Ανεξαρτησία

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας,  dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 30 Μαρτίου 2019

 

Το έμβρυο, με δικό του προσχεδιασμό, είναι απόλυτα εξαρτημένο από τη μητέρα του. Του παρέχει προστασία και ενέργεια. Η γέννηση σημαίνει για το νεογνό ότι αρχίζει να αντιλαμβάνεται τη διαφορά του από το περιβάλλον του, η οποία δεν υπήρχε όσο ήταν ενδομήτριο έμβρυο. Η αυτοδυναμία του όμως, διαρκώς αυξανόμενη, και η εξάρτησή του από τη μητέρα, διαρκώς μειούμενη, συνεχίζονται. Χάρη στα φυσικά αντανακλαστικά μέσα του και στη μητέρα του, στα ομοιόθερμα κυρίως σπονδυλωτά, συνεχίζει η μητέρα να παρέχει προστασία και ενέργεια στο παιδί της. Κι αυτό διαρκώς απλώνει την αυτοδυναμία του, ωριμάζει. Σα να εμπιστεύθηκε η Φύση την τυχαιότητα, το πόσο ωριμάζει κάθε άτομο και επικάλυψε τα φυσικά, υποχρεωτικά, αντανακλαστικά, με επίκτητα, εξαρτημένα, που μαθαίνονται με την εμπειρία, για να συνεχίσει να εξελίσσεται σε ολοένα πιο πολύπλοκη οργάνωση. Ώσπου έφθασε στον άνθρωπο. Κι αυτός προχώρησε από την αγελαία οργάνωση, όπως των περισσότερων ζώων, στην κοινωνική οργάνωση, όπως σε κάποια έντομα, όπου είναι υποχρεωτική. Όμως ο Άνθρωπος αποφασίζει ο ίδιος, επίκτητα, μαθαίνοντας, πόσο αγελαία και πόσο κοινωνικά επιθυμεί να ζει. Οργανώθηκε σε πολιτείες.

Υπάρχουν 3 είδη πολιτευμάτων (Αριστοτέλης): μοναρχία, ολιγαρχία, δημοκρατία. Έχουν και τα τρία πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Στην πατρίδα μας υπήρξαν κατά διαστήματα ένδοξες περίοδοι μοναρχίας από το Μεγαλέξανδρο ως τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Από την απελευθέρωσή μας όμως και μετά η μοναρχία συνδέθηκε με τις μεγαλύτερες εθνικές καταστροφές στην ιστορία μας, όπως ήταν η ήττα το 1897, η Μικρασιατική καταστροφή το 1922 και η Κυπριακή τραγωδία το 1974. Για τη σύγχρονη εποχή μένουν επομένως τα αμόναρχα πολιτεύματα, ολιγαρχία και δημοκρατία. Και τα δύο απαιτούν ώριμους πολίτες για να αποφασίζουν. Πότε ωριμάζει το ανθρώπινο παιδί;

Βιολογικά ωριμάζει όταν πάψει να εξαρτάται από τους γονείς του για τη διατροφή και την προστασία του. Δεν αρκεί. Ωρίμανση σημαίνει «έρχεται στην ώρα του», δηλαδή αρχίζει να είναι ικανός ο έφηβος να αυτοπροστατεύεται και αναπαράγεται. Αυτό συμβαίνει στα 8-14 έτη περίπου. Ακολουθεί μια πολύπλοκη βραδεία διαδικασία ανάπτυξης και σωματικών αλλαγών, με κύριες εξωτερικές εκδηλώσεις την εμφάνιση ονειρώξεων στο αγόρι και περιόδου στο κορίτσι. Ο(Η) νέος(α) είναι πια βιολογικά ώριμος(η). Είναι όμως και πολιτικά ώριμος;

Αφού η πολιτεία αποφασίζεται από τους ανθρώπους, και η πολιτική ωριμότητα αποφασίζεται από αυτούς. Η ωρίμανση συνδέεται άρρηκτα, όπως αναφέρθηκε, με τη μάθηση. Επομένως, η πολιτική ωρίμανση υπάρχει όταν έχει επιτευχθεί μια ελάχιστη μάθηση. Ένα βιολογικό άτομο έχει επαρκή μάθηση, όταν μπορεί να εξασφαλίζει μόνο του στοιχειωδώς εξεύρεση τροφής, άμυνα κατά επιδρομέων και αναπαραγωγή. Ένα κοινωνικό άτομο έχει επαρκή μάθηση όταν μπορεί να συμβάλλει στην εξεύρεση των χρειωδών στην κοινωνία και στην άμυνά της κατά επιδρομέων.

Η πολιτεία έχει ανάγκη από εξουσία, δηλαδή κάποιους που μπορούν νόμιμα να εφαρμόζουν βία για να μη διαλυθεί η πολύτιμη κοινωνία που γεμίζει αποθήκες για τις περιόδους ένδειας. Και οι εξουσίες είναι τρεις αμοιβαία ανεξάρτητες: νομοθετική (βουλή), δικαστική (δικαιοσύνη) και εκτελεστική (κυβέρνηση, «στρατηγοί» στην αρχαία δημοκρατία). Πάνω από όλες αυτές, στην αμόναρχη κυρίως πολιτεία είναι η εκκλησία του δήμου, δηλαδή το δημοψήφισμα που μπορεί να ακυρώσει κάθε απόφαση. Το δημοψήφισμα όμως απαντά μόνο με ένα «ναι» ή «όχι». Αντίθετα η βουλή διαλέγεται, ακόμη και με λεκτική βία, πριν αποφασίσει. Η απόφαση μιας βουλής με κληρωμένα 300 μέλη και αποτέλεσμα 50% έχει, με τους στατιστικούς νόμους, πιθανότητες να εκφράζει τη βούληση του 46%-54% του συνόλου. Ένα τέτοιο αποτέλεσμα μετά από ανοικτή συζήτηση στη Βουλή είναι η προϋπόθεση για προσφυγή στο δημοψήφισμα. Τα προβλήματα είναι πώς θα εξασφαλισθεί η ανεξαρτησία των τριών εξουσιών και πώς θα συγκληθεί το δημοψήφισμα. Στη μοναρχία δεν είναι απαραίτητο. «Το κράτος είμαι εγώ» (L’État, c’est moi), φημολογείται ότι έλεγε ο Λουδοβίκος ΙΔ. Από τα αμόναρχα καθεστώτα η ανεξαρτησία των τριών εξουσιών εξασφαλίζεται μόνον στη δημοκρατία, όπου οι εξουσίες κληρώνονται (Αριστοτέλης). Εμπιστευόμαστε, όπως η Φύση, την τυχαιότητα για την «ωριμότητα» των πολιτών που θα ψηφίσουν, αφού έχουν ληφθεί υπόψη οι βιολογικοί περιορισμοί (απαιτείται κάποια ηλικία, μετά την ενήβωση). Στην ολιγαρχία, οι εξουσίες ανήκουν είτε κληρονομικά σε κάποιους (π.χ. βουλή των λόρδων στο Ενωμένο Βασίλειο) είτε, συνήθως, με εκλογή (π.χ. Βουλή των Κοινοτήτων στο Ενωμένο Βασίλειο).

Απόλυτη δημοκρατία δεν υπάρχει. Στην αρχαιότητα, διαρκώς εξελισσόμενη, δεν έφθασε ποτέ να αναγνωρίσει πολιτική ωριμότητα σε γυναίκες, δούλους και μετοίκους. Αλλά και ούτε μπορεί να υπάρξει, διότι ενώ η νομοθετική και δικαστική εξουσία απαιτούν μόνο αρετή και κοινό νου («αιδώ και δίκη»), η εκτελεστική απαιτεί και γνώσεις. Είναι δυνατό λοιπόν σήμερα να υπάρξουν ανεξάρτητες αυτές οι δύο εξουσίες; Στις ΗΠΑ (και στον τόπο μας ως το 1967) η δικαστική (ποινική) εξουσία είναι κληρωτή. Η νομοθετική εξουσία όμως είναι δυνατή; Στην Ελβετία προβλέπονται συχνά δημοψηφίσματα για επιβολή νόμων. Βέβαια, ούτε στην Ελβετία ούτε στις ΗΠΑ, υπήρξε ποτέ κατακτητής, που να αναστείλει την ομαλή εξέλιξη του πολιτεύματος. Στις επείγουσες ώρες των πολέμων απαιτούνται επείγουσες αποφάσεις από επαΐοντες που δεν τις επιτρέπει η δημοκρατική βραδεία διαδικασία από απλώς ενάρετους ανθρώπους. Τώρα, υπάρχει ένα λεπτό σημείο, που δεν έχει πάρει ποτέ γενικά αποδεκτή απάντηση. Είναι δυνατό να υπάρξει μάθηση της αρετής; Η αρετή δεν αποκτάται με θησαύριση γνώσεων. Απαιτεί κρίση. Οι ολιγαρχίες καμώνονται για παιδεία, αλλά παιδεία που στηρίζεται στην άθροιση γνώσεων ικανών να προσφέρουν εργαλεία στην άρχουσα ολιγαρχική τάξη, αλλά όχι κρίση. Σ΄ εμάς τονίζεται με κάθε μέσο η αποστήθιση (θησαυρισμός) επιλεγμένων γνώσεων και όχι η κρίση, που αναπτύσσει τον «κοινό νου», την αρετή. Στον τόπο μας, η ολιγαρχία είναι κομματοκρατία, με απόλυτη εξάρτηση των εξουσιών. Η Κυβέρνηση αποτελείται από άτομα που ανήκουν στο κόμμα που πλειοψηφεί στη Βουλή και οι επικεφαλής της δικαιοσύνης διορίζονται από την κυβέρνηση. Οι υπουργοί και οι νομοθέτες δεν είναι ανεξάρτητοι. Αν δεν αποφασίζουν όπως θέλουν οι ψηφοφόροι τους και όσοι τους επηρεάζουν (οικονομικοί, επικοινωνιακοί και άλλοι παράγοντες) δεν ξαναψηφίζονται. Όσοι δεν αποφασίζουν όπως λέει το κόμμα τους δεν ξαναείναι υποψήφιοι. Το αποτέλεσμα είναι αναγκαστικά η διαφθορά. Το τυχαία κληρωμένο δείγμα της κοινωνίας (δικαστές και βουλευτές), φυσικά υπόκειται στον κίνδυνο να παρασυρθεί από δημαγωγούς. Εξίσου όμως παρασύρονται και οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποί μας ενώ αυτοί, είναι αναγκαστικά δεσμευμένοι στο κόμμα τους. Η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών θεωρούν ότι η δημοκρατία είναι το καλύτερο από τα πολιτεύματα, με τα λιγότερα μειονεκτήματα. Είναι δυνατό όμως να επιτευχθεί; Θα ασχοληθώ άλλη φορά.


