ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ.καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 27 Σεπτεμβρίου 2019

Έχει σαλέψει το μυαλό του. Ακούει φωνές. Και αγανακτεί. “Μου φωνάζει ο γείτονας να κλείσω τα φώτα, γιατί δεν μπορεί να κοιμηθεί. Είναι μέρα μεσημέρι και δεν έχω κανένα φως αναμμένο. Είναι εντελώς παράλογος ο άνθρωπος!”

Στο facebook είδα αναρτημένη τη φωτογραφία (Philip Dragoumis): “Τιροκεφταίς”, παρμένη από κάποια ταβερνούλα. Μα είναι εντελώς παράλογος ο άνθρωπος!

Τιροκεφταις

 

Και, μετά τη θυμηδία που μου προκάλεσε η επιγραφή, άκουσα φωνές: “Άραγε είναι παράλογος αυτός ή το σύστημα γραφής που επιτρέπει τον ίδιο φθόγγο να τον γράφουμε με πολλούς τρόπους;” Το φθόγγο “Η” τον γράφομε ως “Η, ῌ, Ι, Υ, ΕΙ, ΟΙ, ΥΙ”, το “Ε” το γράφομε ως “Ε, ΑΙ”, το “Ο” ως “Ο, Ω”. Και αυτό το σύστημα που ΔΕΝ υπηρετεί πιστά τη γλώσσα που μιλάμε το ονομάζομε ευφημιστικά “ορθογραφία”. Προφανώς, εγώ είμαι ο παράλογος, όχι η ορθογραφία. Εγώ έχω τις ψευδαισθήσεις.  Ή μήπως αντιθέτως;

Μα αυτό το σύστημα γραφής μας παραδόθηκε από τους προγόνους μας! Η εθνική μας ταυτότητα και συνείδηση μας επιβάλλει να το διατηρήσουμε. Είναι έτσι, όμως;

Οι πρόγονοί μας δεν έκαναν ορθογραφικά λάθη. Με εξαίρεση βέβαια τους Μακεδόνες που ήταν αγράμματοι και δεν μας έχουν αφήσει γραπτά μνημεία. Τι να την κάνουν τη γραμματοσύνη; Αυτοί ήταν οι μόνοι Έλληνες που διατηρούσαν μοναρχία. Οι υπόλοιποι είχαν είτε δημοκρατία, κληρώνοντας τους άρχοντές τους, ή ολιγαρχία, εκλέγοντάς τους μεταξύ προεπιλεγμένων υποψηφίων. Στην ολιγαρχία οι άνθρωποι έπρεπε να γνωρίζουν ανάγνωση, για να διαβάζουν τους νόμους. Στη δημοκρατία έπρεπε να γνωρίζουν και γραφή, για να προτείνουν νόμους. Στη μοναρχία δεν χρειαζόταν τίποτε από τα δύο. Αρκούσε να υπακούν στο μονάρχη τους. Νόμος ήταν ο βασιλιάς.

Η γλώσσα είναι ζωντανός οργανισμός, ζει όσο επιβιώνει ο λαός που τη μιλάει. Νεκρή π.χ. είναι μια σπουδαία γλώσσα που δεν αλλάζει, μένει εσαεί σταθερή αφότου πέθανε, από τότε που έπαψε να τη μιλάει οποιοσδήποτε: η Λατινική. Η Ελληνική γλώσσα, αντίθετα, είναι ολοζώντανη, δεν έπαψε ποτέ να μιλιέται. Και να αλλάζει. Από τόπο σε τόπο και από χρόνο σε χρόνο. Μόνο ό,τι είναι νεκρό, μούμια, δεν αλλάζει. Στην αρχαιότητα υπήρχαν πλήθος διαλέκτων και σήμερα υπάρχουν πλήθος ντοπιολαλιών. Ούτε τότε ούτε τώρα δυσκολεύονται οι άνθρωποι να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Το περιγράφει λαμπρά ο Δ.Σολωμός. Πώς κατάφερναν οι πρόγονοί μας να είναι όλοι ορθογράφοι; Μα απλούστατα. Η γραφή μας, λέει η μυθολογία, εξελίχθηκε από το μεγάλο Προμηθέα, στον Κάδμο που έφερε το φοινικικό αλφάβητο που τα ονόματα των γραμμάτων του τα διατηρούμε ως σήμερα, ίδια π.χ. με του Εβραϊκού, ως το σημερινό αλφάβητο που εισήγαγε ο Παλαμήδης και κάλυψε απόλυτα τις ανάγκες της γλώσσας μας, ιδίως εισάγοντας φωνήεντα που είναι τα μόνα με Ελληνικά ονόματα: Ε-ψιλόν, Υ-ψιλόν, Ο-μικρόν, Ω-μέγα. Το μεγαλοφυές γνώρισμα του αλφαβήτου του Παλαμήδη ήταν πως κάθε προφερόμενος φθόγγος παριστανόταν γραπτά με ένα γράμμα και κάθε γράμμα διαβαζόταν πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Πώς να γίνει ορθογραφικό λάθος με αυτό τον κανόνα; Αρκούν οι γνώσεις της 1ης δημοτικού για να είναι όλοι ορθογράφοι. Και ορθογραφία σημαίνει την ορθή απόδοση γραπτά της γλώσσας μας. Καθώς άλλαζε η λαλιά στην αρχαιότητα, διαφοροποιούνταν και η γραφή της. Όταν έπαψε να προφέρεται το Ομηρικό δίγαμμα F (που διατηρήθηκε στην αιολική παραλλαγή της γλώσσας μας) όσοι δεν το πρόφεραν, όπως οι Ίωνες, έπαψαν και να το σημειώνουν. Όταν το “ποιέομεν” άρχισαν να το προφέρουν “ποιούμεν” το έγραψαν “ποιούμεν”. Και αφού οι Λάκωνες, πρόφεραν το ιωνικό “Η” ως “Α”, το έγραψαν “Α”. “Ταν ή επί τας”.

Η παραπάνω λογική επικράτησε όσο υπήρχε δημοκρατία στην Ελλάδα. Στην Αλεξανδρινή εποχή, όταν δημοκρατία δεν υπήρχε πια, η λογική άλλαξε. Τώρα οι εξελληνισμένοι βάρβαροι (Αλεξανδρινοί) έπρεπε να μιλούν Ελληνικά, αλλά δεν χρειαζόταν να γράφουν – εξάλλου έπρεπε να πληρώνουν δασκάλους και το πλήθος των φτωχών δεν είχε να τους πληρώνει. Για πρώτη φορά συναντάμε τάφους παιδιών που στο επιτύμβιο επίγραμμα σημειώνουν “ΠΕΣ”, για το παιδί που ήταν θαμμένο. Κι εμείς σήμερα, όταν από πολύ καιρό το “αίμα” το προφέρομε “έμα”, εξακολουθούμε να το γράφουμε με “ΑΙ”. Ποιος είναι παράλογος; Οι πρόγονοί μας της κλασικής εποχής με τη φωνητική γραφή ή εμείς σήμερα με την παραπλανητική πια ιστορική γραφή;

Μα αυτή είναι ή θέση της συντριπτικής πλειοψηφίας των σύγχρονων Ελλήνων. Παράλογη είναι η φωνητική γραφή! Έγινε μια μικρή έρευνα (Φωνητική γραφή. dimitrissideris.wordpress.com). Σε 4 αποφοίτους του Λυκείου και 6 αποφοίτους ΑΕΙ υπαγορεύθηκε ένα απόσπασμα 236 λέξεων από μια επιφυλλίδα σε Κυριακάτικη εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας. Κανένας δεν μπόρεσε να γράψει το κείμενο χωρίς ορθογραφικό λάθος. Το ποσοστό 0/10 που παρατηρήθηκε σημαίνει στατιστικά στο σύνολο των “γραμματισμένων” Ελλήνων με υπερδωδεκαετή εκπαίδευση 0%-24%. Μ΄ άλλα λόγια η παράλογη γραφή, όπως εκείνου που έγραψε “τιροκεφταίς”, υπάρχει σε 76%-100% των μορφωμένων σύγχρονων Ελλήνων.

Εδώ αρχίζει η αναπόδεικτη υπόθεσή μου. Η ανορθογραφία αποτελεί εύχρηστο αποδεικτικό κριτήριο πνευματικής ανεπάρκειας, που σημαίνει ακαταλληλότητα για συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων για το σύνολο. Προφανώς, η ολιγαρχία που μας κυβερνά δεν θέλει με κανένα τρόπο να επανεγκατασταθεί δημοκρατία στην Ελλάδα. Προφανώς, μ΄ αυτό το κριτήριο, πάνω από 76% των μορφωμένων και πολύ περισσότεροι από το σύνολο των ενήλικων Ελλήνων δεν μπορούν να μετέχουν στη λήψη αποφάσεων για το σύνολο των Ελλήνων. Δεν κάνουν για πολίτες! Γι΄ αυτό οι ολιγάρχες αρνούνται με βδελυγμία τη φωνητική γραφή. Και με το κύρος της ηγεμονίας τους παρασύρουν την πλειοψηφία του πλήθους, υποχρεώνοντάς το να υποβληθεί στην τρυφερή, εύπλαστη, ηλικία στην πλύση εγκεφάλου που του επιβάλλεται.

Η διδασκαλία της ανάρμοστης πια για τη σύγχρονη γλώσσα μας ιστορικής γραφής με τον παραλογισμό της, εδραιώνει στο μαθητή την αποδοχή του παραλογισμού. Μαθαίνει το παιδί το λογικό “Β και Α, ΒΑ”. Και συγχρόνως, χωρίς καμιά δικαιολογία, μαθαίνει (και τιμωρείται αν δεν το μάθει) το παράλογο “Α και Ι, Ε” και όχι “ΑΪ”. Το εύπλαστο παιδί του δημοτικού πρέπει να συμμορφώνεται με την ψευδαίσθηση του παραλογισμού!

Η αντίδραση είναι αναμενόμενη, αλλά ασύντακτη, αυθαίρετη, αποκρουστική και ανεπαρκής, με τα γνωστά πια Greeklish. Μόνο πραγματικά μορφωμένοι διανοητές, συγγραφείς και φιλόλογοι, μπορούν να κατευθύνουν σε μια σωστή φωνητική γραφή, όπως εκείνη του μεγάλου δασκάλου Τσιριγώτη-Γιαννιώτη Γιάνη Βηλαρά ή παραλλαγή της. Η τάση αλλαγής υπάρχει, έχοντας αναδείξει την ακαταλληλότητα της υπάρχουσας γραφής. Μένει να αντικατασταθεί από μια λογική, επιστημονική γραπτή απόδοση της διαρκώς εξελισσόμενης Ελληνικής γλώσσας.

 

 

ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΙ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

  • Κοινή Γνώμη, 24 Σεπτεμβρίου 2019

Φανταστικές ιστορίες. Κάποια στιγμή σε μια πόλη μια γυναίκα μαγειρεύει σιγοτραγουδώντας. Την ίδια στιγμή ένας γιατρός εξετάζει έναν άρρωστο. “Δε βρίσκω κάτι σοβαρό”, καταλήγει. Την ίδια πάντα στιγμή ένα παιδί παίζει με το κινητό του. Εγώ έχω χάσει τα κλειδιά μου. “Να πάρει ο διάολος, πού έχουν πάει;”, φωνάζω εκνευρισμένος. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή ξαφνικά αρχίζει να δονείται ο κόσμος. Κράτησε 24 δευτερόλεπτα ο σεισμός, κτήρια κατέρρευσαν, άνθρωποι καταπλακώθηκαν. “Εγώ φταίω που επικαλέσθηκα το διάβολο κι αυτός ήλθε κι έκανε το σεισμό” σκέφθηκα απελπισμένος.

Κάθομαι στο καφενείο. Απέναντί μου παίζει το παιδί του καφετζή με μια μπάλα. Το φωνάζω. “Πετάγεσαι μια στιγμή στο περίπτερο να μου αγοράσεις τσιγάρα;” Πρόθυμο το παιδί (μπορεί να σκέφτεται και κάποιο φιλοδώρημα), σπεύδει. Καθώς τρέχει απρόσεχτο, περνά ένα αυτοκίνητο και το πατάει. “Αν δεν το είχα στείλει να πάρει τσιγάρα, τώρα θα ζούσε.” κλαίω απαρηγόρητος.

Μπορώ να σκεφθώ πάμπολλες τέτοιες ιστορίες. Πέστε μου τώρα εσείς έστω και ένα βάσιμο συλλογισμό να ανατρέψει τα συμπεράσματά μου: “Εγώ φταίω για ό,τι έγινε”. Για κάθε λογικό άνθρωπο, αυτά τα συμπεράσματά μου είναι καθαροί παραλογισμοί. Άντε όμως να με πείσεις ότι δεν είναι σωστά. Πραγματικά, αν δεν είχα στείλει το παιδί, το αυτοκίνητο δεν θα το πατούσε. Εξάλλου, σε κάθε σεισμό που θίγει χιλιάδες πρόσωπα, κάποιο από όλα αυτά, δεν μπορεί, θα ανέφερε το όνομα του τρισκατάρατου. Κι αυτός έφερε το σεισμό, όπως και όλα τα δεινά. Μη μου πείτε πως δεν φταίει!

Στους παραπάνω συλλογισμούς κυρίαρχο στοιχείο είναι το σύμπλεγμα ενοχής. Για κάποιο δικό μου λόγο αισθάνομαι υπεύθυνος και, άρα, ένοχος, για κάθε τι κακό που συμβαίνει στον κόσμο. Κι αυτό πηγάζει από μέσα μου, όχι από το έλλογο, αλλά από το παράλογο μέρος της ψυχής μου, του νοητού Εγώ μου. Κι αφού αναβλύζει από μέσα μου, καμιά εξωτερική δύναμη δεν μπορεί να το εμποδίσει να αναδυθεί. Η δομή του παρέχει μια ευλογοφανή, όχι εύλογη, δικαιολογία. Σε άλλες περιπτώσεις άλλου είδους συναισθήματα, όπως οργής, χαράς κλπ γεννούν τέτοιους παράλογους συλλογισμούς. Ο “Ευάγγελος Βενιζέλος είναι τουρκόσπορος και το πραγματικό όνομά του είναι Τούρκογλου”, διάβασα κάπου. “Ο Κώστας Σημίτης, το λέει το όνομά του, είναι Εβραίος”. Και το πολιτικό παράλογο μίσος γεννά τέτοιους παραλογισμούς που σπεύδουν να τους υιοθετήσουν όσοι έχουν παρόμοια συναισθήματα.

