ΣΥΜΒΟΛΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 29 Οκτωβρίου 2019

 

Όταν, πριν από 25 χρόνια, εγκαταστάθηκα στα Γιάννενα, ένα πρωί μου έκανε εντύπωση ότι ξαφνικά είχε ακινητοποιηθεί όλος ο κόσμος στον κεντρικό δρόμο. Σα νάχε σταματήσει ο Χρόνος. Θυμήθηκα, παιδί, μπροστά από το Λιμεναρχείο της Σύρου, όπως αυτή τη φορά στα Ιωάννινα, γινόταν εκείνη τη στιγμή έπαρση της σημαίας. Η απαξίωση αυτού του εθνικού συμβόλου σε πολλούς, μου μοιάζει να οφείλεται στον εξευτελισμό του από ποικίλες καταστάσεις.

Υπάρχουν πράγματα που, ενώ δεν έχουν πρακτική σημασία ως αισθητά αντικείμενα, έχουν τεράστια αξία ως σύμβολα ιδεών. Τέτοια είναι η σημαία μας για τους Έλληνες, ο Σταυρός για τους Χριστιανούς κλπ. Η κατάχρηση τέτοιων ιερών συμβόλων οδηγεί σε εξευτελισμό τους. Οι Σταυροφόροι κράδαιναν σταυρούς με τους οποίους χτυπούσαν και σκότωναν “άπιστους” Αγαρηνούς. Σε ποικίλες διαδηλώσεις  “εθνικιστές” που κατηγορούν τους αντιφρονούντες “προδότες” ανεμίζουν τη σημαία. Πώς ξεχωρίζει όμως η χρήση από μια κατάχρηση;

Η διάκριση δεν είναι εύκολη. Ωστόσο, η χρήση πειθαρχεί σε κανόνες, όχι σε αυθαιρεσίες. Παραδείγματα. Δήμος και όχλος. Ο ίδιος λαός άλλοτε συμπεριφέρεται σα δήμος και άλλοτε σαν όχλος. Ο δήμος είναι πολιτικό σώμα που συγκροτείται με ορισμένους κανόνες. Οι κανόνες καθορίζουν αυστηρά ποιος έχει το δικαίωμα να συγκαλέσει το λαό, ποια θέματα είναι να συζητήσει και πώς θα πάρει τις αποφάσεις του. Οι κανόνες έχουν προαποφασισθεί από τον ίδιο το λαό με επίσης προκαθορισμένους (π.χ. Συνταγματικούς) κανόνες. “Ἀπάντων γὰρ αὐτὸς αὐτὸν πεποίηκεν ὁ δῆμος κύριον καὶ πάντα διοικεῖται ψηφίσμασι καὶ δικαστηρίοις, ἐν οἷς ὀ δῆμος ἐστίν ὀ κρατῶν” (Αριστοτέλης). Αντίθετα, ο όχλος συγκροτείται από τυχαίους δημαγωγούς, χωρίς κανόνες. Ο δήμος διαβουλεύεται ανταλλάσσοντας επιχειρήματα πριν πάρει αποφάσεις. Στον όχλο το ζητούμενο είναι προαποφασισμένο και ο όχλος κραυγάζει συνθήματα. Στην αρχαία Αθηναϊκή δημοκρατία από τις τρεις ανεξάρτητες εξουσίες (εκτελεστική, νομοθετική, δικανική), οι δύο ήταν δημοκρατικά επιλεγμένες, με κλήρωση. “Λέγω  δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν“. Καθένας οφείλει να έχει αρετή η οποία είναι ισοκατανεμημένη σε όλο το λαό, ανεξάρτητα από καταγωγή, πλούτο, μόρφωση, θρησκεία ή οτιδήποτε άλλο. Αρετή και κοινός νους είναι τα μόνα απαραίτητα για τις δύο εξουσίες. Η εκτελεστική εξουσία όμως απαιτεί γνώσεις και πείρα για κάθε πολιτικό έργο και, επομένως δεν είναι κατάλληλη για όλο το λαό. Στην αρχαία δημοκρατία λοιπόν, η εκτελεστική εξουσία (κυρίως στρατηγοί) ψηφιζόταν, δεν κληρωνόταν, με ολιγαρχική διαδικασία. Από τέτοια ψηφοφορία προέκυπταν άλλοτε μεγάλοι ηγέτες, όπως ο Περικλής, και άλλοτε μεγάλοι δημαγωγοί, όπως ο Κλέων, που οδηγούσαν την πατρίδα τους στην καταστροφή, με δόλωμα την πρόσκαιρη ικανοποίηση επιθυμιών μάλλον παρά αναγκών, τη συγκυριακή ικανοποίηση αιτημάτων αντί της λήψης αποφάσεων με μακροχρόνια ιστορική συνέπεια. Ικανοί στρατηγοί μπορούν να πουν Όχι στο αίτημα ξένων να υπάρχει στρατός στο έδαφός μας (π.χ. Μεταξάς) ή να πουν Ναι σε παρόμοιο αίτημα άλλων (“…αι ένοπλοι δυνάμεις … και το υπό τον έλεγχόν των υλικόν δύνανται να εισέρχωνται, εξέρχωνται, κυκλοφορούν, υπερίπτανται ελευθέρως εν Ελλάδι και εις τα χωρικά της ύδατα…”, Παπάγος). Ο Σταγειρίτης, επισήμανε πόσο εύκολα μεταπίπτει η δημοκρατία σε οχλοκρατία, ωστόσο οι δημαγωγοί ήταν ολιγαρχικοί ηγέτες, όχι δημοκρατικά κληρωμένοι βουλευτές ή δικαστές. Ως σήμερα, δεν έχει λυθεί το πρόβλημα. Θα όφειλαν, ισχυρίζομαι, να υπάρχουν αυστηρά αντικειμενικά κριτήρια για το ποιος είναι κατάλληλος για την εκτελεστική εξουσία (π.χ. τεκμηριωμένη ανώτατη εκπαίδευση και εμπειρία στη δημόσια διοίκηση κλπ). Αντ΄ αυτού, οποιοσδήποτε μπορεί να είναι υποψήφιος, αρκεί να είναι πιστό μέλος ενός κόμματος, ενώ η επιλογή βουλευτών γίνεται ολιγαρχικά. Όμως οι εκλογές δεσμεύουν τους βουλευτές έναντι του κόμματός τους, των ψηφοφόρων τους και της παρούσας γενιάς, ακόμη και παρά τη συνείδησή τους. Στα χρόνια που πέρασαν έγινε σημαντική πρόοδος. Πολίτες πια δεν είναι μόνον οι ενήλικοι άνδρες, απόγονοι των πρώτων οικιστών της πόλης (περίπου 10% των Αθηναίων κατοίκων, εξαιρώντας δηλαδή παιδιά, γυναίκες, μετοίκους και δούλους), αλλά το σύνολο των κατοίκων της επικράτειας (εξαιρώντας παιδιά και, υπό όρους, μετοίκους). Επιπλέον κατοχυρώθηκαν τα δικαιώματα των μειονοτήτων (ΟΗΕ, 1949). Το τίμημα αυτής της προόδου: Οι πολίτες αντί να είναι όλοι εκπεριτροπής άρχοντες και αρχόμενοι, μετέχοντας διαρκώς στα γινόμενα από την πολιτεία τους, μετέχουν μία μόνο στιγμή κάθε περίπου 4 χρόνια για να μεταθέσουν τις ευθύνες τους σε προεπιλεγμένους υποψηφίους των κομμάτων. Η υπόλοιπη συμμετοχή τους (απεργίες, διαδηλώσεις κλπ) είναι ανεύθυνη ρέποντας προς την οχλοκρατία. Έτσι, εξευτελίστηκε η έννοια του δήμου.

Άλλο παράδειγμα. Συνδικαλισμός και συντεχνία. Η αναλογία είναι όπως μεταξύ δήμου και όχλου. Ο συνδικαλισμός φροντίζει για την τάξη των αντίστοιχων εργαζομένων. Αν κάποιο από τα μέλη του φερθεί ανάρμοστα, διαθέτει πειθαρχικό συμβούλιο που επιβάλλει πειθαρχικές ποινές πάνω του. Η συντεχνία, αντίθετα, φροντίζει για τα μέλη της, όχι για την τάξη της. Όταν κάποιο μέλος της φερθεί ανάρμοστα, κάνει ό,τι μπορεί για να συγκαλύψει την πράξη του.

Η σημαία είναι το ιερότερο εθνικό σύμβολο. Η χρήση της διέπεται από εξαιρετικά αυστηρούς κανόνες (κώδικες) που δηλώνουν ποιοι μπορούν να τη χρησιμοποιούν, πώς τιμάται η έπαρση και η υποστολή της κλπ, ενώ η χρήση εκτός αυτών των κανόνων τιμωρείται αυστηρά. Δεν παίζομε με τη σημαία. Η ανάρτησή της σε χώρους διαδηλώσεων, κομμάτων, ποδοσφαιρικών αγώνων, για διαφημιστικούς σκοπούς, όπως και σε δημόσιους χώρους χωρίς έπαρση και υποστολή της, έτσι που να φθείρεται σε κουρέλι και να εξευτελίζεται, είναι παράνομη και, κάποτε, άκρως επικίνδυνη, όπως ήταν το στήσιμό της από ανεύθυνους στα Ίμια. Έσχατη τιμή στην ιερότητα της σημαίας αποδόθηκε όταν ο σημαιοφόρος πάνω στον Παρθενώνα, Κώστας Κουκκίδης έπεσε τυλιγμένος στη σημαία από την Ακρόπολη μετά την υποστολή της, αντί να την παραδώσει στους Γερμανούς. Επίσης όταν οι Μανώλης Γλέζος και Λάκης Σάντας κετέβασαν τη Γερμανική σημαία από την Ακρόπολη λίγο αργότερα. Τέτοιες πράξεις δεν έχουν καμιά σχέση με την εκμεταλλευτική χρήση της σημαίας από ακραίους δημαγωγούς και τον όχλο που τους ακολουθεί εξευτελίζοντας το ιερότερο εθνικό σύμβολο.

Ανάλογοι αυστηροί θρησκευτικοί κανόνες ισχύουν για το σταυρό και άλλα ιερά σύμβολα. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είμαστε πολιτικό, όχι ιεροκρατικό κράτος. Η υποχρεωτική ανάρτηση του σταυρού στα σχολεία, όπου φοιτούν και μη Χριστιανοί, το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα φέρει. Ισραηλίτες, μουσουλμάνοι και άλλοι μη Χριστιανοί μπορούν να οδηγούνται σε μίσος κατά του συμβόλου που γι΄ αυτούς δεν είναι ιερό, αλλά ενδεχομένως σημαίνει μίσος, όπως για τους Μουσουλμάνους από τον καιρό των σταυροφοριών.

ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιoλογίας,  dimitris.sideris@gmail.com

Πρωινός Λόγος, 24 Οκτωβρίου 2019.

Είχε πολλούς μαθητές. Τους έστειλε τριγύρω και έκαναν διατριβές πάνω στα καθεστώτα 158 ελληνικών και βαρβαρικών πολιτειών. Ταξινόμησε τα δεδομένα με τη μοναδική ικανότητα που είχε να σχηματίζει ορισμούς και κατηγορίες και μελέτησε τις ιδιότητες των τάξεων που δημιούργησε. Από τις διατριβές αυτές σώθηκε μόνο μία, η πιο σημαντική, η Αθηναίων Πολιτεία, αλλά και το τελικό έργο, τα Πολιτικά, του μεγάλου Σταγειρίτη. Το 1879 στο Λονδίνο ξετυλίγοντας τον πάπυρο με τον οποίον ήταν περιτυλιγμένη μια μούμια βρήκαν έκθαμβοι το ανεκτίμητο έργο της Αθηναίων Πολιτείας. Δεν έχουν αλλάξει πολλά από τότε.

