Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com
Ηπειρωτικός Αγών, 6 Ιουνίου 2020
George Floyd. Αλέξάνδρος Γρηγορόπουλος, Σωτήρης Πέτρουλας, παλιότερα Τάσος Τούσης. Δεν έχουν τελειωμό τα ονόματα στην πατρίδα μας και αλλού. Τι κοινό έχουν; Κάποιο όργανο της τάξης (ή και ολόκληρη το σύστημα της “τάξης”) σκοτώνει κάποιον άοπλο. Ο λαός ξεσηκώνεται, διαδηλώνει, αναστατώνει τον τόπο, καταστρέφει δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις με οχλοκρατικό τρόπο. Τα όργανα της τάξης επεμβαίνουν βίαια για να “αποκαταστήσουν την τάξη”, που τη διαταραχή της αυτά τα ίδια προκάλεσαν. Ο Πρόεδρος όμως δήλωσε ότι δεν θα επιτρέψει να διασαλευθεί η τάξη (δεν άκουσα να αναφέρεται στην απονομή δικαιοσύνης).
Η πολιτεία, η ανθρώπινη κοινωνία, δεν μπορεί να διατηρηθεί χωρίς τάξη. Αυτή όμως δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι σαν το χρήμα. Καθαυτή άχρηστη. Είναι ο καταλύτης που διευκολύνει κύριες λειτουργίες μιας πολιτείας, χωρίς η ίδια να έχει την παραμικρή αξία. Τι να κάνω την τάξη στα πράγματά μου, όταν πράγματα δεν έχω; Τι να τα κάνω τα χρήματα, όταν δεν υπάρχουν αγαθά ή υπηρεσίες να αγοράσω; Η τάξη δεν μπορεί να διατηρηθείχωρίς βία. Αλλά η βία διαταράσσει την τάξη. Πού βρισκόμαστε λοιπόν;
Σε κάθε ανοργάνωτη άθροιση λαού, καθένας έχει ποικίλες δικές του επιθυμίες και δικούς του ποικίλους σκοπούς. Υπάρχουν όμως κάποιες επιθυμίες και σκοποί που είναι κοινοί για όλους, ή τουλάχιστον για την πλειονότητα του λαού. Η ανάδειξη αυτών των κοινών επιθυμιών και σκοπών αποτελεί τη βούληση της ανθρώπινης κοινωνίας. Η κοινωνία έχει μεγάλα πλεονεκτήματα συγκριτικά με την αγελαία άθροιση του λαού, ιδίως για τη δημιουργία αποθηκών με αγαθά που είναι διαθέσιμα για όλους ανεξαιρέτως όταν, από τα ανεξέλεγκτα καπρίτσια της φύσης, του μέλλοντος γενικότερα, έρχονται φάσεις με ένδεια αυτών των αγαθών. Η κοινή βούληση του λαού όπως έχει αναδειχθεί αποτελεί το νόμο. Η τήρηση του νόμου απαιτεί τάξη. Σημαίνει ενταξη των πολιτών σε άρχοντες και αρχόμενους, όπου οι άρχοντες διαθέτουν, μόνοι αυτοί, το δικαίωμα να ασκούν νόμιμη βία. Χρειάζονται επομένως όργανα της τάξης. Η πλειοψηφία του λαού δεν ενοχλείται από το νόμο, αφού εκφράζει την κοινή βούλησή τους. Υπάρχει όμως πάντοτε μια μειοψηφία που η κοινή βούληση δεν είναι η δική τους. Η πειθάρχηση και αυτών στο νόμο είναι απαραίτητη για να διατηρηθεί η ενότητα της κοινωνίας, πρέπει επομένως να υποχρεωθούν να τηρούν το νόμο, έστω και ενάντια στη θέλησή τους, διότι από την τήρηση του και αυτοί, όπως όλοι, θα ωφεληθούν. Η αποστολή των οργάνων της τάξης είναι ακριβώς να εξασφαλίσουν την κοινή βούληση του λαού, ακόμη και όταν η μειοψηφία επιχειρεί βίαια να την εμποδίσει. Σκοπός τους δεν είναι ο αφανισμός της μειοψηφίας.
