ΘΥΣΙΑ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 30 Απριλίου 2019

237α. Θυσία

237β. Θυσία

Οι μονοκύτταροι οργανισμοί κανονικά δεν πεθαίνουν. Όταν έλθει η ώρα τους, διαιρούνται σε δύο ολόιδια, σαν το μητρικό, κύτταρα χωρίς να αφήσουν πτώμα. Θάνατος και πολλαπλασιασμός ταυτόχρονα. Βέβαια, οι περισσότερες “συνήθειες” που αποκτήθηκαν στη διάρκεια της ζωής του κυττάρου δεν διατηρούνται στα θυγατρικά, και αυτά, παρόλο που έχουν το ίδιο σώμα με το μητρικό, δεν διατηρούν τις “αναμνήσεις” του. Η ζωή όμως προχώρησε, εξελίχθηκε. Πολλοί ομοειδείς μονοκύτταροι οργανισμοί συνασπίστηκαν σε ενιαίο σύνολο, σαν συνομοσπονδίες ή ομοσπονδίες. Μοιράζονται μεταξύ τους τα έργα που έχει να κάνει καθένα από τα κύτταρα που αποτελούν το σύνολο. Τα γεννητικά κύτταρα συνεχίζουν, όπως στους μονοκύτταρους οργανισμούς, να διαιρούνται στα δύο χωρίς (κάποια) να εγκαταλείπουν πτώμα. Όλα τα υπόλοιπα κύτταρα όμως, τα σωματικά, πεθαίνουν και εξομοιώνονται με το άψυχο περιβάλλον τους. Κατά κάποιον τρόπο, όλα αυτά, τα σωματικά, κύτταρα “θυσιάζονται” για χάρη του συνόλου. Οι πολυκύτταροι οργανισμοί αποδείχθηκαν “ανώτεροι” από τους μονοκύτταρους. Καθένα από τα κύτταρα που τους αποτελούν, ευαισθητοποιείται και εξειδικεύεται, έτσι που κάνει το έργο που του αναλογεί καλύτερα από τα υπόλοιπα. Τις εκβάσεις του έργου του τις μοιράζεται με όλα τα λοιπά κύτταρα, ενώ και αυτό παίρνει από αυτά ό,τι χρειάζεται για να συνεχίσει τη ζωή του, για όσο διάστημα αυτή διαρκεί.

Έγραψα παραπάνω “ανώτερο” σε εισαγωγικά. Έκανα αυθαίρετη ιεράρχηση. Ανώτερο εννοώ τούτο. Με την ευαισθησία και ειδικότητα κάθε κύτταρο κάνει πιο αποτελεσματικά το έργο που του αναλογεί. Τίμημα είναι ο θάνατος. Οι μονοκύτταροι οργανισμοί καταστρέφονται κατά εκατομμύρια σε αντίξοες συνθήκες, ενώ οι πολυκύτταροι αντέχουν πολύ περισσότερο και, σα σύνολο, ζουν περισσότερο. Η φυσική διάρκεια ζωής ενός μονοκύτταρου όντος μπορεί να είναι λιγότερη από μια ώρα. Η διάρκεια ζωής των πολυκύτταρων οργανισμών είναι κανονικά πολύ μακρότερη, ως πολλές δεκάδες χρόνια. Η αντοχή των πολυκύτταρων στο βίαιο θάνατο είναι πολύ μεγαλύτερη, ενώ οι μονοκύτταροι είναι ευάλωτοι στη βία και πεθαίνουν μαζικά. Χάρη σ΄ αυτή την οργάνωση, εξελίχθηκε η ζωή και έφθασε στην κορωνίδα της, στο είδος άνθρωπος που αναρωτιέται για την ιεράρχηση των πάντων.

Και οι άνθρωποι, όπως οι μονοκύτταροι οργανισμοί, άρχισαν κάποτε να συνασπίζονται σε κοινωνίες. Από τα πάνω από 100.000 χρόνια που υπάρχει o άνθρωπος πάνω στη γη στα τελευταία 10.000 χρόνια περίπου από την αγελαία ζωή μεταπήδησε στην κοινωνική. Διαφέρει από τις κοινωνίες των εντόμων και τις αγέλες άλλων ζώων κατά το ότι μόνος του αποφασίζει πόσο αγελαία και πόσο κοινωνικά θα ζει. Δημιούργησε πολιτείες. Σ΄ αυτές αφενός φυλάει σε κατάλληλες “αποθήκες”, αγαθά που μπορούν να χρειασθούν σε περιόδους ένδειας, όπως φυλάνε οι μέλισσες το μέλι, και αφετέρου τα επεξεργάζεται και τα ανταλλάσσει με άλλους. Σ΄ αυτού του είδους τις ανθρώπινες κοινωνίες, τα μέλη τους είναι αναλώσιμα για χάρη της κοινωνίας, όπως είναι αναλώσιμα τα σωματικά κύτταρα των πολυκύτταρων οργανισμών, για χάρη του οργανισμού τον οποίον συναποτελούν.

Για χάρη αυτής της πολιτείας, κάθε μέλος της διαθέτει τον εαυτό του, ακόμη και τη ζωή του, αν χρειασθεί. Η κοινωνία το επιβάλλει βίαια. Το θύμα καθόλου δεν το θέλει, αλλά υποτάσσεται. Ο συνηθισμένος τρόπος στις περισσότερες κοινωνίες είναι η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Για ένα διάστημα της ζωής του κάθε άτομο τίθεται ολόκληρο το 24ωρο στη διάθεση της κοινωνίας. Σκοπός είναι η υπεράσπιση της πατρίδας (πολιτείας) από εξωτερικές επιβουλές, αλλά, ταυτόχρονα, και η εκπαίδευση των πολιτών στην πειθαρχία και στην αφοσίωση στην πατρίδα. Στο υπόλοιπο της ζωής του διαθέτει επαγγελματικά τη ζωή του στην κοινωνία του, όπως και όσο το ίδιο το άτομο επιλέγει και μάλιστα για το ένα τρίτο περίπου του 24ώρου, σε όλη τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του.

Ως εδώ τα πράγματα είναι μάλλον σαφή, κατανοητά. Οι άνθρωποι όμως δεν είμαστε μόνο φυσικά όντα ούτε μόνο κοινωνικά, είμαστε και πνευματικά όντα, διαθέτοντας νόηση ο καθένας άβατη για όλους τους άλλους. Οι νοήσεις μας επικοινωνούν (ανεπαρκώς) κυρίως διαμέσου της γλώσσας μας, αλλά και με ποικίλες κοινωνικές τελετές. Και διέπονται από μια λογική που στηρίζεται στη διασταύρωση της εμπειρίας με τη θεωρία, αλλά και από ποικίλες πίστεις που δεν στηρίζονται στην εμπειρία των αισθήσεων. Οι πίστεις συχνά προσωποποιούν τα πάντα. Για κάθε τι που συμβαίνει κάποιος φταίει. Για τα τρομακτικά φαινόμενα από την έκρηξη της Σαντορίνης έφταιγαν οι θεοί, τιτάνες, γίγαντες, κύκλωπες, εκατόγχειρες. Αλλά και σε κάθε κακό που συνέβαινε σε μια κοινωνία κάποιος έπρεπε να φταίει. Οφειλόταν η θεομηνία σε κάποια ανώτερη δύναμη, που για να εξευμενισθεί έπρεπε να θυσιασθεί κάποιο από τα μέλη της κοινωνίας. Άλλοτε ήταν ένα αδύναμο μέλος της, ένας δούλος ή ένα παιδί, άλλοτε όμως ήταν ένας άρχοντας που είχε παραβιάσει τη θεία βούληση. Ποτέ δεν αποδείχθηκε αν τέτοιες ανθρωποθυσίες έφερναν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Όμως η θυσία ικανοποιούσε το αίσθημα της δικαιοσύνης: Οι παραβιάσεις της ανώτερης βούλησης είναι δίκαιο να τιμωρούνται.

Στη σύγχρονη κοινωνία, οι πολιτείες (κράτη) συνασπίζονται σε συνομοσπονδίες (π.χ. Ε.Ε,). Η ευημερία της συνομοσπονδίας εξασφαλίζεται με ποικίλους τρόπους, κυρίως με κατανομή έργου σε κάθε κράτος ανάλογα με τις ιδιαιτερότητές του. Όχι σπάνια βέβαια κάτι πάει στραβά. Και τότε γίνονται θυσίες. Κάποια πολιτεία γίνεται ο αποδιοπομπαίος τράγος, το θύμα. Συνήθως είναι η πιο αδύναμη. Έχοντας ανάγκες, που τις καλύπτει στοιχειωδώς η συνομοσπονδία, εκχωρεί εξουσία, κυριότητα σ΄ αυτήν. Συνήθως εξαγοράζεται η εξουσία. Πολύ συχνά, η ίδια η πολιτεία, το θύμα, έχει σφάλει, έτσι που στις άλλες εμφανίζεται ότι για τα δεινά της συνομοσπονδίας φταίει αυτή η αδύναμη, αυτή που έσφαλε, και καλά να πάθει, πρέπει να θυσιαστεί. Στην τρέχουσα περίοδο είμαστε εμείς το θύμα. Σφάλαμε ξοδεύοντας ασυλλόγιστα, περισσότερο από όσο παράγαμε, αδιαφορήσαμε για την ανάπτυξη, επιδοτήσαμε την αργομισθία. Θα καθαρθεί έτσι η ομοσπονδία; θα καθαρθούμε εμείς; Άγνωστο!

Υπάρχει όμως και η εκούσια αυτοθυσία. Κάποια άτομα αφοσιωμένα στο σύνολο όπου ανήκουν αποφασίζουν να θυσιασθούν γι΄ αυτό. Ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες, ο Παπαφλέσας στο Μανιάκι. Υπάρχει όμως και μια υπέρτατη αυτοθυσία, όπως όταν ο Ιησούς θυσιάσθηκε όχι για τα αισθητά, αλλά για τα πνευματικά δεδομένα της κοινωνίας Του. Ίσως θα πει κάποιος, πως, ως Θεός, μπορούσε, ξέροντας πως θα αναστηθεί. Ιστορικά δεν ξέρομε τι ακριβώς έγινε. Αυτόπτες περιγράφουν πως Τον είδαν ζωντανό μετά το θάνατό Του, γράφουν όμως πως κανένας ποτέ δεν Τον άγγιξε. Δεν έχει σημασία. Το ζήτημα είναι πνευματικό, και αυτό που μετράει είναι η δική μας πίστη.

 

ΕΝΟΧΗ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΣΗ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ, καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com:

Ηπειρωτικός Αγών, 26 Απριλίου 2019

Είμαι τρισυπόστατος. Είμαι ο αισθητός Εγώ, δημιουργημένος τη στιγμή της σύλληψής μου και ενδομήτρια αντιληπτός από το Σύμπαν, πλην του εαυτού μου. Είμαι ο νοητός Εγώ δημιουργημένος με τη γέννησή μου. Εκείνη τη στιγμή τα εξωτερικά ερεθίσματα πάνω στις αισθήσεις μου που ενδομήτρια ήταν σταθερά, γίνονται ποικίλα, διαρκώς και απρόβλεπτα μεταβαλλόμενα, ενώ τα από μέσα μου παραμένουν σταθερά. Εγώ ο νοητός είμαι άμεσα αντιληπτός αποκλειστικά από εμένα τον ίδιο, ενώ οι άλλοι μπορούν μόνο να με νοούν, να με συμπεραίνουν από τη συμπεριφορά του αισθητού Εγώ μου. Και είμαι ο κοινωνικός Εγώ, δημιουργημένος με μια κοινωνική διαδικασία, βάπτιση, εγγραφή στα δημοτολόγια κλπ.

