Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com
Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 30 Σεπτεμβρίου 2021, dimitrissideris.wordpress.com
Ψάχνω για νύφη ή είμαι γέρος και ψάχνω για ταίρι στο γιο μου. Τι χαρακτηριστικά πρέπει να έχει αυτή; Οι πρόγονοί μας συνόψιζαν το άριστο στον άνθρωπο: Καλός καγαθός, με ομορφιά και αρετή. Το πρώτο στοιχείο χαρακτηρίζει ό,τι καλύτερο για το αισθητό Εγώ, να είναι ωραίος δηλαδή κάποιος, να έχει εμφάνιση αντιληπτή με τις αισθήσεις μας ευχάριστη, αρμονική στο φυσικό περιβάλλον του. Το δεύτερο είναι το ό,τι καλύτερο για το κοινωνικό Εγώ, να είναι σωστός στις συναλλαγές του με το κοινωνικό, το έλλογο περιβάλλον του. Εντάξει όλα αυτά, αλλά εγώ θα ζήσω μια ζωή δίπλα σ΄ αυτή τη γυναίκα. Αυτό που με ενδιαφέρει δεν είναι η σχέση της με το φυσικό και το κοινωνικό περιβάλλον της, αλλά με εμένα. Αυτό πώς περιγράφεται;
Όχι, δεν περιγράφεται. Για να περιγραφεί πρέπει να εκδηλωθεί διαμέσου του αισθητού και του κοινωνικού Εγώ. Αλλά μόλις έτσι εκδηλωθεί, παύει να είναι ο μοναδικός, άβατος εαυτός της. Έχομε συνηθίσει να εκτιμούμε τους ανθρώπους γύρω μας στη βάση αισθητών και κοινωνικών χαρακτηριστικών. Αυτή η γυναίκα δεν είναι στραβοκάνα, δεν είναι ούτε παχιά ούτε στέκα, δεν είναι αλλοίθωρη, χαμογελά ευχάριστα δείχνοντας μια σειρά από κάτασπρα στρωτά δόντια, έχει δέρμα λείο, ροδαλό, είναι χάρμα ἰδέσθαι. Επιπλέον είναι η δήμαρχος ή ιατρός ή ζωγράφος ή πιανίστρια. Με αυτά τα στοιχεία ξεκινώ για να δω αν μου ταιριάζει. Ναι, αλλά εγώ θα ζήσω σε άμεση επαφή μαζί της. Τις νύχτες που θα είμαστε μόνοι, δεν κοιτάζω την ομορφιά της. “Λυχνίας σβεσθείσης πάσα γυνή Λαΐς“. Όταν ο Διογένης περιφρόνησε την πανέμορφη, πανέξυπνη, πάμπλουτη εταίρα Λαΐδα, αυτή ενοχλήθηκε, τον πλησίασε και του πρόσφερε μια βραδιά μαζί της δωρεάν. Ο κυνικός δεν είχε τίποτε να χάσει και δέχτηκε. Η Λαΐδα όμως, για να τον εκδικηθεί, όταν έσβησαν τα φώτα, έβαλε στη θέση της μια δούλη της κακάσχημη. Αυτός δέχθηκε τις ερωτικές θωπείες της, αλλά το πρωί είδε το πάθημά του, ενώ η εταίρα φρόντισε να το μάθει όλη η Κόρινθος. Ο Διογένης δεν πτοήθηκε και είπε την παραπάνω ατάκα. Όπως συζώντας στενά με τη σύντροφό μου δεν ενδιαφέρομαι πρώτιστα για την ομορφιά της, έτσι δεν ενδιαφέρομαι και για τις κοινωνικές πιστοποιήσεις της προσωπικότητάς της για τα πτυχία ή τις τιμές που της αποδίδει η πολιτεία. Ενδιαφέρομαι για τον Άνθρωπο, για το νοητό Εγώ του, το άβατο για όλους. Λοιπόν;
Ο μόνος τρόπος για να προσεγγισθεί το νοητό Εγώ είναι ο διαλεκτικός. Δεν μπορώ να μπω μέσα στον άλλο, να σκέφτομαι, να συγκινούμαι, να θέλω τα ίδια όπως αυτός. Όμως μπορώ να επικοινωνήσω αμφίδρομα μαζί του. Μιλώ ή ρωτώ και ο άλλος σχολιάζει ή απαντά. Τώρα μέσα στο νου μου έχω και ό,τι εγώ σκέφτηκα, αισθάνθηκα ή θέλησα, και την περιγραφή της ανταπόκρισης στα όσα προσέλαβε ο άλλος. Μέσα στον ίδιο νου, το δικό μου, βρίσκονται και τα δύο, και η δική μου άποψη και του άλλου, μπορώ να τις συγκρίνω λοιπόν και να καταλάβω αν είναι συμβατές. Το ίδιο γίνεται στη νόηση του άλλου. Έτσι προσεγγίζουν, διαλεκτικά, η μία την άλλη οι δυο διαφορετικές νοήσεις. Και ακριβώς αυτό είναι που μετράει περισσότερο στη σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων, όπως είναι μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας στο αντρόγυνο, αλλά και στη φιλία δυο ανθρώπων. Ασφαλώς αυτού του είδους η επικοινωνία δεν είναι μόνο λεκτική, λογική, αλλά γίνεται και με κάθε άλλο δυνατό τρόπο. Είναι ο τόνος και η ένταση της φωνής, η συνοδεία από γέλιο ή κλάμα, η χειρονομία, είναι και το πώς ανταποκρίνεται το άλλο πρόσωπο στη θωπεία μου στο σύνολο της συμπεριφοράς μου, είναι το αν η ανταπόκριση είναι θετική, μια πρόκληση για περαιτέρω συνέχιση της επαφής μας, ή αρνητική. Είναι ακόμη το αν απολαμβάνουμε κι οι δυο το ίδιο αντικείμενο, το ίδιο φαινόμενο. Κρατώ το χέρι της αγαπημένης μου βλέποντας ένα θεατρικό έργο και τη στιγμή που εγώ συγκινούμαι νιώθω και το δικό της χέρι ιδρωμένο από παρόμοια συγκίνηση.
