ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 31 Δεκεμβρίου 2021

Τέτοιες μέρες λέμε όλοι "χρόνια πολλά". Κι αναρωτιέμαι, ποιος είναι ο ενικός της λέξης "χρόνια;"  Γραμματικά θα όφειλε να είναι "το χρόνι". Τέτοια λέξη όμως δεν χρησιμοποιούμε, άρα δεν υπάρχει. Ενικός λοιπόν είναι ο χρόνος. Αλλά πληθυντικός της λέξης "χρόνος" είναι "οι χρόνοι", όχι "τα χρόνια". Όταν μιλάμε σε κοινωνικά ανώτερα πρόσωπα, αρχιεπισκόπους, βασιλείς κλπ, χρησιμοποιούμε μια λόγια έκφραση: "Εις πολλά έτη ", που σημαίνει "σπολάτι". Λόγια; Νέα πρόκληση και θα ασχοληθώ παρακάτω.  Να μείνω όμως για την ώρα στη λέξη "χρόνια". Δεν πρέπει να συγχέουμε το ουσιαστικό "χρόνια" με το επίθετο "χρόνια", όπως "χρόνια προβλήματα υγείας", που τα έχομε για πολύν καιρό. Στον προφορικό λόγο βέβαια δεν υπάρχει σύγχυση, διότι τα χρόνια προβλήματα είναι τρισύλλαβα, "χρό-νι-α", ενώ τα χρόνια τα πολλά είναι δισύλλαβα: "χρό-νια". Μια κατάλληλη φωνητική γραφή ξεδιαλύνει τη σύγχυση στο γραπτό λόγο, αλλά δεν θα ασχοληθώ τώρα μ΄ αυτό. Εκείνο που με απασχολεί όμως είναι γιατί τα χρόνια τα πολλά να μην έχουν πληθυντικό. Μια υπόθεση που κάνω είναι ότι νοηματικά δεν υπάρχει ενικός. Τα χρόνια που ευχόμαστε είναι πάντοτε πολλά. Κανένας δεν εύχεται στον άλλο να ζήσει για ένα μόνο χρόνο. Ισχύει κάθε φορά που χρησιμοποιούμε τη λέξη. Λέγοντας "χρόνια" και όχι "χρόνοι", αποκλείομε αυτόματα, υποσυνείδητα, να εννοούμε ένα χρόνο. Τα χρόνια δεν έχουν ενικό. Όσο για το "πολλά" τι σημαίνει; Το "ένα" βέβαια δεν είναι πολλά. Το "δύο" όμως είναι; Το "τρία"; Πόσα είναι τα πολλά; Ο Λάο Τσε το θέτει ωραία και ποιητικά, νομίζω. "Το Ταό (θείος Δρόμος) γέννησε το Ένα/Το Ένα γέννησε το Δύο/το Δύο γέννησε το Τρία/και το Τρία έδωσε ζωή σε όλα τα πλάσματα". Η διάκριση έχει πιθανώς φυσιοψυχολογική προέλευση. Τα πρώτα πρόσωπα που ξεχωρίζει το βρέφος είναι ο εαυτός του και η μητέρα του. Χρησιμοποιεί και για τις δυο έννοιες τον πιο ευκολοπρόφερτο φθόγγο, με τα όργανα της ομιλίας στην πιο αναπαυτική θέση: "Μ". "Με" (me, moi, mich κλπ), δηλαδή Εγώ, είναι το ένα, το πρώτο πρόσωπο. "Μα" είναι το δεύτερο πρόσωπο, η μητέρα (μαμά, μήτηρ, mater, mother, mère, Mutter κλπ). Όλα τα άλλα πρόσωπα και πράγματα έξω από το πρόσωπο στο οποίο εστιάζει την προσοχή του το βρέφος, είναι το τρίτο, το "Άλλο". Και αυτός ο τριπλός διαχωρισμός σε ένα, δύο, πολλά ισχύει παραπέρα στα πάντα. Εδώ, εκεί αλλού, Τώρα, τότε, άλλοτε. Ενικός, δυικός, πληθυντικός κλπ. Πολλά λοιπόν σημαίνει τρία και πάνω. Έτσι, "πάλι με χρόνια και καιρούς, πάλι δικά μας θάναι". Όχι σε ένα χρόνο, αλλά σε χρόνια και καιρούς, σε τρία τέρμινα. 

Όπως φάνηκε παραπάνω, κάτι ανάλογο ισχύει για τη λέξη “λόγια”. Ενικός της λέξης θα όφειλε να είναι “το λόγι”, αλλά τέτοια λέξη δεν τη χρησιμοποιούμε. Ενικός θα μπορούσε να είναι “ο λόγος”. Νοηματικά όμως δεν είναι. Τα λόγια είναι αισθητά, ακουστά στη γλώσσα ή ορατά στη γραφή. Ο λόγος όμως είναι νοητός, είναι μια σχέση, το α/β, αν και μετατρέψιμος σε αισθητό, σε λόγια ή σάρκα. “Ἐν  ἀρχῇ  ἦν  ὁ  Λόγος,  καὶ  ὁ  Λόγος  ἦν  πρὸς   τὸν Θεόν“. Εξάλλου, ο πληθυντικός του “λόγου” είναι “οι λόγοι”. Ο λόγος, νοητός καθώς είναι, μπορεί να είναι ένας, κοινός για όλους τους ανθρώπους, είναι περίπου η λογική. Πιο πολύ ταιριάζει νοηματικά ο ενικός του “λόγια” να είναι “η λέξη”. Πληθυντικός της “λέξης” όμως είναι “οι λέξεις”. Πάλι προβάλλει το ερώτημα, γιατί να μην έχουν ενικό τα λόγια; Η απάντηση θα μπορούσε να είναι η ίδια. Τα λόγια είναι πολλά ή λίγα, ποτέ ένα. Μια λέξη μόνη της υπάρχει μόνο στα λεξικά, όχι στον ομιλούμενο ή γραφόμενο λόγο. Υπάρχει σαν έννοια, αλλά δεν υπάρχει στα πλαίσια ενός ολοκληρωμένου νοήματος που αντιστοιχεί δηλαδή σε πρόταση, με ρήμα. Αράδιασμα μεμονωμένων λέξεων, είναι ακατανόητο, είναι το μπλα-μπλά.  Όπως με τα χρόνια, έτσι και με τα λόγια, στο γραπτό λόγο μπορεί να γίνει σύγχυση ανάμεσα στο ουσιαστικό “τα λόγια” και το επίθετο “τα λόγια”, όπως “τα λόγια κείμενα”. Ξανά η σύγχυση υπάρχει μόνο στο γραπτό λόγο, διότι στον προφορικό τα λόγια τα πολλά είναι δισύλλαβα (λό-για) ενώ τα λόγια κείμενα είναι τρισύλλαβα (λό-γι-α). Άλλη μια φορά μια κατάλληλη φωνητική γραφή ξεδιαλύνει τη σύγχυση.

Οι παραπάνω λέξεις δεν είναι οι μόνες χωρίς ενικό. Υπάρχουν κι άλλες, όπως τα νιάτα και τα γηρατειά. Κανονικά δεν χρησιμοποιούμε τον ενικό τους, “το νιάτο” και “το γηρατειό”. Πάλι νοηματικά οι λέξεις αντιστοιχούν σε ευρείες φάσεις της ζωής μας που καθεμιά τους αποτελείται από πολλές χρονικές μονάδες, όχι από μία.

Μέρες που είναι όμως ας μην αναλωνόμαστε σε ανούσιες για τους περισσοτέρους γλωσσολογικές παραδοξότητες. Τι ήθελα κι έμπλεξα στο άρθρο μου τα νιάτα και τα γηρατειά; Διάβασα όμως ένα μήνυμα που μου έστειλε μια φίλη μου: Την 1η Ιανουαρίου πάμε την ηλικία μας πίσω 5 χρόνια! Όταν είσαι υπέργηρος – και σημαντικό ποσοστό των ανθρώπων είμαστε πια υπέργηροι – τι να τα κάνεις τα χρόνια τα πολλά; Εντάξει, καλοδεχούμενα είναι, αλλά πιο σημαντική ευχή είναι να λέμε “χρόνια καλά”. Κι όταν κατακλυζόμαστε από ακατάσχετη πληροφόρηση από τα ΜΜΕ, τι να τα κάνεις τα λόγια τα πολλά. Το επιθυμητό είναι βέβαια “λόγια καλά”. Δεν θυμάμαι ποιος το έλεγε, αλλά όποιος κι αν ήταν, μου φαίνεται σωστό:  “οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ᾿ ἐν τῷ εὖ τὸ πολύ“. Η ποιότητα αξίζει περισσότερο από την ποσότητα. Βέβαια, οι μεγάλοι δάσκαλοι, όπως ο Αριστοτέλης και, ολοκληρώνοντας, ο G. W. F. Hegel και ο K. Marx, έλεγαν πως η ποσότητα αθροιζόμενη οδηγεί σε ποιοτική αλλαγή, Αλήθεια, πώς μπορούν να είναι τα χρόνια καλά, αν είναι λίγα και τελικά δεν υπάρχουν; Το ίδιο ισχύει και για τα λόγια. Αν δεν είχαμε αυτή, την τόσο συχνά παραπλανητική ή ανούσια πληροφόρηση, πώς θα μπορούσαμε να έχουμε τα λόγια τα καλά; Ο κόσμος εξελίσσεται ταλαντούμενος. Μια φάση με συνεχή αύξηση της ποσότητας καταλήγει σε ποιοτική αλλαγή, που κι αυτή, όταν επιτευχθεί, ξεκινά νέα ταλάντωση ενώ αρχίζει να αθροίζεται μια νέα ποσότητα. Ευχόμαστε όλοι να δούμε το 2022 την ποιοτική αλλαγή, να φύγουμε από το βραχνά της πανδημίας, της απειλής στα σύνορά μας, του χρέους μας.

Τώρα, γιατί τα γράφω όλα αυτά; Είναι βέβαια οι μέρες τέτοιες και, επομένως, με “λίγα λόγια”, για να ευχηθώ σε όλους “χρόνια πολλά”.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑΚΤΙΚΗ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 30 Δεκεμβρίου 2021

Ένας στρατηγός στηρίζει τη στρατηγική του στη γενναιότητα των ανδρών του! Τους οδηγεί ίσια στη σφαγή. Μα έτσι κάπως δεν κάναμε την Επανάσταση του 1921; Αν περιμέναμε τότε να έχουμε υπεροπλία έναντι των Οθωμανών ή να ωριμάσουμε (αλλιώς δεν θα αντέξουμε την ελευθερία μας), όπως πίστευαν καλοπροαίρετοι, γνήσιοι, Έλληνες, ο Κοραής, ο Καποδίστριας και άλλοι, τώρα θα λέγαμε γκελ μπουρντά, αντί έλα εδώ. Ποτέ οι τύραννοι δεν φροντίζουν την παιδεία των υποδούλων τους, η οποία θα τους ξεσηκώσει εναντίον τους. Ούτε μπορούμε να βαυκαλιζόμαστε πως θα έλθουν οι ξένοι θαυμάζοντας τους προ 2,5 χιλιετιών προγόνους μας ή οι ομόθρησκοι, όπως του “ξανθού γένους”. Ούτε στην ακλόνητη βεβαιότητα πως εμείς είμαστε ικανότεροι από τον αντίπαλο.

