ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideriswordpress.com

Κοινή Γνώμη, 16 Ιουνίου 2020

Ρατσισμός είναι η αντίληψη ότι οι άνθρωποι δεν είναι όλοι ίσοι μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται σε ανώτερους και κατώτερους, διακρινόμενοι είτε από το χρώμα του δέρματος, την εθνικότητα, τη θρησκεία, το φύλο, είτε από τον σεξουαλικό προσανατολισμό κλπ. Γενικότερα, όποτε παίρνω μια απόφαση για κάποιον ή κάποιους που δεν στηρίζεται στο τι κάνουν, αλλά σε ποια ομάδα ανήκουν, αυτό είναι προκατάληψη, ένα είδος ρατσισμού.

Οι άνθρωποι όμως διαφέρουν ο ένας από τον άλλον, δεν υπάρχει άλλος με τα ίδια δακτυλικά αποτυπώματα ή το ίδιο DNA με εμένα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ανισότητα. Μπορώ να νικήσω τον πρωταθλητή του σκακιού και τον πρωταθλητή της πυγμαχίας: Το σκακιστή στην πυγμαχία και τον πυγμάχο στο σκάκι. Το ξαναϋπογραμίζω. Ποικιλότητα δεν σημαίνει ανισότητα. Κανένα κομμάτι σε ένα παζλ δεν είναι ίδιο με άλλο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτά είναι άνισα. Οποιοδήποτε από αυτά και αν λείπει, το παζλ δεν ολοκληρώνεται.  Όμως ο άνθρωπος είναι πολιτικό ζώο, μαζί αγελαίο και κοινωνικό. Εντάσσεται σε μια κοινωνία, που είναι η δική του. Η ελευθερία της βούλησης είναι δεδομένη μέσα στο απόλυτο άβατο του νοητού Εγώ μου. Κανένας δεν μπορεί να μου επιβάλει άμεσα τι θέλω. Ωστόσο, η βούλησή μου, μπορεί να είναι αυτόνομη, μια ταλάντωση (π.χ. περιοδικά πεινάω, διψάω, θέλω να κάνω έρωτα κλπ), αλλά μπορεί να κατευθύνεται από εξωτερικά ερεθίσματα. Αν πριν πεινάσω μου παρουσιασθεί ένα νόστιμο έδεσμα, ανοίγει η όρεξή μου να φάω και αν, πριν αισθανθώ την ανάγκη να κάνω έρωτα, βρεθώ μπροστά σε ένα προκλητικό γυμνό, ερεθίζομαι. Γι΄ αυτό ο Αριστοτέλης διέκρινε τη βούληση σε προαίρεση και όρεξη. Το σωματικό, αισθητό από όλους, Εγώ μου, παρουσιάζει περισσότερες δυσκολίες να ορισθεί. Αρχικά εγώ είμαι ότι περιέχεται μέσα στο δέρμα μου. Όμως είμαι εγώ και τα στεντ στα στεφανιαία αγγεία μου; ο βηματοδότης στην καρδιά μου; η τεχνητή οδοντοστοιχία μου; Αλλά και έξω από το δέρμα μου, είμαι εγώ το ξύλινο ποδάρι μου, καθώς είμαι ακρωτηριασμένος; και η οδοντόβουρτσά μου; και το σπίτι μου; και το χωράφι μου; και η πατρίδα μου; Οτιδήποτε από αυτά κι αν χάσω, υποφέρω, μπορεί και να πεθάνω. Είμαι εγώ οτιδήποτε προσαρτάται στην κτητική αντωνυμία “μου”; Ως άνθρωπος είμαι αγελαίο και κοινωνικό ζώο. Δεν αρκούμαι να προσαρμόζομαι στο περιβάλλον μου, αλλά προχωρώ και να το διαμορφώνω προσαρμόζοντάς το στη βούλησή μου. Το τι έχω και το τι θέλω έρχονται σε αντίθεση με το άλογο και το έλλογο περιβάλλον μου, αν ό,τι  έχω και ό,τι  θέλω το διεκδικούν και άλλοι. Πρέπει λοιπόν να τα υπερασπισθώ. Για να τα υπερασπισθώ, συνασπίζομαι με άλλους που έχουν κοινά με εμένα συμφέροντα εναντίον των άλλων που τα διεκδικούν. Έτσι προκύπτουν οι κοινωνικές συγκρούσεις.

Όμως οι σχέσεις μου με τους άλλους δεν είναι μόνο συγκρουσιακές. Είναι και μιμητικές και συμπληρωματικές. Ζήσαμε μια περίοδο όπου μια κυρίαρχη δύναμη επέβαλε τον ίσως πιο μεγάλο ρατσισμό στην ιστορία, όταν αρκούσε να είσαι Εβραίος, κομμουνιστής ή τσιγγάνος για να οδηγηθείς σε στρατόπεδα εξόντωσης, ανεξάρτητα από το τι έχεις κάνει. Αυτή η περίοδος ντροπής για όλη την ανθρωπότητα έπεσε, ο ρατσισμός υποχώρησε, αλλά αρχίζει πάλι να μεγαλώνει. Οι Έλληνες στην αρχαιότητα ήμαστε ρατσιστές. Πας μη Έλλην βάρβαρος. Υποχώρησε ο ρατσισμός με το μεγάλο πολιτικό (το ξεχνάμε αυτό μπροστά στην απαράμιλλη στρατηγική αξιοσύνη του), τον Αλέξανδρο, που δέχθηκε ισότητα Ελλήνων και βαρβάρων, αν και διακήρυξε πως τιμώρησε τους Πέρσες για ό,τι κακό είχαν κάνει στους Έλληνες. Και έκτοτε ζήσαμε πολυπολιτισμικά με πλήρη ανοχή της διαφορετικότητας, ως Έλληνες, Ρωμαίοι, Βυζαντινοί, υπήκοοι Οθωμανοί. Και να, που προέκυψαν έκτοτε Μεγάλες Ιδέες με τα πιο μεγάλα καταστροφικά αποτελέσματα για τον Ελληνισμό. Και σήμερα μια αυξανόμενη ξενοφοβία. Διαβάζω π.χ. “Νιγηριανός βίασε και σκότωσε ένα κορίτσι”, λες και το σκότωσε επειδή ήταν Νιγηριανός ή λες και αν το είχε σκοτώσει Έλληνας (που κι αυτό συμβαίνει) θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα. 

Ο ρατσισμός προκύπτει από μια φοβία μπροστά στο διαφορετικό. Τη στιγμή που γεννιόμαστε τα πάντα γύρω μας είναι διαφορετικά από εμάς. Αλλά αμέσως αρχίζει η διαδικασία σχηματισμού εξαρτημένων αντανακλαστικών για τα πάντα που συμβαίνουν γύρω μας πιο συχνά σα ζευγάρια γεγονότων. Η αστραπή με τη βροντή, η θέα της τροφής με τη γεύση της που ακολουθεί κλπ. Μ΄ αυτό τον τρόπο προσαρμοζόμαστε στα πιο συχνά από τα γεγονότα που προκύπτουν γύρω μας. Μας μένει ο φόβος μπροστά σε δύο κυρίως στοιχεία: το σκοτάδι, όταν δεν μπορούμε να δεχθούμε οπτικά ερεθίσματα και στα σπάνια ερεθίσματα που είναι διαφορετικά από ό,τι έχομε συνηθίσει, με τα οποία δεν έχομε αναπτύξει εξαρτημένα αντανακλαστικά.

Όταν πρωτοπήγα στο Λονδίνο νέος, για πρώτη φορά είδα από κοντά νέγρο, τον εισπράκτορα του λεωφορείου. Δίνοντάς μου το εισιτήριο άγγιξε το χέρι μου. Κι ένοιωσα, εντελώς παράλογα, μια δυσάρεστη ανατριχίλα. Λίγο αργότερα, στο νοσοκομείο που εργαζόμουν είδα ένα μαύρο φοιτητή από την Αμερική. Ήταν πολύ καλλιεργημένος, κάναμε ωραίες συζητήσεις. Όταν έφευγε αγκαλιαστήκαμε και φιληθήκαμε. Ο υποσυνείδητος ρατσισμός μου είχε ιαθεί.