 

ΕΙΚΟΣΙΠΕΝΤΕ ΜΑΡΤΙΟΥ KAI ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ

232α. Εικοσιπεντε Μαρτίου

232β Εικοσιπέντε Μαρτίου

Δεν έχω διαβάσει τόσους τόμους που έχουν γραφεί σχετικά με ιστορικές αναλύσεις. Επιτρέπονται όμως κάποιες σκέψεις πάνω σε ένα ζήτημα που συνεγείρει το έθνος. Σκεφθείτε, μην αποδέχεστε άκριτα.

Στο διάλογο «Πρωταγόρας», ο Πλάτων μας μεταφέρει την αντιπαράθεση μεταξύ του δημοκράτη Πρωταγόρα και του ολιγαρχικού Σωκράτη. Συνήθως ο Σωκράτης εξευτέλιζε με ατράνταχτα επιχειρήματα και καυστικό ειρωνικό χιούμορ τους συζητητές του. Ο συγκεκριμένος διάλογος είναι ο μόνος που λήγει σε ισοπαλία, καθώς και οι δύο συζητητές αναγκάζονται να περιπέσουν σε αντιφάσεις. Για να ικανοποιήσει τις ανάγκες ενός πλήθους, αρκεί ένας γιατρός, ένας ναυπηγός, ένας τεχνίτης γενικά. Αρκεί όμως ένας άριστος, με αρετή (αιδώ και δίκη) για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του πλήθους; Και διδάσκεται η αρετή όπως διδάσκονται οι τέχνες; Προσωπική άποψη, η αρετή μπορεί και πρέπει να υπάρχει σε όλους και αποκτάται με κατάλληλη παιδεία. Παραμένει όμως, ως σήμερα, η θέση μου αναπόδεικτη.

«Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία», διαλαλεί ο Α.Κάλβος. Ακόμη και σήμερα, διεπόμαστε από τα ιδανικά του Διαφωτισμού, ελευθερία και ισότητα, παρόλον ότι ο 20ός αιώνας προσπάθησε να τον αποδομήσει. Einstein, Picasso, Bretton, Stravinsky, Marx, Freud, και τόσοι άλλοι ανέτρεψαν τις αρχές του Διαφωτισμού. Κι όμως τα ιδανικά ισότητας και ελευθερίας (με την «όψη και την κόψη του σπαθιού την τρομερή») παραμένουν. Με τέτοια ιδανικά ξεκίνησε η Επανάσταση, όταν οι τυχοδιωκτισμοί της διάδοχης κατάστασης του Ναπολέοντα, είχαν λήξει και τα κράτη διψούσαν για τάξη και ηρεμία μάλλον παρά για ελευθερία.

Τι χρειάζεται μια επανάσταση; Πρώτα αιτία: σκλαβιά και ανισότητα. Υπήρχαν 400 χρόνια. Δεύτερο, όπλα. Υπήρχαν. Οι κλέφτες και οι μισθοφόροι αρματολοί (για την αντιμετώπιση των κλεφτών) είχαν όπλα. Τρίτο, λεφτά. Υπήρχαν. Στους Ναπολεόντιους πολέμους πλούτισαν οι πειρατές σαν το Μιαούλη, με χρηματοδότες «τραπεζίτες» τοκογλύφους, που θησαύρισαν, σαν τον Ταμπακόπουλο. Ξαφνικά, με την πτώση του Ναπολέοντα, έμειναν χωρίς δουλειά και τους ήταν πολύ δελεαστικό να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τη βία. Τέταρτο, μια πνευματική ιδέα. Διάχυτη, υπήρχε στις ψυχές των υπόδουλων η δίψα για ελευθερία, είτε ως ωμή βία, είτε ως ανισότητα είτε ως θρησκευτική ελευθερία. Άρχισε όμως να διαμορφώνεται σε συγκεκριμένη μορφή από πνευματικούς ανθρώπους. Ξεχωρίζω ανάμεσά τους τον Κοραή και τον Καποδίστρια, που, ωστόσο, συνετά σκεπτόμενοι, θεωρούσαν ότι ελευθερία, αν δεν προϋπάρχει κατάλληλη παιδεία, δεν ορθοποδεί. Ωστόσο, παιδεία σε συνθήκες δουλείας είναι αδύνατη. Αυτή τη λεπτομέρεια την ξέχασαν οι σοφοί. Υπήρξαν όμως και οι γνήσιοι πνευματικοί ηγέτες, ο Ρήγας Βελεστινλής και οι αστοί Φιλικοί. Αυτοί διαμόρφωσαν ένα ικανοποιητικά σαφές σχέδιο, που οι σκοποί του στηρίζονταν στις αρχές του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, η μυστική οργάνωσή του στη μασονία και η εφαρμογή του στην ιδιοφυΐα τους. Αν και ηττήθηκαν, ο σπόρος που φύτεψαν βλάστησε. Και ξαφνικά βρέθηκαν ενωμένα τα πιο αντιφατικά στοιχεία, για ένα κοινό σκοπό. Όλοι είχαν μια κοινή αρετή, τη δίψα για ελευθερία. Ραγιάδες και κοτζαμπάσηδες. Αρματολοί και κλέφτες. Στην Ελλάδα κατοικούσαν σε σημαντικό αριθμό Έλληνες, Αλβανοί («Αρβανίτες», χριστιανοί και μουσουλμάνοι), Τούρκοι και, λιγότερο, Εβραίοι. Οι Έλληνες και οι Χριστιανοί Αλβανοί ξεσηκώθηκαν εναντίον των Τούρκων και, σε δεύτερη φάση, των μουσουλμάνων Αλβανών (Τουρκαλβανών). Λίγοι γραμματισμένοι πολιτικοί και πολλοί αγράμματοι αγροίκοι ξεσηκώθηκαν όλοι. Η συνειδητοποίηση του οράματος της ελευθερίας σε όλους αυτούς, στη μεγάλη πλειοψηφία των κατοίκων αυτού του τόπου, ήταν το έργο των μεγάλων ηγετών που προανέφερα.

Γίνεται επιδίωξη της ελευθερίας χωρίς βία; Εξαιρετικά δύσκολο, όχι αδύνατο. Υπήρξαν στην πρόσφατη ιστορία αγωνιστές που είτε θυσιάστηκαν ως μάρτυρες (π.χ. Μ.Λ.Κιγκ, Π.Λουμούμπα, Ν.Μανδηλαράς) είτε έφθασαν σε αίσιο τέλος (π.χ. Μ.Γκάντι, Ν.Μαντέλα) με αγώνα και παντοειδείς πιέσεις, αλλά χωρίς βία. Η Ελληνική Επανάσταση ήταν βίαιη. Ίσως δεν γινόταν αλλιώς. Η βία εκδηλώθηκε και ως εξόντωση των ειρηνικών Τούρκων που ήταν εγκαταστημένοι στην Ελλάδα από 4 αιώνες, συχνά προσκεκλημένοι από ντόπιους άρχοντες για να επιλύσουν τις μεταξύ τους διαφορές.

