατάλληλα. Οι κοινωνικοί νόμοι στηρίζονται πάνω στους ψυχολογικούς νόμους, όπως είναι τα ποικίλα “θέλω” του καθενός. Αυτοί με τη σειρά τους είναι εκδηλώσεις των φυσιολογικών λειτουργιών μας, όπως είναι π.χ. η δημιουργία των εξαρτημένων αντανακλαστικών και τόσες άλλες. Οι φυσιολογικές λειτουργίες μας βασίζονται στη βιολογία και οι βιολογικοί νόμοι είναι μέρος των φυσικών νόμων. Σε όλα αυτά τα επίπεδα μπορεί να υπάρχει “σφάλμα”, ανοχή, που την αντιμετωπίζομε με ποικίλους τρόπους. Ε, τους φυσικούς νόμους δεν μπορούμε να τους αλλάξουμε. Και δε βλέπω τρόπο να τους ξεγελάσουμε. Κι όμως, μπορούμε να τους αντισταθμίζουμε, προς όφελός μας, προς την ικανοποίηση των θέλω μας. Αυτή είναι η αποστολή της επιστήμης, από την πρωτόγονη ανακάλυψη της φωτιάς και του τροχού ως τον περίπατό μας στο διάστημα και στη Σελήνη. Τέτοια ταξίδια που μοιάζουν να αντιμετωπίζουν αλαζονικά τη βαρύτητα, περνάνε πια στα ψιλά γράμματα των εφημερίδων.

Ένας από τους πιο θεμελιώδεις βιολογικούς νόμους είναι αυτός που χωρίζει τους ζωντανούς οργανισμούς σε φυτικούς και ζωικούς. Οι ζωικοί επιβιώνουν καταναλώνοντας οργανικές ουσίες που τρώνε και οξυγόνο που προσπορίζονται από τον αέρα. Τα ζώα αποβάλλουν διοξείδιο του άνθρακα και σκύβαλα που γίνονται κοπριά. Οι φυτικοί οργανισμοί επιβιώνουν ρουφώντας από τη ρίζα τους τις ανόργανες ουσίες της κοπριάς και μετατρέποντας με τη φωτοσύνθεση το διοξείδιο του άνθρακα σε οξυγόνο και θρεπτικές ουσίες, πρωτεΐνες, λίπη και υδατάνθρακες, ενώ παράγουν οξυγόνο που αποδίδουν στην ατμόσφαιρα. Η πρόσληψη του οξυγόνου γίνεται στα ζώα είτε με πνεύμονες, όπως σ΄ εμάς είτε με βράγχια όπως στα υδρόβια ζώα είτε διαμέσου πόρων του δέρματός τους όπως στα έντομα.

Κατά καιρούς λοιπόν κάποιοι επιστήμονες με σπουδαία λογική σκέψη και εξωτική ποιητική φαντασία σκαρφίζονται ιδέες που μοιάζουν τρελές. Όποιος μιλούσε για φευγιό από τη γη μας πριν από το 1957 θεωρούνταν φαντασιόπληκτος παράφρων και ξαφνικά μάθαμε εμβρόντητοι ότι εκτοξεύθηκε ο σπούτνικ, ο πρώτος τεχνητός δορυφόρος. Και να τι διάβασα τελευταία. Αυτή τη στιγμή φαίνεται εντελώς απίθανο να έχει κάποια πρακτική σημασία και είναι μόνο μια απλή φαντασία, αλλά πού ξέρεις;

Κάποιοι επιστήμονες λοιπόν σκέφτηκαν μήπως θα μπορούσαν τα ζώα να ζουν χωρίς να παίρνουν οξυγόνο από την ατμόσφαιρα, αλλά να το παράγουν, όπως τα φυτά. Πήραν γυρίνους, εμβρυικούς βατράχους δηλαδή, και ένεσαν μέσα στο αίμα τους άλγη. Τα άλγη είναι φυτικοί μονοκύτταροι οργανισμοί σαν τα μικροσκοπικά φύκια. Τους έβαλαν λοιπόν σε ένα περιβάλλον που δεν έπαιρνε από πουθενά οξυγόνο. Τα άλγη πολλαπλασιάστηκαν στο σώμα των γυρίνων. Αυτοί πρασίνισαν εντελώς. Μπορεί να μην υπήρχε στο περιβάλλον τους οξυγόνο, αλλά είχαν άφθονο φως. Και όλο που χρειάζονταν παραγόταν μέσα τους από τα άλγη που καλοζωούσαν στο αίμα τους. Το ίδιο καλοζωούσαν και τα εμβρυικά βατραχάκια σα να μην έτρεχε τίποτα.

Η είδηση των πειραμάτων πέρασε στα ψιλά γράμματα των επιστημονικών εντύπων. Ποιος να ενδιαφερθεί για τέτοια γνώση; Τι μας νοιάζει εμάς αν τα γυρινάκια επιζούν μια χαρά χωρίς να αναπνέουν; Ας επιστρατεύσουμε όμως τη φαντασία μας.

