ΧΑΣΑΜΕ Ή ΚΕΡΔΙΣΑΜΕ;

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 29 Ιανιυαρίου 2019

224. Χάσαμε ή κερδίσαμε;

Έχομε συνηθίσει κάθε αγώνας να σημαίνει νίκη ή ήττα. Κι όμως δεν είναι έτσι και πρέπει να το χωνέψουμε καλά. Ο αγώνας για την επιβίωση υπάρχει πάντοτε. Φανταστείτε να είστε η ψυχούλα μιας σταγόνας νερού. Και προσεύχεστε για το περιβάλλον που θα θέλατε να ζείτε. Τι θα διαλέγατε; Ένα “εχθρικό”, ξερό, θερμό περιβάλλον ή ένα “φιλικό”, υγρό σαν και σας; Προσέξτε! Στην πρώτη περίπτωση, σε λίγο χάνεστε. Τα μόρια του νερού που σας απαρτίζουν εξατμίζονται, πάνε, αέρας έγιναν και σεις παύετε να υπάρχετε. Στη δεύτερη περίπτωση πέφτετε με τη βροχή στη θάλασσα. Και χάνεστε, σταγόνα στον ωκεανό. Φανταστείτε τώρα πως βρίσκεστε μέσα στην κονίστρα, πυγμάχος, και αγωνίζεστε εναντίον του αντιπάλου σας. Τώρα, σαφώς η δική σας νίκη σημαίνει ήττα του αντιπάλου και αντιστρόφως. Τοποθετηθείτε έπειτα να τρέχετε το Μαραθώνιο. Τερματίσατε. Νικήσατε ή χάσατε; Οπωσδήποτε, αφού πετύχατε το στόχο σας, δεν είστε χαμένος. Αν όμως κάποιος άλλος έφτασε στο τέρμα πριν από σας, σαφώς δεν είστε ο νικητής. Χαμένος θα ήσαστε μόνον αν είχατε αναγκαστεί να σταματήσετε στο μεσοδιάστημα. Φανταστείτε ακόμη πως προσπαθείτε να λύσετε ένα πρόβλημα. Αν το λύσετε, νικήσατε. Αν όχι, χάσατε. Όλες αυτές οι περιπτώσεις σημαίνουν αγώνα. Και ο αγώνας μπορεί, αλλά δεν είναι απαραίτητο, να έχει νικητές και ηττημένους. Μπορεί να μην έχει καθόλου αντιπάλους. Η ουσία του αγώνα είναι να βελτιώνουμε τον εαυτό μας, να αυξάνουμε τις αντοχές μας, να μπορούμε να επιβιώνουμε και στο “εχθρικό”, ξερό, θερμό περιβάλλον που μας καταστρέφει και στο “φιλικό” που μας αφομοιώνει.

Οι συναλλαγές μας αφορούν τις σχέσεις μας με τη φύση, με τον εαυτό μας και με τους άλλους ανθρώπους. Οι σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους μπορούν να είναι: Μίμηση, ανταγωνισμός και συμπληρωματικές. Η μίμηση, (π.χ. μόδα), είναι ο πιο ξεκούραστος τρόπος. Χωρίς αγώνα. Μπορεί άνετα να καταλήξει σε αφομοίωση από τους άλλους, σαν τη σταγόνα στον ωκεανό. Ο ανταγωνισμός, (π.χ. στην κονίστρα), καταλήγει σε νίκη ή ήττα, που μπορεί να σημαίνει καταστροφή, σαν την εξάτμιση της σταγόνας. Η συμπληρωματικότητα είναι πολύ πιο δημιουργική σχέση. Αγόρασα ένα κιλό κρέας. Πλήρωσα. Προφανώς ούτε κέρδισα ούτε έχασα. Το πολύ να μ΄ έκλεψε λιγάκι ο χασάπης πουλώντας μου ακριβότερα ή εγώ να τον ξεγέλασα λιγάκι πείθοντάς τον να μου κάνει έκπτωση. Ελάχιστες οι διαφορές. Εγώ ικανοποίησα την ανάγκη μου να φάω κρέας και ο χασάπης την ανάγκη του να έχει λεφτά. Άλλες φορές η σύγκριση είναι δυσκολότερη. Πλήρωσα εισιτήριο και είδα μια όπερα. Και πάλι ούτε κέρδισα ούτε έχασα. Οι πνευματικές ανάγκες είναι εξίσου σημαντικές όπως και οι υλικές. Πέρα από όλα αυτά όμως υπάρχει, όπως είπαμε, και ο αγώνας για τον εαυτό μου. Συγκρίνω τον εαυτό μου πριν από τον αγώνα και μετά. Αν μετά είμαι καλύτερος, αυτή είναι καθαρή νίκη. Χωρίς ηττημένους.

Έγινε μια συμφωνία με μια γείτονα χώρα. Κάθε πανηγυρισμός είναι λάθος. Και κάθε θρήνος είναι λάθος. Και κάθε προσπάθεια να χαρακτηρίσουμε τους σύμφωνους με μας πατριώτες και τους αντίθετους προδότες είναι λάθος, το πιο βαρύ. Απ΄ αυτό φεύγομε σίγουρα όλοι ηττημένοι. Υπάρχουν καθαρά κέρδη και από τις δύο πλευρές. Έγραψαν πολλοί, διάβασα ανάμεσά τους μια ψύχραιμη σύγκριση στην Καθημερινή από τον Δημήτριο Κατσούδα. Το βασικό είναι ότι τελειώνει μια αντιπαλότητα μεταξύ γειτόνων. Και κερδίσαμε την εκτίμηση όλου σχεδόν του κόσμου (με ελάχιστες εξαιρέσεις, Ρωσίας, Τουρκίας κλπ). Και οι δύο δώσαμε και πήραμε, ανταλλάξαμε το κρέας ή την όπερα πληρώνοντας. Ποιος κέρδισε; Το γεγονός ότι η συμφωνία έληξε με οριακή πλειοψηφία και στις δύο πλευρές είναι μια ένδειξη (όχι απόδειξη) ότι τα κέρδη και οι ήττες είναι περίπου ισοβαρή. Θυμηθείτε το ανισοβαρές σχέδιο Ανάν. Άνετη πλειοψηφία από τους Τουρκοκυπρίους, το ίδιο άνετη απόρριψη από τους Ελληνοκυπρίους. Οι πολιτικοί μας όλοι ανακουφίστηκαν. Μπορούσαν να σταματήσουν τη συμφωνία, αλλά ήθελαν να ξεφορτωθούν το αγκάθι, χρεώνοντας τις απώλειες στους αντιπάλους. Τελειώνομε λοιπόν. Ησυχάσαμε;

Όχι, δεν ησυχάζομε. Συνεχίζομε να αγωνιζόμαστε. Για να βελτιωνόμαστε εμείς οι ίδιοι. Χωρίς σπατάλες υλικές και πνευματικές για ένα ζήτημα που χρονίζει από έναν αιώνα και είχε κορυφωθεί εδώ και κάποιες δεκαετίες. Αλληλοσυμπληρούμενες ανταλλαγές με τη βόρεια γείτονα θα αποδώσουν, αν είναι σώφρονες. Και η σωφροσύνη είναι ένα είδος αγώνα προς εαυτόν. Παράλληλα, μπορούμε να στρέψουμε με μεγαλύτερη ασφάλεια την προσοχή μας προς όποιους άλλους ρητά απειλούν τα σύνορά μας. Και να εστιάσουμε την προσοχή μας, επιτέλους, στην ανάπτυξη, στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων μας, που έχουν την ιδιαιτερότητα να είναι χαμηλής μεν απόδοσης, αλλά ανεξάντλητοι: Ήλιος, άνεμοι, κύματα/θάλασσα, γη. Ο Εμπεδοκλής τόνιζε τα 4 στοιχεία: Πυρ, αήρ, ύδωρ, γη. Τα έχομε όλα. Από κει και πέρα, η καλή γειτονία μπορεί να βοηθήσει στην εξαγωγή των όποιων προϊόντων μας προκύψουν. Χάσαμε, αν δεν εκμεταλλευτούμε τα αποτελέσματα της συναλλαγής· κερδίσαμε, αν επωφεληθούμε. Οι απώλειές μας ενδέχεται να αποδειχθούν αλλού και δεν τις βλέπομε εύκολα. Τι ανταλλάγματα πληρώσαμε στους διεθνείς παράγοντες για όλα τα παραπάνω; Όχι, δεν πρόκειται ποτέ βορειομακεδονικός στρατός να πατήσει στην Ελλάδα. Άλλοι στρατοί όμως; Η ιστορία θα το δείξει. Είχαμε όμως το καθαρό κέρδος να μπορούμε να στραφούμε στον αγώνα για τον εαυτό μας. Αυτός είναι ο αγώνας που δεν προκαλεί ανταγωνισμούς, εκτός αν είναι σχιζοφρενικοί, οπότε απορρίπτονται από όλο τον κόσμο.