Η διαφορετικότητα υπάρχει με το καινούργιο, μπορεί να οδηγήσει σε μίμηση, αν αναγνωρίζουμε κάποια ανωτερότητα του άλλου, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα. Εγκαταλείπομε τη φουστανέλα και τη βράκα για τα παντελόνια της Φραγκιάς, επειδή θαυμάζομε την ανωτερότητα της Δύσης. Ακολουθούμε τη μόδα. Μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση. Μπορεί όμως να οδηγήσει σε συμπληρωματικότητα. Μαθαίνω εγώ από τον ξένο ό,τι καλό θεωρώ πως έχει, κι αυτός αντίστοιχα από εμένα. Ένα είδος εμπορικής ανταλλαγής σε άυλες αξίες. Από τέτοιου είδους ανταλλαγές προκύπτει κυρίως η πνευματική, αλλά και η υλική πρόοδος. Είναι υγιές να είμαστε υπερήφανοι για ό,τι είμαστε. Δεν είναι υγιές να θεωρούμε ότι είμαστε ανώτεροι (ούτε κατώτεροι) από άλλους. Το ότι άλλοι λαοί υστερούν σε ποικίλα επιτεύγματα δεν οφείλεται στο ότι είναι κατώτεροι, αλλά στο ότι δεν έζησαν στις ίδιες συνθήκες με εμάς. Η πραγματικά υγιής στάση μας απαιτεί και να ντρεπόμαστε για ό,τι επονείδιστο έχομε κάνει, οι πρόγονοι και σύγχρονοί μας με τους οποίους αναγνωρίζομε πως είμαστε ένα έθνος. Σ΄ αυτό συνήθως υστερούμε, δεν το μαθαίνομε στο σχολείο κι ούτε έχομε ισχυρό κίνητρο να το αναζητήσουμε οι ίδιοι. Έχω αυτοπεποίθηση. Δεν φοβάμαι μήπως αλωθώ από τους ξένους, ώστε προκαταβολικά να αμύνομαι. Αντίθετα τους δέχομαι, ανταλλάσσω μαζί τους τα αναγκαία και γίνομαι καλύτερος. Κάνοντάς τους και αυτούς καλύτερους και πιο ικανοποιημένους με εμένα.

ΠΩΣ ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, Dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 13 Μαΐου 2020

Πώς σκέφτονται οι περισσότεροι;  Ή, πώς σκεφτόμαστε τις περισσότερες φορές όλοι μας; O αστροφυσικός Neilde Grasse Tyson ανέλυσε το πρόβλημα, σε μια διάλεξη αρχίζοντας από μια προσωπική ιστορία. Προσκάλεσε την αδελφούλα του 4 χρόνια νεότερη, να φάνε έξω και να διαλέξει. «Τι επιλογές έχω;» ρώτησε εκείνη. Μα μια τέτοια σκέψη είναι εκείνη των ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής, σχολίασε ο ομιλητής. Και συνέχισε. Δύο υποψήφιοι για μια θέση αντιμετώπισαν την καθιερωμένη συνέντευξη. Ρωτήθηκαν. «Αυτός ο ουρανοξύστης απέναντι, τι ύψος έχει;» «Είμαι αρχιτέκτονας και το ξέρω. Είναι 152 μέτρα!», είπε ο ένας. Ο άλλος απάντησε: «Δεν ξέρω, αλλά περιμένετε λίγο». Βγήκε έξω στον ήλιο, μέτρησε τη σκιά του ουρανοξύστη και το μήκος της δικιάς του σκιάς, καθώς ήξερε πως αυτός ήταν 1,71 μέτρα και από τους νόμους της ομοιότητας, σαν το Θαλή, υπολόγισε. «Είναι γύρω στα 150 μέτρα» απάντησε.

Ο ένας τρόπος να σκεφτόμαστε είναι ο γνήσιος πρωτότυπος τρόπος, με τον οποίον εκφράζομε τις ανάγκες, τις επιθυμίες, τις κρίσεις μας. Ο άλλος είναι να επιλέγουμε μεταξύ διαφόρων λύσεων που μας επιβάλλονται απέξω, ή που από μόνοι μας έχομε συνηθίσει να επιβάλλουμε στον εαυτό μας. Αυτός ο άλλος τρόπος επιτυγχάνεται έντεχνα ως πλύση εγκεφάλου με την παιδεία που αποκτούμε κυρίως στο σχολείο. Είπα σε ένα διορθωτή των πανελλήνιων εξετάσεων: «Μα αυτός έγραψε άριστα, γιατί δεν του έβαλες 20;» «Μα αν βάλω σ΄ αυτόν 20, τι θα βάλω στον άλλο που έγραψε ακριβώς όπως τα γράφει το βιβλίο;» Η παιδεία μας μου φαίνεται σα να διαμορφώνει το πνεύμα μας σε ένα είδος μοναρχίας, όπου η σωστή απάντηση είναι μία, αυτή που γράφει το σχολικό βιβλίο, ο τυφλοσούρτης. Εκ των υστέρων βλέπομε τα ανεπιθύμητα αποτελέσματα και διαμαρτυρόμαστε που οι μαθητές μας γίνονται παπαγάλοι. Πιο προηγμένοι λαοί διαμορφώνουν το πνεύμα των μαθητών τους σε ένα είδος ολιγαρχίας, με ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, σαν την αδελφούλα του Tyson. Και οι δυο τύποι σκέψης, λιγότερο η δεύτερη, έχουν το στοιχείο του περιορισμού της σκέψης, όπως γίνεται με την πλύση εγκεφάλου. Η πρωτότυπη σκέψη, σαν του δεύτερου υποψηφίου που ανακάλυψε το ύψος του ουρανοξύστη και περισσότερο, σαν του Θαλή που πρωτοεφάρμοσε τη μέθοδο αφήνοντας άναυδους τους δασκάλους του στην Αίγυπτο, είναι σπάνια. Αδέσμευτη σκέψη σαν της δημοκρατίας.

Συνήθως η συμπεριφορά μας, αντί να υπαγορεύεται από τα ερεθίσματα που δεχόμαστε και τους σκοπούς που έχομε δημιουργήσει από μόνοι μας, εκφράζεται όπως απαιτεί ο κοινωνικός περίγυρός μας. Αλλιώς θα υπάρξει κοινωνική αποδοκιμασία, σε ακραίες περιπτώσεις, με τη μορφή αποβολής, αναθέματος, φυλάκισης ή και εκτέλεσης. Φοβόμαστε την πρωτότυπη δική μας σκέψη. Τι θα πει ο κόσμος;   

Εδώ και λίγα χρόνια στα κείμενα που δημοσιεύω εκφράζω δικές μου σκέψεις. Ήμουν εξαιρετικά επιφυλακτικός αρχικά. Μήπως λέω ανοησίες; Δεν αποκλείεται. Ωστόσο, άρχισα να μελετώ φιλοσοφία, ιστορία κλπ. Και ανακάλυψα πως τις δικές μου σκέψεις τις είχαν κάνει άλλοι πριν από μένα. Ηρέμησα, αν και απογοητεύτηκα, αφού έχασα την πρωτοτυπία. Όχι πλήρως όμως. Αφού έφτασα στα συμπεράσματα άλλων, σοφών, ακολουθώντας διαφορετικούς δρόμους και όχι αντιγράφοντάς τους, η πορεία της σκέψης μου διατηρούσε ίχνη πρωτοτυπίας.

Συχνά προπαγανδίζω τη φωνητική γραφή, όπου κάθε προφερόμενος φθόγγος έχει ένα μόνο τρόπο να γραφεί και κάθε γραπτό σύμβολο (γράμμα) δεν προφέρεται παρά με ένα μόνο τρόπο. Συνάντησα από τη μέγιστη πλειονότητα όσων το άκουσαν (ελάχιστες εξαιρέσεις) αποδοκιμασία, από την πλήρη αποσιώπηση ως τη λοιδωρία. Αναγκάσθηκα πέρα από τα λογικά επιχειρήματα (είναι το απλούστατο δυνατό γραπτό εργαλείο της γλώσσας, εξαφάνιση της ανορθογραφίας από τους αποφοίτους της 1ης δημοτικού κλπ) να επιστρατεύσω και άλλα. «Πού αλλού ισχύει αυτό;» Ίσχυε λοιπόν η φωνητική γραφή στην κλασική περίοδο στους αρχαίους προγόνους μας, που είναι δύσκολο να τους προσβάλει κάποιος. Λάθος! Το σωστό επιχείρημα δεν είναι η μίμησή τους, αλλά εκείνο που έπεισε εκείνους και που πείθει και μένα. Και πάλι δεν πείθω. Η πρωτοτυπία τρομάζει όχι μόνο σαν κάτι άγνωστο, αλλά και κατά κάποιον τρόπο αισθητικά, αφού το καλλιτεχνικό αισθητήριό μας έχει διαμορφωθεί από τις συνήθειές μας, την πλύση εγκεφάλου που έχομε υποστεί.

Για το θέμα της αποστήθισης έχω προπαγανδίσει τις εξετάσεις με ανοιχτό βιβλίο. Απαιτoύν οι ερωτήσεις στις εξετάσεις να μη ζητούν τις απαντήσεις που περιέχονται στο βιβλίο, αλλά κρίσεις πάνω στα θέματα που γράφει το βιβλίο. «Μα, έτσι όλοι θα αντιγράφουν!» είναι η συνηθισμένη αντίρρηση. Κι όμως αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να σταματήσει η αποστήθιση. Η κρίση δεν αντιγράφεται. Κι είναι τόσο απλός τρόπος! Όσο και η φωνητική γραφή.