Ανάλογα με τον αριθμό των αρχόντων, ο Αριστοτέλης διακρίνει τρία βασικά πολιτεύματα, βασιλεία, ολιγαρχία και δημοκρατία. Ανάλογα με την ποιότητά τους διακρίνει καθένα σε καλό και κακό. “Καλό” εννοεί ότι οι άρχοντες νοιάζονται πρώτιστα για τους πολίτες, “κακό” ότι μεριμνούν για τον εαυτό τους. Θεωρεί σαν άριστο καθεστώς την καλή όψη της βασιλείας, κάκιστο την κακή όψη της (τυραννία, δικτατορία σήμερα κλπ). Για να είναι όμως άριστος ο βασιλιάς, πρέπει, λέει, να έχει θεϊκές ιδιότητες. “σπερ γρ θεν ν νθρώποις εκς εναι τν τοιοτον“. Καθώς αυτό είναι αδύνατο, ακυρώνει στην πράξη τη βασιλεία ως άριστο καθεστώς. (Υποψιάζομαι, ίσως άδικα, πως έτσι ξεπέρασε το σκόπελο να αμφισβητήσει τους εργοδότες του, τους Μακεδόνες βασιλείς). Ακολουθεί ιδανικό καθεστώς η δημοκρατία με στοιχεία ολιγαρχίας, υπό όρους να μη μεταπίπτει στην κακή όψη της, την οχλοκρατία, που πλησιάζει τις ιδιότητες της τυραννίας.

Θα προσπαθήσω να μεταφέρω τις σκέψεις του στη σημερινή κατάσταση. Έχομε, λέει το Σύνταγμα, προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία, που όμως το διεθνές όνομά της δεν είναι Hellenic Democracy, αλλά Hellenic Republic. Η ρεπούμπλικα βέβαια (Ρωμαϊκή res publica) δεν ήταν δημοκρατία, αλλά ολιγαρχία. Οι άρχοντες εκλέγονταν, δεν κληρώνονταν. Και αυτή ακριβώς είναι η διαφορά μεταξύ δημοκρατίας και ολιγαρχίας. “Λέγω  δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν.” Ξεπερνώντας την απάτη που μας γίνεται από τους άρχοντές μας, εντάξει, έχομε ολιγαρχία, αλλά την καλή ή την κακή όψη της;

Στις χιλιετίες που πέρασαν έγιναν πρόοδοι, με βαρύ τίμημα όμως. Μια ήταν η παραδοχή ότι πολίτες είναι όλοι οι κάτοικοι, ανεξάρτητα από φύλο, καταγωγή, πλούτο, μόρφωση, με μοναδική εξαίρεση τα παιδιά, που είναι βιολογικά, πολύ περισσότερο πολιτικά, ανώριμα. Η δουλεία καταργήθηκε πριν από λιγότερο από 2 αιώνες. Μια άλλη ήταν η παραδοχή ύπαρξης ανθρώπινων δικαιωμάτων για όλους, όχι μόνο για τους πολίτες (ΟΗΕ, 1949). Η τρίτη, απαίτηση για τρεις ανεξάρτητες εξουσίες, εκτελεστική (κυβέρνηση), νομοθετική (βουλή) και δικανική, είχε προϋπάρξει. Το τίμημα ήταν μεγάλο. Υποβαθμίσθηκε ο ρόλος του πολίτη. Από το να είναι εκπεριτροπής άρχων και αρχόμενος (“Ελευθερία: Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν  ὡς βούλεταἱ  τις“) και να είναι υπεύθυνος ισόβια για την πολιτική της χώρας του, στην ενασχόληση μία μοναδική στιγμή κάθε περίπου 4 χρόνια, όταν ψηφίζει εκπροσώπους. Αλλά αυτό, το να επιλέγεις μεταξύ προεπιλεγμένων, είναι επικίνδυνο, διαπίστωνε από τότε ο Αριστοτέλης: “χει δ κα περ τν αρεσιν τν ρχόντων τ ξ αρετν αρετούς πικίνδυνον“.

Έχομε λοιπόν ολιγαρχία. Και αυτό είναι επικίνδυνο. Είναι όμως η καλή ή η κακή όψη της ολιγαρχίας μας; Βέβαια δεν είναι μοναρχία, που η καλή όψη της είναι αδύνατο να επιτευχθεί, ενώ βιώσαμε την κακή όψη της, με συνταρακτικές εθνικές συνέπειες, όπως ήττα το 1897, Μικρασιατική καταστροφή 1922, Κυπριακή τραγωδία 1974. Η αρχή βρίσκεται σε λίγους. Με την πρόοδο που έχει γίνει, η ανεξαρτησία των εξουσιών επιτρέπει να ελέγχονται οι λίγοι που κυβερνούν. Πόση ανεξαρτησία των εξουσιών όμως έχομε σήμερα; Η κυβέρνηση προκύπτει από την πλειοψηφία της βουλής. Επομένως, δεν υπάρχει ανεξαρτησία των δύο εξουσιών. Οι επικεφαλής των Ανώτατων Δικαστηρίων ορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Επομένως ούτε της δικαστικής εξουσίας ανεξαρτησία υπάρχει. Τελικά, άρχων είναι ένας: το πλειοψηφικό κόμμα (προηγουμένως ο στρατός, παλιότερα οι προστάτιδες δυνάμεις). Είναι ένα είδος μοναρχίας, όπου μονάρχης είναι μια οργανωμένη ομάδα ανθρώπων χωρίς έλεγχο. Η σύμφωνη θέση πολωτικά αντίθετων κομμάτων (π.χ. βουλευτική και υπουργική ασυλία, μισθοί πολιτικών κλπ) κατοχυρώνει τη θέση της ολιγαρχίας, όχι ενός κόμματος.

Τελικά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη που έχομε σήμερα είναι μια κακή όψη της ολιγαρχίας, όπως ακριβώς ήταν και η κυβέρνηση Τσίπρα και όλες οι προηγούμενες. Βέβαια δεν αποκλείονται διαφορές σε προσωπικό επίπεδο. Εξευτελισμός της κορυφαίας δημοκρατικής πράξης, της εκκλησίας του δήμου (δημοψηφίσματος) έχει γίνει μόνον από τη δικτατορία του 1967 και από μία μόνο (ακόμη;) εκλεγμένη μεταπολιτευτική κυβέρνηση. Αλλά τα περιθώρια ενεργειών κατά συνείδηση, σε προσωπικό επίπεδο, είναι πολύ περιορισμένα. Ο πολιτικός, για να είναι εξουσία, πρέπει 1) να χρισθεί υποψήφιος από το κόμμα του (υπακούοντάς το), 2) να εξυπηρετεί (σε βάρος του συνόλου) τους ψηφοφόρους του και τους κουβαλητές ψήφων, και 3) να σχεδιάζει βραχυπρόθεσμα (σε βάρος των ερχόμενων γενεών) ως τις επόμενες εκλογές. Επομένως, ο πολιτικός είναι, νόμιμα κατοχυρωμένα, ο λιγότερο ελεύθερος πολίτης στην επικράτειά μας. Και αυτός μας εξουσιάζει.

Και ο κίνδυνος της κακής όψης της δημοκρατίας; Είναι διττά επικίνδυνη. Πρώτο, οι τυχαία κληρωμένοι βουλευτές έχουν χαμηλότερο γενικά επίπεδο μόρφωσης από τους προεπιλεγμένους, αν και αναρωτιέται κανένας, πόσο καλύτερα κρίνουν απλώς αναγνωρίσιμα πρόσωπα, τηλεπαρουσιαστές, ηθοποιοί, ποδοσφαιριστές κλπ. Όμως το σύνολο της κληρωμένης βουλής έχει στατιστικά πιθανότητες να έχει τις ικανότητες ολόκληρου του λαού, όπου οι πιθανότητες παντελούς άγνοιας ενός θέματος είναι μικρότερες από ένα προεπιλεγμένο δείγμα του. Πόσοι από τους νομικούς, γιατρούς, μηχανικούς κλπ που κυριαρχούν στη σημερινή βουλή γνωρίζουν όσα αφορούν τις αγροτοκτηνοτροφικές, ναυτιλιακές κλπ ανάγκες και, προπάντων, πόσοι γνωρίζουν τις ανάγκες του λαού που εκπροσωπούν, όταν προέρχονται από συγκεκριμένες, οικονομικά, κληρονομικά, μορφωτικά, ανώτερες, τάξεις και όχι από όλους; Δεύτερο, η ροπή προς τον λαϊκισμό είναι προφανής, υπήρξε και στην αρχαιότητα. Όμως η ροπή προς το λαϊκισμό ήταν ιδιότητα που μπορούσε να υφίσταται στην αναγκαστικά ολιγαρχικά (με εκλογές) επιλεγμένη εκτελεστική εξουσία (στρατηγούς), όπου μπορούσαν να αναδειχθούν έξοχοι άνδρες (π.χ. Περικλής), αλλά και ολέθριοι δημαγωγοί (π.χ. Κλέων). Με την ανεξαρτησία των εξουσιών είναι πιθανότερο να ελέγχονται οι λαϊκιστές κυβερνήτες, παρά όταν και οι τρεις εξουσίες είναι εξαρτημένες από μια ενιαία αρχή, το κόμμα.

Μένει ο εξωτερικός παράγοντας. Δεν είμαστε πια ένα κράτος-έθνος, αλλά ένα κράτος-μέλος. Και, λυπάμαι, δεν μου φαίνεται πως γίνεται πια αλλιώς. Γι΄ αυτό το πρωτόγνωρο σημείο δεν λέει τίποτε ο Αριστοτέλης.

ΑΠΕΙΛΕΣ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 25 Οκτωβρίου 2019

 

Αύγουστος 1940. Ένα επίσημο έγγραφο καλεί τον πατέρα μου να παρουσιαστεί στην Πάτρα “για μετεκπαίδευση στα νέα όπλα”. Είχε προηγηθεί ο τορπιλισμός της Έλλης. Από την πρώτη στιγμή του πολέμου η Πάτρα δέχεται βομβαρδισμούς από Ιταλικά αεροπλάνα. Ο πατέρας μου, ανθυπίατρος σε μια μονάδα τραυματιοφορέων ξεκινά με το τραίνο. Με κιμωλία ή δεν ξέρω τι άλλο στο τραίνο σημειώνονται οι σταθμοί: Πάτρα-Κόρινθος-Αθήνα-Τίρανα-Ρώμη! Ο ενθουσιασμός είναι ανείπωτος. Καθοδόν στο τραίνο συγκροτείται η μονάδα. Ο επικεφαλής της, σύμφωνα με τις οδηγίες, ανοίγει κάποια στιγμή – ίσως και λίγο πρόωρα – τον αυστηρά απόρρητο φάκελο που έδινε τις εντολές προς τα πού να πορευθούν: Τους κατεύθυνε προς τα βόρεια σύνορά μας! Ο ιατρός (μόνιμος λοχαγός δηλαδή) επικεφαλής γίνεται έξαλλος, αγνοεί τις διαταγές και κατευθύνει τη μονάδα προς τα βορειοδυτικά σύνορα, εκεί όπου διεξάγονταν ήδη επικές μάχες. Κάποια στιγμή, μεταφέροντας τραυματίες, η μονάδα του πατέρα μου βρέθηκε σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων από τις γραμμές του εχθρού. Χαμένοι μέσα στο χιόνι, έκθετοι στις βολές των αντιπάλων, με ξηρά τροφή 2 ημερών για επιχείρηση 6 ημερών, οι τραυματιοφορείς μετέφεραν τραυματίες, μαζί με αυτούς και κάποιους τραυματίες αιχμαλώτους Ιταλούς χωρίς να γογγύξουν, χωρίς να διαμαρτυρηθούν για την ταλαιπωρία να μεταφέρουν εχθρούς.