Να στρέψουμε λοιπόν την προσοχή μας προς όποιους ρητά μας απειλούν. Και να αναπτυχθούμε. Και, επιπλέον να αρχίσουμε να συνειδητοποιούμε τι ακριβώς θέλομε. Όσο οι βουλήσεις μας περιφέρονται στο υποσυνείδητο του ακατέργαστου όχλου, τόσο πιο πολύ υποφέρομε και οι αποφάσεις μας λαμβάνονται εξωλογικά. Ο εκδημοκρατισμός επιτρέπει την ωρίμανση του ανοργάνωτου όχλου σε ώριμο δήμο και την ανοικτή συζήτηση και λήψη αποφάσεων, μετά πάντοτε από την προσεκτική ακρόαση των όσων αντίθετων επιχειρημάτων διαμείβονται από όλες τις πλευρές. Η βουλή με κλήρωση είναι ο δημοκρατικός τρόπος για τέτοιο σκοπό, ορίζει ο Αριστοτέλης. Έτσι, η οχληρή, άγονη γκρίνια μετατρέπεται σε έλλογη λήψη δημιουργικών αποφάσεων των δημοτών.

Χωρίς πανηγυρισμούς και θρήνους λοιπόν, εντείνομε το δημιουργικό αγώνα που θα μας φέρει στο επίπεδο των εταίρων μας. Αντί να τους μιμούμαστε ή να τους αντιπαρατιθέμαστε (καταφανώς πιο αδύναμοι από αυτούς), να ανταλλάσσουμε τα προϊόντα των αγώνων μας, υλικά και πνευματικά, με δικά τους, με λίγο παραπάνω κέρδος ή απώλεια αμοιβαία. Το γεγονός της ανταλλαγής καθαυτό είναι ένα μικρό, αξιόλογο, κέρδος.

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 25 Ιανουαρίου 2019

Κλασικό τρίπτυχο: “Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”. Κάθε λαός έχει πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια. Το “Εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης” δεν το είπε Έλληνας· ο Έκτορας, ο “εχθρός”, το είπε. Η υιοθέτησή του δίνει την ψευδή εντύπωση της ταυτότητας, ενώ απλώς τονίζει την αντιπαράθεση με άλλους λαούς που, όπως εμείς, έχουν και αυτοί πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια. Αν γίνει αντιπαλότητα, με άγνωστη έκβαση, είναι κύριος τρόπος για να αφανισθούμε ως έθνος. Αναρωτιέμαι, τι εθνικό, ιδιαίτερα Ελληνικό, έχει αυτό το τρίπτυχο, που προβάλλεται ως έμβλημα Ελληνικότητας. Τι συνιστά όμως την ταυτότητα της Ελληνικότητας;

Το Ελληνικό πνεύμα και η Ελληνική συμπεριφορά μας έχουν γνωστικό, βουλητικό και συναισθηματικό τομέα. Στο γνωστικό τομέα έχομε όλοι την ικανότητα να επικοινωνούμε μεταξύ μας, με τους προγόνους και απογόνους μας χρησιμοποιώντας την Ελληνική γλώσσα και γραφή. Στο βουλητικό τομέα όλοι συμβάλλομε εξίσου αφενός στη διαμόρφωση της κοινής βούλησής μας με ίσες δυνατότητες όλοι να μετέχουμε εκ περιτροπής στις εξουσίες (νομοθετική και δικαστική), και στην εκλογή των επαϊόντων της εκτελεστικής εξουσίας· και αφετέρου όλοι διαθέτομε τα πάντα, ακόμη και πεθαίνοντας, για την πατρίδα μας, και μάλιστα σε κάποια περίοδο της ζωής μας (θητεία) ολόκληρο το 24ωρο. Τέλος, όλοι είμαστε υπερήφανοι για ό,τι ένδοξο έχουν κάνει οι πρόγονοί μας και κάνουν σήμερα οι σύγχρονοί μας συνέλληνες, επιζητώντας την αντίστοιχη τιμή, αλλά και ντρεπόμαστε για ό,τι επονείδιστο έχουν διαπράξει οι συνέλληνές και πρόγονοί μας, έτοιμοι να αποκαταστήσουμε ή αποζημιώσουμε όποια αδικία έχομε διαπράξει. Αλλιώς δεν έχομε συνέχεια.

Τα παραπάνω πειθαρχούν σε μια κλίμακα αξιών που έχει διαμορφωθεί μέσα μας με την υποχρεωτική παιδεία μας και κατευθύνει τη συμπεριφορά και τη νόησή μας. Η υποχρεωτική εθνική παιδεία αρχίζει στην πρώτη δημοτικού σχολείου και τελειώνει με το απολυτήριο της στρατιωτικής θητείας μας. Η εκπαίδευσή μας έχει πολλαπλούς στόχους, που μπορούν να διαφέρουν στον καθένα, ανάλογα με τις επιθυμίες, τις επιδόσεις, τους σκοπούς του, αλλά έχουν ένα κοινό σκελετό, την Ελληνική παιδεία, που οι σκοποί της αναφέρθηκαν.

“Παιδεία” είναι η διαδικασία για το σχηματισμό της κλίμακας αξιών. “Ελληνική” όμως τι σημαίνει; Γενάρχη μας θεωρούμε τον Έλληνα, πατέρα και παππού των Δωριέων, Αιολών, Αχαιών, Ιώνων. Ήταν εγγονός του Προμηθέα, δισέγγονος του Ιαπετού που είχε έλθει στην Ελλάδα από το Αραράτ, τρίτος γιος (Ιάφεθ) του Νώε, λέει η μελέτη της μυθολογίας. Οι απόγονοι του Έλληνα ήταν το γένος (γενιά) των Ελλήνων. Στο έθνος όμως (έθος, συνήθειες) των Ελλήνων ανήκαν και οι υπόλοιποι απόγονοι του Προμηθέα, οι Μακεδόνες, Γραικοί, Μάγνητες κλπ. Οι Έλληνες όμως δεν σταμάτησαν εκεί. Έλληνες ήταν και οι απόγονοι του Κάδμου, που μας ήλθε πρόσφυγας από τη Φοινίκη (Συρία) και ήταν ο γενάρχης της οικογένειας του Οιδίποδα με τη γνωστή τραγική ιστορία του. Έλληνες ήταν βέβαια και οι απόγονοι του Πέλοπα, πρόσφυγα από τον Καύκασο, πρόγονου των μεγάλων και τραγικών Ελλήνων ηρώων, του Μενέλαου και του Αγαμέμνονα. Και πολλοί άλλοι. Γαλάτες, Ρωμαίοι, Αλβανοί, Σλάβοι, Φράγκοι, και άλλοι ήλθαν στον τόπο μας, εξελληνίσθηκαν αποκτώντας την παιδεία που αναφέραμε πιο πάνω και συχνά μετέχοντας στην άρχουσα τάξη. Ο εξελληνισμός των Ρωμαίων χρειάσθηκε μια χιλιετία για να συντελεσθεί και μας άφησε κληρονομιά ένα από τα επώνυμά μας: Ρωμιοί. Στη διάρκεια των αιώνων και χιλιετιών που έρχονταν στην Ελλάδα όλοι αυτοί οι επήλυδες, διαρκώς εξελληνίζονταν, γονιμοποιώντας την παιδεία μας με στοιχεία που έφερναν μαζί τους από τον τόπο της καταγωγής τους. Η αμετάβλητη γεωγραφία της Ελλάδας, με μοναδική ποικιλία εδάφους σε τόσο περιορισμένη έκταση μεταξύ Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής, και η ανεπανάληπτη ιστορία της ήταν τα στοιχεία που πάνω τους είχε δομηθεί η παιδεία που αποκτούσαν.