Η κοινωνία μας είναι γεμάτη διαφθορά. Το διαπιστώνουν όλοι. Και όταν προτείνω το μοναδικό τρόπο να μειωθεί, όλοι τον απωθούν. Διαφθορά υπάρχει αναγκαστικά όπου ισχύει το μέσον (μοναρχία), και η πελατειακή σχέση (ολιγαρχία), όπου για να εκλεγούν οι άρχοντες πουλούν εξυπηρέτηση για ν΄ αγοράσουν ψήφους. Δεν είναι δυνατή η μοναρχία και η ολιγαρχία χωρίς διαφθορά. Σημαντική μείωση της διαφθοράς υπάρχει μόνο αν εξοβελισθούν μέσον και πελατειακή σχέση. Κι αυτό είναι δυνατό μόνο στη δημοκρατία, που, κατά τον Αριστοτέλη, σημαίνει ότι οι άρχοντες κληρώνονται (να που για να σας πείσω, επικαλέσθηκα τον Αριστοτέλη. Ο Κλεισθένης δεν επικαλέσθηκε κανέναν όταν διαμόρφωνε τις αρχές της δημοκρατίας). Η διαφθορά μειώνεται όσο βραχύτερη είναι η θητεία του κληρωτού άρχοντα. Στην αρχαία Αθήνα υπεύθυνος των ιερών, των χρημάτων και των αρχείων της πολιτείας κληρωνόταν και άλλαζε κάθε μέρα. Αυτή τη λογική, τόσο απλή και αποτελεσματική όσο και η φωνητική γραφή και οι εξετάσεις με ανοιχτό βιβλίο, την αντικρούουν σχεδόν όλοι εφευρίσκοντας αβάσιμα, έωλα επιχειρήματα. Απλώς η πρωτοτυπία κλονίζει το φράχτη που η μακροχρόνια πλύση εγκεφάλου τους έχει οικοδομήσει.

Βέβαια ενδέχεται να μην έχουν οι άλλοι τις παρωπίδες, αλλά εγώ που εμμένω. Μόνο που ποτέ δεν έχω ακούσει λογικά επιχειρήματα που να απορρίπτουν τις λύσεις που προτείνω. Για παράδειγμα, το μόνο σαφές αντεπιχείρημα που άκουσα για τη φωνητική γραφή ήταν ότι «αυτό που υποστηρίζω είναι ακραία ορθολογικό, αλλά η γλώσσα είναι και πρέπει να μείνει ψυχοσυναισθηματικό ζήτημα». Βέβαια δεν δικαιολογεί γιατί είναι ψυχοσυναισθηματικό και εγώ προτείνω επέμβαση στη γραφή, όχι στη γλώσσα. Το συνηθισμένο επιχείρημα για μια κληρωτή βουλή είναι ότι δεν μπορούν να μας κυβερνούν οι αγράμματοι που ενδέχεται να κληρωθούν. Ξεχνώντας ότι η βουλή δεν κυβερνά. Η κυβέρνηση κυβερνά, η βουλή κρίνει και νομοθετεί με εισήγηση της κυβέρνησης και αντεισήγηση της αντιπολίτευσης.

Μεσότητα, μεσίτης και ταλάντωση

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris@gmail.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 11 Μαΐου 2020

Ο νους μας είναι συνηθισμένος στη σταθερότητα. Σταθερά αντικείμενα μας φαίνονται π.χ. ο Ήλιος και η Γαία. Για τη σκέψη του Πλάτωνα, ο πραγματικός κόσμος είναι ο νοητός, σταθερός, εσαεί άφθαρτος. Για τον Ηράκλειτο όμως τα πάντα αλλάζουν διαρκώς. Ο Πυθαγόρας, βλέποντας την κίνηση των ουράνιων σωμάτων, τη θεώρησε κυκλική, που καταλήγει διαρκώς στο ίδιο σημείο, με σταθερό, ακίνητο κέντρο. Επομένως, τίποτε δεν αλλάζει. Ο συμβιβασμός απόψεων αρχίζει ήδη από τον Αριστοτέλη. Η ουσιαστική διαφορά μεταξύ Πλάτωνα και Ηράκλειτου είναι ότι ο πρώτος σκέφτεται σα να μην υπάρχει χρόνος, ενώ ο δεύτερος ακριβώς το χρόνο βλέπει.

Την αλλαγή με το χρόνο τη φανταζόμαστε συνήθως γραμμική. Όσο περνάει ο καιρός, γεννηθήκαμε, ακατάπαυστα μεγαλώνομε, γερνάμε και κάποτε πεθαίνομε. Η ουσία του χρόνου και της εντροπίας, που αποτελούν μονόδρομο, είναι στο διηνεκές πορεία από την τάξη προς την αταξία και ενισχύει αυτή τη σκέψη μας. Κι όμως, πιο προσεκτική παρατήρηση μας λέει ότι υπάρχει ταυτόχρονα μια αντίστροφη πορεία από την αταξία προς την τάξη. Από το χάος, στους γαλαξίες, που σχηματίζουν πλανητικά συστήματα μέσα στα οποία τα πάντα εξελίσσονται ως τη δημιουργία της ζωής, τελικά του ανθρώπου που αναπτύσσει πνεύμα και οργανώνεται σε κοινωνίες κλπ. Η Φυσική μας δίνει την απάντηση στο εύλογο ερώτημα “πώς είναι δυνατό;” Σε κλειστά συστήματα είναι δυνατό να υπάρχει μείωση της εντροπίας, με τίμημα την αύξησή της στο περιβάλλον του κλειστού συστήματος. Ο συνδυασμός της γραμμικής με την κυκλική κίνηση, οδηγεί στον κοχλία και, με πρότυπο την έλιξη, οδηγήθηκαν στο νοητό κόσμο (Hegel) και στον αισθητό (Marx) στην ελικοειδή κίνηση. Σ΄ αυτήν από μια “θέση” οδηγούμαστε στην “αντίθεση” και από αυτήν στη “σύνθεση”, που είναι η θέση για την επόμενη αντίθεση. Πριν από ένα αιώνα ο Van der Pol είδε την πρόοδο με περιοδικότητα όχι σαν ελικοειδή κίνηση, αλλά σαν ταλάντωση. Η ιδέα του προσαρμόζεται στο ευρύτερο δυνατό πεδίο του κόσμου μας, φυσικό, βιολογικό, ψυχολογικό, κοινωνικό.

Ζωή δεν μπορεί να υπάρξει ούτε σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες ούτε σε πολύ χαμηλές. Για παράδειγμα, οι μικροοργανισμοί μέσα στο νερό πεθαίνουν όταν βράζει και όταν παγώνει. Απαιτούν ένα “άριστο” μια Αριστοτελική μεσότητα, που για τις δικές μας συνθήκες είναι γύρω στους 37ο C. Η άριστη αρετή δεν είναι ούτε το υπέρμετρο θάρρος, το άφρον θράσος, ούτε ο υπέρμετρος φόβος, η δειλία, αλλά η μεσότητα, η σώφρων ανδρεία. Δεν είναι η πολιτεία με τους άτεγκτους νόμους που επιβάλλονται σε οποιαδήποτε λαϊκή βούληση, ο ολοκληρωτισμός, ούτε με την απόλυτη λαϊκή βούληση που επιβάλλεται σε οποιοδήποτε νόμο, η οχλοκρατία, αλλά με την ελεύθερη λαϊκή βούληση στα πλαίσια προαποφασισμένων από το λαό νόμων, η δημοκρατία. Τα ποικίλα χημικά στοιχεία ενώνονται ή απωθούνται μεταξύ τους όταν σ΄ αυτά προστίθεται η έννοια του χρόνου, οπότε δεν μένουν ακίνητα, αλλά πορεύονται, γίνονται ιόντα. Τα αρνητικά ανιόντα απωθούν άλλα ανιόντα, ενώ έλκονται αμοιβαία με τα θετικά κατιόντα. Κι όμως μπορούν όλα αυτά να συνυπάρχουν ειρηνικά μέσα στο νερό. Πώς γίνεται; Το νερό είναι μεσίτης. Το μόριό του αποτελείται από δύο πόλους, έναν αρνητικό και ένα θετικό. Ο θετικός έλκει και κρατά τα ανιόντα στον ένα πόλο του, ο αρνητικός τα κατιόντα στον άλλο και έτσι συνυπάρχουν τα ποικίλα στοιχεία μέσα του χωρίς να συγκρούονται και χωρίς να συγκροτούν αδιάλυτα σώματα που καθιζάνουν.  