Τα απομνημονεύματα του πατέρα μου μιλούν με βαρύ πένθος για το θάνατο του μεγάλου ηγέτη της εποχής που τόλμησε να πει Όχι στην ιταμότητα του εχθρού. Σπουδαίο στρατηγικό μυαλό όντως ο Ιωάννης Μεταξάς. Όμως, στην κρίσιμη εκείνη περίοδο, δεν δέχθηκε το αίτημα των κρατούμενων κομμουνιστών να μεταφερθούν στο μέτωπο για να πολεμήσουν. Οι διάδοχοί του τους παρέδωσαν στους Γερμανούς για τα περαιτέρω. Από τις περιγραφές του πατέρα μου διαφαίνεται πως δεν είμαστε ικανοποιητικά προετοιμασμένοι, αφού η προσοχή μας στρεφόταν προς τη βόρεια απειλή, τους παραδοσιακούς εχθρούς από τους Βαλκανικούς πολέμους, τους Βουλγάρους, ενώ η πραγματική απειλή προερχόταν από τους πολιτικά ομoϊδεάτες Ιταλούς.  Ο λαός και ο στρατός, αντίθετα,  είχαν το υψηλότερο δυνατό φρόνημα και το σωστό ένστικτο, σε σημείο να αγνοούν διαταγές για το ολοφάνερο συμφέρον της πατρίδας.

Σήμερα υπάρχει απειλή; Και από πού; Ούτε πολιτικός ούτε στρατιωτικός είμαι. Ενδεχομένως διαθέτω όμως κοινό νου – ακόμη κι αυτό δεν είναι βέβαιο – οπωσδήποτε όμως ενδιαφέρομαι για την πατρίδα μου. Και βλέπω να ξεσηκώνουν κάποιοι τον κόσμο για “απειλές” από το Βορρά, και μάλιστα από κει που ποτέ δεν έχομε δεχθεί επίθεση και όπου υπάρχει ένα κρατίδιο χωρίς την παραμικρή επιχειρησιακή ικανότητα συγκριτικά με τη δική μας. Και βλέπω καθημερινά να παραβιάζονται τα σύνορά μας σε αέρα και θάλασσα από στρατιωτικές μονάδες από την Ανατολή. Παράλληλα βλέπω τη διαχρονική ηγεσία που μας διαβεβαιώνει πως “όλα πάνε καλά και αν συμβεί το παραμικρό (λες και δεν συμβαίνει τώρα) θα τους τσακίσουμε, θα τους ισοπεδώσουμε”. Και ο λαός παρακολουθεί έντρομος. Υπάρχει και ο καθαρά πολιτικός εφησυχασμός, ότι αν συμβεί το παραμικρό, οι σύμμαχοι και οι εταίροι μας θα μας προστατεύσουν. Εμείς όμως ξέρομε πως οι σύμμαχοί μας είναι και σύμμαχοι των αντιπάλων μας. Είναι γεγονός ότι ποτέ δεν νικήσαμε την Τουρκία μόνοι μας. Πάντοτε με τη συμμαχία άλλων. Στην Επανάσταση  με τις προστάτιδες δυνάμεις στο Ναβαρίνο. Στους Βαλκανικούς πολέμους μαζί με τους υπόλοιπους γείτονές μας. Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο με τους συμμάχους μας της Αντάντ. Δεν στηριζόμαστε σ΄ αυτούς. Χωρίς αυτούς θα είχαμε ενδεχομένως χαθεί, αλλά τον αγώνα τον κάναμε πρώτιστα εμείς. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις εμείς είμαστε που πολεμούσαμε και οι σύμμαχοι στα δίκαια αιτήματά μας έρχονταν σε επικουρία. Τώρα, στηριζόμαστε απόλυτα (ή σχεδόν απόλυτα) στους άλλους. Χωρίς να είμαι πολιτικός ή στρατιωτικός, μου φαίνεται παράλογο.

Όπως σε τόσους άλλους τομείς, συντηρούμε ένα λαϊκισμό. Αντί να μεριμνούμε για το συμφέρον της τάξης μας, φροντίζουμε τα μέλη που την αποτελούν. Σε πρόσφατο άρθρο (Π.Λασκαρίδης) διάβαζα διάφορα. Τρομακτική γραφειοκρατία για να αγορασθεί το παραμικρό στις ένοπλες δυνάμεις (μετά τη φοβία από τα σκάνδαλα επίορκων πολιτικών και στρατιωτικών σ΄ αυτές). Διατήρηση πλήθους στρατοπέδων σε άχρηστους τόπους απλώς για νοητική αδράνεια από την εποχή της τουρκοκρατίας, αλλά και για να μην μειωθούν πόροι τοπικά (να μη διαμαρτυρηθούν οι τοπικοί ψηφοφόροι) και να μην ενοχληθεί η βολή κάποιων στρατιωτικών και απομακρυνθούν από τα σπίτια τους. Χωρίς να είμαι στρατιωτικός, θα αισθανόμουν πιο ασφαλής, αν ο όγκος των δυνάμεών μας στάθμευε σε Κρήτη και Λήμνο μάλλον, παρά π.χ. στο Μεγάλο Πεύκο ή σε τόσα άλλα μέρη. Και χωρίς να είμαι πολιτικός, θα ένοιωθα καλύτερα αν τα χιλιάδες νησιά και βραχονησίδες που έχομε κατοικούνταν. Όσο άξενα ξερονήσια και αν είναι, τι εμποδίζει να οικισθούν με μεταμόρφωσή τους σε ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες (ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, κυματογεννήτριες) και σε μονάδες θαλασσινής καλλιέργειας (ιχθυο- οστρακο- μαλακιο- καλλιέργειες) και (γιατί όχι;) σε τουριστικές μονάδες; Το να πρέπει να υπερασπιζόμαστε τόσης έκτασης παραλίες χωρίς να μας αποδίδουν το παραμικρό, μου φαίνεται εντελώς παράλογο. Εξάλλου, η παρουσία ανθρώπων, έστω και άοπλων σε αυτές τις περιοχές είναι ισχυρός αποτρεπτικός παράγοντας. Σε μια συνέντευξή του ο Ντεμιρέλ είπε για τα Ίμια: “Με ρώτησαν οι στρατιωτικοί: “να κάνουμε απόβαση;” Ρώτησα: “Είναι κανένας πάνω στα νησιά;” “Όχι!”  “Τότε κάνετε απόβαση””. Ένας βοσκός ή ένας ψαράς πάνω στα Ίμια, μόνος του, άοπλος, θα είχε αποσοβήσει τον ξένο στόλο, το δραματικό επεισόδιο. Καμιά χώρα δεν διακινδυνεύει διεθνώς στρατιωτική δραστηριότητα σε περιοχές με αποκλειστικά αμάχους σε καιρό ειρήνης.

Η ειρήνη με τη γείτονα είναι απαραίτητη. Απαιτεί όμως συμφωνία και όχι παραβιάσεις συμφωνιών, ακόμη και όταν αυτές είναι, ή κάποιος τις θεωρεί, άδικες. Συμφωνία σημαίνει αμοιβαίες υποχωρήσεις. Οι συμφωνίες αλλάζουν, αλλά η γειτνίαση λαών παραμένει, τουλάχιστον για πάρα πολλούς αιώνες. Στο μεταξύ όμως δεν μπορεί να ισχύει απλώς το δίκαιο του ισχυροτέρου. Ο ασθενέστερος οφείλει να είναι πανέτοιμος να αμυνθεί σε κάθε παρούσα και, κατά την άποψή του, άδικη, επίθεση του ισχυροτέρου, ώσπου να παρέμβει το διεθνές Δίκαιο, με την εκτελεστική εξουσία του και να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Και εξουσία έχει ποικιλοτρόπως η διεθνής κοινότητα, ακόμη και αν δεν διαθέτει την απαράμιλλη σοφία του Προέδρου μιας Υπερδύναμης.

Μου φαίνεται άβολο να κάνω τέτοιες σκέψεις στην επέτειο μιας μεγάλης μέρας για την πατρίδα μας. Τότε ο λαός, ακόμη και έχοντας υποστεί το πλήγμα του τορπιλισμού του καταδρομικού μας μέσα στο λιμάνι της Τήνου, ήταν γεμάτος ενθουσιασμό. Τώρα; Απλώς γιορτάζομε επετείους.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 22 Οκτωβρίου 2019

Ρωτήθηκαν πάνω από 1330 άτομα στο ΗΒ ποια είναι τα αίτια του καρκίνου (S.Smith, C.Hyde). Από 15% ως 43% ενοχοποίησαν το άγχος, τα πρόσθετα που υπάρχουν στα τρόφιμα, τις ηλεκτρομαγνητικές συχνότητες, τα μεταλλαγμένα τρόφιμα, τους φούρνους μικροκυμάτων και την πόση νερού από πλαστικά μπουκάλια. Για κανένα από αυτά δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία. Από την άλλη, για παράγοντες που αποδεδειγμένα αυξάνουν την πιθανότητα να αναπτυχθεί καρκίνος, 88% απάντησαν το κάπνισμα και 60% την ηλιακή ακτινοβολία. Μεταξύ άλλων, η έρευνα αυτή δείχνει πόσο συχνά το πλήθος των μη ειδικών πιστεύουν σε αναπόδεικτες αιτίες για θέματα με άμεσο ενδιαφέρον, όπως η εμφάνιση καρκίνου. Η πίστη σε τεκμηριωμένες αιτίες είναι μεγαλύτερη, όχι όμως πλήρης. Εξάλλου, η αποδοχή των τελευταίων δεν πείθει στη λήψη αντίστοιχων αποφάσεων. Περίπου 4 από τις 10 περιπτώσεις καρκίνου θα μπορούσαν να προληφθούν με αλλαγή στον τρόπο ζωής.

Στη σημερινή εποχή με πρωτοφανείς δυνατότητες ενημέρωσης, μεγάλα ποσοστά πληθυσμού έχουν λανθασμένες απόψεις πάνω στις οποίες στηρίζουν σημαντικές προσωπικές αποφάσεις. Αλλά και όταν έχουν σωστές απόψεις (όπως ότι το κάπνισμα και η ηλιακή ακτινοβολία), δεν αποφασίζουν σωστά. Τα ποσοστά των καπνιστών είναι τεράστια. Τι πρέπει να κάνει η κοινωνία; Οι επαΐοντες συμπεριφέρονται σωστά; Τα ποσοστά των γιατρών καπνιστών είναι παρόμοια με των μη γιατρών. Το ίδιο απογοητευτικό είναι τα υψηλά ποσοστά των μη εμβολιαζόμενων γιατρών (που μάλιστα έχουν αυξημένους κινδύνους λοιμώξεων). Πώς επηρεάζεται η λήψη αποφάσεων;

Η λήψη αποφάσεων (βούληση) στηρίζεται τόσο στο συναίσθημά μας όσο και στη λογική μας, άλλοτε περισσότερο στο συναίσθημα που δρα ταχύτερα κι άλλοτε στη λογική, για μακροπρόθεσμες αποφάσεις. Ο θάνατος εκατοντάδων χιλιάδων παιδιών κάπου στην Υφήλιο από πολέμους, λιμούς, λοιμώξεις αποτελεί είδηση. Όταν πέθανε το μοναδικό παιδί του γείτονα από λευχαιμία αυτό ήταν τραγωδία. Και η τραγωδία μας κινητοποιεί περισσότερο από την είδηση. Δεν είναι τυχαίο που η τραγωδία είχε τόσο υψηλή θέση στην αρχαία Αθηναϊκή κοινωνία, που η πολιτεία πλήρωνε τα εισιτήρια των θεατών (θεωρικά), ενώ υποχρέωνε τους πλουσίους (χορηγούς) να καλύπτουν τα έξοδα της παράστασης. Αν κάποιος δυσανασχετούσε, είχε υποχρέωση να υποδείξει άλλον πλουσιότερο. Κι αν κι ο δεύτερος είχε αντιρρήσεις, όφειλαν να ανταλλάξουν τις περιουσίες τους και με την περιουσία του δευτέρου τώρα ο πρώτος ανταποκρινόταν στις υποχρεώσεις του. Θα μπορούσε να υποτεθεί πως αυτή η θέση ήταν λαϊκίστικη, ιδίως συνοδευόμενη με θανατική ποινή για όποιον πρότεινε να χρησιμοποιηθούν τα θεωρικά για άλλο σκοπό; Ίσως, ιδίως όταν κινδύνευε η πατρίδα. “Δεῖ δὲ χρημάτων, καὶ ἄνευ τούτων οὐδὲν ἔστι γενέσθαι τῶν δεόντων“, ωρυόταν ο Δημοσθένης όταν κινδύνευε η πατρίδα του και έλεγε πως λεφτά υπάρχουν, εννοώντας τα θεωρικά, αλλά δεν τολμούσε να τα κατονομάσει. Είχε όμως και λογική. Οι νόμοι αποφασίζονταν από το λαό είτε από την εκκλησία του δήμου (δημοψηφίσματα) είτε από τη βουλή, που, αποτελούμενη από κληρωμένους αντιπροσώπους, αντικατόπτριζε με στατιστική ακρίβεια τη βούληση του πλήθους. Οι ρήτορες, με λογική ενίοτε προκατειλημμένη (δημαγωγοί) ήταν ο ένας παράγοντας που κατεύθυνε τη βούληση καθενός, και η τραγωδία, με την ιερότητα, στο συναίσθημα και την κοινωνική στήριξη που είχε, ήταν ο άλλος.