Από δυο αιώνες περίπου είμαστε ανεξάρτητο κράτος. Ως Έλληνες όμως είμαστε διασκορπισμένοι παντού. Οι ομογενείς αφελληνίζονται βαθμιαία. Το ενδεχόμενο να αποκτήσουν νοοτροπία γενίτσαρου δεν αποκλείεται. Παράλληλα, δεχόμαστε διαρκώς μετοίκους που εξελληνίζονται. Ολόκληρη η σύγχρονη Ελλάδα απαρτίσθηκε από τη διαρκή συνένωση ποικίλων περιοχών που ανήκαν σε άλλα κράτη. Ο εκπληκτικός όρος “Έλληνας” σημαίνει τούτο: Ο Κρητικός είναι Κρητικός και Έλληνας· ο Πελοποννήσιος Πελοποννήσιος και Έλληνας· ο Ηπειρώτης Ηπειρώτης και Έλληνας· ο Μακεδόνας Μακεδόνας και Έλληνας· εγώ είμαι Κυκλαδίτης και Έλληνας. Ποιος οφείλει να είναι λοιπόν στη σύγχρονη εποχή ο σκοπός της εθνικής παιδείας, με δεδομένα αφενός την παρουσία ξένων μετοίκων (μεταναστών, προσφύγων) στην Ελλάδα και πλήθους ομογενών σε ξένες χώρες; Η παιδεία μας οφείλει, ισχυρίζομαι, να αποβλέπει να δημιουργεί Αλβανούς-Έλληνες, Σύρους-Έλληνες, Πακιστανούς-Έλληνες κλπ και, από την άλλη, Αμερικανούς-Έλληνες, Αυστραλούς-Έλληνες, ποικίλους Ευρωπαίους-Έλληνες κλπ. Στοιχειώδης παιδεία για τους ομογενείς είναι η βαριά φροντίδα του κράτους μας να τους εξασφαλίζει σχολεία όπου θα μαθαίνουν να μιλούν τη σύγχρονη εκδοχή της Ελληνικής γλώσσας, να διαβάζουν την αρχαία εκδοχή της και να γράφουν τη σύγχρονη γλώσσα με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, όπως είναι η φωνητική γραφή (αλλιώς δεν θα το μάθουν). Συγχρόνως, πολιτιστικά δρώμενα, μουσική, αθλητισμός κλπ. Σκοπός, να τους μεταδίδονται τα αναγκαία στοιχεία της ιστορίας και του πολιτισμού μας και οι σύγχρονοι προβληματισμοί μας, έτσι που να μπορούν αφενός να εκφέρουν άποψη και αφετέρου να επηρεάζουν την πολιτική της νέας τους πατρίδας, να είναι όσο γίνεται συμβατή με την εθνική μας πολιτική. Έτσι θα διατηρούν την Ελληνική εθνικότητα έχοντας την ιθαγένεια της νέας τους πατρίδας. Γι΄ αυτήν θα θυσιάσουν, αν χρειασθεί, τη ζωή τους, σ΄ αυτήν θα προσφέρουν τα στοιχεία του Ελληνικού πολιτισμού που φορέας τους εκεί αυτοί είναι. Για τους σύγχρονους εδώ μετοίκους ισχύουν ανάλογα, αλλά επιπλέον η υποχρεωτική θητεία τους, στη διάρκεια της οποίας θέτουν τον εαυτό τους απόλυτα στην υπηρεσία της κοινής μας πατρίδας, καθώς και η δυνατότητά τους να μετέχουν στη διαμόρφωση της κοινής βούλησης όλων των Ελλήνων.

Το Ελληνικό πνεύμα διαμορφωνόταν από χιλιετίες με ένα διαρκή γάμο ποικίλων ξένων επιδράσεων που έρχονταν στον, ή διάβαιναν από τον, τόπο μας με τις ντόπιες συνήθειές μας που διαρκώς διαμορφώνονταν και εξελίσσονταν. Για τους νεόφερτους ξένους διαρκώς πρέπει να επαγρυπνούμε και να διακρίνουμε τους ένοπλους, εναντίον των οποίων προτάσσομε ανένδοτη αντίσταση, από τους άοπλους που έρχονται να ζήσουν μαζί μας μια ζωή καλύτερη από αυτή που είχαν στην πατρίδα της προέλευσής τους. Τις τελευταίες δεκαετίες, μετά το ιστορικό Μεταξικό ΟΧΙ υπήρξαμε ιδιαίτερα ενδοτικοί στην ανοχή ξένων ενόπλων στην επικράτειά μας. Μοιάζει να είναι αντεθνική πολιτική. Αποκλείεται όμως να αποδειχθεί εθνική, αν αναλογισθούμε πως είμαστε Έλληνες ΚΑΙ πανάνθρωποι; Θα δείξει.

ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ

Δημ. Α. Σιδερής, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 22 Ιανουαρίου 2019

223. Προθεσμίες

Γεννιόμαστε με προθεσμία. Αμέσως μετά τη γέννησή μας, έως μετά από μερικές δεκάδες χρόνια ένα είναι βέβαιο: θα πεθάνουμε. Ό,τι είναι να κάνουμε θα πρέπει να το πραγματοποιήσουμε μέσα σ΄ αυτό το περιθώριο. Το τι “είναι να κάνουμε” υπαγορεύεται από παράγοντες έξω από εμάς σε συνδυασμό με την ελεύθερη βούλησή μας σε άλλοτε άλλη αναλογία. Για τους “παράγοντες έξω από εμάς” δεν ευθυνόμαστε, δεν μπορούμε να κάνουμε σπουδαία πράγματα. Βέβαια υπάρχει και εκείνη η “άλλοτε άλλη αναλογία”. Πάντα κάτι μπορούμε μέσα στις υπάρχουσες προθεσμίες. Αυτές πάλι μερικές φορές γίνονται τελεσίγραφο. Με συγκεκριμένη, γνωστή εκτωνπροτέρων, λήξη των χρονικών περιθωρίων που έχομε. Ο θανατοποινίτης μπορεί να ξέρει την ακριβή ημερομηνία του θανάτου του. Σε αντιστάθμιση, υπάρχει η δυναμική αθανασία μας. Μένουν τα γονιμοποιημένα γεννητικά μας κύτταρα που θα εξελιχθούν σε παιδιά μας και θα συνεχίσουν θεμελιωδώς το έργο που είχαμε ξεκινήσει. Μένουν και τα έργα μας, ό,τι δημιουργήσαμε όσο ζούσαμε και εκφράζουν το πέρασμά μας από τη ζωή. Στήριγμα στους επερχόμενους. Και μένει η μνήμη μας στην κοινωνία που μας περιβάλλει. Όσο πιο σημαντική υπήρξε η ζωή μας τόσο για περισσότερο χρόνο επιβιώνομε στη μνήμη της κοινωνίας. Οι ήρωες και οι άγιοι επιβιώνουν για χιλιετίες. Το “αιωνία η μνήμη” γίνεται συνώνυμο με την Πλατωνική “αθανασία της ψυχής”, με μεταφυσική σημασία, για όσους πιστεύουν.

Συνήθως τα διλήμματά μας δεν είναι τόσο ζοφερά. Κάποτε λύνονται αυτόματα ερήμην μας. Άλλοτε η δική μας ευθύνη είναι πολύ σημαντική, αλλά πάντοτε μέσα σε χρονικά περιθώρια. Και οι αποφάσεις μας συνήθως στηρίζονται σε ατελή δεδομένα. “Αν δυσκολεύεσαι να πάρεις απόφαση, μην άγχεσαι”, μου έλεγε ένας Άγγλος δάσκαλός μου: “Αφού δυσκολεύεσαι, σημαίνει πως τα υπέρ και τα κατά είναι περίπου ισοβαρή και οι συνέπειες ελάχιστα συνήθως διαφέρουν”. Εκτωνυστέρων μπορούν να αποδειχθούν σωστές ή λανθασμένες. Απαιτούνται πολλά για να συλλεγούν όλα τα αναγκαία δεδομένα, ώστε να ληφθεί η κατά το δυνατόν ορθότερη απόφαση. Όμως δεν μπορούμε να αγνοούμε το γεγονός των προθεσμιών. Όσο πιο στενές είναι αυτές, τόσο περισσότερο η καθυστέρηση στη λήψη απόφασης γίνεται συνώνυμη με λανθασμένη απόφαση. Οι γιατροί το ξέρουν πολύ καλά αυτό. Αν σταματήσει να λειτουργεί η καρδιά, υπάρχει περιθώριο 3-5 λεπτών να επανέλθει ο άρρωστος στη ζωή, με τις σωστές ενέργειες. Αυτές όμως ποικίλλουν. Κάθε καθυστέρηση στην εφαρμογή των κατάλληλων σωστικών μέτρων ισοδυναμεί με εφαρμογή σφαλερών επιλογών. Τα ίδια ισχύουν και στην πολιτική, που έχει το κοινό με την ιατρική ότι συχνά οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν σε συνθήκες ασφυκτικών προθεσμιών με ατελή δεδομένα.

Πώς αντιμετωπίζεται αυτή η κατάσταση; Οι επιστήμες παρέχουν τη λιγότερο κακή λύση. Στις πολλές περιπτώσεις έχει μελετηθεί ποια λύση συνεπάγεται το συνηθέστερα καλύτερο αποτέλεσμα. Οι επαΐοντες, με γνώσεις και εμπειρία, είναι έτοιμοι να εφαρμόσουν αυτή τη λιγότερο κακή λύση. Όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται πάνω σε έλλογα όντα, όπως σε ασθενείς που έχουν συνείδηση ή σε λαούς, η εφαρμογή τους πρέπει να έχει την έγκριση τους, εκείνων δηλαδή που πρώτιστα αφορά, που πρώτιστα θα ωφεληθούν από μια καλή απόφαση και θα πληρώσουν, ίσως ακριβά, μια κακή. Όσο πιο στενές είναι όμως οι προθεσμίες, όσο πλησιάζουν τα όρια του τελεσιγράφου, τόσο περισσότερο οφείλει να αφεθεί η απόφαση στους επαΐοντες.

Κάθε απόφαση έχει τίμημα. Θέλω να αγοράσω ένα ρούχο. Αυτό που μου αρέσει είναι ακριβότερο από άλλο που με ζεσταίνει το ίδιο, αλλά το χρώμα του δεν είναι της αρεσκείας μου. Δυσκολεύομαι να αποφασίσω, αλλά η λανθασμένη απόφαση δεν κοστίζει και πολύ. Μπορώ και να αναβάλω. Αρκετά συχνά όμως ο υπερβολικός δισταγμός συνεπάγεται καθυστέρηση τέτοια που, καθώς η ιστορία ερήμην μας προχωρεί, η προθεσμία εξελίσσεται σε τελεσίγραφο. Και τότε αντιδρούμε σε συνθήκες πανικού. Οι ενέργειές μας γίνονται τάχιστα, αλλά δεν είναι σωστά εστιασμένες, ενδέχεται περισσότερο να βλάπτουν παρά να ωφελούν, ενώ εξαντλούν τα τελευταία ενεργειακά αποθέματά μας.

