ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 29 Ιουνίου 2021

Η νοοτροπία μας, που συντηρείται με την Ορθοδοξία, τιμά ιδιαίτερα τους μάρτυρες. Τόσο, που το θεωρεί αυτονόητο. Και δεν αφορά μόνο τη θρησκεία μας. Οι περισσότεροι ήρωές μας ήταν εκείνοι που έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα μας. Στη νεότερη ιστορία μας τιμούμε το Ρήγα, τον Καραϊσκάκη, τον Ανδρούτσο, τον Μπότσαρη, τον Παπαφλέσσα κλπ που θυσιάστηκαν, ή τον Κολοκοτρώνη και άλλους που φυλακίσθηκαν για τον ίδιο σκοπό. Οι ήρωες που πέτυχαν επιζώντας, όπως ο Κανάρης, σπανίζουν. Η ιδιότητα του μάρτυρα μπορεί να θεωρηθεί ως μεταθανάτιος τίτλος, ως ανταμοιβή όσων θεωρούνται από τους μετέπειτα άξιοι της έννοιας, ανεξάρτητα από τυχόν ενέργειες του μάρτυρα, όσο αυτός ζούσε, να ελέγξει εκ των προτέρων το πώς θα τον θυμούνται τα μέλη της ομάδας στο μέλλον, την υστεροφημία του. Ως πρότυπο μάρτυρα θεωρείται ο μέγιστος όλων, ο ίδιος ο Ιησούς, που σταυρώθηκε για χάρη μας. Όμως αυτή η διαδεδομένη σε μας αντίληψη δεν είναι κοινή σε όλους τους Χριστιανούς. Οι διαμαρτυρόμενοι ιδιαίτερα τιμούν όχι αυτόν που πέθανε για την πίστη του, αλλά αυτόν που νίκησε στη ζωή. Αυτός που μαρτύρησε είναι αυτός που πέθανε για την κοινωνία. Οι προτεστάντες όμως τονίζουν την ατομική ευθύνη. Αν είναι να σωθεί κάποιος, θα σωθεί από τη δική του στάση, ακόμη και χωρίς τη θεία χάρη. Έχει αποδειχθεί ότι η προτεσταντική νοοτροπία είναι πιο αποτελεσματικό κίνητρο για προκοπή και δεν είναι τυχαίο που οι περισσότερο οικονομικά αναπτυγμένες χώρες στον κόσμο είναι κυρίως εκείνες όπου επικρατεί ο προτεσταντισμός.

Από πού κατάγεται όμως αυτή η υποσυνείδητη τοποθέτησή μας; Νομίζω πως προέρχεται από την αρχαιότητα, όταν κοινό έθιμο όλων των Ελλήνων ήταν η τιμή της ιερότητας των νεκρών. Οι τάφοι τους γίνονταν μνήματα, θέσεις δηλαδή προορισμένες όχι στο να ξεχαστεί ο νεκρός αφομοιούμενος με τη γη (χοῦς εἶ καί εἰς χοῦν ἀπελεύσει), αλλά να μένει ζωντανός στη θύμηση των ζωντανών. Γιατί όμως τόση τιμή στους νεκρούς που πια σε τίποτε δεν μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους που μένουν; Κύριος λόγος είναι, νομίζω, το δέσιμο όλων με συγκεκριμένο τόπο, που τον θεωρούν πατρίδα τους. Δηλαδή οι πρώτοι οικιστές ενός τόπου ήταν εκείνοι που ξέφυγαν από τη μακρά περίοδο του κυνηγιού και της καρποσυλλογής και προχώρησαν στην καλλιέργεια της γης και στη βοσκή. Οι υπόλοιποι γύρω τους το εύρισκαν πιο βολικό να τεθούν περισσότερο ή λιγότερο στην υπηρεσία των πρώτων αυτών σοφών, για να επιβιώσουν. Και ο τόπος της ταφής αυτών των πρώτων ήταν ο αδιάψευστος τεκμηριωτής των δικαιωμάτων των απογόνων τους σ΄ αυτό τον τόπο. Η υπεράσπιση της πατρίδας, έγινε η ιερότερη υποχρέωση κάθε πολίτη. Ο Έκτορας, Τρώος, αλλά σε όλα, κατά τον Όμηρο, με ίδια έθιμα όπως οι Αργείοι, αναφωνεί όταν τον αποτρέπουν από το να βγει να πολεμήσει:  “Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης.” Και αργότερα οι Αθηναίοι στη Σαλαμίνα πολεμούν, μαζί με την πατρίδα, τα παιδιά, τις γυναίκες, τα ιερά των πατρώων θεών, και για τους τάφους (τις θήκες) των προγόνων. Ίσως συνέχεια αυτής της πανελλήνιας στάσης είναι η ιερή λατρεία των μαρτύρων.  

Ήδη η κοινωνία έχει προχωρήσει. Η κυριότητα της γης δεν είναι πια η απόλυτα ζωτική εξασφάλιση των ανθρώπων. Από τον καιρό της Γαλλικής επανάστασης, η ζυγαριά έγειρε από την ιδιοκτησία της γης με την αίσθηση της ακινησίας και της αιωνιότητας, στο κινητό εμπόριο, την αστική οικονομία, και στις τράπεζες. Και αυτά αποδείχθηκαν ισχυρότερα. Μια ιερότητα όμως πολλών χιλιάδων ετών δεν υποχωρεί εύκολα από το κοινωνικό υποσυνείδητο, που μεταδίδεται ανώνυμα από γενιά σε γενιά. Εξάλλου, η οικονομική επιτυχία έχει σωρεύσει πλήθος από δεινά στην κοινωνία, που στηρίζονται στην ανισότητα στην οποίαν οδηγεί. Σαν άτομα στη σύγχρονη κοινωνία, τι μπορούμε να κάνουμε άραγε; Και μάλιστα χωρίς να απαρνηθούμε την ταυτότητά μας με τα προαιώνια έθιμά μας;

Το κυνήγι της αριστείας είναι το κλειδί της επιτυχίας στον κυρίαρχο κόσμο, που, σχεδόν συμπίπτει με αυτό που θεώρησα παραπάνω προτεσταντική νοοτροπία. Η αριστεία δεν παραμελήθηκε στους προγόνους μας. Αντίθετα, θαυμαζόταν, ιδιαίτερα με το πρότυπο των ιερών Ολυμπιακών αγώνων. Εκεί διαμορφώθηκαν τα δύο κύρια είδη αγώνα: η άμιλλα στο στίβο, όπου καθένας αγωνίζεται για να γίνει καλύτερος από τους άλλους και ο ανταγωνισμός στην παλαίστρα, όπου καθένας αγωνίζεται για να αποδείξει τον άλλον κατώτερο από τον ίδιο. Στην άμιλλα υπάρχει ένας νικητής, ο πρώτος, έστω και αν αγωνίζεται μόνος του, αλλά δεν υπάρχουν ηττημένοι. Στον ανταγωνισμό νίκη του ενός από δύο είναι η ήττα του άλλου. Το κοινό και στα δύο είδη αγώνα είναι τούτο: Αριστεία. Και αυτή δεν σημαίνει αναγκαστικά να γίνεσαι καλύτερος από τους άλλους, αλλά να γίνεσαι διαρκώς καλύτερος από αυτό που είσαι σήμερα. Είναι αγώνας εναντίον του εαυτού σου για τον εαυτό σου.

Τι θα πει καλύτερος; Από την άποψη του αισθητού Εγώ σημαίνει να επικρατείς πάνω στο περιβάλλον σου, άζωο και ένζωο. Να είσαι ισχυρότερος. Σε κρατικό επίπεδο σημαίνει να έχεις υπεροπλία. Όπως η Γαλλία στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με σκοπό να γίνεις ιδιοκτήτης, να έχεις, κάθε τι όποτε το χρειασθείς, να το καταναλώσεις, να το πουλήσεις ή και να το καταστρέψεις. Από την άποψη του κοινωνικού Εγώ σημαίνει να επιβάλλεις τη θέλησή σου στο έλλογο περιβάλλον σου. Σημαίνει εξουσία. Και επειδή είσαι μέλος αυτού του έλλογου περιβάλλοντος, σημαίνει να αγωνίζεσαι για την πρόοδο ολόκληρης της κοινωνίας σου. Σε κρατικό επίπεδο σημαίνει την οικονομική κυριαρχία. Όπως η Γερμανία στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την άποψη του νοητού Εγώ, η θέση του αισθητού τείνει προς τον εγωισμό, η άποψη του κοινωνικού προς τον αλτρουϊσμό ή την ηγεμονία. Από αμιγώς νοητή άποψη, καλύτερος σημαίνει διαρκή σύγκριση του εαυτού σου με τον προηγούμενο εαυτό σου, αλλά και σκόπευση σε έναν εαυτό καλύτερο από αυτόν που είσαι τώρα. “Ἄμμες δὲ γ’ ἐσόμεθα πολλῶ κάρρονες.Αυτή είναι μια γνήσια Ελληνική στάση. Δεν αρνείται την τιμή στους μάρτυρες, αλλά δεν πρέπει να είναι επιδίωξή της. Επιζητεί τη διαρκή βελτίωση καθενός, έτσι που να γίνεται διαρκώς πιο πολύτιμος για τους άλλους, αλλά δεν είναι σκοπός του η κυριαρχία πάνω τους. Αυτός ο αγώνας καθαυτόν μπορεί καλύτερα από κάθε άλλον να συμβάλει στην επίτευξη της ευδαιμονίας, του Ελληνικού ιδανικού, κι αυτό διότι δεν σκοντάφτει στην ανταγωνιστική βούληση των άλλων, από τους οποίους, άλλωστε αμοιβαία εξαρτιόμαστε.

ΤΑΦΟΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΑ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 26 Ιουνίου 2021

Μακάβριο το θέμα μου, αφορά τον καθένα μας μια μοναδική φορά στη ζωή του, αλλά αφορά όλους, χωρίς καμιά εξαίρεση.

Βλέπω αρκετά συχνά στο δρόμο περιττώματα από σκυλιά. Ποτέ από γάτες. Πώς γίνεται; Δεν ξέρω το μηχανισμό, δεν ξέρω ποια αντανακλαστικά διαφορετικά στο σκύλο από τη γάτα ενεργούν, πάντως, η γάτα, όταν θέλει να αποπατήσει, σκάβει το χώμα, κενώνεται στη λακκούβα κι ύστερα σκεπάζει τα κόπρανά της. Αυτό είναι ταφή, που, βλέποντας τη συνέχειά της, σημαίνει πως το ζώο δεν αφήνει ίχνη από το πέρασμά του. Ξεχάστηκε.

Οι άνθρωποι θάβομε τους νεκρούς μας ή τους καίμε στην πυρά. Αν συμβούν στο πέλαγος, ενδέχεται να τους απορρίψουμε στη θάλασσα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο νεκρός, το σώμα του δηλαδή, εξαφανίζεται από το βεληνεκές των αισθήσεων των ζωντανών. Να ξεχαστεί, όπως τα περιττώματα των γαλών. Αυτό φαίνεται πως ίσχυε από τότε που εμφανίσθηκε το είδος άνθρωπος πριν από εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια. Δεν ξέρω με ποιου είδους αντανακλαστικά γινόταν αυτό, αλλά, αν έμεναν άταφοι οι νεκροί μέσα σε 1-2 εικοσιτετράωρα άρχιζαν να όζουν ανυπόφορα, ενώ η θέα τους δεν είχε αλλάξει ακόμη ουσιαστικά, πλην της ακινησίας τους. Δεν το άντεχαν οι ζωντανοί.