Ό,τι Εγώ ο νοητός Θέλω, αυτό Εγώ ο αισθητός Κάνω. Ό,τι Εγώ ο αισθητός Κάνω, μπορεί να έρχεται σε αντίθεση με το Θέλω της κοινωνίας. Τον αντίκτυπο αυτής της αντίθεσης τον υφίσταται βέβαια το κοινωνικό Εγώ. Αυτό, μεταφέρει το Θέλω της κοινωνίας στο νοητό Εγώ σαν ανασταλτικό “Πρέπει”. Αν, τελικά, Εγώ ο νοητός επιμένω να Θέλω ό,τι δεν Πρέπει, αισθάνομαι ένοχος, ακόμη και αν δεν προχωρήσω στο αισθητό “Κάνω”. Ο Χριστιανισμός τόνισε αυτή την ενδόμοιχη ενοχή. “Πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ” (Ματθ 5,28).

Η σύγκρουση ανάμεσα στο “Θέλω” και στο “Πρέπει” παίρνει ποικίλες μορφές. Όλα τα ανώτερα τουλάχιστον ζώα διαθέτουν κάποια στοιχειώδη εγκεφαλική λειτουργία, με γνωστικό, συναισθηματικό και βουλητικό στοιχείο. Ο σκύλος γνωρίζει τον κύριό του και η γάτα το σπίτι της. Όταν χαίρονται, ο σκύλος κουνάει την ουρά του και η γάτα γουργουρίζει. Όταν θέλουν να φάνε το εκδηλώνουν με ποικίλους τρόπους. Μόνον ο άνθρωπος διαθέτει δευτεροβάθμια νόηση, δευτεροβάθμια γνώση, συναίσθημα και βούληση. Αυτό σημαίνει ότι γνωρίζω τι ξέρω και τι δεν ξέρω. Ότι λυπάμαι που λυπάμαι ή μπορεί να χαίρομαι που λυπάμαι, όπως η Κασσάνδρα στην Τροία που πρόβλεπε την επερχόμενη καταστροφή κι όταν την είδε θλιβόταν αφάνταστα, αλλά και, παραδόξως, χαιρόταν που βγήκε αληθινή (εγώ τάλεγα!). Και μπορεί κάποιος να θέλει να θέλει, αλλά και να μη θέλει.

Η σύγκρουση μεταξύ του “Θέλω” και του “Πρέπει” μπορεί να γίνεται στα πλαίσια της δευτεροβάθμιας γνώσης, της Συνείδησης ή να την παρακάμπτει και να γίνεται εν αγνοία της στα πλαίσια του δευτεροβάθμιου συμπλέγματος Συναισθήματος και Βούλησης, του Υποσυνειδήτου. Το “Θέλω” του νοητού Εγώ, του Φροϋδικού  Ego έρχεται σε αντίθεση με το “Πρέπει” του κοινωνικού Εγώ, του Φροϋδικού Super-Ego. Αν η σύγκρουση γίνεται παρακάμπτοντας τη δευτεροβάθμια Συνείδηση, προκύπτει η νεύρωση. Αν η σύγκρουση συντελείται στη δευτεροβάθμια Συνείδηση, προκύπτει η ενοχή, που ενδέχεται να οδηγήσει σε κάποιου είδους δευτεροβάθμια κάθαρση, ανακούφιση από ταυτόχρονη θλίψη και χαρά.

Η ενοχή υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους, μέγιστη μετά από φρικτές πράξεις ή ηπιότερη, αν η βούληση έχει μείνει στα πλαίσια του νοητού Εγώ, χωρίς να προχωρήσει σε πράξη του αισθητού Εγώ. Πάντως ενοχή υπάρχει σε όλους μας. Τόσο, που όλοι βαρυνόμαστε από την ενοχή του προπατορικού αμαρτήματος (Γένεση). Τη σύγκρουση την αισθανόμαστε ψυχολογικά ως μεταξύ του θέλω και του πρέπει, τραγικά σα σύγκρουση μεταξύ ελέου και φόβου. Στην τραγωδία η σύγκρουση περαίνεται με κάθαρση, που σημαίνει περίπου ανακούφιση. Στο Χριστιανισμό περατώθηκε με τη θυσία του Ιησού Χριστού. Οπωσδήποτε, από όποια σκοπιά και αν τη θεωρήσουμε, η ενοχή υπάρχει βέβαια υποχρεωτικά σε όλους μας, αλλά η κοινή άποψη (ή ευχή) είναι ότι μπορεί να καθαρθεί.

Η ενοχή όμως δεν είναι μόνο προσωπική. Μπορεί να είναι και κοινωνική, μεταβιβαζόμενη μάλιστα από γενιά σε γενιά. Το ανήκουστο έγκλημα του Τάνταλου, να σφάξει και μαγειρέψει το γιο του, τον Πέλοπα, για να δοκιμάσει την παντογνωσία των θεών, μεταβιβάστηκε στο γιο του. Κι αυτός, αναγεννημένος από τους θεούς, πρόσφυγας στη φερώνυμη Πελοπόννησο, έκανε τις δικές του ανομίες που μεταβιβάστηκαν στο γιο του, τον Ατρέα. Ένοχος κι αυτός για άλλες ανίερες πράξεις μεταβίβασε την κατάρα στα παιδιά του, Μενέλαο και Αγαμέμνονα, για να καταλήξουν στο γιο του τελευταίου. Παρόμοιες είναι οι ιστορίες στις γενιές όλων των αρχαίων προγόνων μας. Ο Ορέστης, για να αποδώσει δικαιοσύνη για τη δολοφονία του πατέρα του, σκότωσε τη μάνα του. Η αυτοδικία είναι παιδί της ανεπάρκειας δικαιοσύνης. Η κάθαρση ολόκληρης της οικογένειας ήλθε, όταν ο ίδιος ο Ορέστης έφερε τις ενοχές του για κρίση στο δήμο, στο κληρωμένο δικαστήριο του Άρειου Πάγου.

Εμείς, από τότε που γινήκαμε κράτος, κατατριχόμαστε από ενοχές. Πλήθος από αυτές. Σημειώνω τον εθνικό διχασμό με πρωταγωνιστή το μεγαλύτερο πολιτικό της σύγχρονης Ελλάδας, το Βενιζέλο. Στερέωσε μια φιλελεύθερη δημοκρατία, αρχικά σε διχαστική αντίθεση με τη βασιλεία και στη συνέχεια με τον κομμουνισμό, ψηφίζοντας το ιδιώνυμο. Στην αναταραχή που προέκυψε, η αποκατάσταση της τάξης με τον Ιωάννη Μεταξά, δεν έφερε την κάθαρση, καθώς κράτησε φυλακισμένους τους κομμουνιστές για να παραδοθούν αργότερα στο ναζισμό για τα περαιτέρω. Η μεγαλειώδης προσπάθεια ενάντια στο φασισμό στην Αλβανία και ενάντια στο ναζισμό με την τοπική αντίσταση, δεν δικαιώθηκε. Η συμμετοχή στην αντίσταση τιμωρήθηκε ανελέητα, ενώ οι συνεργάτες των κατακτητών, που οπλίσθηκαν απ΄ αυτούς, αντί να τιμωρηθούν, δικαιώθηκαν. Ακολούθησε η προσπάθεια για αυτοδικία της αριστεράς με τον εμφύλιο. Αλλά η αυτοδικία, όπως η βεντέτα, όπως η αυτοδικία του Ορέστη, αντί να φέρνει κάθαρση, προσθέτει νέα εγκλήματα που συνεχίζουν τις κοινωνικές ενοχές. Η αυτοδικία, το είπαμε, σημαίνει ανεπάρκεια της δικαιοσύνης, δηλαδή του Δικαίου, δηλαδή της βούλησης των αρχόντων. Η κάθαρση μπορεί να έλθει μόνο σαν δίκη της Ηθικής, της βούλησης του δήμου. Όπως έγινε με τον Ορέστη τελικά στον Άρειο Πάγο. Και απαιτεί τρομακτικές αυτοθυσίες, από ήρωες που παίρνουν τις αμαρτίες των ενόχων στους ώμους τους. Όπως ο Ιησούς έγινε ο αἴρων τς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου“. Στις πολιτικές κοινωνίες, αίρει τις αμαρτίες του κόσμου ο ίδιος ο δήμος, με την ηθική του, όπως εφαρμόζεται από τη δικαιοσύνη αυτού του ίδιου του δήμου, δηλαδή την ηθική. Κάθαρση δεν σημαίνει λήθη. Σημαίνει, αντίθετα, μνήμη συνδυασμένη όμως με συγχώρηση, καθώς η κοινή κρίση δέχεται αναπόδραστη την πράξη που οδήγησε στην ενοχή και το έγκλημα τιμωρήθηκε επαρκώς. Σημαίνει ισορροπία ανάμεσα στο φόβο και τον έλεο, όπως τη βιώνει ο χορός, δηλαδή ο δήμος. Αποκατάσταση της βούλησης του δήμου στην πολιτική και της κρίσης του στη δικαιοσύνη είναι η λύση για τις ομαδικές, εθνικές Ερινύες που μας κυνηγούν.

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 23 Απριλίου 2019

Το Εγώ μας είναι τρισυπόστατο. Το αισθητό Εγώ, το παρατηρούν οι άλλοι, το Σύμπαν∙ το νοητό γίνεται άμεσα αντιληπτό μόνο από τον εαυτό∙ του και το κοινωνικό αποτελεί το αποτύπωμα του ατόμου στο κοινωνικό περιβάλλον του. Αντίστοιχα κατανέμεται ο χρόνος καθενός. Στο αισθητό (σωματικό) ωράριό μας ικανοποιούμε τις φυσιολογικές μας ανάγκες. Καταλαμβάνει περίπου το τρίτο του χρόνου μας (ύπνο, διατροφή, έρωτα κλπ). Το νοητό ωράριο είναι ένα άλλο τρίτο του χρόνου μας. Σ΄ αυτό αναπτύσσεται και λειτουργεί ο εσωτερικός μας κόσμος, οι σκέψεις, τα συναισθήματα, οι επιθυμίες μας. Απεριόριστα. Το υπόλοιπο τρίτο του χρόνου μας καταλαμβάνει το κοινωνικό μας ωράριο, που το αφιερώνομε στις κοινωνικές μας δραστηριότητες.

Το κοινωνικό ωράριο είναι ελάχιστο σε ανηλίκους, υπερήλικες, αρρώστους, προς όφελος κυρίως του αισθητού ωραρίου τους. Ο περιορισμός του κοινωνικού ωραρίου υπέρ του νοητού, επιτρέπει να κάνει κανείς όσο γίνεται ό,τι θέλει, δηλαδή το όνειρο της ελευθερίας. Ο δούλος διαφέρει από τον ελεύθερο στο ότι έχει εκχωρήσει το νοητό του ωράριο, προπάντων τη βούλησή του, στον αφέντη του, που σαν αντιστάθμισμα του εξασφαλίζει τις στοιχειώδεις ανάγκες του αισθητού του Εγώ.

Στο κοινωνικό ωράριο ανήκουν το επαγγελματικό και το πολιτικό. Στα σύγχρονα πολιτεύματα το πολιτικό σκέλος έχει συρρικνωθεί σε μία στιγμή μόνο όταν ψηφίζουμε. Οι πολιτικές δραστηριότητες έχουν γίνει επαγγελματικές, καθώς οι (ελάχιστοι) άρχοντες δεν ασχολούνται παρά μόνο (ή κυρίως) με την πολιτική. Αν διατηρούν κάποια ανεξάρτητη επαγγελματική δραστηριότητα οι πολιτικοί, την υπηρετούν και διαμέσου της πολιτικής τους συμπεριφοράς. Ας μην απορούμε γιατί η Πολιτική έχει υποταχθεί σήμερα στην Οικονομία: Οι πολιτικοί άρχοντες είναι επαγγελματίες, με πελάτες.