Στην επανάστασή μας είχαμε την οργανωτική προεργασία του Ρήγα και της Φιλικής Εταιρείας. Είχαμε οικονομική στήριξη. Τραπεζίτες, όπως ο Ταμπακόπουλος, είχαν χρήματα που δεν ήξεραν τι να τα κάνουν. Έγιναν πλούσιοι δανείζοντας εμποροπειρατές, (π.χ.  Μιαούλης), που αναδείχθηκαν με τα θαρραλέα ταξίδια τους σπάζοντας πολιορκίες τον καιρό των Ναπολεόντιων πολέμων. Ολόκληρη οικονομία στηριζόταν σ΄ αυτά, ναυπηγεία, αρτοποιεία κλπ. Τώρα ο Βοναπάρτης είχε τελειώσει και τα κεφάλαια των τραπεζιτών ήταν ακινητοποιημένα σε σεντούκια. Βρήκαν τρόπο να ενεργοποιηθούν με την Επανάσταση. Υπήρχε πολεμική τεχνογνωσία, στην ξηρά (αρματολοί και κλέφτες) και στη θάλασσα, αλλά και στην πολιτική (π.χ. Μαυροκορδάτος). Και φυσικά υπήρχε ανάγκη, η απουσία ελευθερίας και ισότητας. Χρήματα υπήρχαν και από το εξωτερικό, με ποικίλες δωρεές. Τόσο πλούσιοι Έλληνες του εξωτερικού όσο και ρομαντικοί φιλέλληνες πρόσφεραν. Εμείς όμως, σωστά, επιμέναμε σε δανεισμό, όχι δωρεά. Με όλα τα παρεπόμενα του δανεισμού (σπατάλη σε ενδιαμέσους, προσανατολισμός του στον εμφύλιο κλπ), ο δανεισμός είχε τεράστια πολιτική σημασία: Σήμαινε επίσημη παραδοχή ότι υπάρχει ο δανειζόμενος, ένα ελεύθερο κράτος δηλαδή, ενώ οι δανειστές αγωνιούσαν να υπάρχει τέτοιο κρατίδιο, για να μη χάσουν τα λεφτά τους. Υπήρξαν και συγκυρίες ευνοϊκές, όπως η ανταρσία του Αλή Τεπελενλή που απασχόλησε τον Τουρκικό στρατό στην αρχή της Επανάστασης.

Κάποιοι αποφασίζουν το σκοπό, το στόχο, το τέλος. Οι πιθανότητες να επιτευχθεί ο σκοπός εξαρτώνται πρώτιστα από το αν αυτοί οι κάποιοι είναι εκείνοι που θα ωφεληθούν (ή θα ζημιωθούν) από την επίτευξή του και θα πληρώσουν γι΄ αυτήν. Καθώς καθένας μπορεί να έχει πολλές επιθυμίες, ενδέχεται να μη συνειδητοποιεί ποιος είναι ο σκοπός του. Το ίδιο ισχύει και για μια ομάδα ατόμων, μια κοινωνία. Βέβαια μια ευνομούμενη κοινωνία μπορεί με στατιστική μεθοδολογία να επιλέξει το σκοπό της, αφού από τους πολλούς σκοπούς καθενός, εκείνος ή οι ελάχιστοι εκείνοι που είναι κοινοί σε όλους (ή στους περισσοτέρους), είναι ο σκοπός της ομάδας. Ωστόσο, ακόμη κι έτσι, η διάκριση του σκοπού από το όραμα δεν είναι καθόλου εύκολη, ενώ η διαφορά τους είναι σημαντική: το όραμα είναι απραγματοποίητο στο ορατό μέλλον, ενώ ο σκοπός είναι δυνητικά πραγματοποιήσιμος. Ειδήμονες (π.χ. πολιτικοί) είναι ενδεχόμενο να πρέπει να προβάλουν στο κοινό σκοπούς, που ποιος έχει το προβάδισμα, η συνολική ομάδα θα αποφασίσει. Από τη στιγμή που έχει προσδιορισθεί με όσο γίνεται μεγαλύτερη σαφήνεια ο σκοπός, το θέμα μετατοπίζεται στους ειδήμονες, για ένα έθνος τους στρατιωτικούς. Κι αυτοί σχεδιάζουν τη στρατηγική και την τακτική. Περίπου 2500 χρόνια πριν, ο Κινέζος στρατιωτικός στρατηγός Sun Tzu έγραψε “Η Τέχνη του Πολέμου”. Σε αυτό, είπε, “Στρατηγική χωρίς τακτική είναι η πιο αργή διαδρομή προς τη νίκη. Τακτικές χωρίς στρατηγική είναι ο θόρυβος πριν την ήττα.” Σκοπός μου είναι να ανέβω στην κορυφή του απέναντι βουνού. Απευθύνομαι λοιπόν σε έναν επαγγελματία ορειβάτη. Στρατηγική είναι αν θα ανέβω από τη βορεινή ή τη νότια πλαγιά του βουνού. Τακτική είναι ποια μονοπάτια θα ακολουθήσω. Φυσικά, η στρατηγική δεν μπορεί να στηρίζεται στο πόση αντοχή έχω στο περπάτημα, στο πόσο γενναίοι είναι οι στρατιώτες του στρατηγού. Έστω κι αν πρέπει να ληφθεί υπόψη κι αυτό, το “ηθικό” των στρατιωτών, δεν μπορεί να είναι το κύριο στοιχείο της στρατηγικής.

Η εμπειρία δείχνει ότι η στρατηγική είναι τέχνη για την οποία κάποιοι γεννιόνται με ταλέντο, αλλά και διδάσκεται, βελτιώνοντας, αξιοποιώντας τις ικανότητες με τις οποίες βρέθηκε στη ζωή ο καθένας. Η τακτική επιδέχεται περισσότερο εκπαίδευση, είναι μια τέχνη. Αρχίζει με μίμηση του μάστορα, συνεχίζεται με εκτέλεση στη βάση οδηγιών και τελειώνεται με πρωτοβουλίες υπό επίβλεψη. Ο σκοπός όμως δεν μαθαίνεται. Ξεπηδά από μέσα μας. Οι ειδήμονες το πολύ που μπορούν να κάνουν είναι να τον διαμορφώσουν, υπολογίζοντας με κάθε λογική και επιστημονική μεθοδολογία τις ανάγκες, τους πόρους και την τεχνογνωσία. Αν όραμά μας είναι η “Κόκκινη Μηλιά” και ξεκινάμε χωρίς να έχομε καμιά ανάγκη να βρεθούμε σε τόπους κατοικημένους από αλλοεθνείς, χωρίς τους πόρους που θα μπορούσαν να μας προσπορίσουν οι σύμμαχοί μας, με τους οποίους έχομε τσακωθεί, και έχοντας αποστρατεύσει τους έμπειρους τεχνογνώστες αξιωματικούς, διότι ήταν φορείς του αντίθετου κόμματος, ο όλεθρος είναι μαθηματικά βέβαιος ότι μας περιμένει. Οι έξι εκτελέστηκαν για έσχατη προδοσία. Τίποτε εθνικό δεν πρόδωσαν. Ήταν όμως ένοχοι για τη μεγαλύτερη καταστροφή που έχει υποστεί το έθνος μας εδώ και πάνω από 3000 χρόνια. Γι΄ αυτή την ενοχή δεν υπήρχε νόμος που να λέει π.χ. ρητά “Απαγορεύεται η καταστροφή του έθνους”. Αρμόδιο δεν ήταν επομένως κανένα δικαστήριο να τους κρίνει. Δεν υπάρχει αδίκημα αν δεν προϋπάρχει νόμος. Αρμόδιος ήταν ο λαός. Αρμόδιος δεν ήταν ο Νόμος, το Δίκαιο, αλλά η Ηθική, το προϋπάρχον εθνικό φρόνημα. Στην εσαεί ατιμωτική λησμονιά και αυτοί και πολλοί άλλοι έπρεπε να είχαν οδηγηθεί, όχι στο απόσπασμα. Η αφαίρεση κάθε πολιτικού δικαιώματος θα ήταν μέρος αυτής της λησμονιάς. Με την εκτέλεσή τους, απαλλάχτηκαν από την ηθική κατακραυγή, έτσι που μετά από καμιά 15ριά χρόνια ξεχάστηκε το έγκλημά τους και στην εξουσία ξαναβρέθηκε ο κύριος ένοχος, η ξενόδουλη μοναρχία, και μάλιστα με δικτατορία.

Αν υπάρχουν σήμερα στρατιωτικοί με στρατηγικές ικανότητες δεν το γνωρίζω. Ο λαός δεν μετέχει σήμερα στη διαμόρφωση του σκοπού του. Ορίζει εκπροσώπους του να αποφασίσουν. Όμως δεν τους έχει επιλέξει ο ίδιος, αλλά ένα κόμμα. Ο λαός απλώς επιλέγει από τους πολλούς προεπιλεγμένους. Κι αυτό είναι επικίνδυνο. “χει δ κα περ τν αρεσιν τν ρχόντων τ ξ αρετν αρετούς πικίνδυνον” (Αριστοτέλης). Ιδανικά ο λαός άμεσα θα έπρεπε να εκλέγει τους κυβερνήτες του, που θα διορίσουν τους επικεφαλής της άμυνάς μας με κριτήριο τη στρατηγική τους ικανότητα.

 

ΝΑ ΔΙΝΕΙΣ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΘΥΜΑΣΑΙ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 28 Δεκεμβρίου 2021

«Να δίνεις χωρίς να θυμάσαι και να παίρνεις χωρίς να ξεχνάς». Το είδα γραμμένο στο Facebook από τη Γιώτα και θυμήθηκα διάφορα περιστατικά. Ασκούσα την Ιατρική σε ένα νοσοκομείο στη Βόρειο Αγγλία, όταν ήλθε στα ιατρεία ένας Έλληνας ναυτικός. Τον περιποιήθηκα ιατρικά όπως μπορούσα κι ύστερα τον προσκάλεσα στο σπίτι μου για έναν καφέ. Ο νέος δέχθηκε την αδόκητη πρόσκλησή μου στην ξενιτιά που βρισκόταν και κάποια στιγμή με ρώτησε: «Πώς θα μπορέσω να σας το ανταποδώσω;» Εκείνες τις μέρες είχα δει ένα έργο στην τηλεόραση όπου ένας λευκός ζητούσε στην Αμερική βοήθεια από ένα μαύρο. Κι εκείνος του είπε: «Πες μου ένα μόνο λόγο, γιατί να σε βοηθήσω». Θυμήθηκα ακόμη μια ιστορία του παππού μου, νέου τότε στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη. Κάποιος νέος τον πλησίασε στο δρόμο και του ζήτησε βοήθεια, γιατί ήταν άνεργος. Ο παππούς μου έψαξε στις τσέπες του και το μόνο νόμισμα που βρήκε ήταν μια λίρα. Την έδωσε. Πέρασε καιρός, αρρώστησε, ήταν χωρίς δουλειά και χωρίς λεφτά, ο αρραβώνας του στην πατρίδα του είχε διαλυθεί, καθώς τον διέβαλαν κάποιοι στο μέλλοντα πεθερό για άσωτη ζωή και αγνάντευε τη θάλασσα, χωρίς γιατρό και φάρμακα. Μακριά, πέρα και από τον ορίζοντα βρισκόταν το νησί του και αυτός ήταν πολύ άρρωστος, άνεργος, ανέστιος και πένης. Ένοιωσε ένα χέρι να τον χτυπάει στον ώμο. Γύρισε κι είδε έναν άγνωστο. Τον πήρε, τον πήγε σε γιατρό, του αγόρασε φάρμακα, του έδωσε να φάει. Ήταν ο νέος που του είχε δώσει τη λίρα. Αυτές οι ιστορίες μου ήλθαν στο νου αυτόματα όταν ο ναυτικός με ρώτησε πώς να μου το ανταποδώσει. Του είπα πως θα μου το χρωστάει, αλλά, καθώς δεν θα με ξανασυναντήσει ποτέ, όταν θα έλθει σε επαφή με κάποιον που χρειάζεται βοήθεια, να του τη δώσει. Εκείνη τη στιγμή θα ανταποδίδει σε μένα, ό,τι νομίζει πως μου οφείλει. Αυτός που θα πάρει τη βοήθεια θα την ανταποδώσει σε άλλους, αγνώστους, και η ευγνωμοσύνη ολοένα θα απλώνεται σε όλο τον κόσμο. Δεν ξέρω τι έκανε ο ναυτικός. Δεν ξανάκουσα γι΄ αυτόν ούτε θυμάμαι τ΄ όνομά του. Όμως στη ζωή μου συνάντησα δύσκολες στιγμές και αρκετές φορές βρέθηκε αναπάντεχη βοήθεια από κει που δεν την περίμενα. Μερικές φορές έμοιαζε σαν ευχή της μάνας μου. Άλλες σαν το ευχαριστώ του Έλληνα ναύτη εκεί στο New Castle upon Tyne.