Έλληνες και Φιλέλληνες σύγχρονοι ιστορικοί υπολογίζουν ότι σφάχτηκαν περί τους 60000 Τούρκοι, με εξωλογικά προγραμματισμένο σκοπό «Τούρκος μη μείνει στο Μοριά μηδέ στον κόσμον όλο! (δημοτικό τραγούδι)». Γενοκτονία; Η αρχή έγινε από την άλωση της Τριπολιτσάς, παραβιάζοντας όρκους στο Ευαγγέλιο ανάμεσα στον Κολοκοτρώνη και τους Τούρκους. Μπορούσε να προλάβει τις σφαγές. Οι Τουρκαλβανοί φίλοι του έφυγαν ασφαλείς. Κι οι αγωνιστές επιδόθηκαν ανεξέλεγκτα στο σπορ της σφαγής και της λεηλασίας. Ό ανταρτοπόλεμος είναι η χειρότερη μορφή πολέμου. Οι άτακτοι χτυπούν και φεύγουν. Δεν μπορούν να διατηρούν αιχμαλώτους όπως στον τακτικό πόλεμο όπου οι αντίπαλοι διατηρούν κάποια επικράτεια στην ενδοχώρα τους. Σύντομα, μετά τις πρώτες επιτυχίες του αγώνα αναφύηκαν οι αντιθέσεις μεταξύ των επαναστατών. Η ενωτική ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας είχε εκλείψει. Και ακολούθησε ο εμφύλιος πόλεμος.

Στην παραπάνω απαρίθμηση της πνευματικής αιτίας της επανάστασης παρέλειψα το κύρος των προγόνων. Ο Διαφωτισμός είχε στηριχθεί στην Αναγέννηση κι αυτή στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό ενάντια στη δεσποτεία της εκκλησίας, που, με το Διαφωτισμό, αντικαταστάθηκε από τη λογική. Οι Έλληνες σοφοί της διασποράς και οι αρχαιολάτρες ξένοι, έπεισαν την κοινή γνώμη των ισχυρών κρατών. Και η πολιτική ιδιοφυΐα του Α.Μαυροκορδάτου, πρωταγωνιστή του εμφύλιου πολέμου και πολέμιου των Ελλήνων στρατιωτικών, έπεισε τους κοσμοκράτορες Άγγλους να μας δανείσουν, με τίμημα μια περιορισμένη ελευθερία μικρού μέρους της επαναστατημένης Ελλάδας. Μεγάλο μέρος του δανείου πήγε στους ενδιαμέσους. Άλλο καταναλώθηκε για τις ανάγκες του εμφυλίου. Τελικά όμως, η ακατανίκητη επιθυμία των δανειοδοτών να μη χάσουν τα λεφτά τους, περνώντας από πολυδαίδαλους δρόμους, οδήγησε στην Αγγλο-Γαλλο-Ρωσική νίκη του Ναβαρίνου, όταν η Επανάσταση έπνεε τα λοίσθια. Η Επανάσταση, εκτέλεση των αγωνιστών και πολιτικών, πλαισιώνεται από το Ρήγα και τους Φιλικούς στην αρχή και το Ναβαρίνο στο τέλος.

Ήταν αυτά τα φρικτά που παρέθεσα αναγκαία για να πετύχει η Επανάσταση; Ο εμφύλιος και η σφαγή των Τούρκων ενίσχυαν την ξενική συντήρηση πως ο αγώνας ήταν ταξικός, όχι εθνικοαπελευθερωτικός κι αυτό προπάντων δεν ήθελαν∙ και πως οι επαναστάτες δεν μπορεί να ήταν απόγονοι των «ευγενών» προγόνων μας (που, ωστόσο, είχαν σφάξει τους Τρώες, πολεμούσαν μεταξύ τους και σκότωναν με τα δόρατα του Αλεξάνδρου «βαρβάρους» καίγοντας πανέμορφες ιερές πόλεις σαν την Περσέπολη). Τελικά, δέχομαι ότι ο άνθρωπος, προικισμένος αναγκαστικά με την ευλογία (ή κατάρα;) να επιλέγει μόνος του την αρετή ή την κακία, τελικά βαδίζει μπροστά και με τα δύο. Και ευγνωμονώ και προσκυνώ εκείνους τους ήρωες που θυσιάστηκαν για την πατρίδα, για εμένα, για τον κόσμον όλο.

 

 

ΕΙΚΟΝΟΛΑΤΡΙΑ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 19 Μαρτίου 2019
  • 231α Εικονολατρία231β Εικονολατρία

Κυριακή νηστειών, αναστήλωση εικόνων. Οι πρόγονοί μας λάτρευαν πολλούς θεούς. Κύρια διαφορά τους από τους ανθρώπους ήταν η αθανασία. Είχαν όμως ανθρώπινη μορφή και ανθρώπινους χαρακτήρες, με σωματικές ανάγκες, φαγητό, πιοτό, λύπες, φόβους, οργή ή τα αντίθετά τους ανθρώπινα συναισθήματα. Οι άνθρωποι λοιπόν τους λάτρευαν και έκαναν εικονικά ομοιώματά τους, τρισδιάστατα (αγάλματα) ή δισδιάστατα (εικόνες). Παρά τον πολυθεϊσμό τους, οι σοφοί τουλάχιστον από τους προγόνους μας, πίστευαν ότι το θείο είναι Ένα. Ο Σωκράτης και ο Πλάτων πίστευαν στο «Δαιμόνιον». Ο Εμπεδοκλής έβλεπε το θείον σφαιρικό, αρμονικό, χωρίς υλική υπόσταση, χωρίς ανθρώπινη μορφή, χωρίς κεφαλή, πόδια κλπ, και πανταχού παρόν περιάγοντας τη γη. Και ο Ηράκλειτος δίδασκε ότι «Τρέφονται πὰντες οἱ ἀνθρώπειοι νόμοι ὑπὸ ἑνὸς, τοῦ θείου». Η διαφορά του μεγάλου θεού, πατέρα θεών και ανθρώπων, του Δία, από προγενέστερες αθάνατες οντότητες ήταν ότι εκείνες ήταν φορείς της αταξίας, καθώς όλα έρρεαν με τη Ρέα στο διάβα του Κρόνου-χρόνου, ενώ ο Δίας, χωρίς να καταργήσει τη ροή, της προσέδωσε τάξη: Φως τη μέρα, σκοτάδι τη νύχτα, ζέστη το καλοκαίρι, κρύο το χειμώνα κλπ.

Από την άλλη, οι Ιουδαίοι πίστευαν σε Ένα μόνο Θεό. Βέβαια, δέχονταν σωρεία αθανάτων, όπως ήταν οι τάξεις των Αγγέλων, με ταξιάρχες τους Γαβριήλ, Μιχαήλ και Ραφαήλ, και οι στρατιές των διαβόλων με ηγέτη τους το Σατανά. Το θεϊκό πληθυντικό τον αναφέρει σαφώς η Γραφή όταν γράφει π.χ. «ΠΟΙΗΣΩΜΕΝ ἂνθρωπον… Ἰδού Ἀδάμ γέγονεν ὠς εἷς ἐξ ΗΜΩΝ…». Ωστόσο, ο Θεός είχε βούληση. Αντίθετα οι Άγγελοι ήταν απλώς φορείς της βούλησής Του, ενώ οι Διάβολοι δεν είχαν δική τους (κακή) βούληση, αλλά αντιστρατεύονταν το Άγιο έργο του Θεού. Όπως ορίζει στη Φυσική ο νόμος της εντροπίας που αναγκάζει το Σύμπαν να οδεύει διαρκώς από την τάξη στην αταξία, κι όμως αυτό οδεύει διαρκώς προς τη δημιουργία τάξης, καθώς σε ένα κλειστό σύστημα είναι δυνατό αυτό, με τίμημα την αύξηση της αταξίας στον περίγυρό του. Η σαφής διαφορά μεταξύ της Ιουδαϊκής και της αρχαιοελληνικής θρησκείας ήταν στον τρόπο της λατρείας του θείου. Για τους Ιουδαίους (όπως και για τους σοφούς Έλληνες) ο Θεός ήταν πνευματικός, όχι υλικός και «Θεόν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε…” (Ιωάννης). Επομένως, δεν είχε μορφή και ο Νόμος απαγόρευε αυστηρά την παράστασή του με οποιονδήποτε τρόπο: «Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἲδωλον οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα». Κι ακόμη απαγόρευε την παράσταση οποιουδήποτε φυσικού σώματος. Αντίθετα οι Έλληνες είχαν τα τρισδιάστατα και δισδιάστατα είδωλα.