Η κοινωνία αποτελεί δίκτυο ρόλων. Στα κοινωνικά έντομα αφορά ολόκληρο το βίο τους. Στον άνθρωπο αφορά, το τρίτο περίπου του χρόνου των ενηλίκων, με εξαίρεση το χρόνο της θητείας τους, που αφιερώνεται εξολοκλήρου στην πολιτεία. Ο επαγγελματίας εκτελεί κάποιο κοινωνικό ρόλο εξαρτημένο (υπάλληλος, εργάτης) ή ανεξάρτητο («ελεύθερος» επαγγελματίας). Σε όλες τις περιπτώσεις ο επαγγελματίας πειθαρχεί σε κάποια επαγγελματική δεοντολογία με τρεις ιεραρχημένους στόχους: Εξυπηρέτηση του «πελάτη». Υπακοή στον εργοδότη του. Συναδελφική αλληλεγγύη. Η εξυπηρέτηση του πελάτη είναι ο λόγος ύπαρξης κάθε επαγγελματία. Μπορεί να έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα του εργοδότη. Ο εργοδότης, εκτός από την εξυπηρέτηση των αναγκών του πελάτη, αποσκοπεί νόμιμα και στο κέρδος. Κάποτε, για χάρη του κέρδους εξαπατά τον πελάτη. Ο σωστός επαγγελματίας εργαζόμενός του οφείλει να μην υπακούσει τότε στον εργοδότη, αλλά να πειθαρχήσει στη δεοντολογική αρχή του, το συμφέρον του πελάτη, μολονότι έτσι διακυβεύει τη θέση και επιβίωσή του τελικά. Μέσα στο επαγγελματικό ωράριο η σχέση εργοδότη-εργαζομένου είναι δεσποτική. Έξω από αυτό το ωράριο όμως δεν αποκλείονται φιλικές σχέσεις μεταξύ τους. Άλλοτε ο εργοδότης εκμεταλλεύεται τον εργαζόμενο. Άμυνα των εργαζομένων είναι η αλληλεγγύη μεταξύ τους, στρεφομενη κατά του εργοδότη. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η άμυνα δεν επιτρέπεται να στρέφεται κατά του πελάτη. Ενδέχεται εργοδότες και εργαζόμενοι να φθάσουν σε συμφωνία σε βάρος του κοινού, π.χ. συμφωνούν να αυξηθούν οι μισθοί και το κόστος να μεταφερθεί στον πελάτη. Οι απεργοί οδηγοί λεωφορείων, γιατροί, εργάτες μιας επιχείρησης, γεωργοί, λιμενεργάτες κλπ μειώνουν εκβιαστικά αγωνιζόμενοι τα κέρδη του εργοδότη, αλλά ταυτόχρονα καταπιέζουν το λαό ολόκληρο. Θα πρέπει να θυμούνται ότι χωρίς τη συμπαράσταση του λαού αυτού, που είναι ιδανικά ο τελικός διαιτητής, τα αιτήματά τους δεν πρόκειται να ικανοποιηθούν.

Για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους οι εξαρτημένοι κυρίως επαγγελματίες συνασπίζονται σε συντεχνίες. Αυτές όμως έχουν σαν πρώτο ιεραρχικά σκοπό τους τα συμφέροντα της τέχνης τους. όχι του πελάτη. Αντίθετα από τις συντεχνίες, ο συνδικαλισμός έχει πρώτο σκοπό τα συμφέροντα της τάξης και την εξυπηρέτηση του πελάτη. Η Αθηναϊκή δημοκρατία ήταν συντεταγμένη αφενός κατά τόπους, αντιστοιχώντας στη σημερινή τοπική αυτοδιοίκηση και αφετέρου σε επαγγελματικές ενασχολήσεις (πεδινοί γεωργοί, ορεινοί βοσκοί, παράλιοι ναυτικοί). Οι σύγχρονες συντεχνίες στηρίζονται στις μεσαιωνικές συντεχνίες και μεταφέρθηκαν σε μας.

«Πελάτης» είναι ιδανικά όλος ο λαός. Άνεργοι, ανήλικοι, υπερήλικες, νοικοκυρές, αλλά και όλοι οι επαγγελματίες, εργοδότες και εργαζόμενοι, όσο δεν ασκούν το επάγγελμά τους. Ο επαγγελματίας, όσο εργάζεται, είναι “δούλος” της πολιτείας, των πελατών του. Αυτοί τον πληρώνουν, ώστε να επιβιώνει. Ο υψηλά ειδικευμένος γιατρός, είναι «πελάτης» όταν απευθύνεται σε δικηγόρο, μηχανικό, έμπορο κλπ. Η πελατειακή σχέση είναι ιερή για τον επαγγελματία, καπηλεία για τον πολιτικό.

Η σχέση επαγγελματία-πελάτη δεν είναι ισότιμη. Ο επαγγελματίας έχει τις γνώσεις και/ή τέχνη για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του πελάτη, που μόνον αυτός αισθάνεται. Σε δυσκολία επικοινωνίας μεταξύ τους τη μεγαλύτερη ευθύνη φέρει ο επαγγελματίας, επειδή γνωρίζει. Ο πελάτης αγοράζει από αυτόν γνώσεις και τέχνη. Ο επαγγελματίας όμως ασκεί, γι΄ αυτό, ένα ελάχιστο εξουσίας πάνω στον πελάτη. Έστω έμμεσα, του υπαγορεύει τις επιλογές του. Σε αντίκρισμα, η δεοντολογία περιορίζει τον επαγγελματία, όχι τον πελάτη. Το απόρρητο αφορά τον επαγγελματία, όχι τον πελάτη. Ο επαγγελματίας απαγορεύεται να ανακοινώσει ό,τι του εμπιστεύθηκε ο πελάτης του, ενώ ο τελευταίος δεν δεσμεύεται να ανακοινώσει ό,τι διαμείφθηκε μεταξύ τους. Αυστηρή τήρηση των δεοντολογικών κανόνων είναι η μόνη νόμιμη άμυνα του επαγγελματία απέναντι στον ασύμμετρο κίνδυνο. Ο άρρωστος πέθανε, ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε, η οικοδομή κατέρρευσε, ο πελάτης ζητά αποζημίωση. Το ερώτημα όμως είναι ο επαγγελματίας έκανε ό,τι απαιτούσε ο νόμος όταν πρόσφερε τις υπηρεσίες του; Παράλληλα, ο επαγγελματίας έκανε ό,τι απαιτούσε η ηθική, η συνείδησή του, η τέχνη και η επιστήμη του, όταν πρόσφερε τις υπηρεσίες του; Η επαγγελματική δεοντολογία δεν συμπίπτει πάντοτε με τη νομιμότητα.

Η άτεγκτη τήρηση των κανόνων, ωστόσο, κατά κάποιον τρόπο απανθρωπίζει τη συμπεριφορά του επαγγελματία που οφείλει να εμμένει στις απαιτήσεις της γραφειοκρατίας. Γι’ αυτό, η λέξη «επαγγελματίας» παίρνει μερικές φορές κακή σημασία. Υπονοεί εκείνον που πουλάει υπηρεσίες για να πάρει χρήματα από τον πελάτη και όχι εκείνον που σκοπός του είναι η προσφορά υπηρεσιών. Αλλά η παραβίαση των κανόνων έχει δυσμενείς συνέπειες σε όλο το σύστημα. Αν ο οδηγός του λεωφορείου σταματήσει για να εξυπηρετήσει έναν επιβάτη, θα καθυστερήσει να φθάσει στην κανονική στάση, σε βάρος όλων εκείνων που περιμένουν εκεί. Για να μειωθούν τα διλήμματα του επαγγελματία μεταξύ του νοητού και του κοινωνικού ωραρίου του, οι νόμοι (αντίθετα από τις κοινωνίες των εντόμων) οφείλουν να έχουν ανοχή. Η αρμονία της κοινωνίας έτσι, η ευδαιμονία των πολιτών της, εξασφαλίζεται κατά το δυνατό.

 

ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 20 Απριλίου 2019

 

Οι φυσικοί, βιολογικοί δεσμοί μεταξύ των ομοιόθερμων τουλάχιστον θηλαστικών είναι δύο κυρίως ειδών. Μεταξύ αρσενικού και θηλυκού (αμοιβαίο ηδονικό πεοκολπικό αντανακλαστικό) και μεταξύ μητέρας και βρέφους (αμοιβαίο ηδονικό χειλεοθηλικό αντανακλαστικό). Τα εξαρτημένα αντανακλαστικά που αναπτύσσονται στη βάση αυτών των αντανακλαστικών επεκτείνουν τον ερωτικό και τον γονεϊκό δεσμό αντίστοιχα πέρα από τα χρονικά όρια του φυσικού αντανακλαστικού με αυτό που ονομάζομε αγάπη. Τα ζώα συγκεντρώνονται εκεί όπου βρίσκουν τροφή κατάλληλη για το είδος τους. Εκεί, με τη γειτονική συμβίωσή τους αυξάνονται οι ευκαιρίες για την ανάπτυξη των βιολογικών δεσμών. Έτσι ζούσαν πριν από 100000 χρόνια και οι πρώτοι άνθρωποι. Πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια άρχισαν να σχηματίζονται οι πρώτες κοινωνίες που είχαν έκταση όση μια οικογένεια. Η κοινωνία απαιτεί κοινό τόπο διαβίωσης, π.χ. σπίτι, και κατανομή εργασίας για κοινό σκοπό που είναι πρώτιστα η δημιουργία αποθεμάτων για το ενδεχόμενο ένδειας και η άμυνα εναντίον φυσικών, π.χ. καιρικών, και άλλων απειλών, π.χ. θηρευτών άλλου είδους ή και του ίδιου για να σφετεριστούν τα αποθέματα της οικογένειας. Με την εξέλιξη, δημιουργούνται πολιτείες με κύρια μονάδα το άστυ, όπου συγκεντρώνονται οι άνθρωποι κυρίως για ανταλλαγή προϊόντων και, τους τελευταίους αιώνες, τα κράτη έθνη. Ο τελικός σκοπός κάθε κοινωνίας και ειδικότερα της ανθρώπινης πολιτείας είναι η ικανοποίηση των αναγκών του αισθητού, του κοινωνικού και του νοητού Εγώ. Η μη ικανοποίηση των σωματικών αναγκών του αισθητού Εγώ (τροφή, στέγη, κλπ) φέρνει δυστυχία. Η ικανοποίηση των αναγκών του νοητού Εγώ, δηλαδή των σκοπών που δημιουργεί καθένας, φέρνει ευδαιμονία.

Ένα τέτοιο πολυπρόσωπο σύστημα, όπου καθένας διαδραματίζει διαφορετικό ρόλο με κοινό όμως σκοπό, απαιτεί οργάνωση. Η οργάνωση μπορεί να είναι στη σειρά, ιεραρχική ή δεσποτική ας την πούμε, ή παράλληλη. Η ιεραρχική είναι απλούστερη, αλλά στερεί ελευθερίες από το άτομο. Ο τελευταίος στη σειρά χάνεται, οποιοσδήποτε από τους προηγούμενους κρίκους που τον στηρίζουν αν χαθεί. Η παράλληλη είναι δυσκολότερη στη σύλληψή της, αλλά εξασφαλίζει μεγαλύτερη ελευθερία στα άτομα. Η θραύση ενός κρίκου δεν καταβαραθρώνει το άτομο, διότι αυτό στηρίζεται και στους παράλληλους δεσμούς. Ωστόσο, η ιεραρχία στη σειρά, όπως στο στρατό, είναι πιο αποτελεσματική στην τέλεση ενός έργου, διότι είναι ευκολότερος ο έλεγχός της, ενώ η παράλληλη οργάνωση αφήνει παράθυρα διαφυγής. Καθώς ο σκοπός της πολιτείας σε μια κοινωνία είναι η ευδαιμονία, μια ισόβια στρατευμένη ζωή δεν την εξασφαλίζει. Απαιτείται λοιπόν πολύπλοκη μεικτή οργάνωση με πολλαπλούς παράλληλους και στη σειρά δεσμούς. Η εφαρμογή τέτοιας οργάνωσης χρειάζεται γραφειοκρατία. Όσο μεγαλύτερη είναι μια κοινότητα τόσο μεγαλύτερη είναι και η γραφειοκρατία. Τα κράτη έχουν μεγαλύτερη γραφειοκρατία από μια ιδιωτική επιχείρηση ενός ή λίγων ατόμων. Ωστόσο, η γραφειοκρατία σε μια μεγάλη οικονομική κοινότητα, μια τράπεζα ή μια πολυεθνική επιχείρηση είναι εξίσου μεγάλη. Εκτός από το μέγεθος της κοινότητας όμως, για τη γραφειοκρατία παίζει ρόλο και η ιδιαίτερη ποιότητά της.