Η επιστημονική, έλλογη σκέψη βέβαια αντιδρά. Στην αμιγώς νοητή λογική δεν υπάρχει το στοιχείο του χρόνου. Σε κάθε τρίγωνο το άθροισμα των γωνιών του είναι ίσο με δύο ορθές. Επειδή όμως δεν υπάρχει το στοιχείο του χρόνου, ισχύει και το αντίστροφο. Αν το άθροισμα των γωνιών ενός επίπεδου σχήματος είναι δύο ορθές, αυτό είναι τρίγωνο. Στον πραγματικό, αισθητό, κόσμο όμως υπεισέρχεται ο χρόνος. Το αίτιο προηγείται πάντοτε και το αποτέλεσμα έπεται. Τα κύρια αποδεικτικά αξιώματα είναι τρία: 1. Τα δύο φαινόμενα, συνδέονται στατιστικά. Τις σημαντικά περισσότερες φορές που παρατηρείται το ένα, παρατηρείται και το άλλο. Κι αν δεν εμφανισθεί κάποιο από τα δύο, σπάνια παρουσιάζεται το δεύτερο 2. Το αίτιο προηγείται, το αποτέλεσμα έπεται. 3. Η άρση του αιτίου συνεπάγεται εξαφάνιση του αποτελέσματος. Κανένα από τα τρία αυτά αξιώματα δεν αρκεί από μόνο του για να ερμηνεύσει τα γεγονότα. Ιδίως το τελευταίο δεν είναι πάντοτε δυνατό να βεβαιωθεί, να άρουμε το αίτιο. Το ότι η αστραπή προηγείται και ακολουθεί η βροντή δεν είναι απόδειξη σχέσης αιτίου και αιτιατού. Κάπου στον ουρανό γίνεται ένας σπινθήρας μεταξύ νεφών (αίτιο) που παράγει ταυτόχρονα και την αστραπή και τη βροντή (αποτελέσματα). Καθώς το φως τρέχει ταχύτερα από τον ήχο, εμείς, μακριά από τα σύννεφα, πρώτα βλέπομε την αστραπή κι ύστερα ακούμε τη βροντή.

Βέβαια πριν από την αιτιολόγηση ενός γεγονότος, προηγείται η διαπίστωση ότι πρόκειται πραγματικά για αληθινό γεγονός. Η υποκειμενική αλήθεια, που δεν ξεχνιέται (Α-λήθεια) βρίσκεται εκεί που την εστίασε μια αυθεντία. Ενισχύεται αν πείσει και άλλους. Δεν επιδέχεται σφάλμα. Η αντικειμενική, επιστημονική αλήθεια απαντά εκεί όπου διασταυρώνονται το νοητό με το αισθητό, η θεωρία με την εμπειρία, η υπόθεση με την παρατήρηση. Αναγνωρίζει ότι γύρω στην αλήθεια πάντοτε υπάρχει μια άλω σφάλματος, το οποίο προσπαθεί να μετρήσει και διαρκώς να περιορίζει. Συνεχώς εξελίσσεται σαν την ιερή Δρυ, από την οποία κατάγονται η Αγγλική Truth και οι Γαλάτες ιερείς, γνώστες της αλήθειας, οι Δρυΐδες. Η κοινωνική αλήθεια, η λατινική Veritas, σχεδόν ταυτίζεται με την αρετή και, για λόγους αιδημοσύνης, είναι ντυμένη με λευκή εσθήτα, αντίθετα από την Ελληνική Αλήθεια που είναι γυμνή, χωρίς φτιασίδια.

Το πρόβλημα επιτείνεται στην πολιτική, όπου υπάρχει σκοπιμότητα στο να πιστέψουν οι πολίτες μια πληροφορία. Και το πρόβλημα γίνεται παγκόσμια εξαιρετικά δυσεπίλυτο. Το φαινόμενο υπάρχει από την αρχαιότητα. Οι ψευδείς ειδήσεις μπορούσαν να μεταφερθούν και με φρυκτωρίες. Σήμερα όμως, με την τρομακτική τεχνολογική πρόοδο, κάθε ψευδής είδηση, σκόπιμη ή μη, διαδίδεται αστραπιαία με την ταχύτητα του φωτός στα 7 δισεκατομμύρια κατοίκους του πλανήτη μας. Υπάρχει ασφαλής τρόπος να ξεχωρίσουν τα ψεύδη από τις αλήθειες; Φοβούμαι πως όχι. Καθεμιά αλήθεια γίνεται πιο εύκολα αποδεκτή από τους ειδικούς, όμως κάθε επαΐων γνωρίζει ικανοποιητικά ένα μόνο είδος αλήθειας που αφορά το στενό πεδίο του επιστητού του. Όπως και κάθε άλλος αδαής, όμως, είναι ανίκανος να διακρίνει την πραγματική αλήθεια από την εικονική σε άλλους τομείς. Το πλήθος που αποδέχεται ένα γεγονός ή μια αιτιολόγηση σαν αλήθεια, ιδίως όταν είναι ευρύ σε έκταση, διεθνές και διαχρονικό, είναι ο καταλληλότερος τρόπος. Ένα τέτοιο πλήθος αναγκαστικά εμπεριέχει και τους γνώστες για μέγιστο φάσμα γνώσεων και αυτοί τουλάχιστον μπορούν να προσφέρουν στο υπόλοιπο πλήθος τα τεκμήρια της αλήθειας ή του ψεύδους για ένα γεγονός ή την αιτιολογία του. Η Ελληνική Αλήθεια, κόρη της Αρετής και του Δία, της τάξης, δεν λησμονιέται. Αθάνατη! Αλλά και τη λατινική Veritas (Αλήθεια), κόρη της Virtus (Αρετής) και του Κρόνου (Χρόνου) μπορεί να την καταπίνει ο αδηφάγος πατέρας της, αλλά τελικά την εμεί και να την πάλι που επανεμφανίζεται, κι αυτή αθάνατη. Το κακό είναι πως συνήθως δεν μπορούμε να περιμένουμε τόσο πολύ, διότι βασιζόμενοι στην πιστευτή αλήθεια πρέπει να πάρουμε τώρα αποφάσεις. Μένει το ταυτόχρονο πλήθος, η δημοκρατική πλειοψηφία ενός συνόλου για να δεχθεί ή όχι μια πολιτική Veritas, ενώ εξελίσσεται παράλληλα η επιστημονική αλήθεια σαν αναπτυσσόμενη δρυς, για να βεβαιώσουν ή ακυρώσουν μαζί την πηγαία, αλλά υποκειμενική, αναπόδεικτη Αλήθεια.

 

ΠΟΙΟΣ ΨΗΦΙΖΕΙ;

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 20 Σεπτεμβρίου 2019

Ποιος ψηφίζει; Συχνό το ερώτημα και κατά κανόνα παίρνει διαφορετικές απαντήσεις. Όταν προτείνει κάποια λύση η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση παίρνει διαμετρικά αντίθετη θέση. Προφανώς, αφού οι ψηφοφόροι εκλέγουν κυβέρνηση, τα εκάστοτε κόμματα αποφασίζουν ανάλογα με το πώς προβλέπουν ότι θα ψηφίσουν ποικίλες ομάδες. Ποιοι είναι όμως λογικό να ψηφίζουν;

Η προφανής απάντηση είναι ότι ψηφίζει όποιος είναι πολίτης. Οι δύο έννοιες σχεδόν ταυτίζονται. Πολίτης είναι αυτός που ψηφίζει. Αλλά το ερώτημα μετατίθεται. Ποιοι είναι πολίτες; Στην αρχαία δημοκρατία ο πολίτης είχε πολύ περισσότερα δικαιώματα από το σύγχρονο πολίτη: Μετείχε ο ίδιος, διαρκώς, στη λήψη αποφάσεων για την πολιτεία του. Στη σύγχρονη κοινωνία ο πολίτης μετέχει μια στιγμή ανά 4ετία περίπου, όχι για λήψη αποφάσεων, αλλά για να εκλέξει μεταξύ προεπιλεγμένων (από τα κόμματα) ατόμων ποιοι θα αποφασίζουν γι΄ αυτόν.  Από την άλλη, οι πολίτες μιας πολιτείας ήταν πολύ λιγότεροι από όσοι είναι σήμερα. Στις Αθήνες π.χ. αποτελούσαν το 10% περίπου των κατοίκων. Δεν μετείχαν γυναίκες, δούλοι και μέτοικοι. Τα παιδιά, έτσι κι αλλιώς, ούτε τότε ούτε τώρα είναι ενεργοί πολίτες. Σήμερα πολίτες γενικά θεωρούνται όλοι οι κάτοικοι ενός τόπου. Μέγιστη κατάκτηση των χιλιετιών που πέρασαν. Καθένας αποφασίζει για το πώς θέλει να είναι και να λειτουργεί ο τόπος όπου ζει. Αλλά προκύπτει τώρα το ερώτημα: Ποιος είναι κάτοικος ενός τόπου;

Ο αστικός κώδικας ορίζει σωστά: “Το πρόσωπο έχει κατοικία τον τόπο της κύριας και μόνιμης εγκατάστασής του. Κανένας δεν μπορεί να έχει συγχρόνως περισσότερες από μία κατοικίες.” Με την ψήφο του καθένας συναποφασίζει με άλλους πώς επιθυμεί να ζει. Επομένως, πρέπει να ψηφίζει για τον τόπο του όποιος είναι μόνιμος κάτοικος αυτού του τόπου. Όταν έζησα στα Ιωάννινα, πολλοί Γιαννιώτες διέμεναν μόνιμα στην Αθήνα ή αλλού, ενώ στα Ιωάννινα κατοικούσαν πλήθος από τις γύρω περιοχές που σ΄ αυτές δήλωναν μόνιμη κατοικία. Άκουγα παράπονα κατά του δημάρχου από ανθρώπους που δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε γι΄ αυτό, αφού δεν ψήφιζαν δήμαρχο στα Ιωάννινα, ενώ Γιαννιώτες κάτοικοι στην Αθήνα παραπονιόνταν κατά του Αθηναίου δημάρχου, αντί να τον καταψηφίζουν, διότι ψήφιζαν στο γενέθλιο τόπο τους.

Θα αναγνωρίσουμε όλους τους μόνιμους κατοίκους ως πολίτες, με δικαίωμα ψήφου; Αλλού έχω δηλώσει ποιον θεωρώ Έλληνα, με βάση ένα γνωστικό, ένα βουλητικό και ένα συναισθηματικό κριτήριο. Κύριο γνωστικό κριτήριο είναι η ικανότητα για επικοινωνία με τους λοιπούς συνέλληνες, αλλά και με τους προγόνους και απογόνους, με την Ελληνική γλώσσα και γραφή. Κύριο συναισθηματικό κριτήριο είναι το αίσθημα περηφάνειας με διεκδίκηση ανάλογης τιμής για ό,τι άξιο έχουν διαπράξει οι πρόγονοί μας ή οι σύγχρονοι Έλληνες, αλλά και το αίσθημα ντροπής για ό,τι επονείδιστο έχουν διαπράξει οι λοιποί Έλληνες, με ετοιμότητα για αποκατάσταση του λάθους. Και βουλητικό κριτήριο η ετοιμότητα σε κάποια φάση τουλάχιστον της ζωής καθενός να διαθέτει εξολοκλήρου ακόμη και τη ζωή του στην πατρίδα του (θητεία) και να συναποφασίζει εξίσου με τους λοιπούς Έλληνες για το σκοπό της Ελλάδας. Σύμφωνα με τα παραπάνω, για μένα, η διπλή υπηκοότητα είναι προβληματική. Αν κάποιος Αλβανός ή Πακιστανός πάρει την Ελληνική υπηκοότητα και γίνει, ό μη γένοιτο, πόλεμος με την Αλβανία ή το Πακιστάν, είναι διατεθειμένος να θυσιάσει τη ζωή του για την Ελλάδα, ή για τον τόπο της καταγωγής του; Βέβαια υπάρχουν περιπτώσεις όπου η διπλή υπηκοότητα μας επιτρέπει να επηρεάζουμε την πολιτική σε τόπους άλλους υπέρ ημών. Οι ομογενείς στην Αμερική, στην Αυστραλία κλπ επηρεάζουν την πολιτική αυτών των χωρών υπέρ των εθνικών συμφερόντων μας, αλλά αυτοί είναι μόνιμοι κάτοικοι εκείνων των χωρών και δεν ψηφίζουν στην Ελλάδα. Με άλλους τρόπους οφείλει να βοηθά το Ελληνικό κράτος την προκοπή τους στον τόπο που κατοικούν, με διμερείς συμφωνίες μεταξύ των δύο κρατών. Κι αυτοί να επηρεάζουν ευνοϊκά τις πολιτικές των χωρών, όπου διαμένουν, εφόσον αισθάνονται ακόμη Έλληνες. Εξάλλου, με τη διατήρηση της ξένης υπηκοότητας (νομίζομε πως) διατηρούμε το δικαίωμα “λύτρωσης” από ξένη κατοχή. Ο αλυτρωτισμός όμως είναι απαράδεκτος σήμερα, ενώ οι εθνικές πληγές που αποκτήσαμε επιδιώκοντάς τον (Μεγάλη Ελλάδα!) ακόμη χαίνουν.

Να έχουν λοιπόν ψήφο οι Έλληνες του εξωτερικού; Αν αυτοί οι Έλληνες έχουν μόνιμη κατοικία τους την Ελλάδα, ακόμη και αν ζουν για πολλά χρόνια στο εξωτερικό, πρέπει να μπορούν να ψηφίζουν για τις τύχες του τόπου όπου έχουν τη μόνιμη κατοικία τους. Μπορεί να ψηφίζουν στο προξενείο ή στο ταχυδρομείο ή, με τα σύγχρονα μέσα, ηλεκτρονικά. Το γεγονός ότι μόνιμη κατοικία τους, μοναδική, αποδέχονται την Ελλάδα είναι επαρκής τεκμηρίωση ότι θέλουν κάποτε, αύριο ή μετά 50 χρόνια, να ζήσουν στην Ελλάδα και επομένως δικαιούνται να συμβάλλουν στη διαμόρφωση του τρόπου της ζωής της ψηφίζοντας. Αν, από την άλλη, έχουν επιλέξει ως μόνιμη κατοικία τους την ξένη χώρα, πρέπει να συμβάλλουν εκεί για το πώς επιθυμούν να ζουν, ψηφίζοντας σε αυτήν, την ξένη χώρα, όχι στην Ελλάδα, οσοδήποτε και αν νοιάζονται για τον τόπο από όπου ξεκίνησαν. Μπορούν να διατηρούν την εθνικότητά τους με ευθύνη του Ελληνικού κράτους, που οφείλει να μεριμνά για να τους παρέχει εκεί, όπου ζουν, στοιχειώδη Ελληνική παιδεία (π.χ. γλώσσα, θρησκεία, ιστορία), αλλά και τα εφόδια για να αναδειχθούν εκεί, στον τόπο κατοικίας και προτίμησής τους σε άξια άτομα. Από τέτοια ανάδειξη, θα μπορούν να βοηθήσουν τα εθνικά συμφέροντα.

