ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 15 Σεπτεμβρίου 2021

Για τον πολύ κόσμο οι έννοιες της εκκλησίας και της θρησκείας συγχέονται. Όποιος π.χ. δεν πηγαίνει τακτικά στην εκκλησία θεωρείται άθρησκος! Φυσικά οι έννοιες δεν είναι ταυτόσημες. Για να καταλάβουμε τις διαφορές τους, θυμίζουν εκείνες μεταξύ δικαίου και ηθικής. Καθένας θέλει κάτι διαφορετικό και μάλιστα αλλάζει κάθε στιγμή αυτό που θέλει. Σε μιαν ανθρώπινη κοινωνία όμως, όπου οι άνθρωποι επικοινωνούν, υπάρχει μια δεσπόζουσα θέληση και αυτή είναι η ηθική. Δεν είναι ακριβώς ο μέσος όρος των βουλήσεων σε μια στιγμή ούτε καν ο διαχρονικός μέσος όρος τους. Αυτό μεταξύ άλλων και διότι οι ποικίλες βουλήσεις των πολιτών έχουν διαφορετική βαρύτητα. Ας πούμε, κάποιοι θέλουν να έχουν στην παρέα τους έναν ευχάριστο άνθρωπο που, με τη συμπεριφορά του τους δίνει κέφι, ενθάρρυνση, σιγουριά. Τυχαίνει αυτός να είναι γιατρός. Και κάποιος άλλος, έξω από αυτούς, είναι άρρωστος και θέλει το γιατρό δίπλα του. Προφανώς, η βούληση του τελευταίου είναι ισχυρότερη από τη βούληση των πολλών της παρέας. Έτσι, η ηθική, η επικρατούσα βούληση της κοινωνίας είναι ασαφής και μεταβαλλόμενη. Η κοινωνία όμως έχει ανάγκη από κάποιους σαφείς κανόνες για να επιβιώνει. Και με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, μαζί με ποικίλου βαθμού εξαναγκασμούς δημιουργεί το δίκαιο με σαφείς υποχρεώσεις και απαγορεύσεις και ποινές για τις παραβάσεις τους. Η ηθική έχει κι αυτή ποινές που όμως είναι αδιευκρίνιστες. Το άτομο που, κατά την άποψή του κοινού, έχει συμπεριφερθεί ανήθικα. έστω και αν η πράξη του δεν ήταν παράνομη, τιμωρείται ποικιλοτρόπως από την κοινωνία. Κάποιος, έχει επικρατήσει η φήμη πως προσπάθησε να βιάσει ένα ανήλικο κορίτσι. Δεν αποδείχθηκε. Η κοινωνία γύρω του όμως το έχει πιστέψει. Οι άνθρωποι δεν του μιλούν, δεν τον καλημερίζουν, τα μαγαζιά δεν τον εξυπηρετούν, γενικά τον σπρώχνουν έξω από την κοινωνία τους, τον εξοστρακίζουν. Σε ακραίες περιπτώσεις τον λυντσάρουν, τον κρεμνούν ή τον λιθοβολούν. Έτσι κι αλλιώς η επιβίωση εκτός κοινωνίας είναι αδύνατη. Σε κάποιες περιπτώσεις αναλαβαίνει την ευθύνη της ποινής η εκκλησία. Να το κείμενο του αφορισμού, της εκκλησίας (που, κατά τον Δημήτρη Λιαντίνη, συνέταξε ο Γρηγόριος ο Ε΄ το 1799): “Να είσαι ἀφωρισμένος, κατηραμένος καὶ μετὰ θάνατον ἄλυτος. Αἱ πέτραι και ο σίδηρος να λυθοῦν, σύ δέ μηδαμῶς. Να σχισθῇ ἡ γῆ καὶ νά σε καταπίῇ ὡς τòν Δαθὰν καὶ τòν Ἀβειρὼν. Να τρέμῃς ἐπὶ τῆς γῆς ὡς ὁ Κάϊν, καί να ἀποκτήσῃς τήν λέπραν τοῦ Γιεζῆ, καί τήν ἀγχόνην τοῦ Ἰούδα. Περιπλέον νά ἔχεις τάς ἀράς τῶν 318 θεοφόρων πατέρων”.

Η δομή της κοινωνίας θεμελιώνεται πάνω σε γνωστικούς κυρίως και βουλητικούς ψυχολογικούς νόμους. Η θρησκεία θεμελιώνεται πάνω σε συναισθηματικούς κυρίως νόμους, στην πίστη μάλλον παρά στη γνώση. Όπως η κοινωνία για να επιβιώνει έχει ανάγκη από το δίκαιο, έτσι και η θρησκεία έχει ανάγκη από την εκκλησία (ή άλλο σύστημα “εκπροσώπων του Θεού” σε άλλες θρησκείες). Όπως το δίκαιο μπορεί να μη συμβαδίζει πάντοτε με την ηθική και κάποτε να έρχεται σε οξεία αντίθεση μ΄ αυτήν, το ίδιο ισχύει και με την εκκλησία στη σχέση της με τη θρησκεία. Η εκκλησία είναι η κοινωνική όψη της θρησκείας. Θα αναφερθώ σε μερικά επιμέρους παραδείγματα, που, ως επιμέρους, δεν αποδεικνύουν τα παραπάνω, αλλά, ως παραδείγματα, τα κάνουν πιο κατανοητά.

Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια. Είναι το τρίπτυχο που υποστηρίζει έντονα η εκκλησία. Τι λέει όμως ο Χριστός, όπως γράφει ο  Ματθαίος; ¨”Μ νομίσητε  τι  ἦλθον  βαλεῖν  εἰρήνην  επί  τν  γν,  ἀλλά  μάχαιραν.  Ἦλθον  γὰρ  διχάσαι  ἂνθρωπον  κατὰ  τοῦ  πατρός  αὐτοῦ  καὶ  θυγατέρα  κατὰ  τῆς  μητρὸς  αὐτῆς  καὶ  νύμφην  κατὰ  τῆς  πενθερᾶς  αὐτῆς.  Κα  χθρο  το  ανθρώπου  ο οκιακο ατο“. Η περικοπή αυτή διαλύει τους δεσμούς της οικογένειας. Δεν διαβάζεται ποτέ στην εκκλησία. Των Αγίων Πάντων που γίνεται η ανάγνωση του σχετικού Ευαγγελίου παραλείπεται το συγκεκριμένο εδάφιο, ενώ διαβάζονται τα πριν και τα μετά από αυτό. Εκείνη την εποχή, με την απόλυτη επικράτηση της πατριαρχικής οικογένειας, τόσο στη Ρωμαϊκή όσο και στην Ιουδαϊκή κοινωνία, η οικογένεια ήταν ο φορέας της περιουσίας που μεταβιβαζόταν από τον πατέρα στον πρωτότοκο γιο και αυτούς τους κανόνες τους εξασφάλιζε η μητέρα. Η Χριστιανική αγάπη που ήθελε σχέση αδελφική μεταξύ όλων των ανθρώπων δεν μπορούσε να ανεχθεί τέτοιο περιορισμό.

 Όταν ανακηρύσσονται επίσημα βουλευτές οι υποψήφιοι που εκλέχθηκαν, ορκίζονται με το χέρι στο Ευαγγέλιο. Μάλιστα, αν κάποιοι αρνηθούν να ορκισθούν χαρακτηρίζονται από μερικούς κληρικούς ως Αντίχριστοι. Τι γράφει όμως μέσα αυτό το Ευαγγέλιο; “γ δ λέγω μν μ μόσαι λως” (Ματθαίος). Ποιος είναι λοιπόν αντίχριστος; αυτός που ορκίζεται ή αυτός που αρνείται να ορκισθεί. Να σημειωθεί εδώ ότι και η εθνική μας παράδοση απαγορεύει τον όρκο, αν και υπήρχε η φρικτή θεότητά του. Στις επιγραφές των Δελφών αναγράφεται, μεταξύ άλλων: “ρκ μ χρ“.

Όσο είχαμε “βασιλευόμενη δημοκρατία” κάθε Κυριακή ακουόταν στην εκκλησία: ” Πολυχρόνιον ποιῆσαι, Κύριος ὁ Θεός τὸν εὐσεβέστατον Βασιλέα ἡμῶν…”. Γράφει τίποτε σχετικό το Ευαγγέλιο; Ναι, το αντίθετο: “Καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς…” (Λουκάς).

Για να μη θεωρηθεί ότι τα παραπάνω είναι κατάλοιπα του Βυζαντίου πάνω στο τελετουργικό του Ελληνοχριστιανικού δόγματος, παραθέτω και την περιγραφή του Καζαντζάκη από το Φτωχούλη του Θεού. Ο Άγιος Φραγκίσκος, γόνος πλούσιας οικογένειας, εγκατέλειψε την οικογένειά του τσίτσιδος, για να μη της οφείλει ούτε τα ρούχα του και ξεκίνησε πεζοπορώντας για να φθάσει στον Πάπα και κηρύσσοντας τη φτώχεια. Τον ακολουθούσε ολοένα ευρύτερο κοινό. “ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; (Ματθαίος). Κάποτε αποσύρθηκε από την ηγεσία των φραγκισκανών που τον ακολουθούσαν. Και είδε με απελπισία ότι οι διάδοχοί του κατασκεύασαν ένα άγαλμα της Φτώχειας, καμωμένο από…χρυσάφι!” Τέτοια υποκρισία πώς αντέχεται;   

Κι εμείς; Η εκκλησία, κοινωνική όψη της θρησκείας, έστω και με υποκρισία, είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της θρησκείας, που με τη σειρά της είναι απαραίτητη για τη δομή της κοινωνίας. Το ίδιο όπως και το μερικές φορές άδικο Δίκαιο είναι απαραίτητο για τη συνοχή της. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι κληρικοί, υπηρέτες της εκκλησίας, είναι άνθρωποι σαν εμάς. Οι πράξεις τους δεν είναι πρότυπα της θρησκείας μας που πρέπει να ακολουθούμε και την ανηθικότητα, όταν τους διέπει, δεν πρέπει να την καταλογίζουμε στη θρησκεία.

One thought on “ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

  1. Θαυμάσιο δοκίμιο, με εύστοχες επισημάνσεις με λόγο ανυπόκριτο και ισοζυγισμένο.
    Κυκλοφορεί στους κύκλους των λεγόμενων “νεοορθοδόξων” ότι η Εκκλησία και η Χριστιανική Πίστη ΔΕΝ είναι θρησκεία, έννοια που ταυτίζεται με μαγεία κλπ. Χαίρω που το δοκίμιο, χωρίς να εμβαθύνει, διατηρεί αποστάσεις από τέτοιες ύβρεις.
    Σας συγχαίρω, κύριε καθηγητά. Πάντα άξιος!

    Like

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s