Ήθελα να κάνω μια αγοραπωλησία. Μου ζητήθηκαν τρία διαφορετικά αποδεικτικά στοιχεία από ποικίλες υπηρεσίες (π.χ. εφορία, δήμο, ΔΕΗ). Καθεμιά, ζητούσε για κάθε βεβαίωση που ήθελα τρία άλλα πιστοποιητικά από ποικίλους φορείς (π.χ. από μηχανικό, πολεοδομία κλπ). Οι βεβαιώσεις είχαν συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο. Μπορεί να μη χρωστούσα χθες σε κάποιους, αλλά να χρωστώ σήμερα. Ώσπου να συγκεντρώσω όλα τα στοιχεία που χρειαζόμουν, τέλειωνε η ισχύς των αρχικών πιστοποιητικών και ξανάρχιζα από την αρχή. Μερικές φορές αντιμετώπισα το εντελώς παράλογο να μου ζητά π.χ. η ΔΕΗ μια βεβαίωση της εφορίας που να πιστοποιεί στοιχεία που η ίδια η ΔΕΗ είχε δώσει στην εφορία! Κι όλα αυτά σήμερα, που ο όγκος όλων των πληροφοριών είναι αποθηκευμένος στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Προφανώς όλη αυτή η γιγαντιαία γραφειοκρατία μπορεί να αντικατασταθεί από ηλεκτρονική τεκμηρίωση. Κι η ζωή μας θα γίνει σαφώς ανετότερη. Το θέλομε όμως;

H γραφειοκρατία, διασταυρώνοντας πληροφορίες, μειώνει (δεν εξαφανίζει) την πιθανότητα εκτροπών από το νόμο. Είτε για ιδιωτική είτε για κρατική οργάνωση μιλάμε. Κύριος λόγος που κατέρρευσε η ΕΣΣΔ ήταν η τεράστια γραφειοκρατία που αντιστεκόταν σε κάθε δημιουργική προσπάθεια των νοητών Εγώ των πολιτών της. Από την άλλη, τα μεγάλα διεθνή σκάνδαλα, NOVARTIS, SIEMENS κλπ, οφείλονται στην ανεπαρκή γραφειοκρατία για να τα ελέγχει. Το ερώτημα λοιπόν είναι όχι αν θέλουμε τη γραφειοκρατία, αλλά πόση, και τι είδους, θέλομε.

Κάθε υπηρεσία διαθέτει στα κατάστιχά τις πληροφορίες που εγώ ο ίδιος της έχω δηλώσει. Όμως άλλες πληροφορίες έχω δώσει στην εφορία, άλλες στην τράπεζά, άλλες στο μηχανικό, άλλες στο γιατρό, άλλες στο δικηγόρο μου. Και δεν έχω καμιά διάθεση να γνωρίζει η εφορία όσα προσωπικά δεδομένα γνωρίζουν για μένα η τράπεζα, ο μηχανικός, ο γιατρός και οι λοιποί επαγγελματίες. Επιπλέον, κάθε σχεδόν πολίτης είναι και ο ίδιος ένας επαγγελματίας. Μοιράζεται με τον πελάτη του κάποιες πληροφορίες του πελάτη του. Εγώ, ως γιατρός, ξέρω πολλά για κάθε άρρωστό μου που σχετίζονται με την υγεία του. Δεσμεύομαι από το ιατρικό απόρρητο να μην κοινοποιήσω τα μυστικά του πελάτη μου και το ίδιο ισχύει για κάθε επαγγελματία. Έρχεται όμως η εφορία και ελέγχει τις αποδείξεις μου για να δει μήπως είδα αρρώστους χωρίς να κόψω απόδειξη. Και μαθαίνει ότι π.χ. ο πρωθυπουργός ή ο αρχιεπίσκοπος επισκέφθηκαν, πελάτες, το ιατρείο μου, είναι άρρωστοι δηλαδή. Με ποιο δικαίωμα; Με ποιο δικαίωμα επιτρέπεται να γνωρίζει οποιοσδήποτε τις σχέσεις μου με τη ΔΕΗ, την τράπεζα, το δήμο μου, τους πελάτες μου; Ως ποιο βαθμό ισχύουν τα προσωπικά δεδομένα;

Αυστηρά προσωπικά δεδομένα είναι το περιεχόμενο του νοητού Εγώ μου, οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι βουλήσεις μου. Ωστόσο, η ανάπτυξη του νοητού Εγώ μου δεν είναι δυνατή αν δεν στηρίζεται στο αισθητό και το κοινωνικό Εγώ μου. Χωρίς σωματική υγεία και έξω από την κοινωνία δεν μπορώ να ζω σαν άνθρωπος. Είμαι θηρίο ή θεός (Αριστοτέλης). Επομένως πρέπει να εκφράσω, να κοινωνήσω το περιεχόμενο του νοητού Εγώ μου. Και έτσι τα σύνορα των προσωπικών δεδομένων μου επεκτείνονται. Πόσο όμως; Τον ενιαίο αλγόριθμο για την ηλεκτρονική ελαχιστοποίηση της γραφειοκρατίας μπορούν να τον φτιάξουν οι τεχνοκράτες. Πόση όμως προστασία των προσωπικών δεδομένων επιθυμούμε να μας εξασφαλίζει η πολιτεία μας για να ζούμε ευδαίμονες; Αυτό το αποφασίζουν με νόμο οι άρχοντες. Κι αυτοί μπορεί να είναι ένας (μοναρχία) ή λίγοι (ολιγαρχία) ή όλοι οι πολίτες (δημοκρατία). Αυτό είναι ένα βασικό ερώτημα στο οποίο κάθε πολίτης πρέπει να έχει μέσα του έτοιμη την απάντηση.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 19 Απριλίου 2019

Η δημοκρατία είναι κακοποιημένη λέξη διεθνώς. Κανένας σύγχρονος άνθρωπος δεν την έχει βιώσει. Όλοι την έχουν μυθοποιήσει, άλλοι αρνητικά και, οι περισσότεροι, θετικά. Είναι το πολίτευμα που αποτέλεσε το λίκνο του υψηλότερου επιπέδου πολιτισμού που γέννησε ποτέ η ανθρωπότητα. Συχνά, ο καθένας προβάλλει το πολίτευμά του σαν δημοκρατία, χωρίς να είναι. Ο δυτικός κόσμος στον οποίον ζούμε, θεωρεί ότι είναι δημοκρατία. Tη λέει, όμως, σωστά, ρεπούμπλικα (π.χ. République française κλπ), αλλά η ρεπούμπλικα, από τη Ρωμαϊκή res publica ήταν ολιγαρχία, όχι δημοκρατία. Ο Αριστοτέλης δίνει σαφή ορισμό: “Λέγω δ΄ οἷον δοκεῖ δημοκρατικὸν μὲν εἶναι τὸ κληρωτὰς εἶναι τὰς ἀρχὰς, τὸ δ΄ αἱρετὰς ὀλιγαρχικὸν“. Οι άρχοντες στη δημοκρατία κληρώνονται, στην ολιγαρχία εκλέγονται. Έχει επικρατήσει σήμερα ο αρνητικός ορισμός: Ό,τι δεν είναι βασιλεία, δικτατορία, γενικά ολοκληρωτισμός, είναι δημοκρατία. Διεθνώς διατηρούν την πραγματική ονομασία του πολιτεύματος, ρεπούμπλικα. Στην Ελλάδα έχομε αποδώσει το Hellenic republic ως Ελληνική Δημοκρατία. Απάτη! Η δημοκρατία έχει αντιπάλους της τη μοναρχία από τη μια και την ολιγαρχία από την άλλη. Η ολιγαρχία αντιστρατεύεται τη μοναρχία και τη δημοκρατία. Επιπλέον όμως στη μοναρχία και στην ολιγαρχία υπάρχει αντιπαράθεση, συχνά οξύτατη, μεταξύ διεκδικητών της εξουσίας, π.χ. μεταξύ καπιταλιστών και προλεταρίων, που και οι δυο τους είναι ολιγάρχες. Προπάντων όμως η δημοκρατία είναι προσωπική στάση. Τι σημαίνει δημοκράτης; Αυτό θα προσπαθήσω να συζητήσω παρακάτω.

Ο δημοκράτης ΔΕΝ έχει γνώμη, παρά μόνον για όσα θέματα έχει γνώσεις και πείρα. Ο δικηγόρος για τα δικαστικά, ο γιατρός για τα ιατρικά, ο ψαράς για τα αλιευτικά κλπ. Για όλα τα υπόλοιπα επιζητεί τη γνώμη εκείνων που την έχουν και υπερασπίζεται το δικαίωμα να εκφέρει τη γνώμη του όποιος την έχει, ακόμη και αν αυτή αντιστρατεύεται τη δική του.

Αντίθετα από τη γνώμη, ο δημοκράτης θεωρεί ότι όλοι έχουν βούληση ισοδύναμη με τη δική του. Είναι ο μοναδικός άνθρωπος στον κόσμο που έχει τη γνώση και την εμπειρία της βούλησής του. Το τι θέλει ο γνώστης, επαΐοντας, ο πλούσιος, ο ισχυρός, ο ευγενικής καταγωγής κλπ δεν έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από κάθε άλλου, αδαούς, φτωχού, παρακατιανού. Πεινώ, θέλω να φάω. Αυτή η βούληση είναι ίσης αξίας για όλους. Η βούληση ενός συνόλου καθορίζεται από τους πολίτες που το αποτελούν. Κύριος τρόπος είναι η ψηφοφορία, οπότε αναδεικνύεται η βούληση του 50%+1. Καθώς αυτή η διαδικασία (δημοψήφισμα) έχει σημαντικές δυσκολίες, η βούληση της πολιτείας διαμορφώνεται με ψηφοφορία ενός τυχαίου δείγματος των πολιτών που έχει επιλεγεί με κλήρωση, όπως ορίζει ο Αριστοτέλης. Η στατιστική ορίζει ότι 50% σε ένα δείγμα π.χ. 300 κληρωμένων βουλευτών εκφράζει τη βούληση του 46%-54% του συνόλου. Ειδικοί νόμοι θα πρέπει να ορίζουν επομένως τη στάση της πολιτείας σε τέτοιες περιπτώσεις, π.χ., υπό ειδικούς όρους, δημοψήφισμα, αν η ετυμηγορία της βουλής είναι 46%-54%. Το βασικό όμως είναι ότι όσοι βρίσκονται σε ανώτερη κοινωνική κλίμακα αποδέχονται ότι η βούληση όλων έχει ίση βαρύτητα. Αυτή η αρχή στηρίζεται στη θεμελιώδη θέση τόσο του ολιγαρχικού Σωκράτη όσο και του δημοκρατικού Πρωταγόρα, ότι το μόνο που απαιτείται από τους πολίτες είναι “αιδώς και δίκη”, που σημαίνει αρετή και κοινός νους, που ισοκατανέμονται σε όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από κάθε άλλη ιδιότητά τους.