Όμως οι τάφοι άρχισαν να γίνονται μνήματα. Δηλαδή να φέρουν στοιχεία που αναφέρονταν στην ταυτότητα του νεκρού όσο ζούσε. Τα μνημεία αυτά μπορεί να είναι στα σχετικά νεότερα χρόνια ένας σταυρός ή το όνομα του μακαρίτη χαραγμένο σε μια πλάκα ή ένα άγαλμα κλπ. Αντίθετα, από τον αρχικό, το βιολογικό θα έλεγα, σκοπό, που ήθελε το νεκρό ανύπαρκτο, για να ξεχαστεί, το μνήμα θέλει το νεκρό να ζει στη μνήμη των ανθρώπων. Γιατί όμως να θυμάται η κοινωνία το νεκρό;

Κάποτε οι άνθρωποι ζούσαν σαν όλα τα άλλα θηλαστικά, τρεφόμενοι από καρπούς και θηράματα. Μαζεύονταν όπου υπήρχε τέτοια τροφή, βασικά στις κοιλάδες γύρω από τους ποταμούς και τις λίμνες. Καθώς έρχονταν έτσι, από τον εξωγενή παράγοντα (παρουσία τροφής) κοντά ο ένας με τον άλλον, ευνοούνταν η ανάπτυξη δεσμών μεταξύ τους, όπως μεταξύ άντρα και γυναίκας, καθώς και μητέρας και τέκνου. Η μοναδική ικανότητα τους να αναπτύσσουν δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά τους έδωσε τη δυνατότητά να αναπτύσσουν έναρθρο λόγο και να επικοινωνούν αποδοτικά μεταξύ τους. Η μοναδική κατασκευή τους με δυο χέρια και δυο πόδια τους επέτρεψε να πατούν στέρεα στο έδαφος και να χρησιμοποιούν τα χέρια τους σα δυο λαβές, ενώ τα θηρία είχαν μόνο όργανο λαβής το στόμα τους. Από την άλλη, τα τετράχειρα, κινούνταν άνετα στα δέντρα, αλλά δεν πατούσαν σταθερά στο έδαφος, έτσι που ελάχιστα μπορούσαν να χρησιμοποιούν τα χέρια τους εκτός από στήριγμα. Τα δυο χέρια και η ανάπτυξη του λόγου επέτρεψε στους πρωτόγονους ανθρώπους να κατασκευάζουν εργαλεία, να αθροίζουν γνώσεις όχι μόνο από την προσωπική τους εμπειρία, αλλά και από εκείνη άλλων, ακόμη και προγόνων, και έτσι να εξασφαλίζουν πιο άνετα την τροφή τους. Τα αγαθά άρχισαν να τους περισσεύουν και αντί να καταναλώνουν το περίσσευμα το φύλαγαν ζωντανό να αυτοπολλαπλασιάζεται. Διατηρούσαν ζώα, τόσα κεφάλια (κεφάλαιο) που να τίκτουν τόκο και από αυτόν να ζουν, χωρίς να καταναλώνουν το κοπάδι. Κάτι ανάλογο γινόταν με τα σπέρματα καρπών και την καλλιέργεια της γης. Κι αυτά έπρεπε να μείνουν έτσι, κεφάλαιο, και όχι τυχαία συσσώρευση αγαθών, και να μεταβιβασθούν σε κάποιον άλλον, χωρίς να σκορπίσουν, μετά το θάνατό του δημιουργού και συντηρητή τους. Αυτό σήμαινε ότι οι άνθρωποι έπρεπε να θυμούνται όλοι για τον καθένα ποιοι ήταν οι γονείς του. Κι αυτό σήμαινε πως οι τάφοι έγιναν μνήματα!

Η θρησκευτική μυθολογία μάς έχει περισώσει τις δοξασίες των ανθρώπων εκείνης της μεταβατικής περιόδου. Οι πρώτοι, σύγχρονοι τότε, άνθρωποι, που από καρποσυλλέκτες έγιναν παραγωγοί, δεν είχαν πριν από αυτούς γονείς – δεν χρειαζόταν κανένας να τους θυμάται – αλλά είχαν απογόνους που έπρεπε να θυμούνται τους γεννήτορές τους. Οι πρώτοι αυτοί άνθρωποι λοιπόν, αφού κανένας, ούτε οι ίδιοι, δεν θυμόταν τους γονείς τους, δεν είχαν γονείς. Πώς έγιναν λοιπόν; Απλώς, τους έπλασε από χώμα και νερό, ο Θεός, τον Αδάμ και την Εύα, ή στην Ελλάδα, την Πανδώρα που παντρεύτηκε τον Τιτάνα Επιμηθέα.

Για τους παραπάνω λόγους, τα μνήματα έγιναν τα πιο ιερά στοιχεία σε μια κοινότητα. Δεν ήταν απλώς τάφοι, που ενδέχεται να είναι μια εκδήλωση σχεδόν φυσική, βιολογική. Το μνήμα είναι κοινωνική λειτουργία. Χάρη στα μνημεία των προγόνων, ξέρει καθένας ποιος είναι ο τόπος του, η πατρίδα του. Οι Έλληνες στη Σαλαμίνα πέθαιναν υπερασπιζόμενοι: “…πατρίδ᾽, ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τε πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων…“. Οι θήκες των προγόνων ήταν τα μνήματά τους, οι αποδείξεις ότι η γη που τους φιλοξενούσε ήταν και η γη των ζωντανών που την υπερασπίζονταν. Η ιερότητα των νεκροταφείων είναι αξεπέραστη. Όταν μια φυλή θέλει να εξαλείψει μιαν άλλη, κύρια μέριμνά της είναι να καταστρέψει τα νεκροταφεία της, με τα μνήματά της.

Υπάρχουν, δυστυχώς, πολλές περιπτώσεις με καταστροφή νεκροταφείων, όπως έγινε συστηματικά στην Τουρκία, με γενοκτονίες, αλλά δεν έλειψαν και στην Ελλάδα αντίστοιχοι βανδαλισμοί σε Τουρκικά ή Εβραϊκά νεκροταφεία. Οι μνήμες όμως των νεκρών εκδικούνται. Όσο και αν η επίσημη προπαγάνδα προσπαθεί να κάνει να ξεχασθούν, οι νεκροί βρίσκουν τρόπο να τρυπώνουν στο υποσυνείδητό μας και, σαν Ερινύες, να μας τριβελίζουν με τύψεις από τις οποίες μάταια προσπαθούμε να ξεφύγουμε. Επιζούν ποτίζοντάς μας με φόβο, για τις βεβηλώσεις που έχομε κάνει. Αυτή τη στιγμή στην Τουρκία, ξέρουν πολύ καλά, όσο και αν επίσημα αποσιωπάται, τις γενοκτονίες, ιδίως κατά των Αρμενίων και των Ελλήνων, και οι επίσημες πολιτικές καλλιεργούν το μίσος για να αντισταθμίσουν το φόβο αντεκδίκησης και τις τύψεις. Κάτι ανάλογο, σε μικρότερο ίσως βαθμό, ισχύει και για μας.

Κι όμως, η πέμπτη από τις δέκα εντολές, που, υποτίθεται, ακολουθούμε, λέει: “Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς.”, μετά τη σχέση σου προς το Θεό, αλλά πριν από κάθε άλλη σχέση σου με τους άλλους ανθρώπους, πριν από τα: “Οὐ μοιχεύσεις, Οὐ κλέψεις, Οὐ φονεύσεις, Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ, Οὐκ ἐπιθυμήσεις πάντα ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστι.” Η τιμή προς τον πατέρα και τη μητέρα συνεχίζεται και μετά το θάνατό τους, χάρη στα μνήματά τους.

ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΒΡΩΜΑΕΙ ΤΟ ΨΑΡΙ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λογος, Τρίκαλα, 24 Ιουνίου 2021

Από την αρχαιότητα, ακόμη σήμερα διχάζονται οι γνώμες. Ποιος φταίει για την παρακμή των πολιτειών; Ο λαός ή οι ηγέτες του; Για τη “συντηρητική” άποψη, ακόμη και σε άκρατο ολοκληρωτισμό, για την αποτυχία της πολιτείας φταίει ο λαός, διότι αυτός ανέχεται τους απόλυτους μονάρχες. “Κάθε λαός έχει ηγέτες αυτούς που του αξίζουν!” είναι η κυνική διακήρυξή των εκλεκτών που νέμονται την εξουσία. Για την “προοδευτική” άποψη, ακόμη και σε μιαν άκρατη δημοκρατία, για την αποτυχία της πολιτείας φταίνε οι ηγέτες και ο λαός βγαίνει άμωμος, αθώος, θύμα.

Ποτέ στην ιστορία δεν υπήρξε άκρατη δημοκρατία. Στη δημοκρατία οι άρχοντες κληρώνονται, ενώ στην ολιγαρχία εκλέγονται (όταν δεν επιλέγονται με κριτήρια π.χ. καταγωγής κλπ). Η πιο ολοκληρωμένη δημοκρατία, η αρχαία Αθηναϊκή, δεν υπήρξε ποτέ άκρατη. Περίπου 5% των αρχόντων εκλέγονταν, ενώ, και αυτό συχνά ξεχνιέται, δεν είχαν τα δικαιώματα του πολίτη όλοι οι κάτοικοι των Αθηνών, οι γυναίκες, οι δούλοι, οι μέτοικοι. Σήμερα, στις περισσότερες λεγόμενες “δημοκρατικές πολιτείες” οι άρχοντες εκλέγονται, δεν κληρώνονται, με ελάχιστες εξαιρέσεις, τους ενόρκους στα ποινικά δικαστήρια, όπου ο θεσμός ισχύει. Τις πολιτείες όμως τις κυβερνά η εκτελεστική εξουσία, οι λοιπές εξουσίες νομοθετούν και αξιολογούν τις πράξεις της. Και τώρα έχομε το εξής (φαινομενικά;) αδιέξοδο. Η εκτελεστική εξουσία, διαθέτει ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό, με αιχμή του δόρατος την αστυνομία, στρατό, υπαλληλικό σύστημα, για να επιβάλει τη βούλησή της στο λαό. Άρα την ευθύνη μιας αποτυχίας την έχει αυτή ακέραιη. Όμως, τους ηγέτες του τους εκλέγει ο λαός, αυτός τους επιβάλλει. Άρα την όποια αποτυχία την έχει ακέραιη ο λαός! Οι Αθηναίοι, με το φωτισμένο ηγέτη τους, τον Περικλή, πήγαιναν καλά, με δημαγωγούς ηγέτες, σαν τον Αλκιβιάδη ή τον Κλέωνα βάδισαν στην καταστροφή. Άρα οι ηγέτες έχουν την ευθύνη της επιτυχίας ή αποτυχίας. Αλλά ο λαός είχε εκλέξει και τον Περικλή και τους δημαγωγούς. Άρα ο λαός έχει την ευθύνη!