Υπάρχει και το αντίστροφο πρόβλημα. Ποιοι αλλοδαποί που ζουν στην Ελλάδα μπορούν να γίνουν Έλληνες πολίτες και να ψηφίζουν; Στην αρχαιότητα, κατά διαστήματα, σημαντικοί μέτοικοι, σπανιότερα δούλοι, γίνονταν Αθηναίοι πολίτες. Για τα σύγχρονα μέτρα, θα έλεγα ότι όσοι πληρούν τα γνωστικά, βουλητικά, συναισθηματικά κριτήρια που ανέφερα, εφόσον έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα ή έχουν ζήσει στην Ελλάδα ως μόνιμη κατοικία τους, για συγκεκριμένο διάστημα (π.χ. 12 έτη ή άλλο) με λευκό ποινικό μητρώο, δικαιούνται, μετά τη θητεία τους, να είναι Έλληνες. Προϋπόθεση είναι, επαναλαμβάνω, ότι δεν θα έχουν διπλή υπηκοότητα, με υπαρξιακές υποχρεώσεις σε δύο διαφορετικά κράτη.

Μετά τη Γαλλική Επανάσταση επικράτησε το “κράτος-έθνος”. Ήδη τροποποιείται σε “κράτος-μέλος”. Το υπερκράτος του οποίου είμαστε μέλη επικρατεί ακόμη και πάνω από το Σύνταγμά μας. Επομένως, όπως μιλάμε για ψήφο στην τοπική αυτοδιοίκηση και στο έθνος, έτσι πρέπει να μιλάμε και για ψήφο στο κράτος μας και στο Υπερκράτος. Οι Έλληνες μόνιμοι κάτοικοι στην ΕΕ, δικαιούνται, συνεπώς, να ψηφίζουν Έλληνες ευρωβουλευτές, εφόσον το επιθυμούν, όχι όμως εθνικούς βουλευτές ή τοπικούς άρχοντες.

ΕΓΩ ΚΑΙ Ο ΧΩΡΟΣ ΜΟΥ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Διάλεξη που δόθηκε στο 9o Διαπανεπιστημιακό σεμινάριο βιώσιμης ανάπτυξης, πολιτισμού και παράδοσης, Σύρος, 16 Σεπτεμβρίου 2019

Εισαγωγή.

Ο χώρος, μαζί και με το χρόνο αποτελούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται ο λόγος, η σκέψη μας. Η ύπαρξή μας, το Εγώ μας δηλαδή, είναι τρισυπόστατη. Το υποστηρίζουν ψυχολόγοι (π.χ. Wiliam James1), ψυχαναλυτές (π.χ. Sigmund Freud2) και φιλόσοφοι (π.χ. Søren Kierkegaard3, Martin Heidegger4, Jean Paul Sartre5). Καθένας από αυτούς δίνει διαφορετικό όνομα σε καθεμιά από τις τρεις υποστάσεις, αλλά όλοι εννοούν τη σχέση του Εγώ μας γενικά με το περιβάλλον μας, με τον εαυτό του και με το έλλογο περιβάλλον του, την κοινωνία. Θα προσπαθήσω να αναλύσω στα επόμενα τις διαφορές και τις σχέσεις μεταξύ των τριών υποστάσεων του Εγώ, το μηχανισμό με τον οποίον σχηματίζονται οι έννοιες του λόγου, του χρόνου και του χώρου στη βάση των εξαρτημένων αντανακλαστικών και των ταλαντωτών χάλασης και να επισημάνω τη σημασία του χώρου για το άτομο και την κοινωνια.

Τρισυπόστατο Εγώ. Η γένεση της ύπαρξής μας περνάει από τρεις σταθμούς. Πρώτος σταθμός είναι η σύλληψη, όταν ένα πατρικό σπερματοζωάριο ενώνεται με ένα μητρικό ωάριο. Το γονιμοποιημένο ωάριο είναι αισθητό από οποιονδήποτε και αναπτύσσεται με έναν απολύτως προδιαγεγραμμένο τρόπο που ενυπάρχει στο ζεύγος που έγινε ένα ον. Η μητέρα του παρέχει προστασία και ενέργεια, αλλά δεν επιδρά στον τρόπο που αναπτύσσεται και λειτουργεί. Το αισθητό Εγώ γεννήθηκε. Μέσα στη μήτρα το έμβρυο δέχεται στην επιφάνειά του ερεθίσματα και από μέσα του και απέξω του, από τη μητέρα. Τα ερεθίσματα αυτά είναι σταθερά, χάρη στους ομοιοστατικούς, αρνητικά αναδραστικούς, μηχανισμούς των δύο οντοτήτων, αλλά και απολύτως ίδια. Ίδια θερμοκρασία, υγρασία, πίεση κλπ. Λόγω της απόλυτης ομοιότητας των ερεθισμάτων από μέσα και απέξω του, το έμβρυο αδυνατεί να συλλάβει την ύπαρξή του, μολονότι τα πάντα γύρω του την αντιλαμβάνονται. Με τη γέννηση, απότομα σχάζεται αυτή η ομοιότητα σε σταθερό, όπως ενδομήτρια, εσωτερικό περιβάλλον και σε ασταθές, διαρκώς μεταβαλλόμενο εξωτερικό περιβάλλον. Έτσι το νεογνό αρχίζει για πρώτη φορά να συνειδητοποιεί την ύπαρξή του: νοητό Εγώ. Αυτός είναι ο δεύτερος σταθμός. Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ζώο. Κι έρχεται ο τρίτος σταθμός της ύπαρξής μας. Κάποια στιγμή το νέο όν θα εισαχθεί στην κοινωνία του με μια κοινωνική τελετή. Αμφιδρόμια λεγόταν στην αρχαιότητα, βάπτιση στη Χριστιανική κοινωνία, περιτομή στην ιουδαϊκή και τη μουσουλμανική κοινωνία, εγγραφή στα ληξιαρχικά βιβλία στις πολιτικές κοινωνίες. Οι διαφορές και οι σχέσεις μεταξύ των τριών υποστάσεων του Εγώ συνοψίζονται στο συνημμένο πίνακα. Το νοητό και το κοινωνικό Εγώ είναι ακέραια και άτμητα, αλλά το αισθητό Εγώ μπορεί να είναι ακρωτηριασμένο. Το αισθητό και το νοητό Εγώ είναι μοναδικά, αλλά τα κοινωνικά Εγώ είναι όλα ίδια. Το αισθητό Εγώ ζει στο φυσικό, κοινόχρητο χρόνο και χώρο. Το νοητό Εγώ ζει σε μια μοναδική στιγμή, τώρα, και σε ένα μοναδικό σημείο, εδώ. Το κοινωνικό Εγώ, παριστάνοντας το εντύπωμα του ατόμου στην κοινωνία, μπορεί να ζει στη μνήμη της για απροσδιόριστο χρόνο και να είναι παρόν οπουδήποτε.

 

 

Πίνακας Ι. Σχέσεις και διαφορές μεταξύ των τριών υποστάσεων του Εγώ

Αισθητό Εγώ Νοητό Εγώ Κοινωνικό Εγώ
Μπορεί να ακρωτηριασθεί Ακέραιο/άτμητο Ακέραιο/άτμητο
Μοναδικό Μοναδικό Όλα ίδια
Φυσικός χρόνος Μία στιγμή: Τώρα Δυνητικά αθάνατο
Φυσικός χώρος Ένα σημείο: Εδώ Δυνητικά πανταχού παρόν
Αισθητό από τον Κόσμο Αντιληπτό μόνο από το ίδιο Κοινωνικό εκμαγείο, αισθητό από τους άλλους
Υπάρχει από τη σύλληψη Υπάρχει από τη γέννηση Υπάρχει μετά από κοινωνική τελετή
Πεθαίνει μόλις αρχίσει η αφομοίωσή του με το περιβάλλον Πεθαίνει όταν παύσει οριστικά να διακρίνει τον εαυτό του από το περιβάλλον Πεθαίνει με μια κοινωνική τελετή, συνεχίζοντας να “ζει” στη μνήμη της κοινωνίας

 

Λόγος, χρόνος, χώρος. Ο Πλάτων ξεχώρισε πρώτος με σαφήνεια το νοητό από τον αισθητό κόσμο. Θεώρησε ότι ο νοητός κόσμος είναι ο πραγματικός, αιώνιος, αναλλοίωτος, ενώ ο αισθητός είναι φθαρτός, ένα κακέκτυπό του. Όλοι αποδέχονται έκτοτε αυτό το διαχωρισμό. Όμως ο Επίκουρος θεώρησε ότι ο νοητός κόσμος ξεκινά από τον αισθητό. “Πᾶς γὰρ λόγος ἀπὸ τῶν αἰσθήσεων ἢρτηται“. Η θέση του ενισχύθηκε από το Thomas Aquinas, τον John Locke και άλλους που κατέληξαν ότι “Nihil in intellectu quod non prius in sensu” Τίποτε δεν υπάρχει στη νόηση που δεν πέρασε προηγουμένως απο τις αισθήσεις. Ο Immanuel Kant όμως παρατήρησε ότι έχομε κάποιες έννοιες που δεν προκλήθηκαν από εξωγενή ερεθίσματα, διότι αυτά είναι η προσθήκη ή αφαίρεση ενέργειας από τις αισθήσεις μας, αλλά αυτές οι έννοιες δεν είναι μορφές ενέργειες. Τέτοιες είναι ο Λόγος, ο Χρόνος, ο Χώρος, κλπ που, υποστήριξε ενυπάρχουν μέσα μας μόλις γεννηθούμε, είναι a priori έννοιες, αντίθετα από τις συνηθισμένες, τις a posteriori, που εισάγονται μέσα μας διαμέσου των αισθήσεών μας. Ωστόσο, ο μηχανισμός των εξαρτημένων αντανακλαστικών μπορεί να βοηθήσει να κατανοήσουμε πώς σχηματίζονται μετά τη γέννησή μας τέτοιες a priori εννοιες.

Ένα αισθητό από όλους ερέθισμα που προσπίπτει σε ένα αισθητήριό μας συνεπάγεται διέγερση ειδικής περιοχής του εγκεφάλου, όπου μετατρέπεται σε νοητό αίσθημα. Μπορεί όμως και να ακολουθείται από μια αισθητή ανταπόκριση, που είναι κίνηση ή έκκριση, ανεξάρτητα από το είδος του ερεθίσματος. Αυτό είναι ένα φυσιολογικό αντανακλαστικό. Αν, πριν από αυτό, επανειλημμένα προηγείται ένα άλλο άσχετο (εξαρτημένο) ερέθισμα σε ένα άλλο αισθητήριο, δημιουργείται ένα νέο αντανακλαστικό που δεν προϋπήρχε. Τώρα η διέγερση αυτού του δεύτερου αισθητηρίου συνεπάγεται την ανταπόκριση που φυσιολογικά ακολουθούσε τη διέγερση του πρώτου αισθητηρίου. Το ζώο μαθαίνει έτσι, αλλάζει κατά το ότι διαθέτει πια ένα νέο αντανακλαστικό που δεν το είχε όταν γεννήθηκε. Αν το εξαρτημένο ερέθισμα ακολουθεί μετά το φυσιολογικό, εξαρτημένο ερέθισμα δεν σχηματίζεται. Έτσι, με τη δημιουργία πολλαπλών εξαρτημένων αντανακλαστικών, το άτομο μαθαίνει να ξεχωρίζει το πριν από το μετά, δηλαδή αποκτά την αίσθηση του χρόνου.

Ο άνθρωπος έχει μια επιπλέον ικανότητα. Μπορεί να σχηματίζει και δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά. Δηλαδή, σχηματίζεται νέο αντανακλαστικό αν πριν από ένα προκατασκευασμένο εξαρτημένο προηγείται ένα άλλο (δευτεροβάθμια) εξαρτημένο ερέθισμα. Έτσι π.χ. φυσικό αντανακλαστικό είναι η σιελόρροια όταν τοποθετηθεί τροφή στο στόμα. Αν πριν από την τοποθέτηση της τροφής, προηγείται ένα κουδούνισμα, το ζώο μαθαίνει να εκκρίνει σάλιο με το άκουσμα του κουδουνιού (εξαρτημένο αντανακλαστικό). Αν πριν από κάθε φορά που ακούγεται το κουδούνισμα, ο άνθρωπος ακούει τη λέξη “κουδούνι”, μαθαίνει να παράγει σάλιο με το άκουσμα της λέξης “κουδούνι”, δηλαδή μαθαίνει να αναγνωρίζει λέξεις (δευτεροβάθμιο εξαρτημένο αντανακλαστικό).

Το νοητό Εγώ καθενός μας είναι άβατο, έτσι που τα νοητά Εγώ δύο προσώπων δεν μπορούν να επικοινωνούν άμεσα. Ωστόσο, όταν ένα πρόσωπο έχει μέσα του μια έννοια απρόσιτη σε οποιονδήποτε, την μετατρέπει σε αισθητή από όλους λέξη. Κάποιος άλλος την ακούει και σχηματίζει τη δική του έννοια που δεν συγκρίνεται με του πρώτου. Όμως ο δεύτερος μπορεί να ανταποκρίνεται σχολιάζοντας ή απαντώντας σε ό,τι άκουσε. Ο πρώτος ακούει την απάντηση και σχηματίζει νέα έννοια μέσα του, που τώρα είναι συγκρίσιμη με τη δική του αρχική έννοια. Έτσι, με τη βοήθεια της κοινωνίας, που τα άτομα μιλούν μεταξύ τους σχηματίζονται έννοιες που έχουν περίπου κοινό για όλους βάθος και πλάτος, ενώ από τη πλοκή τους σχηματίζεται ο λόγος, περίπου κοινός για όλους.