Η κοινωνία, όπως και η ανθρώπινη ψυχή, έχει είσοδο (γνώση προσωπικά, επιστήμη κοινωνικά), έξοδο (βούληση προσωπικά, ηθική κοινωνικά) και διάμεσο ισορροπιστικό στοιχείο (συναίσθημα προσωπικά, τέχνη κοινωνικά). Για τη δημοκρατική όψη της τέχνης δεν υπάρχουν αρχέγονα αντικειμενικά κριτήρια. Κύριος ρόλος της τέχνης είναι να μεταδίδει στάσεις, επιτυγχάνοντας έτσι συναισθηματική ενότητα των πολιτών. Πρότυπος δημοκρατικός τρόπος, επομένως, να εκτιμηθεί η ποιότητα της τέχνης είναι το πλήθος των ατόμων που συγκινεί. Σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, μπορεί ένα έργο τέχνης να συνεγείρει μέγα πλήθος κόσμου, δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι είναι σπουδαίο έργο, εικαστικό ή παραστατικό. Το πλήθος όμως που συγκινείται είναι συνάρτηση όχι μόνον της ποιότητας του έργου, αλλά και άλλων παραγόντων, που τα συμπεριλαμβάνω συλλήβδην στη λέξη μόδα. Αν όμως ληφθεί υπόψη η έκταση και η διάρκεια στην οποίαν ένα έργο αρέσει, το πλήθος των ανθρώπων που συγκινούνται είναι τεράστιο. Αυτή είναι η κλασική τέχνη. Ο Οιδίπους τύραννος, η ενάτη του Beethoven, ο Μυστικός Δείπνος του DaVinci συγκινούν επί αιώνες, χιλιετίες, ανθρώπους από όλο τον κόσμο, απέραντα περισσότερους από οποιοδήποτε σύγχρονο έργο. Έργα που ξεπέρασαν τα όρια του χρόνου, όχι όμως του χώρου, είναι η λαϊκή τέχνη, όχι σπάνια αριστουργηματική, επιλεγόμενη διαρκώς αβίαστα για πολλές γενιές, που (ακόμη;) δεν έχει βρει διεθνή αναγνώριση. Απαιτεί συνήθως επεξεργασία από γνώστες των κανόνων για να γίνει ευρέως αποδεκτή. Όχι σπάνια απαιτείται ένα υποκατάστατατο για την κρίση των έργων τέχνης. Για να προβληθεί ένα έργο, δεν μπορούμε να περιμένουμε αιώνες. Υπάρχουν ευτυχώς οι επαΐοντες της τέχνης. Μελετούν τα πρότυπα, βρίσκουν τι κοινό έχουν, διαμορφώνουν αντίστοιχους καλλιτεχνικούς νόμους και, με βάση αυτούς, γίνεται η κρίση. Οι νόμοι της μελωδίας και της αρμονίας στη μουσική, ο χρυσός κανόνας στις εικαστικές τέχνες, η σύγκρουση ελέου και φόβου που καταλήγει σε κάθαρση στην τραγωδία είναι κάποιοι από αυτούς. Επιπλέον πρέπει να ληφθεί υπόψη το περιβάλλον του έργου τέχνης. Μια εικόνα στην εκκλησία μού δημιουργεί το συναίσθημα της ιερότητας, την τάση να προσκυνήσω. Η ίδια εικόνα σε ένα μουσείο μου γεννά αισθητικά συναισθήματα, πιο λόγια, για τις γραμμές, τα χρώματα, το θέμα της κλπ. Η ίδια εικόνα στο εικονοστάσι μου μού φέρνει το απροσδιόριστο συναίσθημα της εμπιστοσύνης που είχα παιδί στην αγκαλιά των γονιών μου, όταν θυμιάζαμε το εικονοστάσι. ‘Ολα αυτά όμως δεν επιτρέπεται να επισκιάζουν την πρότυπη, δημοκρατική, αξία του έργου. To 1913 παρουσιάσθηκε στο Παρίσι ένα έργο που ξέφευγε από τους κανόνες της μελωδίας, αρμονίας, ρυθμού. Ξεσήκωσε μια θύελλα αρνητικών αντιδράσεων. Λίγα χρόνια αργότερα, ξαναπαρουσιάσθηκε και αυτή τη φορά ξεσήκωσε μια θύελλα θετικών αντιδράσεων. Ήταν η Ιεροτελεστία της Άνοιξης του Στραβίνσκυ. Έκτοτε θεωρείται κλασικό δείγμα νεότερης μουσικής και έχει οδηγήσει πολλούς νεότερους συνθέτες σε νέους δρόμους.

Ο δημοκράτης δέχεται ότι έχει ίση βούληση και συναίσθημα με όλους, αλλά γνώμη μόνον οι επαΐοντες. Ισότητα υπάρχει στην πρόσβαση της γνώσης από όλους και όχι στη γνώση όλων. Η υποχρεωτική επιβολή της ίδιας γνώσης στην εκπαίδευση σε όλους είναι ισοπέδωση, μια αντιδημοκρατική στάση της πολιτείας. Ένα ελάχιστο υποχρεωτικής εκπαίδευσης που ανοίγει δρόμους για νέα μάθηση, (π.χ. γλώσσα, μαθηματικά) απαιτεί η εθνική παιδεία.

Θέση και άρνηση

Και οι εκλογές έρχονται και ο ψηφοφόρος βρίσκεται μπροστά σε διλήμματα.

Huffpost, 12/03/2019

Δημήτρης Α. Σιδερής Ομότιμος καθηγητής καρδιολογίας

3. Θέση και άρνηση

Εγώ είμαι ένας, μοναδικός, ενώ οι άλλοι είναι απροσδιόριστος αριθμός ατόμων. Μπορώ αντίστοιχα να θέλω ένα πράγμα, ενώ, να αρνούμαι, απεριόριστο αριθμό πραγμάτων. Γι΄ αυτό η αρνητική στάση είναι πολύ συνηθέστερη από τη θετική.

Παραδείγματα: Έξω από την ΕΟΚ! Έξω από το ΝΑΤΟ! Έξω οι βάσεις του θανάτου! Αλλαγή! Απαλλαγή! Να φύγει η διαπλοκή! Να γλιτώσουμε από τη νωθρότητα! Να σκίσουμε τα μνημόνια. Να φύγει τούτη (η εκάστοτε) κυβέρνηση κι όποια άλλη ας έλθει! Δεν μπορούμε να πέσουμε πιο χαμηλά! Κι ακόμη, όχι τσιμέντο στα ρέματα! Όχι χρυσορυχεία! Χωρίς τελειωμό.

Ωστόσο, όλα αυτά τα συνθήματα σημαίνουν ότι επιδιώκουμε μια αλλαγή. Κάθε αλλαγή όμως μπορεί να είναι προς το καλύτερο ή το χειρότερο. Η αρνητική στάση επεκτείνεται σε μεγάλο εύρος δραστηριοτήτων μας. Κατά τον Kant, ελευθερία δεν είναι μόνο να μην κάνω ό,τι μου επιβάλλουν οι άλλοι, αλλά, προπάντων, να κάνω αυτό που θέλω εγώ. Η αρνητική στάση είναι δικαιολογημένη σε σπάνιες περιπτώσεις, όπως είναι η άμυνα. Αμύνομαι σημαίνει ότι ασκώ βία εναντίον βίας παρούσας και άδικης. Αν δεν ασκήσω εγώ βία, δεν αποσοβείται η καταστροφή, απλώς αλλάζει το θύμα. Δικαιολογημένο ήταν επομένως το ΟΧΙ του 1940. Η αρνητική στάση δηλαδή γίνεται θετική όταν οι επιλογές μας έχουν αναχθεί σε ένα μανιχαϊστικό δίπολο, χωρίς εναλλακτική λύση. Το επιδιώκουν συχνά οι πολιτικοί.

Το πρόβλημα είναι όμως πως συχνά δεν ξέρομε τι θέλομε. Η βούλησή μας προκύπτει από δύο πηγές. Η μία είναι εισαγόμενες γνώσεις, τα ερεθίσματα που δέχονται οι αισθήσεις μας. Η αιτία που κινεί τη βούλησή μας έρχεται απέξω. Με πληγώνει ένα αγκάθι και προσπαθώ να απαλλαγώ. Ή νοιώθω ένα χάδι και συμπεριφέρομαι έτσι που να αυξηθεί η επίδραση του χαδιού, όπως στην ερωτική περίπτυξη. Η άλλη πηγή έρχεται από μέσα μας. Πολλές λειτουργίες μας ταλαντώνονται περιοδικά. Πεινάω και θέλω να φάω, διψώ και θέλω να πιω, έχω ερωτική διάθεση και θέλω να προχωρήσω σε ερωτική πράξη κλπ. Και αυτά γίνονται αυτόματα απλώς με την πάροδο του χρόνου, αλλά τέτοιες ταλαντώσεις έχουν διεγερσιμότητα. Σε κάποια φάση, αμέσως μετά την ικανοποίηση, είμαστε ανερέθιστοι. Μόλις έχω χορτάσει θέλω να μη φάω άλλο. Βαθμιαία, και πριν έλθει η στιγμή της αυτόματης επιθυμίας, υπάρχει η διεγέρσιμη φάση, όπου δεν θέλω μεν αυτόματα κάτι, αλλά ένα εξωγενές ερέθισμα με κάνει να θέλω. Η θέα ενός νόστιμου μεζέ μου ανοίγει την όρεξη· πριν πεινάσω και η θέα ενός προκλητικού γυμνού με διεγείρει πριν επιθυμήσω αυτόματα τον έρωτα. Αυτή η ταλάντωση του ”θέλω” μας υπάρχει και στα ζώα. Ο άνθρωπος όμως έχει μια ποιοτική διαφορά.

Τα ζώα ενεργούν από κάποιες αιτίες που αποσκοπούν τελικά στην αυτοσυντήρησή τους και στη διατήρηση του είδους τους. Οι άνθρωποι ενεργούμε επιπλέον και για κάποιους μελλοντικούς σκοπούς. Και αναρωτιέται κάποιος, πώς είναι δυνατό να υπαγορεύεται η συμπεριφορά μας από το μέλλον καί όχι από το παρελθόν; Όμως η παράσταση του σκοπού είναι ήδη παρούσα και μπορεί να υπαγορεύει τις πράξεις μας. Ξεκίνησα να πάω σε μια συναυλία. Στο δρόμο συνάντησα ένα φίλο. ”Πάμε σε μπαράκι;”, μου προτείνει. ”Ελεύθερος” είμαι να αποφασίσω. Η εμμονή μου όμως να συνεχίσω για τη συναυλία, το σκοπό μου, και όχι να παρασυρθώ από τη δελεαστική πρόταση του φίλου είναι που με κάνει πραγματικά ελεύθερο, σύμφωνα με τον Kant. Να κάνω ό,τι εγώ θέλω και όχι ό,τι με ωθούν οι άλλοι να κάνω.

Επιστρέφω όμως στην πολιτική.Εντός του έτους θα έχουμε εκλογές. Το πρώτο σε ψήφους κόμμα θα πλειοψηφεί στη βουλή, θα σχηματίσει κυβέρνηση κι αυτή θα διορίσει τους επικεφαλής της δικαιοσύνης. Έτσι όμως, δεν φαίνεται να εξασφαλίζεται ικανοποιητικά η ανεξαρτησία των τριών εξουσιών, εκτελεστικής, νομοθετικής, δικαστικής. Κι όμως η ανεξαρτησία των τριών εξουσιών είναι ακρογωνιαίος λίθος στη δημοκρατία.

Έχομε όμως δημοκρατία; Διεθνώς το όνομα του πολιτεύματός μας είναι ρεπούμπλικα (HellenicRepublic), που εμείς το αποδίδομε ως ”Ελληνική δημοκρατία”. Τόσο η ρεπούμπλικα όσο και η δημοκρατία είναι αβασίλευτα πολιτεύματα που χρησιμοποιούν ως εργαλείο τους την ψηφοφορία. Ωστόσο, υπάρχει θεμελιώδης διαφορά μεταξύ τους που την ορίζει ο Αριστοτέλης: ”Λέγω δ΄ οἷον δοκεῖ δημοκρατικὸν μὲν εἶναι τὸ κληρωτὰς εἶναι τὰς ἀρχὰς, τὸδ΄ αἱρετὰς ὀλιγαρχικὸν″.