Η κατάσταση αυτή υπάρχει και στην πολιτική. Η ταχεία απόφαση του πρωθυπουργού στις 28 Οκτωβρίου 1940 να πει όχι, αποδείχθηκε σωστή. Η αναβολή στο συμβιβασμό με τους Τούρκους όταν είχαν καταλάβει μικρό μέρος του Κυπριακού εδάφους πριν από σχεδόν μισό αιώνα τους επέτρεψε να επεκταθούν στο σχεδόν 40%. Κι ακόμη, η καθυστέρησή μας να αντιδράσουμε στις υπερφίαλες ονειρώξεις γειτόνων έχει οδηγήσει σήμερα στην αναγνώρισή τους από όλο σχεδόν τον κόσμο ως απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Κάθε οντότητα υπάρχει στηριζόμενη στις διαφορές της από το περιβάλλον της. Απ΄ αυτό προσλαμβάνει ό,τι της είναι αναγκαίο για να υπάρχει, αλλά και απ΄ αυτό θα δεχθεί τις επιθέσεις που απειλούν την ύπαρξή της. Θα πάψει να υφίσταται αν οι εξωτερικές επιβουλές την καταστρέψουν ή αν οι εξωτερικές συνθήκες πάψουν να διαφέρουν από αυτή την ίδια. Μια σταγόνα νερού παύει να υπάρχει αν πέσει στον ωκεανό. Κάθε οντότητα οφείλει να έχει σαφές σχέδιο για την αυτοσυντήρησή της. Το σχέδιό μας συνοψίζεται, φοβούμαι σε ένα σύνθημα: “Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”. Πατρίς. Ο Α.Παπανδρέου κατηγόρησε τον τότε πρωθυπουργό, διότι δεν είχε φροντίσει να υπάρχει ένας χάρτης της Ελλάδας. Σωστά, πολύ σωστά. Έγινε πρωθυπουργός, τον διαδέχθηκαν άλλοι. Αναζητήστε τον επίσημο χάρτη της Ελλάδας. Θα χαρώ, όταν μου τον δείξετε. Θρησκεία. Οι πρόγονοί μας, ειδωλολάτρες, ήταν Έλληνες όπως εμείς; Οικογένεια. Διαλύεται. Ο αριθμός των διαζυγίων αυξάνεται κατακόρυφα τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ σε λίγο τα παιδιά θα έχουν δύο μπαμπάδες ή δύο μαμάδες. Ποιος ξέρει; Χρειαζόμαστε συγκεκριμένο σκοπό, σχέδιο, τρόπο αξιολόγησης, όχι παραληρηματικά συνθήματα που, εκτρέποντας από τα πραγματικά προβλήματα, καταντούν βαθύτατα αντεθνικά.

Και όλα αυτά πρέπει να γίνουν το συντομότερο δυνατό. Οι προθεσμίες μας λήγουν. Από τη δόμηση προγράμματος, με σκοπό, σχέδιο, αξιολόγηση, ως την υλοποίησή του απαιτείται χρόνος. Τον έχομε; Στο μεταξύ τα καθημερινά προβλήματα τρέχουν. Και δεν είμαστε προετοιμασμένοι. Το ότι έχομε παραδώσει μέρος της εθνικής κυριαρχίας μας σε άλλους, ΝΑΤΟ, ΕΕ κλπ, μας έκανε να ολιγωρούμε, αλλά δεν μας προστατεύει. Αγνοούμε συστηματικά τη βούληση του λαού μας, του δήμου. Την έχομε εκχωρήσει με την εντολή κάθε 4 χρόνια σε κάποιους προεπιλεγμένους από άλλους, που αποφασίζουν πριν από εμάς για εμάς. Και φυσικά, το πρώτο που επιδιώκουν είναι να μην αλλάξει η υπάρχουσα κατάσταση.

Δεν έχομε πολλά περιθώρια. Πρέπει κάτι να κάνουμε. Τι; καθένας ό,τι στη θέση του μπορεί. Πρώτιστα απαιτώντας συμμετοχή όλων στη λήψη αποφάσεων μετά από έγκυρη, έγκαιρη, υπεύθυνη ενημέρωση. Έχοντας ακούσει ακώλυτα όλους τους επαΐοντες.

ΑΡΕΙΑΝΟΣ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 18 Ιανουαρίου 2019

Βγήκα από την Εφορία το μεσημέρι αναστατωμένος. Ούτε πας στην Εφορία ούτε φεύγεις ήρεμος. Αυτή τη φορά, βγαίνοντας είδα κάποιον που παρουσιάστηκε μπροστά μου από το πουθενά, σα Φάντης Μπαστούνι. Κρατούσε και μπαστούνι.

“Συγγνώμη, κύριε, φαίνεστε πολύ αναστατωμένος. Τι σας συμβαίνει;” Είχε όψη πολύ παράξενη. Δεν είχα δει ποτέ στη ζωή μου τέτοιο πράγμα.

“Από πού είστε, κύριε;” απόρησα.

“Από τον Άρη. Αλλά φαίνεστε αναστατωμένος. Τι σας συμβαίνει;”

“Μιλάτε ωραία τα Ελληνικά!” Προσπάθησα να αλλάξω κουβέντα.

“Μιλώ όλες τις γλώσσες. Όλες είναι ανεπαρκείς. Η Ελληνική όμως μου φαίνεται η λιγότερο ασαφής. Αλλά τι σας συμβαίνει;”

“Βγαίνω από την Εφορία, κύριε. Φθάνει αυτό.”

“Να βγαίνετε από την ευφορία και να δείχνετε τόση δυσφορία: Δεν καταλαβαίνω.

“Εφορία, είπα, όχι ευφορία!”

“Α, κατάλαβα! Αλλά τι σας συνέβηκε;” Η επιμονή του ήταν ενοχλητικά συγκινητική,. Κατάλαβα πως δεν θα ξέμπλεκα, αν δεν του έλεγα.

Είχα πάει ζητώντας φορολογική ενημερότητα της γυναίκας μου. Πήδηξα μια ουρά και ρώτησα τον υπάλληλο σε ποιο γραφείο να πάω. Μου έδειξε απέναντι. Ουρά. Στήθηκα. Μου ζήτησε επίσημη εξουσιοδότηση από τη γυναίκα μου. Λογικό. Την είχα. “Θα την κρατήσουμε”, λέει. Αντίγραφο δεν είχα. “Πηγαίνετε να βγάλετε φωτοαντίγραφο”. “Πού;” “Απέναντι στο δρόμο”. Πενταόροφη η Εφορία, δεν είχε φωτοαντιγραφικό. Πήγα. Ουρά όταν γύρισα. Μου ζήτησε τότε φωτοαντίγραφο της ταυτότητας της γυναίκας μου. Το έβγαλα. Μου ζήτησε να γράψω μια αίτηση. Την έγραψα. “Γιατί τη θέλετε την ενημέρωση;” Μου ήλθε να του πω: “Και τι σε νοιάζει εσένα;” αλλά κρατήθηκα. “Για μεταβίβαση ακινήτου”. “Ποιου;” Του έδωσα τη διεύθυνση. “Τι κωδικό έχει;” “Δεν ξέρω.” “Πηγαίνετε στον 3ο όροφο να σας τον βρούνε”. Πήγα στον 3ο όροφο. Ουρά. Πήρα τον κωδικό. Επέστρεψα στον υπάλληλό μου. Ουρά. “Η γυναίκα σας έχει αλλάξει ταυτότητα, πρέπει να πάτε στο 2ο όροφο να το δηλώσετε”. Πήγα. Αίτηση. “Εξουσιοδότηση έχετε, έστω φωτοτυπία;” “Έχω δώσει στο Ισόγειο στον υπάλληλο”. “Λυπάμαι, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Χωρίς αντίγραφο εξουσιοδότησης, δεν μπορώ να δεχθώ την αίτησή σας.” Κάπου εκεί άρχισα να βάζω τις φωνές. Περιέργως, το μέτρο έπιασε. Έβγαλε το αντίγραφο στο φωτοτυπικό μηχάνημα που είχε δίπλα της. Επιστροφή στον υπάλληλό μου. Ουρά. “Χρωστάει η γυναίκα σας κάποιο ποσό.” “Πώς να το πληρώσω;” “Στο Ταμείο”. Πήγα και κει. Πλήρωσα. Επέστρεψα. Πήρα την ενημερότητα. Ήταν ήδη αργά το μεσημέρι. Πώς να μη δυσφορώ τώρα;

Ο Αρειανός με κοίταξε απορημένος. “Καλά, σεις θέλατε φορολογική ενημερότητα, τίποτε άλλο. Για να σας τη δώσει ο υπάλληλος χρειαζόταν κάποια τεκμηρίωση. Λογικό. Αυτήν όμως την ήθελε αυτός, όχι σεις. Δική του δουλειά ήταν, επομένως, να βρει την τεκμηρίωση, όχι δική σας.” “Αυτά ακριβώς είπα φωνάζοντας στην κυρία που μου ζητούσε φωτοτυπία.” “Και τι σας απάντησε;” “Από ποιο πλανήτη έρχεστε;” με ρώτησε.