Η βοήθεια που χρειάζεται πραγματικά καθένας έχει συνήθως ασήμαντο κόστος. Συχνά είναι ένα απλό χαμόγελο, μια καλημέρα ή έστω ένα ευρώ. Αρκεί να ξεχάσεις πως την έδωσες. Κι αυτός θα θυμάται πως την πήρε. Διότι αυτή η βοήθεια θα απλωθεί σε πολύ κόσμο, θα γιγαντωθεί σε έκταση. και θάρθει πίσω σε σένα κάποια στιγμή. Και μια τέτοια βοήθεια, ασήμαντη για το δότη, μπορεί να δώσει θάρρος, να ενεργοποιήσει το λήπτη, να τον κάνει να συνεχίσει να αγωνίζεται για το καλό του και το καλό των άλλων. Κι αναρωτιέται κανένας. Αφού είναι τόσο ανέξοδη μια τέτοια βοήθεια, γιατί δεν τη δίνομε πάντοτε αφειδώς; Το ερώτημά μου στο έργο που είδα με το λευκό και το μαύρο όφειλε να είναι: «Πες μου ένα λόγο για να μη βοηθήσω». Ο Σωκράτης έλεγε πως «κακὸς ἑκὼν οὐδείς». Είχα γνωρίσει νέος ένα κορίτσι κι ήμουν ψιλοερωτευμένος. Κουβεντιάζοντας μου είπε: «Ο κόσμος είναι κακός». Εκείνη τη στιγμή φρόντισα να τη διαγράψω από τη σκέψη κι από την καρδιά μου. Όμως, πίσω από αυτή την επιφυλακτικότητα κρύβεται μια κυνική πραγματικότητα. Εγώ θέλω. Θέλω διάφορα πράγματα που πηγάζουν αρχικά από την ταλάντωση της βούλησής μου. Με ταλαντούμενη περιοδικότητα θέλω να φάω, να πιω, να αφοδεύσω, να κάνω έρωτα κλπ. Θέλω επίσης να απαλλαγώ από τα επώδυνα ερεθίσματα που η τυχαία πραγματικότητα μου επιβάλλει. Στην επιδίωξη αυτών που θέλω βρίσκω αντίσταση στα θέλω των λοιπών έλλογων όντων που με περιβάλλουν, της κοινωνίας. Έτσι σχηματίζω την εντύπωση πως «ο κόσμος είναι κακός», αφού αντιστέκεται στη βούλησή μου. Βασικά αντιστέκεται στην κτητικότητά μου με αποκλειστικότητα. Όμως αυτό δεν είναι φυσικό. Όταν ένα λιοντάρι σκοτώσει μια αντιλόπη και την τρώει, δεν εμποδίζει άλλο να φάει κι αυτό από το ίδιο γεύμα. Η ιδιοκτησία μπορεί να έχει ιδιοκτήτη το Εγώ, αλλά και το Εμείς. Η οικογένειά ΜΟΥ είναι δική μου, αλλά και δική τους όλων των μελών της. Και η πατρίδα ΜΟΥ είναι δική μου πατρίδα, αλλά και πατρίδα όλων των συμπατριωτών μου. Και η Γη ολόκληρη είναι η μάνα όλων των ανθρώπων, όχι μόνο δική μου.

Υπάρχει κι άλλο ένα στοιχείο, Η βοήθεια που προσφέρω είναι φορτισμένη με κάποιο δικό μου μόχθο. Ακόμη και για να χαμογελάσω χρειάζεται κάποια, οσοδήποτε ασήμαντη, προσπάθεια. Οι άνθρωποι ζούμε σε κοινωνίες, όπου ο καθένας κάνει κάτι διαφορετικό από τους άλλους, αλλά όλοι μαζί πασχίζομε για κοινό σκοπό. Ένα τέτοιο σχήμα οργάνωσης απαιτεί επικοινωνία των ανθρώπων, που περιλαμβάνει αφενός μια ανταλλαγή και αφετέρου κοινό συναίσθημα. Όταν δίνω λοιπόν κάτι, προσδοκώ μια αντίδοση. Κι εδώ έρχεται ένας άλλος φυσικός και ψυχολογικός νόμος. Η ισχύς ενός ερεθίσματος, η ικανότητά του να διεγείρει τη συναισθηματική μου στάση, είναι ανάλογη με τη χρονική αμεσότητά του. Αν δίνω προσδοκώντας άμεση ανταπόδοση, δίνω 50 λεπτά και παίρνω ένα ψωμί, όλα καλά. Αν όμως η ανταμοιβή είναι πιο απόμακρη, π.χ. πληρώνω τώρα, αλλά θα πάρω το ψωμί σε μια βδομάδα, το κίνητρο της πράξης μειώνεται σημαντικά. Κι όταν βοηθώ κάποιον τώρα και περιμένω εξ αυτού να πάρω απρόσμενη βοήθεια, αν την πάρω, όταν ο μη γένοιτο, τη χρειασθώ, το κίνητρο να βοηθήσω τείνει προς το μηδενισμό. Τι μένει;

Μένει η παιδεία μου που με κάνει να νιώθω ολοκληρωμένος άνθρωπος. Κάτι σαν ήλιος που χαρίζει σε όλους τη ζεστασιά του, την  ενέργειά του, χωρίς να προσδοκά από κανέναν τίποτα. Μένει η αυτοπεποίθησή μου πως είμαι πλήρης Η προσωπικότητά μας εξαρτάται βέβαια από τη φτιαξιά μας, δηλαδή το DNA μας, εξαρτάται και από τις τυχαίες ή εστιασμένες πάνω μας κοινωνικές επιδράσεις, αλλά προπάντων, υπεύθυνα, από μας τους ίδιους. Εντάξει, αν βρεθούν αδόκητες τυχαίες επιθέσεις, θα υποκύψω. Όμως στην καθημερινή ζωή μου είμαι επαρκής. Και τότε έχω περίσσευμα. Και το ακτινοβολώ. Σ΄ όλους τους γύρω μου.  «Τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους  (Ματθαίος). 

ΒΑΡΙΕΜΑΙ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 23 Δεκεμβρίου 2021

Ό,τι κι αν κάνω, κάποτε σταματώ. Γιατί; Σε κάποιες περιπτώσεις είναι ξεκάθαρο. Σκάβω, γενικά εκτελώ κάποιο φυσικό έργο. Για να το κάνω, καταναλώνω χρήσιμες ουσίες και παράγω άχρηστες σε ρυθμό ταχύτερο από εκείνον που χρειάζεται για να διατηρούμαι στη ζωή, σε ρυθμό ρελαντί. Οι διαθέσιμες χρήσιμες ουσίες, σάκχαρο, οξυγόνο κλπ εξαντλούνται, ενώ οι άχρηστες, διοξείδιο του άνθρακα, γαλακτικό οξύ κλπ, δεν προλαβαίνουν να αποβληθούν, αθροίζονται και η παρουσία τους καθιστά ανίκανους του μύες μου να υπακούν στα κελεύσματα των νεύρων, τελικά της βούλησής μου. Τρώω. Πεινούσα, ήταν ευχάριστο να κορεννύω τη βουλιμία μου, ηδονιζόμενος ταυτόχρονα γευστικά στη γλώσσα μου, αλλά κάποια στιγμή σταματώ. Έφθασα στον κόρο. Το ίδιο όταν κάνω έρωτα, κάποια στιγμή, όταν φθάσω στον οργασμό, σταματώ. Τέτοιες λειτουργίες ακολουθούν τους νόμους των ταλαντωτών χάλασης, με δύο διαφορετικές φάσεις: Τη βραδεία μιας πλήρωσης, που αθροίζει με αρνητική ανάδραση ποσοτικά κάποιο μέγεθος, που όταν φθάσει σε μια τιμή, τον ουδό (=κατώφλι), αλλάζει ποιοτικά, και την ταχεία της κένωση με θετική ανάδραση, ως έναν άλλο πάλι ουδό, όταν ξαναρχίζει η ίδια διαδικασία.

Όμως κάνω κάτι άλλο, που δεν συμπεριλαμβάνει σωματική ανάγκη. Παίζω! Το παιχνίδι μπορεί να έχει κάποιο εργονομικό στοιχείο, να τρέχω, να κινούμαι έτσι ή αλλιώς κλπ. Μπορεί όμως να είναι και καθαρά πνευματικό, όπως όταν παίζω σκάκι. Πάντοτε με ευχαριστεί. Κι όμως κάποια στιγμή σταματώ. Βαρέθηκα! Τι σημαίνει βαρέθηκα; Και κάτι άλλο. Η καθημερινή ενεργητικότητά μου με κουράζει. Κάποια στιγμή θέλω να κοιμηθώ. Με παίρνει ο ύπνος. Και κάποια στιγμή ξυπνάω και θέλω να σηκωθώ, να ντυθώ, να μετάσχω στην κοπιώδη διαδικασία της ημέρας. Γιατί εγκαταλείπω τη μακαριότητα του ύπνου;