Στην ιστορία δεν υπάρχουν φαύλοι κύκλοι. Υπάρχουν ελικοειδείς σπείρες, ή, καλύτερα, ταλαντώσεις. Από την ταλάντωση: “Ο λαός εκλέγει άρχοντές του όποιους θέλει και στη συνέχεια οι άρχοντες επιβάλλουν με καστασταλικά μέτρα στο λαό ό,τι αυτοί θέλουν”, προκύπτει μια πρόοδος, ένα αποτέλεσμα που δεν προϋπήρχε: επιτυχία ή αποτυχία. Το τελικό αποτέλεσμα εξαρτάται σημαντικά από εξωγενείς παράγοντες, στους οποίους οι ταλαντώσεις χάλασης, όπως ονομάζονται (Van der Pol), μπορούν σχετικά εύκολα να επηρεασθούν. Οι εξωγενείς επιδράσεις μπορεί να είναι πόλεμοι ή απειλές πολέμων, οικονομικές πιέσεις, μαζικές μεταναστεύσεις κλπ. Η ευθύνη του αυτορρυθμιζόμενου σχήματος ηγετών-λαού είναι να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά απρόβλεπτες επεμβάσεις. Προφανώς μπροστά σε μια υπέρτερη βία, ούτε ο λαός ούτε οι ηγέτες του ούτε το δίπολό τους μπορούν να κάνουν ο,τιδήποτε.

Σε ομαλές καταστάσεις, όσο μεγαλύτερη διαβούλευση γίνεται μεταξύ όσο γίνεται ευρύτερης μάζας πολιτών, τόσο πιθανότερο είναι να ληφθεί ορθή, δηλαδή όχι μόνο τώρα αλλά και στο μέλλον επωφελής, απόφαση. Υπάρχουν όμως κάποτε υπερεπείγουσες καταστάσεις, όταν η καθυστέρηση στη λήψη μιας απόφασης ισοδυναμεί με λανθασμένη απόφαση. Είναι όπως σε ένα σταμάτημα της καρδιάς η καθυστέρηση στη λήψη απόφασης για το ποια είναι η καλύτερη αγωγή, ισοδυναμεί με θάνατο. Στη νεότερη ιστορία μας, έτυχε όταν ξένες δυνάμεις επιχείρησαν το 1940 να εισβάλλουν στη χώρα μας να έχουμε μοναρχία με δικτατορία. Και αυτή ενέργησε άμεσα και με επιτυχία. Όταν, αντίθετα, σε περίοδο χωρίς εξωτερικές απειλές, εγκαταστάθηκε η επτάχρονη δικτατορία, οδηγηθήκαμε στην εθνική Κυπριακή τραγωδία. Και στις δύο περιπτώσεις, ο λαός δεν είχε την πρωτοβουλία, ενώ στην πρώτη, ακολούθησε με ενθουσιασμό τον ηγέτη του και στη δεύτερη δυσφορούσε.

Χωρίς κάποια εξουσία δεν είναι δυνατό να υπάρξει πολιτεία, με τα ως τώρα δεδομένα. Δεν ξέρω τι θα γίνει στο μέλλον, αν η εκτελεστική εξουσία ανατεθεί σε ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης. Το θεμελιώδες ζήτημα είναι όμως, ποιος είναι ο τελικός σκοπός της πολιτείας. Κατά τους αρχαίους προγόνους μας, ιδεαλιστές και υλιστές, από τον Αριστοτέλη ως τον Επίκουρο, αυτός είναι η ευδαιμονία των πολιτών. Και αυτή είναι αδύνατο να επιτευχθεί, αν η πολιτεία δεν ενεργεί με βάση τη βούληση του λαού. Και επειδή καθένας βούλεται πολλά πράγματα και διαφορετικά από τους άλλους, όταν λέμε βούληση του λαού, εννοούμε τι θέλουν οι περισσότεροι, που επιβάλλεται από την όποια εκτελεστική εξουσία στο σύνολο με κατασταλτικά μέτρα. Και αυτά με πρόνοια ώστε να μη θίγονται η ισοπολιτεία, ισηγορία και ισονομία κανενός πολίτη, ούτε καν του καταδικασμένου στα δικαστήρια ειδεχθή εγκληματία. Ισοπολιτεία=ίση βαρύτητα της βούλησης όλων. Ισηγορία=ίση ελευθερία έκφρασης όλων. Ισονομία=ίσα δικαιώματα όλων απέναντι στο νόμο.

Σε ένα τέτοιο μεικτό σύστημα, ο λαός, π.χ. με κληρωμένους βουλευτές και κληρωμένους ποινικούς δικαστές, νομοθετεί στη βάση εισηγήσεων της κυβέρνησης (βουλή) και αξιολογεί τις πράξεις της και τις πράξεις των πολιτών (δικαιοσύνη). Η κυβέρνηση αποτελείται από άτομα με προαπαιτούμενες γνώσεις και εμπειρία, προεπιλεγμένα γι΄ αυτές τις ικανότητές τους από οργανώσεις των ομαδοποιημένων συμφερόντων, όπως είναι τα κόμματα, και εκλεγμένα μεταξύ αυτών από το λαό. Και η αστική και διοικητική δικαιοσύνη αποτελείται από άτομα με προαπαιτούμενες νομικές γνώσεις και εμπειρία, ενώ η όλη διοίκηση της δικαιοσύνης εποπτεύεται από κάποιον ανώτατο συντονιστή των τριών εξουσιών. Αυτός με δικαιοδοσία συντονισμού των τριών εξουσιών και αρχηγός του στρατού, είναι άμεσα εκλεγμένος από το λαό για συγκεκριμένη βραχεία θητεία (για να μην του δίνεται χρόνος να οργανώσει ιδιοτελή συμφέροντα), αλλά δεν ανήκει σε κόμμα, ώστε, αδέσμευτος, δεν υφίσταται τον κίνδυνο επιβολής πειθαρχικών ποινών (π.χ. διαγραφή) απ΄ αυτό. Μια τέτοια κληρωμένη βουλή, μπορεί σε έκτακτες επείγουσες καταστάσεις, παρακάμπτοντας τη χρονοβόρα δημοκρατική διαδικασία, να εκχωρήσει στην εκτελεστική εξουσία δικαιώματα τάχιστων αποφάσεων τις οποίες θα κυρώσει ενδεχομένως αργότερα.

Οι πιθανότητες να λαμβάνονται ορθές αποφάσεις αυξάνονται με σωστή παιδεία του λαού. Η ευθύνη για τη σωστή παιδεία ανήκει στην πολιτεία, αλλά συμβάλλουν και οι ελεύθερα σκεπτόμενοι άνθρωποι· χρέος τους πάνω από τον κοινό λαό είναι να διατυπώνουν τις σκέψεις τους. Η άφρων συμπεριφορά του λαού είναι αποτέλεσμα αφενός μιας κακονομίας της πολιτείας, αφετέρου όμως της κακοήθειας (μοχθηρίας, κατά τον Αριστοτέλη). Την κακοήθεια όμως κανένας δεν μπορεί να την απαγορεύσει, ενώ την κακονομία μπορεί να την μειώσει η σωστή διοίκηση. Αν ένα μέρος της εξουσίας, που δεν απαιτεί ειδικές γνώσεις, (νομοθετικό σώμα και ποινικός τομέας δικαιοσύνης), αποτελείται από κληρωμένους πολίτες και όχι εκλεγμένους προεπιλεγμένους άρχοντες, μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα στο δημαγωγικό-λαϊκιστικό δίπολο.  

ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 22 Ιουνίου, 2021

               Στη συναλλαγή, στο παρέ-δώσε, γίνεται μια ανταλλαγή αγαθών και/ή υπηρεσιών. Καθώς τα ανταλλασσόμενα δεν είναι ακριβώς όμοια και ίσα, η εντιμότητα της συναλλαγής με ισοτιμία περίπου των ανταναλλασσομένων, είναι υπόθεση περισσότερο υποκειμενική παρά αντικειμενική. Δίνω κάτι που μου περισσεύει, ενώ λείπει από τον άλλον και παίρνω κάτι που από αυτόν περισσεύει και εμένα μου λείπει. Όταν τα ανταλλασσόμενα είναι υλικά αγαθά, η ισοτιμία είναι κάπως πιο εύκολη, καθώς αυτά μπορούν να ζυγίζονται. Όταν όμως είναι υπηρεσίες, η ισοτιμία γίνεται ακόμη πιο δύσκολη.

Μια εξαιρετικά συμφέρουσα, κατά τα φαινόμενα, συναλλαγή, είναι η ανταλλαγή μιας δύσκολης εξυπηρέτησης με μια ευκολότερη. Αυτή άρχισε με την έναρξη του πολιτισμού, πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια. Οι άνθρωποι τρέφονταν από έτοιμους καρπούς και θηράματα που κυνηγούσαν στα δάση και στις κοιλάδες. Και κάποτε, εξαφάνισαν την ποικιλότητα του δάσους και στη θέση των εξαφανισμένων φυτών ανέπτυξαν μόνο εκείνα που παρήγαν εδώδιμους καρπούς. Τι ευκολία! Τώρα δεν χρειαζόταν να ψάχνουν για καρπούς όταν πεινούσαν. Οι καρποί ήταν εκεί να τους περιμένουν οποτεδήποτε. Επίσης κυνήγησαν και σκότωσαν τα άγρια θηρία και εξέθρεψαν τα εδώδιμα και παραγωγικά, που τους πρόσφεραν γάλα, αυγά, προβιές και κρέας όποτε ήθελαν. Όλα ωραία και καλά. Και έρχεται μια κακοτυχιά. Τα αρδευτικά έργα τους καταστρέφονται σε ένα σεισμό. Η καλλιεργήσιμη γη τους ξεραίνεται. Και δεν έχουν πια το δάσος για να αναζητήσουν, έστω δύσκολα, εκεί καρπούς για να ζήσουν. Ή, μια επιζωοτία σκοτώνει τα κοπάδια τους, και δεν υπάρχουν πια ελεύθερα θηράματα για να τα κυνηγήσουν, δύσκολα έστω, και να τραφούν.

Ζω στο διαμέρισμά μου. Τα ελάχιστα τελευταία χρόνια της ζωής μου τα πάντα γίνονται πιο εύκολα. Δε χρειάζεται πια να μαζεύω όλο το καλοκαίρι ξύλα από το δάσος για να τα καίω το χειμώνα στο τζάκι. Τώρα έχω ηλεκτρικό. Ζεσταίνομαι το χειμώνα και μαγειρεύω και φυλάω τα τρόφιμα στο ηλεκτρικό ψυγείο. Και ξαφνικά, ένας άνεμος ρίχνει ένα δέντρο πάνω στα σύρματα της ΔΕΗ και εγώ μένω χωρίς θέρμανση, χωρίς μαγείρεμα, χωρίς ψυγείο. ‘Η, δεν χρειάζεται πια ούτε να πάω στη σουπερμάρκετ για να ψωνίσω τα χρειώδη. Από το τηλέφωνο ή τον υπολογιστή μου κάνω την παραγγελία μου κι αυτή έρχεται στο σπίτι, χωρίς την παραμικρή δική μου προσπάθεια. Θεέ μου, τι ευκολία! Και ξαφνικά – κάθε χρόνο στην Αθήνα που ζω, όσο θυμάμαι, λίγες μέρες πριν από το θερινό ηλιοστάσιο έχομε καταιγίδες με κεραυνούς. Και σήμερα, τώρα που γράφω, έχει πέσει το Internet. Στο τηλέφωνο που πήρα από το σταθερό, μια αυτοματοποιημένη φωνή με πληροφορεί, ότι έχει ελέγξει τις γραμμές μου, αλλά, λόγω ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούν, όλες οι τηλεφωνικές γραμμές είναι κατειλημμένες και παρακαλεί η αυτόματη φωνή να ξανακαλέσω αργότερα. Αργότερα όμως επαναλήφθηκε η ίδια ακριβώς μονοτονία. Να ξανακαλέσω αργότερα!