Η Χριστιανική ορθοδοξία έζευξε την Ιουδαϊκή με την Ελληνική θρησκεία. Η λατρεία των ειδώλων στην Ελλάδα συνοδευόταν από κοινωνικές εκδηλώσεις, όπως ήταν τα πανηγύρια, με εμπορικές και πολιτιστικές δραστηριότητες. Ο Χριστιανισμός διέσωσε τέτοιες εκδηλώσεις, μόνο που τώρα γίνονταν όχι με την ευκαιρία της εορτής ενός θεού, αλλά ενός Αγίου, που η ψυχή του έμενε αθάνατη. Στους αθανάτους της Γραφής προστέθηκαν οι ψυχές των θνητών, που έμεναν αθάνατες, κατά την Πλατωνική δοξασία. Φυσικό ήταν και να διασώσει την ειδωλολατρία που ήταν τρισδιάστατη και δισδιάστατη στη Λατινοκρατούμενη Δύση, μόνο δισδιάστατη, οι άγιες εικόνες, στην Ελληνοκρατούμενη Ανατολή. Πλήθος πολιτών ζούσαν ως ειδωλοπλάστες και εικονογράφοι, ιδίως στα μοναστήρια, όπου η πώληση τέτοιων έργων ήταν μείζων οικονομική πηγή. Πώς να την εγκαταλείψουν; Από την άλλη, οι αυτοκράτορες, ιδίως οι πιο διορατικοί, έβλεπαν ότι η διπλή εξουσία, πολιτική και θρησκευτική, έβλαπτε την αυτοκρατορία. Στην εποχή των σπουδαίων αυτοκρατόρων Ισαύρων ο ανταγωνισμός πήρε διαστάσεις. Παράλληλα, οι διορατικοί αυτοκράτορες έβλεπαν να αυξάνεται ο κίνδυνος και από την Ανατολή και από τη Δύση. Οι Ανατολικοί μονοφυσίτες και οι Άραβες που είχαν επικρατήσει είχαν υιοθετήσει με την πιο αυστηρή μορφή της την εντολή του Μωυσή. Για να στηριχθούν σ΄ αυτούς οι Βυζαντινοί έπρεπε να μην ανεχθούν κανένα ίχνος ειδωλολατρίας, συμπεριλαμβάνοντας την εικονολατρία. Και ξέσπασε ο πόλεμος της εικονομαχίας που κράτησε πάνω από ένα αιώνα. Συγκλήθηκε 4 φορές η 7η Οικουμενική Σύνοδος για να ακυρώνει κάθε φορά τις αποφάσεις της προηγούμενης ως προς την εικονολατρία και να εξευτελίζει το Άγιον Πνεύμα που διείπε τις Οικουμενικές Συνόδους. Το βασικό επιχείρημα των εικονομάχων (Σύνοδος Ιέρειας) ήταν ότι είναι ανάξιο για τα ιερά πρόσωπα να απεικονίζεται η μορφή τους σε ευτελή ύλη· η μορφή του Χριστού δεν είναι δυνατό να απεικονισθεί, εφόσον οι δύο φύσεις του είναι αμέριστες και ασύγχυτες· επειδή υπάρχει κίνδυνος να θεωρηθεί η προσκύνηση των εικόνων αναβίωση της ειδωλολατρίας, γι’ αυτό πρέπει να αποκλεισθεί. Από την άλλη, ο Ιωάννης Δαμασκηνός απέκρουσε την κατηγορία ότι η εικονολατρία αποτελεί ανανέωση της εθνικής ειδωλολατρίας και ανέπτυξε μια ιδιότυπη εικονοσοφία, σύμφωνα με την οποία η εικόνα είναι σύμβολο και μέσο με τη νεοπλατωνική έννοια. Η προσκύνηση δεν αποδίδεται στην εικόνα, άλλα στο εικονιζόμενο ιερό πρόσωπο και δεν έχει σχέση με τη λατρεία, που αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στο Θεό. Καθώς μετά από πολλαπλές σφαγές και βαρβαρότητες, η βιβλιογραφία που έχει διασωθεί είναι μόνον εικονόφιλη, τα σύγχρονα συμπεράσματα στηρίζονται μόνο σ΄ αυτήν. Ο Παπαρρηγόπουλος καταλήγει ότι η περίοδος της λεγομένης Εικονομαχίας ήταν θρησκευτική αλλά κυρίως κοινωνική μεταρρύθμιση που σκόπευε στον περιορισμό του ρόλου της Εκκλησίας και των μοναχών, στην κατάργηση της δουλοπαροικίας, σε στοιχειώδη ανεξιθρησκεία, στην ανύψωση της θέσης της γυναίκας και στην αναδιοργάνωση της διοίκησης και του στρατού. Είδε τη θρησκευτική διαμάχη σαν μία μόνο (απαραίτητη βέβαια για την επιτυχία των υπολοίπων) από τις εκφάνσεις της προσπάθειας για διοικητική, κοινωνική, οικονομική μεταρρύθμιση. Πραγματικά η προοδευτική πολιτική του Λέοντα Ίσαυρου ελάττωσε τον αριθμό των δουλοπαροίκων, έδωσε στους χωρικούς γη, και ενείχε πνεύμα κοινωνικής δικαιοσύνης, προστασίας των αδυνάτων από τις πιέσεις των ισχυρών και φροντίδα για το φτωχό λαό. (Durant, Runciman, Γλύκατζη-Ahrweiler κ.ά.).

Σήμερα βλέπομε πολλές ειδωλολατρικές εκδηλώσεις, όταν π.χ. πολλοί σπεύδουν να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας της Τήνου ή της Λούρδης πιστεύοντας πως είναι πιο θαυματουργή από την Παναγία σε ένα ξωκλήσι. Ωστόσο, η δογματικά συνεπής εικονομαχία, με όλη την κοινωνική προοδευτικότητα που τη συνόδευε, αγνόησε την πραγματικότητα. Κι αυτή σήμαινε ότι η Ελληνική λατρεία των εικόνων-ειδώλων συνοδεύεται από σωρεία σπουδαίων κοινωνικών εκδηλώσεων, πολιτιστικών αριστουργημάτων και όχι μόνο. Η εικονογραφία δεν αποκλείει την πίστη στον Ένα, αμέθεκτο, Θεό, έδειξαν οι σοφοί πρόγονοί μας. Από την άλλη, ως Χριστιανός ορθόδοξος, αποκρούω την προσήλωση στις εικόνες και τη συνοδό οχλοκρατία, πέρα από την πολύτιμη συμβολή τους στο σεβασμό του εικονιζόμενου προσώπου, ειδικότερα στη λατρεία του Θεού.

ΕΡΓΑΛΕΙΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 15 Μαρτίου 2019

Εργαλείο και μηχανή είναι συσκευές που παρέχουν φυσική ή νοητική υποστήριξη στην εκπλήρωση ενός έργου. Τα εργαλεία μετασχηματίζουν μορφές ενέργειας. Οι απλές μηχανές μετασχηματίζουν τα στοιχεία της ίδιας ενέργειας. Ο μοχλός και η τροχαλία μετατρέπουν τη δύναμη σε κίνηση ή αντιστρόφως και ο μετασχηματιστής μετατρέπει την ηλεκτρική τάση σε ένταση και αντιστρόφως. H κατασκευή εργαλείων είναι ιδιότητα σχεδόν αποκλειστικά ανθρώπινη, αν και κάποια τετράχειρα έχουν υποτυπωδώς αυτή την ικανότητα.

Με τα εργαλεία μεγεθύνονται τεράστια οι δυνατότητες του ανθρώπου. Όταν ο Αρχιμήδης ανακάλυψε το μοχλό, ανέκραξε, λέγεται, “δός μοι πᾷ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινάσω“. Το κακό με τα εργαλεία είναι ότι, και με τις καλύτερες προθέσεις, αν λειτουργήσουν λανθασμένα, πολλαπλασιάζουν τα ανθρώπινα λάθη – και οι άνθρωποι δεν είμαστε αλάνθαστοι. Αν ένα μαχαίρι δεν κόβει καλά, στην προσπάθειά μας να κόψουμε κάτι, βάζουμε μεγάλη δύναμη και είναι ενδεχόμενο να κόψουμε το χέρι μας.

Τα εργαλεία όμως δεν είναι μόνο φυσικά∙ είναι και πνευματικά. Τα μαθηματικά είναι το κυριότερο εργαλείο φυσικών και κοινωνικών επιστημών. Εργαλείο της Ηθικής είναι η Πολιτική. Η Πολιτική οργανώνει το Δίκαιο, που γίνεται έτσι το εργαλείο της Ηθικής. Ηθική είναι η βούληση της κοινωνίας, σωστότερα το ολοκλήρωμα αυτής της βούλησης. Δίκαιο είναι η βούληση των αρχόντων, που είναι απαραίτητοι για να μη διαλυθεί η κοινωνία. Άρχοντες είναι οι μόνοι που έχουν νόμιμη (δηλαδή αποδεκτή από το σύνολο) εξουσία να επιβάλλουν τη βούλησή τους με αμοιβές και, κυρίως, ποινές. Το Δίκαιο δεν ταυτίζεται με την Ηθική, που, παρά τη θρυλούμενη οικουμενικότητά της, γίνεται διαφορετικά αντιληπτή από τον καθένα, ως ένα προσωπικό “πρέπει” που περιορίζει το αντίστοιχο προσωπικό “θέλω”. Καθώς διαφέρουν τα “θέλω” των μελών μιας κοινωνίας, η συναγωγή του “ολοκληρώματος” της βούλησης της κοινωνίας, που αναφέρθηκε, είναι προβληματική. Γι΄ αυτό είναι αναγκαίο το Δίκαιο που έχει σημαντική σαφήνεια και μπορεί να υπόκειται σε επιστημονική ανάλυση. Το πρόβλημα είναι ότι το σαφές Δίκαιο μπορεί να μη συμπίπτει ή και να βρίσκεται σε διάσταση με την, έστω ασαφή, Ηθική. Το Δίκαιο στις Θήβες απαιτούσε να μην ταφεί ο νεκρός Πολυνείκης, η Ηθική όμως απαιτούσε να ταφεί. Προέκυψε η γνωστή τραγωδία.