Στη δημοκρατία οι άρχοντες των εξουσιών (πλην εκτελεστικής) κληρώνονται· στην ολιγαρχία εκλέγονται. Δημοκρατία υπήρχε στην αρχαία Αθήνα και άλλες Ελληνικές πόλεις· ολιγαρχία, η respublica, υπήρχε στη Ρώμη ώσπου την κατάργησε κι αυτήν ο Αύγουστος. Τα επικρατούντα σήμερα πολιτεύματα είναι, και ονομάζονται, ρεπούμπλικες (π.χ. République française) που στην Ελλάδα τις μεταφράζομε σε δημοκρατίες συνήθως συνοδευόμενες από κάποιο επίθετο, όπως βασιλευόμενη, προεδρική, προεδρευόμενη, κοινοβουλευτική, αστική, φιλελεύθερη, σοσιαλιστική κοκ. Για τους λόγους που αναφέρθηκαν, καμιά από αυτές δεν είναι δημοκρατία, ενώ, τυχόν αποτυχία του πολιτεύματος χρεώνεται στη δημοκρατία, με εναλλακτική λύση τη μοναρχία (βασιλεία, δικτατορία κλπ).

Και οι εκλογές έρχονται και ο ψηφοφόρος βρίσκεται μπροστά σε διλήμματα. Οφείλει κάθε πολίτης, με όσες πνευματικές δυνάμεις διαθέτει, να ξέρει τι θέλει. Θετικά, τι επιδιώκει, τι τον συμφέρει. Και να ψηφίσει το κόμμα που έχει πρόγραμμα που ταιριάζει με τη βούλησή του. Συνήθως κανένα δεν ανταποκρίνεται στο σύνολο των σκοπών του. Τότε κάνει το συμβιβασμό να ψηφίσει το κόμμα που απέχει λιγότερο από τους δικούς του σκοπούς. Αν κανένα κόμμα δεν ικανοποιεί στο ελάχιστο τις προσδοκίες του, έχει την επιλογή να ρίξει λευκή ψήφο. Αυτή είναι όμως μια αρνητική στάση που έχει σα συνέπεια να αφήνει τους άλλους να αποφασίσουν γι΄ αυτόν ενισχύοντας τη θέση της πλειοψηφίας. Μια πιο ακραία απόφαση είναι η αποχή. Με την αποχή δεν αποδοκιμάζονται τα κόμματα, αλλά ολόκληρο το σύστημα. Η αποχή κυμαινόταν μετά την μεταπολίτευση μεταξύ 20%-25%. Εδώ και 10 χρόνια περίπου αυξάνεται σταθερά σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις έχοντας φθάσει στα 45% περίπου. Η αποχή είναι καθαυτή αρνητική πολιτική επιλογήΩστόσο, είναι ιδιαίτερα υπεύθυνη πράξη για διαφόρους λόγους. Πρώτο, η ψήφος γίνεται επώνυμη. Οποιοσδήποτε μπορεί να διαπιστώσει ότι δεν ψήφισα και αυτό να έχει συνέπειες για μένα. Δεύτερο, μπορεί να συμβάλει σε κλονισμό του υπάρχοντος συστήματος και αυτό ενδέχεται να σημάνει μια ριζική αλλαγή. Κανένας δεν εγγυάται ότι θα είναι για καλό ή για κακό. Η αποχή γίνεται επομένως θετική λύση μόνο σα μέσο για επιδίωξη του πολιτεύματος που οραματίζεται κάποιος και είναι έτοιμος να αγωνισθεί και να υποστεί τις συνέπειες της προσπάθειάς του.

 

ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 12 Απριλίου 3019

 

Η βία ταλαντώνεται. Μια σχετικά μακρά περίοδος με αρνητική ανάδραση και ισορροπία, με βαθμιαία αυξανόμενη όμως διάσταση μεταξύ νόμου και ηθικής, έρχεται κάποια στιγμή και φθάνει σε έναν ουδό (κατώφλι, κρίσιμη τιμή), οπότε μεταπίπτει σε θετική ανάδραση με φαύλους κύκλους. Μπορεί να ακολουθήσει βία, απελευθέρωση ή υποδούλωση.

Οι επιλογές μας εξαρτώνται από τη φάση που βρισκόμαστε. Στην ομαλή μακρά περίοδο, όπως στις συνηθισμένες ολιγαρχικές ρεπούμπλικες της φιλελεύθερης (ή αστικής) λεγόμενης δημοκρατίας των περισσότερων δυτικών χωρών σήμερα, υπάρχει περιοδικά μία στιγμή κάθε 4 περίπου χρόνια που ο πολίτης εκφράζει τη βούλησή του. Τότε επιλέγει μεταξύ δεδομένων πολικών καταστάσεων: Δεξιά (συμφέροντα εργοδότη)-αριστερά (συμφέροντα εργαζομένου)· βία-διάλογος· ανάγκες- επιθυμίες (λαϊκισμός)· ομόδοξοι-ετερόδοξοι (αιρετικοί, άπιστοι) κλπ. Αν οι πίστεις μας ή τα συμφέροντά μας ταυτίζονται με μια από αυτές τις παρατάξεις, αυτήν ψηφίζομε. Αν όμως τους αντιπροσώπους τους τούς βρίσκομε όλους ακραίους, επιζητούμε μια Αριστοτελική μεσότητα και ψηφίζομε κάποια «κεντρώα» παράταξη. Όλα αυτά στην ομαλή περίοδο. Ενδέχεται όμως να θεωρώ όλους, συμπεριλαμβάνοντας τους «κεντρώους», ανίκανους και διεφθαρμένους. Έχω τότε την επιλογή να ψηφίσω λευκό. Έτσι όμως αφήνω να αποφασίσουν άλλοι για μένα και ενισχύω τον ισχυρότερο. Ενδέχεται ακόμη οι υποψήφιες παρατάξεις και άτομα να είναι αναγκασμένοι από το σύστημα να φέρονται διεφθαρμένα με πελατειακές σχέσεις, όπως συμβαίνει λίγ΄ ως πολύ σε όλες τις ρεπούμπλικες.

Η ουδετερότητα μερικές φορές είναι συμφέρουσα, αν και ενδεχομένως ανήθικη. Φανταστείτε τρεις μονομάχους. Ο ένας πετυχαίνει το στόχο του 100%, ο δεύτερος 80% και ο τρίτος 50%. Καθένας πυροβολεί με τη σειρά μια φορά σε όποιον στόχο επιλέγει. Τις μεγαλύτερες πιθανότητες να επιβιώσει τις έχει ο ασθενέστερος, με τα ποσοστά επιτυχίας των 50%. Γιατί; Πυροβολεί ουδέτερα στον αέρα, ενώ οι ισχυροί 100% και 80% θα στοχεύουν ο ένας τον άλλον. Όταν ο ένας από τους δύο σκοτωθεί, είναι η σειρά του ασθενέστερου να πυροβολήσει, οπότε οι πιθανότητες να επιβιώσει είναι ≥50%. Οι άλλοι έχουν μικρότερες πιθανότητες. Δεν είναι όμως πάντοτε ασφαλέστερη η ουδετερότητα. Οι Αθηναίοι δεν ανέχθηκαν στον Πελοποννησιακό πόλεμο την ουδετερότητα των Μηλίων (που επέμεναν ουδέτεροι, αν και Δωριείς όπως οι Σπαρτιάτες) και τους ανδραπόδισαν. Κανονικά η ουδετερότητα αποτελεί αρνητική πολιτική πράξη, όπως είναι η αποχή, εκτός αν είναι αναπόσπαστο μέρος μιας συνολικής προσπάθειας που αποσκοπεί σε ριζική αλλαγή της κατάστασης.

Όμως η βία, παρόλα αυτά, μπορεί να εισβάλει. Θετική ανάδραση, φαύλοι κύκλοι. Στην τυπική περίπτωση πρόκειται για πόλεμο. Όλοι τοτε βρίσκονται σε άμυνα. Αν κάποιος δεν προλάβει να σκοτώσει τον αντίπαλο, ο φόνος δεν αποσοβείται, απλώς αλλάζει το θύμα. Τώρα ουδετερότητα και μεσότητα δεν έχουν θέση. Ο Σόλων απαγόρευε την ουδετερότητα. Ο νικητής τιμωρούσε τόσο τους αντιπάλους του όσο και, νόμιμα, τους ουδετέρους. Ο σοφός νομοθέτης επιδίωκε να έχουν όλοι πολιτικές θέσεις, όταν θέσπισε το νόμο του. Στην ομαλή προπαρασκευαστική φάση ο Ιησούς θεωρεί τους ουδετέρους δικούς του: «Ὃς οὐκ ἒστι καθ΄ ἡμῶν, ὑπὲρ ἡμῶν ἐστί». Όταν όμως αρχίζει τη δράση του, ο ουδέτερος είναι αντίπαλος: «Ὁ μὴ ὢν μετ΄ ἐμοῦ κατ΄ ἐμοῦ ἐστὶ».

Η εξέλιξη της βίας είναι απρόβλεπτη. Ελευθερία ή υποδούλωση. Η σχέση δούλου και αφέντη είναι αμοιβαία. Αν ο αφέντης δεν δώσει φαγητό και ύπνο στο δούλο, αυτός θα πεθάνει. Κι αν ο δούλος δεν εργασθεί, ο αφέντης θα πεθάνει. Ωστόσο, η αμοιβαιότητα σταματά εδώ και αφορά το αισθητό (σωματικό) Εγώ. Η διαφορά βρίσκεται στο νοητό Εγώ. Ο αφέντης έχει ελεύθερη βούληση, ο δούλος δεν σκέφτεται, δεν θέλει· το νοητό του Εγώ είναι οιονεί νεκρό. Τι μπορεί να κάνει; Αν δεν ανέχεται τη δουλεία, οι επιλογές του είναι δύο ειδών, ενεργητική ή παθητική αντίσταση.

Η ενεργητική αντίσταση σημαίνει «ελευθερία ή θάνατο». «Ο δούλος είναι ελεύθερος να σπάσει τις αλυσίδες του» (Sartre). Εφαρμόζεται εύλογα εφόσον υπάρχουν εύλογες πιθανότητες να καταλήξει σε ελευθερία, όπως έγινε στην Επανάσταση του 1821 και σε πολλές άλλες επαναστάσεις. Οι κρατούντες συχνά δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τους αντάρτες επαναστάτες. Εξορισμού, οι αντάρτες χτυπούν και φεύγουν. Αντιμετωπίζουν, επομένως οι κρατούντες την κατάσταση με αντίποινα, εκτελώντας αμάχους. Τα διλήμματα είναι σκληρά, αβάστακτα. Τα τελευταία ίχνη ηθικής και δικαίου έχουν εξανεμισθεί. Επικρατεί απόλυτα το δίκαιο του ισχυρού, που, ωστόσο, μπορεί να ποικίλλει από τόπο σε τόπο και από στιγμή σε στιγμή.

Εναλλακτικά, ιδίως όταν δεν υπάρχουν εύλογες πιθανότητες για επιτυχία της ενεργητικής αντίστασης, υπάρχει και η παθητική αντίσταση. Η παθητική αντίσταση δεν είναι ουδετερότητα. Καλύτερα από μένα την περιγράφει ο θεατρικός συγγραφέας B.Brecht. Θα τελειώσω με ένα δικό του κείμενο.