Κάποιοι σκέφτονται ότι, αν αφανίζαμε τα “κακοποιά” στοιχεία, θα ησυχάζαμε. Αν 5 στους 100 αντιδρούν στη βούληση του 95% και απαλλαγούμε από αυτούς τους 5, από τους 95 που θα μείνουν, πάλι 95% θα θέλουν από κοινού κάτι άλλο που οι άλλοι 5% δεν θα το θέλουν. Αν εξουδετερώσουμε και αυτούς, τελικά κανένας δεν θα μείνει. Θέλω να πω δηλαδή πως η βία που ασκούν τα όργανα της τάξης πρέπει να είναι η ελάχιστη δυνατή, στους ελάχιστους που χρειάζεται για να διατηρείται η αναγκαία κοινωνική τάξη. Ακραία βία, όπως είναι ο φόνος, επιτρέπεται αποκλειστικά μόνον στην άμυνα, όταν ασκείται για αντιμετώπιση βίας παρούσας και άδικης, όταν η μη εφαρμογή της δεν αποσοβεί τη βία, απλώς αλλάζει το θύμα. Αυτές ακριβώς είναι οι αρχές που είναι κανονικά εκπαιδευμένα τα όργανα της τάξης.
Μια ακραία πράξη βίας είναι καταδικαστέα από όπου κι αν προέρχεται. Ο φόνος των θυμάτων της Marvin ή του Αξαρλιάν είναι εξίσου αποτρόπαιος όπως και του 15χρονου Γρηγορόπουλου. Ωστόσο, ο φόνος που διαπράττεται από ένα ειδικά εκπαιδευμένο όργανο της τάξης είναι λιγότερο ανεκτός από εκείνον που διαπράττεται από τον ανοργάνωτο όχλο. Στη δεύτερη περίπτωση έχει κάποια στοιχεία ατυχήματος ή παράπλευρης απώλειας, ενώ στην πρώτη, εγκλήματος από προμελέτη, δολοφονίας, σαν το φόνο του Μπακογιάννη. Στην περίπτωση της διάπραξης φόνου από όργανο της τάξης, ηθικός αυτουργός είναι οι άρχοντες που επέτρεψαν τέτοιου είδους εκπαίδευση στα όργανα της τάξης τους.
Και τώρα γυρίζομε πίσω στο κλειδί όλου του παραπάνω συλλογισμού. Η δικαιοσύνη αξιολογεί τις πράξεις συγκρίνοντάς τες με τον υπάρχοντα νόμο. Πόσο η βούληση των αρχόντων, το Δίκαιο, οι νόμοι, εκφράζουν πραγματικά τη βούληση της κοινωνίας; Πόσο η βούληση των αρχόντων, το Δίκαιο, είναι συμβατή με τη βούληση της κοινωνίας, την Ηθική; Η απάντηση εξαρτάται από το πώς ορίζονται οι εξουσίες, οι άρχοντες. Οι εισηγητές και υλοποιητές των νόμων, η κυβέρνηση (εκτελεστική εξουσία), οφείλει να απαρτίζεται από επαΐοντες με τεκμηριωμένη γνώση και εμπειρία που έχουν επιλεγεί από τον ίδιο το δήμο, τον οργανωμένο σε πολιτεία λαό. Γνώση και πείρα είναι τα απαραίτητα για την εκτέλεση οποιουδήποτε έργου. Οι δικαστές που αξιολογούν αν μια πράξη είναι σύμφωνη με το νόμο ή όχι οφείλουν να είναι γνώστες του νόμου, αλλιώς πώς θα συγκρίνουν την πράξη με το νόμο, αν τον αγνοούν; Η βούληση όμως του λαού μόνον από τον ίδιο το λαό μπορεί να εκφράζεται, όχι από αντιπροσώπους του. Η βούληση δεν προαπαιτεί εξειδικευμένη γνώση. Το ίδιο, η κρίση του εάν μια τεκμηριωμένα παράνομη πράξη έγινε από κάποιον, σύγκριση πράξης με συγκεκριμένο άτομο, μπορεί να εκφράζεται μόνον από τον ίδιο το λαό, που η επικρατούσα τοποθέτησή του ξεχωρίζει περισσότερο από οποιονδήποτε το αληθινό από το ψευδές. Ο φτωχός, ο αγράμματος, ο ταπεινός, επιλεγμένοι με κλήρωση από το σύνολο του λαού, που υποχρεωτικά μετέχει στη διαδικασία, καταλαβαίνουν εξίσου καλά με τον πλούσιο, τον εγγράμματο, τον υψιπετή αν λέω ψέματα ή αλήθεια, με τις ίδιες πιθανότητες σφάλματος, αλλά χωρίς τη μεροληψία που ενέχει αναγκαστικά η διαδικασία της εκλογής των τελευταίων.