Η Αριστοτελική μεσότητα δεν είναι συγκεκριμένη. Δεν είναι ακριβώς το μισό ανάμεσα στο μέγιστο και το ελάχιστο, ούτε και ο μέσος όρος όλων των ενδιάμεσων τιμών. Είναι μια μάλλον ακαθόριστη τιμή ανάμεσα στα άκρα. Οπωσδήποτε είναι στατική, χωρίς να εμπεριέχει την έννοια του χρόνου. Αν εμπλέξουμε το χρόνο, προκύπτει μια ταλάντωση μεταξύ των άκρων. Κι αυτή είναι που συνήθως παρατηρείται σε όλα τα επίπεδα και κάνει τα αδύνατα δυνατά. Μπορεί δηλαδή να έχουμε το καθετί μαζί με το αντίθετό του, χωρίς να αλληλεξουδετερώνονται, αρκεί περιοδικά να διαδέχονται το ένα το άλλο. Πολλές φυσικές αντιθέσεις έτσι παύουν να υπάρχουν. Σε μια κοινωνία, για να διατηρείται η ενότητά της, απαιτείται να υπάρχουν άρχοντες και αρχόμενοι. Οι άρχοντες αποφασίζουν τους νόμους και επιτηρούν την εφαρμογή τους με νόμιμο δικαίωμα, μόνον αυτοί,  να εφαρμόζουν βία. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια από τις απευκταίες καταστάσεις που αναφέρθηκαν ήδη, ολοκληρωτισμό ή οχλοκρατία. Η εναλλαγή κάθε πολίτη σε ρόλο άρχοντα και αρχόμενου, με τον αυτονόητο όρο ότι η θέση του άρχοντα δεν απαιτεί ειδικές γνώσεις και εμπειρία, δίνει διέξοδο σ΄ αυτό το Γόρδιο δεσμό. «Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν ὡς βούλεταἱ  τις» λέει ο Αριστοτέλης, συνδέοντας τη διττή ιδιότητα άρχοντα και αρχομένου με την ελευθερία. Η ταλάντωση είναι ο στατικός μεσίτης στον άξονα του χρόνου. Ό,τι κάνει ο μεσίτης, ο καταλύτης που διευκολύνει την οργάνωση μεταξύ αντιθέτων, κάνει και η ταλάντωση, λαβαίνοντας υπόψη το Χρόνο που διαβαίνει αδιάφορος για ό,τι ωραίο ή άσχημο γίνεται με το πέρασμά του. Είναι σάμπως η ταλάντωση να “ζωντανεύει” την Αριστοτελική μεσότητα.

Η ταλάντωση μας δίνει τη δυνατότητα να προβλέπουμε και να προλαμβάνουμε. Φυσικά, υπάρχουν και τα απρόβλεπτα. Ο Κρόνος (χρόνος) με τη γυναίκα του τη Ρέα (ροή) άλλαζαν τα πάντα. Πλήρης απρόβλεπτη αναρχία. Τους καθαίρεσε όμως ο γιος τους, ο Δίας και έφερε την τάξη. Δεν έπαψε να υπάρχει η διαρκής ροή των γεγονότων με το χρόνο, αλλά τώρα γινόταν με τάξη. Η νύχτα ακολουθούσε τη μέρα κι η μέρα ακολουθούσε τη νύχτα. Κράτησε βέβαια ο μεγάλος θεός για τον εαυτό του το προνόμιο των ιδιοτροπιών του, τον κεραυνό. Αλλά ούτε κι αυτός είναι τυχαίος. Καιροί με καταιγίδες και κεραυνούς εναλλάσσονται με καιρούς γαλήνης. Στη φάση της γαλήνης δε φοβόμαστε. Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται. Αλλά και στη φάση της καταιγίδας μπορούμε να προφυλασσόμαστε, μέσα σε ένα μεταλλικό κλουβί, όπως είναι ο σκελετός της πολυκατοικίας μας, που ο κεραυνός δεν το διαπερνά.

Εμείς οι άνθρωποι, με λόγο και σκοπό, μπορούμε να χαλιναγωγήσουμε τα πάντα, χωρίς να τα καταργήσουμε. Η τάξη στο χρόνο, όπως στην ταλάντωση, επιτρέπει τη συνύπαρξη των αντιθέτων. Η ταλάντωση, έτσι κι αλλιώς υπάρχει. Στη βάση των νόμων της ταλάντωσης χάλασης του Van der Pol, π.χ. οι ανεξέλεγκτες ταλαντώσεις μπορούν να τιθασευτούν με προγραμματισμένες σε μια συχνότητα υψηλότερη από την αυτόματη. Και αυτός ο προγραμματισμός επιτρέπει πρόβλεψη και προστασία.

Δουλειά και εργασία.

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ.καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 9 Ιουνίου 2020

Έργο, λέει η Φυσική, επιτελείται όταν μεταφέρεται μια δύναμη. Και το έργο είναι το θεμέλιο του ό,τι γίνεται στο Σύμπαν. Αποθηκεύεται το έργο που επιτελείται. Ενέργεια είναι η ικανότητα να παράγεται έργο. Θεωρητικά η ενέργεια είναι μηδενική στο απόλυτο μηδέν στη θερμοκρασία των -273 βαθμών, που μπορούμε να την προσπελάσουμε, αλλά δεν μπορούμε ποτέ να τη φθάσουμε. Όλα τα ζωντανά όντα επιτελούν έργο είτε διεγειρόμενα από κάποιο ερέθισμα είτε και αυτόματα, με κάποια ρυθμικότητα, σαν ταλάντωση. Οι άνθρωποι όμως κάνομε και σκόπιμο έργο, χωρίς διέγερση από τον έξω κόσμο και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε ταλάντωση. Έχομε Λόγο κι αυτός επιλέγει το έργο που επιθυμούμε να κάνουμε.

Όταν επιτελούμε ένα έργο, εργαζόμαστε ή δουλεύομε. Στις ξένες γλώσσες που γνωρίζω, δεν γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ εργασίας και δουλειάς. Οι Άγγλοι, π.χ. και τη δουλειά και το έργο και την εργασία, τα εκφράζουν όλα με τη λέξη work. Ας τα δούμε λίγο καλύτερα, μια και έχομε, περηφανεύομαι να πιστεύω, την τελειότερη – όχι απόλυτα τέλεια – γλώσσα στον κόσμο. 

Εκτελούμε έργο, σαν τα άλλα ζώα, αλλά, όπως λέγαμε,  παρακινούμενοι από ένα σκοπό. Όταν ο σκοπός που ικανοποιούμε είναι δικός μας, αυτός που πήγασε από μέσα μας, αυτό είναι εργασία. Όταν είναι ο σκοπός κάποιου άλλου, αυτό είναι δουλειά και η κατάσταση στην οποίαν βρισκόμαστε τότε ονομάζεται δουλεία.

Διάβαζα για τον Van Gogh, που ζωγράφιζε >16 ώρες το 24ωρο και όλοι γύρω του τού φώναζαν: “Κύριε Βαν Γκογκ, πρέπει να δουλέψετε”. Έκανε σωρεία πινάκων, αλλά όσο ζούσε πούλησε μόνον έναν, για ένα ευτελές ποσό. Τον συντηρούσε ο αδελφός του. Τι εννοούσαν όλοι αυτοί πιέζοντας για δουλειά, ανθρώπους που μοχθούσαν για ένα σκοπό; Το έργο που επιτελεί κάποιος, οσοδήποτε κοπιώδες και αν είναι προσφέρει ικανοποίηση καθαυτό, είναι ευχάριστο να εργάζεται κάποιος, εφόσον εξυπηρετεί το δικό του σκοπό. Το ίδιο έργο, αν το κάνει για να ικανοποιεί το σκοπό άλλου είναι δουλειά και είναι συνήθως δυσάρεστο· όποια ικανοποίηση προσφέρει, οφείλεται έμμεσα στην αμοιβή που θα πάρει για το έργο του και όχι άμεσα για το έργο καθαυτό. Η αμοιβή μπορεί να κυμαίνεται από στοιχειώδη διατροφή και στέγαση στους δούλους, ως ένα μυθώδες ποσό που κάνει τον άνθρωπο επώνυμα πάμπλουτο. Η δουλειά, ο υποχρεωτικός μόχθος, οσοδήποτε ανταποδοτική και αν είναι, σπάνια ικανοποιεί τον άνθρωπο. Στην επαγγελματική δουλειά, εκτελούμε έργο που εξυπηρετεί τους σκοπούς του προϊσταμένου εργοδότη αν είναι εξαρτημένη εργασία, του πελάτη, που είναι ο εργοδότης στο “ελεύθερο” επάγγελμα. Αντίθετα, όταν μοχθούμε παράγοντας έργο που εξυπηρετεί το δικό μας σκοπό, ευχαριστιόμαστε άμεσα από την τέλεσή του, είμαστε εραστές έργου, ερασιτέχνες. Το αποτέλεσμα τότε ενδέχεται να ικανοποιεί μόνο τον εαυτό μας, όπως είναι το παιχνίδι. Ενδέχεται όμως να ικανοποιεί και το λαό, το δήμο. Τότε το έργο για το δήμο γίνεται δημιουργία.  Καινοτόμος δημιουργία είναι πιο πιθανό να προκύψει από τις προσπάθειες ενός ερασιτέχνη παρά ενός επαγγελματία. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, να ασχολείται επαγγελματικά κάποιος με το έργο που τυχαίνει και να του αρέσει. “Άντρας: Όσο γνωρίζεις πιο καλά, τόσο αγαπάς πιο πλέρια / Γυναίκα: όσο και πιο πολύ αγαπάς και πιο καλά γνωρίζεις” (Κ. Παλαμάς). Εδώ παίζει τεράστιο ρόλο ο επαγγελματικός προσανατολισμός στους νέους, που πρέπει να διακρίνουν, με τη βοήθεια και των δασκάλων τους, τι είναι αυτό που τους αρέσει και για το οποίο έχουν ιδιαίτερες χαρισματικές ικανότητες είτε από τη φύση τους είτε και από την παιδεία τους. Οι γονείς δεν είναι πάντοτε οι πιο κατάλληλοι για τον επαγγελματικό προσανατολισμό των παιδιών τους, καθώς προέχει στη σκέψη τους πώς θα βγάζουν το ψωμί τους τα παιδιά μάλλον παρά πώς θα απολαμβάνουν την εργασία τους. Από την άλλη, ο νέος όταν έλθει στην ηλικία που πρέπει να προσανατολιστεί επαγγελματικά τις πιο πολλές φορές δεν ξέρει τι ακριβώς θέλει. Σ΄ αυτό ακριβώς είναι που θα βοηθήσει ο εμπνευσμένος δάσκαλος, αν έχει και την κατάλληλη παιδεία.