Μόλις γεννηθούμε αρχίζομε να κινούμαστε αυτόματα, χωρίς αιτία, σαν από μια ταλάντωση. Με τις αέναες κινήσεις του το νεογνό φέρνει σε επαφή τα ποικίλα μέρη του σώματός του με άλλα και αρχίζει να σχηματίζει εξαρτημένα αντανακλαστικά. Παράλληλα με τα αισθήματα αφής, επιπολής και εντωβάθει, στρέφει και το βλέμμα του σε ποικίλες κατευθύνσεις, το κάθε σημείο το βλέπει είτε απλό, αν διασταυρώνονται πάνω του οι ακτίνες του βλέμματός του είτε διπλό αν εστιάζονται σε άλλο σημείο (εικ. 1). Εξάλλου οι εικόνες των αντικειμένων που σχηματίζονται στον αμφιβληστροειδή χιτώνα των ματιών μας διαφέρουν λίγο μεταξύ τους, καθώς κάθε μάτι τα βλέπει από λίγο διαφορετική γωνία (εικ. 2).

Εγώ και ο χώροςμου 1.

Εικ. 1. Όταν ένα βέλος βρίσκεται μπροστά από ένα αστέρι (άνω) και εστιάσουμε το βλέμμα μας στο αστέρι, βλέπομε δύο βέλη (κάτω αριστερά), ενώ αν το εστιάσουμε στο βέλος, βλέπομε δύο αστέρια (κάτω δεξιά).

 

Αν το αντικείμενο εκπέμπει και κάποιον ήχο (π.χ. κουδουνίστρα) αυτός φθάνει με μια μικρή διαφορά φάσεων στα δύο αυτιά μας κι αυτή συνδέεται με την απόσταση του αντικειμένου από τα αυτιά μας. Με τόσο πολλά σύγχρονα ερεθίσματα σχηματίζεται ένα πλήθος εξαρτημένων αντανακλαστικών που τελικά διαμορφώνουν την αίσθηση του χώρου μέσα μας. Ο ερεθισμός κάθε μέρους του σώματός μας δημιουργεί ταυτόχρονα πολλαπλές αισθήσεις, λόγω των αναπτυγμένων εξαρτημένων αντανακλαστικών. Διαμέσου της όρασης και της ακοής η αίσθηση του χώρου επεκτείνεται και πέρα από το σώμα μας, χωρίς την αίσθηση της αφής.

Εγώ και ο χώρος μου 2

Εικ. 2. Κοιτάζοντας ένα κύβο (άνω) με το δεξί μας μάτι βλέπομε και την αριστερή πλευρά του (κάτω αριστερά), ενώ κοιτάζοντάς τον με το αριστερό μάτι, βλέπομε τη δεξιά πλευρά του (κάτω δεξια).

 

 

 

Μέσα σ΄ αυτό το χώρο ζω εγώ, ο αισθητός από το Σύμπαν που με περιβάλλει. Στο χώρο αναγνωρίζομε τρεις διαστάσεις κάθετες μεταξύ τους. Μαθαίνομε να τις αναγνωρίζομε, διότι έχουν ιδιαίτερη καθεμιά σημασία πάνω μας. Η κίνηση κατακόρυφα στο ύψος είναι ευκολότερη από πάνω προς τα κάτω, παρά αντιστρόφως, λόγω της βαρύτητας. Η κίνηση σε βάθος είναι ευκολότερη από πίσω προς τα εμπρός παρά αντίστροφα, επειδή προς τα εμπρός βλέπομε, ενώ προς τα πίσω δεν έχομε θέα. Και η οριζόντια κίνηση, ανάλογα με το αν κάποιος είναι δεξιόχειρας ή αριστερόχειρας είναι ευκολότερη από τη μια κατεύθυνση προς την άλλη. Αντίθετα από τον τρισδιάστατο χώρο, που είναι αμφίδρομος, ο χρόνος είναι μονοδιάστατος και μονόδρομος. Πάντοτε βρισκόμαστε στη στιγμή του τώρα, που διαρκώς μετατοπίζεται από το πριν στο μετά, που γίνεται το επόμενο τώρα.

Ενώ το περιβάλλον μας, αλλάζει διαρκώς σε χρόνο και χώρο, η ύπαρξή μας είναι στιγμιαία και σημειακή. Ζούμε σε ένα σημείο, εδώ, όπου κι αν βρισκόμαστε, και σε μια στιγμή, τώρα, όποτε κι αν υπάρχουμε. Η διαφορά μεταξύ του σημειακού εδώ και του άπειρου χώρου μας είναι το χωρικό περιβάλλον μας. Το αισθητό, σωματικό μας, Εγώ δεν είναι μόνο αυτό που περιορίζεται από το δέρμα μας. Εγώ ο αισθητός είμαι και τα τεχνητά όργανά μου, η οδοντοστοιχία μου, τα στεντ μου, ο βηματοδότης μου, το ξύλινο ποδάρι μου, αλλά και πέρα από το σώμα μου, το μπαστούνι μου, το σπίτι μου, το χωράφι μου, ο τόπος μου, η πατρίδα μου. Έτσι, ο Sartre5 δηλώνει Je suis que j’ ai. Είμαι ό,τι έχω. Η πρότασή του είναι αρκετά δυσνόητη, γίνεται κατανοητή όμως αν δεχθούμε ότι το υποκείμενο των δύο ρημάτων (είμαι και έχω) είναι διαφορετικό. Η πλήρης πρόταση είναι: Εγώ ο αισθητός είμαι ό,τι Εγώ ο νοητός έχω. Υποφέρω αν αφαιρεθεί οτιδήποτε από το αισθητό μου Εγώ, είτε είναι ένα μέλος μου (π.χ. ακρωτηριασμός) είτε είναι το σπίτι μου. Εξάλλου, πάλι ο Sartre παρατηρεί ότι μια ιδιαιτερότητα του “έχω” είναι ότι μπορώ να καταστρέψω το κτήμα μου. Αντίστοιχα, μπορεί να θεωρηθεί ότι Εγώ ο κοινωνικός είμαι ό,τι Εγώ ο νοητός θέλω.

Ο χώρος όπου περιλαμβάνονται όσα έχω και όπου ισχύει το θέλω μου, αυτός είναι ο τόπος μου, που επεκτείνεται με διαβαθμίσεις από εδώ ως την πατρίδα μου και παραπέρα ως το Σύμπαν. Στο εξαίρετο σύνολο σονέτων “Πατρίδες” ο Κ. Παλαμάς εκφράζει ποιητικά αυτές τις σκέψεις. Αυτή η έκταση του αισθητού μας Εγώ έρχεται σε επαφή με το έλλογο κοινωνικό περιβάλλον μας, την πολιτεία μέσα στην οποία ζούμε, και συμβάλλει στη διαμόρφωση του κοινωνικού μας Εγώ.

Χώρος και Πολιτεία. Χάρη στις ποικίλες δημιουργικές δυνατότητές μας. οι άνθρωποι μπορούμε να διαμορφώνουμε αυτό το δικό μας χώρο, τον τόπο μας κατά τις ανάγκες μας. Είμαστε το μόνο είδος ζώου που δεν αρκούμαστε να προσαρμοζόμαστε στο περιβάλλον μας, αλλά και να το προσαρμόζουμε στις ανάγκες μας. Διαμορφώνομε το χώρο μας έτσι που να παράγει τα απαραίτητα για τη ζωή μας, καλλιεργούμε τα χωράφια μας, χτίζομε κατοικίες για την προστασία μας από φυσικές απειλές κλπ. Ελπίζομε έτσι να βρούμε την ευτυχία. Επίσης τον διαμορφώνομε ανάλογα με τις κοινωνικές ανάγκες μας, π.χ. την προστασία μας από άλλους διεκδικητές του ίδιου τόπου, οικοδομούμε τείχη και άλλα αμυντικά έργα. Ακόμη όμως διαμορφώνομε τον τόπο μας έτσι που να μας επιτρέπει να επιτελούμε όσο γίνεται τους όποιους σκοπούς μας που ξεπηδούν μέσα μας, σε σημαντικό βαθμό ανεξάρτητα από περιβαλλοντικούς παράγοντες. Έτσι, η διαμόρφωση του τόπου μας συμβάλλει στην ευδαιμονία μας.

Μια πολιτεία είναι ένας χώρος που τον μοιράζονται πολλοί. Αποτελείται από δομικά στοιχεία, το χώρο που καταλαμβάνει και τους ανθρώπους που την κατοικούν. Συγχρόνως έχει δύο κύρια λειτουργικά στοιχεία, την αυτάρκεια και την ενότητά της. Καθώς διαμορφώνομε το χώρο μας, την πατρίδα μας, σύμφωνα με τη βούλησή μας, επιδιώκοντας την ευδαιμονία, στοχεύομε και στην αυτάρκεια και στην ενότητα της πολιτείας μας, της πατρίδας μας. Έτσι, η διαμόρφωση του χώρου μας μπορεί να είναι χρηστική, αποβλέποντας στην αυτάρκειά μας, αλλά και αισθητική, αποβλέποντας στην ενότητά μας. Πραγματικά, υπάρχουν μορφές του χώρου μας, η Ακρόπολη, ένας καθεδρικός ναός, ένα άγαλμα, ένας χώρος όπου αναπτύσσονται μουσικές και εικαστικές εκδηλώσεις κλπ. Όλες αυτές οι δραστηριότητες μας συγκινούν, όλους μαζί με παρόμοια αισθήματα, ενισχύοντας τη συναισθηματική ενότητα όσων μοιραζόμαστε τον ίδιο χώρο. Για την ενότητα στην πολιτεία, σημασία έχουν αφενός η χρηστική συμπληρωματική λειτουργία των κατοίκων της και αφετέρου η αισθητική της. Η συμπληρωματική λειτουργία προάγει ιδιαίτερα την αυτάρκεια της πολιτείας, καθώς καθένας επιτελεί διαφορετικό έργο, αλλά όλοι μαζί αλληλοσυμπληρούμενοι προάγουν κοινό σκοπό. Θυμίζει αυτό τις κοινωνίες των μελισσών, των μυρμηγκιών και άλλων κοινωνικών ζώων. Ωστόσο, μπορεί να προάγει και την ενότητα, διότι όλοι, εξαρτώνται καθένας από τους άλλους, αλλά κάποιοι ρόλοι ενδέχεται να είναι δεσποτικοί και άλλοι δουλικοί, οπότε δημιουργείται αντίθεση, μερικές φορές διαλυτικά βίαιη μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Αντίθετα, η αισθητική του χώρου όπως προάγεται από κάποιες εκδηλώσεις λειτουργεί πάντοτε ενωτικά. Στο χώρο όπου εορτάζεται το Πάσχα όλοι χαιρόμαστε ανεξάρτητα από την κοινωνικά ιεραρχική θέση μας. Έτσι, η αισθητική του τόπου περισσότερο από τη χρηστικότητά του είναι που μετράει. Η ποιότητα των συναισθημάτων μας αφορά άμεσα τα αισθήματά μας της γεύσης και της αφής, που είναι από τη φύση τους ευχάριστα ή δυσάρεστα (δηλαδή συνεπάγονται θετική ή αρνητική ανάδραση αντίστοιχα), αλλά και, προπάντων, την όραση και την ακοή. Αυτές οι αισθήσεις μας είναι απόμακρες, χωρίς άμεση επαφή. Δεν συνεπάγονται άμεσα θετικές ή αρνητικές αναδράσεις, όμως τα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα μπορούν να συνεπάγονται χαλάρωση ή διέγερση. Και η αρμονική συμβολή χαλάρωσης και διέγερσης είναι εκείνη που με ποικίλους μηχανισμούς προξενεί την ευχαρίστηση, συμβάλλοντας στην ευδαιμονία. Ο ρυθμός συμβάλλει στη χαλάρωση, όπως το λίκνισμα για τα μωρά, η αρρυθμία τη διέγερση. Η γειτνίαση συμπληρωματικών χρωμάτων χαλαρώνει, η αντιπαράθεσή όμως αντίθετων χρωμάτων, π.χ. του κίτρινου με το μαύρο, διεγείρει. Οι καμπύλες γραμμές χαλαρώνουν, οι οξείες διεγείρουν. Η κατάλληλη διαδοχή στο χρόνο και στο χρόνο τέτοιων διεγερτικών και χαλαρωτικών ερεθισμάτων καταλήγει στην ευδαιμονία, όπως η αντιπαράθεση μεταξύ ελέου και φόβου στην τραγωδία καταλήγει στην ευδαιμονία με την κάθαρση. Η φύση από μόνη της τείνει διαρκώς σε τέτοιου είδους διαδοχή. Η ανθρώπινη επέμβαση μπορεί να την καταστρατηγήσει ή, αντίθετα, να την ενισχύσει. Σε μια κοινωνία αυτή οφείλει να είναι η κατεύθυνσή της όσον αφορά τη διαμόρφωση του χώρου.

Αναφέρθηκε παραπάνω ότι ο “τόπος” του καθενός είναι εκείνος ο χώρος όπου συγκεντρώνεται το σύνολο των όσων έχει και όπου ισχύει το θέλω του. Αυτές οι προδιαγραφές απαιτούν, όμως τεκμηρίωση, ώστε να αποφεύγονται οι συγκρούσεις με άλλα άτομα που διεκδικούν για δικό τους τόπο αυτό το χώρο. Υπάρχουν ποικίλες θέσεις.