Λογική και συναίσθημα. Τι περισσότερο κατευθύνει τη βούλησή μας; Το συναίσθημα δεν επιδέχεται ευελιξία. Όταν διψάω, πεινάω κλπ, δεν έχω πολλές επιλογές. Από την άλλη, η λογική, στηριζόμενη στη δημιουργία πολλαπλών δευτεροβάθμιων εξαρτημένων αντανακλαστικών, έχει πολλές επιλογές. Όσο περισσότερες, τόσο μεγαλύτερη η ελευθερία μας. Η επικράτηση του συναισθήματος πάνω στη λογική, στις λαϊκές μάζες ονομάζεται λαϊκισμός και η προτροπή στο λαϊκισμό δημαγωγία. Η δημαγωγία κυρίως από πολιτικούς έχει στόχο, με δόλωμα την ικανοποίηση του συναισθήματος, να επιτύχει ιδιοτελείς σκοπούς, κυρίως την εξουσία πάνω στον κοινωνικό πλούτο. Παίρνει ποικίλες μορφές. Να μερικές. Αργομισθία είναι ενδεχομένως η κυριότερη. Μισθοί σε εργαζομένους που δεν εργάζονται∙ επιδοτήσεις σε επενδυτές που δεν επενδύουν∙ πτυχία σε φοιτητές που δεν φοιτούν∙ αμοιβές σε διδασκάλους που δεν διδάσκουν κοκ. Μια άλλη μορφή λαϊκισμού είναι η ικανοποίηση συναισθημάτων από πίστεις που είναι εξορισμού αναπόδεικτες. Πίστη σε μια θρησκεία, απορρίπτοντας βίαια κάθε άλλη∙ πεποίθηση πως η φυλή μας είναι διαρκώς αδικούμενη, ενώ είναι ανώτερη από κάθε άλλη. Πιο άμεση είναι η ικανοποίηση συναισθημάτων δικαίου. Όταν συντελεσθεί ένα έγκλημα, πρέπει να υπάρξει άμεση τιμωρία, έστω και χωρίς επαρκή απόδειξη ενοχής του κατηγορουμένου.

Σημειώνεται ότι ο λαϊκισμός δεν περιορίζεται στις κοινωνικά «κατώτερες» μάζες (υπάρχουν, άραγε;). Όταν περίσσεψε ασήμι από το Λαύριο, ο Αριστείδης, αρχηγός της αριστοκρατικής παράταξης, πρότεινε να μοιρασθεί στους φτωχούς. Ο Θεμιστοκλής, αρχηγός των λαϊκών στρωμάτων, πρότεινε να δοθεί στους πλουσίους για να κατασκευάσουν τριήρεις. Οι φτωχοί θα εύρισκαν έτσι δουλειά πρώτα στα ναυπηγεία και έπειτα σα ναύτες. Νίκησε. Εξοστράκισε το «δίκαιο» Αριστείδη, οι τριήρεις ναυπηγήθηκαν και νίκησαν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα. Σήμερα στον τόπο μας δεξιές και αριστερές παρατάξεις αμιλλώνται ποια θα προσφέρει πιο λαϊκίστικες πολιτικές. Δόλωμα για κατάληψη της εξουσίας. Αλλά και στη διεθνή αρένα, μας προσφέρθηκε το δέλεαρ του δανεισμού για καταναλωτικούς σκοπούς με την ιδιοτέλεια της κατάλυσης της ελευθερίας μας. Με τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού από την ΕΕ, μας αφαιρέθηκε η δυνατότητα έλλογης ανάπτυξης με τα υπολείμματα της ελευθερίας μας.

Να καταδικάσουμε το λαϊκισμό λοιπόν; Το συναίσθημα μπορεί να χειραγωγείται ως ένα βαθμό από τη λογική, όχι όμως να καταλυθεί. Στις αγέλες τα ζώα υπακούν αδιαπραγμάτευτα στο συναίσθημά τους. Στις κοινωνίες, όπως κάποιων εντόμων, η συμπεριφορά τους είναι άτεγκτη υπαγορευόμενη από μια υπερκοινωνική λογική, τη Φύση, το Θεό, τα αντανακλαστικά τους. Οι άνθρωποι επιλέγομε. Ο Δημόκριτος διατύπωσε τη λύση: «Βίος ἀνεόρταστος μακρὰ ὁδὸς ἀπανδόκευτος». Το ίδιο και ο Μωυσής: «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἒργα σου τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ, Σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου». Δηλαδή, μια περιοδική, προγραμματισμένη ταλάντωση μεταξύ λαϊκισμού και λογικής, μια κινούμενη μεσότητα, φαίνεται να είναι η λύση που περισσότερο ικανοποιεί. Υπάρχουν βέβαια όροι: Η αργία συνδέεται με κάποια ιερότητα: Παράσταση τραγωδίας, Συναγωγή, Εκκλησιασμός κλπ. Χωρίς αυτήν, κινδυνεύει από τη χρησιμοποίησή της για ιδιοτελείς σκοπούς των αρχόντων και καταναλωτικές δραστηριότητες των αρχομένων. Το σημερινό πανίσχυρο όπλο για όλη αυτή την επιχείρηση της εξουσίας είναι η πληροφόρηση. Η γνώση είναι απαραίτητη. Χωρίς αυτήν δεν υπάρχει έλλογη κρίση. Αλλά δεν αρκεί. Επαρκής παιδεία που ευρύνει μάλλον παρά περιορίζει (πλύση εγκεφάλου) τις επιλογές είναι εξίσου απαραίτητη. Και κατάλληλη δομή της κοινωνίας που εξασφαλίζει τη γνήσια εκπροσώπηση της λαϊκής βούλησης.

 

ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Πρωινός Λόγος, 20 Οκτωβρίου 2019

Χωρίς νόημα ακούεται. Άμα δεν ξέρω τον εαυτό μου που είναι πιο κοντά σε μένα από ό,τιδήποτε άλλο, τι ξέρω; Κι όμως δεν υπάρχει τίποτε πιο δύσκολο από το να γνωρίζεις τον εαυτό σου. Έχω συνηθίσει να αρχίζω με την ιατρική. Μ΄ αυτήν έζησα τις πολλές δημιουργικές δεκαετίες της ζωής μου. “Πεινώ”. Κι εννοώ, ΘΕΛΩ να φάω. “Διψώ”. Κι εννοώ, ΘΕΛΩ να πιω. Ρωτώ έναν άρρωστο, προσπαθώντας να τον στριμώξω σε όσο γίνεται σαφέστερη απάντηση: “Ποιο είναι το κυριότερο ενόχλημά σου;” “Πονώ”, απαντά. Τον στριμώχνω κι άλλο (“θα έκανες για ανακριτής”, μου παρατήρησε ένας δικαστής άρρωστός μου). “Πού πονείς;” “Εδώ”, μου απαντά και μου δείχνει με το δάκτυλο. Κι η εξέταση συνεχίζεται. Υπάρχει όμως και ο άρρωστος που απαντά αλλιώς. “Ποιο είναι το κυριότερο ενόχλημά σου;” “Είμαι χάλια”, απαντά. Ή, ακόμη χειρότερα, μια Αγγλίδα που προσπαθούσε να κάνει τη μορφωμένη, μου απάντησε: “Νοιώθω μια αναιμία του εγκεφάλου (ναι, anaemia, επέμενε)”. Όλοι αυτοί, προφανώς, δεν γνωρίζουν τον εαυτό τους. Αλλά αυτές είναι παθολογικές περιπτώσεις. Τι γίνεται φυσιολογικά;

Τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος, διαμέσου αισθημάτων τροφοδοτούν τη γνώση μέσα μας. Η βούλησή μέσα μας τροφοδοτεί την πράξη μας στο περιβάλλον μας. Σ΄ αυτά τα δυο στοιχεία, που πρωτοπεριέγραψε με σαφήνεια ο Πλάτων, εμπλέκεται το περιβάλλον, που είναι αισθητό από όλους και έτσι μας επιτρέπεται να συνεννοούμαστε μεταξύ μας. Μεταξύ τους όμως παρεμβάλλεται και το τρίτο πλατωνικό στοιχείο, το συναίσθημα που δεν έχει άμεση επαφή με το περιβάλλον. Κι αυτό διεγείρεται όχι μόνο από τη γνώση, με προέλευση από τα αισθητά γύρω μου, αλλά και από εσωτερικές περιοδικές, σαν ταλαντώσεις, λειτουργίες μας, που μπορεί να μην έχουν άμεση επαφή με το περιβάλλον. Πεινώ, διψώ, θέλω να κάνω έρωτα, περιοδικά ή και με ένα κατάλληλο διεγερτικό ερέθισμα που ασκείται πάνω μου απέξω. Από την άλλη, μπορεί να πονώ, διότι με τρυπά ένα αγκάθι, αλλά και έχω ένα πονοκέφαλο, χωρίς εξωγενές ερέθισμα. Πώς συνεννοούμαστε τότε; Τέτοιο συναίσθημα ούτε προκύπτει από κάποιο “γνωρίζω” ούτε καταλήγει σε κάποιο “κάνω”.

Παραδόξως, σ΄ αυτές τις σκέψεις οδηγήθηκα όχι από την ιατρική, αλλά πυροδοτημένος από τα συχνά ανόητα, σχόλια στο facebook. Κάποιος έθεσε εκεί το ερώτημα: Αν κάναμε πόλεμο με τους βόρειους γείτονές μας, τους νικούσαμε και τους επιβάλλαμε ό,τι μας άρεσε, πώς θα ΘΕΛΑΜΕ να ονομάσουμε τον τόπο τους; “Να τον ενσωματώσουμε στην Ελλάδα”, θα μπορούσαν να απαντήσουν οι περισσότεροι. Και τότε; Ελλάδα είναι τα νησιά, Επτάνησα, Δωδεκάνησα, Κρήτη κλπ και οι στεριές, Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα, Θράκη, Ανατολική, Κεντρική και Δυτική Μακεδονία κλπ. Αυτή την περιοχή, βόρεια από την Ανατολική, Κεντρική, Δυτική Μακεδονία, πώς θα θέλαμε να την ονομάσουμε; Δεν ξέρω τι λέτε, εγώ όμως δεν έχω ακούσει πολιτική απάντηση.

Από την ανυπαρξία σαφούς βούλησης ή από άγνοιά της προκύπτουν πολλές νοσηρές καταστάσεις σε άτομα και σε λαούς, νευρώσεις τις λέει ο Freud, που, φαινομενικά τουλάχιστον, ενάντια στον Πλάτωνα, ανέδειξε τη σημασία της βούλησης, που μπορεί να παρακάμπτει τη γνώση μας.