Η δομή της κοινωνίας απαιτεί επαγγελματισμό των μελών της, υποχρεωτική δουλειά στη βάση κανόνων που ορίζονται από την κοινωνία. Μεταξύ αυτών είναι η σωστή επιλογή του κατάλληλου επαγγελματία για τον αντίστοιχο κοινωνικό ρόλο. Κύριο κριτήριο γι΄ αυτή την επιλογή είναι η εκπαίδευση και η εμπειρία του υποψηφίου για την αντίστοιχη θέση. Χαρακτηρίζεται από την απόλυτη, κατά το δυνατό, κυριαρχία της λογικής. Η ύπαρξη αυτής της κοινωνικής δομής επιτρέπει, έξω από το επαγγελματικό ωράριο των πολιτών, να εξασφαλίζονται ένα ωράριο για τις ανάγκες του αισθητού (φυσικού, σωματικού) Εγώ, που είναι απαραίτητο για τη συντήρηση του ατόμου και τη διατήρηση του είδους, και ένα ωράριο για τους σκοπούς του νοητού Εγώ, στο οποίο μπορεί κάθε άνθρωπος να αυτοπραγματώνεται, να γίνεται ό,τι επιθυμεί να είναι. Σ΄ αυτό το νοητό, ελεύθερο, ωράριο μπορεί να εκδηλώνεται η ερασιτεχνία, που στηρίζεται στη φαντασία. Πολύ συχνά δεν στηρίζεται σε προγενέστερη εκπαίδευση και εμπειρία – κανένας δεν απαιτεί τέτοιες προδιαγραφές. Ο ερασιτέχνης, πολύ συχνά δεν ικανοποιεί παρά μόνο τον εαυτό του, σα να παίζει. Ενδέχεται όμως να ικανοποιεί το δήμο (να δημιουργεί) και σε σπάνιες περιπτώσεις, ίσως πιο συχνά από τον επαγγελματισμό, να δημιουργεί μια πρωτοφανή καινοτομία, μια νέα επιστήμη, μια νέα τέχνη, ακόμη και μια νέα ηθική, που προάγουν ποιοτικά την κοινωνία για πολύ μακρό χρόνο, ίσως για αιώνες.

Τέτοια στάση των ερασιτεχνών συχνά θίγει τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης που, μαζί με τους επαγγελματίες, οσοιδήποτε ανταγωνισμοί κι αν υπάρχουν μεταξύ τους, ενδιαφέρονται να μην αλλάξει το κατεστημένο, αλλά μόνον, καθένας ή κάθε τάξη, να είναι αυτή που άρχει. Αρχίζουν οι διωγμοί κατά των ερασιτεχνών πρωτοπόρων. Κορυφαίο παράδειγμα είναι η ιερά εξέταση από την κρατούσα εκκλησιαστική τάξη που έκαιγε τους αιρετικούς. Από την άλλη, η εφαρμογή της ερασιτεχνίας στο δήμο, ενέχει το συχνό κίνδυνο του τσαρλατανισμού. Μια σωστή επαγγελματική τάξη, κρίνει κάθε ερασιτεχνία και, εφόσον προάγει πραγματικά τη διαβίωση του βίου, την υιοθετεί, την κωδικοποιεί, της προσδίδει τα υποχρεωτικά στοιχεία που απαιτούνται για τη δομή και λειτουργία της κοινωνίας. Προφανώς, με την ύπαρξη γνώσης και πείρας στους επαγγελματίες από τη μια και συμφερόντων για τη διατήρηση της ισχύος από την άλλη, τα επαγγελματικά σωματεία είναι τα αρμόδια για να εισηγηθούν, αλλά ο λαός, ο δήμος, είναι αρμόδιος να αποφασίσει. Αυτός θα ωφεληθεί ή θα βλαφθεί από την όποια δημιουργία.  

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΑΞΗ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Ηπειρωτικός Αγών, 6 Ιουνίου 2020

George Floyd. Αλέξάνδρος Γρηγορόπουλος, Σωτήρης Πέτρουλας, παλιότερα Τάσος Τούσης. Δεν έχουν τελειωμό τα ονόματα στην πατρίδα μας και αλλού. Τι κοινό έχουν; Κάποιο όργανο της τάξης (ή και ολόκληρη το σύστημα της “τάξης”) σκοτώνει κάποιον άοπλο. Ο λαός ξεσηκώνεται, διαδηλώνει, αναστατώνει τον τόπο, καταστρέφει δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις με οχλοκρατικό τρόπο. Τα όργανα της τάξης επεμβαίνουν βίαια για να “αποκαταστήσουν την τάξη”, που τη διαταραχή της αυτά τα ίδια προκάλεσαν. Ο Πρόεδρος όμως δήλωσε ότι δεν θα επιτρέψει να διασαλευθεί η τάξη (δεν άκουσα να αναφέρεται στην απονομή δικαιοσύνης).

Η πολιτεία, η ανθρώπινη κοινωνία, δεν μπορεί να διατηρηθεί χωρίς τάξη. Αυτή όμως δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι σαν το χρήμα. Καθαυτή άχρηστη. Είναι ο καταλύτης που διευκολύνει κύριες λειτουργίες μιας πολιτείας, χωρίς η ίδια να έχει την παραμικρή αξία. Τι να κάνω την τάξη στα πράγματά μου, όταν πράγματα δεν έχω; Τι να τα κάνω τα χρήματα, όταν δεν υπάρχουν αγαθά ή υπηρεσίες να αγοράσω; Η τάξη δεν μπορεί να διατηρηθείχωρίς βία. Αλλά η βία διαταράσσει την τάξη. Πού βρισκόμαστε λοιπόν;

Σε κάθε ανοργάνωτη άθροιση λαού, καθένας έχει ποικίλες δικές του επιθυμίες και δικούς του ποικίλους σκοπούς. Υπάρχουν όμως κάποιες επιθυμίες και σκοποί που είναι κοινοί για όλους, ή τουλάχιστον για την πλειονότητα του λαού. Η ανάδειξη αυτών των κοινών επιθυμιών και σκοπών αποτελεί τη βούληση της ανθρώπινης κοινωνίας. Η κοινωνία έχει μεγάλα πλεονεκτήματα συγκριτικά με την αγελαία άθροιση του λαού, ιδίως για τη δημιουργία αποθηκών με αγαθά που είναι διαθέσιμα για όλους ανεξαιρέτως όταν, από τα ανεξέλεγκτα καπρίτσια της φύσης, του μέλλοντος γενικότερα, έρχονται φάσεις με ένδεια αυτών των αγαθών. Η κοινή βούληση του λαού όπως έχει αναδειχθεί αποτελεί το νόμο. Η τήρηση του νόμου απαιτεί τάξη. Σημαίνει ενταξη των πολιτών σε άρχοντες και αρχόμενους, όπου οι άρχοντες διαθέτουν, μόνοι αυτοί, το δικαίωμα να ασκούν νόμιμη βία. Χρειάζονται επομένως όργανα της τάξης. Η πλειοψηφία του λαού δεν ενοχλείται από το νόμο, αφού εκφράζει την κοινή βούλησή τους. Υπάρχει όμως πάντοτε μια μειοψηφία που η κοινή βούληση δεν είναι η δική τους. Η πειθάρχηση και αυτών στο νόμο είναι απαραίτητη για να διατηρηθεί η ενότητα της κοινωνίας, πρέπει επομένως να υποχρεωθούν να τηρούν το νόμο, έστω και ενάντια στη θέλησή τους, διότι από την τήρηση του και αυτοί, όπως όλοι, θα ωφεληθούν. Η αποστολή των οργάνων της τάξης είναι ακριβώς να εξασφαλίσουν την κοινή βούληση του λαού, ακόμη και όταν η μειοψηφία επιχειρεί βίαια να την εμποδίσει. Σκοπός τους δεν είναι ο αφανισμός της μειοψηφίας.