Και σκέφτομαι τώρα επεκτείνοντας το συλλογισμό μου. Ζούμε συγχρωτισμένοι σε τεράστιες μεγαλουπόλεις. Η συμβίωσή μας έχει σοβαρά πλεονεκτήματα. Βρίσκω ευκολότερα δουλειά σε ποικίλες υπηρεσίες. Βρίσκω ερωτικό(ή) σύντροφο πολύ ευκολότερα παρά αν ζούσα στο περιορισμένο περιβάλλον του χωριού των παππούδων μου. Είμαι σχετικά αθέατος στο περιβάλλον της μεγαλούπολης που ζω κι έτσι δεν αισθάνομαι την καταπιεστική εποπτεία των άλλων πάνω μου. Όμως το τίμημα είναι βαρύ. Στην περιοχή μου τίποτε εδώδιμο δεν καλλιεργείται ούτε εκτρέφεται. Σε μια μεγάλη ανωμαλία, ένα πόλεμο με πολιορκία ή με εμπάργκο, τίποτε δεν εισάγεται ούτε εξάγεται και είμαστε τα εκατομμύρια που ζούμε εδώ καταδικασμένοι. Εξάλλου, όπου αθροίζεται ένα είδος, εκεί προσελκύονται και οι εχθροί του, για τους οποίους αυτό το είδος είναι η τροφή τους. Βέβαια έχομε εξασφαλιστεί από τα λιοντάρια, τους λύκους, τα φίδια. Όμως, κατά διαστήματα, ενσκήπτουν οι επιδημίες, τα μικρόβια και οι ποικίλοι ιοί, που, αόρατοι εχθροί, είναι πανίσχυροι. Άσε που μια απρόβλεπτη πυρηνική έκρηξη μπορεί να αφανίσει σε κλάσμα του δευτερολέπτου μυριάδες ή εκατομμύρια ψυχών.  

Με άλλα λόγια θέλω να πω πως στη συναλλαγή με τη σύγχρονη τεχνολογία, πουλάμε τη δυσκολία και αγοράζομε την ευκολία. Αυτή είναι η αισθητή συναλλαγή. Δυστυχώς, αυτή συνδυάζεται με μιαν άλλη, υπόγεια, αόρατη. Εκχωρούμε τη δυνατότητα επιβίωσης έστω και με δυσκολία. Θα προσπαθήσω να το κάνω αντιληπτό με μιαν άλλη αναλογία. Παίρνω ένα δάνειο. Ξαφνικά, ενώ ως πριν από λίγην ώρα, ήμουν χωρίς χρήματα, έχω τώρα στην τσέπη μου αφθονία που την κάνω ό,τι θέλω. Βέβαια, θα πρέπει να αποπληρώσω το δάνειο, και μάλιστα με τόκο. Ναι, αλλά αυτό θα γίνει με δόσεις στο αόρατο μέλλον. Ποιος ζει, ποιος πεθαίνει ως τότε; Ναι, αλλά θα ζουν τα παιδιά μου. Γι΄ αυτά κυρίως, ισχυρίζομαι για να δικαιολογηθώ, συνάπτω τώρα το δάνειο. Και κληρονομώ σ΄ αυτά όχι τα χρήματα που εισέπραξα, αλλά το δάνειο που αυτά πρέπει να αποπληρώσουν.

Την αόρατη συναλλαγή, όπως και τα μέλλοντα κανένας δεν μπορεί να τα γνωρίζει, παρά μόνον ο Θεός, αν πιστεύετε σ΄ Αυτόν. Οι σύγχρονοι σοφοί, όμως, οι επαΐοντες μπορούν να υποπτεύονται τα επικείμενα. “Θεο μν γρ μελλόντων, νθρωποι δ γιγνομένων, σοφο δ προσιόντων ασθάνονται”. (Φιλόστρατος). Αυτοί μπορούν να προΐδουν τις συνέπειες των όποιων συναλλακτικών αποφάσεων παίρνομε. Είναι όμως αυτοί οι κατάλληλοι για να πάρουν τις αποφάσεις; Αυτή είναι η στάση των έντιμων ολιγαρχικών. Αυτοί ξέρουν. Ας τους εμπιστευθούμε λοιπόν!. Κι όμως υπάρχουν κάποια πράγματα εξίσου σημαντικά που αυτοί δεν μπορούν να γνωρίζουν. Αυτά είναι οι παρούσες ανάγκες μας και οι αντοχές μας. Αν έχουμε απόλυτη ανάγκη από ένα δάνειο, θα το συνάψουμε, έστω και αν πρέπει να το αποπληρώσουν οι απόγονοί μας. Στο κάτω κάτω, η υπόγεια συναλλαγή μπορεί να είναι προς όφελός μας και όχι σε βάρος μας. Το δάνειο που πετύχαμε να πάρουμε στη διάρκεια της Επανάστασής μας σήμαινε πως οι πολυδύναμοι δανειστές μας αναγνώριζαν την ύπαρξη κάποιου στοιχειώδους εθνικού κράτους μας, που του αναγνώριζαν την αξιοπιστία της επιστροφής του δανείου. Ενδιαφέρονταν, επομένως, να ελευθερωθούμε. Και η ανάγκη του δανείου για αγορά όπλων και άλλων χρειωδών για τον πόλεμο ήταν αδήριτη.

Η απόφαση οφείλει, λέω, να ληφθεί, από τον ίδιο το λαό. Έχοντας λάβει γνώση των συνεπειών από τους επαΐοντες, τους πολιτικούς, αυτός ο λαός, ο οργανωμένος δήμος, θα αποφασίσει, αυτός θα ωφεληθεί και αυτός θα πληρώσει, αν η επιλογή ήταν λανθασμένη. Οι πολιτικοί, έτσι κι αλλιώς, ακόμη κι αν ήταν δική τους η λανθασμένη απόφαση, δεν θα πληρώσουν· έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν.   

ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 19 Ιουνίου 2021

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα πλάσμα που το έλεγαν  Άνθρωπο. Έπαιρνε διάφορα ονόματα.  Άλλοτε τον έλεγαν Πυθαγόρα, άλλοτε Δημόκριτο, Πλάτωνα, Ερατοσθένη, Περιστέρη (ή Colombo), Νεάπολη (ή Newton), Μονόπετρο (ή Eistein) κλπ. Με μοναδική ικανότητα να μαθαίνει όχι μόνο από τη δική του εμπειρία, αλλά και από την εμπειρία των άλλων, και με κατασκευή των δύο άκρων του έτσι που να λειτουργούν σα λαβές, κατάφερε να υπερνικήσει τις αδυναμίες του: Την ασταθή στήριξή του στην περιορισμένη βάση των δύο ποδιών του, την απουσία προβιάς για την αντιμετώπιση του κρύου, την υποτροφική ανάπτυξη των νυχιών και δοντιών του κλπ. Με τα εφόδιά του κατασκεύασε εργαλεία. Πιστεύει πως είναι αθάνατος και μ΄ αυτή την πίστη, παλεύει, χρόνια τώρα να κατακτήσει μια Ωραία, την Αλήθεια.

Οι ικανότητές του αποδείχθηκαν σπουδαίες, έτσι που κατάφερε να κατακτήσει τη μάνα του, τη Φύση. Τα τόξα του, σκοτώνοντας από απόσταση, εξουδετέρωσαν τα νύχια και τα δόντια των θηρίων και την ταχύτητα των θηραμάτων, ενώ, ανάβοντας φωτιά, αντιμετώπισε το κρύο. Με τέτοιες επιτυχίες κατάκτησε την Πολυτέλεια, μια γόησσα που τον κρατούσε στην αγκαλιά της να ξαπλώνει, να ρεμβάζει, να ευχαριστιέται όχι μόνο με τη γεύση, την όσφρηση και την αφή, αλλά και με την όραση και την ακοή. Αυτός όμως ήταν ερωτευμένος με την Αλήθεια. Χαζεύοντας διαρκώς, παρατήρησε πως τα απείρως ανόμοια γύρω του έμοιαζαν μεταξύ τους. Αν είναι δυνατόν!

Μια βραδιά λοιπόν, χαζεύοντας, εντυπωσιάστηκε από κάτι. Όλα τα άστρα ήταν σαν καρφωμένα στον ουρανό, που γύριζε σιγά σιγά το ίδιο κάθε βράδυ, στην ίδια πάντα θέση καθένα σχετικά με τα άλλα. Κάποια όμως αστέρια, του φάνηκε πως περιπλανιόνταν, αλλάζοντας θέση στο Στερέωμα. Πλανήτες. Είδε πως η τροχιά τους από το ένα βράδυ στο άλλο έμοιαζε με τον κύκλο της Γεωμετρίας. Πέρασαν 2000 χρόνια για να διαπιστώσει πως η τροχιά τους ήταν έλλειψη, όχι κύκλος, πάντως από το ίδιο σημείο που ξεκινούσαν, στο ίδιο έφταναν τελικά για να ξαναρχίσουν την ίδια πορεία. Φώτα απομακρυσμένα έβλεπε τις νύχτες και πάνω στη γη. Πρόσεξε λοιπόν πως όταν τα φώτα ήταν φωτιές τρεμόσβηναν, ενώ οι φωτισμένες επιφάνειες ακτινοβολούσαν σταθερό φως. Χαζεύοντας και στον ουρανό τις νύχτες πρόσεξε πως οι Πλανήτες, είχαν σταθερό φως. Συμπέρανε λοιπόν πως οι σταθερόφωτοι Πλανήτες ήταν ετερόφωτοι, ενώ οι στίλβοντες Απλανείς ήταν αυτόφωτοι. Οι εξαιρέσεις δεν του άρεσαν. Αυτός χαλάρωνε όταν όλα ήταν σταθερά, ακίνητα. Κάθε φορά που ξεπηδούσε μια εξαίρεση στην άνετη ξεκούρασή του αγανακτούσε, προσπαθούσε να ξεχαστεί η νέα γνώση. Όμως η αθάνατη Αλήθεια πάντα τελικά ξαναεμφανιζόταν μπροστά του, γοητευτική, προκλητικά δύσκολη.

Μιαν άλλη φορά, με το όνομα Αρίσταρχος φαντάστηκε πως δεν γυρίζει ο ήλιος γύρω από τη γη, αλλά η γη γύρω από τον ήλιο. Λίγο αργότερα, με το όνομα Ερατοσθένης, καθιστός στη Μεγάλη Βιβλιοθήκη πληροφορήθηκε πως σε ένα βαθύ πηγάδι στην Αφρική στις 21 Ιουνίου ο ήλιος καθρεφτιζόταν στο νερό το μεσημέρι. Ο ήλιος, μ΄ άλλα λόγια έπεφτε κατευθείαν κάθετα μέσα στο πηγάδι. Τέτοιο φαινόμενο δεν υπήρχε στην Αλεξάνδρεια. Έβγαλε το συμπέρασμα πως ο ήλιος στην πόλη του έπεφτε λοξά. Αυτό μόνο αν η επιφάνεια της γης ήταν καμπύλη και όχι επίπεδη, μπορούσε να δικαιολογηθεί. Από τη λοξότητα των ακτίνων του ήλιου, υπολόγισε την περίμετρό της 39690 χιλιόμετρα αντί των 40048 χιλιομέτρων που ξέρομε σήμερα. Δεν άρεσε αυτή η ανατροπή τέτοιων παγιωμένων αντιλήψεων. Με τέτοιες παράξενες ιδέες που άλλαζαν τα πάνω κάτω, από τη στέρεη ακινησία στην κίνηση, όσα όλοι ήξεραν, οι άρχοντες ένοιωθαν σα να απειλούνται να ανατραπούν και οι ακίνητοι θρόνοι τους. Λησμονήθηκαν τα παράδοξα των σοφών αστρονόμων.