Μεταφερόμαστε λοιπόν σε μια μονάδα εντατικής θεραπείας. Εκεί νοσηλεύονται οι ανεμβολίαστοι που άρπαξαν τον κορωνοϊό, έχει πέσει σε κρίσιμες τιμές το οξυγόνο στο αίμα τους και έχουν διασωληνωθεί. Οι περισσότεροι από αυτούς θα πεθάνουν. Ανάμεσα σ΄ αυτούς και λίγοι νέοι άνθρωποι, που χωρίς την ατυχία τους θα ζούσαν για ποιος ξέρει πόσα ακόμη χρόνια και θα απέδιδαν στην κοινωνία παιδιά και δημιουργικό έργο. Θα μπορούσαν άραγε να βοηθηθούν με το να μη χρειάζονται τους πνεύμονές τους για να προσπορίζονται το αναγκαίο οξυγόνο; Τους βλέπω να τους έχουν πλημμυρίσει με άλγη, το δέρμα τους να έχει γίνει πράσινο, και να φωτίζονται διάπλατα φορώντας διαφανή ρούχα. Και να που δεν έχουν ανάγκη από τους πνεύμονές τους για να επιβιώνουν. Αυτό θα τους έδινε ίσως χρονικά περιθώρια να ανακάμψει ο οργανισμός τους να παραγάγει τα αναγκαία αντισώματα και να σκοτώσουν τον κορωνοϊό που κακοχρονονάχει, να ανακατασκευάσουν τις ζημιές που έχουν γίνει στους πνεύμονες και να ξαναζήσουν αυτοί μια φυσιολογική ζωή.

Εντελώς παράλογη ιδέα, θα μου πείτε. Εγώ όμως εντυπωσιάστηκα από την πρωτοτυπία του γεγονότος που έδειξε τη δυνατότητα ζωής σε ζωικούς οργανισμούς χωρίς την εξάρτηση από την αναπνοή τους, χάρη στην πολύ στενή συνεργασία τους με φυτικούς μικροοργανισμούς.

Το σενάριο που περιέγραψα παραπάνω στη μονάδα δεν έχει βέβαια προηγούμενο. Θυμάμαι όμως τις αντιδράσεις τις κοινής γνώμης όταν, το 1967 ο C. Barnard μεταμόσχευσε για πρώτη φορά καρδιά από μια 18χρονη νέγρα που είχε πεθάνει σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα σε ένα 53χρονο λευκό που η καρδιά του αδυνατούσε πια να μεταφέρει τα απαραίτητα, οξυγόνο και θρεπτικές ουσίες, στους ιστούς. Σήμερα η επιβίωση μετά από μεταμόσχευση καρδιάς μετριέται σε δεκαετίες. Τότε όμως το εκπληκτικό γεγονός ξεσήκωσε πολύ θόρυβο διεθνώς. Τις δυνατότητες να κάνουν τέτοια εγχείρηση τις είχαν ήδη αρκετοί καρδιοχειρουργοί. Ο Μπαρναρντ όμως το τόλμησε. Η καρδιά θεωρούνταν κάπως σαν το όργανο της ψυχής. Όταν συγκινούμαστε, την καρδιά μας νοιώθομε να σπαρταράει. Άραγε η ξένη καρδιά θα χτυπούσε παράδοξα όταν συνέβαινε κάτι συγκλονιστικό στο δέκτη; Και αυτή, την έδρα της ψυχής, ο καρδιοχειρουργός τόλμησε να την αντικαταστήσει με μιαν άλλη, παρμένη από άλλον άνθρωπο. Έδειξε έτσι ότι δεν ήταν παρά μια μυική αντλία και τίποτε άλλο. Δέχθηκε πισώπλατες μαχαιριές ο πρωτοπόρος χειρουργός. Τα χέρια του, θυμάμαι, τα έδειχναν στο BBC για να φανεί ότι έπασχε από αρθρίτιδα.

Προ ημερών διάβασα πως σε χωματερές ανακαλύφθηκαν μικρόβια που ζούσαν τρώγοντας πλαστικά. Θα μπορούσε άραγε αυτή η γνώση να βοηθήσει να αποτοξινωθεί η γη από τα πλαστικά που την πλημμυρίζουν δηλητηριάζοντάς την;

Τη στιγμή της έμπνευσης ένα πρόβλημα που βρίσκεται σε ένα σύστημα σκέψης βρίσκει τη λύση του αντιμετωπιζόμενο με ένα όπλο που αποτελεί στοιχείο ενός εντελώς άλλου συστήματος. Η έμπνευση όμως δεν έρχεται ουρανοκατέβατη. Απαιτεί μια ιδιοφυΐα που εστιάζει την προσοχή της μόνο στο πρόβλημα που την απασχολεί. Δεύτερο, χρειάζεται και τύχη. Αν δεν είχε μολυνθεί η καλλιέργεια των σταφυλοκόκκων από ένα μύκητα, δεν θα είχε ανακαλύψει την πενικιλλίνη ο ιδιοφυής A. Flemming. Χρειάζεται και η κατάλληλη κοινωνική στιγμή, όταν οι κοινωνικές ανάγκες θα μπορούν να ικανοποιούνται από την ανακάλυψη. Αλλά και η ιδιοφυϊα χρειάζεται πολλαπλά στοιχεία: Επαρκείς επιστημονικές γνώσεις, ικανότητα συγκέντρωσης στο πρόβλημα και πολλή φαντασία.