Κάποιοι σκέφτονται ότι, αν αφανίζαμε τα “κακοποιά” στοιχεία, θα ησυχάζαμε. Αν 5 στους 100 αντιδρούν στη βούληση του 95% και απαλλαγούμε από αυτούς τους 5, από τους 95 που θα μείνουν, πάλι 95% θα θέλουν από κοινού κάτι άλλο που οι άλλοι 5% δεν θα το θέλουν. Αν εξουδετερώσουμε και αυτούς, τελικά κανένας δεν θα μείνει. Θέλω να πω δηλαδή πως η βία που ασκούν τα όργανα της τάξης πρέπει να είναι η ελάχιστη δυνατή, στους ελάχιστους που χρειάζεται για να διατηρείται η αναγκαία κοινωνική τάξη. Ακραία βία, όπως είναι ο φόνος, επιτρέπεται αποκλειστικά μόνον στην άμυνα, όταν ασκείται για αντιμετώπιση βίας παρούσας και άδικης, όταν η μη εφαρμογή της δεν αποσοβεί τη βία, απλώς αλλάζει το θύμα. Αυτές ακριβώς είναι οι αρχές που είναι κανονικά εκπαιδευμένα τα όργανα της τάξης.

Μια ακραία πράξη βίας είναι καταδικαστέα από όπου κι αν προέρχεται. Ο φόνος των θυμάτων της Marvin ή του Αξαρλιάν είναι εξίσου αποτρόπαιος όπως και του 15χρονου Γρηγορόπουλου. Ωστόσο, ο φόνος που διαπράττεται από ένα ειδικά εκπαιδευμένο όργανο της τάξης είναι λιγότερο ανεκτός από εκείνον που διαπράττεται από τον ανοργάνωτο όχλο. Στη δεύτερη περίπτωση έχει κάποια στοιχεία ατυχήματος ή παράπλευρης απώλειας, ενώ στην πρώτη, εγκλήματος από προμελέτη, δολοφονίας, σαν το φόνο του Μπακογιάννη. Στην περίπτωση της διάπραξης φόνου από όργανο της τάξης, ηθικός αυτουργός είναι οι άρχοντες που επέτρεψαν τέτοιου είδους εκπαίδευση στα όργανα της τάξης τους.

Και τώρα γυρίζομε πίσω στο κλειδί όλου του παραπάνω συλλογισμού. Η δικαιοσύνη αξιολογεί τις πράξεις συγκρίνοντάς τες με τον υπάρχοντα νόμο. Πόσο η βούληση των αρχόντων, το Δίκαιο, οι νόμοι, εκφράζουν πραγματικά τη βούληση της κοινωνίας; Πόσο η βούληση των αρχόντων, το Δίκαιο, είναι συμβατή με τη βούληση της κοινωνίας, την Ηθική; Η απάντηση εξαρτάται από το πώς ορίζονται οι εξουσίες, οι άρχοντες. Οι εισηγητές και υλοποιητές των νόμων, η κυβέρνηση (εκτελεστική εξουσία), οφείλει να απαρτίζεται από επαΐοντες με τεκμηριωμένη γνώση και εμπειρία που έχουν επιλεγεί από τον ίδιο το δήμο, τον οργανωμένο σε πολιτεία λαό. Γνώση και πείρα είναι τα απαραίτητα για την εκτέλεση οποιουδήποτε έργου. Οι δικαστές που αξιολογούν αν μια πράξη είναι σύμφωνη με το νόμο ή όχι οφείλουν να είναι γνώστες του νόμου, αλλιώς πώς θα συγκρίνουν την πράξη με το νόμο, αν τον αγνοούν; Η βούληση όμως του λαού μόνον από τον ίδιο το λαό μπορεί να εκφράζεται, όχι από αντιπροσώπους του. Η βούληση δεν προαπαιτεί εξειδικευμένη γνώση. Το ίδιο, η κρίση του εάν μια τεκμηριωμένα παράνομη πράξη έγινε από κάποιον, σύγκριση πράξης με συγκεκριμένο άτομο, μπορεί να εκφράζεται μόνον από τον ίδιο το λαό, που η επικρατούσα τοποθέτησή του ξεχωρίζει περισσότερο από οποιονδήποτε το αληθινό από το ψευδές. Ο φτωχός, ο αγράμματος, ο ταπεινός, επιλεγμένοι με κλήρωση από το σύνολο του λαού, που υποχρεωτικά μετέχει στη διαδικασία, καταλαβαίνουν εξίσου καλά με τον πλούσιο, τον εγγράμματο, τον υψιπετή αν λέω ψέματα ή αλήθεια, με τις ίδιες πιθανότητες σφάλματος, αλλά χωρίς τη μεροληψία που ενέχει αναγκαστικά η διαδικασία της εκλογής των τελευταίων.

Πίσω από την παράνομη βία των οργανωμένων ομάδων κρύβεται κατά κανόνα μια προκατάληψη. Προκατάληψη για το χρώμα του δέρματος, το έθνος, τη θρησκεία, τα φρονήματα, για όλα στα οποία εντάσσομε κάποιον εύκολα και, χάρη στα οποία τον θεωρούμε διαφορετικό από εμάς ή και απειλητικό. Κι αυτό ανεξάρτητα από τις πράξεις του. Όσο υπάρχει προκατάληψη, αρκεί μια ασήμαντη αφορμή για να ξεσπάσει η βία. Αρκεί κάποιο σχολιαρόπαιδο να περιπαίξει τον αστυνομικό ή ένας μαύρος να έχει πλαστογραφήσει ένα 20άρικο. Κι αυτή η αφορμή οδηγεί άμεσα στο φόνο, από το εκπαιδευμένο όργανο της τάξης που είναι ταγμένο να υπερασπίζεται τη ζωή των πολιτών.

ΑΙΤΙΑ ΠΟΛΕΜΩΝ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 4 Ιουνίου 2020

Βία υπάρχει διαρκώς στη φύση. Η συντήρηση κάθε ζώου στηρίζεται στη θανάτωση άλλων όντων. Είτε είναι φυτοφάγα είτε σαρκοβόρα, τα ζώα τρέφονται από άλλα ζωντανά όντα. Το μήλο, το αυγό, είναι ζωντανοί οργανισμοί. Η κατανάλωση τροφής απαιτεί δόντια και νύχια. Κατά κανόνα η βία υπάρχει μεταξύ διαφορετικών ειδών. Στα πλαίσια του ίδιου είδους οι σχέσεις είναι περισσότερο θετικές, ερωτικές ή στοργικές, ζωοπαραγωγές. Η όποια βία σπάνια καταλήγει στη θανάτωση του αντιπάλου. Αυτό στα ζώα που ζουν μονήρη ή αγελαία. Βία στα πλαίσια του ίδιου είδους υπάρχει μόνο στα κοινωνικά ζώα, μέλισσες μυρμήγκια κλπ. Αυτά δεν συλλέγουν μόνο για να χορτάσουν την πείνα τους, αλλά και για να αποθηκεύσουν τρόφιμα για όταν βρεθούν σε ένδεια. Η διαφορά μεταξύ του κινήτρου της πείνας και της δίψας για αποθήκευση είναι ότι η πρώτη κορεννύεται, ενώ η δεύτερη είναι ασίγαστη. Αλλά οι αποθήκες τους με τα κατάλληλα αγαθά γίνονται στόχος άλλων ομοειδών ζώων. Σε ένα παρατεταμένο καύσωνα λιώνουν οι κηρύθρες, το μέλι χύνεται έξω από τις κυψέλες και οι μέλισσες σπεύδουν να το μαζέψουν, αδιάφορο αν είναι από τη δική τους ή ξένη κυψέλη. Ο πόλεμος μεταξύ τους τότε γίνεται εξοντωτικός. Ο άνθρωπος έχει το προνόμιο να επιλέγει πόσο αγελαία και πόσο κοινωνικά θα ζει: Είναι πολιτικό ζώο.

Μπορούμε, λοιπόν, να επιλέξουμε να ζήσουμε χωρίς πολέμους; Κάποιοι πόλεμοι έγιναν για ερωτικούς λόγους, όπως ο Τρωικός, ο πόλεμος Αγγλίας Γαλλίας την εποχή του Λουδοβίκου ΙΓ΄. Βέβαια αυτή ήταν, λένε, η αφορμή· οι αιτίες ήταν άλλες. Άλλοι μεγάλοι πόλεμοι έγιναν εξαφορμής ενός ατυχήματος, όπως η δολοφονία του αρχιδούκα Φερδινάνδου στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όποτε συσσωρεύονται αντιτιθέμενες δυνάμεις, η τριβή και η αδράνειά τους αντιστέκονται στην αλλαγή κατάστασης. Η τριβή είναι μεγαλύτερη στην ακινησία παρά στην κίνηση. Αν όμως η αντίθεση των δυνάμεων έχει οριακή τιμή, τότε αρκεί ένα ελάχιστο ερέθισμα, η αφορμή, για να υπερνικήσει τη σταθερότητα και να εκδηλωθεί η σύγκρουση. Τι αφορμές; Το γόητρο είναι μια απάντηση. Οι αιτίες όμως; Ο Marx ήταν ο πρώτος που επιχείρησε να βρει τον κοινό παρανομαστή σε όλες τις εμφύλιες και μη συρράξεις: Η πάλη των τάξεων. Και δεν υπάρχει σοβαρή αντίρρηση στη θεωρία του, αν και απαιτεί διευκρινίσεις.