«Όταν ο κ. Κόυνερ, ο στοχαστής, έτυχε να μιλήσει κάποτε σε μιαν αίθουσα, μπροστά σε πολύ κόσμο, ενάντια στη βία, είδε τους ανθρώπους γύρω του να οπισθοχωρούν και να φεύγουν. Γύρισε τότε κι αντίκρισε τη βία. Τι είν΄ αυτά που έλεγες; Τον ρώτησε η βία. Εγώ; Αποκρίθηκε ο κ. Κόυνερ, υποστήριζα τη βία. Σαν έφυγε η βία οι μαθητές του ρώτησαν τον κ. Κόυνερ γιατί έκανε πλάτες στη βία. Γιατί δεν έχω πλάτες για σπάσιμο, αποκρίθηκε ο κ. Κόυνερ. Εξάλλου εγώ πρέπει να ζήσω περισσότερο από τη βία.

Και ο κ. Κόυνερ αφηγήθηκε τούτη δω την ιστορία:

Στο σπίτι του κ. Έγκε, που είχε μάθει να λέει όχι, ήρθε μια μέρα, τον καιρό της παρανομίας, ένας πράκτορας και του παρουσίασε ένα χαρτί που το είχαν εκδώσει αυτοί που κυριαρχούσαν στην πόλη. Ετούτο το χαρτί έλεγε ότι στον πράκτορα αυτόν θ΄ ανήκε κάθε σπίτι όπου θα πατούσε το πόδι του, το ίδιο και κάθε φαγητό που θα ζητούσε. Θάπρεπε ακόμα να τον υπηρετεί και κάθε άνθρωπος που θ΄ αντάμωνε.

Ο πράκτορας κάθισε σε μια καρέκλα, ζήτησε φαγητό, πλύθηκε, πλάγιασε, και προτού κοιμηθεί ρώτησε τον κ. Έγκε με το πρόσωπο στον τοίχο: Θα με υπηρετείς;

Ο κ. Έγκε τον σκέπασε με την κουβέρτα, έδιωξε τις μύγες, κάθισε δίπλα στο προσκεφάλι του, κι όπως εκείνη τη μέρα τον υπάκουσε άλλα εφτά χρόνια. Ό,τι κι αν έκανε όμως για δαύτον ένα πράγμα απόφυγε πάντα να κάνει: δεν τούπε ποτέ μια λέξη. Σαν πέρασαν τα εφτά χρόνια κι ο πράκτορας χόντραινε από το πολύ φαΐ, τον ύπνο και τις διαταγές – πέθανε. Ο κ. Έγκε τον τύλιξε τότε στην ξεφτισμένη κουβέρτα, τον έσυρε έξω από το σπίτι, έπλυνε το στρώμα, άσπρισε τους τοίχους, ανάσανε βαθιά κι αποκρίθηκε: Όχι

 

 

ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΚΡΑΤΟΣ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 9 Απριλίου 2019
  • 234α Το τέλειο κράτος

234β. Το τέλειο κράτος

Κράτος είναι μια οργανωμένη πολιτική οντότητα που κατέχει το μονοπώλιο της χρήσης νόμιμης εξουσίας σε μια καθορισμένη γεωγραφική περιοχή. Πολύ συχνά τα βάζομε με το κράτος μας. Μας φαίνεται εχθρικό. Ίσως διότι συνηθίσαμε να βλέπουμε εχθρικό το κράτος που μας εξουσίαζε για 400 χρόνια και εξακολουθούμε να βλέπουμε εχθρικά το δικό μας κράτος τώρα. Ίσως και διότι νοιώθομε αντίπαλο οποιονδήποτε έχει εξουσία πάνω μας. Ίσως και διότι είναι πραγματικά άδικο. Όλα παίζονται. Το Κράτος, μαζί με τη Βία, είναι οι οντότητες που αλυσόδεσαν το μεγάλο ευεργέτη της ανθρωπότητας, τον Προμηθέα. Πώς θα σας φαινόταν η ιδέα να φτιάξουμε το πραγματικά δικό μας κράτος, όπως ακριβώς θα το θέλαμε; Σ΄ αυτή την καθορισμένη γεωγραφική περιοχή, εννοώ.

Το πρώτο πράγμα που θα σκεφτόμουν θα ήταν να έχει νόμους απαραβίαστους. Όχι ότι θα συλλαμβάνει κάθε παράνομο, αλλά ότι θα καθιστά αδύνατη την παρανομία. Αδύνατο; Γίνεται στις κοινωνίες των εντόμων. Και η ανθρώπινη κοινωνία, η πολιτεία, θα μπορούσε να είναι κάπως έτσι. Η Πολιτεία του Πλάτωνος πλησιάζει αυτό το ιδανικό. Βέβαια δεν υπάρχει τόπος, Ου-τοπία, όπου θα μπορούσε να ισχύσει ένα τέτοιο καθεστώς. Ας υποθέσουμε όμως πως, με κάποιο μαγικό τρόπο, είναι δυνατό να υπάρξει τέτοιο κράτος ή τουλάχιστον πως αξίζει να αγωνισθούμε για να ιδρύσουμε ένα κράτος που να μην απέχει πολύ από μια τέτοια Ουτοπία. Ο καθένας αγωνίζεται για κάτι. Όταν αγωνίζομαι σε παιχνίδια στον κομπιούτορά μου, δεν μου επιτρέπεται να κάνω ζαβολιές, όπως μπορώ να κάνω φάουλ παίζοντας στην πραγματική ζωή ή ζώντας σε μια πραγματική πολιτεία. Το ερώτημα όμως είναι, το θέλομε πραγματικά ένα τέτοιο κράτος; Ας το δούμε.

Είπαμε για τις κοινωνίες των εντόμων, για την Πολιτεία του Πλάτωνα, για τους απαράβατους κανόνες στα παιχνίδια του υπολογιστή. Ένα τέτοιο κράτος περιγράφει και η Βίβλος: είναι ο Παράδεισος, που μέσα του ζούσαν οι πρωτόπλαστοι. Θα θέλαμε άραγε να ζούμε σε έναν τέτοιο παράδεισο, αλλά χωρίς το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού; Καθένας πρέπει να θέσει στον εαυτό του το ερώτημα. Αλλιώς, να πάψουμε να γκρινιάζουμε για το αίσχιστο κράτος που έχομε. Με τις μίζες, τις διαπλοκές, τα σκάνδαλα, την ανικανότητά του να προστατέψει τους πολίτες του από άδικες επιθέσεις ή να ανακαλύψει και τιμωρήσει τον ένοχο για τέτοιες παραβιάσεις του νόμου. Με την αδυναμία του να παράσχει στοιχειώδη κάλυψη των αναγκών των πολιτών του, υγεία, εκπαίδευση, δικαιοσύνη, ασφάλεια, μέριμνα αδυνάτων. Τέτοιο είναι το κράτος μας που έχει το μονοπώλιο της νόμιμης εξουσίας. Θα το θέλαμε χωρίς τη δυνατότητα για όλα αυτά;

Υπήρξαν οραματιστές που σχεδίαζαν τέτοιο κράτος/παράδεισο. Ο K.Marx ήταν μεγάλος οραματιστής. Οι μαρξιστές М.А.Бакунин και P.J.Prοudhon έβλεπαν πως το ίδιο το κράτος είναι ο βιαστής και, επομένως, η κατάργηση του κράτους, η αναρχία, θα ήταν η λύση. Οι Μπακούνιν και Προυντόν ήλθαν σε αντιπαράθεση με τους πραγματιστές, ρεβιζιονιστές κομμουνιστές, όπως αργότερα οι В.И.Ле́нин και И.В.Ста́лин, που θεώρησαν πως μια δικτατορία των προλεταρίων θα έπρεπε να προηγηθεί πριν φθάσουμε στο αναρχικό κράτος. Οι ιδέες του Λένιν και του Στάλιν υλοποιήθηκαν στη Σοβιετική επανάσταση και ήλθαν σε οξεία αντιπαράθεση με τον αναρχισμό που εξακολουθούσε να εμπνέει, όπως στο γνωστό οραματιστή, αγωνιστή και συγγραφέα G.Orwell. Οι αναρχικοί δέχθηκαν ότι το κράτος, οποιοδήποτε ιδανικό κράτος, είναι κακό, απάνθρωπο. Ο υπαρκτός σοσιαλισμός που πραγματοποιήθηκε από τους Λένιν και Στάλιν πλησίασε τις προδιαγραφές που αναφέραμε, αλλά οι αναρχικοί αποδείχθηκε ότι είχαν δίκιο: ήταν απάνθρωπο. Από την άλλη, η αναρχία που υπόσχονταν οι αντίπαλοί του ποτέ δεν μπόρεσε να καθιερωθεί σε κανένα μέρος του κόσμου. Τι κάνομε λοιπόν;

Η ανθρώπινη φύση, με την ικανότητα του μοναδικού αυτού ζώου, του ανθρώπου, να σχηματίζει δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά, επιτρέπει την ελευθερία της βούλησης. Κι αυτό σημαίνει ότι μόνος του αποφασίζει στις πολιτείες που σχηματίζει πόσο βαθμό ελευθερίας, όπως στις αγέλες, επιθυμεί και πόση ισότητα, όπως στις κοινωνίες των εντόμων.

Το ιδανικό της κρατικής δομής το πλησίασαν σημαντικά οι πρόγονοί μας με τη δημοκρατία. Πεμπτουσία της δημοκρατίας, του κράτους του δήμου, είναι ότι οι άρχοντες κληρώνονται από το σύνολο των πολιτών, ενώ στην ολιγαρχία εκλέγονται (Αριστοτέλης) και στη μοναρχία επιβάλλονται ερήμην του λαού, κληρονομικά ή με τη βία. Ήταν μια πολύ μακρά διαδικασία από τα πανάρχαια μυθολογικά χρόνια, όταν ο βασιλιάς του Άργους, για να δεχθεί τις πρόσφυγες ικέτιδες από την Αίγυπτο έκανε δημοψήφισμα, ως την εποχή του Σόλωνα και, ιδιαίτερα, του Κλεισθένη, που οι νόμοι τους έχουν μείνει αξεπέραστοι. Η κεντρική ιδέα ήταν ότι στη νομοθετική και τη δικαστική εξουσία οι άρχοντες κληρώνονται περιοδικά, ενώ στην εκτελεστική (στρατηγοί, κυβέρνηση) εκλέγονται. Γιατί; «Διότι όλοι μπορούν να μπουν στη μάχη, όμως δε μπορούν να διευθύνουν μια τράπεζα ή να διδάξουν σε ένα πανεπιστήμιο» (Β.Ραφαηλίδης). Ίσως λόγω του Πελοποννησιακού πολέμου – ή, δεν ξέρω, για άλλους λόγους – ο εκδημοκρατισμός δεν προχώρησε στο να περιλάβει ως πολίτες τις γυναίκες και να καταργήσει τη δουλεία. Κι όμως η Πολιτεία του Πλάτωνα προβλέπει ισότητα των φύλων και είναι χωρίς δούλους, ενώ διανοητές της εποχής έβλεπαν το αφύσικο της δουλείας. «Ἐλευθέρους ἀφῆκε πάντας θεὸς, οὐδένα δοῦλον ἡ φύσις πεποίηκε» (Αλκιδάμας). Αλλά και ο Αριστοτέλης γράφει ότι «Νόμῳ γὰρ τὸν μὲν δοῦλον εἶναι τὸν δ΄ ἐλεύθερον οὺθὲν διαφέρειν. Διόπερ οὺδὲ δίκαιον. Βίαιον γὰρ.» «Καὶ πὰσα δουλεία παρὰ φύσιν ἐστὶ», αν και προσπάθησε να δικαιολογήσει τη δουλεία ως αναγκαίο για την εποχή κακό. Ο νόμος λοιπόν βίαια και όχι η φύση κάνει κάποιον δούλο κι αυτό δεν είναι δίκαιο, αλλά αφύσικο.