Μια θέση θα μπορούσε να ονομασθεί αριστοκρατική. Οι πρώτοι μυθικοί οικιστές ενός χώρου ήταν εκείνοι που τον πρωτοδιαμόρφωσαν. Αντί να κυνηγούν θηράματα και να συλλέγουν καρπούς όποτε πεινούσαν, αποθήκευαν τα όσα αποκτούσαν ζωντανά έτσι που να αυτοπολλαπλασιάζονται γι΄ αυτόν. Οι υπόλοιποι άνθρωποι γίνονταν υπηρέτες τους, για να εξασφαλίζουν σαν ανταμοιβή κι αυτοί από τους πρώτους οικιστές την επιβίωσή τους. Για παράδειγμα, ένας πρώτος οικιστής ήταν ο Δευκαλίωνας. Οι πολλοί άνθρωποι που είχαν γίνει υπηρέτες τους, ήταν εκείνοι που προέκυψαν όταν έριχνε πίσω τους πέτρες κι απ΄ αυτές φύτρωναν οι ανώνυμοι άνθρωποι. Όμως κάθε Δευκαλίωνας είχε και απογόνους, επώνυμους κι αυτούς, που έπρεπε να γίνεται απ΄ όλους δεκτό ότι ήταν ιδιοκτήτες του τόπου που είχαν διαμορφώσει οι πρόγονοί τους. Τέτοιοι για το παράδειγμά μου ήταν ο Έλληνας, ο Μακεδόνας, ο Γραικός, ο Μάγνητας κλπ. Η κυριότερη τεκμηρίωση ήταν ότι οι τάφοι των προγόνων τους σημάδευαν τον τόπο τους. Από ένα τέτοιο υπαρξιακό ρόλο των τάφων προέκυψε η ιερότητα των νεκρών και των νεκροταφείων. Ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που νοιάζεται για τους νεκρούς του.

Μια άλλη αντίληψη θα μπορούσε να αποκληθεί πληβεία. Τόπος του καθενός είναι εκεί όπου γεννήθηκε. Κάθε άνθρωπος που γεννιέται στην Αμερική είναι αυτόματα Αμερικανός και κάθε άνθρωπος που γεννήθηκε στην Ελλάδα είναι Έλληνας, όποια και αν είναι η προέλευση των γονιών τους. Εκτός, φυσικά, και αν οι ίδιοι δεν επιθυμούν για πατρίδα τους τον τόπο όπου γεννήθηκαν. Και οι δύο αντιλήψεις έχουν προβλήματα. Για παράδειγμα, μια έγκυος Τουρκάλα έρχεται για τουρισμό στην Ελλάδα, σπάζουν εδώ τα νερά της και γεννά ένα Ελληνόπουλο. Το δέχεστε; Αλλά και η αριστοκρατική αντίληψη έχει παρόμοια προβλήματα. Έχω διαβάσει ότι ο Νικολά Διμιτρόφ, υπουργός εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας, είχε ένα παππού συνωνόματο παπά. Ο τάφος του παππού του, του Νικολάου Παπα-δημητρίου βρίσκεται, με σκαλισμένο το όνομά του σε ένα χωριό της Ελληνικής Μακεδονίας. Δέχεστε για τόπο του Διμιτρόφ την Ελληνική Μακεδονία;

 

Έτσι προκύπτει η, δημοκρατική θα την ονόμαζα, αντίληψη. Τόπος καθενός είναι εκεί όπου επιθυμεί, εφόσον και οι ντόπιοι δεν έχουν αντίρρηση.

ΑΝΑΦΟΡΕΣ

  1. James, W.: Psychology. The World Publishing Company. Cleveland and New York, 1948.
  2. Freud, S.:The Standard Edition of the Complete Psychological Works of Sigmund Freud. Vol. XIX. Translated from the German under the General Editorship of James Strachey. In collaboration with Anna Freud. Assisted by Alix Strachey and Alan Tyson, Vintage, 1999. [Reprint.] ISBN0-09-929622-5.
  3. Kierkegaard, S: Η έννοια της αγωνίας. Μετάφραση Γιάννη Τζαβάρα, Δωδώνη, Αθήνα, 1971.
  4. Heidegger, M.: Είναι και Χρόνος. Μετάφραση Γιάννη Τζαβάρα, Εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα, 2013 (επανέκδοση).
  5. Sartre, J.-P.: L’ Être et le Néant. Édition Gallimard, Paris 1943.

 

ΣΥΡΟΣ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 17 Σεπτεμβρίου, 2019

Καθώς δεν είμαι ιστορικός, φανείτε επιεικείς για τυχόν μικρές ανακρίβειες. Οι πληροφορίες μου είναι προσωπικές αναμνήσεις, περιγραφές, όχι μελέτη τεκμηρίων. Η Σύρος έζησε πολλές εναλλαγές και βίωσε άλλοτε προνόμια και άλλοτε ολέθρους, συχνά με έντονες αντιθέσεις και, συνήθως, με δημιουργικό προσπέρασμά τους. Στην Επανάσταση κατοικούνταν από λίγες χιλιάδες καθολικούς, με ελάχιστους ορθοδόξους. Το παράδοξο: Τα επίθετά τους ήταν κυρίως ιταλικά, το θρησκευτικό δόγμα τους καθολικό, αλλά η μητρική γλώσσα τους Ελληνική. Προνόμια: Ύπαρξη καλού λιμανιού και Γαλλική προστασία. Έτσι, έμεινε έξω από τον αγώνα και φιλοξένησε τους κατατρεγμένους από κατεστραμμένους τόπους, Χίο, Ψαρρά, κλπ. Οι επήλυδες έγιναν δεκτοί από τους ντόπιους αμφιλεγόμενα, πάντως με σαφή υπεροχή των θετικών αισθημάτων. Ήλθαν πρόσφυγες (όλεθρος) έχοντας σώσει μόνο τη ζωή τους, χωρίς περιουσία. Αρκετοί υπήρξαν ευκατάστατοι έμποροι και ήλθαν κουβαλώντας, όχι το εμπόρευμά τους, αλλά την επαγγελματική πίστη τους. Τους εμπιστεύονταν διεθνείς έμποροι από την Οδησσό, ως τη Μασσαλία και την Αγγλία, ενώ το λιμάνι στο μέσο της διαδρομής ήταν (προνόμιο) απαραίτητο για τον ανεφοδιασμό των ιστιοφόρων. Αναπτύχθηκαν, έδωσαν δουλειές στους ντόπιους, άρχισαν να κινούνται, να κάνουν περιουσίες, συναλλάσσονταν με όλο τον κόσμο (περιλαμβάνοντας και τους Τούρκους) και έδιναν χρήματα για την Επανάσταση. Ήλθε η απελευθέρωση και η Σύρος ήταν το πιο αναπτυγμένο μέρος της επικράτειας. Παράλληλα με τον αθροιζόμενο πλούτο, ήλθε ο πολιτισμός. Πρώτο Γυμνάσιο (αυτό τέλειωσε ο Ελ.Βενιζέλος), πρώτο θέατρο-όπερα κλπ. Μαζί ήλθαν και οι πρώτες κοινωνικές αντιπαραθέσεις, η πρώτη απεργία των εργαζομένων. Γέννησε και το ρεμπέτικο με το Μάρκο. Μια ολοζώντανη κοινωνία.

Ύστερα ήλθε η κοινωνική τεχνολογία. Διώρυγα της Κορίνθου, λιμάνι Πειραιά, ήλθε και το ατμόπλοιο. Τα πλοία από Ανατολή σε Δύση δεν χρειαζόταν πια να παρακάμπτουν την Πελοπόννησο και παρέκαμψαν τη Σύρο. Όλεθρος. Σιγά να μην αντιδρούσαν! Η δημιουργική ευφυΐα (προνόμιο) των ντόπιων πια πλουσίων προσαρμόσθηκε τάχιστα. Από πλοιοκτήτες και έμποροι μετεξελίχθηκαν σε βιομηχάνους. Κι αυτό έφτασε ως τις μέρες μου, πριν από την κατοχή. Θυμάμαι τότε τα εργοστάσια, κυρίως κλωστοϋφαντουργεία, αλλά και ταμπάκικα (βυρσοδεψία), υαλουργείο, μπαρουτάδικο, Νεώριο, Ταρσανάς, Καρνάγιο κλπ άνθιζαν. Μαζί,. φυσικά, και η ναυτιλία. Ο πληθυσμός του νησιού μεγάλος. Μετά την Επανάσταση κυμαινόταν πάντοτε μεταξύ 20000 και 50000 περίπου. Πόροι του νησιού ήταν η βιομηχανική παραγωγή του, η ναυτιλία και οι μισθοί που εισέρρεαν, καθώς ήταν συγκεντρωμένη στην Ερμούπολη όλη η διοίκηση των Κυκλάδων.

Και ήλθαν ξαφνικά ο πόλεμος και η κατοχή. Δεν ξέρω τον ακριβή αριθμό, αλλά πρέπει να εγκαταστάθηκαν εδώ περί τις 1500-3000(;) Ιταλοί στρατιώτες. Πώς να τραφούν; Όλοι οι παραπάνω πόροι είχαν χαθεί. Οι μισθοί δεν ήταν βέβαιο από πού θα έρχονταν, από την Αθήνα ή από την ιταλοκρατούμενη Ρόδο; Η παραγωγή του νησιού ήταν πάντοτε ασήμαντη. Οι ιταλοί έπαιρναν τα 9/10 από αυτήν για τις ανάγκες του στρατού τους. Το ψάρεμα απαγορευόταν. Οι αντιστοιχία λιρέτας-δραχμής ήταν τέτοια που χρειάζονταν πολλές οκάδες Συριανό κρασί για να αγορασθεί μια οκά λάδι από τη Ρόδο. Μερικοί καθολικοί, συνεργάσθηκαν με τους Ιταλούς. Ίδια επίθετα, ίδιο θρήσκευμα. Η συντριπτική πλειονότητα όμως έμεινε πιστή στην Ελληνική υπόθεση. Υποθέτω ότι η Γαλλική μάλλον παρά Ιταλική καθολική παράδοση συνέβαλε. Εξάλλου, παρόμοιο ποσοστό ορθοδόξων συνεργάσθηκαν με τον κατακτητή. Επίσημα έγγραφα των Ιταλών γράφουν ότι η διοίκησή τους δυσκολευόταν να συνεννοηθεί με τον καθολικό επίσκοπο περισσότερο παρά με τον ορθόδοξο. Μαζί με όλα αυτά, ο Τσώρτσιλ είχε εφαρμόσει εμπάργκο, που απαγόρευε στον Ερυθρό Σταυρό να φέρει τρόφιμα, για να μην πέσουν στα χέρια των κατακτητών. Άδικος κόπος. Αυτοί έπαιρναν την ελάχιστη παραγωγή και η έλλειψη τροφίμων χτυπούσε αλύπητα μόνο τους κατακτημένους. Πέθαναν (άγνωστος ο ακριβής αριθμός) περί το 1/4 του πληθυσμού από πείνα. Όλεθρος.

Η Σύρος βρέθηκε έξω από τη φρίκη του εμφύλιου πολέμου (προνόμιο) καθώς δεν είχε βουνά να κρυφθούν αντάρτες. Υπέστη μόνο τη σημαντική καταπίεση του επίσημου κράτους, που, ωστόσο, δεν έφθασε, στη Σύρο τουλάχιστον, την αγριότητα των ατάκτων και από τις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις.

Η μιζέρια κράτησε ως τη δεκαετία του 1970 περίπου, όταν αγοράσθηκε γενναιόδωρα από ένα εφοπλιστή (Γουλανδρής) το Νεώριο. Απασχόλησε 1000-2000(;) εργάτες, και, διαμέσου τους, τις οικογένειές τους, αλλά και όλο το νησί, καθώς οι μισθοί που έδινε κυκλοφορούσαν παντού. Άρχισε η αποκατάσταση της ερειπωμένης από πείνα και βομβαρδισμούς Σύρου και η τουριστική κίνηση, αρχικά με τους Συριανούς παραθεριστές που ζούσαν αλλού, αργότερα και άλλους. Η διεθνής πίστη του αφοσιωμένου οραματιστή και ιδιοκτήτη του Νεωρίου έφερε δουλειές και ευημερία. Μεταξύ άλλων το πρώτο ηλεκτρικό αυτοκίνητο. Η αλαζονεία των συντεχνιών (όλεθρος) που ζητούσαν, όχι άνοδο της τάξης τους, αλλά στενά προνόμια πάνω από τις δυνατότητες της επιχείρησης, την κατέστρεψαν. Η μαγιά όμως έμεινε.

Ήδη σήμερα η ανάπτυξη του τουρισμού, μαζί και με μικροβιοτεχνίες, τη μεγάλη ιστορική και πολιτισμική παράδοση φέρνουν σχετική ευημερία στο νησί, παρά την πανελλήνια κρίση. Η θρησκευτική ποικιλότητα, που έχει πάψει να είναι αντιπαράθεση δογμάτων χάρη στη στάση των επικεφαλής τους, αλλά και των ίδιων των Συριανών (το 1/4 περίπου των γάμων είναι μεικτοί) έγινε προνόμιο για διεθνή προβολή. Σημειώνω ότι η ποικιλότητα πολιτισμών, συχνά φέρνει αντιπαραθέσεις, οι οποίες όμως, αν δεν είναι οξείες, αμοιβαία καταστροφικές, ευνοούν όχι την υιοθέτηση κάποιου επικρατούντος τρόπου ζωής, αλλά ιδέες για τη δημιουργία πρωτότυπου, υβριδικού πολιτισμού και πνευματική άνοδο των φορέων πολιτών τους, μαζί με μια εύλογη ευημερία που δημιουργεί ο πολιτισμός και πλησιάζει την ευδαιμονία των πολιτών.

Σήμερα υποφέρει το νησί από έλλειψη πάρκιγκ! Προηγούμενη ευφυής δημαρχία είχε διαθέσει δωρεάν λεωφορείο για τις κινήσεις μέσα στην πόλη, με δωρεάν θέσεις πάρκιγκ στην περιφέρειά της. Βρήκε έντονη συντεχνιακή αντίδραση από τους ταξιτζήδες. Οι ρυθμιστές της τροχαίας κίνησης πρέπει να σκεφθούν όμως κάποια πράγματα. Ένα ΙΧ καταλαμβάνει χώρο περί τα 4-6 τμ μεταφέροντας συνήθως έναν επιβάτη στη δουλειά του για μία ώρα το 24ωρο. Τις υπόλοιπες 23 ώρες καταλαμβάνει χώρο νεκρό. Ένα λεωφορείο, πιάνοντας τόπο περί τα 15 τμ, μεταφέρει 50-100 επιβάτες. Τι συμφέρει; Σκέφτομαι διθέσια ΙΧ με κάποιον δημοτικό υπάλληλο να τα φέρνει από το πάρκιγκ εκεί όπου τα χρειάζεται ο ιδιοκτήτης τους για τη μία προγραμματισμένη ώρα. Ακόμη, πολύ συχνότερα, μικρότερα, λεωφορεία υπό τον έλεγχο του δήμου με πολύ χαμηλό εισιτήριο, απαγορεύοντας την παρουσία ΙΧ στο κέντρο, αλλά λαμβάνοντας υπόψη τα αυτοκίνητα που αποβιβάζονται ή επιβιβάζονται στο λιμάνι. Υπάρχουν λύσεις που απαιτούν σοβαρή, απροκατάληπτη, μελέτη. Σύρος. Πρωτοπορεί σε πολλούς τομείς.