Οι άνθρωποι συνασπίζονται σε τάξεις με κοινά συμφέροντα. Καθένας έχει συμφέροντα διαφορετικά από των άλλων, αλλά υπάρχει κάποιο κοινό για κάποιους κι αυτοί συνασπίζονται εναντίον άλλων. Το κοινό στοιχείο μπορεί να είναι έθνος, θρησκεία, οικονομική κατάσταση, τόπος κατοικίας, μια ιδέα κλπ. Αυτό όμως δεν αρκεί. Για να γίνει πόλεμος πρέπει να υπάρχει ιεράρχηση μεταξύ του κοινού στοιχείου κάποιων έναντι του ίδιου κοινού στοιχείου κάποιων άλλων. Εμείς να είμαστε πάνω από τους άλλους, να κυριαρχούμε πάνω τους ή, τουλάχιστον, να μην κυριαρχούν εκείνοι πάνω μας. Χωρίς το αίσθημα κυριαρχίας, πόλεμος δεν γίνεται. Η συλλογική βία στον άνθρωπο γίνεται με επώδυνο περιορισμό ατομικών επιθυμιών για αντιμετώπιση κοινής απειλής.  “Μαζικά κινήματα μπορούν να γεννηθούν και να αναπτυχθούν χωρίς την πίστη σ΄ ένα θεό, ποτέ όμως χωρίς την πίστη σ΄ ένα θανάσιμα μισούμενο διάβολο” (Δ.Σουλιώτης). Αν είχαν προλάβει οι Άγγλοι να συνεννοηθούν (επώδυνα) με τους Ρώσους έγκαιρα, θα είχε αποφευχθεί η συμφωνία Μολότοφ-Ρίμπεντροφ και, πιθανότατα, ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος. Ήμασταν στα πρόθυρα μιας συμφωνίας με την Αλβανία, επώδυνης σαν εκείνη με τη Βόρεια Μακεδονία, αλλά ο πρωτεργάτης της υπουργός αποπέμφθηκε. Αν όμως είχαμε προλάβει, θα είχε αποφευχθεί η Αλβανο-Τουρκική στρατηγική συμμαχία, όπως αποφεύχθηκε με τη Βόρεια Μακεδονία.

Κυριαρχία σημαίνει κατοχή, κτητική σχέση. Ο κτήτορας κάνει ό,τι θέλει το κτήμα του. Το αναγκάζει να υπηρετεί τους δικούς του σκοπούς και μπορεί, σαν πράγμα, να το πουλήσει ή και να το εξοντώσει, όπως σφάζομε και τρώμε ένα ζωντανό ον που, γι΄ αυτό ακριβώς, το αγαπάμε. Από τη στιγμή που υπάρχει το κοινό στοιχείο μεταξύ πολλών, αυτοί αποτελούν τάξη, ιδίως αν υπάρχει κτητική σχέση μεταξύ αυτών και κάποιων άλλων, ως προς αυτό το κοινό στοιχείο.

Μπροστά σε μιαν απειλή τα συναισθήματά μας είναι πολλαπλά, φόβος, αγωνία, πανικός. Αν η απειλή είναι να υπάρξει ένδεια σε ένα απαραίτητο αγαθό, η αντίδρασή μας ποικίλλει. Μπορεί να είναι να μοιραστούμε όλοι τα υπάρχοντα. Όλοι τα αναγκαία, κανένας τα απλώς επιθυμητά, κι έτσι θα τα βγάλουμε πέρα. Μπορεί όμως ο πανικός μας να μας οδηγήσει στο να αποθηκεύσουμε όσα μπορούμε περισσότερα για να εξασφαλίσουμε την ικανοποίηση επιθυμιών μας στερώντας τα αναγκαία από τους άλλους. Σ΄ αυτή την περίπτωση αναμένεται βάσιμα βία. Και τα αποτελέσματα της βίας είναι απρόβλεπτα, έστω και αν υπάρχει σαφής νομιζόμενη υπεροχή του ενός έναντι του άλλου. Η ιστορία μας έχει πολλές νίκες εναντίον υποθετικά ισχυρότερου αντιπάλου. Η ισχύς δεν είναι μόνο ποσοτικό μέγεθος, πόσοι είμαστε και πόσα όπλα έχομε, αλλά και ποιοτικό, πόσο σωστά είμαστε οργανωμένοι. Κι αυτό δεν μετριέται εύκολα. Αυτή τη στιγμή έχουν σωρευθεί στον πλανήτη μας πανίσχυρες αιτίες που μπορούν να τον καταστρέψουν αμετάκλητα. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, επικράτησαν στο μέσο του τρόμου λογικές δυνάμεις που απέτρεψαν τον Γ΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Ως τώρα.  Ήδη τα ατομικά όπλα έχουν διασπαρεί σε πολλούς και το πλήθος αυξάνει τις πιθανότητες να βρεθεί κάποιος λιγότερο λογικός ηγέτης που έχει το δάχτυλό του πάνω στο κουμπί που εξαπολύει τον πόλεμο. Και χωρίς αυτό τον κίνδυνο όμως, η επιταχυνόμενη αλλοίωση της φύσης στον πλανήτη μας, προκαλεί ταχεία εξαφάνιση ειδών, αύξηση της θερμοκρασίας, ακραία καιρικά φαινόμενα. Παμπλανητικές απειλές υπάρχουν, όπως νεοεμφανιζόμενοι ιοί. Κρούεται ο κώδωνας κινδύνου. Η ταχύτατη αντικατάσταση της ανθρώπινης σωματικής, αλλά και πνευματικής, εργασίας από την τεχνολογία, αποτελεί άλλη, ασύλληπτη για την ώρα, απειλή. Αν ο “μισούμενος διάβολος” μετατεθεί σε τέτοιες απειλές, με επώδυνες συμμαχίες όλων, μήπως θα αποφεύγονταν οι διανθρώπινες συγκρούσεις; Χρειάζεται βέβαια περισσότερη ισομοιρία, για να μειωθεί η πιθανότητα κτητικών σχέσεων. Πανανθρώπινος μισούμενος διάβολος είναι ο πυρηνικός κίνδυνος· είναι η οικολογική απειλή με τις συνέπειές της στην υγεία (λοιμοί) και την ύπαρξη όλων, πλουσίων και φτωχών· είναι η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της τεχνολογίας. Όλοι αυτοί οι κίνδυνοι δεν σημαίνουν άρνηση. Σημαίνουν, αντίθετα, να ενωθούμε επιτέλους όλοι οι άνθρωποι σε κοινούς στόχους. Και να δεχθούμε εύλογους περιορισμούς ο καθένας, με αυξανόμενη εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον για μεγάλο πανανθρώπινο όφελος. Μας έχει δοθεί η ελευθερία να επιλέγουμε αν αυτή η δυνατότητα επιλογής μας θα είναι ευλογία ή κατάρα.

ΗΠΑ

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com

Κοινή Γνώμη, 2 Ιουνίου 2020

Θαυμάζω, φοβούμαι, σέβομαι, αλλά δεν αγαπώ τις ΗΠΑ. Θαυμάζω. Έχει το υψηλότερο πολιτιστικό επίπεδο σε όλο τον κόσμο. Τα πνευματικά και υλικά προϊόντα της εκτείνονται παντού και βοηθούν όλο τον κόσμο. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει ωφεληθεί, έστω έμμεσα, από τον Αμερικανικό πολιτισμό. Όποιος είναι απροκατάληπτος το βλέπει σε πρώτη ματιά.