Οι άνθρωποι μόνο, φαίνεται να έχουμε εκτός από νόηση,  (γνώση δηλαδή, συναίσθημα και βούληση) και δευτεροβάθμια νόηση, γνώση, συναίσθημα και βούληση. Ξέρομε (ή όχι) τι ξέρομε, τι νοιώθομε, τι θέλομε κι αυτό είναι το “γνώθι σαυτόν”· θέλομε (ή όχι) να μαθαίνουμε ή να χαιρόμαστε ή να θέλουμε· και νοιώθομε ευχάριστα ή δυσάρεστα από ό,τι μαθαίνομε, ότι θέλομε ή ό,τι μας ευχαριστεί ή μας δυσαρεστεί. Παράδοξο, ιδίως το τελευταίο. Αλλά σκεφθείτε την Κασσάνδρα που πρόβλεπε το ζοφερό μέλλον, κανένας δεν την πίστευε, ώσπου οι φρικτές προβλέψεις της έβγαιναν αληθινές, κι εκείνη υπέφερε γι΄ αυτό, αλλά συγχρόνως χαιρόταν που επαληθεύθηκε (εγώ τάλεγα!).

Ο διαρκής έλεγχος του συναισθήματος και της βούλησης από τη λογική, το γνώθι σαυτόν, είναι που προσφέρει την ψυχική αρμονία. Κι αν υπάρχει νοσηρή κατάσταση, νεύρωση, η μεταφορά του προβλήματος από το δυσ- ή α-προσπέλαστο φροϋδικό υποσυνείδητο στη συνείδηση, θεραπεύει. Όχι, η ίαση δεν συνεπάγεται αναγκαστικά την ευτυχία. Μπορεί να είναι εξαιρετικά οδυνηρή. Φέρνει όμως την ισορροπία, την αρμονία που είναι απαραίτητη για μια υγιή συμπεριφορά μας, στις σχέσεις μας με το περιβάλλον μας. Πόσο ευτυχισμένος έγινε ο Οιδίποδας όταν ανακάλυψε ότι η συμφορά στην πόλη του οφειλόταν στο ότι αυτός είχε παντρευτεί τη μάνα του; Κι όμως αυτή ήταν η μόνη δυνατή κάθαρση.

Ξαναγυρίζω στο κοινωνικό επίπεδο και στην πολιτική. Κάποιος πρωθυπουργός μας ρωτήθηκε από ισχυρό πρόσωπο στην Αμερική: Πού ΘΕΛΕΤΕ να κάνετε επενδύσεις; Και εκείνη τη στιγμή ξέχασε τα Αγγλικά του. Αναρωτηθείτε και σεις. Αν σας πέσει το λαχείο με τζακ ποτ, μεγάλα ποσά, τι θα τα κάνετε; Αμφιβάλλω αν έκανε κάποιος μια μελέτη για το ποια ήταν η ζωή εκείνων που κέρδισαν μεγάλα ποσά στο λαχείο ή στο καζίνο. Κι αυτό εξηγείται αρκετά εύκολα, αν συνειδητοποιήσουμε ότι το χρήμα είναι μόνον κάτι χρήσιμο, για να κάνουμε κάτι που όμως συχνά δεν ξέρομε τι είναι. Ποτέ δεν είναι αυτοσκοπός. Σε σχετική ερώτησή μου, κάποιος μου απάντησε: “Βεβαίως ξέρομε τι θέλομε: να δανειζόμαστε χωρίς να επιστρέφουμε τα δανεικά”. Μπορεί να έχει δίκιο, αλλά δεν μου απάντησε, τι θέλομε να τα κάνουμε τα δανεικά. Γνώθι σαυτόν.

Το γνώθι σαυτόν επιτυγχάνεται με σκληρό, συνεχή αγώνα. Γίνεται μέσα μας. Σκέφτομαι θα πει κουβεντιάζω από μέσα μου, με δίδαξε κάποτε ένα παιδάκι. Μεταξύ άλλων σημαίνει αναζητώ επίμονα τι πραγματικά θέλω. Μπορεί να θέλω πολλά, μεταξύ τους αντιτιθέμενα. Κάποια βρίσκονται σε αντίθεση με το “πρέπει” που είναι το “θέλω” της κοινωνίας, όπως το μεταφέρει μέσα μας η κοινωνική υπόσταση του Εγώ μας. Ή μπορεί να βρίσκονται σε αντίθεση με τη φυσική αδυναμία μας, όπως την μεταφέρει μέσα μας η αισθητή υπόσταση του Εγώ μας. Θα τα ζυγίσω όλα αυτά. Η επίτευξη ποιων “θέλω” θα μας φέρει την ευδαιμονία; Ακόμη και στη φυσική και κοινωνική αδυναμία μας, πάντα το γνωστικό μέρος της νόησής μας μπορεί να αναζητήσει αντιστάθμισμα, οπότε με μεγάλες θυσίες και μόχθους (π.χ. επιστημονική έρευνα) μπορώ να επιτύχω. Και τώρα ζυγίζω στο συναίσθημά μου το κόστος της θυσίας και τη χαρά της ικανοποίησης του “θέλω” μου. Κι αποφασίζω. Δεν υπάρχει επιτυχία χωρίς κόστος. Αυτό που προέχει πάντοτε είναι να έχουμε συνειδητοποιήσει τι θέλομε. Και μόνον τότε το επιδιώκομε με κάθε τρόπο. Πρώτα ξέρω τι θέλω να αγοράσω κι ύστερα ψάχνω να βρω τα λεφτά.

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 18 Οκτωβρίου 2019

Ανθρώπινα δημιουργήματα που διεγείρουν το συναίσθημα θετικά ή αρνητικά. Περιλαμβάνω τις εικαστικές τέχνες στο χώρο, π.χ. ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική και τις μουσικές στο χρόνο, π.χ. μουσική, ποίηση, χορό.

Όπως το νοητό Εγώ μας (“ψυχή”), άβατο για όλους, έχει είσοδο, τη γνώση, έξοδο, τη βούληση και διάμεσο ρυθμιστικό στοιχείο, το συναίσθημα, έτσι και η κοινωνία έχει επιστήμη, ηθική και καλλιτεχνία. Όπως το συναίσθημα στον καθένα, έτσι και οι καλές τέχνες στην κοινωνία στρέφουν την προσοχή του κοινού προς (ή αποστρέφουν από) το αντικείμενό τους με θετική ή αρνητική ανάδραση. Στα άτομα αυτή η στροφή γίνεται αντανακλαστικά για τα γευστικά, οσφρητικά και απτικά ερεθίσματα, όχι όμως για τα οπτικά και ακουστικά. Το άρωμα μιας γαρδένιας με κάνει να εισπνεύσω βαθύτερα, ενώ μια πικρή γεύση να φτύσω ό,τι έχω στο στόμα μου. Τα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα, αν και δεν προκαλούν άμεσα θετική (ευχάριστη) ή αρνητική (δυσάρεστη) ανταπόκριση, μπορούν όμως να προκαλούν γενικευμένη χαλάρωση ή διέγερση. Και η χαλάρωση ή διέγερση μπορούν να είναι ευχάριστες ανάλογα με τις συνθήκες. Ο οργανισμός μας ταλαντώνεται κυρίως με τη νυχθημερινή εναλλαγή χαλάρωσης (ύπνος) και διέγερσης (εγρήγορσης). Ένα χαλαρωτικό ερέθισμα προσλαμβάνεται ευχάριστα στη φάση της γενικής χαλάρωσης, όπως το λίκνισμα και το νανούρισμα βοηθούν το βρέφος να κοιμηθεί. Είναι όμως δυσάρεστo στη φάση της διέγερσης, όπως όταν αγωνίζεται κάποιος, παλεύει, τρέχει ή οδηγεί στην εθνική οδό.

Χαλαρωτική επίδραση έχουν ερεθίσματα ήπια, χωρίς απότομες μεταβολές στο χώρο ή στο χρόνο, ρυθμικά, σαν το λίκνισμα, οι καμπύλες, σαν τους τρούλους των ορθόδοξων εκκλησιών, η σύγχρονη ακρόαση ήχων με απλή αριθμητική σχέση, όπως 3:4:5 (μείζων συγχορδία) των συχνοτήτων τους. Διεγερτικά επιδρούν ερεθίσματα ισχυρά, με απότομες μεταβολές, η αστραπή, η βροντή, οι οξείες γωνίες, σαν τα καμπαναριά στο γοτθικό ρυθμό, οι συγχορδίες με τυχαία σχέση συχνοτήτων τους, οι συνδυασμοί αντίθετων χρωμάτων κλπ. Σ΄ αυτές τις αρχές στηρίζονται κυρίως η καθαρή (χωρίς τραγούδι) μουσική, και οι αφηρημένες εικαστικές τέχνες, ζωγραφική, γλυπτική κλπ που δεν μοιάζουν καθόλου με κάποιο φυσικό πρόσωπο ή αντικείμενο.

Πέρα από την άμεση αισθητηριακή επίδραση των ερεθισμάτων, αυτά μπορούν συνειρμικά να αναδύουν από τη μνήμη παραστάσεις που συνδέονται με ευχάριστα ή δυσάρεστα συναισθήματα. Εδώ υπάγονται καλές τέχνες με λόγο ή παντομίμα που εκφράζουν ποικίλες καταστάσεις. Ποίηση, τραγούδι, χορός κλπ. Ωστόσο, αυτός ο διαχωρισμός δεν είναι απόλυτος. Μια μουσική φράση μπορεί να μοιάζει με φυσικό ήχο, όπως με το κελάηδημα του αηδονιού στην Ποιμενική συμφωνία (Beethoven). Από την άλλη, η ποίηση κανονικά ακούεται, δεν διαβάζεται, και ο λόγος της είναι ήχος που μπορεί να έχει μελωδία ή χασμωδία, ρίμα, ρυθμό κλπ. Η τέχνη είναι σαν μια φωτογραφία ενσταντανέ των συναισθημάτων της διαρκώς εξελισσόμενης ζωής.

Τα παραπάνω αφορούν το έργο τέχνης καθαυτό. Η τέχνη όμως μας συγκινεί και για άλλους λόγους, έξω από το έργο. Ένας είναι ο χώρος του. Μια εικόνα στην εκκλησία με συγκινεί προτρέποντάς με να προσκυνήσω. Η ίδια εικόνα στο εικονοστάσι του σπιτιού μου μού εγείρει το αίσθημα ασφάλειας που είχα παιδί όταν η μητέρα μου θύμιαζε το εικονοστάσι. Η ίδια εικόνα σε μια πινακοθήκη με κάνει να θαυμάζω την αισθητική της. O διάσημος βιολιστής Joshua Bell έπαιξε έργα Bach σε ένα σταθμό του μετρό στη Νέα Υόρκη. Σε μια ώρα μάζεψε μερικά δολάρια. Το ίδιο βράδυ έπαιξε σε μια αίθουσα συναυλιών όπου το εισιτήριο ήταν 100 δολάρια! Άλλος ο Bach στο μετρό κι άλλος στην αίθουσα συναυλιών. Ζήτηση. Από όλα τα έργα του Van Gogh πουλήθηκε όσο ζούσε μόνο ένα για ένα ευτελές ποσό. Σήμερα τα έργα του κοστίζουν ολόκληρη περιουσία. Η πρωτοτυπία ενός έργου, που το κάνει μοναδικό, δίνει αξία στο έργο. Το πρωτότυπο με συγκινεί περισσότερο, έστω και αν ένα αντίγραφο μπορεί να είναι αισθητικά ωραιότερο, διότι ο αντιγραφέας διόρθωσε μικρολάθη που διέλαθαν στο πρωτότυπο. Η πρωτοτυπία όμως μπορεί να επισύρει και αρνητικά συναισθήματα, καθώς η μίμηση είναι βολική, όπως στη μόδα. Κάθε ζωντανή συναυλία είναι μοναδική. Χειροκροτώ επειδή μου άρεσε το έργο, αλλά και επειδή χειροκροτούν οι άλλοι. Τέλος, η ιστορική εμπειρία μου από προγενέστερα έργα έχει διαμορφώσει τα καλλιτεχνικά κριτήριά μου. Αν ένα έργο τέχνης ταιριάζει μ΄ αυτά, με συγκινεί, αλλιώς αδιαφορώ.