Υπάρχει άραγε τρόπος για συμφωνία Ηθικής και Δικαίου; Η Πολιτική, το εργαλείο της Ηθικής, λέει ο Αριστοτέλης ότι προβλέπει τρεις μεγάλες ομάδες πολιτευμάτων: Μοναρχία, Ολιγαρχία, Δημοκρατία. Κάθε ομάδα έχει τα υπέρ και τα κατά της. Στη μοναρχία ο ένας μόνος άρχοντας ενώνει την κοινωνία με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Αν τύχει να είναι ένα φωτισμένο άτομο, προωθεί την κοινωνία με άλματα. Το γεγονός ότι κατέκτησε την εξουσία είναι μια ένδειξη των ικανοτήτων του. Ή, αν είναι κληρονομική η διαδοχή, έχει λάβει παιδεία άρχοντα από τη μέρα της γέννησής του. Δυστυχώς συνήθως δεν γίνεται έτσι. Η ικανότητα για κατάληψη της εξουσίας δεν συμβαδίζει αναγκαστικά με την ικανότητα να κυβερνά κάποιος, και, μάλιστα, μπορεί να χρησιμοποιεί εργαλεία που εμποδίζουν τη σωστή κυβέρνηση, όπως η χρήση ακραίων τρόπων για την κατάληψή της. Και η παιδεία του μπορεί να τον ωθήσει στην αλαζονική ιδιοτελή χρήση της εξουσίας. Συχνοί είναι οι μωροί άρχοντες, που, με τα ισχυρά εργαλεία που διαθέτουν, καταβαραθρώνουν την κοινωνία. Ο πολίτης, για να εξυπηρετηθεί έχει ανάγκη “μέσου”, που είναι εγγενής ανάγκη του συστήματος, ακόμη και στην τελειότερη μορφή του. Για την επουράνια μοναρχία, επικαλούμαστε μέσο: “Και σε μεσίτριαν έχω…Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ…Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου…” κλπ. Στην ολιγαρχία, επιλέγονται “άριστοι” είτε κληρονομικά (αριστοκρατία) είτε με εκλογή. Οι ολιγάρχες έχουν συμφέρον να συμπεριφερθούν με σωφροσύνη. Δυστυχώς, εγγενής στο σύστημα είναι η διαφθορά. Οι κληρονομικοί “άριστοι” (π.χ. βουλή των Λόρδων στο Η.Β.), για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους έχουν συμφέροντα που ενδέχεται να είναι αντίθετα με τη βούληση της κοινωνίας. Αλλά και οι εκλεγμένοι “άριστοι” (π.χ. βουλή των Κοινοτήτων στο Η.Β.) πρέπει να κάνουν τα ρουσφέτια των ψηφοφόρων τους ή εκείνων που επηρεάζουν τις ψήφους (οικονομικών, επικοινωνιακών κλπ παραγόντων), αλλιώς δεν ξαναψηφίζονται, και να υπακούν στο κόμμα, αλλιώς δεν ξαναγίνονται υποψήφιοι. Επομένως, δεν είναι ελεύθεροι άνθρωποι, παρά το ότι έχουν αυτοί τη θεσμοθετημένη εξουσία. Αν τύχει να είναι όχι άριστοι, αλλά χείριστοι, δεν υπάρχει νόμιμος τρόπος να αποβληθούν, καθώς η απόφαση του λαού στην ολιγαρχία, όπως και στη δημοκρατία, είναι αμετάκλητη. Οι πρόγονοί μας είχαν επινοήσει το σύστημα που φέρνει κοντά την Ηθική με το Δίκαιο: Οι πολίτες είχαν ίσες πιθανότητες να είναι εκ περιτροπής άρχοντες και αρχόμενοι. Ήταν ελεύθεροι. Και ελευθερία σημαίνει «Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν  ὡς βούλεταἱ  τις» (Αριστοτέλης). Εργαλείο γι΄ αυτό το σκοπό είναι η κλήρωση των αρχόντων, νομοθετών και δικαστών. “Λέγω  δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν”, λέει πάλι ο Αριστοτέλης. Κληρωμένοι οι άρχοντες (βουλευτές, δικαστές) στη δημοκρατία, εκλεγμένοι στην ολιγαρχία. Η τρίτη ανεξάρτητη εξουσία, η εκτελεστική (κυβέρνηση, στρατηγοί στην αρχαιότητα) απαιτεί ειδικές γνώσεις, ενώ οι άλλες δύο απαιτούν μόνο κοινό νου και αρετή που είναι ισοκατανεμημένες σε όλους. Γι΄ αυτό η κυβέρνηση διορίζεται με εκλογή από το λαό. Οι κληρωμένες εξουσίες (π.χ. ένορκοι όπως στις ΗΠΑ) απαιτούν μακρότερες διαδικασίες κι έτσι ενδέχεται να υστερούν σε αποτελεσματικότητα, ιδίως σε επείγουσες συνθήκες. Μόνο τυχαία συμπεριλαμβάνουν αρίστους, αλλά αν τύχουν χείριστοι, τίποτε δεν εμποδίζει την αποβολή τους, αφού δεν έχουν εκλεγεί.

Επανέρχομαι όμως στη βασική λειτουργία του εργαλείου. Εξυπηρετεί τις ανάγκες των ανθρώπων, αλλά απαιτεί και από αυτούς να ειδικευθούν, να μάθουν να το χειρίζονται. Επομένως, το εργαλείο συμβάλλει στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του χρήστη. Γενικότερα, το εργαλείο προβάλλει το δίλημμα: Αξίζει να προσπαθούμε, όταν δεν υπάρχει χρησιμότητα; Για παράδειγμα, αξίζει να ασχολούμαστε με τη δημιουργία κάλλους; Την απάντηση την έδωσε επιγραμματικά ο Περικλής: «φιλοκαλοῦμεν μετ΄ εὐτελείας και φιλοσοφοῦμεν ἂνευ μαλακίας» (Θουκυδίδης). Μας αρέσει το ωραίο χωρίς πολυτέλειες  και φιλοσοφούμε χωρίς αυτοϊκανοποίηση (άρα και τα δύο έχουν και χρησιμότητα). Από την άλλη, τονίζει την ανάγκη και του μη χρήσιμου στοιχείου κάθε προσπάθειας. Θυμίζω: Το εργαλείο συμβάλλει στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του χρήστη. Κι επειδή αντιμετωπίσαμε εδώ την πολιτική σαν εργαλείο, η αναγκαστική ενασχόληση κάθε πολίτη με την πολιτική διαμορφώνει την προσωπικότητα, αρετή και κοινό νου, κάθε πολίτη. Η προσδοκία να ωριμάσουν οι πολίτες για να τους επιτραπεί η δημοκρατία είναι υποκριτική δικαιολογία για να αποφευχθεί η δημοκρατία.

 

 

 

 

 

Μεταμορφώσεις

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 12 Μαρτίου 2019
  • 230. Μεταμορφώσεις
  • 230β Μεταμορφώσεις

Από σπουδαία, ευγενική οικογένεια το παλικάρι, ο Ακταίωνας. Η μάνα του κόρη του ξακουστού Κάδμου, Σύρου μετανάστη που μας έφερε τα Φοινικικά γράμματα, την εκτροφή των βοοειδών κι έγινε ο πρώτος βασιλιάς της Θήβας. Πατέρας του ήταν ο Αρισταίος, γιος του Απόλλωνα. Πήρε την καλύτερη μόρφωση το παιδί από το σοφότερο δάσκαλο της εποχής, τον Κένταυρο Χείρωνα. Κι έγινε σπουδαίος κυνηγός. Το πήρε πάνω του. Ως και την Άρτεμη, θεά του κυνηγιού, της παρθενιάς και της Σελήνης, προκάλεσε. Κυνηγούσε με 50 σκυλιά. Φυσικά δεν του αρκούσε το κυνήγι. Και κάποτε, σε μια μυστική σπηλιά, είδε ό,τι δεν έπρεπε να δει: Γυμνή την Άρτεμη να λούζεται με τις ακολούθους της. Ανελέητη, η θεά έγινε έξαλλη μαζί του. Του έσταξε μια σταγόνα μαγικού υγρού και τον μεταμόρφωσε σε αρσενικό ελάφι. Το είδαν τότε τα σκυλιά του, δεν τον αναγνώρισαν και τον κατασπάραξαν.

Ξέρομε πολιτικούς που εμφανίζονταν π.χ. αριστεροί. Μ΄ αυτό τον τρόπο πήραν την εξουσία, το πήραν πάνω τους, μεταμορφώθηκαν και επέβαλαν την πιο δεξιά πολιτική που έχει ποτέ εφαρμοσθεί. Μετέβαλαν το δήμο σε όχλο. Πέτυχαν ακόμη και να επιβάλουν διεθνώς μια νεοελληνική ορολογία. Μετονόμασαν τη μεταμόρφωση σε kolotoumba. Οι δυνάμεις τους, τα σκυλιά, που εξέθρεψαν, έγιναν οι δυνάμεις για να τους κατασπαράξουν. Η αριστερά Άρτεμη έπρεπε να αποδείξει την αμφισβητημένη αγνότητά της.

