Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitrissideris.wordpress.com
Πρωινός Λόγος, Τρίκαλα, 16 Ιανουαρίου 2020
Έχω λεφτά και σκέφτηκα να κάνω ένα πλεκτήριο. Αγοράζω χώρο, αναγκαία μηχανήματα και προσλαμβάνω 1000 εργάτριες. Επιλέγω: 1. Δίνω σε κάθε εργάτρια όσο μαλλί θέλει. Αυτή το ξαίνει, το κλώθει να γίνει νήμα, ύστερα πλέκει μ΄ αυτό ό,τι θέλει, στα πλαίσια προδιαγραφών που της δίνω. 2. Χωρίζω τις εργάτριες σε τρεις κατηγορίες. Κάποιες ξαίνουν μαλλί, άλλες το κλώθουν και άλλες πλέκουν. Στη μια περίπτωση κάθε εργαζόμενος κάνει όλη τη δουλειά από τα πιο ακατέργαστα υλικά ως το τελικό αγαθό που παράγεται, ενώ στην άλλη, ομάδες εργατών κάνουν καθεμιά ένα μέρος μόνο της παραγωγής. Ποια μέθοδος είναι η καλύτερη; Με το δεύτερο τρόπο, ο εργαζόμενος μαθαίνει εύκολα το περιορισμένο έργο του, αναπτύσσει τα κατάλληλα εξαρτημένα αντανακλαστικά κι από κει και πέρα το κάνει ταχύτατα, χωρίς καν να σκέπτεται. Σ΄ αυτό το σύστημα στηρίζεται όλος ο σύγχρονος πολιτισμός. Κάθε πολίτης εκτελεί μηχανικά ένα πολύ μικρό μέρος του όλου έργου, σα να είναι ο ίδιος ένα γρανάζι μιας πελώριας μηχανής που λέγεται κοινωνία. Όπως δουλεύουν οι μέλισσες και τα μυρμήγκια. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η δεύτερη μέθοδος, με την κατανομή της εργασίας, είναι η πιο αποδοτική. Είναι όμως η καλύτερη;
Ο άνθρωπος έχει το μεγάλο προνόμιο να επιλέγει ο ίδιος πόσο αγελαία και πόσο κοινωνικά επιθυμεί να συμβιώνει με τους συνανθρώπους του, σχηματίζοντας πολιτείες. Επιπλέον θέτει σκοπούς με ελεύθερη βούληση. Είναι προφανές ότι όσο περισσότερο κοινωνικά ζει, τόσο στενεύει η δυνατότητά του να θέτει σκοπούς και να τους επιδιώκει. Η γένεση σκοπού, με προγραμματισμό και αξιολόγηση της προσπάθειάς του και στη συνέχεια η υλοποίηση όλων αυτών, αυτή είναι η ουσία της ευδαιμονίας, που ικανοποιεί το σύνολο της προσωπικότητάς του. Αντίθετα, όταν κάνει κάτι που του επιβάλλεται, χωρίς να μπορεί να δει το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του μπορεί και να μισεί τη δουλειά που κάνει. Όλοι μας εργαζόμαστε με δύο τρόπους, επαγγελματικά και ερασιτεχνικά. Στο επαγγελματικό έργο δουλεύομε ώσπου να ικανοποιήσουμε έναν αλλότριο σκοπό. Στο ερασιτεχνικό, ώσπου να ικανοποιήσουμε τον εαυτό μας. Η επαγγελματική εργασία, μας γίνεται συχνά απεχθής, πότε να τελειώσουμε, να περάσει το ωράριό μας, για να πάμε να κάνουμε μετά ό,τι θέλομε. Αντίθετα, το ίδιο έργο, ερασιτεχνικά παραγόμενο, μας τραβάει, μας ευχαριστεί και συνεχίζομε να το επιτελούμε σχεδόν ως την εξάντλησή μας. Η εργασία στο σύγχρονο πολιτισμό αλλοτριώνει τον άνθρωπο, τον απανθρωπίζει, αφού δεν ορίζει ο ίδιος το σκοπό της.