Τα έργα τέχνης απευθύνονται στο συναίσθημα. Δεν επιδέχονται αυστηρά λογικά κριτήρια της αξίας τους. Υπάρχει τελικά κριτήριο; Η Τέχνη είναι κοινωνική λειτουργία. Όσο περισσότερο κόσμο συγκινεί διαχρονικά ένα έργο, τόσο μεγαλύτερη είναι η αξία του. Σε οσοδήποτε πολλούς και αν αρέσει ένα σύγχρονο έργο τέχνης, δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Οιδίποδα Τύραννο (Σοφοκλής) ή την 9η συμφωνία του Beethoven, διότι τέτοια, κλασικά όπως ονομάζονται, έργα συγκινούν στους αιώνες και σε όλο τον πλανήτη πολύ περισσότερο κόσμο από οποιαδήποτε σύγχρονη επιτυχία. Η λαϊκή τέχνη έχει επίσης διαχρονική καλλιτεχνική αξία, αλλά σε περιορισμένο τόπο. Οι ειδικοί της τέχνης μελετούν τέτοια έργα καταξιωμένα από το πλήθος του κόσμου το οποίο συγκίνησαν και από τα χαρακτηριστικά τους συνάγουν πώς πρέπει να είναι ένα σύγχρονο έργο για να αρέσει, να γίνει ασμένως αποδεκτό από τον κόσμο. Κατά κανόνα αποδεικνύονται σωστοί. Όχι όμως πάντοτε, καθώς η πρωτοτυπία ενός έργου έγκειται ακριβώς στο ότι ξεφεύγει από τους καθιερωμένους κανόνες. Ο I.Stravinsky αποκρούστηκε από τους κριτικούς της εποχής του, η μουσική του όμως ξεσήκωσε τον κόσμο και συνέβαλε στη διαμόρφωση νέων κριτηρίων στη μουσική.

Οι καλές τέχνες καθώς συγκινούν με τον ίδιο τρόπο μέγα πλήθος, συμβάλλουν όσο καμιά άλλη κοινωνική εκδήλωση στην ενότητα της κοινωνίας. Όταν όλοι χαιρόμαστε ή λυπόμαστε ή εξοργιζόμαστε με το ίδιο καλλιτεχνικό είκασμα ή άκουσμα, ενωνόμαστε συναισθηματικά. Αυτός είναι ο λόγος που καλλιτέχνες κάθε είδους κυνηγήθηκαν αλύπητα από ολοκληρωτικά καθεστώτα. Βέβαια πρωτοποριακά έργα χωρίς αισθητηριακή ωραιότητα (avant garde) δεν μπορούν να συγκινούν μεγάλα πλήθη. Κάθε τέχνη είναι αφαίρεση. Η υπερβολική αφαίρεση καταλήγει σε τόσο γενικευμένα σχήματα που δεν θυμίζουν την πρότυπη φυσική εικόνα που τα ενέπνευσε. Όμως αυτή η υπερβολική αφαίρεση που μπορεί να φθάνει ως την απλή διασταύρωση γραμμών, επιτρέπει να θυμίζουν συνειρμικά πολύ διαφορετικά πράγματα σε πλήθος ανθρώπων. Ένας γαλανόλευκος σταυρός με 5 οριζόντιες γραμμές συγκινεί κάθε Έλληνα όπου κι αν βρίσκεται. Συχνά απαιτούν προπαίδεια για να συγκινήσουν, αλλά είναι μεγάλο γεωγραφικά το εύρος των επαϊόντων που μπορούν να τα προσλάβουν συναισθηματικά.  Η Γκουέρνικα του Πικάσο διήγειρε τον κόσμο περισσότερο από οποιοδήποτε μέσο πληροφόρησης.

 

 

ΨΗΦΟ. ΣΕ ΠΟΙΟΥΣ;

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 15 Οκτωβρίου 2019

Σημαντικό στοιχείο της δημοκρατίας η ψήφος. Όχι το μόνο. Η κλήρωση για την επιλογή των αρχόντων είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της. Με την ψήφο όμως λαμβάνονται οι αποφάσεις, είτε από το σύνολο του λαού (εκκλησία του δήμου παλιά, δημοψήφισμα σήμερα) είτε από τους εκπροσώπους του (επιλεγμένους με εκλογή στην ολιγαρχία, με κλήρωση στη δημοκρατία). Ποιοι ψηφίζουν όμως; Στην αρχαιότητα, (κάθε πόλη και κράτος), ψήφιζαν οι κάτοικοί της, εξαιρώντας παιδιά, γυναίκες, μετοίκους και δούλους. Οι εξαιρέσεις δεν θεωρούνταν μέλη της πολιτείας, αλλά ανήκαν σε ένα άνδρα.

Ο Πλάτων, που γενικά θεωρούνταν αντιδημοκρατικός, κήρυξε πως οι γυναίκες δεν ήταν κτήματα, αλλά κτήτορες. Ως προς τους δούλους, ο Αλκιδάμας λέει: «Ἐλευθέρους ἀφῆκε πάντας θεὸς, οὐδένα δοῦλον ἡ φύσις πεποίηκε». Και ο Αριστοτέλης γνώριζε ότι: «νόμῳ γὰρ τὸν μὲν δοῦλον εἶναι τὸν δ΄ ἐλεύθερον οὺθὲν διαφέρειν. Διόπερ οὺδὲ δίκαιον. Βίαιον γὰρ…Καὶ πὰσα δουλεία παρὰ φύσιν ἐστὶ». Δεν διαφέρουν από τη φύση τους ο ελεύθερος από το δούλο, αλλά με το νόμο, πράγμα βίαιο και όχι δίκαιο. Κάθε δουλεία είναι παρά φύση. Ωστόσο, όσο δεν μπορούν να γίνονται οι πράξεις αυτόματα με τη διαταγή του ανθρώπου, η δουλεία είναι αναγκαίο κακό. Κι αυτή η θέση επικράτησε γενικά και έμεινε για αιώνες, ακόμη και όταν ο Παύλος κήρυξε ότι «οὐκ ἒνι Ἰουδαῖος οὐδἑ Ἓλλην, οὐκ ἒνι δοῦλος οὐδἑ ἐλεύθερος, οὐκ ἒνι ἂρσεν καὶ θῆλυ, πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστἑ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Ως προς τους μετοίκους, κατά διαστήματα, ανάλογα με τη συμπεριφορά τους, κάποιοι γίνονταν ελεύθεροι πολίτες κι αυτό άρχισε ήδη από την εποχή του Σόλωνα. Αλλά και για τους γηγενείς υπήρχαν περιορισμοί. Όταν υπήρξε υπερπληθυσμός στην Αθήνα, ο Περικλής όρισε ότι πολίτες είναι μόνον όσοι και οι δυο γονείς τους είναι Αθηναίοι. Έτσι τα παιδιά του από την μέτοικο Ασπασία δεν ήταν πολίτες. Μεγαλείο του ανδρός που προτίμησε το γενικό και όχι το προσωπικό, οικογενειακό του, συμφέρον!

Σήμερα ακόμη δεν ξέρομε ποιος πρέπει να ψηφίζει. Έχομε και σήμερα μετοίκους. Μετανάστες νόμιμοι ή και παράνομοι, πρόσφυγες. Μένουν εδώ για χρόνια, εργάζονται παραγωγικά, πληρώνουν φόρους, αλλά δεν είναι σαν και μας. Να ψηφίζουν λοιπόν; Ευτυχώς το πρόβλημα της γυναικείας ψήφου έχει λυθεί. Παρ΄ όλα ταύτα, οι γυναίκες εκπρόσωποι στην εξουσία υπολείπονται σημαντικά έναντι των ανδρών. Για τα παιδιά δεν τίθεται ζήτημα. Είναι ανώριμα (ανίκανα) να αποφασίζουν για τον εαυτό τους. Συζητείται μόνον από ποια ηλικία και έπειτα πρέπει να θεωρούνται ώριμα, ικανά για δικαιοπραξία και για ψήφο. Λύση;

Προσωπική μου άποψη είναι ότι ψήφο πρέπει να έχει όποιος ψηφίζοντας συμβάλλει στη λήψη αποφάσεων που τον θίγουν άμεσα. Ανάδραση. Θα προσπαθήσω να το εξειδικεύσω, μια και, καθώς είμαστε συντεταγμένη πολιτεία, πρέπει να έχουμε νόμους σαφώς διατυπωμένους.

Ο αστικός κώδικας ορίζει τη μόνιμη κατοικία. «Το πρόσωπο έχει κατοικία τον τόπο της κύριας και μόνιμης εγκατάστασής του. Κανένας δεν μπορεί να έχει συγχρόνως περισσότερες από μία κατοικίες». Προφανώς η ων ουκ άνευ απαίτηση για να ψηφίζει κάποιος είναι να συναποφασίζει για τον τρόπο διαβίωσής του στον τόπο της μόνιμης κατοικίας του. Κι οι ξένοι μόνιμοι κάτοικοι στην Ελλάδα; Επιτρέπομε διπλή ιθαγένεια. Μήπως για να διατηρούμε αλυτρωτικές βλέψεις σε άλλα κράτη; Έχει αποδειχθεί ολέθριο το όνειρο της Μεγάλης Ιδέας. Απαιτώ ο ψηφοφόρος να έχει λογικά κάποια εχέγγυα ότι νοιάζεται για ολόκληρο το έθνος στο οποίο ανήκομε. Στοιχειώδεις τυπικές εγγυήσεις είναι, για μένα, πρώτα η μόνιμη κατοικία του, συμπεριλαμβάνοντας τον τόπο του επαγγέλματός του, για επαρκές διάστημα, (>12 χρόνια;), να γνωρίζει ικανοποιητικά Ελληνική γλώσσα, ιστορία και γεωγραφία και, προπάντων, να έχει υπηρετήσει μια υποχρεωτική θητεία, (κάπως σαν δόκιμος πολίτης) στη διάρκεια της οποίας έχει θέσει την ύπαρξή του απόλυτα στην υπηρεσία της Ελληνικής πατρίδας, όπως την εκφράζουν οι εκάστοτε αρμόδιοι. Εφόσον ισχύουν όλα αυτά, και δεν έχει υποπέσει σε ποινικό αδίκημα, θεωρώ σωστό να συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων για το σύνολο των Ελλήνων. Και για εμένα.

Το άλλο μείζον πρόβλημα είναι η ψήφος Ελλήνων του εξωτερικού. Πρόβλημα απόστασης δεν υφίσταται. Μπορούν να ψηφίζουν στο προξενείο ή, ακόμη καλύτερα, με ένα από τα επαρκή πια σήμερα συστήματα ηλεκτρονικής τηλε-ψήφου. Το ζήτημα σέρνεται εδώ και χρόνια και η στάση του καθενός καθορίζεται συχνά με τρόπο αγελαίο. Υπακούοντας στον αρχηγό ή ό,τι φωνάζει ο όχλος στα συλλαλητήρια. Έχω παιδιά στο εξωτερικό, είναι τα δικά μου παιδιά, ανήκουν στην εκλεκτή νεότητα της Ελλάδας, έχουν και την εμπειρία του εξωτερικού, άρα πρέπει να ψηφίζουν. Αλλά οι ομογενείς, εδώ και γενιές ολόκληρες, πόση Ελληνική συνείδηση διατηρούν; Να συναποφασίζουν επομένως για το πώς θα ζούμε εμείς που κατοικούμε σε άλλον τόπο από αυτούς; Χωρίς να συναποφασίζουν πώς θα ζουν στον τόπο όπου διαμένουν; Το πραγματικό ερώτημα είναι: η ψήφος τους θα επηρεάσει τον τρόπο της δικής τους ζωής, αν δεν ζουν στον τόπο για τον οποίον ψηφίζουν; Έχουν Ελληνική παιδεία και έχουν υπηρετήσει τη θητεία τους; Πού ασκούν το επάγγελμά τους και προσφέρουν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους; Προς όφελος ποιας κοινωνίας; Πληρώνουν φόρους στο Ελληνικό Έθνος; Έχουν ακίνητη περιουσία στο Ελληνικό Κράτος για την οποία νοιάζονται και πληρώνουν φόρο; Πολλά πρέπει να διαμορφωθούν σε σαφή νόμο. Αν δεν ισχύουν όλα αυτά, εγώ δεν τους αναγνωρίζω το δικαίωμα να συναποφασίζουν αυτοί για εμένα, και μάλιστα αφού εγώ δεν μπορώ να αποφασίζω για τον τρόπο της ζωής τους εκεί όπου διαμένουν. Το Ελληνικό κράτος/έθνος όμως (συνέπεια της Γαλλικής Επανάστασης) περιλαμβάνει την ομογένεια. Ειδική διευθέτηση χρειάζεται. Εφόσον τα ξένα κράτη αναγνωρίζουν Ελληνική μειονότητα, απαιτείται συμφωνία με αυτά. Οφείλει να υπάρχει εκπροσώπησή των ομογενών ιδίως για θέματα που αφορούν την ομογένεια με μειωμένη δικαιοδοσία για τη λήψη αποφάσεων στους γηγενείς Έλληνες. Στο σύγχρονο κράτος/μέλος, οι μόνιμοι κάτοικοι του εξωτερικού, μήπως να ψηφίζουν Έλληνες υποψηφίους Ευρωβουλευτές, που νοιάζονται για όλη την Ευρώπη;

Τοπική αυτοδιοίκηση. Μένω μόνιμα στην Αθήνα, διαμαρτύρομαι που ο Δήμαρχος δεν κάνει ό,τι (νομίζω πως) πρέπει στην πόλη μου, αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτε γι΄ αυτό. Ψηφίζω, βλέπεις, στον τόπο που γεννήθηκα και όπου ζω, σαν τουρίστας, 5 μέρες κάθε χρόνο. Παράλογο!