Πίσω από την παράνομη βία των οργανωμένων ομάδων κρύβεται κατά κανόνα μια προκατάληψη. Προκατάληψη για το χρώμα του δέρματος, το έθνος, τη θρησκεία, τα φρονήματα, για όλα στα οποία εντάσσομε κάποιον εύκολα και, χάρη στα οποία τον θεωρούμε διαφορετικό από εμάς ή και απειλητικό. Κι αυτό ανεξάρτητα από τις πράξεις του. Όσο υπάρχει προκατάληψη, αρκεί μια ασήμαντη αφορμή για να ξεσπάσει η βία. Αρκεί κάποιο σχολιαρόπαιδο να περιπαίξει τον αστυνομικό ή ένας μαύρος να έχει πλαστογραφήσει ένα 20άρικο. Κι αυτή η αφορμή οδηγεί άμεσα στο φόνο, από το εκπαιδευμένο όργανο της τάξης που είναι ταγμένο να υπερασπίζεται τη ζωή των πολιτών.
Πολύ σωστά αναφέρεται η προκατάληψη κοινωνικών ομάδων που τις φέρνει σε αντιπαράθεση και χρήση βίας. Συνεπώς, πρέπει να ερευνήσουμε τους μηχανισμούς που συντηρούν τη διαίρεση του λαού σε κοινωνικές ομάδες με συγκεκριμένη προκατάληψη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση θα διαπιστώσει κανείς ότι στις ΗΠΑ από τις αρχές του 20ου αιώνα έγινε προσπάθεια και μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο μέχρι το 1960 δεν υπήρχαν φυλετικές διακρίσεις. Το 1960 οι “ηγέτες” των μαύρων με διαδηλώσεις κατάφεραν να ψηφισθεί νόμος που κατέτασσε τους μαύρους σε μειοψηφία (minority) αυτό αμέσως δημιούργησε το ρατσισμό δέρματος που μέχρι τότε δεν υπήρχε. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλες οι αντιρατσιστικές οργανώσεις προάγουν το ρατσισμό για να έχουν λόγο ύπαρξης για τον ίδιο λόγο και αντιφασιστικές οργανώσεις προάγουν το φασισμό. Για το λόγο αυτό η Ελίτ (Σόρος) είναι αυτή που επιβάλλει στις κυβερνήσεις που ελέγχει να ψηφίζουν νόμους που διαιρούν την κοινωνία και χρηματοδοτεί τις αντιρατσιστικές και τις αντιφασιστικές οργανώσεις για να προάγουν το ρατσισμό και το φασισμό, ώστε να έρχονται οι κοινωνικές ομάδες σε σύγκρουση και να εφαρμόζουν τη μέθοδο του διαίρει και βασίλευε. Η ελίτ γιγαντώνει το θυμό και την αγανάκτηση επιλεκτικά με τα ΜΜΕ που ελέγχει. Η περίπτωση του άτυχου Γρηγορόπουλου, όπως και του George Floyd είναι ένα παράδειγμα, όμως σε ένα άλλο συμβάν Στις 24 Οκτωβρίου του 1998, ένας Σέρβος έφηβος, ο Μάρκο Μπουλατόβιτς, πυροβολήθηκε σχεδόν εξ επαφής θανάσιμα από αστυνομικό στη Θεσσαλονίκη και τα ΜΜΕ έδωσαν ελάχιστη σημασία στο γεγονός αυτό, ούτε διαδηλώσεις υπήρξαν ούτε βία.
LikeLike