Μα είναι δυνατό να οργανωθεί μια κοινωνία έτσι που να εργάζονται οι πολίτες της εποικοδομητικά χωρίς να τους αλλοτριώνει η κοινωνία τους και να απολαμβάνουν τη δουλειά τους σα να ήταν ερασιτεχνία;
Η απάντηση είναι ουτοπική. Κάθε άνθρωπος έχει μοναδικές ικανότητες, που έχουν προκύψει αφενός από την κληρονομικότητά του και αφετέρου από την παιδεία που έχει αποκτήσει. Η ποικιλία τους είναι απεριόριστη. Αλλά και η σύγχρονη κοινωνία αποτελείται από ρόλους με απέραντη ποικιλία. Το πρώτο είναι λοιπόν ότι κάθε άτομο πρέπει να επιτελεί τον κοινωνικό ρόλο που ταιριάζει στις ικανότητες και στις επιθυμίες του. Ένα φθινοπωρινό Κυριακάτικο πρωινό, όταν βγήκα από το σπίτι μου να αγοράσω εφημερίδα, ο δρόμος ήταν άδειος. Ένας λαϊκός άνθρωπος μόνο στεκόταν κι αγνάντευε πέρα ως πέρα το δρόμο και σα να καμάρωνε. Τόσο με εντυπωσίασε, που τον ρώτησα τι κοιτάει. “Δες”, μου λέει, “δεν υπάρχει ούτε ένα σκουπιδάκι σ΄ όλο το δρόμο!” Πραγματικά όσο έβλεπε το μάτι μου, τίποτε δεν υπήρχε κάτω, ούτε καν πεσμένο φθινοπωρινό φύλλο. “Ποιος τον καθάρισε;” απόρησα. “Εγώ”, μου απάντησε. “Είμαι ο σκουπιδιάρης της γειτονιάς σας!” διευκρίνισε με περηφάνεια. Σα να ζήλεψα. Αυτός ο άνθρωπος ήταν εκείνη τη στιγμή ευδαίμων. Θαύμαζε το τελειωμένο έργο του, όπως ο γλύπτης που μόλις τέλειωσε το γλυπτό του που εκτέθηκε στο κοινό και ο ερευνητής που μόλις δημοσιεύθηκε η έρευνά του.
Δεύτερο είναι ποιος αποφασίζει την καταλληλότητα καθενός για κάθε κοινωνικό ρόλο. Ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος πολίτης, είναι μια απάντηση. Σοβαρό πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι δεν ξέρομε ποιος ακριβώς είναι ο σκοπός μας. Πρέπει βέβαια να στηρίζεται στις ικανότητές μας. Ένας σωματικά ανάπηρος, δεν μπορεί να γίνει σπουδαίος αθλητής όσο και αν πασχίσει και ο αμβλύνους δεν μπορεί να γίνει αξιόλογος επιστήμονας, όσο κι αν πληρώσει για να πάει στις ακριβότερες σχολές. Μέσα σ΄ αυτά τα πλαίσια το παιδί έχει ευρύτατες επιλογές, είναι πολυδύναμο, όσο κανένας ενήλικας. Στη συνέχεια, ένα καλό σχολείο πρέπει να είναι επίσης πολυδύναμο. Ο σωστός δάσκαλος θα διακρίνει κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες σε κάθε μαθητή του και σ΄ αυτές θα δώσει έμφαση, αντί να επιβραβεύει όποιον μαθαίνει καλύτερα όσα ο ίδιος διδάσκει. Κύριο έργο του δασκάλου δεν είναι να διδάσκει πατερναλιστικά τους μαθητές του, αλλά να τους δείχνει το δρόμο για να αναζητούν μόνοι τους τις γνώσεις και τις τέχνες που επιλέγουν. Σήμερα οι γνώσεις είναι σε όλους διαθέσιμες. Τα παιδιά χειρίζονται το διαδίκτυο σαφώς ευχερέστερα από τους μεγάλους. Τον καιρό του κενταύρου Χείρωνα, μεγάλου δασκάλου των ηρώων, αυτός τους δίδασκε γνώσεις και τέχνες. Με την ανακάλυψη της μεγαλοφυούς ελληνικής γραφής, στην οποίαν αποτυπωνόταν με σημαντική μονιμότητα σε κάποια δέλτο η γλώσσα με τον απλούστατο δυνατό τρόπο, όπως προφέρονταν οι λέξεις, οι μαθητές αποκτούσαν την ικανότητα να αναζητούν τη γνώση στον αποθηκευμένο θησαυρό των γραπτών κειμένων. Η προηγούμενη ιδεογραφία, παρίστανε το νοητό Λόγο, τις έννοιες. Δεν είχε σχέση με τη γλώσσα, όπως το ιδεογράφημα “4” από άλλους προφέρεται “τέσσερα”, αλλά από άλλους “«quattro, quatre, four, fier, dort, четыре κλπ”. Καθώς το πλήθος των εννοιών είναι τεράστιο, τα ιδεογραφήματα προορίζονταν για μια πολύ μικρή ελίτ ιερέων (“επιστημόνων”). Με τα 24 σύμβολά της η φωνητική ελληνική γραφή έγινε κτήμα όλων και το κατάλληλο εργαλείο όχι μόνο να αναζητούν τη γνώση, αλλά και να την παράγουν και να τη διαδίδουν εξίσου όλοι σε όλους (δημοκρατία). Σήμερα βέβαια η γλώσσα μονιμοποιείται όχι μόνο με τη γραφή (scripta manent), αλλά και με την ηχογράφηση. Και η διάδοση της γνώσης είναι δυνατή σε όλη την επιφάνεια του πλανήτη. Με όλα αυτά τα μέσα κάθε πολίτης μπορεί να έχει διαμορφώσει το μοναδικά δικό του ή μια μικρή ποικιλία σκοπών, που η επίτευξη οποιουδήποτε από αυτούς του προσφέρει στοιχειώδη προσωπική ικανοποίηση. Μένει από την άλλη πλευρά η οργάνωση της πολιτείας απέναντι στον πολίτη της, αλλ’ αυτό απαιτεί μεγάλη συζήτηση.