Να αφήσουμε όμως τ΄ αστεία, που μπορεί να είναι και άδικα. Το πραγματικό μου ερώτημα είναι πώς γίνονται οι μεταμορφώσεις σαν κι αυτές που περιγράφει ο Οβίδιος. Ο ένας λόγος είναι προσωπικός, το νοητό Εγώ του καθενός. Άβατο για τους άλλους, καθαρά δικό του. Κάποιος έχει αναπτύξει φιλοδοξίες. Διαθέτει πνευματικές και σωματικές ικανότητες μεγαλύτερες από τους άλλους, κατάλληλος δηλαδή για ηγέτης σε μια αγέλη, που είναι έτοιμη να μιμηθεί και ακολουθήσει τον ικανότερο ανάμεσά της. Οι ικανότητές μας έχουν διπλή προέλευση. Μια είναι η κληρονομικότητά, το DNA μας, του αισθητού Εγώ μας, που μας έκανε δυνατούς, ωραίους, ευφυείς και ότι άλλο χρειάζεται για να αναδειχθούμε στην κοινωνία μας. Η άλλη είναι η παιδεία μας. Ο ασθενικός τύπος που γυμνάζεται εξαντλητικά μπορεί να αποβεί ισχυρότερος από το γεννημένο δυνατό, που περνά νωχελικά σ’ όλη τη ζωή του και ο ευφυής που έμεινε απαίδευτος μπορεί να υπολείπεται σε πνευματική απόδοση, από τον λιγότερο ευφυή που εκπαιδεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο. Τέτοια παιδεία μπορεί να την έχει πάρει από το σπίτι του, από το σχολείο, από φίλους, μόνος του. Η προσπάθειά του και συγκυρίες έχουν βοηθήσει να αναδειχθεί. Ισχύει πάντοτε ο νόμος του Thorndike: “Οι άνθρωποι τείνουν να επιδιώκουν εκείνες τις δραστηριότητες που καταλήγουν σε κάποια επιτυχία”. Η κοινωνική αναγνώριση είναι η επιτυχία, που αναπτύσσει το κοινωνικό του Εγώ. Δεν είναι κακό. Η φιλοδοξία αποτελεί κίνητρο, μπορεί όμως, όταν γίνεται υπέρμετρη, να καταλήξει σε αλαζονεία, που, ναι, όπως συνήθως οι ακραίες στάσεις, μπορεί να επιφέρει καταστροφή. Την είχε ο Ακταίωνας. Την έχουν συχνά πολιτικοί μεγαλωμένοι σε κατάλληλο περιβάλλον. Οι ικανότητες ενός ηγέτη όμως είναι δύο ειδών. Μια είναι η ικανότητα να καταλάβει την εξουσία. Η άλλη είναι να έχει σαφή Σκοπό, εικόνα του τι επιδιώκει να κάνει όταν θα έχει αναλάβει την εξουσία, τη δυνατότητα δηλαδή, μόνον αυτός, να επιβάλλει νόμιμη βία. Πολλοί είναι εκείνοι που έχουν την πρώτη ικανότητα. Αποδεικνύεται όταν έχουν γίνει εξουσία. Τη δεύτερη όμως, τη δημιουργία οράματος, σχεδίου συγκεκριμένου με προσχεδιασμένο πρόγραμμα πώς να επιτύχουν το σκοπό τους και προδιαγεγραμμένο τρόπο αξιολόγησης του αποτελέσματος, την έχουν ελάχιστοι σ΄ ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία.

Στο μεταξύ, δεν πρέπει να ξεχνάμε τα άλλου είδους κίνητρα, τις Αριστοτελικές ορέξεις που ταλαντώνονται φυσιολογικά, όπως είναι η πείνα, η δίψα, ο ύπνος, ο έρωτας κλπ. Αυτά είναι ακατανίκητα, ενώ τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα μπορούν να τα ελέγξουν σε μικρό βαθμό, ποτέ όμως να τα αναστείλουν πλήρως. Η ερωτική δίψα ήταν που έστρεψε το μεγάλο κυνηγό Ακταίωνα στην οφθαλμοπορνεία της Άρτεμης που του στοίχισε τόσο άδοξα τη ζωή. Στις ταλαντούμενες ορέξεις ανήκει και η ικανότητα της προσοχής. Εκτός από την αυτόματη εστίασή της σε κάθε ισχυρό και απότομο ερέθισμα, κατευθύνεται και από το Σκοπό που έχει θέσει το νοητό Εγώ. Στην τελευταία περίπτωση, η προσοχή αμβλύνει όλες τις αισθήσεις εκτός από εκείνη στην οποίαν εστιάζεται. Αυτοενισχύεται έτσι, αυξάνοντας την πιθανότητα να παραχθεί αποτέλεσμα, μια έμπνευση, ένα “Εύρηκα!”. Αδιάλειπτα μπορεί να διαρκέσει για κάτω από 10 δευτερόλεπτα. Με μικροδιαλείμματα, ως 3 ώρες. Ακολουθεί κάματος, Οι σχετικές δραστηριότητες πρέπει να σταματήσουν, ενδέχεται να επέλθει και ύπνος και μετά την ανάπαυση, επανέρχεται ταλαντούμενη η εστίαση της προσοχής, εκεί που την στρέφει ο Σκοπός. Και ο Σκοπός, προϊόν της ελεύθερης βούλησης του νοητού Εγώ, είναι κύριο χαρακτηριστικό του ανθρώπου που τον διακρίνει από τα υπόλοιπα ζώα. Αυτά κατευθύνουν τις δραστηριότητές του ανάλογα με τα ερεθίσματα που δέχονται και τις φυσιολογικές ταλαντώσεις τους, από Αιτίες του παρελθόντος δηλαδή. Ο άνθρωπος όμως τις κατευθύνει και από το μελλοντικό Σκοπό του. Η επιδίωξή του απαιτεί τη στοιχειώδη ικανοποίηση των κινήτρων του αισθητού και του κοινωνικού Εγώ (Maslow).

Η αλαζονεία, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη πίεση για επιτυχία, κοινωνική αναγνώριση, μπορεί να κατανικήσει και τους πιο αγνούς Σκοπούς, αν βέβαια υπήρξαν κάποτε κάποιοι. Δεν συνειδητοποιεί ο ήρωας το μέγεθος των δυσχερειών που έχει αναλάβει συγκριτικά με τις φυσικές και επίκτητες ικανότητές του, που τις θεωρεί ακατανίκητες. Οι δραστηριότητες στρέφονται όχι προς την ικανοποίηση του Σκοπού του νοητού Εγώ, αλλά προς την κοινωνική αναγνώριση του κοινωνικού Εγώ. Και γίνεται έτσι αυτό που οι άλλοι βλέπουν ως μεταμόρφωση. Για τον ίδιο δεν είναι μεταμόρφωση. Την επιτυχία, επιζητούσε, την επιτυχία εξακολουθεί να επιζητεί. Χρησιμοποιεί κάθε μέσο γι΄ αυτό το Σκοπό, ακόμη και άγρια σκυλιά για να είναι πρώτος στο κυνήγι. Επειδή όμως είναι άνθρωπος, και επομένως υπόκειται στους περιορισμούς των φυσιολογικών ταλαντώσεων, όπως είναι π.χ. η δίψα για κοινωνική αναγνώριση ή, πιο ταπεινά, η δίψα για πλούτο και άλλες εφήμερες δόξες, κάποια στιγμή θα κάνει το λάθος. Και ο Δήμος, σα σύνολο, πάντοτε είναι ανώτερος από τον οποιονδήποτε ηγέτη του. Και ανελέητος. Γίνεται έξαλλος, αναδεικνύει τη μεταμόρφωση και τα αγριεμένα σκυλιά, οι δυνάμεις που ο ίδιος ο Ακταίωνας εξέθρεψε, θα τον κατασπαράξουν. Θυμάμαι ένα βασιλιά, πριν από μερικές δεκαετίες, που τον κατασπάραξαν τα σκυλιά του παρακράτους που είχε εκθρέψει.

Μυθολογία!

 

ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ.καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 8 Μαρτίου 2019

Η σκέψη μας είναι ένα πολυσύνθετο σύστημα που διαρκώς, από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλάζει. Για να γίνει παραγωγική, έχομε ανάγκη να την καθαρίζουμε από άχρηστες προσθήκες που τη νοθεύουν. Βρίσκομε κανόνες στη σκέψη, που τους ονομάζομε Λογική και ό,τι δεν ταιριάζει το απορρίπτομε. Αυτή την απλή διαδικασία εφαρμόζομε σε πολλές από τις δραστηριότητές μας. Θα τη συζητήσω σε δύο τομείς, το εθνικό φρόνημα και τη γλώσσα μας.