Θεμελιώδης νόμος που διέπει τις λειτουργίες πλείστων φυσικών φαινομένων και του οργανισμού μας είναι εκείνος της ταλάντωσης, της ιδιότυπης ταλάντωσης χάλασης που περιέγραψε πριν από σχεδόν ένα αιώνα ο Ολλανδός φυσικός Van Der Pol. Όταν ο κύκλος της ταλάντωσης περιλαμβάνει κάποια σωματική συμμετοχή, όπως στα παραδείγματα της πείνας και του σωματικού παιχνιδιού, είναι αρκετά ξεκάθαρο ποιος είναι ο φυσικοχημικός μηχανισμός της ταλάντωσης. Εξάντληση κάποιων χρήσιμων στοιχείων και άθροιση άλλων άχρηστων. Όταν όμως η ταλάντωση είναι αμιγώς πνευματική, όπως στα πνευματικά παιχνίδια ή στην εναλλαγή ύπνου εγρήγορσης, ο μηχανισμός δεν είναι σαφής. Ο εγκέφαλός μας καταναλώνει αναλογικά με το βάρος του πολύ περισσότερη ενέργεια από όσην οι υπόλοιποι ιστοί και όργανα. Όμως, όλα τα άλλα όργανά μας καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια όταν λειτουργούν παρά όταν δεν λειτουργούν. Αντίθετα, η χρήση οξυγόνου και λοιπών αναγκαίων υλικών παραμένει σταθερή στο κεντρικό νευρικό μας σύστημα είτε λειτουργεί είτε καθεύδει. Δεν καταναλώνομε ούτε οξυγόνο ούτε σάκχαρο ούτε λίπη ούτε βέβαια φαιά ουσία, όταν σκεφτόμαστε περισσότερο από όσο όταν κοιμόμαστε. Ωστόσο, υπάρχει μια ψυχολογική λειτουργία που υφίσταται κόπωση με τη χρήση της: η προσοχή. Εστιάζω την προσοχή μου σε δύο περιπτώσεις. Η μία είναι όταν προσπίπτει σε μια αίσθησή μας ένα ερέθισμα ισχυρό και απότομο, με σχεδόν στιγμιαίες αλλαγές, όπως μια βροντή ή μια αστραπή, το απότομο κλάμα του παιδιού μου ή η αγριοφωνάρα του μπαμπά μου όταν με τσακώνει να κάνω αταξίες. Αμέσως η προσοχή μου στρέφεται προς το ερέθισμα είτε είναι κουρασμένη είτε όχι. Αυτή η λειτουργία δεν υφίσταται κόπωση. Υπάρχει όμως και η εθελούσια προσοχή, εκείνη που στρέφεται και εστιάζεται σε ένα φαινόμενο με τη βούλησή μας. Αυτή, ναι, κοπούται. Μπορώ να εστιάσω αδιαλείπτως την προσοχή μου μόνο για λίγα δευτερόλεπτα. Με μικροδιακοπές, μπορώ να τη συγκεντρώσω κάπου για πολύ λίγες ώρες. Μετά είναι αδύνατο να συνεχίσω, χωρίς διακοπή, που, όχι σπάνια, συνοδεύεται από ύπνο. Με την προσοχή αμβλύνεται η λειτουργία και η ευαισθησία όλων των αισθήσεών μας εκτός από εκείνην που υποδέχεται το ερέθισμα πάνω στο οποίο επικεντρώνομαι. Η κατανάλωση ενέργειας δεν επηρεάζεται στον εγκέφαλο σε όλη τη διάρκεια της προσοχής. Ωστόσο, μοιάζει το φαινόμενο να ακολουθεί κι αυτό τις φάσεις της ταλάντωσης χάλασης. Ο σκοπός που έχω σχηματίσει στη βούλησή μου κατευθύνει την προσοχή μου. Η ανεύρεση στοιχείων που συνάδουν με την πορεία προς την ικανοποίηση του σκοπού δρουν σα θετική ανατροφοδότηση και επιτείνουν την ένταση της προσοχής, την αναισθησία σε όλες τις αισθήσεις εκτός από τη μία που αφορά στο επιτελούμενο πνευματικό έργο. Εκείνη την ώρα είμαι ο “αφηρημένος κύριος καθηγητής”. Ώσπου επέρχεται αναγκαστικά ο κάματος, σαν τον κόρο ή τον οργασμό και πρέπει να αναπαύσω το πνεύμα μου, ενδεχομένως και με ύπνο. Όταν ξεκουραστώ, ο σκοπός με πιέζει ξανά να συνεχίσω.

Η υπόθεση της ταλάντωσης της προσοχής περιγράφει μάλλον παρά εξηγεί το φαινόμενο. Με ποιο μηχανισμό βαριέμαι, σταματώ μια ενασχόληση που με ευχαριστεί; “Με ευχαριστεί” σημαίνει θετική ανατροφοδότηση. Οι βάσεις της ερμηνείας του φαινομένου είναι πάλι φυσικές. Η λειτουργία του νευρικού μας συστήματος στηρίζεται στη διαρκή μεταβίβαση ερεθισμάτων. Ερέθισμα είναι η προσθήκη ή αφαίρεση μιας βραχυχρόνιας και μικρής ποσότητας ενέργειας σε τόση ένταση που να διεγείρει τον κατάλληλο ιστό, δηλαδή να τον πυροδοτεί με ένα μηχανισμό όλου ή ουδενός. Η μεταβίβαση ερεθισμάτων στο νευρικό μας σύστημα γίνεται διττά. Αφενός ηλεκτρικά και αφετέρου χημικά. Η πορεία των ερεθισμάτων κατά μήκος των νεύρων γίνεται ηλεκτρικά. Διεγείρεται κάποιο σημείο του νεύρου που σημαίνει αναστροφή του ηλεκτρισμού που διατηρεί στη μεμβράνη που το περιβάλλει και αυτή η αναστροφή μεταδίδεται παραδίπλα σαν κύμα σε όλο το μήκος του νεύρου. Μεταξύ δύο διαφορετικών κυττάρων όμως, η διέγερση μεταδίδεται χημικά. Το διεγερμένο κύτταρο εκκρίνει μια ουσία που ερεθίζει το διπλανό του με το οποίο συνάπτονται. Αυτές οι ουσίες (“νευροδιαβιβαστές”) είναι ποικίλες, αδρεναλίνη, ακετυλοχολίνη, σεροτονίνη, ενδορφίνες και πολλές άλλες. Κάποιες από αυτές τις ουσίες συνδέονται με ευχάριστες εμπειρίες. Οι ενδορφίνες για παράδειγμα μειώνουν την ευαισθησία των αισθητηρίων του πόνου. Υπόθεση: Με την παρατεταμένη χρήση τους σε ευχάριστες ενασχολήσεις καταναλώνονται και τότε αρχίζω να “βαριέμαι”, να παύω να αντλώ ικανοποίηση από τη δραστηριότητά μου.

Σε κοινωνικό επίπεδο, μια μακρά αταλάντευτη πορεία της πολιτείας μπορεί, κατά ανάλογο τρόπο, να προξενεί ανία, βαριεμάρα. Και τότε αναζητούνται ποικίλες δραστηριότητες, όπως το κίνημα των τεντυμπόιδων, των υπαρξιστών, των χίππιδων και κάθε άλλου. Η κοινωνία οφείλει να παρέχει επομένως περιοδικά ευχάριστα, εορταστικά, διαλύματα, ώστε να αποφεύγονται οι αντικοινωνικές διαφυγές. «Βίος  ἀνεόρταστος  μακρὰ  ὁδὸς  ἀπανδόκευτος» (Δημόκριτος) και “Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἒργα σου, τῇ δὲ ἑβδόμη τῇ ἡμέρᾳ Σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου  (Μωυσής).

ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας,dimitrissideris. wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 21 Δεκεμβρίου 2021

Η μετάπτωση της ανθρώπινης αγέλης σε κοινωνία έγινε όταν οι άνθρωποι άρχισαν, αντί να συλλέγουν την τροφή τους, να την παράγουν. Αυτή η εξέλιξη απαιτούσε σοβαρούς περιορισμούς στην ικανοποίηση τόσο των σιτιστικών όσο και των γενετήσιων αναγκών. Οι περιορισμοί έπρεπε να επιβάλλονται με κάποιον τρόπο. Ο οξύς διάλογος μεταξύ του δημοκρατικού Πρωταγόρα και του συντηρητικού Σωκράτη είναι ο μόνος που μας παρέδωσε ο Πλάτων και δεν καταλήγει σε εξευτελιστική ήττα του συνομιλητή του σοφού, αλλά σε ισοπαλία. Σ΄ αυτόν λοιπόν, ακόμη και ο Πρωταγόρας θεωρεί ότι η δίκαιη συμπεριφορά των πολιτών εξασφαλίζεται με την ποινή. Υπάρχει άραγε εναλλακτικός τρόπος;

Οι Εβραίοι κάθε έβδομη ημέρα εγκατέλειπαν υποχρεωτικά κάθε εργασία τους και μαζεύονταν στη Συναγωγή. Εκεί ξεκαθαρίζονταν τα προβλήματα της κοινωνίας τους, σύμφωνα με το Νόμο, που κατά το συντάκτη του, το Μωυσή, είχε γραφτεί με υπαγόρευση από το Θεό. Και ξαφνικά παρουσιάζεται ένας φτωχός μαραγκός, λιτοδίαιτος, που συναγείρει τα πλήθη σα βασιλιάς με το λόγο Του, αλλά καβάλα όχι σε ένα περήφανο άτι, αλλά σε ένα γαϊδουράκι. Χάνει τη ζωή Του για την αποκοτιά Του. Αλλά έμειναν οι απόστολοί Του που άλλαξαν, με πρωταγωνιστή ένα βαθύτατα μορφωμένο, τον Παύλο, και ανέτρεψαν την κατάσταση. Τώρα οι ακόλουθοι της νέας πίστης μαζεύονταν όχι σε Συναγωγή, αλλά σε Εκκλησία. Και υπάκουαν όχι σε Νόμο, αλλά σε Κανόνες. Τι σήμαινε αυτή η αλλαγή;

Στη Συναγωγή μαζεύονταν, είπαμε, υποχρεωτικά οι πιστοί. Στην Εκκλησία, με Ελληνική καταγωγή, καλούνταν όλοι απέξω να μαζευτούν, αν ήθελαν. Καμιά επιβολή ποινής εκ μέρους της κοινωνίας αν δεν έρχονταν. Μόνο η κλήση της καμπάνας. Εκεί συζητούσαν τα προβλήματά τους και προσπαθούσαν να τα λύσουν στηριζόμενοι όχι σε κάποιο Νόμο, που επιβάλλεται με ποινή, αλλά στη βάση Κανόνων. Ο κανόνας είναι το εργαλείο για να τραβηχτεί μια ίσια γραμμή χωρίς εκτροπές. Αυτό σήμαινε ότι οι συνέπειες της μη υπακοής σ΄ αυτούς είχαν άμεση συνέπεια, όχι έμμεση, εφαρμοζόμενες πάνω τους από την κοινωνία. Η καθιέρωση τόσο της Εκκλησίας όσο και του Κανονιστικού δικαίου οδηγεί ίσια στην ελευθερία, αφού ο καθένας ακολουθεί αυτό τον τρόπο ζωής αν θέλει, χωρίς να εκτρέπεται. Αν εκτραπεί, θα έχει τις άμεσες συνέπειες της εκτροπής του και όχι επιβαλλόμενες από τους ανθρώπους.

Η παραπάνω ελευθερία δεν σκοντάφτει παρά μόνον στην αφαίρεση της ελευθερίας των άλλων. Κι αυτό διότι δεν αίρει την άμυνα που είναι ένα φυσικό, όχι τεχνητό δικαίωμα. Η κοινωνία δηλαδή, αν κάποιος παρεκτρέπεται από τον παραδεκτό κοινωνικό τρόπο ζωής με τρόπο που προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων θα αντιμετωπισθεί βίαια. Κι όταν λέμε άμυνα εννοούμε τη βία που εφαρμόζεται για την εξουδετέρωση μιας απειλής που είναι και παρούσα και άδικη. Χωρίς την αμυντική βία δεν αποφεύγονται οι συνέπειές της· απλώς αλλάζει το θύμα. Δεν υπάρχει άλλη λύση.