Πέρασαν πολλά. Ένας μισότρελος Άνθρωπος, καπετάνιος, ο Colombo, πιστεύοντας ακράδαντα πως η γη είναι σφαιρική, σκέφτηκε να πάει στο μυθικό ανατολικό παράδεισο των Ινδιών, πλέοντας όλο δυτικά, αντί να ταξιδεύει ανατολικά. Την πάτησε. Νόμιζε πως έφτασε στις Ινδίες, αλλά η ανακάλυψή του ήταν πολύ πιο σημαντική. Είχε αποκαλύψει μια καινούργια Ήπειρο. Μετά τον αρχικό ενθουσιασμό, πέθανε σε δυσμένεια.

Με τέτοια περιπετειώδη δεδομένα, ο Άνθρωπος σκέφτηκε ότι δεν γυρίζει ο ήλιος κι ο ουρανός ολόκληρος γύρω από τη γη, αλλά η γη γύρω από τον ήλιο και γύρω από τον άξονά της. Κάποιοι κατέληξαν να ψηθούν σε αναμμένα κάρβουνα. Παράδειγμα ο Giordano Bruno και παραλίγο ο Galileo Galilei. Ο τελευταίος γλίτωσε ομολογώντας πως η Αλήθεια που έβλεπε δεν ήταν η Αλήθεια.

Μια μέρα μεσημέρι ο Άνθρωπος καθόταν στη σκιά μιας μηλιάς κι είδε να πέφτει ένα ώριμο μήλο. Τι πιο συνηθισμένο! Όμως αυτός, αναρωτήθηκε, γιατί να πέσει το μήλο; Και οι πλανήτες στον ουρανό, σκέφτηκε ότι έμοιαζαν να πέφτουν κάθε φορά στο ίδιο σημείο από όπου ξεκινούσαν. Έκανε το λογαριασμό ο Newton, και βρήκε τον κοινό νόμο που ένωνε την πτώση του μήλου πάνω τη γη και τις κινήσεις των πλανητών στον ουρανό. Ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς.

Πέρασαν πάλι πολλά χρόνια κι ο Άνθρωπος άρχισε να αναρωτιέται, πώς μεταδίδεται το φως. Ήταν σωματίδια ή κύματα; Κι ένας άλλος τρελός, ο Einstein, υποστήριξε πως το φως είναι βαρύ. Αποδείχθηκε σωστός, όταν σε μια έκλειψη ηλίου είδαν τις ακτίνες από το φως που προερχόταν από ένα άστρο να γέρνουν από το βάρος τους προς τον ήλιο. Μια αλυσίδα από συλλογισμούς κατέληξε πως η μάζα μπορεί να γίνει ενέργεια και αντιστρόφως και με ένα συλλογιστικό πήδημα οδήγησε στην εξόντωση εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων σε κλάσμα δευτερολέπτου στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου.

Και συνέχισε ο Άνθρωπος να επινοεί τρόπους για την αυτοκαταστροφή του. Η Πολυτέλειά του, αυτή η πόρνη, του κόστιζε πολύ. Το κόστος μετριόταν σε σκουπίδια που έγιναν τόσο πολλά που άρχισαν να τον πνίγουν. Για την αντιμετώπιση του υποσιτισμού, των λοιμώξεων, για την επικράτησή του πάνω στη Φύση, επινόησε μηχανισμούς που άρχισαν να τον υποδουλώνουν. Η Αλήθεια παραμένει άπιαστη.  Ο Άνθρωπος άρχισε να γερνά. Περισσότεροι άχρηστοι και απαιτητικοί γέροι άρχισαν να επικρατούν πάνω στους δυνατούς και ευφάνταστους νέους. Και τα γερατειά, παραδεχόταν ο Άνθρωπος, όπως και αναγκαστικά ο Θάνατος που τα ακολουθεί, είναι ανίκητα. Κάπου κοντά του, γύρω από το ζευγάρι Ζωής και Θανάτου, κινείται η ωραία Αλήθεια. Για την κατάκτησή της εξορισμού, δεν πετυχαίνουν οι δούρειοι ίπποι. Αυτοί εξωραΐζουν το Ψεύδος. Ναι, φαντασία είναι απαραίτητη. Αλλά η επιδίωξή της χρειάζεται αρετή και τόλμη, χρειάζεται ελευθερία. 

ΠΑΠΠΟΥΣ ΚΑΙ ΕΛΥΤΗΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 17 Ιουνίου 2021

Η κατάσταση της παιδείας μας είναι χάλια.

Ο παππούς μου γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα ορεινό χωριό της Νάξου, πέντε ώρες μακριά από το λιμάνι. Μητρική του γλώσσα ήταν μια ντοπιολαλιά, που, όταν εγώ, 10 χρονών, την πρωτάκουσα από τη γιαγιά μου, δεν την πολυκαταλάβαινα. Ήταν μια παρεφθαρμένη κοινή Βυζαντινή, περίπου σαν του Ερωτόκριτου και των Ακριτικών τραγουδιών. Ο παππούς μου λοιπόν, 4 χρόνια δημοτικό, 3 σχολαρχείο και 1 υποδιδασκαλείο κάπου στον Παρνασσό, γύρισε κι έγινε δάσκαλος στο γειτονικό χωριό. 1896. Άφησε κάτι σημαντικό, για μένα. Ένα χειρόγραφο 226 σελίδων, όπου αναπτύσσει το ρόλο του δασκάλου και του δημοτικού σχολείου. Εντυπωσιάζει πολλαπλά. Πρώτα για το ότι το έγραψε. Έπειτα για την καλλιγραφία του. Κατόπιν, για τον άριστο χειρισμό της καθαρεύουσας και την απουσία ορθογραφικών λαθών. Αντιλαμβάνεται ότι ο ρόλος του δημοτικού σχολείου και του δασκάλου δεν είναι τόσο να μεταφέρει γνώσεις στο μικρό μαθητή, αλλά να του διαμορφώσει στάσεις, να του εμφυτεύσει κάποιες αρετές. Η μέγιστη μεταξύ τους είναι, κατά τον παππού μου, η υπακοή: Υπακοή στο δάσκαλο, στο βασιλέα, στο Θεό.

Πώς λοιπόν από εκείνη την ιδανική κατάσταση, μέσα σε 125 περίπου χρόνια φθάσαμε στα σημερινά χάλια;

Υπάρχουν πολλών ειδών απαντήσεις, συχνά αντικρουόμενες μεταξύ τους. Μια είναι ότι καταντήσαμε στα “χάλια”, επειδή εγκαταλείψαμε την παράδοση των προπατόρων μας. Μια άλλη, ακριβώς αντίθετη, είναι ότι η κατάστασή μας οφείλεται στο ότι στα σημερινά “χάλια” μας οδήγησε εκείνη η στάση. Μια τρίτη λέει, ότι στα 125 χρόνια που έχουν περάσει συνέβηκαν τόσα πολλά άσχετα γεγονότα, που αυτά μας οδήγησαν εκεί που είμαστε τώρα. Μια τέταρτη λέει ότι η κατάσταση της παιδείας μας ΔΕΝ είναι χάλια. Ποιος τη μελέτησε και πώς τεκμηρίωσε τέτοιο συμπέρασμα; Υπάρχει όμως ένα σημείο στο οποίο, πιστεύω, οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν: ότι η κατάσταση της παιδείας μας επιδέχεται διαρκή βελτίωση.

Έχω θεωρήσει, και σε επανειλημμένες επιφυλλίδες μου έχω τονίσει, ότι η βελτίωση της παιδείας μας, που, αν εφαρμοσθεί σήμερα θα αρχίσει να έχει καρπούς μετά από 2 δεκαετίες, οφείλει να στηριχθεί σε δύο, αλλά και στους δύο, πυλώνες. Ένας είναι να αναγνωρισθεί η σημερινή πραγματικότητα. Κι αυτό σημαίνει να καθιερωθεί φωνητική γραφή, όπως είχαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας. Με αυτό τον τρόπο, όλοι οι Έλληνες απόφοιτοι της πρώτης δημοτικού θα μπορούν να γράφουν ορθογραφημένα, ενώ σήμερα μπορούν να το πετύχουν αυτό μια ασήμαντη μόνο μειονότητα του πληθυσμού μας, μετά από πολυχρόνια εκπαίδευση. Κι αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει ότι όλοι οι Έλληνες πολίτες θα μπορούν να εκφράζουν ισάξια, με σαφήνεια, γραπτά, τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τη βούλησή τους. Και αυτά είναι θεμέλιο της Δημοκρατίας. Η άρνηση αυτού του μέτρου, ισχυρίζομαι, δηλώνει υπολείμματα αριστοκρατικής νοοτροπίας, στην οποίαν, μόνον λίγοι, εκλεκτοί, μπορούν να εκφράζονται σωστά στηρίζοντας με αυτή την ανισηγορία την κρατούσα ολιγαρχία. Ο δεύτερος πυλώνας για βελτίωση της παιδείας μας είναι, λέω, να ενισχυθεί η διδασκαλία της παραδοσιακής γλώσσας, έτσι που οι μαθητές να μπορούν να διαβάζουν και κατανοούν την παραδοσιακή γραμματεία, από τον Παπαδιαμάντη ως τον Όμηρο. Μ΄ αυτό τον τρόπο, όχι μόνο θα μαθαίνουν τις σκέψεις των προγόνων μας (αυτό μπορεί να γίνει και με μεταφράσεις), αλλά και θα πλουτίζουν τη γλώσσα τους οι μαθητές με την απέραντη γλωσσική τρισχιλιετή κληρονομιά των προγόνων μας. Η εκφραστική τους ικανότητα έτσι θα βελτιώνεται. Τονίζω, να διαβάζουν και να κατανοούν, όχι να γράφουν. Δε χρειάζεται να γράφουν, αφού κανένας από τους αρχαίους μας δε ζει να διαβάσει τα γραφόμενά τους. Να διαβάζουν και να κατανοούν, χωρίς να γράφουν, όπως ο Άγγλος μαθαίνει το Shakespeare, χωρίς να μιλάει τη γλώσσα του ή όπως ο αρχαίος Αθηναίος μάθαινε τον Όμηρο, χωρίς να μιλάει και να γράφει όπως ήταν γραμμένα τα έπη του.