Στη σημερινή εποχή τίποτε δεν εμποδίζει από τις τρεις εξουσίες, να κληρώνονται οι βουλευτές και οι δικαστές, αλλά να εκλέγεται η κυβέρνηση. Τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες διαπραγματεύσιμες. Ο χωρισμός της επικράτειας σε περιοχές με αυτοδιοίκηση και των επαγγελματιών σε συνδικαλιστικούς συλλόγους ανεξάρτητα από την εντοπιότητά τους θα διευκολύνει στον τόπο μας διοίκηση και ενότητα. Το αποτέλεσμα δεν θα είναι μια τέλεια πολιτεία, αλλά μια πολιτεία που θα ελέγχεται από τη βούληση των πολιτών της. Τέτοια πολιτεία δεν θα έχει κύριο χαρακτήρα της την αποτελεσματικότητά της, αλλά την όσο γίνεται μεγαλύτερη σύμπτωση μεταξύ ηθικής, της βούλησης του δήμου, και δικαίου, της βούλησης των αρχόντων, πλησιάζοντας την ευδαιμονία. Μακροπρόθεσμα, αυτή η πολιτεία μπορεί να αποδειχθεί πιο δημιουργική. Αποδείχθηκε στην αρχαιότητα. Αλλά και πιο ανθεκτική από κάθε άλλη.

ΚΙΝΔΥΝΟΙ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 5 Απριλίου 2019

Απειλούμαστε. Απειλούν τα ανατολικά σύνορά μας, διεκδικώντας κάποια εγκαταλειμμένα από μας νησιά. Άλλοι, διεκδικώντας το δικαίωμα να ονομάζονται όπως τους αρέσει. Άλλοι μας έχουν χρεώσει να πληρώνουμε για ένα αιώνα. Κι άλλες απειλές. Αναστατωνόμαστε. Κινητοποιούμαστε μαζικά για να τις αντιμετωπίσουμε. Είναι θηρία ή σκιές τους; Υπάρχουν άραγε σοβαρότερες απειλές για ολόκληρη την ανθρωπότητα; Θα συζητήσω μερικές.

Τρομοκρατία. Ίσως μας αναστατώνει περισσότερο από κάθε άλλη απειλή. Περί τους 25000 άνθρωποι, οι περισσότεροι μουσουλμάνοι, χάνουν τη ζωή τους ετησίως σε όλο τον κόσμο από τρομοκρατικές ενέργειες. Συχνά, όχι πάντα, οι τρομοκράτες είναι μουσουλμάνοι. Συγκριτικά, 1250000 χάνουν τη ζωή τους από τροχαία δυστυχήματα, 3500000 από διαβήτη και 7000000 από την ατμοσφαιρική μόλυνση (Y.N.Harari). Οι τρομοκράτες αποσκοπούν στην ανατροπή των πολιτιστικών κατακτήσεων της Δύσης, κυρίως των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Αν, για να τους αντιμετωπίσουμε, τα καταργήσουμε, τότε η τρομοκρατία θα έχει νικήσει. Αν αντίθετα, μεταφέρουμε την προσοχή και τις δαπάνες σε άλλες απειλές, μήπως αυτό θα σήμαινε τη μείωση της δυσαρέσκειας στον κόσμο και επομένως της τρομοκρατίας; Η τρομοκρατία γίνεται πραγματική παγκόσμια απειλή, αν αποκτήσει ατομική βόμβα.

Πυρηνικός πόλεμος. Ο πυρηνικός εξοπλισμός είναι τόσος που αρκεί για να καταστρέψει κάθε ίχνος ζωής. Αν κάτι είναι δυνατό να πάει στραβά, κάποτε, άγνωστο πότε, θα στραβώσει, λέει ο Murphy. Αρχικά η πυρηνική ισχύς υπήρχε σε δύο κολοσσούς, που έτυχε να έχουν στοιχειώδη σωφροσύνη. Απέφυγαν τον πόλεμο μεταξύ τους. Ήδη όμως, πυρηνική ισχύ έχουν πολλές χώρες. Ποιος εγγυάται την υπευθυνότητα όλων; Αν δεν ληφθούν ριζικά δραστικά μέτρα, που να καθιστούν αδύνατη τη χρήση τους, ο όλεθρος κάποτε, άγνωστο πότε, θα συμβεί και θα είναι ολοκληρωτικός και σχεδόν στιγμιαίος.

Κλιματική αλλαγή. Έστω κι αν συμβαίνει αυτόματα, η ανθρώπινη δραστηριότητα ενισχύει τεκμηριωμένα την εμφάνιση ακραίων φαινομένων, από την απόλυτη ξηρασία κάπου σε πλημμύρες αλλού, από καύσωνες κάπου σε παγετούς αλλού, και τα δύο ασύμβατα με τη ζωή, με μέση πορεία την άνοδο της θερμοκρασίας της γης. Αν δεν κάνουμε κάτι έγκαιρα, η κλιματική αλλαγή θα αρχίσει να αυτοπολλαπλασιάζεται ασυγκράτητα. Εκτός από τις άμεσες επιδράσεις της, σημαίνει ερήμωση εκτεταμένων περιοχών της γης, μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, τρομοκρατία κοκ. Αντίθετα από τον πυρηνικό, ο κλιματικός όλεθρος είναι γνωστό πότε αναμένεται (σε 3-4 γενιές), αλλά θα γίνεται βαθμιαία, διαρκώς επιταχυνόμενος.

Τεχνολογία. Ο Αριστοτέλης πρόβλεψε, ότι η δουλεία θα καταργηθεί όταν οι δουλειές θα γίνονται αυτόματα, οπότε δούλοι δεν θα χρειάζονται. Τι θα κάνουν όμως τότε οι δούλοι; Χωρίς κατοχή μέσων παραγωγής πώς θα επιβιώνουν; Οι απεργιακές κινητοποιήσεις τους θα έχουν αχρηστευθεί. Η Αριστοτελική πρόβλεψη είναι προ των πυλών. Ρομποτική με τεχνητή νοημοσύνη έχουν αρχίσει να αντικαθιστούν την ανθρώπινη εργασία. Σε λίγες δεκαετίες, σωματικές και πνευματικές εργασίες θα γίνονται από μηχανές. Δεν θα υπάρχουν επαγγέλματα για ανθρώπους. Μερικές εκατοντάδες ανθρώπων θα διαθέτουν τους αλγορίθμους της παγκόσμιας τεχνητής νοημοσύνης, μηχανές θα κάνουν όλες τις δουλειές και τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων θα είναι άχρηστοι, επομένως άνεργοι.

Υπάρχουν και άλλες απειλές. Οι παραπάνω όμως είναι απειλές για τη συνολική ανθρωπότητα και ενδεχομένως κάτι μπορεί να γίνει για να αποφευχθεί ο όλεθρος που αχνοφαίνεται ήδη ορατός στον ορίζοντα. «Θεο μελλντων, νθρωποι δ γιγνομένων, σοφο δ προσιόντων ασθάνονται»  (Φιλόστρατος). Μόνον οι θεοί γνωρίζουν τα μέλλοντα, οι άνθρωποι τα παρόντα και οι σοφοί τα επικείμενα. Η βούληση όμως να γίνει κάτι ανήκει σε όλους τους ανθρώπους πάνω στη γη.

Για να προστατευθούμε από αυτές τις δυσοίωνες προβλέψεις, πρέπει να παραιτηθούμε από κάποιο πολύ βολικό παρόν. Όσα ανέφερα παραπάνω (πλην της συγκριτικά ασήμαντης για την ώρα τρομοκρατίας) έχουν βελτιώσει τη ζωή μας σε ασύλληπτο σημείο. Το προσδόκιμο επιβίωσης έχει περίπου διπλασιασθεί από αυτό που ήταν μόλις 1-2 αιώνες πιο πριν, από τα 40 στα 80 έτη περίπου, Ειρήνη, ευημερία. Λιγότεροι άνθρωποι πεθαίνουν πια από λοιμώξεις παρά από γηρατειά· λιγότεροι από πείνα παρά από παχυσαρκία· λιγότεροι από βία παρά από ατυχήματα. Μα είναι δυνατό; Δεν μπορείς να έχεις και το αρνί γερό και το λύκο χορτάτο. Υπάρχει πάντως κάποια άριστη λύση που βρίσκεται στην Αριστοτελική μεσότητα. Ποια είναι αυτή; Τούτη τη στιγμή που γράφω και σεις διαβάζετε το κείμενο αυτό, η λύση πρέπει να γεννηθεί στο μυαλό όλων μας.

Μια λύση θα μπορούσε να είναι η επιβολή περιορισμών στην ανάπτυξη που αφορά ολόκληρη την οικουμένη. Απαιτεί την εφαρμογή εξαιρετικά αυστηρών μέτρων, που επιτρέπουν νόμιμη βία πάνω σε όλη την ανθρωπότητα. Έχομε συνηθίσει να θεωρούμε ότι η αυστηρότητα συνυπάρχει με τις δικτατορίες και τις μοναρχίες γενικά, ενώ η ανεκτικότητα με τη δημοκρατία. Δεν είναι καθόλου έτσι. Η ολιγαρχία και η δημοκρατία μπορούν να είναι εξίσου αυστηρές όσο και η μοναρχία, απλώς εφαρμόζει η δημοκρατία τη βούληση του δήμου μάλλον παρά ενός (ή λίγων) ανθρώπου.

Ο περιορισμός στην ανάπτυξη αντισταθμίζεται με ανακατανομή της. Ο επικρατών σήμερα νεοφιλελευθερισμός, που σε σημαντικό βαθμό προϊόν του είναι η ευνοϊκή εξέλιξη που έχει επιτευχθεί, οδηγεί σε ολοένα αυξανόμενη ανισότητα μεταξύ ατόμων και εθνών. Η ανακατανομή πληθυσμών θα γίνει έτσι κι αλλιώς, όταν εκατομμύρια ανθρώπων θα εισβάλλουν από τις ερημωμένες χώρες τους σε άλλες πιο προστατευμένες. Αν αυτό γίνει με κάποιο προγραμματισμό, η αναστάτωση που θα επέρχεται από την άμεση γειτνίαση ανθρώπων με διαφορετικά ήθη και έθιμα θα είναι μικρότερη. Γιατί η τεχνολογία να μη φροντίσει να γονιμοποιήσει ερήμους σαν τη Σαχάρα ή παγωμένες εκτάσεις σαν τη Σιβηρία; Επιπλέον, πιο σοβαρό, ο πλούτος που αφαιρείται λίγος από τα δισεκατομμύρια τους φτωχούς που ολοένα θα γίνονται φτωχότεροι, για να σωρεύεται άφθονος στις λίγες εκατοντάδες ή χιλιάδες τους πλουσίους, θα πρέπει να ανακατανεμηθεί, με “δίκαιη” φορολόγηση αυτών των πλουσίων παγκοσμίως. Και ακόμη, το πιο σοβαρό, η εξουσία που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα χέρια μιας χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας, μήπως θα πρέπει να ανακατανεμηθεί στον καθένα από το είδος homo sapiens πάνω στη γη;

Η απειλή της τεχνολογίας απαιτεί το σύνολο των ανθρώπων να είναι ιδιοκτήτες της. Δύο τρόποι. Ο αριστερός, με κρατικοποίησή της: Αντί να απολυθούν οι μισοί εργάτες, να παραμείνουν όλοι, εργαζόμενοι το μισό ωράριο. Ο δεξιός, με συμμετοχή όλων ελεύθερα αγοράζοντας μετοχές των τεχνολογικών επιχειρήσεων. Στα πλαίσια της δημοκρατίας οι δύο τρόποι δεν είναι ασύμβατοι. Αφενός καθένας έχει ίσες πιθανότητες να είναι εκ περιτροπής άρχων και αρχόμενος και αφετέρου, η οικονομική εξέλιξη ταλαντώνεται από την καπιταλιστική ανάπτυξη στη λαϊκή κατανάλωση και πάλι εξαρχής.