Η υπακοή σε κανόνες, αντί σε νόμους, δεν είναι εύκολη. Απαιτεί διαρκή εσωτερίκευσή τους. Κι αυτή επιτυγχάνεται με τον καλύτερο τρόπο αν τα προβλήματα συζητούνται στην Εκκλησία. Ο ιδεολόγος Раскóльников‎ οδηγείται, μετά το έγκλημα, στην κάθαρση αφού του έχει επιβληθεί η τιμωρία από τη νόμιμη ανθρώπινη δικαιοσύνη, αλλά, τελικά, μόνον όταν απομονώνεται πια στρεφόμενος στον εαυτό του. Ο Οιδίπους αυτοτιμωρήθηκε, για το τρομερό ιερόσυλο διπλό έγκλημά του, να σκοτώσει τον πατέρα του και να παντρευτεί τη μητέρα του, όταν η αλήθεια του αποκαλύπτεται. Έτσι φθάνει στην κάθαρση.

Ο θεσμός της Εκκλησίας δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο στα πλαίσια μιας μικρής κοινωνίας, όπως είναι μια ενορία. Προϋποθέτει βέβαια μια εμπνευσμένη καθοδήγηση από τον κανονιστή εφημέριο, ο οποίος δεν προσπαθεί να επιβάλει κάποιο νόμο, αλλά διευθύνει μια συζήτηση, πράγμα που δε γίνεται στα σημερινά απομεινάρια της ενορίας. Θα μπορούσε άραγε να εφαρμοσθεί σε μια πολύ ευρύτερη κοινωνία, όπως είναι ο αριθμός των πολιτών ενός σύγχρονου κράτους;

Η σύγχρονη τεχνολογία μπορεί, υποστηρίζω, να βοηθήσει παίρνοντας μαθήματα από τους προγόνους μας. Στην τελειότερη (πάντως ατελή κι αυτή, χωρίς να έχει πολίτες τις γυναίκες, τους μετοίκους, τους δούλους) Αθηναϊκή δημοκρατία μας δόθηκε το κλειδί για μια τέτοια σύγχρονη λύση. Εκτός από την εκκλησία του δήμου, στην οποίαν αποφάσιζε το σύνολο των τότε πολιτών αμετάκλητα, υπήρχε και η βουλή. Η βουλή αποτελούνταν από εκπροσώπους της κοινωνίας, που δεν είχαν εκλεγεί, αλλά είχαν κληρωθεί από το σύνολο των πολιτών. Η κλήρωση (με εγγυήσεις για το ανόθευτό της) εξασφαλίζει με απρόσωπο μαθηματικό τρόπο ότι οι αποφάσεις του κληρωμένου δείγματος είναι πολύ κοντά, με ελάχιστο σφάλμα, στις αμετάκλητες αποφάσεις του συνόλου.

Τέτοιες λύσεις δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι θα είναι οι καλύτερες, όπως θα δείξουν οι μελλοντικές συνέπειές τους. Ωστόσο, οι όποιες συνέπειές τους θα γυρίσουν πίσω σε εκείνους που τις πήραν. Αν ήταν σωστές, όλοι θα ευχαριστηθούν, αν ήταν κακές, όλοι θα πληρώσουν. Αντίθετα αποφάσεις που λαμβάνονται από εκλεγμένους αντιπροσώπους του λαού, αν αποδειχθούν σωστές ωφελούν εκείνους που τις πήραν, τους εκλεγμένους βουλευτές, που γιαυτό θα επανεκλεγούν, αν όχι, πληρώνονται από το σύνολο του λαού. Αυτή η διαδικασία όμως της φυσικής συνέπειας είναι η καλύτερη μέθοδος για την απόκτηση παιδείας. Δημιουργεί τις συνθήκες για να αναπτυχθούν τα κατάλληλα εξαρτημένα αντανακλαστικά στο λαό, ώστε να σκέφτεται και να ενεργεί σύμφωνα με κανόνες που ο ίδιος έχει θεσπίσει. Επιπλέον η πειθάρχηση σε τέτοιους κανόνες δεν δημιουργεί δυσπιστία, μίσος και αντιδράσεις κατά της πολιτείας, αφού στη διαμόρφωσή τους έλαβε οικειοθελώς μέρος και ο ίδιος ο πολίτης. Πολλές αντιδράσεις στις ακόμη και σωστές αποφάσεις μιας κυβέρνησης οφείλονται όχι σε πραγματική αντίθεση, αλλά στην καχυποψία που τρέφεται κατά της εξουσίας.

Για τους σύγχρονους Έλληνες, τα παραπάνω έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Ενώ διατηρούμε τη συνέχειά μας, όπως κυρίως με τη διαρκώς εξελισσόμενη χωρίς ασυνέχειες γλώσσα μας, διαφέρομε έχοντας εντελώς διαφορετική θρησκεία, παρμένη από την εξέλιξη του Ιουδαϊσμού. Όσα υποστήριξα είναι σύμφωνα με αυτό τον Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό. Φυσικά, η εφαρμογή τους σκοντάφτει στους εθναμύντορες γραμματείς πολιτικούς μας που θα χάσουν τα προνόμια της εξουσίας που έχουν με την ολιγαρχία τους. Βρίσκει επίσης αντίθετους και τους θρησκευτικούς ηγήτορες φαρισαίους που θα χάσουν τα δικά τους προνόμια. Μολονότι, όχι σπάνια, στη μακρόχρονη Βυζαντινή και σύγχρονη ιστορία μας, οι δύο πηγές εξουσίες βρέθηκαν αντιμέτωπες, συμφωνούν και από κοινού αγωνίζονται να μην αλλάξει το ολιγαρχικό σύστημα που μας κυβερνά και είναι ουσιαστικά αντίθετο στη γνήσια Ελληνοχριστιανική παράδοση.

ΑΡΝΗΤΕΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 18 Δεκεμβρίου 2021

Σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού αρνείται να εμβολιασθεί σε περίοδο πανδημίας. Κι αυτό μολονότι όλες οι αξιόπιστες πληροφορίες αποδεικνύουν ότι ο εμβολιασμός προστατεύει, όχι μόνο αυτούς αλλά και τους αγαπημένους γύρω τους που κινδυνεύουν να μολυνθούν αν αυτοί γίνουν φορείς. Σημαντικό ποσοστό των δικυκλιστών αρνούνται να φορέσουν κράνος, μολονότι το κράνος σαφώς τους προστατεύει. Και πολλοί επιβάτες αυτοκινήτων αρνούνται να φορέσουν ζώνη, μολονότι δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως σε μια σύγκρουση φορώντας ζώνη θα υποστούν μικροκακώσεις, ενώ μη φορώντας σκοτώνονται. Αφού αρνηθούν (και η άρνηση προβάλλει αυτόματα από μέσα τους) βρίσκουν διάφορες δικαιολογίες. Το εμβόλιο δεν προφυλάσσει 100%. Όλοι έχομε ακούσει εμβολιασμένους που αρρώστησαν, ενώ το ίδιο το εμβόλιο έχει ανεπιθύμητες ενέργειες, ως και θάνατο. Όμως η διαφορά είναι τεράστια. Ο κίνδυνος από το εμβόλιο είναι στην τάξη του 2-3 στο εκατομμύριο, ενώ ο κίνδυνος από την αρρώστια στους ανεμβολίαστους είναι πολλές χιλιάδες στο εκατομμύριο. Το ίδιο ισχύει και για τους λοιπούς αρνητές των προφυλακτικών μέτρων. Και τότε η λογική κυβέρνηση εφαρμόζει καταστολή, αστυνομία, ποινές για τους παραβάτες. Και τότε οι αρνητές έχουν έναν ακόμη παραπάνω λόγο να αρνούνται την εφαρμογή των επίσημων μέτρων. Άρνηση στον ολοκληρωτισμό του αστυνομικού κράτους!

Κάποτε, θυμάμαι, ήμουν κι εγώ αρνητής. Όταν ήμουν μαθητής έπρεπε να φοράμε τα αγόρια πηλίκιο και τα κορίτσια ποδιά. Διαρκώς, κυρίως έξω από το σχολείο. Έτσι, οι καθηγητές μας μπορούσαν εύκολα να μας αναγνωρίζουν στους δημόσιους χώρους και να μας επιβάλλουν ποινές. Καλά, στρατιώτες είμαστε; Με άφατη ανακούφιση είδα μετά τη μεταπολίτευση να καταργείται η ποδιά. Τώρα έχω αλλάξει οπτική γωνία που βλέπω τα πράγματα. Και αρχίζω κάπως να καταλαβαίνω τους αρνητές. Όχι να συμφωνώ μαζί τους.

Πηγαίνω στη σουπερμάρκετ και οι υπάλληλοι φορούν κάποιου είδους στολή κι έτσι καταλαβαίνω αμέσως ποιος είναι υπάλληλος και ποιος πελάτης. Πηγαίνω στο νοσοκομείο και βλέπω τους γιατρούς να φορούν άσπρη μπλούζα, τους νοσηλευτές κατάλληλη στολή και τους καθαριστές αντίστοιχα. Πηγαίνω όμως σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, τράπεζες κλπ και δεν φορούν κάποιο διακριτικό. Κι εγώ δεν καταλαβαίνω ποιος είναι υπάλληλος για ν΄ απευθυνθώ σ΄ αυτόν και ποιος πελάτης. Πόσο χρήσιμη είναι λοιπόν η στολή, κάποιου είδους διακριτικό που ξεχωρίζει τους επαγγελματίες από τους πελάτες;

Η προσωπικότητά μας έχει τρεις όψεις, το αισθητό (σωματικό, αντιληπτό από το συνολικό έμψυχο και άψυχο περιβάλλον μου) το κοινωνικό εγώ (αντιληπτό από το έλλογο περιβάλλον μου, την κοινωνία) και το νοητό Εγώ (αντιληπτό αποκλειστικά από εμένα τον ίδιο). Αντίστοιχα το ωράριό μου χωρίζεται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες. Στο ωράριο του αισθητού Εγώ επιτελώ όλες τις βιολογικές μου ανάγκες, κυρίως ύπνο, φαγητό κλπ, ιδιαίτερα στο σπίτι μου μέσα. Στο ωράριο του κοινωνικού Εγώ επιτελώ τις κοινωνικές μου υποχρεώσεις, κυρίως επαγγελματικές και πολιτικές, συνήθως στους χώρους της αντίστοιχης εργασίας. Και στο ωράριο του νοητού Εγώ κάνω ό,τι θέλω, όπου θέλω, όποτε θέλω, με μόνους περιορισμούς τους κοινωνικούς και φυσικούς νόμους. Δεν μπορώ να πετάξω ενάντια στη βαρύτητα και δεν μπορώ να κάνω κάτι που εμποδίζει τους άλλους να κάνουν αυτό που εκείνοι θέλουν. Στις περιόδους των μεγάλων εργατικών αγώνων θεσπίσθηκε το ωράριο των τριών οκταώρων. Οκτώ ώρες δουλειά, οκτώ ύπνο, οκτώ ελεύθερες. Ήταν μεγάλη κατάκτηση, αλλά όχι τέλεια. Φυσιολογικά το ωράριο του αισθητού Εγώ είναι μέγιστο στην παιδική και στη γεροντική ηλικία, όπως και στους αρρώστους. Το επαγγελματικό ωράριο αφορά μόνο τους εργαζόμενους.