Η δίπολη αυτή πρότασή μου μού φαίνεται λογική και δεν έχω δει κανένα ισχυρό λογικό επιχείρημα να την αντικρούει. Η ύπαρξη ομόηχων λέξεων (π.χ. η φωνητικά γραμμένη λέξη “αφτή” μπορεί να σημαίνει “αυτή”, “αυτοί” ή “αφτί”) δεν εμποδίζει την κατανόηση του φωνητικού κειμένου, επειδή το νόημα βρίσκεται στην πρόταση και όχι στις λέξεις που συμβολίζουν έννοιες, όχι νοήματα. Έχει μετρηθεί και αποδειχθεί ότι η κατανόηση ενός κειμένου γραμμένου με φωνητική γραφή είναι ίδια όπως και του ίδιου κειμένου γραμμένου με παραδοσιακή γραφή. Εξάλλου, το επιχείρημα αντισταθμίζεται με την ύπαρξη ομόγραφων, αλλόσημων λέξεων, που δεν ξεχωρίζουν με την παραδοσιακή γραφή, ενώ ξεχωρίζουν με τη φωνητική (π.χ. “βιάζομαι” μπορεί να σημαίνει “επείγομαι” ή “υφίσταμαι βιασμό”. Με τη φωνητική γραφή, όπως την πρότεινε ο Βηλαράς, η έννοια του “υφίσταμαι βιασμό” εκφράζεται με το τετρασύλλαβο “βη-ά-ζο-με”, ενώ του “επείγομαι” με το τρισύλλαβο “βιά-ζο-με). Το επιχείρημα λοιπόν δεν ευσταθεί. Η ετυμολογία χρειάζεται πρώτιστα για να μαθαίνουμε την ιστορία των λέξεων και επομένως το ποικίλο συναισθηματικό, γενικότερα ιστορικό, φορτίο κάθε λέξης. Αυτή η χρησιμότητα δεν θίγεται με τη φωνητική γραφή. Χρειάζεται όμως σήμερα και για να ξέρουμε πώς να γράφουμε μια λέξη. Αυτή η χρεία φυσικά καταργείται με τη φωνητική γραφή. Το να μαθαίνουμε την ετυμολογία από την ορθογραφία δεν ισχύει, διότι, η ορθογραφία έχει προκύψει από σύμβαση που μπορεί να μας οδηγήσει σε λανθασμένη ετυμολόγηση. Και όμως η πρότασή μου σκοντάφτει σε ένα αδιαπέραστο τείχος που το εκφράζει καλύτερα από κάθε άλλον ο Μεγάλος Οδυσσέας Ελύτης: “Ἡ πολυαιώνια παρουσία τοῦ ἑλληνισμοῦ πάνω στἀ δῶθε ἢ ἐκεῖθε τοῦ Aἰγαίου χώματα ἒφτασε νἀ καθιερώσει μιὰν ὀρθογραφία, ὃπου τὸ κάθε ὠμέγα, τὸ κάθε ὓψιλον, ἡ κάθε ὀξεῖα, ἡ κάθε ὑπογεγραμμένη δὲν εἶναι παρὰ ἓνας κολπίσκος, μιἀ κατωφέρεια, μιἀ κάθετη βράχου πάνω σὲ μιἀ καμπύλη πρύμνας πλεούμενου, κυματιστοί ἀμπελῶνες, ὐπέρθυρα ἐκκλησιών…“. Κανένα λογικό επιχείρημα δεν αντικρούει την παραπάνω πρόταση, διότι δεν εκφράζει λογικό επιχείρημα, αλλά συναισθηματική βούληση. Κι εμείς; Παραφράζοντας το Θουκυδίδη “Φιλοκαλοῦμεν ἂνευ εὐτελείας και φιλοσοφοῦμεν μετἀ μαλακίας”. Η λογική δεν ξεριζώνει μια πίστη. Οσοδήποτε και αν τεκμηριώνεται επιστημονικά, δεν μπορεί να αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός. Εξίσου, καμιά λογική δεν αποδεικνύει ότι υπάρχει Θεός, τον οποίον “οὐδεὶς  ἑώρακε  πώποτε” (Ιωάννης). Υπάρχουν θέματα που στηρίζονται στην πίστη που μένει ακλόνητη μπροστά σε οποιαδήποτε λογική επίθεση και αν δεχθεί. Παράλληλα, η πίστη συνοδεύεται από την πεποίθηση πως είναι τεκμηριωμένη γνώση και επομένως επιτρέπεται, ή της επιβάλλεται, να προχωρεί σε υλοποίησή της, και μάλιστα με κάθε μέσο. Το δεχόμαστε;

ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 15 Ιουνίου 2021

Παντρεύτηκε. Την πρώτη νύχτα πήδησε από το παράθυρο και γύρισε στους γονείς της. Η μητέρα της τής είπε μερικά πράγματα (που έπρεπε να της τα είχε πει πριν από το γάμο), εκείνη γύρισε στον άντρα της και δεν ξαναπήδησε από το παράθυρο. Ήταν 13 χρονών. Ήταν η γιαγιά της γιαγιάς μου.

Όταν έγινε 16 ετών, τον κάλεσε ο πατέρας του. “Ώρα να παντρευτείς. Έχεις βάλει κάποια στο μάτι να τη ζητήσω από τον αφέντη της;” Είχε. Όλα εξελίχθηκαν κατευχήν. Ήταν ο πατέρας του παππού μου. Κάπως έτσι υπάρχω εγώ, αυτός που είμαι.

Ξαφνικά, γύρω στα 12 χρόνια, λίγο νωρίτερα στα κορίτσια παρά στα αγόρια, αρχίζουν να εμφανίζονται πρωτόγνωρες, ακούσιες εκκρίσεις, αίματος στις κοπέλες, σπέρματος τη νύχτα στα κοπέλια. Ταυτόχρονα, το ίδιο πρωτόγνωρα, αρχίζει να γιγαντώνεται η ευαισθησία των αισθήσεων που σχετίζονται με την αφροδίσια λειτουργία. Εμφανίζονται και άλλες σωματικές εκδηλώσεις, τριχοφυΐα, ανάπτυξη μαστών στις γυναίκες, αλλαγή φωνής κλπ. Με όλα αυτά το άτομο γίνεται ικανό για αναπαραγωγή.

Στα θερμόαιμα ζώα, με αντίστοιχες εξελίξεις το τέκνο χειραφετείται από τη μητέρα του. Στον άνθρωπο, όχι. Ο άνθρωπος ανέπτυξε κοινωνία, που σημαίνει άθροιση κεφαλαίου που τίκτει τόκο και αναπαράγεται, κοπαδιών, καλλιεργήσιμης γης, καραβιών, εργοστασίων, τραπεζών κλπ. Το κεφάλαιο μοιάζει με το θησαυρό, αλλά δεν είναι. Ο θησαυρός, μια άθροιση αγαθών, δεν αναπαράγεται. Μετά το θάνατο του ιδιοκτήτη, το κεφάλαιο κινδυνεύει  είτε να σκορπισθεί ή να μετατραπεί σε θησαυρό και έτσι να καταναλωθεί. Για να μη συμβεί αυτή η καταστροφή στην κοινωνία, απαιτείται κάθε μέλος της να είναι γνωστό ποιους έχει γονείς, ώστε το όποιο κεφάλαιο να μεταβιβασθεί στα παιδιά: Γάμος. Η σύγχρονη κοινωνία αναγνωρίζει άτυπα πως για να συνάψει ένα ζευγάρι γάμο, πρέπει να είναι σε θέση να δημιουργεί ένα στοιχειώδες κεφάλαιο και αυτό απαιτεί σπουδές, εκπαίδευση. Καθώς τους τελευταίους αιώνες, ιδίως μετά τη Γαλλική Επανάσταση, επικρατεί το κράτος-έθνος, απαιτείται και ειδική εθνική εκπαίδευση. Πριν από τη συμπλήρωσή της, το άτομο δεν είναι ώριμο, ενήλικο, ώστε να έχει όλα τα δικαιώματα ενός πολίτη. Σήμερα απαιτείται κάποιος χρόνος υποχρεωτικής παιδείας, που στον τόπο μας είναι 9 έτη, μετά τα 6 που πρωτοπηγαίνει το παιδί στο σχολείο. Έχω υποστηρίξει ότι η πολιτική ωριμότητα συμπληρώνεται με υποχρεωτική παιδεία που παρέχεται με μια εθνική θητεία συγκεκριμένου χρόνου, στην οποία, άνδρες και γυναίκες είναι υποχρεωμένοι να έχουν θέσει στην υπηρεσία της πατρίδας τυφλά τη ζωή τους και αποσκοπεί όχι μόνο στην άμυνα έναντι κάποιου ξένου επίδοξου κατακτητή, αλλά και έναντι άλλων κινδύνων. Με κλήρωση κάποιος(α) πρέπει να κατατάσσεται στις ένοπλες δυνάμεις ή στην αστυνομία, δασονομία, πυρόσβεση, δεσμοφύλαξη, δόμηση, βρεφοκομία, νηπιοφροντίδα, νοσηλεία, γηροκομία κλπ. Αυτό το διάστημα οφείλει να αποκτήσει κάποιες κοινωνικά χρήσιμες, μη ειδικές, εμπειρίες, καθώς και να αποκτήσει στοιχειώδη, κοινωνικά αναγκαία πειθαρχία. Τα έχω συζητήσει αλλού (Θητεία. Γυναικεία θητεία και κοινωνία. dimitrissideris.wordpress.com). Ο ψυχολόγος και φιλόσοφος W.James προτείνει ότι κάθε άνθρωπος, πλούσιος ή φτωχός, πρέπει να προσφέρει δυο χρόνια από τη ζωή του στο κράτος, όχι σκοτώνοντας άλλους ανθρώπους, αλλά υπερνικώντας αρρώστιες, αποστραγγίζοντας τέλματα, αρδεύοντας ερήμους, σκάβοντας διώρυγες και γενικά συμμετέχοντας με δημοκρατικούς όρους στα περιβαλλοντικά και κοινωνικά έργα με τα οποία ανοικοδομείται, τόσο αργά και επώδυνα, ό,τι καταστρέφει ο πόλεμος τόσο γρήγορα. Με την εκπλήρωση της εθνικής παιδείας, ο πολίτης αποκτά όλα τα δικαιώματα που έχει κάθε ώριμος πολίτης. Ανάμεσα στα δικαιώματα είναι και το δικαίωμα να παντρευτεί ένας νέος, χωρίς την άδεια των γονιών του. Ένα κορίτσι 14 ετών έμεινε έγκυος. Το “τέρας”, ο “παιδεραστής”, μπορεί να ήταν ο καθηγητής του ή ένας συμμαθητής του 16 ετών, ανήλικος κι αυτός.

Και τώρα έρχομαι στην αντίφαση που υπάρχει ανάμεσα στο κοινωνικό και το αισθητό Εγώ. Το αισθητό Εγώ είναι έτοιμο να απολαύσει τις χαρές του έρωτα και, βιολογικά, αν είναι κορίτσι, τις ευθύνες ενός νέου όντος, δηλαδή από τα 12 περίπου χρόνια του. Το κοινωνικό Εγώ είναι έτοιμο να αναλάβει ευθύνες μετά τα 18 έτη περίπου για πολλές κοινωνίες. Στο μεταξύ η κοινωνία υποχρεώνει το άτομο να αυτοϊκανοποιείται ή να επιδίδεται σε ομόφυλες σχέσεις ή σε ετερόφυλες λαβαίνοντας μέτρα με τη σύγχρονη τεχνολογία να αποφευχθεί η κύηση. Και η κοινωνία κάνει πως δεν βλέπει. Εκτός αν το κορίτσι μείνει έγκυος κι αυτό είναι έγκλημα.  Έγκλημα; Η αφαίρεση ζωής, αυτονόητα είναι έγκλημα. Η δημιουργία ζωής όμως μπορεί να είναι;

Η κατάλληλη ηλικία για να γίνει κάποιος γονιός είναι όταν έχει αποκτήσει επαγγελματικές δυνατότητες για να δημιουργήσει οικογένεια. Στη σύγχρονη κοινωνία αυτή είναι η ηλικία συνήθως πάνω από τα 18 έτη. Για γιατρός, με ειδικότητα, απαιτούνται περίπου 24 έτη σπουδών, οπότε, μαζί και με τη θητεία, φθάνομε στα 30 έτη της ζωής των πολιτών. Και από το βιολογικό όριο των 12 ως το κοινωνικό των 18-30, η κοινωνία δεν ασχολείται, παρά μόνο ποινικά, αν υπάρξουν ανεπιθύμητες καταστάσεις.