Με κοίταξε σα χαζός ο συνομιλητής μου. “Καλά, όλα αυτά μπορούσαν να γίνουν χωρίς να κουνηθείτε ούτε σεις ούτε ο υπάλληλος από τη θέση του, ηλεκτρονικά. Παίνεσα τη γλώσσα σας, αλλά δεν μπορώ να παινέσω και το κράτος σας!” σχολίασε. Αισθάνθηκα την ανάγκη να υπερασπισθώ την πατρίδα μου.

“Καλά, και τι θα κάνουν όλοι αυτοί οι υπάλληλοι που απασχόλησα και γι΄ αυτό πληρώνονται;”

“Μα δε χρειάζονται τόσοι υπάλληλοι. Τη δουλειά την κάνουν οι υπολογιστές.”

“Και τι θα τους κάνουμε όλους αυτούς;”

“Θα τους απολύσετε. Έτσι και το κράτος σας θα κάνει οικονομία και σεις θα εξυπηρετείστε ταχύτερα.”

“Καλά, και τι θα κάνουν όλοι αυτοί οι απολυμένοι; Θα μείνουν άνεργοι να πηγαινοέρχονται στις καφετέριες ή στις διαδηλώσεις καταστρέφοντας τα πάντα;”

“Θα πάνε να δουλέψουν.”

“Πού;”

“Η χώρα σας έχει μεγάλο φυσικό πλούτο. Έχει φυσική ενέργεια που δε ρυπαίνει, ήλιο, ανέμους, κύματα, έχει θάλασσα που μπορεί να φυτρώνει ψάρια, καλαμάρια και αστακούς, έχει εγκαταλειμμένη γη που με τα σημερινά μέσα μπορεί να σας παρέχει ό,τι χρειάζεστε για να ζείτε. Εκεί θα πάνε να δουλέψουν.”

“Και πώς θα τους πληρώνουμε; Εμείς όχι κεφάλαια δεν έχομε, αλλά χρωστάμε για να πληρώνουμε ένα αιώνα.”

“Να πάνε να δουλέψουν με εθελοντική εργασία”.

“Να δουλεύουν και να μην πληρώνονται; Με δουλεύετε;”

“Να παίρνουν μια Βεβαίωση εθελοντικής ΕΡΓΑσίας, ας την πούμε ΒΕΡΓΑ.”

“Και τι να την κάνουν;”

“Να τη δέχεται το κράτος σας ως ένα μέρος των χρεών τους προς αυτό, φόρους, ΕΝΦΙΑ, ΔΕΗ και ό,τι άλλο. Αν δέχεται τη ΒΕΡΓΑ το κράτος σας, θα τη δέχονται και τα καταστήματα, αφού κι αυτοί πληρώνουν το κράτος. Με τη ΒΕΡΓΑ όλα γίνονται.”

“Μιλάτε για χρήμα λοιπόν. Οι διεθνείς συμβάσεις μας το απαγορεύουν.”

“Δεν είναι χρήμα, αφού δεν μπορεί να ανταλλαγεί με συνάλλαγμα. Θα είναι όπως, μη έχοντας λεφτά να πληρώσετε το δικηγόρο σας, αυτός να δέχεται να του καθαρίζετε το γραφείο δωρεάν για ένα μήνα. Ή όπως τα καταστήματα σας δίνουν κουπόνια, bonus, για να τα ανταλλάξετε με προϊόντα τους. Δεν υπάρχει διεθνής δέσμευση που να το απαγορεύει. Απλώς καλός σχεδιασμός χρειάζεται, ώστε με τον τρόπο αυτό να γίνεται ανάπτυξη με παραγωγή όσων χρειάζεστε, αγαθών και υπηρεσιών.” Τον κοίταξα απορημένος.

“Καλά, και ποιος μπορεί να τα κάνει όλα αυτά;”

“Μα έχετε κυβέρνηση που την εκλέξατε και βουλευτές που τους εκλέξατε και δικαστές που διόρισε η κυβέρνησή σας”.

“Μα, κύριε, αν οι βουλευτές ψηφίσουν τους νόμους που λέτε, δεν θα ξαναψηφισθούν!”

“Σωστά. Γιατί να εκλεγούν όμως; Ψηφίστε σεις τους αναγκαίους νόμους.”

“Εμείς δεν είμαστε νομοθέτες!”

“Γιατί όχι; Αν όλοι έχετε τις ίδιες πιθανότητες να συμμετέχετε στη λήψη αποφάσεων, στη βουλή, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στα συνδικαλιστικά σώματα, στα δικαστήρια ως ένορκοι, μπορείτε. Αρκεστείτε να εκλέγετε μόνο την κυβέρνηση μεταξύ όσων κρίνετε ειδικούς. Αυτοί θα εισηγούνται τους νόμους.”

“Μα έχει ο κοινός λαός την ωριμότητα να παίρνει τέτοιες αποφάσεις που χρειάζονται;”

“Το μόνο που χρειάζεται είναι αρετή και κοινός νους. Κι αυτά είναι ισοκατανεμημένα σε μορφωμένους και αμόρφωτους. Εξάλλου, με τη σύγχρονη οργάνωση που αναφέραμε, οι δουλειές θα γίνονται σε μεγάλο βαθμό αυτόματα και οι εργαζόμενοι θα έχουν επαρκή χρόνο να απασχολούνται με τη λύση των προβλημάτων που τους αφορούν. Σε κάποια από τις εξουσίες που λέγαμε είναι πολύ πιθανό πως θα βρεθούν για ένα διάστημα. Έτσι ωριμάζουν.”

“Καλά τα λέτε, αλλά τέτοια πράγματα δε γίνονται.”

“Γιατί δε γίνονται;” Τώρα κοίταξα εγώ σα χαζός το συνομιλητή μου. Δεν μπόρεσα να απαντήσω. Και ξαφνικά, ο Αρειανός, με το μπαστούνι του ο Φάντης, έγινε άφαντος.

ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΕΣ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 15 Ιανουαρίου 2019

 

222. Έγκλημα και εγκληματίες

«Στα Τρίκαλα στα δυο στενά σκοτώσανε το Σακαφλιά», τραγουδά ο Τσιτσάνης. Ηθική είναι η βούληση της κοινωνίας. Αρκετά ασαφής. Σαφέστερο, συνήθως γραπτό, είναι το Δίκαιο, η βούληση των αρχόντων. Υπάρχει όμως τρόπος να εκφρασθεί η ασαφής ηθική; Η λαϊκή τέχνη. Θρηνεί το θύμα· καταδικάζει τη δολοφονία· δεν ασχολείται ιδιαίτερα με (ή και εξυμνεί) το δολοφόνο. Αντίθετα, η επίσημη δικαιοσύνη εστιάζεται στον εγκληματία περισσότερο παρά στο έγκλημα. Αποτελεί μια πρόοδο ότι λαμβάνονται υπόψη οι συνθήκες του εγκλήματος, π.χ. προμελέτη, άμυνα, βρασμός ψυχής. Η διαφορά είναι τούτη: Τα αίτια της παραβατικότητας είναι αρμοδιότητα της πολιτείας, της πολιτικής, για να αντιμετωπισθούν, όχι της δικαιοσύνης. Το δικαστήριο κρίνει τον εγκληματία, για να επιβάλει ποινή.

Εναργέστερη και ψύχραιμη στάση παίρνει η Ιστορία. Αναζητεί τα αίτια μάλλον παρά τους αιτίους της ιστορίας. Ο Θουκυδίδης αναφέρει σαν αιτία του Πελοποννησιακού πολέμου τη φοβία των Λακεδαιμονίων, που, καθιερωμένη δύναμη, έβλεπαν την ταχύτατη ανάπτυξη της δύναμης των Αθηναίων. Δεν κατονομάζει αιτίους. Αναγνωρίζει βέβαια επώνυμα κάποιους δημαγωγούς (π.χ. Αλκιβιάδης, Κλέων) που συνέβαλαν στη συνέχιση του πολέμου και αναγνωρίζει τη φιλαρχία ως υποκειμενικό κίνητρο για τον πόλεμο. Φιλαρχία είναι η αγάπη στις αρχές, στην εξουσία, δηλαδή στη δυνατότητα να ελέγχονται οι κοινωνικές αποθήκες των αγαθών, το κεφάλαιο. Παραπέρα βλέπει τους φαύλους κύκλους που διαιωνίζουν τον πόλεμο. Οι εμπόλεμοι αναζητούν συμμάχους, που προσφέρονται με ανταλλάγματα. Όταν οι κύριοι αντίπαλοι πείθονται να κάνουν ειρήνη, οι σύμμαχοι δεν τους ακολουθούν κι ο φαύλος κύκλος του πολέμου συνεχίζεται.