Ένας, Πολλοί

Η μοναδικά ανθρώπινη, ανεκτίμητη, αξία της Τέχνης, συμβάλλει, πέρα από κάθε λογική, στην ενότητα της ανθρώπινης κοινωνίας, της Πολιτείας…

 

Ευωχούνται στο Συμπόσιο οι άρχοντες. Έκαναν τη θυσία τους, έστειλαν την τσίκνα στους θεούς κι αυτοί τρώνε τα κρέατα. Ο Όμηρος ή κάποιος ομότεχνός του τραγουδούν τα κατορθώματά τους ή των προγόνων τους. Τέλεια απόλαυση. Τέλεια; Τότε τι την ήθελαν την τραγωδία;

Συγκεντρώθηκαν τα ζώα στο ίδιο μέρος στον ίδιο χρόνο για ποικίλες αιτίες. Πρώτο, εκεί έβρισκαν τροφή. Δεύτερο, εκεί συναντιόνταν το ένα με το άλλο και ικανοποιούσαν τις ψυχοβιολογικές ενώσεις τους, γονική και ερωτική. Αυτά κοινά για αγελαία και κοινωνικά ζώα. Επιπλέον, τρίτο, μέλισσες, μυρμήγκια κλπ κοινωνικά ζώα κάνουν καθένα κάτι διαφορετικό από τα άλλα και όλα μαζί υπηρετούν κοινό σκοπό, το θησαυρισμό, για ικανοποίηση αναγκών σε περιόδους ένδειας. Συμπληρωματικό έργο. Οι άνθρωποι, τέταρτο, με παιδεία διαρκώς διογκούμενη με τις χιλιετίες, ανέπτυξαν έναρθρο λόγο, με τον οποίον άθροιζαν εμπειρίες στο χρόνο από τους προγόνους και στο χώρο από τους διπλανούς τους. Επικοινωνούσαν. Μπορούν να επιλέγουν με πόση αγελαία ελευθερία και πόση κοινωνική ισότητα θα ζουν. Πολιτικά ζώα. Ανέπτυξαν όμως και συναισθήματα αγάπης και μίσους μεταξύ τους. Η αρμονική διαβίωσή τους σε μια πολιτεία επιτυγχάνεται όχι μόνο με τη συμπληρωματική διαβίωσή τους, αλλά και με συναισθηματική ενότητά. Τώρα προκύπτει ο ρόλος της Τέχνης, οπτικής στο χώρο (ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική κλπ) και ακουστικοκινητικής στο χρόνο (μουσική, ποίηση, χορός κλπ).

Μια εκκλησία. Πάμπολλες εικόνες. Όμως δεν είναι απλώς συλλογή εικόνων και τοιχογραφιών. Ο διάκοσμός με υποβάλλει σαν οργανωμένο σύνολο. Στον τρούλο (ουρανό) ο Παντοκράτορας και γύρω του οι Ευαγγελιστές. Στο τέμπλο οι 12 Απόστολοι και, δεξιά, κοιτώντας το ιερό, ο Άγιος Ιωάννης και ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, ενώ αριστερά η Θεοτόκος και ο φερώνυμος Άγιος. Χαμηλά, στο δεξιό τοίχο οι Άγιοι και στον αριστερό οι Αγίες. Πιο ψηλά σκηνές από τη ζωή του Χριστού, Γέννηση, Βάπτιση, Σταύρωση, Ανάστασή. Μια σκηνογραφία της ελληνοχριστιανικής μυθο-ιστορίας. Στο εικονοστάσι μου έχω μία εικόνα. Τη θυμιάζω και προσεύχομαι να μεσιτεύσει στο Θεό για το καλό μου. Αφού ο Θεός είναι πανταχού παρών και η εικόνα με βοηθάει να συγκεντρώνω την ευλάβειά μου στο εικονιζόμενο πρόσωπο, γιατί να πάω στην εκκλησία;

Μια συναυλία. Ένας καλλιτέχνης τραγουδά ή παίζει πιάνο. Συγκινούμαι από την υψηλή Τέχνη του. Τι διαφορά όμως έχει ο τραγουδιστής από μια χορωδία; ο σολίστας από μια ορχήστρα που παίζει μια συμφωνία; Τι διαφορά δηλαδή έχουν τα συναισθήματά μου στην καλλιτεχνική μοναχικότητα και στην οργανωμένη πολυπλοκότητα; Τα συναισθήματα δεν εκφράζονται έλλογα. Δεν χαίρομαι ή στενοχωριέμαι όταν λέω ”χαίρομαι” ή ”στενοχωριέμαι”, αλλά όταν γελάω ή κλαίω αντίστοιχα.

Η Τέχνη, οπτική και ακουστική, υπηρετεί το ωραίο. Τι είναι ωραίο; Ωραίο είναι το Ουράνιο Τόξο με τον απαράμιλλο συνδυασμό χρωμάτων του· ένα ηλιοβασίλεμα στο νησί μου ή οι σταλακτίτες και σταλαγμίτες στο Σπήλαιο του Διρού. Ωραία είναι το κελάιδημα του αηδονιού, το θρόισμα στις φυλλωσιές του δάσους από το αεράκι. Όμως δεν είναι Καλή Τέχνη. Η Καλή Τέχνη είναι ανθρώπινο δημιούργημα που γεννά το ευχάριστο, μυστηριώδες συναίσθημα του ωραίου στους ανθρώπους. Και το μυστηριώδες αυτό συναίσθημα τι είναι;

Η διέγερση των αισθητηρίων του αισθητού Εγώ μας από ερεθίσματα του περιβάλλοντος άγεται στον εγκέφαλό μας κι εκεί μεταποιείται με δυσνόητο τρόπο σε αίσθημα, το κβάντο του νοητού Εγώ μας. Κάποιες από αυτές τις διεγέρσεις συνεπάγονται αισθητές αντιδράσεις, κινήσεις ή εκκρίσεις. Αυτή η πορεία είναι το αντανακλαστικό τόξο. Τα θερμόαιμα κυρίως σπονδυλωτά έχουν την ικανότητα να δημιουργούν αντανακλαστικά (εξαρτημένα) μετά τη γέννησή τους στη βάση των συγγενών αντανακλαστικών και, μοναδικά οι άνθρωποι, την ικανότητα να δημιουργούμε δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά στη βάση προσχηματισμένων πρωτοβάθμιων εξαρτημένων. Οι ανταποκρίσεις σε κάποια από τα αντανακλαστικά μας είναι τέτοιες που τροποποιούν την επίδραση του ερεθίσματος (ανάδραση). Οι θετικές αναδράσεις, όπως η ανταπόκριση στο άρωμα της λεβάντας που μας κάνει να εισπνεύσουμε βαθύτερα, συνδέονται με ευχάριστα συναισθήματα· οι αρνητικές, όπως η πικρή γεύση που μας κάνει να φτύσουμε ό,τι έχομε στο στόμα μας, συνδέονται με δυσάρεστα.

Από τις 5 αισθήσεις μας οι τρεις μπορούν να συνοδεύονται από θετική ή αρνητική ανάδραση. Η όραση και η ακοή όμως όχι. Το σχέδιο που βλέπω, ο έναρθρος λόγος που ακούω, δεν συνδέονται άμεσα με αντανακλαστικό που αυξάνει ή μειώνει την ένταση του ερεθίσματος. Όμως η όραση και η ακοή είναι που προσλαμβάνουν τα δημιουργήματα των Καλών Τεχνών. Πώς γίνεται; Τα ειδικά οπτικά ή ακουστικά ερεθίσματα, μπορεί να μην προκαλούν άμεσα αντανακλαστικά που επιδρούν στο περιβάλλον μας, μπορούν όμως να προξενούν γενικευμένη χαλάρωση ή, αντίθετα, διέγερση. Ένα ήπιο, ρυθμικό, ακουστικό ή οπτικό ερέθισμα μπορεί να μας χαλαρώνει τόσο, που να μας φέρνει υπνηλία και αυτή την τεχνική χρησιμοποιούν συχνά οι υπνωτιστές. Αντίθετα, ένας απότομος ισχυρός ήχος, όπως η βροντή ή μια απότομη ισχυρή λάμψη, όπως η αστραπή, μας διεγείρουν έντονα. Η αρμονική συνήχηση, οι αρμονικές καμπύλες, κάποιοι συνδυασμοί χρωμάτων μας χαλαρώνουν. Γενικευμένη διέγερση σημαίνει υπερλειτουργία του συμπαθητικού νευρικού συστήματος και υπερέκκριση κάποιων ορμονών, που επιταχύνουν την κατανάλωση ενέργειας. Στις συνηθισμένες συνθήκες η χαλάρωση και η διέγερση ταλαντώνονται περιοδικά με την εναλλαγή ύπνου και εγρήγορσης, αλλά και επιτείνονται με κατάλληλα ερεθίσματα. Αυτή η επίταση άλλοτε είναι ευχάριστη κι άλλοτε δυσάρεστη, ανάλογα με τη φάση της φυσιολογικής ταλάντωσής μας. Η χαλάρωση την ώρα που οδηγώ στο μονότονο αυτοκινητόδρομο με υπνωτίζει και μου είναι πολύ δυσάρεστο να προσπαθώ να μείνω ξύπνιος, χωρίς πάντοτε, ολέθρια, να τα καταφέρνω. Το νανούρισμα ή το λίκνισμα, ιδίως στα βρέφη, χαλαρώνει και πολύ ευχάριστα τα παίρνει ο ύπνος. Οι Καλές Τέχνες, οπτικές και ακουστικές, αυτήν ακριβώς την εναλλαγή διέγερσης και χαλάρωσης προκαλούν. Αφενός με την τεχνική τους και αφετέρου δημιουργώντας συνειρμούς με τα τρέχοντα προβλήματα του βίου, στο κατάλληλο περιβάλλον.

Τώρα είμαστε έτοιμοι να νοιώσουμε τη διαφορά μεταξύ του ενός και των πολλών στην Τέχνη. Οι μονωδίες και τα ατομικά έργα ταιριάζουν στη μοναδικότητα, την αγελαία, ελεύθερη, φύση μας, οι χορωδίες και οι σκηνογραφίες στην κοινωνική φύση μας με τη συμπληρωματική λειτουργία των πολλών, όλα αυτά ενώνοντάς μας συναισθηματικά, να χαιρόμαστε ή θλιβόμαστε όλοι μαζί από κοινό ερέθισμα. Για το στόχο της, την ευδαιμονία των πολιτών της, η πολιτεία χρειάζεται ενότητα και αυτάρκεια. Η μοναδικά ανθρώπινη, ανεκτίμητη, αξία της Τέχνης, συμβάλλει, πέρα από κάθε λογική, στην ενότητα της ανθρώπινης κοινωνίας, της Πολιτείας, με τα αγελαία και κοινωνικά χαρακτηριστικά της.

 

ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΕΙ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 13 Σεπτεμβρίου 2019

Θυμάμαι πριν από αρκετές δεκαετίες. Σημαντικές αναταραχές στα ΑΕΙ, προφανώς, λέγαμε τότε, υποκινούμενες από πολιτικές σκοπιμότητες. Σε συζήτηση που είχα με ένα σοφό δάσκαλό μου διατύπωσα την άποψή ότι υπάρχουν θέματα, όπως η υγεία και η παιδεία, που θα όφειλαν να κάτσουν τα κόμματα να χαράξουν κοινή πολιτική. Κι ο δάσκαλός μου απάντησε: “Ξέρεις τι ζητάς; Να διαιρεθούν η παιδεία και η υγεία σε κομματικές επικράτειες, έτσι που καμιά να μην μπαίνει στα χωράφια της άλλης”. Το δέχθηκα με επιφύλαξη. Και ήλθε κυβέρνηση ενότητας μεταξύ κομμάτων πολωμένα αντίπαλων για αρκετές δεκαετίες. Και σε όλους τους τομείς έγινε διαίρεση όπως την υπέθεσε ο δάσκαλός μου. Στη βάση μιας “δίκαιης” μοιρασιάς. Ανάλογα με τη δύναμη των κομμάτων, τόσους διορίζει ο ένας, τόσους διορίζει ο άλλος. Αρκετά αργότερα διάβασα λίγη ιστορία των προγόνων μου, λίγο Θουκυδίδη, Αριστοτέλη κλπ. Υπήρχαν τότε δύο ειδών διαμάχες. Η μια ήταν μεταξύ ολιγαρχικών και δημοκρατικών. Στις ολιγαρχίες οι άρχοντες εκλέγονταν, στις δημοκρατίες κληρώνονταν. Η άλλη, εξίσου οξεία και καταστρεπτική, μεταξύ ολιγαρχικών παρατάξεων (κομμάτων, θα λέγαμε σήμερα). Το βλέπομε σήμερα στην πολιτική μας. Τα αντίπαλα κόμματα, αντί να παρουσιάζουν και, λογικό, να εκθειάζουν τα προγράμματά τους, προτιμούν να απαξιώνουν τα προγράμματα των αντίπαλων κομμάτων και να λοιδωρούν τους ίδιους τους αντιπάλους, προσφεύγοντας ακόμη και σε ύβρεις. Κι ωστόσο, όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα είναι σύμφωνα και όλα μαζί ψηφίζουν νόμους που προσφέρουν ασυλία σ΄ αυτά και τους εκπροσώπους τους. Όλα μαζί αντιτάσσονται στην εγκαθίδρυση δημοκρατίας.