Δε λέω, υπάρχουν κάποιοι χωρίς μόνιμη κατοικία. Αλήτες, νομάδες, τσιγγάνοι, διπλωμάτες, διεθνείς επιχειρηματίες. Παγκοσμιοποίηση. Αυτοί πρέπει, πιστεύω, να αποφασίσουν ποιον θεωρούν τόπο της μόνιμης κατοικίας τους και να αναλάβουν αντίστοιχες υποχρεώσεις και δικαιώματα, μεταξύ τους και την ψήφο.

 

ΦΑΣΙΣΜΟΣ – ΝΑΖΙΣΜΟΣ – ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 10 Οκτωβρίου 2019

Ο 20ος αιώνας υπέφερε από δύο συγγενικά κινήματα, φασισμό και ναζισμό. Στο φασισμό υπάρχει ακραίος εθνικισμός, στο ναζισμό ρατσισμός. Κι αυτός δεν στηρίζεται απλώς σε ένα έθνος, που μπορεί να είναι πολυφυλετικό, (π.χ. ΗΠΑ), αλλά στην κληρονομική καθαρότητά της φυλής. Ο καθηγητής Ευρυγένης (1985) έκρουσε τον κώδωνα κινδύνου για τη γοητεία του κακού που, προωθώντας την παροξυσμική βία, εξακολουθούσε να ασκεί ο ναζισμός. Τόνισε ότι η σύμπλευση φασισμού και ρατσισμού δεν είναι αναγκαία: μπορεί κάποιος να είναι φασίστας χωρίς να είναι ρατσιστής, και το αντίθετο. Είναι όμως αδύνατον να είναι κάποιος ρατσιστής και ταυτόχρονα δημοκράτης. Οπωσδήποτε, ο σεβασμός και η νηφάλια προάσπιση μιας εθνικής παράδοσης δεν αρκούν για να επισύρουν την κατηγορία του ρατσισμού. Ο υγιής εθνικισμός στηρίζεται στη διατήρηση της εθνικής παράδοσης που οφείλει να εξελίσσεται, χωρίς να αλλάζει η ταυτότητα του έθνους. Όπως ένας γέρος δεν μοιάζει με ό,τι ήταν βρέφος, αλλά η ταυτότητά του παραμένει αναλλοίωτη· όπως “Οὐκ ἄν δίς τὸν αὐτὸν ποταμὸν ἐμβαίης(Ηράκλειτος), αλλά ο ποταμός εξακολουθεί, διαρκώς αλλάζοντας, να παραμένει ο ίδιος. Ο φασισμός, αντίθετα, προσπαθεί να παραμείνει αναλλοίωτος, εκτρέφοντας ένα λαϊκισμό, στον οποίον το έθνος καθενός είναι ανώτερο από των άλλων και χρέος του είναι, επομένως, να κυριαρχήσει πάνω τους.

Παρά την τρομακτική εμπειρία από την επικράτηση του ναζισμού και του φασισμού σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, αλλά και γενικότερα σε μερίδα των διανοουμένων, ακόμη σήμερα υπάρχει τάση προς τα αποτρόπαια μορφώματα, και μάλιστα κυριαρχώντας σε κάποιες χώρες. Γιατί; Πρώτα, βέβαια, διότι όσοι έζησαν τη λαίλαπα του φασιστοναζισμού έχουν σχεδόν εκλείψει. Άλλο να την έχεις βιώσει και άλλο να τη μαθαίνεις ακούοντας ή διαβάζοντάς την. Δεύτερο είναι η απογοήτευση αφενός από τα σύγχρονα καθεστώτα που ευφημιστικά ονομάζονται δημοκρατίες και αφετέρου από το μόρφωμα Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο που ξεχνάμε τα θετικά της, όπως  ότι για πρώτη φορά υπάρχει ειρήνη σε όλη την έκταση της Ευρώπης για τόσο μακρύ χρονικό διάστημα. Υπάρχει όμως και ένας τεχνικός παράγοντας, που παίζει ρόλο στη σύγχρονη εξάπλωση του νεο-φασισμο-ναζισμού. Ο μεγάλος διώκτης των υπευθύνων του Ολοκαυτώματος, S.Wiesenthal τόνισε ότι ο ολοκληρωτισμός διεισδύει στην ατομική ζωή των πολιτών: οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις ζητούν ψήφο κάθε τέσσερα χρόνια, αλλά τα ολοκληρωτικά κόμματα απαιτούν από τους οπαδούς τους υποταγή σε καθημερινή βάση.

Συζητώντας την ανεπάρκεια του συστήματός μας σπάνια αναφέρεται η αρχαία δημοκρατία, μόνο για να θαυμάζεται και για να ονομάζουμε ποικίλα αντιφατικά πολιτεύματα δημοκρατίες (π.χ. φιλελεύθερη, σοσιαλιστική δημοκρατία κλπ), αλλά όχι για να βασιστούμε στις αρχές της και να δημιουργήσουμε ένα σύγχρονο εξίσου θαυμαστό πολίτευμα. Οι σύγχρονες ρεπούμπλικες (π.χ. République Française, Hellenic Republic), δεν είναι δημοκρατίες, αλλά ολιγαρχίες, αφού στη δημοκρατία οι άρχοντες (βουλευτές και δικαστές) κληρώνονται, ενώ στην ολιγαρχία εκλέγονται: Λέγω  δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν  (Αριστοτέλης). Ο Σταγειρίτης τονίζει ότι είναι επικίνδυνο να εκλέγονται οι άρχοντες από κατάλογο προσώπων που ήδη έχει καταρτισθεί με (προ)εκλογική διαδικασία (χει δ κα περ τν αρεσιν τν ρχόντων τ ξ αρετν αρετούς πικίνδυνον)

Η σύγχρονη ρεπούμπλικα ανεπαρκεί: 1. Για να είναι κάποιος βουλευτής πρέπει να χρισθεί πρώτα υποψήφιος, που σημαίνει πειθαρχία στο κόμμα του, έστω και όταν συνειδησιακά έχει αντιρρήσεις. Αλλιώς, οι πιθανότητες να εκλεγεί βουλευτής είναι πρακτικά μηδενικές, ενώ, όντας επαγγελματίας πολιτικός δεν έχει άλλο βιοποριστικό επάγγελμα. 2. Πρέπει να ψηφισθεί, που σημαίνει αγορά ψήφων πουλώντας εκδουλεύσεις σε ψηφοφόρους και παράγοντες που τους επηρεάζουν (οικονομικούς, επικοινωνιακούς, θρησκευτικούς κλπ). Οι εκδουλεύσεις (ρουσφέτια) γίνονται σε βάρος του συνολικού συμφέροντος, αλλιώς δεν θα χρειάζονταν. 3. Ο χρονικός ορίζοντάς του είναι ως τις επόμενες εκλογές, συνήθως 4ετής. Κι αυτό σημαίνει μέριμνα για τα συμφέροντα των ψηφοφόρων σε βάρος των επόμενων γενεών, όπως άφρων δανεισμός, ανάπτυξη με ρύπανση γης, αέρα, θάλασσας κλπ. 4. Η υπεύθυνη συμμετοχή των πολιτών στην πολιτική είναι στιγμιαία σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, αντί να είναι καθημερινή, όπως ήταν στην αρχαία δημοκρατία, όπου κάθε πολίτης είχε πολλές πιθανότητες να κληρωθεί οποτεδήποτε άρχοντας, με τα σημερινά δεδομένα βουλευτής, δικαστής (ένορκος), δήμαρχος, πρόεδρος συνδικαλιστικής οργάνωσης κλπ, καθώς η εναλλαγή της θητείας για κάθε αξίωμα είναι συχνή. Αυτή η ανεπάρκεια του τρέχοντος συστήματος παίζει κεφαλαιώδη ρόλο στη σταθερότητα της δημοκρατίας, όπως τόνισε για τα ολοκληρωτικά καθεστώτα ο Wiesenthal. 5. Η ανεξαρτησία των τριών εξουσιών αίρεται. Το πλειοψηφούν κόμμα στη βουλή ορίζει την κυβέρνηση που διορίζει τους επικεφαλής της δικαιοσύνης.

Η αρχαία δημοκρατία είχε δύο όψεις. Άμεση, εκκλησία του δήμου τότε, δημοψήφισμα σήμερα· και έμμεση, αντιπροσωπευτική, στη βουλή και στο δικαστήριο, με κληρωμένους βουλευτές και δικαστές από το σύνολο των πολιτών. Η άμεση δημοκρατία δεν έχει στατιστικό σφάλμα. Η βούλησή της είναι εξορισμού η βούληση του λαού και αυτό ισχύει και για τις σύγχρονες ρεπούμπλικες. Έχει όμως το μειονέκτημα, λόγω του πλήθους των πολιτών, ότι ο δήμος καλείται να επικυρώσει μια πρόταση, ενώ η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, να τη διαμορφώσει, να βουλεύεται, να συζητά μεταξύ των βουλευτών αφενός και αφετέρου μεταξύ βουλευτών και προτεινόντων ή αντιτιθεμένων στην πρόταση (συμπολίτευση και αντιπολίτευση στη βουλή, υπεράσπιση και πολιτική αγωγή στο δικαστήριο). Υπόκειται επομένως το δημοψήφισμα ευκολότερα από τη βουλή στον κίνδυνο λαϊκισμού και δημαγωγίας. Το δημοψήφισμα διατηρεί μεγάλη αξία σε μικρές κοινότητες (π.χ. τοπική αυτοδιοίκηση, γειτονιά), αλλά για ένα ολόκληρο κράτος πρέπει να υπάρχουν προϋποθέσεις, π.χ. εκτεταμένη, ανοικτή στο κοινό, συζήτηση στη βουλή, με οριακή πλειοψηφία. Η βουλή έχει αναγκαστικά στατιστικό σφάλμα, αφού είναι δείγμα του συνόλου. Το τυχαίο σφάλμα στη δημοκρατία και στην ολιγαρχία (ρεπούμπλικα) είναι αναπόφευκτο και περιορίζεται με μεγέθυνση του δείγματος (αριθμού βουλευτών). Η βουλή στην ολιγαρχία όμως έχει επιπλέον αναγκαστικά και συστηματικό σφάλμα (προκατάληψη), αφού οι βουλευτές εξαρτώνται από το κόμμα, από τους ψηφοφόρους και από το χρονικό ορίζοντά τους, που καθοδηγούν τις αποφάσεις τους, ακόμη και των πιο έντιμων από αυτούς.