Ομολογουμένως δεν ξέρω ποια είναι η λύση, μόνο που όλοι πρέπει να αρχίσουμε να τη σκεφτόμαστε, ιδίως με τα δημογραφικά δεδομένα, όπως η παράταση του προσδόκιμου επιβίωσης σε όλο τον πλανήτη και η υπογεννητικότητα σχετικά με τη θνησιμότητα που υπάρχει στον τόπο μας (περισσότεροι πεθαίνουν παρά γεννιόνται) συγκριτικά με την  υπεργεννητικότητα που υπάρχει αλλού. Οπωσδήποτε, η κοινωνία πρέπει να μεριμνήσει, χωρίς ποινικές συνέπειες για τρεις κύριες ωριμάνσεις: Βιολογική, με την εμφάνιση εμμηνορρυσίας και σπερματογένεσης· πολιτική, μετά τη συμπλήρωση μιας εθνικής θητείας· και επαγγελματική. Για την πρώτη την ευθύνη την έχουν οι γονείς. Για την πολιτική και επαγγελματική όμως πρέπει να την αναλάβει το κράτος. Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι γάμος σε μικρή ηλικία μπορεί εύκολα να διαλυθεί. Όμως, οι γάμοι στους παππούδες μας, που παντρεύονταν πολύ νωρίς, ήταν πιο σταθεροί από σήμερα που οι άνθρωποι παντρεύονται συνήθως μετά τα 25 έτη τους. Φυσικά, η ηλικία δεν είναι ο μόνος παράγοντας που εξασφαλίζει τη σταθερότητά του γάμου.

Για τέτοιες αποφάσεις, είναι πολύτιμη η γνώση των ειδικών. Το αντικείμενο είναι σαφές και μετρήσιμο. Όμως η βιολογική πίεση είναι τόση, που είναι αδύνατο να λάβουν αυτοί τις αποφάσεις. Οι ειδικοί θα εισηγηθούν εναλλακτικές λύσεις. Τις αποφάσεις όμως πρέπει να τις πάρουν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι. Καθώς αυτοί δεν έχουν πλήρη κοινωνική συνείδηση ως την αποπεράτωση της υποχρεωτικής εθνικής θητείας τους, οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν τουλάχιστον από εκείνους που δεν μεριμνούν για την επαναψήφισή τους από τους ψηφοφόρους τους σε βάρος των επόμενων γενεών.

ΕΙΜΑΙ, ΓΊΝΟΜΑΙ, ΥΠΑΡΧΩ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 11 Ιουνίου 2021

Ο αισθητός κόσμος είναι κβαντωμένος. Ο Δημόκριτος παρατήρησε ότι δεν μπορεί να διαιρείται εσαεί, αλλά υπάρχουν κάποια ελάχιστα κομματάκια του που δεν μπορούν να τμηθούν παραπέρα, τα άτομα. Σήμερα, δεχόμαστε ότι η ελάχιστη ποσότητα αισθητού κόσμου, είναι μια ελάχιστη δυνατή ποσότητα ενέργειας, το κβάντο (quantum=μικρή ποσότητα, “ποσοτάκι”). Ο νοητός κόσμος όμως μπορεί να είναι συνεχής. Όπως παριστάνει σαν αντικαθρέφτισμα τον αισθητό κόσμο, έτσι μπορεί να παραστήσει και τον κβαντωμένο κόσμο με την ακριβέστερη δυνατή γλώσσα, τα μαθηματικά. Δέχεται λοιπόν ότι υφίσταται μια ελάχιστη δυνατή ποσότητα, που δεν υπάρχει μεταξύ αυτής και του μηδενός άλλη μικρότερή της που να είναι μεγαλύτερη από το μηδέν. Παριστάνει αυτή την ποσότητα ως 0,…1, ή, με τη φυσική έκφραση που καθιέρωσε ο Newton, ως dx. Σημαντική γραμματική διαφορά μεταξύ μαθηματικών και φυσικής είναι ότι στα μαθηματικά οι αριθμοί είναι ουσιαστικά, ενώ στη φυσική είναι επίθετα. Όταν λέω δύο συν τρία ίσον πέντε, οι λέξεις που εκφράζουν αριθμούς είναι ουσιαστικά. Στη φυσική όμως λέω δύο γραμμάρια και τρία γραμμάρια ίσον πέντε γραμμάρια και οι αριθμοί είναι τώρα επίθετα.

Φανταζόμενοι τον αισθητό κόσμο κβαντωμένο, ονομάζομε το κβάντο χρόνου στιγμή και το κβάντο χώρου σημείο. “Είμαι” σημαίνει ότι υπάρχω σε μια μοναδική στιγμή, “τώρα”, και σε ένα μοναδικό σημείο, “εδώ”. Οι στιγμές του χρόνου είναι άπειρες και διαδέχονται η μια την άλλη ασταμάτητα, χωρίς κενά μεταξύ τους και ανεξάρτητα από τη θέλησή μας. Σε μια μοναδική από αυτές στιγμή, τώρα, υπάρχω εγώ. Το ίδιο ισχύει και για τα σημεία του χώρου. Σ΄ αυτό το κείμενο θα περιορισθώ στο χρόνο, με την προσοχή μου στραμμένη στη γραμματική. Κι αυτό, διότι οι διαφορετικοί χρόνοι εκφράζονται στη γραμματική με διαφορετικές καταλήξεις, ενώ δεν γίνεται διάκριση μεταξύ των διαφορών στο χώρο. Τις ίδιες καταλήξεις χρησιμοποιώ τοποθετημένος εδώ και οπουδήποτε αλλού.

Τα ρήματα που χρησιμοποιούμε για τη νοητή ύπαρξή μας είναι τρία κυρίως: “είμαι”, “γίνομαι” και “υπάρχω”. Έχουν γραμματικά σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Μία είναι ότι στον παρόντα χρόνο, τώρα, στον ενεστώτα, τα ρήματα “είμαι” και “γίνομαι” μπορούν να είναι συνδετικά, δηλαδή να συνδέουν ένα υποκείμενο με ένα κατηγορούμενο. “Είμαι γιατρός” και “γίνομαι γιατρός”. Αντίθετα, στον ενεστώτα, το “υπάρχω” δεν ακολουθείται από κατηγορούμενο. Οι χρόνοι πριν και μετά το τώρα, παρελθόν και μέλλοντας, δεν είναι μία στιγμή, αλλά άπειρες στιγμές. Παρόλα αυτά, στο παρελθόν μια ακολουθία από στιγμές αποτελεί το εξακολουθητικό παρελθόν (ή παρατατικό). Μια στιγμή στο παρελθόν εκφράζεται με το στιγμιαίο παρελθόν (ή αόριστο). Καθώς το παρελθόν είναι μια ακολουθία στιγμών, η μία στιγμή αφορά μόνο μια ποιοτική αλλαγή. Έτσι, ενώ για ένα μακρό διάστημα σπούδαζα, “γινόμουν γιατρός” σε χρόνο παρατατικό, κάποια στιγμή, όταν πήρα το πτυχίο μου, “έγινα γιατρός” σε χρόνο αόριστο. Αντίστοιχα ισχύουν στον εξακολουθητικό και στο στιγμιαίο μέλλοντα. Να σημειωθεί ότι η αρχαία Ελληνική δεν είχε τρόπο να ξεχωρίζει τον εξακολουθητικό από το στιγμιαίο μέλλοντα και αυτή είναι μια μικρή υπεροχή της Νεοελληνικής. Έτσι το αρχαίο “λύσω” σημαίνει και “θα λύνω” (συνεχής μέλλοντας) και “θα λύσω” (στιγμιαίος μέλλοντας). Δεν θα ασχοληθώ σ΄ αυτό το κείμενο άλλο με το μέλλοντα.

Αφού το “είμαι” δηλώνει την ύπαρξη τώρα, δεν υφίσταται η έννοιά του στο παρελθόν. Γι’  αυτό το “είμαι” είναι ελλειπτικό ρήμα. Παρόλα αυτά, για μια παρελθοντική ακολουθία στιγμών, μπορεί να υπήρχα διαδοχικά σε κάθε μια τους. Έτσι, το είμαι έχει παρατατικό: “ήμουν”. Είναι αδύνατο όμως να υπήρξα για μία μόνο στιγμή στο παρελθόν. Το παρελθόν είναι πάντοτε μια ακολουθία στιγμών, εκτός από την περίπτωση της ποιοτικής αλλαγής, οπότε αυτή γίνεται σε μία μόνο στιγμή, στον αόριστο. Το “γίνομαι” όπως είπαμε, αναφέρεται πάντοτε σε μια ακολουθία στιγμών, όπου από τη μια στην άλλη συντελείται μια απειροελάχιστη αλλαγή. Μπορεί να λήγει στην τελευταία τους. Η λήξη του “γίνομαι” μπορεί να σημαίνει τη μετάβασή του στο “είμαι”. Έτσι, όσο σπουδάζω, “γίνομαι γιατρός”. Έπαψα να γίνομαι και “είμαι γιατρός” τη στιγμή που πήρα το πτυχίο μου. Τότε, εκείνη τη στιγμή, “έγινα γιατρός”. Έκτοτε σε καθεμιά από τις στιγμές που ακολούθησαν ως τώρα “είμαι γιατρός”. Έτσι, όταν θέλω να εκφράσω την έννοια της ύπαρξής μου στο στιγμιαίο παρελθόν, δεν υπάρχει βέβαια αόριστος του “είμαι”, αλλά δανείζομαι γι΄ αυτό το σκοπό τον αόριστο του “γίνομαι”. Γι΄ αυτό η Γραμματική Τζαρτζάνου της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης γράφει ότι αόριστος του “ειμί” (=”είμαι”) είναι το “εγενόμην” (= “έγινα” ή “υπήρξα” που είναι οι αόριστοι χρόνοι του “γίγνομαι” ή του “υπάρχω” αντίστοιχα). Κάπως σαν το “είμαι” να υιοθετεί ως αόριστό του τον αόριστο του “γίνομαι”. Η Νεοελληνική Γραμματική Τριανταφυλλίδη δεν αναφέρει τέτοια υιοθεσία και σ΄ αυτό διαφέρει συγκριτικά με την αρχαία σα να αφήνει το “είμαι” άτεκνο στον αόριστό του. Ουσιαστικά, ωστόσο, το “έγινα” χρησιμοποιείται ως αόριστος του “είμαι”, όσο το αρχαίο “εγενόμην” ως αόριστος του “ειμί”.

Το “υπάρχω” εννοεί περίπου το ίδιο, αλλά όχι ακριβώς. Αν και δεν είναι ρήμα συνδετικό στον ενεστώτα, μπορεί να είναι στον αόριστο. Δεν έχει νόημα να πω: “Υπάρχω στρατιώτης”, αλλά λέω ότι “υπήρξα στρατιώτης από τότε ως τότε”. Το “υπήρξα” που μπορεί να χρησιμοποιείται κι αυτό ως αόριστος του “είμαι”, σημαίνει μια ύπαρξη που ήταν παγιωμένη για ένα διάστημα. Το “γίνομαι” από την άλλη σημαίνει μια διαδικασία διαρκούς αλλαγής, ενώ το “υπάρχω”, όπως και το “είμαι” υποδηλώνουν παγιωμένη κατάσταση.