Η επαγγελματική συμπεριφορά καθενός είναι διαφορετική από εκείνη του ελεύθερου ανθρώπου. Την ώρα που ασκεί το επάγγελμά του οφείλει να αντιμετωπίζει  ως μέγιστο καθήκον του την ικανοποίηση των αναγκών του πελάτη, έστω κι αν έρχεται αυτό σε αντίθεση με τις προσωπικές του προτιμήσεις. Αν η αντίθεση είναι ριζική, παραιτείται. Ο γιατρός θα ασχοληθεί με τον άρρωστό του την ώρα της δουλειάς του έστω και αν έχει μείνει άγρυπνος για πολύ, το ίδιο κάθε επαγγελματίας θα χαμογελά αισιόδοξα όπως πρέπει στον πελάτη του, έστω και αν εκείνη τη μέρα πενθεί, διότι πέθανε ένα αγαπημένο του πρόσωπο. Το επαγγελματικό ωράριο πρέπει να ξεχωρίζει λοιπόν σαφώς από τα λοιπά.

Και να τώρα, με άλλο βλέμμα η άρνησή μου στη στολή. Η στολή στο σχολείο χρειάζεται. Όμως πρέπει να φοριέται στις ώρες της φοίτησης, όχι έξω από το σχολείο. Και πρέπει να τη φορούν οι καθηγητές απαραιτήτως, ενδεχομένως και οι μαθητές. Αν βρεθεί ένας κακοποιός στο σχολείο, π.χ. ένας διακινητής ναρκωτικών, θα ξεχωρίσει με πρώτη ματιά από όλους. Κανένας δεν θα απαιτούσε οι γιατροί να φορούν ιατρική μπλούζα έξω από το νοσοκομείο. Η άρνηση σε κάθε περιορισμό είναι φυσική. Όλοι θέλουν να είναι ελεύθεροι άνθρωποι, χωρίς επιβολές από κάποιον. Οφείλει όμως η άρνηση να συνδέεται με μια κατάφαση. Όχι μόνο τι να μην κάνουμε, αλλά και τι να κάνουμε. Το υπέδειξα στην περίπτωση της σχολικής στολής. Το ίδιο ισχύει για κάθε κοινωνική άρνηση. Οι αρνητές του εμβολιασμού όχι μόνο κινδυνεύουν οι ίδιοι και, αν αρρωστήσουν, με δαπάνες των φορολογουμένων θα αντιμετωπισθούν, αλλά αποτελούν και απειλή για όλους τους άλλους. Αν δεν θέλουν να εμβολιασθούν, τι προτείνουν για να μειωθούν οι κίνδυνοι από την άρνησή τους; Οι αρνητές του κράνους ή της ζώνης τι προτείνουν για να πληρωθούν τα αποτελέσματα της απειθαρχίας τους που χρεώνονται στο σύνολο των πολιτών, όταν νοσηλεύονται στη ΜΕΘ; Οι αρνητές των αντικαπνικών περιορισμών, τι νομίζουν πως πρέπει να κάνουμε για να μην τους βλέπουν και μαθαίνουν το κάπνισμα οι νέοι; Θυμίζω ότι το κάπνισμα είναι η κυριότερη αιτία πρόωρου θανάτου και ανημποριάς τους τελευταίους αιώνες. Μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού μας κατευθύνεται στην αντιμετώπιση των καρδιακών, εγκεφαλικών επεισοδίων, ποικίλων καρκίνων, πνευμονοπαθειών που οφείλονται κατά κύριο λόγο στο κάπνισμα.

Σοβαρός λόγος που δεν πειθαρχούν οι αρνητές από πεποίθησή είναι η δυσπιστία τους σ΄ αυτούς που επιβάλλουν τους περιορισμούς. Όταν ήμουν αρνητής της μαθητικής στολής, δεν το είχα συνειδητοποιήσει, παιδί που ήμουν βέβαια, αλλά η άρνησή μου είχε το νόημα ότι τι δουλειά έχουν οι καθηγητές μου να παρακολουθούν τι κάνω εγώ έξω από το σχολείο; Είχα τους γονείς μου γι΄ αυτό το σκοπό. Άρα η επιβολή της στολής γινόταν για άλλους, ακατανόητους από μένα, λόγους. Ίσως για να συνηθίσω στην υπακοή. Από τη μεριά του κράτους πρέπει να εξασφαλισθεί πως εκφράζει τη βούληση του συνόλου των πολιτών και όχι μιας εξουσιαστικής ολιγαρχίας.

ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, 16 Δεκεμβρίου 2021

Αφορμή γι΄ αυτό το κείμενο μου έδωσε πρόσφατο άρθρο του Γιώργου Στείρη (Καθημερινή): “Χριστιανισμός και εμβολιασμός”. Ο συγγραφέας μας θυμίζει ένα επεισόδιο που περιγράφουν δύο ευαγγελιστές, ο Ματθαίος και ο Λουκάς. Ο Χριστός, μετά τη βάπτισή του αποσύρθηκε για 40 μέρες στην έρημο σε νηστεία. Στο τέλος πείνασε, διότι ήταν και άνθρωπος. Και τότε του παρουσιάστηκε ο Σατανάς και τον πείραξε. Αν έχεις τη δύναμη του Θεού, μπορείς να κάνεις θαύματα. Κάνε αυτές τις πέτρες ψωμιά και φάε να μην πεθάνεις από την πείνα. Ο Ιησούς δεν παρασύρθηκε και απάντησε “Ουκ επ΄ άρτω μόνον ζήσεται ο άνθρωπος”. Έπειτα ο Σατανάς τον προέτρεψε να πέσει από τη στέγη του ναού κάτω. Αν μπορεί να κάνει θαύματα, θα έλθουν οι άγγελοι να Τον πάρουν στα χέρια τους και θα τον προστατέψουν κι έτσι θα πείσει όσους θα Τον δουν για τη δύναμή Του. Και Εκείνος απάντησε πως δεν επιτρέπεται να βάζει σε πειρασμό το Θεό: “οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου“. Αν λοιπόν εγώ τώρα βάζω σε πειρασμό το Θεό να με προστατέψει από τον κορωνοϊό με θαύμα και όχι με τα φυσιολογικά μέτρα που ο Κύριος φώτισε τους ειδήμονες να μας υποδείξουν, προφανώς αμαρτάνω. Να το πω ωμά. Αν πραγματικά πιστεύω, ο Σατανάς δεν θα παρουσιαστεί μπροστά μου όπως τον περιγράφουν οι ζωγράφοι του Μεσαίωνα, μαυριδερός, με κέρατα, ουρά και νύχια γαμψά. Θα τον αναγνωρίσω αμέσως και θα τον στείλω από κει πούρθε: “Ύπαγε οπίσω μου Σατανά”. Παρουσιάζεται με τον πιο ελκυστικό τρόπο για να γίνει πειστικός: Σα μια όμορφη γλυκιά κοπέλα ή σαν τον πιο καλό μου φίλο ή σαν τον καθοδηγητή μου στο κόμμα που ανήκω και του είμαι αφοσιωμένος ή σαν το γιατρό ή τον πνευματικό μου που τον υπακούω ό,τι και να μου πει. Ο Σατανάς έχει την ικανότητα να εισδύει στο πνεύμα οποιουδήποτε. Δεν μπορώ να τον αναγνωρίσω. Αυτό όμως που μπορώ σίγουρα να κάνω, ως πιστός, είναι να μην παρασυρθώ από τις προτροπές οποιουδήποτε, εφόσον βάζουν το Θεό σε πειρασμό, με προτρέπουν δηλαδή να πειραματισθώ με τις θεϊκές δυνάμεις. Μου λέει: “Αν με προφυλάσσει ο Θεός χωρίς δική μου προσπάθεια, αποδεικνύω το θαύμα. Αν όχι, απλώς πεθαίνω· για τους δικούς Του λόγους, ο Κύριος με παίρνει κοντά Του”. Ο πειρασμός για την πίστη του Θεού είναι μέγιστη αμαρτία. Αυτά που γράφω δεν είναι κουβέντες του Διαβόλου που έχει εισχωρήσει μέσα μου, αλλά τα λόγια του Χριστού, όπως τουλάχιστον μας τα μεταφέρουν οι δύο ευαγγελιστές, ο ένας μάλιστα (Ματθαίος) που έζησε, είδε, άκουσε, άγγιξε ο ίδιος το Διδάσκαλο. Όλοι οι υπόλοιποι που αυτοεμφανίζονται ως αντιπρόσωποι του Θεού, εκπροσωπούν τη βούλησή Του τόσο όσο και οποιοσδήποτε εκπροσωπεί τη δική μου βούληση και εγώ τον έχω επιλέξει ως πληρεξούσιό μου, αρκετά καλά συνήθως, οπωσδήποτε όχι απόλυτα. Την ευθύνη πάντα εγώ την έχω.

Η πιστότερη έκφραση της βούλησης του Κυρίου είναι οι φυσικοί νόμοι που είναι απαράβατοι. Ο Θεός δεν παραβιάζει τους νόμους Του, όπως το κάνουν κάποιοι ανθρώπινοι ανώτατοι άρχοντες όταν κάνουν ρουσφέτια. Να αρνηθώ λοιπόν το θαύμα; Είπαμε, βλέπω τα πράγματα σαν πιστός, πιστεύοντας επομένως στα θαύματα με τη θεία επέμβαση. Θαύματα γίνονται όταν με την πίστη μας συμβαίνει προς όφελός μας κάτι απίθανο, όχι αδύνατο. Αν σε ένα σακούλι που περιέχει όλους τους αριθμούς από το 0 ως το άπειρο, τραβήξω ένα κλήρο με την προσδοκία να βγάλω τον τυχερό αριθμό μου, π.χ. το 7, αυτό είναι απίθανο. Αδύνατο είναι να κληρώσω το 7, αν το σακούλι περιέχει όλους τους αριθμούς εκτός από το 7. Τότε, αν κληρωθεί ο αριθμός μου, αυτό δεν είναι θαύμα, αλλά απάτη, Για να γίνει το απίθανο πιθανό (κάποιον αριθμό θα κληρώσω, γιατί όχι το 7;) πρέπει να κάνω άπειρες προσπάθειες. Το να κάνω όμως ατέλειωτες προσπάθειες όταν οι πιθανότητες είναι κοντά στο μηδέν απαιτεί πίστη. Και η πίστη είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνει ένα θαύμα. Το θαύμα δεν είναι μαγεία. Είναι η εμφάνιση του απιθάνου, όταν εγώ προσπαθώ. Το ξέρει ο λαός μας (και αυτό που ξέρει ο λαός είναι επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος) όταν λέει: “Βοήθα Παναγιά, κούνα και συ το χέρι σου”. Το ήξεραν και οι πρόγονοί μας όταν έλεγαν “συν Αθηνά και χείρα κίνει”. Η Υπέρμαχος Στρατηγός έσωσε την Πόλη από τους βαρβάρους όχι σκορπώντας τον όλεθρο στον εχθρό, αλλά στέλνοντας το λαό όχι στις εκκλησιές, αλλά στις πολεμίστρες.