Η ηθική δεν ταιριάζει πάντοτε με το δίκαιο. Στη μοναρχία υπάρχει η δυνατότητα για μεγάλη απόκλιση μεταξύ δικαίου και ηθικής, στη δημοκρατία (με κληρωμένους από το σύνολο άρχοντες) πολύ μικρότερη και στην ολιγαρχία (με κληρονομικούς ή εκλεγμένους άρχοντες) ενδιάμεση. Γενικά, στη σύγχρονη ιστορία τονίζεται η νομική όψη της ομαδικής βούλησης. Προτιμούμε να θεωρούμε πως αίτιοι του Β΄ΠΠ ήταν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι μάλλον παρά το ότι υπήρχαν ιστορικές συνθήκες που οδήγησαν αναπόφευκτα σ΄ αυτόν. Γενικά, οι συνθήκες που οδηγούν στην ομαδική βία είναι η μεγάλη διάσταση, ως ένα ουδό (κατώφλι), μεταξύ δικαίου και ηθικής ή, οικονομικά, η κρίσιμα μεγάλη οικονομική ανισότητα.

Ο Σακαφλιάς, ήταν ένας φτωχοήρωας του υποκόσμου, χήρος, συντηρούσε 6 παιδιά και μάνα, άνεργος, γόης στις γυναίκες. Του έγινε έξωση. Βρήκε στο δρόμο όλη την οικογένειά του και τα ελάχιστα έπιπλα που είχε. Πήγε, βρήκε τον ιδιοκτήτη και τον μαχαίρωσε. Στο δικαστήριο υποστήριξε πως ήταν ατύχημα: το φονικό μαχαίρι ανήκε στον ιδιοκτήτη. Καταδικάστηκε για προμελέτη: αυτός πήγε και βρήκε το θύμα. Η ανεργία και η γοητεία του θα μπορούσαν να είναι τα στοιχεία που τον έκαναν συμπαθή. Ο πιθανός δολοφόνος του στα δυο στενά (υπονοώντας μάλλον τη φυλακή) ήταν ανταγωνιστής του στην προσπάθεια να ελέγχεται ο υπόκοσμος στη φυλακή. Περιφρονήθηκε και τελικά, πιθανώς, αυτοκτόνησε.

Σε όλο τον κόσμο, ίσως περισσότερο στην πατρίδα μας, το κοινό συναίσθημα βλέπει με επιφύλαξη, κάποτε μισητά, το νόμο. Βλέπει τότε με συμπάθεια τον κατηγορούμενο, ακόμη κι αν τα ΜΜΕ, όργανα του κατεστημένου, τον παρουσιάζουν ως στυγνό εγκληματία. Θυμηθείτε το «Δράκο» του Κούνδουρου. Γιατί; Είναι, υποστηρίζω, η διάσταση μεταξύ του δικαίου, βούλησης των αρχόντων, και της ηθικής, βούλησης της κοινωνίας. Εμείς έχομε τη δικαιολογία, ότι για 4 αιώνες, ή ίσως για >2 χιλιετίες, οι Έλληνες δεν αυτοδιοικούνταν και, επομένως, ο νόμος ήταν εχθρικός απέναντί τους – ή αυτοί εχθρικοί απέναντί του. Οι ισχύοντες σήμερα θεσμοί δεν αποτελούν εξέλιξη της παράδοσής μας, αλλά μετεμφύτευση ξένων θεσμών, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες μας. Στην επείγουσα πάντοτε ανάγκη να έχουμε νόμους, εισαγάγαμε π.χ. τον κοινοβουλευτισμό από την Αγγλία, το Συμβούλιο της Επικρατείας από τη Γαλλία, τον αστικό κώδικα από τη Γερμανία. Μα είναι όλοι αυτοί οι θεσμοί συμβατοί μεταξύ τους; Και είναι συμβατοί με τις Ελληνικές συνθήκες, την ιδιαίτερη ιστορία και παράδοσή μας, τη βαθμιαία ένταξη στον κορμό της Ελλάδας ποικίλων περιοχών με τους δικούς τους νόμους, τη μοναδική γεωγραφία μας; Η διαφορετική διαμόρφωση του εδάφους υπαγορεύει έθιμα κατάλληλα για κτηνοτρόφους στα βουνά, για γεωργούς στις πεδιάδες, για ψαράδες και γενικότερα ναυτικούς στα νησιά. Κι ο νόμος πρέπει να καλύψει ενιαία όλα αυτά. Μα πώς θα ταιριάσουν οι διαφορετικοί μεταξύ τους θεσμοί χωρών που είναι απέραντες πεδιάδες στην Ευρώπη και έχουν πετύχει στον τόπο τους, επειδή ταιριάζουν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και όχι επειδή έχουν παγκόσμιο κύρος; Γι΄ αυτό, άλλωστε διαφέρουν μεταξύ τους. Αυτό είναι το ένα που μας λείπει.

Το άλλο είναι η μεγάλη ανισότητα, ένας γενικός παράγοντας για πρόκληση δεινών. Στις πλουσιότερες χώρες (μεταξύ τους και η Ελλάδα), όσο μεγαλύτερη είναι η οικονομική ανισότητα, τόσο χειρότερα είναι: η παχυσαρκία, ψυχικά νοσήματα, ανθρωποκτονίες, γεννήσεις από έφηβα κορίτσια, φυλακισμένοι, παιδική ευημερία, ναρκωτικά, προσδόκιμο επιβίωσης, σχολικές επιδόσεις, αμοιβαία εμπιστοσύνη, θέση των γυναικών, κοινωνική κινητικότητα, ευρεσιτεχνίες (R.G.Wilkinson). Η διάσταση μεταξύ νομιμότητας και ηθικής που επισημαίνω είναι πιο δύσκολο να μετρηθεί και δεν ξέρω καμιά σχετική επιστημονική μελέτη.

Η δημοκρατική ιδέα με κληρωτούς όλους τους άρχοντες, σκοντάφτει στα πολυσύνθετα σήμερα προβλήματα που απαιτούν εξειδικευμένους άρχοντες. Το αρχαίο πρότυπο, βασικά με κληρωτή βουλή, κληρωτή δικαιοσύνη, αλλά εκλεγμένη εκτελεστική εξουσία, μπορεί να εφαρμοστεί, υποστηρίζω, σήμερα με κάποιες προσαρμογές φέρνοντας εγγύτερα το νόμο με την ηθική. Είναι προφανές ότι σε έκτακτες καταστάσεις, όπως σε ένα πόλεμο, οι εξουσίες των ειδικών, εκτελεστικής εξουσίας, στρατιωτικών κλπ, θα αυξάνονται. Και πάντοτε θα υπάρχει κίνδυνος να υφαρπάξουν την εξουσία από τη βουλή και τη δικαιοσύνη μετά τη λήξη της έκτακτης κατάστασης. Εξάλλου, τα κόμματα, (δεν έχει καμιά απολύτως σημασία αν είναι αριστερά η δεξιά) από τα οποία εκλέγονται οι κυβερνήτες, εκπροσωπούν την ολιγαρχία. Και πάντοτε θα είναι έτοιμα, μαζί με κυκλώματα που εμπλέκονται, οικονομικά, συνδικαλιστικά, επικοινωνιακά κλπ, να δημιουργήσουν προβλήματα στη δημοκρατία, να την ανατρέψουν, να προκαλέσουν αναστάτωση, να ζητήσουν τη βοήθεια ξένων για να επανέλθει η τάξη. Κι οι ξένοι με μεγάλη χαρά θα σπεύσουν, ζητώντας μάλιστα σημαντικά οικονομικά και κυριαρχικά ανταλλάγματα, καθώς πουθενά στον κόσμο σήμερα δεν είναι επιθυμητή από τους κρατούντες η δημοκρατία. Αυτό που στην Ελλάδα ονομάζομε σήμερα δημοκρατία είναι οι ρεπούμπλικες, ολιγαρχίες. Άλλωστε και η Ελληνική «δημοκρατία» διεθνώς ονομάζεται, σωστά, Hellenic republic, όχι Hellenic democracy. Εμείς όμως, τι μας εμποδίζει να επανέλθουμε στην παράδοση των προγόνων μας; Ως τότε, φοβούμαι, οι καταδικασμένοι στα δικαστήρια εγκληματίες θα γίνονται λαϊκοί ήρωες.

ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 11 Ιανουαρίου 2019

Βρίσκομαι σε πλοίο στο λιμάνι. Από το παράθυρο δεν βλέπω παρά ένα άλλο πλοίο δίπλα μας. Κίνηση. Είναι αδύνατο να ξέρω αν εμείς κινούμαστε προς τα εμπρός ή το άλλο πλοίο προς τα πίσω. Κίνηση είναι η μεταβολή θέσης σχετικά με ένα άλλο σώμα. Αν όμως αρχίσω να επιταχύνομαι, νοιώθω μια δύναμη να με σπρώχνει προς τα πίσω, κι αν επιβραδύνομαι, μια δύναμη με σπρώχνει προς τα εμπρός. Η επιτάχυνση λοιπόν είναι απόλυτη κίνηση, χωρίς σύγκριση με άλλο σώμα. Έτσι σκέφτηκε ο A.Einstein και υπέθεσε πως η βαρύτητα, που είναι δύναμη, σημαίνει επιτάχυνση. Φαντάστηκε ένα ασανσέρ ακίνητο πάνω στη γη. Μια σφαίρα απέξω τρυπάει τον ένα τοίχο και βγαίνει από τον άλλο λίγο χαμηλότερα, επειδή πέφτει με τη βαρύτητα. Μετέφερε μετά το νοερό ασανσέρ στο διάστημα και το φαντάστηκε να ανέρχεται επιταχυνόμενο. Μια σφαίρα πάλι τρυπά τον τοίχο του και βγαίνει από τον άλλο, λίγο χαμηλότερα, επειδή στο μεταξύ ανέβηκε λίγο το ασανσέρ. Αδύνατο λοιπόν να καταλάβουμε τη διαφορά ανάμεσα στην επιτάχυνση και στη βαρύτητα με ακινησία. Ναι, αλλά αν, αντί για σφαίρα, είναι μια ακτίνα φωτός, τι γίνεται; η ακτίνα έχει πολύ μεγάλη, αλλά πεπερασμένη ταχύτητα. Όταν το ασανσέρ ανεβαίνει επιταχυνόμενο, η ακτίνα που εισήλθε από τον ένα τοίχο, θα εξέλθει από τον άλλο ελάχιστα χαμηλότερα από το ύψος της εισόδου της, επειδή, ώσπου να φθάσει στον άλλο τοίχο, το ασανσέρ έχει ανέλθει λίγο. Αν όμως ο ανελκυστήρας είναι ακίνητος πάνω στη γη και εισέλθει μια ακτίνα, θα βγει από την άλλη χαμηλότερα από το σημείο από το οποίο εισήλθε; Ναι, ισχυρίστηκε ο σοφός. Κι εννοούσε πως το φως έχει βάρος! Αποδείχτηκε εμπειρικά. Γινόταν μια έκλειψη ηλίου και τα τηλεσκόπια μπορούσαν να τον παρατηρήσουν. Πίσω του βρισκόταν ένα αστέρι, που τη θέση του την ήξεραν εκ των προτέρων με μέγιστη ακρίβεια κάθε στιγμή. Την ώρα της έκλειψης λοιπόν, το είδαν σε άλλη από την αναμενόμενη θέση, επειδή οι ακτίνες του περνώντας πλάι στον ήλιο υπέστησαν μια κάμψη πριν φθάσουν στη γη: τις τράβηξε ο ήλιος με τη βαρύτητά του. Η επιτάχυνση διαφέρει ποιοτικά από την κίνηση: είναι δύναμη. Αυτή είναι η περίφημη θεωρία της σχετικότητας. Και οδήγησε σε τρομακτικά αποτελέσματα, όπως είναι οι ακτινοθεραπείες σε καρκίνους και η ατομική βόμβα.

Να γενικεύσουμε τώρα τη θεωρία φεύγοντας από τον κόσμο της Φυσικής. Ο κόσμος διαρκώς αλλάζει. Το επισήμανε πρώτος ο Ηράκλειτος: “Τὰ πάντα ρεῖ” και “Οὐκ ἄν δίς τὸν αὐτὸν ποταμὸν μβαίης”. Αν επιχειρήσεις να μπεις δεύτερη φορά, θα είναι άλλα νερά, άλλος ποταμός επομένως. Η θεωρία βρισκόταν σε αντίθεση με εκείνη που διατύπωσε αργότερα ο Πλάτων, πως ο πραγματικός κόσμος είναι ο νοητός, ακίνητος, αιώνιος, ενώ ο αντιληπτός με τις αισθήσεις μας κόσμος είναι ένα φθαρτό κακέκτυπό του. Και η κοινωνία μας διαρκώς αλλάζει. Ο καθένας μας καταλαβαίνει πως έχει διαφορές από κάθε άλλον. Και, αν έχει αυτεπίγνωση, δεν μπορεί να είναι βέβαιος αν αυτός άλλαξε ή οι άλλοι άλλαξαν, ενώ αυτός έμεινε ο ίδιος.

Ο άνθρωπος διαρκώς αγωνίζεται. Τα πάντα αλλάζουν γύρω του. Κάποια επειδή έτσι κι αλλιώς θα άλλαζαν, κάποια άλλα όμως ως αποτέλεσμα του αγώνα του. Έτσι μπόρεσε να τα βάλει με το κρύο ανάβοντας φωτιά, με την τριβή, ρολάροντας με τον τροχό, με τη βαρύτητα επινοώντας αερόστατα, αεροπλάνα και πυραύλους. Αντιμετώπισε τα γοργοπόδαρα θηράματά του και τα άγρια θηρία επινοώντας το τόξο, που τα βέλη του έτρεχαν γρηγορότερα από τα θηράματα, ενώ σκότωναν τα θηρία πριν αυτά τον ακουμπήσουν με τα φοβερά νύχια και δόντια τους. Αντίπαλος που δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα μαζί του ήταν ο άλλος άνθρωπος. Επινόησε όμως και γι΄ αυτό την Κοινωνία στα πρότυπα κάποιων εντόμων, όπως τα μυρμήγκια και οι μέλισσες. Κατανομή της εργασίας για ένα κοινό σκοπό.

Μέσα στα πλαίσια της κοινωνίας του αγωνίζεται, για να δημιουργήσει αποθήκες αγαθών που θα τα χρησιμοποιήσει όταν υπάρξει ένδεια από αυτά στη φύση. Δεν σπαταλάει τις δυνάμεις του αγωνιζόμενος εναντίον άλλου ανθρώπου, για να του πάρει τη λεία του. Τώρα όμως δημιουργήθηκε ανταγωνισμός σε άλλο επίπεδο. Μια άλλη ανθρώπινη ομάδα, π.χ. μια συμμορία ληστών, προσπαθεί να σφετερισθεί τις αποθήκες που έχει δημιουργήσει η δική του κοινωνία. Και τότε ακολουθεί μαζική βία, πόλεμος.

Τα παιδιά μας, θα ζήσουν σε μια τέτοια πολύπλοκη κοινωνία και πρέπει να ασκηθούν από μικρή ηλικία για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της υπόλοιπης ζωής. Πώς; Ο τρόπος είναι να προκαλούνται να αγωνίζονται. Υπάρχουν ποικίλα είδη αγώνα. Είναι ο ανταγωνισμός, η άμιλλα, η ατομική προσπάθεια. Στον ανταγωνισμό, όπως στην κονίστρα, (πάλη ή πυγμαχία), σκοπός είναι η ήττα του αντιπάλου που είναι ένας. Στην άμιλλα, όπως στο στίβο, (δρόμος, άλμα, ρίψεις), αλλά και στο διαγωνισμό, σκοπός είναι η νίκη καθενός, ενώ απαγορεύονται οι ενέργειες εναντίον των άλλων. Οι αντίπαλοι μπορεί να είναι ένας, πολλοί ή και κανένας. Και στην άμιλλα και στον ανταγωνισμό η νίκη μπορεί να είναι αποτέλεσμα της καλής επίδοσης του νικητή, αλλά και της κακής επίδοσης των συναγωνιστών του. Στην ατομική προσπάθεια, ο αγωνιζόμενος δεν παλεύει εναντίον άλλων, αλλά μόνος του, όπως η επιτάχυνση γίνεται όχι συγκριτικά με άλλα σώματα αλλά συγκριτικά με την προηγούμενη ταχύτητα. Το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς νίκη· είναι ποιοτικά διαφορετικό: βελτίωση των ικανοτήτων εκείνου που προσπαθεί. Η αξιολόγηση, σα μέρος του εκπαιδευτικού κύκλου (οι δύο άλλοι είναι ο ορισμός του σκοπού και του προγράμματος), δίνει τα αποτελέσματα, αν κάποιος νίκησε στον ανταγωνισμό ή στην άμιλλα και αν κάποιος βελτιώθηκε. Ένας τρόπος για την τελευταία είναι οι τακτικές γραπτές αξιολογήσεις με ψευδώνυμο. Με αυτές καθένας μαθαίνει, συγκρίνοντας την επίδοσή του με προηγούμενες, αν βελτιώθηκε. Ο δάσκαλος γνωρίζει με αυτές τη μέση επίδοση της τάξης, αλλά όχι κάθε μαθητή χωριστά. Έτσι πληροφορείται, αν η τάξη βελτιώνεται και επομένως, αν ο ίδιος, ως δάσκαλος, είναι καλός.

Ωστόσο, η σύγκριση με τους άλλους είναι αναγκαία. Στην ενήλικη ζωή, θα υπάρξουν άμιλλα και ανταγωνισμός. Διαγωνισμός επομένως για το πέρασμα από μια εκπαιδευτική ενότητα σε επόμενη για την άμιλλα. Ανταγωνιστικά παιχνίδια, πνευματικά (π.χ. σκάκι) ή σωματικά (π.χ. ποδόσφαιρο) είναι κι αυτή απαραίτητη. Μ΄ αυτή θα μάθουν να αμιλλώνται και ανταγωνίζονται αντιπάλους τηρώντας κανόνες. Προπάντων όμως αγώνας για να βελτιώνεται κάποιος ανεξάρτητα από τους άλλους. Σαν την επιτάχυνση της σχετικότητας.