Η γλώσσα είναι ένα πολυσύνθετο σύστημα επικοινωνίας που διαρκώς αλλάζει. Μα για να συνεννοούμαστε, χρειαζόμαστε ένα σταθερό τρόπο. Και δεν δεχόμαστε εύκολα, πως τέτοιος δεν υπάρχει. Όμως η γλώσσα εξελίσσεται διαρκώς για να υπηρετεί τις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες μας. Η δική μας είναι μοναδική στο ότι επιβιώνει, έστω και αγνώριστη, αλλά συνεχώς παραλλάσσοντας σε τόπο και χρόνο. Στην αρχαιότητα υπήρχαν πάμπολλες διάλεκτοι, και, φυσικά, ο μέσος σημερινός Έλληνας δεν καταλαβαίνει τη γλώσσα της Ιλιάδας, ενώ υπάρχουν και σήμερα πλήθος ντοπιολαλιών. Αιώνες σκλαβιάς είχαν αρχίσει να αλλοιώνουν σοβαρά τη γλώσσα, όταν μεγάλοι πατριώτες και διανοητές ασχολήθηκαν με το πρόβλημα. Ο Κοραής καθάρισε τη γλώσσα μας από τις ξένες προσμίξεις, διαμόρφωσε ένα γλωσσικό σύστημα που το θεωρούσε κάτι σαν μέσο όρο της γλώσσας μας. Και αυτό το σύστημα επιβλήθηκε για 2 αιώνες επίσημα, ενώ κανένας δεν το μιλούσε. Αν δεν έγραφα στην καθαρεύουσα όταν έδινα εξετάσεις για να μπω στο Πανεπιστήμιο, δεν θα έμπαινα. Ό,τι δεν ήταν στα πλαίσια αυτής της γλώσσας απορριπτόταν με λοιδωρία ως “μαλλιαρό”. Τελικά, με τον ενθουσιασμό της μεταπολιτευτικής “αλλαγής”, η επίσημη γλώσσα του κράτους έγινε η δημοτική, που, ανταποκρινόταν σε μια μέση λύση ανάμεσα στις ποικίλες ντοπιολαλιές που μιλιόνται σήμερα. Κληρονόμησε όμως από την καθαρεύουσα, την “καθαρότητά” της. Απέκλεισε τη χρήση λέξεων της προγονικής γλώσσας, ως αρχαΐζουσες και υποβάθμισε ή εξαφάνισε τη μάθησή της που μας κληροδότησαν οι παλιοί. Μα το ιδιαίτερο, θαυμαστό, γνώρισμα της Ελληνικής γλώσσας είναι ότι έχει μια δομή, γραμματική, συντακτικό και “ύφος”, αναλλοίωτα από τα πανάρχαια χρόνια, τέτοια που να μπορεί να ενσωματώνει ό,τι γλωσσικό νεότερο ή παλιότερο χρειαζόταν είτε σαν παράγωγες λέξεις είτε σαν εισαγόμενες. Το να αρνούμαστε τη γλώσσα που μάθαμε από τη μάνα μας και ό,τι νεότερο μας χρειάζεται, όπως έκανε η “καθαρεύουσα” και να αρνούμαστε την πλουσιότατη γλωσσική κληρονομιά μας, όπως έκανε η διάδοχός της η “δημοτική”, μου φαίνεται καθαρή ανοησία. Οι μεγάλοι δάσκαλοι της δημοτικής, από το Σολωμό και τον Παλαμά ως τον Ψυχάρη και τον Κριαρά ήταν βαθείς γνώστες της γλώσσας των προγόνων.

Η άλλη καθαρότητα αφορά τη φυλή μας. Επιδιώκομε μια καθαρότητα της φυλής μας όπως την επιδίωκαν οι ναζί για την Αρία φυλή τους, αλλά και, με φανερή ντροπή και κρυφό καμάρι, πολλοί άλλοι λαοί. Στηρίζεται στην πίστη πως, χάρη στην κληρονομικότητα, η φυλή παραμένει με τα ίδια χαρακτηριστικά, εφόσον δεν έρχεται σε επιμιξία με άλλες φυλές. Γι΄ αυτή την καθαρότητα της φυλής μας πασχίζουν πολλοί σήμερα. Μα ο τόπος μας υπήρξε πάντοτε ένα σταυροδρόμι, λόγω γεωγραφικής θέσης των λαών της Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής. Η ιδιαίτερη γεωγραφική διαμόρφωσή της με μέγιστη ποικιλία εδάφους σε πολύ περιορισμένο χώρο συνέβαλε στην ανάπτυξη μιας ποικιλίας χαρακτήρων που το κοινό τους ήταν οι Έλληνες. Και αυτό το κοινό ήταν τόσο ισχυρό, που όλοι οι επήλυδες αφομοιώνονταν μέσα σε 2-3 γενιές. Αυτό είναι δυνατό και το είδαμε στους σύγχρονους καιρούς στις ΗΠΑ, μια χώρα χωρίς ιστορική παράδοση, που αποτελεί για τους κατοίκους της χώρα ενός έθνους. Ο κληρονομικός προκαθορισμός αποτελεί ένα μύθο. Μπορεί η κατασκευή και σωματική λειτουργία μας να καθορίζονται κυρίως κληρονομικά, αλλά η συμπεριφορά μας είναι αποτέλεσμα παιδείας που υφιστάμεθα τόσο από το κοινωνικό, όσο και από το αναγκαστικό φυσικό περιβάλλον μας. Και αυτό που μετρά για ένα έθνος, είναι η συμπεριφορά. Το ορίζει με το σαφέστερο δυνατό τρόπο ο Ισοκράτης: «Τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι καὶ μᾶλλον Ἓλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἤ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας».

Καλό είναι να θυμόμαστε πως χαρακτηριστικό ενός συστήματος είναι όχι τόσο τα στοιχεία που το αποτελούν, όσο ο τρόπος που σχετίζονται μεταξύ τους. Ένα “Συν” μπορεί να αποτελείται από πολλά “Πλην” (εικόνα).

117. Kauarothta

Ωστόσο, η καθαρότητα στη σκέψη μας χρειάζεται. Η καθαρή σκέψη εξεικονίζεται με την τυπική λογική, όπως την ανέπτυξαν ο Πλάτων και σαφέστερα ο Αριστοτέλης. Θεμέλιό της είναι η ταυτότητα. Ένα Ον είναι ο εαυτός του και δεν είναι το Μη-Ον. Μας φαίνεται αυτονόητο. Και ισχύει για κατασκευάσματα της νόησής μας, σαν τα μαθηματικά και τη γεωμετρία. Κι όμως ήδη ο Ηράκλειτος είχε κατανοήσει ότι στον πραγματικό κόσμο τίποτε δεν είναι δυο φορές ο εαυτός του. ” Οὐκ ἄν δίς τὸν αὐτὸν ποταμὸν μβαίης” και “Τὰ πάντα ρεῖ” έλεγε. Βάση της διαλεκτικής λογική. Η νόησή μας διαθέτει την καλύτερη δυνατή εικόνα της πραγματικότητας. Είναι όμως μόνον εικόνα της. Μέσα στη νόησή μας μπορούμε να λύνουμε σχετικά εύκολα ουσιώδη υπαρξιακά προβλήματα για τον εαυτό μας και για το περιβάλλον μας. Αυτό σημαίνει ότι τα πραγματικά προβλήματα, όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας, τα μετατρέπομε σε νοητά προβλήματα, τα καθαρίζομε από άχρηστες λεπτομέρειες και τα λύνομε πολύ πιο εύκολα παρά εμπειρικά στην πραγματικότητα. Μεταφέρομε έπειτα τη λύση στον αντικειμενικό κόσμο.

Το λάθος που κάνομε πολύ συχνά σ΄ αυτή τη διαδικασία είναι να νομίζουμε πως η εικόνα που έχομε μέσα μας είναι η πραγματική και να ενεργούμε αντίστοιχα. Η καθαρότητα, της γλώσσας, της φυλής, ή της οποιασδήποτε ιδεολογίας είναι μέσα μας και οφείλει να είναι μέσα μας. Μας βοηθάει να λύνουμε τα τρέχοντα πρακτικά, εμπειρικά προβλήματα. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι τέτοια λύση δεν υπάρχει πουθενά, είναι μόνο μέσα μας, ενώ δεν υπάρχει στον πραγματικό, έξω από εμάς, κόσμο. Και όταν εφαρμόζεται η λύση στην πράξη, πρέπει να έχει πολλές ανοχές, για να μην έρχεται σε καταστρεπτική αντίθεση με ό,τι πραγματικά συμβαίνει. Και αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να συνειδητοποιούμε την ουσία του συστήματος στο οποίο ζούμε, να προσπαθούμε να μην αλλοιώνεται και στα πλαίσια αυτής της ουσίας να δεχόμαστε παρεκκλίσεις. Κι ακόμη να θυμόμαστε πως κι αυτή η “ουσία” ανήκει σε ένα γενικότερο σύστημα που αγνοούμε και πως, επομένως, στην πράξη μακροχρόνια, στο βάθος αιώνων και χιλιετηρίδων, κι αυτή μπορεί να εξελίσσεται.

ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας,dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 5 Μαρτίου 2019

229α. Ηθική και δίκαιο229 β. Ηθική και δίκαιο

Πολλές φορές έχω μιλήσει για τη σχέση ηθικής και δικαίου. Σε πολλά συστήματα μπορούμε να διακρίνουμε είσοδο, έξοδο και διάμεσο στοιχείο. Στη ζυγαριά εισάγομε βάρη ή μάζες, εξάγεται ένας αριθμός και ενδιάμεσα γίνονται αθέατες εξεργασίες που ισορροπούν την είσοδο με την έξοδο. Στην ανθρώπινη ψυχή είσοδος είναι η γνώση, έξοδος η βούληση και διάμεσο στοιχείο το συναίσθημα. Και στην κοινωνία είσοδος είναι η επιστήμη, έξοδος η ηθική και συναισθηματικό διάμεσο στοιχείο η τέχνη. Υπάρχουν και συστήματα που έχουν μόνο έξοδο και απόκρυφο στοιχείο. Είναι οι ταλαντωτές. Το ρολόι π.χ. δείχνει στην έξοδό του αριθμούς, αλλά δεν έχει είσοδο σημάτων: τους παράγει. Τα πολλά συστήματα στη φύση, στη βιολογία, στην κοινωνία είναι μεικτά, με είσοδο, διάμεσο στοιχείο και έξοδο, αλλά ταυτόχρονα το αθέατο στοιχείο και η έξοδος ταλαντώνονται και μπορούν να λειτουργούν χωρίς εισαγόμενο ερέθισμα. Περιοδικά, κάθε λίγες ώρες πεινάμε και θέλομε να φάμε. Αλλά λίγο πριν πεινάσουμε, η θέα ενός ωραίου μεζέ μας ανοίγει την όρεξη και πρόωρα πεινάμε και θέλομε να φάμε.