Αναδεικνύεται τώρα και το νόημα της προσευχής. Με την προσευχή, εφόσον πιστεύω, δεν προσδοκώ να έχω ένα μαγικό αποτέλεσμα. Παρακαλώ όμως ο Θεός να φωτίσει τα πνεύματα των επαϊόντων να βρουν και προβάλουν την πιο σωστή λύση στο πρόβλημά μου. Με την προσευχή ενισχύεται η πίστη μου και επιμένω στις προσπάθειές μου, χωρίς να σταματώ ώσπου να γίνει το θαύμα.

Ο Θεός, για τους πιστούς, έδωσε νου και ελεύθερη βούληση στον άνθρωπο. Θεία δώρα. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος όρισε την επιστήμη ως “δώρον θεόδοτον” και το Θεό “δωτήρα φώτων επιστήμης”. Διαμέσου αυτού του θείου δώρου προσδοκώ να με σώσει ο Θεός από κάθε κίνδυνο και όχι διαμέσου διαβολικών φαντασιώσεων όπως ότι θα έλθουν άγγελοι να απλώσουν τις φτερούγες τους και να με προστατέψουν ή θα σωθώ από μια πανδημία χωρίς να εφαρμόζω τις επιστημονικές γνώσεις. Το απόλυτο κριτήριο της ορθότητας μιας απόφασης είναι για το Χριστιανό πιστό ένα: Η αγάπη. Όταν αγαπώ τον πλησίον μου, θα κάνω ό,τι μπορώ για να τον προστατέψω. Αν είμαι μολυσμένος με κάποιον ιό, έστω και ασυμπτωματικός, απειλώ τους γύρω μου. Με τον εμβολιασμό προστατεύω πρώτιστα τον εαυτό μου. Τα επιστημονικά δεδομένα λένε ότι, ακόμη και στις σπάνιες περιπτώσεις που σωστά εμβολιασμένος αρρωστήσω, η νόσος μου θα είναι πολύ ελαφριά. Προστατεύω βέβαια και τους άλλους, διότι έστω και φορέας, είμαι λιγότερο επικίνδυνος, αφού δεν βήχω, δεν φταρνίζομαι και επομένως διασπείρω λιγότερους ιούς. Τους άλλους τους προστατεύω περισσότερο με τα λοιπά μέτρα κατά της πανδημίας, τη μάσκα, την τήρηση αποστάσεων τη σχολαστική καθαριότητα, την αραίωση του πληθυσμού κλπ. Όλα αυτά τα μέτρα εγώ, εφόσον πιστεύω, θεωρώ ότι έχουν δοθεί στη σκέψη των ειδικών που μας τα συστήνουν. Ο πειρασμός να τα αποφύγω για να αναδείξω τάχα τη δόξα του Θεού είναι απλώς έργο του Αντίχριστου.

ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΙ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 14 Δεκεμβρίου 2021

Αναρωτιέμαι τι προηγείται, η δημιουργία μιας πίστης που εξηγεί τι παρατηρούμε ή κάποιες εντυπώσεις που την προκαλούν; Θα πω μερικά παραδείγματα, για να εξηγήσω τι εννοώ. Σ΄ ένα χωριό της Ηπείρου κάποιος μου εξομολογήθηκε ότι η μητέρα του δεν είχε κάνει ποτέ λουτρό στη ζωή της. Για να μη φύγει το βάφτισμα από πάνω της, ισχυριζόταν. Μα ποιος της είπε ότι το βάπτισμα, μια θεϊκή, πιστεύομε, πνευματική επιφοίτηση, φεύγει με το πλύσιμο; Ο ίδιος ο Ιησούς δεχόταν να σφουγγίζουν τα πόδια του με τα μαλλιά τους κοπέλες και να τους βάζουν αρώματα, ενώ έπλενε ο ίδιος τα πόδια των μαθητών του. Προφανώς για κάποιον άλλο λόγο, δεν ξέρω ποιον, η γυναίκα δεν ήθελε να πλυθεί και βρήκε μια δικαιολογία. Βέβαια η πίστη της αυτή στηριζόταν στη διαδεδομένη πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι σώμα και ψυχή και πρέπει να τυραννάς ή να παραμελείς το σώμα σου για να σώσεις την αθάνατη ψυχή. Αλλά κι αυτή η πεποίθηση από πού να ξεκινά; Οι πρόγονοί μας είχαν δημόσια λουτρά και το καθαρτήριο λουτρό είχε μάλιστα ιερότητα. Ο Θησέας, βουτηγμένος στο χώμα και στα αίματα από τους ληστές που είχε σκοτώσει στο διάβα του από τον Ισθμό, για να μπει στην Αθήνα έπρεπε να περάσει από καθαρτήριο λουτρό. Προφανώς θα βρομοκοπούσε το βασιλόπουλο!

Δεν είναι μόνο αυτό το παράδειγμα που στηρίζεται στην ανώνυμη φήμη που κυκλοφορεί στα κατώτερου μορφωτικού επιπέδου άτομα. Οι περισσότερες αεροπορικές εταιρείες δεν έχουν κάθισμα με τον αριθμό 13. Από το 12 πάνε στο 14. Αλλά και αρκετά ξενοδοχεία δεν έχουν δωμάτιο με τον αριθμό 666 που η Αποκάλυψη τον ταυτίζει με τον Άρχοντα του Σκότους. Όλοι αυτοί έχουν να προβάλουν κάποιες δικαιολογίες που καμιά βέβαια δεν ευσταθεί λογικά. Συχνό είναι το επιχείρημα ότι ούτε οι επιστήμονες ξέρουν την αλήθεια, αφού διαφωνούν μεταξύ τους. Μα η επιστημονική γνώση, η πιο αξιόπιστη αλήθεια αφού βρίσκεται στη διασταύρωση του αισθητού με το νοητό, της παρατήρησης με την υπόθεση, της εμπειρίας με τη θεωρία, υποχρεωτικά περιβάλλεται από μιαν άλω σφάλματος. Το ότι οι επιστήμονες δεν συμφωνούν 100% σε όλα απλώς εξεικονίζει αυτή την αλήθεια, την υποχρεωτική ύπαρξη σφάλματος, ενώ η επιστημονική αλήθεια πάντοτε υπάρχει. Κι όμως σημαντικό μέρος των ανθρώπων διακατέχονται από τέτοιους παραλογισμούς.

Με τέτοιο αυθαίρετο τρόπο, που εκ των υστέρων έρχονται να του βρουν ποικίλες δικαιολογίες ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού μας αρνείται να πιστέψει στα διδάγματα της επιστήμης. Για παράδειγμα, πάρα πολλοί αρνούνται να εμβολιασθούν κατά του κορωνοϊού, τον οποίον τρέμουν, αλλά δεν προχωρούν στο μόνο μέσο που έχει αποδειχθεί επιστημονικά (με ασήμαντο ποσοστό σφάλματος βέβαια) πως είναι και αποτελεσματικό και ασφαλές. Οι δικαιολογίες είναι ποικίλες. Ο Θεός θα μας προστατέψει, όχι τα εμβόλια. Οι επιστήμονες δεν συμφωνούν μεταξύ τους, άρα δεν τους πιστεύω. Κάποια συμφέροντα κρύβονται πίσω από την προπαγάνδα για εμβολιασμό. Ο εμβολιασμός θίγει την ελευθερία μου και περιορίζει τα ατομικά δικαιώματά μου. Δεν είναι όλοι οι εμβολιασμένοι απόλυτα προστατευμένοι ούτε οι ανεμβολίαστοι είναι βέβαιο πως όλοι θα αρρωστήσουν. Και οι δικαιολογίες δεν έχουν τελειωμό.

Το παράδοξο είναι ότι επιμένει μια πεποίθηση παρά το γεγονός πως μπροστά στα μάτια μας εκτυλίσσεται ένα γεγονός που τη διαψεύδει. Άκουσα πως σε ένα μοναστήρι στο Άγιο Όρος ο ηγούμενος νόσησε από τον κορωνοϊό και έμεινε πολλούς μήνες διασωληνωμένος. Επέζησε. Όταν επέστρεψε στο μοναστήρι παρότρυνε όλους τους μοναχούς να εμβολιασθούν. Ένας παλιός μοναχός όμως τους παρότρυνε να μην πάει κανένας για εμβολιασμό. Δεν ξέρω τι επιχειρήματα είχε, αλλά η γνώμη του επικράτησε. Ανάμεσα στους μοναχούς ήταν και δύο γιατροί, που τάχθηκαν κατά του εμβολιασμού. Η μακρά παιδεία τους στο πανεπιστήμιο και στην άσκηση του επαγγέλματός τους δεν άρκεσε για να τους αλλάξει τον τρόπο που εκείνη την ώρα σκέφτονταν. Η ασφάλεια των χειρουργείων εξασφαλίζεται με μέσα αποστείρωσης, όχι με αγιασμό.

Ο παράλογος τρόπος της σκέψης δεν αποβαίνει σε βάρος μόνο εκείνου που σκέφτεται έτσι, αλλά και σε βάρος των άλλων. Οι ανεμβολίαστοι είναι πιθανότερο να αρρωστήσουν και να μεταδώσουν τη νόσο τους στους άλλους. Ναι, αλλά και οι εμβολιασμένοι μπορούν να είναι φορείς και μεταδότες της νόσου, έρχεται ο αντίλογος. Φυσικά ο άρρωστος που εκτοξεύει τοξικά σταγονίδια είναι πιο επικίνδυνος από τον υγιή φορέα, που ούτε βήχει ούτε φτερνίζεται. Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα γι΄ αυτόν που, για τους δικούς του λόγους, δεν θέλει να εμβολιασθεί. Η άρνησή του είναι τόσο παράλογη όσο και η παράλειψη των αριθμών 13 και 666 που γίνεται από υπεύθυνους κατασκευαστές χώρων με ευρεία δημόσια χρήση. Μόνο που  η παράλειψη τέτοιων γρουσούζικων αριθμών μπορεί να προκαλεί θυμιδία στους περισσοτέρους, ενώ η άρνηση του εμβολιασμού γεννά θυμό, αφού ο ανεμβολίαστος είναι σημαντικός κίνδυνος για τους συνανθρώπους του.