Δεν αμφισβητώ την αξία των αντικειμενικών αισθητών και κοινωνικών κριτηρίων. Οι πρόγονοί μας τα έβαζαν σε ίση μοίρα: “καλός καγαθός”. Και φυσικά, αν είναι αρνητικά, μπορούν να απειλήσουν την οποιαδήποτε προσωπική, μοναδική, επαφή. Την αγαπημένη μου δεν την έχω δίπλα μου μόνο τη σκοτεινή νύχτα, την έχω και τη μέρα. Τη θαυμάζουν και με ζηλεύουν οι άλλοι που μας βλέπουν μαζί. Μαζί οι δυο μας μοιραζόμαστε τους ρόλους μας, που είναι κοινωνικοί, μας εξασφαλίζουν την επιβίωσή μας και την επιβίωση των παιδιών μας αν έχουμε κάνει οικογένεια. Όμως το σημαντικό πάνω από όλα αυτά είναι η αυστηρά προσωπική, διαλεκτική σχέση μας, ο ισχυρός δεσμός μας.
Τόση ταύτιση είναι βέβαια σπάνια. Οπωσδήποτε θα υπάρξουν κάποτε διαφορές ή και αντιθέσεις, συγκρούσεις. Σημασία όμως έχει η ένταση και η διαχρονικότητα τέτοιων περιστατικών. Καθένας οφείλει, όσο είναι νέος, να ασκείται στην ανοχή διαφοροποιήσεων ήσσονος σημασίας, οφείλει να προσαρμόζεται στη συμπεριφορά του άλλου, να προσπαθεί. φυσικά, να εξηγήσει στον άλλο τις δικές του θέσεις, αλλά να ανεχθεί να μην γίνουν όλες αποδεκτές, και να προσπαθεί να κατανοήσει τις θέσεις του(ης) συντρόφου του και να συμμορφωθεί μ΄ αυτές, εφόσον δεν προσβάλλουν ζωτικά στοιχεία της προσωπικότητάς του. Οφείλει γι΄ αυτό να ξέρει πρωτ΄ απ΄ όλα τον εαντό του, τι είναι σημαντικό, αδιαπραγμάτευτο, γι΄ αυτόν και τι μπορεί να το θυσιάσει για χάρη των άλλων, των πολλών που απολαμβάνει. “Γνῶθι σαυτόν“, είναι ένα από τα Δελφικά παραγγέλματα. Η αυτογνωσία είναι προϋπόθεση για μια σωστή επιλογή συντρόφου. Και δεν είναι εύκολη. Πολλά στοιχεία από τη συμπεριφορά μας, ακόμη και τις σκέψεις μας και τα συναισθήματα και τις θελήσεις μας δεν καθοδηγούνται μόνο από τις περιοδικές ταλαντώσεις της βούλησής μας, όπως είναι η περιοδική πείνα, δίψα, ερωτικός ίμερος κλπ, ούτε είναι απάντηση σε εξωγενή ερεθίσματα που επιδρούν πάνω μας. Μπορούν να υπαγορεύονται και από κρυμμένα αίτια, απωθημένα στο υποσυνείδητό μας, ξεχασμένα, αλλά όχι νεκρά. Η αυτογνωσία, όπως με την αυτοανάλυση, μπορεί να βοηθήσει, αλλά χρειάζεται αγώνα, όχι σπάνια επώδυνο.
Τέτοιος δεσμός μπορεί να είναι ισόβιος, αλλά όχι αιώνιος. Ο χωρισμός θα έλθει και το αναπόδραστό του γίνεται αναγκαστικά δεκτό. Όποιος(α) έφυγε πρώτος δεν είναι πια στο πλάι εκείνου(ης) που έμεινε. Έχοντας όμως συμβάλει στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς όποιου(ας) μένει εξακολουθεί να ζει μέσα του(ης).