Η μνήμη του όχλου είναι κοντή. Και ο όχλος είναι αυτός που αποφασίζει ποιος να τον εκπροσωπήσει. Όχι ο συντεταγμένος, οργανωμένος δήμος, αλλά ο ανοργάνωτος όχλος. Μια φορά κάθε 4 χρόνια (συνήθως λιγότερα) καθένας επιλέγει έναν από τους προεπιλεγμένους (και μόνον αυτούς) υποψηφίους για να τον εκπροσωπεί. Κι ύστερα ξενοιάζει. Θρηνεί, γκρινιάζει, για ό,τι κάνει η όποια κυβέρνηση, που την ψήφισε και τον καταπιέζει, χωρίς να τον υπηρετεί. Προσπαθεί να εξαργυρώσει την ψήφο του με προσωπική εξυπηρέτηση. Συνηθέστερα, μεγαλοπαράγοντες, όπως επιχειρηματίες, τραπεζικοί, ΜΜΕ, όλοι τέλος πάντων που επηρεάζουν μεγάλες ομάδες ψήφων, είναι εκείνοι που εξαγοράζουν εξυπηρετήσεις με τις ψήφους που επηρεάζουν. Από τα πιο προφανή αποτελέσματα είναι η άλωση των ΑΕΙ από τα κόμματα. Και παρακολουθούμε τα εκεί τεκταινόμενα. Τα ιδιωτικά ΑΕΙ υπηρετούν συμφέροντα, που όχι μόνο παρέχουν γνώσεις κυρίως στους πλουσιοτέρους, αλλά και, προπάντων, παράγουν γνώση προς όφελος αυτών των συμφερόντων. Γι΄ αυτό δεν είναι λίγοι εκείνοι που αντιστρατεύονται την ιδιωτικοποίηση της ανώτατης παιδείας. Σωστό επιχείρημα ακούεται. Θα ήμουν έτοιμος να συμφωνήσω. Αλλά, ποια είναι η εναλλακτική κατάσταση; Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, τα κρατικά ΑΕΙ παράγουν και διαδίδουν γνώσεις που κατευθύνονται από την άρχουσα, ολοκληρωτική, τάξη. Στη ναζιστική Γερμανία δεν ευδοκιμούσε έρευνα, αν δεν αναδείκνυε την αξία της κληρονομικότητας (που στήριζε τη δοξασία πως η Άρια φυλή είναι ανώτερη όλων και οδήγησε στο μεγαλύτερο ιστορικό έγκλημα του ολοκαυτώματος, θανάτωσης, χωρίς άλλη δικαιολογία, όσων ήταν Εβραίοι, κομμουνιστές ή Ρομά). Στη Σταλινική Σοβιετία, που πρέσβευε πως αρκεί να αλλάξει η κοινωνία για να αλλάξει και η συμπεριφορά των ατόμων, δεν προχωρούσε έρευνα αν δεν αναδείκνυε με κάθε μέσο την αξία της περιβαλλοντικής επίδρασης και οδήγησε στην αγροτική καταστροφή με την καθοδήγηση του διαβόητου βιολόγου Λυσένκο. Υπάρχει και η εναλλακτική λύση, της ρεπούμπλικας, που στον τόπο μας την ονομάζομε απατηλά δημοκρατία, ενώ το επίσημο όνομά μας είναι Hellenic Republic. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που βλέπομε σήμερα: Κατατεμαχισμός των ΑΕΙ ανάλογα με τις κομματικές δυνάμεις.

Ποια θα όφειλε να είναι η πολιτική μας στα ΑΕΙ; Τα ΑΕΙ και η Ιεραρχία είναι οι μόνοι επίσημα αυτόνομοι τομείς μέσα στη δημοκρατική, υποτίθεται, κοινωνία μας. Δηλαδή, εκλέγουν μόνα τους τούς επικεφαλής τους, χωρίς επίσημες παρεμβάσεις της πολιτείας. Στο στρατό, στη δικαιοσύνη, στην αστυνομία και σε άλλους σημαντικούς τομείς οι ηγέτες διορίζονται από την κυβέρνηση ή αφήνονται στην ασυδοσία του ιδιωτικού βίου. Έτσι, δεν είναι σπάνιες οι μεγάλες αντιπαραθέσεις μεταξύ της κυβέρνησης και των ΑΕΙ ή της Ιεραρχίας. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για μας. Θυμηθείτε το Μάιο 1968 στο Παρίσι, αλλά και άλλα ανάλογα φαινόμενα. Για τέτοιους λόγους οι ποικίλες κυβερνήσεις επιχειρούν με άνομα μέσα να επηρεάσουν την εκλογή αυτών των σωμάτων.

Η αυτονομία των ΑΕΙ και της Ιεραρχίας μου φαίνεται αυτονόητος στόχος, στο μέτρο που δεν παραβιάζεται η νομιμότητα. Τα ΑΕΙ οφείλουν να παράγουν και διαδίδουν μη απόρρητη γνώση προς όφελος της ίδιας της γνώσης. Η χρησιμοποίησή της είναι υπόθεση της πολιτικής, όχι των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η κυβέρνηση οφείλει να παρέχει ενέργεια (οικονομική στήριξη) και προστασία στα ολιγαρχικά αυτά σώματα, όπως η μητέρα παρέχει προστασία και ενέργεια στο έμβρυο χωρίς να παρεμβαίνει στο ελάχιστο στον τρόπο που αυτό αναπτύσσεται. Τότε το όφελος της κοινωνίας από την προαγωγή της γνώσης και της πίστης γίνεται τεράστιο. Μια τέτοια στάση όμως απαιτεί όχι συνεννόηση των κομμάτων, που σημαίνει, στην καλύτερη περίπτωση, διαχωρισμό επικρατειών, αλλά μια δημοκρατική πολιτεία.

Δημοκρατική πολιτεία σημαίνει (Αριστοτέλης) ότι οι άρχοντες, οι επικεφαλής της νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας, κληρώνονται μεταξύ όλων των πολιτών. Γι΄ αυτές τις δύο εξουσίες απαιτείται μόνον αρετή και κοινός νους (“αιδώς και δίκη”) που είναι ισοκατανεμημένα σε όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από την εκπαίδευση, τον πλούτο ή άλλον παράγοντα. Αντίθετα από τις δύο αυτές εξουσίες, η εκτελεστική (κυβέρνηση) απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις, που δεν μπορεί να τις έχει ο καθένας. Η κυβέρνηση οφείλει να αποτελείται από τεχνοκράτες που τεκμηριωμένα έχουν τις αναγκαίες γνώσεις και εμπειρίες. Το σύνολο των πολιτών, είναι οι μόνοι που γνωρίζουν τι θέλουν και τι προσδοκούν από τους ηγέτες τους και είναι αυτοί που θα εκλέξουν, μεταξύ τεκμηριωμένα επαϊόντων, τους κυβερνήτες τους. Παρόλα αυτά, εφόσον αυτή η εκλεγμένη κυβέρνηση αναλαμβάνει εξουσίες για συγκεκριμένη θητεία, μπορεί να σφάλλει και επομένως οφείλει να είναι κάτω από διαρκή έλεγχο από ανεξάρτητη βουλή και δικαιοσύνη. Με το ισχύον σύστημα, αυτό είναι αδύνατο, αφού η κυβέρνηση αποτελείται από το κόμμα που πλειοψηφεί στη βουλή και η ηγεσία της δικαιοσύνης διορίζεται από την Κυβέρνηση και, επομένως, εξαρτάται από αυτή.

Οι ευφυέστεροι των νέων μας βρίσκονται στα ΑΕΙ. Τα κόμματα προσπαθούν να τους ελέγχουν. Και οι άρχοντες, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, που θα όφειλαν να εξασφαλίζουν την ανεξαρτησία τους είναι ακριβώς τα κόμματα που τους χειραγωγούν. Τσακώνονται για τον επηρεασμό των ταραξιών.

 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmil.com
  • Κοινή Γνώμη, 10 Σεπτεμβρίου 2019

256β. Ταυτότητα256α Ταυτότητα.JPG

Ταυτότητα σημαίνει απόλυτη ομοιότητα μεταξύ δύο, όπως είναι η απόλυτη ομοιότητα κάθε οντότητας με τον εαυτό της. Παραμένει αναλλοίωτη όσος χρόνος κι αν περάσει και ομοιογενής ή με αμοιβαία σταθερές, αμετάβλητες σχέσεις των στοιχείων που την αποτελούν στο χώρο. Για τον Πλάτωνα, ο αληθινός κόσμος είναι ένας κόσμος ιδεών, άφθαρτων, που καθεμιά της έχει τη δική της ταυτότητα, είναι ο νοητός κόσμος. Αντίθετα, ο Ηράκλειτος έβλεπε πως “Τὰ πάντα ρεῖ” και “Οὐκ ἄν δίς τὸν αὐτὸν ποταμὸν ἐμβαίης“. Μπορεί τα νερά του ποταμού να αλλάζουν διαρκώς, αλλά ο ποταμός μένει πάντοτε (ή τουλάχιστον για μακρό διάστημα) ο ίδιος, ίδια κοίτη, ίδιο όνομα, όπως παρατήρησε ο Αριστοτέλης. Στα νεότερα χρόνια (Hegel, Marx) τονίσθηκε η σπειροειδής αλλαγή, των φαινομένων, όπου τα πάντα διαρκώς αλλάζουν, αλλά στη βάση ενός μόνιμου προγράμματος που μένει αναλλοίωτο. Και πιο πρόσφατα (VanderPol, 1926) περιγράφηκε μια ιδιάζουσα μορφή ταλάντωσης, η ταλάντωση χάλασης, που προτυπώνει πιο πιστά και με δυνατότητα μαθηματικής ανάλυσης, φυσικά, βιολογικά, φυσιολογικά, ψυχολογικά, κοινωνικά, οικονομικά φαινόμενα. Υπάρχει διαρκής αλλαγή η οποία όμως περνά διαρκώς από τις ίδιες φάσεις (ταυτότητα), αλλά μπορεί και να επηρεάζεται από εξωτερικές επιδράσεις (συγκυριακούς παράγοντες).

Η ταυτότητα καθενός μας στηρίζεται στις σχέσεις μας με το φυσικό, το κοινωνικό περιβάλλον μας και στην αυτογνωσία μας. Οι σχέσεις με το κοινωνικό περιβάλλον μας, την πολιτεία όπου υπάρχομε, έτσι, είναι ουσιώδης για την αυτοπεποίθηση που διαθέτομε.

Διαρκής αλλαγή με διατήρηση ταυτότητας. Μεταβάλλεται διαρκώς η προφανής εικόνα, αλλά μένει ένας πυρήνας αναλλοίωτος. Στην 8η δεκαετία της ζωής μου δεν μοιάζω σε τίποτε με το βρέφος που ήμουν όταν γεννήθηκα. Κι όμως από τότε ως αυτή τη στιγμή μιλώντας για τον εαυτό μου χρησιμοποιώ την ίδια λέξη: Εγώ. Επιπλέον, έχω κάποια αισθητά χαρακτηριστικά που έχουν μείνει αναλλοίωτα, μολονότι τα στοιχεία που τα απαρτίζουν διαρκώς αλλάζουν. Το DNA του πυρήνα των κυττάρων μου μένει αναλλοίωτο, μολονότι τα άτομα που το αποτελούν δεν είναι ποτέ δυο φορές ίδια. Και η ταυτότητα των πολιτειών παραμένει σταθερή στο χρόνο, ενώ τα πάντα σ΄ αυτές αλλάζουν. Το πρόβλημα απασχόλησε τους σοφούς από τον καιρό του Αριστοτέλη κυρίως ως σήμερα. Κύρια δομικά στοιχεία μιας πολιτείας είναι ο τόπος της και οι κάτοικοί της, ενώ και τα δύο αυτά διαρκώς μπορεί να μεταβάλλονται. Λειτουργικά στοιχεία μιας πολιτείας είναι η αυτάρκεια και αυτοτέλειά της, που απαρτίζουν την ενότητά της. Κύριος (αλλά όχι ο μόνος) παράγοντας για την ενότητα είναι η μορφή του πολιτεύματος, που ορίζεται με τις σημερινές αντιλήψεις από το Σύνταγμα. Ορθά έχει επισημανθεί (Ευ.Βενιζέλος) ότι οι νόμοι και τα δημοψηφίσματα με τα οποία λειτουργεί μια πολιτεία έχουν συχνά συγκυριακό χαρακτήρα, ενώ το Σύνταγμα οφείλει να έχει ένα ιστορικό χαρακτήρα, ιδανικά σταθερό όσο περίπου η ταυτότητα του κράτους.

Τα βασικά πολιτεύματα είναι τρία, μοναρχία, ολιγαρχία, δημοκρατία (Αριστοτέλης). Όταν το κράτος εκπροσωπείται από ένα πρόσωπο (μοναρχία) η ταυτότητα μοιάζει εξασφαλισμένη (L’État, c’est moi, Louis XIV). Η κοινωνία όμως που απαρτίζει το κράτος διαρκώς αλλάζει. “νδρες γὰρ πόλις, καὶ οὐ τείχη οὐδέ νῆες νδρῶν κεναί” (Θουκυδίδης). Οι πολίτες ενός κράτους αποτελούν το κράτος και αυτοί διαρκώς αλλάζουν. Το ίδιο αλλάζουν και οι ιστορικές, οικονομικές, πολιτιστικές συνθήκες κλπ. Επομένως, αργά ή γρήγορα, θα παρουσιασθεί αντίθεση μεταξύ της κοινωνίας και της άκαμπτης κρατικής ταυτότητας. Και τότε;

Ο πιο συνηθισμένος τρόπος που σκέφτεται κάποιος είναι η ενίσχυση της κεντρικής εξουσίας, ένα πιο αυταρχικό, καθεστώς, ολοκληρωτισμός. Πραγματικά μια τέτοια πολιτική μπορεί να αποκαταστήσει βίαια την τάξη, αλλά σωρεύει την αντίθεση ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και την κρατική οντότητα, έτσι που όταν κάποτε αυτή φθάσει σε κρίσιμη τιμή (ουδό=κατώφλι) θα γίνει η αλλαγή και θα είναι πιο βίαιη και πιο καταστροφική, όπως ήταν π.χ. η Γαλλική και η Σοβιετική επανάσταση. Παρόμοια σοβαρό πρόβλημα είχαν αντιμετωπίσει και οι μυθικοί βασιλιάδες των προγόνων μας (πριν ακόμη και από το Θησέα για την Αθήνα). Η πολιτεία αποτελούνταν από πολλές Αθήνες, π.χ. Αμαρυσία (Μαρούσι), Κεκροπία (Κορωπί) κλπ. Εμφανίσθηκαν αποσχιστικές τάσεις. Κάποιες από τις Αθήνες έτειναν να αποσχισθούν από την ενότητα. Και η τότε σοφή βασιλεία, αντί να ενισχύσει την κεντρική εξουσία, έκανε κι άλλη, επαγγελματική, αποκέντρωση, χωρίς να άρει την τοπική. Χώρισε τους πολίτες σε Γελέωνες (γεωργούς), Όπλητες (κτηνοτρόφους ζώων με οπλές), Αιγικορείς (αιγοβοσκούς) και Αργαδείς (εργάτες/τεχνίτες). Μεταφέροντας στα σημερινά δεδομένα, θα λέγαμε εκχώρηση εξουσίας στην τοπική αυτοδιοίκηση αφενός και στο συνδικαλισμό αφετέρου. Έτσι, αν π.χ. ένας Κρητικός εργάτης αισθάνεται τοπική αλληλεγγύη με τον Κρητικό εργοδότη δελεαζόμενος σε αποσχιστικές τάσεις, θα αισθανθεί όμως αλληλεγγύη και με το Θρακιώτη και τον Ηπειρώτη εργάτη, αμβλύνοντας έτσι τον τοπικιστικό παράγοντα. Να σημειώσω παρεμπιπτόντως ότι ο συνδικαλισμός δεν πρέπει να συγχέεται με τη συντεχνία, που είναι λαϊκισμός. Αν ένα μέλος επαγγελματικής ομάδας φερθεί ανάρμοστα, στιγματίζεται ολόκληρη η επαγγελματική ομάδα. Ο συνδικαλισμός θα υπερασπισθεί την τιμή της επαγγελματικής τάξης επιβάλλοντας πειθαρχική ποινή στο άτακτο μέλος της· η συντεχνία θα προσπαθήσει να το υπερασπισθεί συγκαλύπτοντας την πράξη του.