Από τα τρία ρήματα, το “είμαι” δηλώνει τη μοναδικότητα της μίας, παρούσας, στιγμής, γι΄ αυτό είναι εκείνο που αναφέρεται πρώτιστα στο παρόν και χρησιμοποιείται σαν βοηθητικό, συνοδεύοντας άλλα ρήματα για πιο σύνθετους χρόνους, όπως είναι οι συντελεσμένοι. Για παρόμοιο σκοπό χρησιμεύουν και το “έχω” και το “θέλω να” (που συντέμνεται σε “θε-να και θα”). Ενώ το “είμαι” εκφράζει το νοητό Εγώ, το “έχω” εκφράζει το αισθητό Εγώ και το “θέλω” το κοινωνικό Εγώ (Είμαι, έχω, θέλω, dimitrissideris.wordpress.com). “Είμαι ό,τι έχω” (J.P.Sartre). Η πλήρης πρόταση θα ήταν “Εγώ ο αισθητός είμαι ό,τι Εγώ ο νοητός έχω”. Προφανώς, ό,τι έχω αποκτήθηκε πριν από τώρα και αναφέρεται στο παρελθόν. Ό,τι έχω αποκτήσει είναι αισθητό από το περιβάλλον μου και γι΄ αυτό αναφέρεται στο αισθητό Εγώ. Μπορούμε επίσης να πούμε “είμαι ό,τι θέλω”, δηλαδή “Εγώ ο κοινωνικός είμαι ό,τι Εγώ ο νοητός θέλω” στο μέλλον. Τελικά, Εγώ είμαι ο υπάρχων (ων), ο έχων και ο θέλων. Όλα μαζί σημαίνουν είμαι.

Ο ΑΣΩΤΟΣ ΙΟΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 10 Ιουνίου 2021

Για να διασκεδάσουμε λίγο στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, δανείστηκα την ιδέα από τον Πόλεμο των Κόσμων του H. G. Wells, που έγραψε αριστουργήματα επιστημονικής φαντασίας, αλλά και από γνωστή ιστορία της θρησκευτικής παιδείας μας.

Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν ήταν ένας ιός. Ήθελε να εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο και να διασκεδάσει. Ξόδεψε την οικονομία όλου του κόσμου, πλούτισε κάποιες βιομηχανίες που αρνιόνταν να εκχωρήσουν την πατέντα των φαρμάκων τους, τελικά ηττήθηκε και επέστρεψε ταπεινωμένος κάτω από τον έλεγχο εκείνων που έπρεπε. Ο Μεγάλος Αδελφός του που έβλεπε να ξοδεύεται, για χάρη του άσωτου ιού, το βιος που θεωρούσε δικό του παραπονέθηκε, αλλά δεν του πέρασε. Από τότε ο ιός έμεινε τιθασευμένος σαν μια κοινή ενόχληση, όπως τόσες άλλες. Πρώτο παραμύθι.

Το δεύτερο είναι με UFO. Ενώ οι άνθρωποι αλληλοσκοτώνονται, εμφανίζονται παράξενα όντα από τον ουρανό. Είναι αμείλικτα. Καταστρέφουν τα πάντα στο διάβα τους. Οι άνθρωποι τα πυροβολούν, αλλά αυτά είναι άτρωτα. Ανταποδίδουν με μια ματιά τους και οι στρατοί εξαχνώνονται. Κάποιοι με ηρωικές προσπάθειες και αυτοθυσία καταφέρνουν, γράφει ο Γουέλς, να πάρουν δείγμα του αίματός τους. Οι επιστήμονες το αναλύουν. Προχωρούν στα πειράματά τους, αλλά άδικος κόπος. Ο πανικός έχει καταλάβει όλο τον κόσμο. Τρέχουν να φύγουν, αλλά να πάνε πού; Τίποτε δεν τους συγκρατεί. Στον πανικό τους ποδοπατούν όποιον βρουν μπροστά τους, και τους επιστήμονες, και τελικά αυτοί οι πανικόβλητοι γίνονται πιο επικίνδυνοι ακόμη και από τα UFO. Και τα UFO επεκτείνονται. Κυριεύουν γοργά έναν έναν όλους τους ανθρώπινους τόπους. Η επιστήμη έχει σηκώσει ψηλά τα χέρια. Το ίδιο και οι στρατιωτικοί. Το ίδιο και οι πολιτικοί. Έχει εξανεμισθεί κάθε ελπίδα. Και, ξαφνικά, όταν πια φαίνεται πως τελειώνουν τα πάντα, αρχίζουν να παραλύουν τα εξωγήινα φοβερά όντα και να πεθαίνουν. Τελικά δεν μένει ούτε ένα ζωντανό. Οι άνθρωποι, ιδίως οι επιστήμονες, αρχίζουν να αναθαρρύνουν και κάνουν νεκροτομές. Και τι λέτε ανακαλύπτουν; Το σώμα τους έχει κατακλυσθεί από άσωτους ιούς σαν του προηγούμενου παραμυθιού. Στον τόπο τους οι UFO είχαν απαλλαγεί από κάθε νοσογόνο οργανισμό και έτσι είχαν χάσει κάθε ανοσία που εγκαταλείπει το πέρασμα των ιών. Και μόλις ήλθαν σε επαφή με το πρωτόγονο γήινο RNA δεν μπόρεσαν να αντέξουν. “Πάντα ν σοφί ποίησας, Κύριε“, τραγουδά ο 103ος ψαλμός.

Υπάρχει λοιπόν κάτι που θέλω να πω; Ναι. Πρέπει να πάψουμε να σκεφτόμαστε με αποκλειστικά ανθρωποκεντρικό τρόπο. Η ύπαρξή μας, ξεκίνησε από τη δημιουργία ιών από την ανόργανη ύλη. Και προχώρησε ώσπου έφθασε στο σημείο να κατακτά τον εαυτό της, να χειραφετείται, ή να νομίζει πως χειραφετήθηκε, και να αναρωτιέται για την ύπαρξή της. Ωστόσο, η ζωή δεν έπαψε ποτέ να είναι κάτι το ενιαίο. Δεν υπάρχει ζωή χωρίς θάνατο. Κάθε ζωντανό ον, φυτό, ζώο, πρωτόζωο, ιός, τρέφεται και διατηρείται στη ζωή αφαιρώντας ζωή από άλλο ή καταναλώνοντας προϊόντα του. Τα ζώα τρέφονται από φυτά ή από άλλα ζώα και καταναλώνοντας οξυγόνο, που παράγουν τα φυτά, ενώ εγκαταλείπουν άχρηστη γι΄ αυτά κοπριά και διοξείδιο του άνθρακα. Τα φυτά με τη σειρά τους τρέφονται από την κοπριά των ζώων και καταναλώνοντας διοξείδιο του άνθρακα, ενώ παράγουν το περιττό γι΄ αυτά οξυγόνο. Τα μικρόβια τρέφονται τρώγοντας ιούς, τα μικρούλικα ζωντανά τρέφονται από μικρόβια κλπ. Σε όλη αυτή την αλυσίδα, κάθε ζωική ύπαρξη μεριμνά για τη συντήρησή της, αλλά, τελικά, κι αυτός είναι ο πιο αναπόδραστος νόμος της ζωής, θα πεθάνει. Το σώμα της θα αφομοιωθεί με το περιβάλλον, θα γίνει κοπριά, για να βοηθήσει στη συνέχιση της ζωής. Ή και η ζωή θα συνεχισθεί προξενώντας το θάνατο. Η ουσία είναι να προλάβει να αφήσει απογόνους της που θα είναι ακριβή αντίγραφά της. Που κι αυτά, πού και πού, θα παρεκκλίνουν, θα αποτελούν μικροσφάλματα στην αντιγραφή. Κάθε σφάλμα έχει βαρύ τίμημα, διότι, έτσι μισερό καθώς είναι, δεν αντέχει και γίνεται τροφή της γήινης ζωής πριν αφήσει αντίγραφά του. Και υπάρχουν οι εξαιρετικά σπάνιες πιθανότητες κάποιο από τα λανθασμένα αντίγραφα να τύχει να είναι ισχυρότερο, πιο εύκολα προσαρμόσιμο στο περιβάλλον του, πιο ανθεκτικό. Θα αφήσει τα δικά του αντίγραφα. Κι αυτό είναι το μυστικό στην εξέλιξη της ζωής πάνω στον πλανήτη μας. Όλα αυτά έγιναν στο παρελθόν μέσα στην ιστορία της ζωής που είναι μερικά δισεκατομμύρια χρόνια.

Στο μεταξύ κάθε ζωική ύπαρξη, κάθε στιγμή και σε όποιο σημείο κι αν βρίσκεται αντιμετωπίζει προκλήσεις από φυσικούς παράγοντες, όπως είναι η ζέστη, το κρύο, η ξηρασία, η πλημμύρα, ο καταποντισμός κοκ, αλλά και ζωντανούς παράγοντες, από ιούς αόρατους για τις φωτεινές ακτίνες ως πελώριους σαν τους θρυλικούς δεινόσαυρους που έζησαν πριν μας επισκεφθεί ένας τερατώδης αστρόλιθος πριν από 70 εκατομμύρια χρόνια. Τέτοιες προσβολές δεχόμαστε κάθε στιγμή, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. Και κάθε στιγμή που επιβιώνομε, εφόσον επιβιώνομε, είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι για να αντιμετωπίσουμε την επόμενη πρόκληση.

Όλα αυτά γίνονταν αυτόματα, ερήμην των ανθρώπων. Και τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Η ανάπτυξη της άμυνάς μας που γινόταν χωρίς να το καταλαβαίνουμε, σαν είδος ανοσίας, άρχισε να γίνεται σκόπιμα. Από τη στιγμή που για πρώτη φορά εφαρμόσθηκε ο δαμαλισμός, ως τις μέρες μας, όταν μέσα σε λίγους μόνο μήνες παρασκευάστηκαν πολλαπλά εμβόλια κατά του κορωνοϊού και των μεταλλάξεών του, οι άνθρωποι φροντίζομε να προστατευόμαστε από τους μικροσκοπικούς έμβιους εχθρούς μας. Και μάλιστα όχι μόνο σκοτώνοντάς τους όταν μας προσβάλουν, όπως γίνεται με τα αντιβιοτικά, αλλά αυξάνοντας τις αντιστάσεις μας, χωρίς να τους σκοτώνουμε έξω από εμάς. Για την ιστορία, θυμίζω ότι ήταν ο Edward Jenner που το 1798 καθιέρωσε το δαμαλισμό, που κατέληξε στην εκρίζωση της νόσου από όλο τον πλανήτη, αλλά ήδη από το 1701 ο Έλληνας γιατρός Εμμανουήλ Τιμόνης τον εφάρμοζε στην Οθωμανική αυτοκρατορία.

Έτσι κι αλλιώς πρέπει να συμβιβαστούμε με τη σκέψη του αναπόδραστου τέλους μας, εφόσον ζούμε. Και με τη σκέψη της προσπάθειάς μας για την όσο γίνεται αναβολή του, όσο διατηρούμε τη βούληση να το κάνουμε. Και με τη σκέψη πως, ό,τι κι αν κάνουμε, δεν πρέπει να στρέφεται ενάντια στη συνολική ζωή πάνω σ΄ ολόκληρο τον ωραίο πλανήτη μας. Κι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία σήμερα, όταν μέσα σε λίγες δεκαετίες έχουν αφανισθεί μυριάδες είδη φυτών και ζώων από δικές μας ενέργειες. Χωρίς τη Zωή γενικά ούτε εμείς επιβιώνομε.