Από τα σύγχρονα πολιτεύματα, άμεση δημοκρατία (τακτικά δημοψηφίσματα) υπάρχει στην Ελβετία. Στις ΗΠΑ υπάρχει σημαντική ανεξαρτησία των εξουσιών.

Η δημοκρατία δεν είναι ισχυρότερη ή ασθενέστερη από άλλα πολιτεύματα. Νίκησε τη Μηδική μοναρχία, αλλά ηττήθηκε από τη Λακεδαιμονική ολιγαρχία και τη Μακεδονική μοναρχία. Ούτε είναι δίκαιη στους συμμάχους της, καθώς συμπεριφέρθηκε αισχρά στους Μηλιούς και τους Μυτιληνιούς. Είναι, ωστόσο, το πολίτευμα που προώθησε αρμονικά το φυσικό, κοινωνικό και ανθρωπιστικό πολιτισμό, καθώς και την ευδαιμονία των πολιτών της.

 

ΟΙ ΦΙΛΕΣ ΜΑΣ ΤΡΙΒΗ, ΑΔΡΑΝΕΙΑ, ΕΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 8 Οκτωβρίου 2019

Τρεις είναι οι φυσικές δυνάμεις που αντιστέκονται στη βούλησή μας: Τριβή, αδράνεια και ελαστικότητα. Η τριβή αντιστέκεται σε κάθε κίνησή μας. Καταβροχθίζει την ενέργειά μας και τη μετατρέπει σε θερμότητα, δηλαδή σε αταξία, που χάνεται στο Σύμπαν. Η αδράνεια αντιστέκεται σε κάθε μεταβολή. Αν είμαστε ακίνητοι, δυσκολεύει το ξεκίνημά μας· αν κινούμαστε, μας εμποδίζει να σταματήσουμε. Δεν καταναλώνει ενέργεια, αλλά μετατρέπει την κινητική σε δυναμική ενέργεια και αντίστροφα. Και οι δύο αυτές δυνάμεις στέκονται εμπόδιο στα θέλω μας. Κι όμως μας είναι απαραίτητες. Δεν θα μπορούσαμε να περπατήσουμε χωρίς τριβή. Θα ήταν σα να βαδίζαμε στην ολισθηρή επιφάνεια μιας παγωμένης πίστας και απείρως πιο ολισθηρή. Κι ούτε θα μπορούσαμε να ζούμε χωρίς αδράνεια, χωρίς να μονιμοποιούμε προσωρινά κάθε κατάστασή μας. Η ελαστικότητα είναι μια αποθήκη που ανέχεται ποσότητες χωρίς μεγάλες μεταβολές στην ποιότητα. Δε σπαταλά ενέργεια. Αμβλύνει τη δύναμη που καταβάλλομε, αλλά και εκείνη που επενεργεί πάνω μας. Ο συνδυασμός αδράνειας με ελαστικότητα καταλήγει στην αρμονική ταλάντωση, σαν του λίκνου, που προσφέρει ηρεμία, χάρη στην όσο γίνεται πιο απρόσκοπτη επανάληψη των ίδιων καταστάσεων. Ο συνδυασμός τριβής με ελαστικότητα καταλήγει στην ταλάντωση χάλασης που προσφέρει εναλλαγή χαλάρωσης-ηρεμίας, αλλά δέχεται, και ανταποκρίνεται σε, εξωτερικές δυνάμεις που μπορούν να την επισπεύδουν.

Σε μια κοινωνία η τριβή αντιστέκεται σε κάθε επιθυμίας μας. Στο “θέλω” μας αντιστέκεται με ένα “πρέπει”, της κοινωνίας τη βούληση, που καταναλώνει τις ενέργειές μας. Εκδηλώσεις της είναι η Ηθική, το Δίκαιο, η Γραφειοκρατία. Από την άλλη, χωρίς το στήριγμα της Ηθικής, δεν θα μπορούσαμε να πορευόμαστε, θα ολισθαίναμε διαρκώς σα να βαδίζαμε σε παγωμένη πίστα.

Η αδράνεια στην κοινωνία ονομάζεται συντηρητισμός, παράδοση. Αντιστέκεται σε κάθε αλλαγή μας. Συνεχίζομε όπως πάμε. Δεν μπορούμε να σταματήσουμε εύκολα, έστω κι αν βαδίζουμε προς το γκρεμό. Κι αν η ζωή μας είναι ανυπόφορη, δεν μπορούμε εύκολα να επαναστατήσουμε για να την κάνουμε καλύτερη. Ο συντηρητισμός όμως δεν καταναλώνει ενέργεια. Την αποθηκεύει και τη χρησιμοποιεί παρακάτω. Όταν κάποτε πάρουμε την επιθυμητή πορεία, αντιστέκεται σε κάθε αλλαγή της.

Η κοινωνία όμως έχει και ανοχές, ελαστικότητα. Η βούληση της κοινωνίας, η ηθική της, αλλάζει διαρκώς, ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες που διαρκώς μεταβάλλονται. Οι νόμοι όμως, γραπτοί συνήθως ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο έχοντας μονιμότητα, καθυστερούν να προσαρμοσθούν. Αυτό θα σήμαινε σύγκρουση, αν η κοινωνία δεν διέθετε ανοχές. Εφόσον οι συνθήκες διαρκώς και αναπόφευκτα αλλάζουν (Τὰ πάντα ρεῖ, Ηράκλειτος), ενώ το δίκαιο μένει σταθερό, οι ανοχές της κοινωνίας επιτρέπουν τη διατήρηση της ενότητας και ταυτότητάς της, ώσπου η αντίθεση νόμου και ηθικής να αθροισθεί σε μια κρίσιμη ποσότητα, οπότε συνεπάγεται ποιοτική μεταβολή. Και η διαδικασία θα επαναληφθεί, ταλαντώνεται. Τη μεταβολή της ποσότητας σε ποιότητα την επισήμανε πρώτος ο Αριστοτέλης και την ανέπτυξε παραπέρα ο Marx. Η ποιοτική αλλαγή γίνεται ανεξέλεγκτη αν αφεθεί στην τύχη της. Όπως είπαμε όμως, οι ταλαντώσεις χάλασης διεγείρονται πρόωρα από εξωγενείς επιδράσεις. Έτσι, μια προγραμματισμένη περιοδική πολιτική αλλαγή μπορεί να προλαβαίνει μια ανώμαλη κατάσταση, επανάσταση, δικτατορία κλπ. Τέτοια προγραμματισμένη αλλαγή είναι οι περιοδικές εκλογές για αλλαγή βουλής και κυβέρνησης στις σύγχρονες ολιγαρχίες/ρεπούμπλικες.

Η ενότητα και ταυτότητα μιας πολιτείας απαιτεί αφενός την ύπαρξη αρχόντων, που η βούλησή τους απαρτίζει το Δίκαιο και αφετέρου έναν ανώτερο νόμο που δεν αλλάζει εύκολα με κάθε προγραμματισμένη αλλαγή. Τέτοιος ανώτερος νόμος είναι το Σύνταγμα. Κάθε σύνταγμα προβλέπει αναθεώρηση κάποιων άρθρων του, με αντίστοιχη προβλεπόμενη γραφειοκρατία. Π.χ. για τέτοιες αναθεωρήσεις, απαιτούνται διαδικασίες διαδοχικών βουλών. Τα θεμελιώδη άρθρα του όμως δεν υπάρχει κανένας τρόπος να αναθεωρηθούν. Αυτό σημαίνει ότι αυτά τα άρθρα θα ισχύουν εσαεί. Εγώ όμως δεν ξέρω κανένα φαινόμενο στη φύση ή στην ιστορία που να μένει αναλλοίωτο εσαεί. Επομένως η μη πρόβλεψη τρόπου αναθεώρησης και αυτών των άρθρων προδιαγράφει αναπόφευκτα μελλοντική παράνομη βίαιη σύγκρουση μεταξύ Ηθικής και Δικαίου, δηλαδή επανάσταση, δικτατορία, πόλεμο κλπ.

Ποια θα ήταν όμως μια καλύτερη ρύθμιση της τριβής, της αδράνειας και της ελαστικότητας μιας κοινωνίας, ώστε να αποφευχθεί η βία που αναγκαστικά σημαίνει καταστροφές, διάλυσή της; Πρώτο είναι η όσο γίνεται μεγαλύτερη σύμπτωση μεταξύ Δικαίου και Ηθικής. Εφόσον για την ενότητα μιας πολιτείας με σκοπό την ευδαιμονία της είναι απαραίτητη η διαίρεση των πολιτών σε άρχοντες και αρχομένους, ο μόνος τρόπος είναι όλοι οι πολίτες να έχουν ίσες πιθανότητες να γίνονται εκ περιτροπής άρχοντες και αρχόμενοι. Ελευθερία είναι: Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν  ὡς βούλεταἱ  τις (Αριστοτέλης). Η κατάλληλη μέθοδος είναι η κλήρωση, όπως γίνεται στη δημοκρατία. Υπενθυμίζω, “Λέγω δ΄ οἷον δοκεῖ δημοκρατικὸν μὲν εἶναι τὸ κληρωτὰς εἶναι τὰς ἀρχὰς, τὸ δ΄ αἱρετὰς ὀλιγαρχικὸν” (Αριστοτέλης). Οι άρχοντες στη δημοκρατία κληρώνονται, στην ολιγαρχία εκλέγονται. Δεύτερο είναι ότι ακόμη και τα θεμελιώδη άρθρα του Συντάγματος πρέπει να προβλέπεται πώς μπορούν να αλλάξουν. Και μόνο το γεγονός ότι ο πληθυσμός μιας πολιτείας ανανεώνεται διαρκώς, αφού άλλοι γεννιόνται και άλλοι πεθαίνουν, ενώ παράλληλα άλλοι έρχονται και άλλοι φεύγουν, σημαίνει ότι σε διάστημα μιας γενιάς (≈25 έτη σήμερα στην Ευρώπη ) υπάρχει ριζική αλλαγή στον πληθυσμό. Θα έλεγα ότι, στρογγυλά, η δυνατότητα αλλαγής και των θεμελιωδών άρθρων του Συντάγματός μας πρέπει να προβλέπεται κάθε 12-25 έτη. Το δικό μας σύνταγμά διατηρεί αναλλοίωτα τα θεμελιώδη άρθρα του εδώ και 45 χρόνια περίπου, Αναρωτιέμαι, μήπως η δεινή κατάσταση στην οποίαν έχει περιέλθει το κράτος μας έχει τη ρίζα της σ΄ αυτή την υπερσυντήρηση, δηλαδή αδράνεια, στο ότι το Σύνταγμά μας, κατάλληλο ενδεχομένως αμέσως μετά την πτώση μιας δικτατορίας και μιας βασιλείας, χρειάζεται πλέον ανανέωση; Εξάλλου, η σύμπτωση Δικαίου και Ηθικής απαιτεί, τουλάχιστον το Σύνταγμα, να έχει την άμεση συναίνεση ολόκληρου του λαού (δημοψήφισμα). Προφανώς πρέπει να έχει προηγηθεί μακρά ανοικτή συζήτηση στη βουλή, όπου ο περιορισμένος σχετικά αριθμός βουλευτών επιτρέπει τη διαβούλευση, διαλεκτική συζήτηση δηλαδή, βουλευτών μεταξύ τους και με επαΐοντες, εισηγητές διαφορετικών αλλαγών και αντιτιθέμενους σε αυτές.

Η διαρκής αλλαγή είναι ο φυσικός νόμος. Η ύπαρξη απαιτεί ταυτότητα, ενότητα και διάρκεια. Η ανθρώπινη ύπαρξη, αποβλέποντας στην ευδαιμονία, επιβάλλει συμβίωση σε πολιτείες. Η φύση, διαθέτοντας τριβή, αδράνεια και ελαστικότητα παρέχει τα πρότυπα για να εξασφαλίζεται η ταυτότητα και ενότητα της κοινωνίας, με διαρκείς ανανεώσεις, διαμέσου κατάλληλων ταλαντώσεων. “Πρέπει να αλλάξουμε για να μείνουμε αυτοί που είμαστε” αναφώναζε ο αριστοκράτης Burt Lancaster στο “Γατόπαρδο”.