Τα Συντάγματά μας είχαν όλα λίγ΄ ως πολύ συγκυριακό χαρακτήρα, καθώς άλλαζαν με την ευκαιρία κρίσεων εθνικών, οικονομικών, ακυβερνησίας κλπ, θεωρώντας, όχι εντελώς αβάσιμα, ότι το υπάρχον Σύνταγμα είναι η αιτία του κακού. Έτσι όμως προέκυπτε εκάστοτε νέο συγκυριακό Σύνταγμα χωρίς το επιθυμητό στοιχείο της μονιμότητας που απαιτεί η ταυτότητα του κράτους. Η τάση είναι αφενός να προβάλλονται προσκόμματα στις αναθεωρήσεις (π.χ. αυξημένες πλειοψηφίες, εμμονή στην αλλαγή σε αλλεπάλληλες βουλές) και αφετέρου διατηρώντας κάποια θεμελιώδη άρθρα μη αναθεωρήσιμα. Το πρόβλημα όμως έτσι επιτείνεται. Τίποτε δεν είναι στον κόσμο αιώνιο, αναλλοίωτο. “Πρέπει να αλλάξουμε για να μείνουμε αυτοί που είμαστε” (Γατόπαρδος, Visconti). Το Σύνταγμά μας έχει ηλικία 45 ετών. Τα 2/3 των πολιτών μας έχουν αλλάξει. Έγινε συγκυριακά με αλλαγή πολιτεύματος από τη βασιλευόμενη δημοκρατία (με δικτατορία) σε κοινοβουλευτισμό, χωρίς να είναι δημοκρατία, με σκοπό να αποφευχθεί η επιστροφή της μοναρχίας. Για να αποκλεισθεί η επιστροφή της μοναρχίας, εμποδίσθηκε και η εξέλιξή του σε δημοκρατία. Το πρόβλημα λύνεται όπως προβλέπουν οι ταλαντωτές χάλασης. Οι τυχαίες ταλαντώσεις προλαμβάνονται όταν αυξάνεται η ιδιοσυχνότητα της ταλάντωσης. Αν προβλέπεται από το ίδιο το Σύνταγμά μας ότι τα σήμερα μη αναθεωρήσιμα άρθρα του αναθεωρούνται όχι πριν περάσει π.χ. 12ετία (μισή γενιά), υπάρχει ελπίδα ότι μετά από 1-2 γενιές θα έχουμε ένα ιστορικό, όχι συγκυριακό, Σύνταγμα που κατοχυρώνει την ταυτότητα της πολιτείας μας.

 

 

ΕΥΕΛΙΞΙΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 6 Σεπτεμβρίου 2019

Επισήμανε το πρόβλημα πρόσφατα ο Χρήστος Μασσαλάς. Η κοινωνία αλλάζει ολοένα γρηγορότερα. Κι εμείς πρέπει να προσαρμοζόμαστε διαρκώς στις νέες συνθήκες. Ταχύτητα γενικά (Αγγλικά rate) είναι το πηλίκο της αλλαγής ενός μεγέθους δια του αντίστοιχου χρόνου. Στη φυσική π.χ., ταχύτητα (velocity) είναι το πηλίκο της αλλαγής διαστήματος δια του αντίστοιχου χρόνου. Για την κοινωνία ποιο είναι το μέγεθος που αλλάζει;

Σε άλλο μου άρθρο (Υποκειμενικός Χρόνος) άφησα να εννοηθεί σαν υποκειμενική ταχύτητα ο αριθμός των εξαρτημένων αντανακλαστικών που αποκτούμε στη μονάδα του χρόνου. Ο χρόνος μπορεί να θεωρηθεί ως αλληλοδιάδοχες, συνεχόμενες χρονικές στιγμές. Στην υποκειμενική αντίληψη του χρόνου, ως αλληλοδιάδοχα, συνεχόμενα χρονικά στοιχεία μπορούν να θεωρηθούν οι μαθήσεις που αποκτούμε. Σε μικρές ηλικίες δημιουργούμε διαρκώς νέα αντανακλαστικά, διαρκώς μαθαίνομε, κι έτσι ο χρόνος που περνά μας φαίνεται ατέλειωτος. Σε μεγάλες ηλικίες ό,τι προσπίπτει στις αισθήσεις μας το πιθανότερο είναι να έχει ήδη δημιουργήσει εξαρτημένο αντανακλαστικό στο παρελθόν, οπότε όλο και λιγοστεύουν τα όσα μαθαίνομε και ο χρόνος διαβαίνει ολοένα ταχύτερα. Στην κοινωνία;

Ο Μασσαλάς επισημαίνει σωστά, ότι έχομε περάσει από την εργασία ως μέσο βιοπορισμού και άνεσης ζωής, στην εργασία ως μέσο για να βρούμε άλλη θέση εργασίας, ίσως καλύτερα αμειβόμενης. Η εργασία καθενός είναι ουσιώδες στοιχείο της κοινωνικής δραστηριότητας. Η εκτέλεσή της είναι ένα πολύπλοκο σύστημα συνηθειών, γνώσεων, πράξεων, δηλαδή μιας αλυσίδας εξαρτημένων αντανακλαστικών. Έτσι η αντίληψη που έδωσα για τον υποκειμενικό χρόνο ισχύει και σε κοινωνικό επίπεδο. Ο κοινωνικός χρόνος αποτελείται από αλληλοδιάδοχες μαθήσεις. Όσο περισσότερες περιέχει μια μονάδα φυσικού ή βιολογικού χρόνου (έτος, εβδομάδα, διάρκεια ζωής κλπ) τόσο μακρότερος είναι ο κοινωνικός χρόνος. Η ταχύτητα με την οποίαν αλλάζει η κοινωνία θα μπορούσε να εκτιμηθεί με το πόσες εργασίες είναι υποχρεωμένο να αλλάξει κάθε άτομο που την αποτελεί σε μια φυσικοβιολογική χρονική μονάδα. Όλα αυτά έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη διαδικασία της μάθησης, που σε σημαντικό βαθμό είναι ευθύνη της κοινωνίας, αλλά και του ίδιου του ατόμου.

Κάθε καθεστώς έχει τη δική του παιδεία που αποβλέπει στη σταθερότητα και διαιώνισή του. Ως σχετικά πρόσφατα, η παιδεία μας περιλάμβανε κυρίως θησαυρισμό γνώσεων. Πηγή γνώσης ήταν ο δάσκαλος. Ήταν αδιανόητο ο μαθητής να γνωρίζει περισσότερα από το δάσκαλο. Με τις “αντικειμενικές” εξετάσεις, όπως οι Πανελλήνιες, ελέγχεται αν ο εξεταζόμενος έγραψε με το νι και με το σίγμα ό,τι γράφει το διδακτικό βιβλίο του, που είναι και ό,τι του δίδαξε ο δάσκαλός του ή ο φροντιστής. Και βλέπομε τις τελευταίες δεκαετίες αυτή η αντίληψη να αλλάζει ριζικά. Ο ρόλος του δασκάλου δεν είναι πια να μεταδίδει γνώσεις, αλλά να καθιστά ικανό το μαθητή να κάνει κάτι που δεν μπορούσε να το κάνει πριν εκπαιδευθεί, όπως ανάκληση γεγονότων, ερμηνεία γεγονότων και, προπάντων, λύση προβλημάτων. Ο μαθητής πρέπει να αποκτήσει αυτές τις ικανότητες. Ήδη, όταν πρωτοπηγαίνει σχολείο, ξέρει να μιλάει και να κατανοεί ό,τι ακούει. Στο σχολείο, για να αυξήσει τις γνωστικές ικανότητές του, πρέπει να μάθει κάποια πράγματα. Θα θεωρούσα απαραίτητα στο δημοτικό σχολείο π.χ.: να διαβάζει τη γλώσσα που μιλάει και να τη γράφει με τον απλούστερο δυνατό τρόπο· να χειρίζεται στοιχειώδη μαθηματικά· να χειρίζεται υπολογιστή· να επικοινωνεί στοιχειωδώς σε μια διεθνή γλώσσα. Καθώς αυτό το διάστημα είναι η ευκαιρία για να δώσουμε στα παιδιά μας και εθνική παιδεία, το παιδί πρέπει να μάθει να διαβάζει τα προγονικά κείμενα (αρχίζοντας από τον Παπαδιαμάντη και τον Κάλβο ως τον Όμηρο), ενώ δεν χρειάζεται να μάθει να γράφει όπως οι προπαππούδες μας, αφού κανένας τους δεν ζει πια για να διαβάσει τα κείμενά του· στοιχειώδη εθνική ιστορία και γεωγραφία. Κι ακόμη στοιχειώδη επαφή με τις φυσικές επιστήμες, φυσική, χημεία, βιολογία, ανατομική, φυσιολογία. Πέρα από αυτά το σχολείο οφείλει να έχει επαρκή ευελιξία, ώστε να κατευθύνει κάθε παιδί προς την κατεύθυνση που δείχνει ότι το ενδιαφέρει, όπως γυμναστική, μουσική, χορό, ζωγραφική, πλαστικές τέχνες κλπ με επιλογή του μαθητή και έμφαση αντίστοιχη από το δάσκαλο ή οποιαδήποτε από τις παραπάνω επιστήμες.

Τέτοια στάση προάγει την ομοιογένεια σε όσες ικανότητες προδιαθέτουν για ποικιλία δεξιοτήτων, αλλά την ανομοιογένεια, όταν θα μαθαίνουν όλα τα παιδιά, καθένα κάτι διαφορετικό, ανάλογα με τις κλίσεις του. Προϋποτίθεται βέβαια κατάλληλη παιδεία και μετεκπαίδευση των δασκάλων, ώστε να μπορούν αφενός να διακρίνουν τις φυσικές κλίσεις των παιδιών και αφετέρου να προωθούν τις επιδόσεις τους σ΄ αυτές: πολυμάθεια και ευελιξία των δασκάλων. Ο γενικός σκοπός είναι πάντοτε να έχει αποκτήσει ο νέος άνθρωπος τόση ευελιξία, που να μπορεί να επιβιώνει σε μια διαρκώς μεταβαλλόμενη κοινωνία. Κάποτε άνθιζαν επαγγέλματα όπως του πιλοποιού, του τσαγκάρη, του φαναρτζή, του αγωγιάτη και τόσα άλλα, που πια είναι ανύπαρκτα, τα συναντά κάποιος ενδεχομένως σε πολύ πρωτόγονες κοινωνίες. Ένας γνώστης του χειρισμού υπολογιστών έχει σήμερα εφόδια για να αναλάβει την ευθύνη μεγάλου πλήθους και διαφορετικότητας εργασιών. Συγχρόνως, σε κάθε τομέα υπάρχει η ανάγκη εξαιρετικά εξειδικευμένων ατόμων και σ΄ αυτό αποσκοπεί η πρώιμη, από το δημοτικό, προετοιμασία για συγκεκριμένους κλάδους του επιστητού. Η υπερτροφικά τεχνολογική κοινωνία μας πάσχει, καθώς, μας ελευθερώνει μεν από τους φυσικούς περιορισμούς, π.χ. με τη φωτιά από το κρύο, με τον τροχό από την τριβή, με αερόστατα, αεροπλάνα, πυραύλους από τη βαρύτητα, μας υποδουλώνει όμως κοινωνικά, καθώς προάγει την εξειδίκευση που αυξάνει την εξάρτηση του ενός από τον άλλον. Η παιδεία ήδη από το δημοτικό σχολείο προετοιμάζει τα παιδιά μας για την ερχόμενη κοινωνία. Όχι μόνο να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις της, αλλά και να προωθεί την αλλαγή της. Η συμμετρική ανάπτυξη των φυσικών, κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών στη μοναδική ιστορική περίοδο της Ελληνικής δημοκρατίας είναι η μόνη που προήγαγε την ευδαιμονία των ανθρώπων. Και η παιδεία στην εύπλαστη παιδική ηλικία του δημοτικού σχολείου σ΄ αυτή την κατεύθυνση οφείλει να κατατείνει.

Εξειδίκευση και ευελιξία μοιάζουν αντίθετες κατευθύνσεις. Όταν ο κοινωνικός ρόλος (π.χ. επάγγελμα) καταργηθεί σε μια κοινωνία, οι ειδικευμένοι σ΄ αυτόν μένουν μετέωροι. Αν όμως σε ένα άτομο αυτές είναι σχεδόν ασύμβατες, σε μια κοινωνία είναι συμβατές: Άλλος μια ειδικότητα, άλλος άλλη, η κοινωνία όλες. Εξάλλου, έχοντας στοιχειώδεις δυνατότητες ευελιξίας, όλοι οι ενήλικες, μπορούν, αν καταργηθεί η ανάγκη της ειδικότητάς τους, να προσαρμοσθούν, αρκεί να μη θεωρούν ότι, επειδή ήταν σχεδόν μοναδικοί στη δουλειά που έκαναν, είναι κατάλληλοι μόνο για εκείνο το ρόλο και ακατάλληλοι για κάθε άλλον.