Οι κοινωνίες για να μη διαλυθούν και μεταπέσουν σε αγέλες έχουν ανάγκη απο κάποιες εξουσίες που περιορίζουν τις δραστηριότητες του καθενός. Έτσι προκύπτει το δίκαιο που είναι μια άλλη μορφή εξόδου της κοινωνίας, όπως είναι η ηθική. Υπάρχουν όμως διαφορές μεταξύ δικαίου και ηθικής.

Η ηθική είναι ουσιαστικά η βούληση της κοινωνίας. Με την παιδεία του το άτομο έχει συνηθίσει σε κάποια “πρέπει” που αντιτίθενται στα προσωπικά του “θέλω”. Το κοινωνικό ολοκλήρωμα των “πρέπει” αποτελεί την ηθική. Η αντίθεση γίνεται μέσα στον καθένα και δεν είναι ορατή από τους έξω. Πολλοί θεωρούν πως αυτό το “πρέπει”, καθώς δεν είναι αισθητό από τους άλλους, είναι σα να έχει φυτευθεί μέσα μας από κάποια Ανώτερη Δύναμη, το Θεό. Είναι η ηθική συνείδηση. Σε αντίθεση με την ηθική, το δίκαιο είναι αντικειμενικό. Οι απαγορεύσεις του είναι σαφείς και αντιληπτές από όλους. Η αντικειμενικότητα του δικαίου είναι μεγάλο πλεονέκτημα έναντι του υποκειμενισμού της ηθικής για να μη διαλυθεί η κοινωνία. Έχει, ωστόσο, μειονεκτήματα.

Οι απαγορεύσεις του δικαίου επιβάλλονται από τους άρχοντες που εκφράζουν την εξουσία και είναι τριών ανεξάρτητων κατηγοριών. Νομοθετική εξουσία (βουλή) που αποφασίζει τους νόμους του δικαίου)· εκτελεστική εξουσία (κυβέρνηση) που εισηγείται τους νόμους και τους εκτελεί· και δικαστική εξουσία (δικαστήρια) που κρίνει αν παραβιάσθηκαν οι νόμοι.

Γενικά, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά δεν αλλάζουν από τη μια μέρα στην άλλη. Ωστόσο, το δίκαιο, καθώς είναι αντικειμενικό και, κατά κανόνα γραπτό, αλλάζει πολύ πιο δύσκολα από την ηθική. Scripta manent. Μένουν τα γραπτά. Αντέχουν στο χρόνο περισσότερο από την ηθική που διαρκώς διαμορφώνεται, ανάλογα και με διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες. Κι αυτό, μολονότι, αν η προέλευσή της είναι θεϊκή, αυτή μένει εσαεί αναλλοίωτη. Έτσι όμως μπορεί το δίκαιο να βρεθεί σε διαμετρικά αντίθετη θέση από την ηθική. Ο νόμος απαιτούσε να μην ταφεί ο νεκρός Πολυνείκης. Η αδελφή του όμως, η Αντιγόνη, άκουγε την ηθική προσταγή που απαιτούσε τον απόλυτο σεβασμό στους νεκρούς. Και ακολούθησε η τραγική κατάληξη. Αυτή η αντίθεση μεταξύ δικαίου και ηθικής αναγκάζει σε περιοδική αλλαγή αρχόντων, όπως γίνεται π.χ. στις προγραμματισμένες εκλογές. Αν καθυστερήσουν πέρα από κάποια όρια, η διάσταση μεταξύ δικαίου και ηθικής γίνεται τόσο μεγάλη που οδηγεί σε ανεξέλεγκτη πολιτική κρίση ή και μείζονα ποιοτική αλλαγή πολιτεύματος.

Το δίκαιο σοφά αναγνωρίζει ότι οι άνθρωποι σφάλλουν, αλλά το σφάλμα (αδίκημα) δεν σημαίνει ότι αναγκαστικά θα επαναληφθεί. Έτσι αναγνωρίζει συνθήκες που για λόγους σκοπιμότητας εμποδίζουν κάθε ποινική δίωξη. Τέτοιες είναι κατεξοχήν η παραγραφή, όταν έχει παρέλθει συγκεκριμένος χρόνος από την τέλεση του αδικήματος, αλλά και ποικίλες ασυλίες, όπως η βουλευτική, η διπλωματική κλπ. Αντίθετα, η ηθική δεν αναγνωρίζει τέτοιους περιορισμούς. Μια αποτρόπαιη πράξη (ασέβεια σε νεκρούς, παιδεραστία κλπ) εμμένει στη μνήμη της κοινωνίας. “ Ἒστι δίκης ὀφθαλμός ὅς τὰ πάνθ’ ὁρᾷ” (Μένανδρος).

Οι συνέπειες της παρανομίας έχουν, όπως και η περιγραφή της, σαφήνεια, που δεν την έχει η ηθική. Προβλέπεται συγκεκριμένη ποινή, εκτέλεση, φυλάκιση για άλλοτε άλλο χρόνο κλπ. Αντίθετα η ηθική δεν προβλέπει ποινές, που είναι έτσι ασαφείς και ανεξέλεγκτες. Η κοινωνία αποκηρύσσει αυτόν που θεωρεί ότι διέπραξε ανηθικότητα με ποικίλους τρόπους, που μπορούν να φθάσουν ως την ψυχική ή και φυσική εξόντωση του. Ή τον απαλλάσσει.

Η απόδειξη της ενοχής ή αθωότητας αφήνει πάντοτε ερωτηματικά, αλλά είναι προφανώς ασφαλέστερη στο δίκαιο, καθώς στηρίζεται στην εκτίμηση τεκμηρίων και μαρτυριών, ενώ στην ηθική περισσότερο σε φήμες. Φυσικά, αυτό που έχει αντικειμενική σημασία είναι η αποδεικτική διαδικασία. Όταν όμως ο κρινόμενος έχει απαλλαγεί λόγω παραγραφής ή κάθε είδους ασυλίας ή για όποιον άλλο τυπικό λόγο, δεν μένει παρά η ηθική που τον κρίνει. Και αυτή μπορεί να έχει συνέπειες, και όχι μόνο γι΄ αυτόν.

Ενδεχομένως ο κρινόμενος είναι ένα πολιτικό πρόσωπο. Και τότε, το κόμμα του κάνει ό,τι μπορεί για να τον αθωώσει, ακόμη και να συγκαλύψει το έγκλημα που έχει τελεσθεί, ενώ η αντίπαλη παράταξη προσπαθεί στο πρόσωπό του να καταδικάσει το κόμμα του. Και οι δύο προσπάθειες είναι ανήθικες. Ο υπόδικος, είτε αθώος αποδειχθεί είτε ένοχος, εξουθενώνεται ηθικά, πέρα από κάθε ποινή, όποια κι αν του επιβληθεί. Ο άνθρωπος κρίνεται, όχι το κόμμα του. Αυτή η στάση του κοινού δεν είναι εντελώς αδικαιολόγητη. Στηρίζεται στην ανυπαρξία ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, την οποίαν κανένας δεν εμπιστεύεται απόλυτα. Όταν οι επικεφαλής της δικαιοσύνης διορίζονται από την κυβέρνηση, που αποτελείται από πρόσωπα της βουλευτικής πλειοψηφίας, καμιά ανεξαρτησία των τριών εξουσιών δεν υπάρχει. Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν τόσο οι βουλευτές όσο και οι δικαστές κληρώνονταν! Η κλήρωση δεν υφίσταται πολιτικές πιέσεις. Είναι ο μόνος τρόπος που αποκλείει την εξάρτηση των εξουσιών.

Σημειώνεται ότι η ηθική μπορεί να έχει ισχύ τόση όση και το δίκαιο. Θυμάμαι το δίλημμα που τέθηκε στο θεατή σε ένα κινηματογραφικό έργο όπου μια κοπέλα σκότωσε το βιαστή της, ένα διπλωματικό υπάλληλο. Οι ένορκοι την αθώωσαν. Δέχθηκαν ότι ήταν άμυνα, μολονότι, ενώ είχε αποδειχθεί ο βιασμός, δεν είχε αποδειχθεί ότι κινδύνεψε η ζωή της. Ανακουφισμένη βγήκε από το δικαστήριο, όπου ο αδελφός του θύματος, κι αυτός διπλωμάτης, την πυροβολεί. Η ηθική συνεπάγεται περισσότερο από το δίκαιο ηρεμία των πολιτών και κάθαρση, που είναι αποτέλεσμα της σύγκρουσης μεταξύ ελέου προς τον κρινόμενο και φόβου προς την εξουσία.