Φοβούμαι. Είναι το ισχυρότερο κράτος στον κόσμο. Υπάρχουν και άλλοι ισχυροί, όσοι διαθέτουν πυρηνικά όπλα. Ακόμη κι ένα κρατίδιο με ατομική βόμβα είναι επίφοβο. Η καταστροφή που μπορεί να προκαλέσει είναι απρόβλεπτη, καθώς μια ατομική έκρηξη θα αποτελέσει πιθανότατα έναυσμα για γενίκευση πυρηνικού πολέμου, από τον οποίον κανένας δεν θα αποφύγει τις ολέθριες συνέπειές του. Φοβούμαι τις ΗΠΑ, ομολογώ, περισσότερο από όσο τα άλλα ισχυρά κράτη. Οι ενέργειές της δείχνουν επιθετικότητα μεγαλύτερη από των άλλων. Διαθέτουν έξω από την επικράτειά τους στρατό και βάσεις περισσότερο από κάθε άλλο κράτος, ενώ π.χ. η Βόρεια Κορέα δεν έχει στρατό έξω από το έδαφός της. Οι ΗΠΑ είναι το πιο επιθετικό σύγχρονο κράτος στον κόσμο, όπως παλιότερα ήταν η Γερμανία, η Αγγλία, η Γαλλία και στην αρχαιότητα η Αθηναϊκή δημοκρατία. Διαθέτουν βάσεις και στην πατρίδα μου. Δεν έχω δει, ως τώρα να βοήθησαν τεκμηριωμένα τα εθνικά μας συμφέροντα, ενώ υπήρξαν περίοδοι που έβλαψαν, όπως στην υποστήριξη ή, έστω, ανοχή, της δικτατορίας και στην τραγωδία της Κύπρου. Ναι, φοβούμαι τις ΗΠΑ. Όμως, θα μπορούσα να ζήσω στις ΗΠΑ, καθώς ο τρόπος ζωής εκεί, ιδιαίτερα οι ελευθερίες που έχουν οι κάτοικοί τους, μου είναι αρκετά οικείος. Δεν θα μπορούσα να ζήσω π.χ. στη Βόρεια Κορέα, όπου, με τα λίγα που ξέρομε, μου φαίνεται πως δεν θα άντεχα.

Σέβομαι σημαίνει ότι πειθαρχώ με θετικά συναισθήματα στην οντότητα, που, έστω και χωρίς να ασκεί βία, διαθέτει τη δυνατότητα να την εφαρμόσει. Αν διατηρώ τα ίδια συναισθήματα όταν ο σεβάσμιος δεν έχει πια εξουσία, τότε η οντότητα έχει κύρος. Τις ΗΠΑ τις σέβομαι, επειδή τις θαυμάζω, αλλά και επειδή τις φοβούμαι. Χωρίς το συνοδό φόβο, το κύρος των ΗΠΑ θα ήταν πολύ μειωμένο.

Πώς πέτυχαν οι ΗΠΑ ισχύ, πολιτισμό, παγκόσμια κυριαρχία; Θα κάνω υποθέσεις, αναπόδεικτες βέβαια. Πρώτα, επειδή είναι μια μεγάλη, πλούσια χώρα. Το έδαφός της διαθέτει σχεδόν ό,τι έχουν ανάγκη. Αγωνίσθηκαν και πέτυχαν. Αγωνίσθηκαν με τα στοιχειά της φύσης, αλλά και με τους ντόπιους τους οποίους σχεδόν εξόντωσαν, με την οπλική υπεροχή τους. Δεύτερο, η γεωγραφία τους είναι τέτοια που απομάκρυνε κάθε ξένο εισβολέα. Αποτίναξαν κάποτε το ζυγό της Αγγλίας που τους δημιούργησε, καθώς στην πλειοψηφία τους ήταν Αγγλοσάξωνες οι άποικοι των ΗΠΑ. Από τότε καμιά ξένη δύναμη δεν πάτησε πόδι στις ΗΠΑ. Τους απείλησαν οι Ιάπωνες, όταν απρόκλητα βύθισαν τον Αμερικανικό στόλο στο Pearl Harbor, αλλά στο έδαφός τους δεν έφθασαν ποτέ.

Ως εδώ μου θυμίζουν τις αρχαίες Αθήνες. Η κάθοδος των Δωριέων παρέκαμψε την Αττική και έτσι ξένος δεν πάτησε στις Αθήνες, που έμειναν μόνες τους να εξελιχθούν. Είχαν βέβαια τον εμφύλιο πόλεμό τους οι ΗΠΑ, όπως είχαν τις εσωτερικές ταραχές τους οι Αθηναίοι, με τον Κύλωνα, τον Πεισίστρατο κλπ. Μόνο που οι Αθηναίοι δεν εξόντωσαν ή υπέταξαν κανένα ντόπιο λαό. Δεν είχαν τέτοιες ενοχές. Όπως στις αρχαίες Αθήνες, με την εξέλιξή τους οι ΗΠΑ, χωρίς εξωτερικές επεμβάσεις, έφθασαν σε ένα καθεστώς που θυμίζει το Αθηναϊκό πρότυπο. Κύρια στοιχεία του είναι η κλήρωση των αρχόντων και η ανεξαρτησία των εξουσιών. Οι τρεις εξουσίες των ΗΠΑ, εκτελεστική, νομοθετική, δικανική είναι πραγματικά σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητες. Συγκρίνετε π.χ. με το δικό μας σύστημα, όπου η κυβέρνηση αποτελείται από το κόμμα που πλειοψηφεί στη βουλή άρα εκτελεστική και νομοθετική εξουσία ταυτίζονται, και οι επικεφαλής των Ανώτατων δικαστηρίων διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, με ταύτιση πάλι εκτελεστικής και δικανικής εξουσίας. Στις ΗΠΑ, η κυβέρνηση δεν έχει την έγκριση των νομοθετικών σωμάτων, και στο κακουργιοδικείο, οι δικαστές κληρώνονται μεταξύ όλων των πολιτών, όπως ακριβώς γινόταν στις αρχαίες Αθήνες. Θυμίζω πως ο Αριστοτέλης θεωρεί την κλήρωση των αρχόντων το ουσιώδες στοιχείο της δημοκρατίας, ενώ η εκλογή τους είναι χαρακτηριστικό της ολιγαρχίας. “Λέγω  δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν“. Βέβαια στις ΗΠΑ τα νομοθετικά σώματα δεν κληρώνονται και αυτή είναι η κύρια διαφορά τους από την Ελληνική αρχαιότητα. Επίσης, οι επικεφαλής του Ανώτατου Δικαστηρίου ορίζονται από τον Πρόεδρο με τη συναίνεση της Γερουσίας. Η δημοκρατία των δύο συστημάτων είναι, πιστεύω, ο κύριος παράγοντας που οδήγησε στην πολιτιστική και κυριαρχική αριστεία και των δύο. Η διαφορά τους, βουλή κληρωμένη από το σύνολο των πολιτών στις Αθήνες, όργανο της οικονομικής ολιγαρχίας στις ΗΠΑ, ευθύνεται, ισχυρίζομαι, για την πολιτιστική διαφορά. Στις ΗΠΑ δόθηκε προτεραιότητα στην ευτυχία, την ευημερία, τις ανάγκες του αισθητού Εγώ, σε βάρος των λοιπών όψεων της προσωπικότητας, έτσι που αναπτύχθηκαν υπερτροφικά οι φυσικές επιστήμες σε βάρος των λοιπών. Αντίθετα, στις αρχαίες Αθήνες, δόθηκε προτεραιότητα στην ευδαιμονία των πολιτών, ανάγκη του νοητού Εγώ, αφού νομοθέτες ήταν το σύνολο των πολιτών και όχι μόνο η οικονομική ολιγαρχία, και η έμφαση συνδεόταν με αρμονική ανάπτυξη φυσικών, κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών και τεχνών.

Δεν αγαπώ τις ΗΠΑ, διότι δεν είμαι αμερικανός. Δεν τις αγαπώ για τους λόγους που ανέφερα, ιδιαίτερα επειδή τις φοβούμαι. Δεν θα ήμουν έτοιμος να προσφέρω τη ζωή μου γι΄αυτό το κράτος. Το ίδιο όμως θα ίσχυε και αν ήμουν αρχαίος  Έλληνας, αλλά όχι Αθηναίος. Δεν θα αγαπούσα την Αθήνα, ιδίως με τη συμπεριφορά της στους Μηλιούς και Μυτιληνιούς, μολονότι θα τη θαύμαζα, θα τη σεβόμουν, και θα επιθυμούσα να ζω στην επικράτειά της, έστω και ως μέτοικος. Εξάλλου η σχεδόν παντοδυναμία που δίνεται στον Πρόεδρο των ΗΠΑ χωρίς την αντίσταση μιας κληρωμένης βουλής, του επιτρέπουν να νιώθει φοβία π.χ. έναντι της Κίνας, έτοιμος να πέσει στην παγίδα του Θουκυδίδη (Πελοποννησιακός πόλεμος λόγω της φοβίας της Σπάρτης). Κι όμως διαθέτει το υπερόπλο εναντίον απειλής κάθε είδους, τη ….χλωρίνη, που χρησιμοποιήθηκε αποτελεσματικά στους δυο παγκόσμιους πολέμους.

Συνοψίζοντας. Ομοιότητες: Ανεξαρτησία εξουσιών, κλήρωση δικαστών, υψηλός πολιτισμός, επιθετικότητα, αλαζονεία. Διαφορές: Εκλογή αντί κλήρωσης νομοθετικών σωμάτων, επιδίωξη ευτυχίας-ευημερίας αντί ευδαιμονίας, ανάπτυξη θετικών επιστημών, αντί αρμονικά όλων των πολιτιστικών πεδίων.  

Η αλαζονεία των Αθηνών, οδήγησε στην καταστροφή. Οι ΗΠΑ, εξίσου αλαζών, ας ευχηθούμε να μην οδηγήσουν στον όλεθρο.