Και τώρα έρχεται ο ρόλος της πολιτείας. Πόσο μπορεί να πιέσει για να αντιμετωπισθούν τέτοιοι παραλογισμοί; Πρέπει να πιέσει. Όμως η πολιτεία έχει ποικίλους τρόπους να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Η πίεση πρέπει να ασκηθεί όχι στους πολίτες, αλλά στους επαγγελματίες, υπαλλήλους κλπ. Ορθά, η ευθύνη για την παρουσία ατόμων χωρίς τις κατάλληλες προδιαγραφές μέσα σε επαγγελματικούς χώρους οφείλει να ανήκει στους υπεύθυνους του χώρου και όχι στον πολίτη που εισέρχεται εκεί. Από τα τρία ωράρια του 24ώρου μας εκείνο του αισθητού εγώ μας υπηρετεί τις σωματικές μας ανάγκες, ύπνο, διατροφή, νόσηση κλπ. Εκείνο του κοινωνικού Εγώ υπηρετεί κοινωνικές ανάγκες, επαγγελματικές, πολιτικές κλπ. Και εκείνο του νοητού Εγώ είναι το ελεύθερο στο οποίο καθένας κάνει ό,τι επιθυμεί με μόνο περιορισμό να μην  εμποδίζει τους άλλους να κάνουν ό,τι θέλουν. Από τα τρία ωράρια, ο κρατικός έλεγχος και η πίεση επιτρέπεται να ασκείται μόνο στο κοινωνικό ωράριο. Αλλιώς περιορίζει την ελευθερία του καθενός. Με την παρέμβαση στους κοινωνικούς χώρους, δημόσια γραφεία, καταστήματα, πολιτικές συγκεντρώσεις κλπ ελέγχει το κράτος τη δική του λειτουργία· έξω από αυτό το ωράριο θα επενέβαινε στα πρόσωπα που είναι οι πολίτες του. Υπενθυμίζω ότι όλοι οφείλομε να διαθέτουμε ένα μέρος της ζωής μας, μερικούς μήνες, στην απόλυτη δικαιοδοσία του κράτους μας (θητεία) κάνοντας ασυζητητί ό,τι μας διατάζουν. Αυτό αντισταθμίζεται με το να διατίθεται ένα μέρος της ζωής καθενός στο να διατάζει αυτός τους άλλους, λαμβάνοντας μέρος με κλήρωση σε σώματα εξουσίας, όπως είναι μια δημοκρατική βουλή, ένα ορκωτό δικαστήριο κλπ. 

ΗΘΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 11 Δεκεμβρίου 2021

Επτά Δεκεμβρίου 1941. Ο πόλεμος μαίνεται. Ο A. Hitler με τον άριστα οργανωμένο στρατό του έχει καταλάβει όλη την Ευρώπη. Έχει αρχίσει την επιχείρηση Barbarossa με την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση. Η Αμερική είναι αμέτοχη. Έχει εκτεταμένες βάσεις στη Χαβάη. Εκεί, στο  Pearl Narbor, διασκεδάζουν αμέριμνοι οι πολυάριθμοι στρατιώτες, στα μαγεμένα παραδεισένια νησιά. Και ξαφνικά, τί’  ταν αυτό; Η απροειδοποίητη επιδρομή των Ιαπωνικών αεροπλάνων, που, χωρίς να υπάρξει ουσιαστική αντίσταση εξουδετέρωσαν τον Αμερικανικό στόλο στον Ειρηνικό Ωκεανό. Δεν ήταν η πρώτη φορά παγκοσμίως που γινόταν άτιμη επίθεση. Αυτός που την προετοιμάζει φροντίζει να πλήξει τις δυνάμεις του αντιπάλου πριν έλθουν αντιμέτωποι και εκείνος είναι προετοιμασμένος να αμυνθεί. Το είχε κάνει ήδη ο Mussolini στην Ελλάδα, όταν δυο μήνες πριν από την κήρυξη του πολέμου τορπίλισε μέσα στο λιμάνι της Τήνου το καταδρομικό Έλλη. Εφόσον θα γίνει πόλεμος, καλύτερα ο αντίπαλος να μην έχει παρά να έχει τόσες δυνάμεις.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος F. Roosevelt, παρά τον αιφνιδιασμό, αναγνώρισε πως η Αμερική έχασε την υπεροπλία στον Ειρηνικό. Όμως κατάλαβε, παρά το έντονο αντιιαπωνικό πνεύμα που αναπτύχθηκε, πως η ίδια η χερσαία Αμερική ήταν πολύ μακριά για να δεχθεί καίριο χτύπημα και, επομένως, θα έπρεπε να στρέψει την προσοχή της στην Ευρώπη μάλλον παρά στον Ειρηνικό. Ακολούθησαν τα γνωστά γεγονότα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Η ηρωική αντίσταση του κόκκινου στρατού με τις αξεπέραστες απώλειες σε εκατομμύρια νεκρών και την ερήμωση του τόπου, είχε ήδη ανατρέψει τις συνθήκες, ενώ η απόβαση στη Νορμανδία σήμανε τελικά την παράδοση άνευ όρων των Γερμανών. Και τότε έστρεψε την προσοχή της απερίσπαστη η Αμερική στον πόλεμο κατά των Ιαπώνων.

Η άτιμη επίθεση των Ιαπώνων σε κράτος με το οποίο δεν βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση, πληρώθηκε με ασύγκριτο τίμημα. Ο πόλεμος με την Ιαπωνία έληξε με τη χρήση της ατομικής βόμβας στο Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, δηλαδή με μιαν άλλη ηθικά αμφισβητήσιμη πράξη, αφού τα θύματα ήταν άμαχοι.

Τελικά, έχει καμιά ηθική ο πόλεμος; Γενικά παραδεκτό είναι ότι από όλες τις μορφές της βίας μόνο μία έχει ηθική υποστήριξη: η αμυντική βία. Σ΄ αυτήν, όταν η απειλή είναι παρούσα και άδικη, η απουσία άμυνας δεν αποσοβεί το αποτέλεσμα της βίας, απλώς μπορεί να αλλάξει το θύμα. Αυτό ισχύει και για τα άτομα και για τα κράτη. Οι απελευθερωτικοί (αλυτρωτικοί) πόλεμοι είναι μια άλλη ηθικά αμφισβητούμενη ενέργεια. Ένα μέρος του λαού μας έχει υποκύψει στο παρελθόν στη βία κάποιου επιτιθέμενου που θέλει την πλούσια γη του και την υποδούλωση ή εξόντωση των κατοίκων της. Και, μετά από χρόνια, έρχεται το μητρικό κράτος να τους λυτρώσει. Τέτοιοι, αμυντικοί και αλυτρωτικοί είναι κυρίως οι πόλεμοι που κάναμε εμείς από την επανάσταση του 1821 ως σήμερα. Η δεύτερη αυτή κατηγορία όμως έχει μειονεκτήματα. Στον τόπο των υπόδουλων δικών μας έχουν εγκατασταθεί κατακτητές σε σημαντικούς αριθμούς, έχουν ριζώσει για καλά και οι απελευθερωτικές μάχες τους ξεριζώνουν. Πόσο ηθικό είναι αυτό; Η προσπάθειά μας να ελευθερώσουμε τα Ελληνικά παράλια της Μικράς Ασίας οδήγησε σε επέκταση των επιχειρήσεων σε καθυπεροχήν Τουρκικό πληθυσμό, όπου τόσο η ηθική βάση του ήταν αμφισβητήσιμη αφού ο πόλεμος γινόταν κατακτητικός, όσο και η προοπτική ενός νικηφόρου πολέμου εξασθένησε, οδηγώντας στη μεγαλύτερη εθνική καταστροφή που έχει υποστεί ο Ελληνισμός. Το είχε προβλέψει σωστά τότε ο Ι. Μεταξάς.

Και τό ουσιώδες ερώτημα παραμένει. Υπάρχει ηθική στον πόλεμο; Ή ισχύει ο γενικός κανόνας, δηλαδή το δίκαιο του ισχυροτέρου. Αυτό δεν είναι αναγκαστικά η βούληση αυτού που έχει την υπεροπλία, αλλά αυτού που στο τέλος αναδεικνύεται νικητής. Βέβαια, η υπεροπλία και η οικονομική υπεροχή αυξάνουν, αλλά δεν εξασφαλίζουν, τη νίκη. Στην αρχαιότητα οι πολύ λιγότεροι και ασθενέστεροι Έλληνες νίκησαν τους επιτιθέμενους Πέρσες, στα πρόσφατα χρόνια απωθήσαμε τους επιτιθέμενους Ιταλούς που είχαν αρχίσει τις επιχειρήσεις τους πριν από την κήρυξη του πολέμου. Ο στρατηγικός σχεδιασμός και η αποφασιστικότητα των μαχητών παίζουν ρόλο πιο σημαντικό από τα τελειότερα όπλα. Πίσω από κάθε τουφέκι βρίσκεται ένα μυαλό και ένα χέρι που πατάει τη σκανδάλη, Αυτά είναι πιο σημαντικά από το ίδιο το όπλο, το βεληνεκές του και τα λοιπά χαρακτηριστικά του.

Με βάση όλα τα παραπάνω, με δεδομένη την αβεβαιότητα της έκβασης, τις αμοιβαίες καταστροφές και την πάντοτε συζητήσιμη ηθική του πολέμου, η αποφυγή του οφείλει να είναι κύριο μέλημα των πολιτικών. Αυτό δε σημαίνει εκχώρηση εθνικών δικαιωμάτων και υποδούλωση για ν΄ αποφευχθεί ένας πόλεμος. Σημαίνει ανάληψη κάθε είδους συζητήσεων με σκοπό τη συνεργασία μάλλον παρά την επικράτηση του ενός πάνω στον άλλο. Απαιτεί βέβαια καλή θέληση και από τα δύο μέρη. Τώρα παίζει μεγάλο ρόλο η πολιτική που πρέπει να επινοήσει τρόπους για να ασκηθούν πιέσεις από όλους τους γύρω. Η αξιόπιστη τήρηση των διεθνών συμβάσεων (άλλη ηθική επιταγή) είναι μεγάλο όπλο. Πείθει τους άλλους και κανένας επίδοξος κατακτητής δεν μπορεί να τα βάλει με όλο τον κόσμο, ούτε τολμά να το επιχειρήσει.

Οι μάχες κερδίζονται από τους στρατιωτικούς, αλλά οι πόλεμοι από τους πολιτικούς. Χωρίς τις δικές τους υπογραφές, ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει. Και να λοιπόν η μέγιστη ευθύνη των πολιτικών, να αποφύγουν τον πόλεμο χωρίς να θυσιάσουν δικαιώματα των πολιτών πάνω στους οποίους έχουν εξουσία. Προφανώς δεν υπάρχει αλάνθαστη συνταγή. Εδώ υπάρχει η “παγίδα του Θουκυδίδη”: “Όταν μια ισχυρή κυρίαρχη δύναμη αντιλαμβάνεται την άνοδο μιας άλλης που απειλεί να την επισκιάσει, μοιραία οδηγείται σε σύγκρουση μαζί της”, Παρόμοια είναι η παγίδα του διχασμού, όχι μεταξύ κρατών, αλλά μεταξύ τάξεων στα πλαίσια της ίδιας πολιτείας. Η μεγάλη ευθύνη ανήκει βέβαια στην κυρίαρχη δύναμη. Αυτή, όσο έχει ακόμη το πάνω χέρι οφείλει να αναγνωρίσει ότι δεν μπορεί να υπάρχει κυρίαρχη δύναμη! Και οι αμφισβητίες της δεν επιτρέπεται να επιδιώκουν να γίνουν “χαλίφες στη θέση του χαλίφη”, Η κοινωνία διεθνής και ενδοκρατική δεν επιτρέπεται να στηρίζεται στην κυριαρχία κάποιου πάνω στους άλλους, αλλά μάλλον στη συνεργασία όλων για την αντιμετώπιση κοινών κινδύνων. Τελευταία διαβάζομε για επικίνδυνους αστεροειδείς που ταξιδεύουν κοντά στη γη μας. Πιο δίπλα μας βλέπομε παρούσα την κλιματική αλλαγή στον πλανήτη μας, Αυτή τη στιγμή υποφέρει όλη η γη από μια πανδημία και υπάρχουν όλες οι ενδείξεις ότι θα συνεχισθεί και θα τη διαδεχθούν άλλες. Διεθνή όπλα και γνώσεις πρέπει να στραφούν εναντίον τέτοιων κινδύνων.