ΜΑΘΑΙΝΩ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 8 Ιανουαρίου 2019
  • 221. Μαθαίνω από τα παιδιά μου

“Μπορείτε να παλέψετε για να τους μοιάσετε, μα μη ζητάτε να κάνετε αυτά να σας μοιάσουν”, γράφει ο Χαλίλ Τζιμπράν για τα παιδιά. Μου φάνηκε παράδοξο, αλλά το πήρα λίγο σοβαρά. Προχώρησα μάλιστα και άρχισα να μαθαίνω από τα παιδιά μου. Ε, αυτό κι αν είναι παράδοξο! Είναι δυνατό τα παιδιά να ξέρουν περισσότερα από τους μεγάλους; Κι όμως, όταν απόκτησα μερικές γνώσεις από αυτά, άρχισα να αναζητώ δικαιολογίες για να καλύψω τον εαυτό μου. Τα παιδιά, όταν πάνε σχολείο, αρχίζουν να εκπαιδεύονται, να μαθαίνουν πολλά πράγματα. Αποκτούν γνώσεις και, ιδίως στο δημοτικό σχολείο, μια κλίμακα αξιών που ονομάζεται παιδεία. Η εκπαίδευση είναι πάντοτε στοχευμένη. Τα παιδιά μαθαίνουν ό,τι αποφάσισε η πολιτεία, κάποια εξουσία δηλαδή, να μάθουν. Αυτό όμως δεν είναι ακριβώς παιδεία, αλλά πλύση εγκεφάλου. Το σχολείο μπορεί να τους διευρύνει τους πνευματικούς ορίζοντές τους, έτσι που να έχουν περισσότερες επιλογές, μεγαλύτερη ελευθερία στη σκέψη, στη φαντασία, στη βούλησή τους. Μπορεί όμως και να τους στενεύει τους ορίζοντες, να τους κάνει το κάθε τι να οδηγεί σε μία μοναδική σκέψη, μια πίστη υπαγορευμένη από την εξουσία κι αυτό είναι πλύση εγκεφάλου, που οδηγεί στην προκατάληψη, σε φανατισμούς. Το παιδί πριν πάει σχολείο έχει μάθει ήδη να μιλάει, να εκφράζεται προφορικά και να ακούει προσλαμβάνοντας ό,τι έχει αξία γι΄ αυτό. Συναναστρέφεται και κουβεντιάζει με τους γύρω του, οικογένεια, προπάντων άλλα παιδιά, που δεν προσπαθούν να του επιβάλλουν γνώσεις. Είναι η κατάλληλη ηλικία για να μάθει κάποιος από αυτά. Θα σας παρουσιάσω μερικά που έμαθα από τα παιδιά και τα εγγόνια μου.

Καθόμαστε στο σαλόνι. Ο γιος μου πετούσε μια κάλτσα, την έπιανε και την ξαναπετούσε. Κάποια στιγμή η κάλτσα έπεσε μέσα σε ένα βάζο. “Ζήτω, νίκησα!” ανέκραξε θριαμβευτικά. Απόρησα. “Καλά, ποιον νίκησες;” “Το στόχο!”, μου απάντησε. Ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα πως μπορείς να νικήσεις, χωρίς αντίπαλο. Πρώτη φορά που κατανόησα τη διαφορά μεταξύ άμιλλας και ανταγωνισμού. Στην άμιλλα αγωνίζεται κάποιος για να πετύχει ένα στόχο. Μπορεί να είναι ένας ή πολλοί. Ο καλύτερος βραβεύεται. Διενεργείται στο στίβο. Οι άλλοι που πέτυχαν το στόχο, δεν ηττήθηκαν. Απλώς δεν νίκησαν. Στον ανταγωνισμό αγωνίζεται κάποιος για να νικήσει έναν άλλον. Αγωνίζονται δύο. Στην κονίστρα. Νίκη του ενός είναι η ήττα του αντιπάλου του. Μπορεί να μην ήταν σπουδαίος ο νικητής, απλώς ήταν ανίκανος ο ανταγωνιστής του. Αν σε μια κοινωνία επικρατεί η άμιλλα, η κοινωνία πηγαίνει μπροστά, καθώς όλοι προσπαθούν να πετύχουν το καλύτερο. Όταν επικρατεί ο ανταγωνισμός, η κοινωνία μπορεί να προχωρεί, να μένει στάσιμη ή και να υποχωρεί, καθώς καθένας αγωνίζεται εναντίον του άλλου, εμποδίζοντάς τον να αναπτυχθεί. Για να μην ηττηθεί.

“Τι θα πει σκέφτομαι;” τον ρώτησα μια άλλη φορά. Σκέφτηκε αρκετά. Στο τέλος μου απάντησε: “Κουβεντιάζω από μέσα μου”. Και μα την αλήθεια, δεν ξέρω άλλο καλύτερο ορισμό. Ο Descarte που ερεύνησε το θέμα, είχε δώσει άλλον ορισμό: “Cogito ergo sum”. Σκέπτομαι, άρα υπάρχω. Κι όμως “je parle de la pensée”, μιλώ τη σκέψη μου, δέχεται.

Μια και έμαθα τι σημαίνει σκέφτομαι, είπα να μάθω κι άλλα πράγματα από το γιο μου. “Τι θα πει θέλω;” τον ρώτησα. Η αλήθεια είναι ότι εγώ δεν είχα κανενός είδους απάντηση στην ερώτηση που του έθεσα. Το βασάνισε περισσότερη ώρα αυτή τη φορά. Τελικά όμως μου απάντησε: “Προσπαθώ να κάνω κάτι από μέσα μου”. Μπορείτε σεις να δώσετε καλύτερο ορισμό;

Ο άλλος γιος μου ήταν πιο ευφάνταστος. Ήταν στην πρώτη δημοτικού, όταν ταξιδεύαμε με το αυτοκίνητό μας. Για να περνάει η ώρα, τους έλεγα αινίγματα που προσπαθούσαν να βρουν τη λύση τους. Καθώς του άρεσε η μουσική τον ρώτησα ποια είναι η πόλη που είναι μια νότα. Εκεί πηγαίναμε και δεν άργησε να τη βρει: “Λα μία!” φώναξε. Ύστερα από λίγη ώρα όμως αντέστρεψε τους ρόλους. “Θα πω κι εγώ ένα αίνιγμα.” Τι νάχει ακούσει;”, απόρησα. “Ποια είναι η λέξη που αρχίζει με τελικό σίγμα και τελειώνει σε κεφαλαίο Ρο;” Ομολογώ πως κανένας από τους άλλους τρεις που είμαστε στο αυτοκίνητο, εγώ, η γυναίκα μου κι ο μεγαλύτερος αδελφός του, δεν μπορέσαμε να βρούμε τη λύση. Κάποια παιδική ανοησία θα είναι, σκέφτηκα συγκαταβατικά. “STOP”, φώναξε.

Στο μεταξύ μεγάλωσαν και πια δεν μπορώ να μάθω τίποτε πρωτότυπο απ΄ αυτά. Ό,τι και να τους ρωτήσω, μου απαντούν με κάτι που έχουν μάθει από τους άλλους ή με συμπεράσματα από όσα έχουν διδαχθεί από τους μεγαλυτέρους, από τα βιβλία και, τελευταία πια, από το Internet. Άχρηστοι, όπως εγώ, όπως κι όλοι οι μεγάλοι για να γίνουμε πηγή γνήσιας, πρωτότυπης, γνώσης. Εκτός κι αν μείνουμε παιδιά.

Κι όμως χρειάστηκα να μάθω. Διάβαζα στη Γένεση: «Εἶπεν  Θεὸς Γεννηθήτω φῶς. Καὶ εγένετο φῶς. Καὶ εἶδεν ὁ Θεός τὸ φῶς ὃτι καλὸν». Αναρωτήθηκα. Τι θα πει “καλόν”; Στην αρχαία γλώσσα σήμαινε “ωραίο” – εξ ου και κάλλος. Στη νέα γλώσσα όμως σημαίνει “αγαθόν”, ενώ “αγαθό” λέμε τον άνθρωπο που θεωρούμε κουτό. Η μετάφραση της Βίβλου των εβδομήκοντα έγινε στην Ελληνιστική εποχή, όταν πια δεν μιλιόταν η κλασική Αττική διάλεκτος. Τι εννοεί λοιπόν η Παλαιά Διαθήκη; Ότι το φως είναι ωραίο ή αγαθό; Ρώτησα καθηγητές Πανεπιστημίου φιλολόγους και θεολόγους, αλλά δεν μπόρεσαν να με φωτίσουν. Κατέφυγα στο Ραββίνο, που, εκτός από τη μετάφραση των Ο΄, γνώριζε, υπέθεσα, και το Εβραϊκό πρωτότυπο, τουλάχιστον το επίσημο αντίγραφό του. Ούτε κι αυτός μου έδωσε ικανοποιητική απάντηση. Τι θα πει καλόν; Τα παιδιά μου είχαν μεγαλώσει, δεν ωφελούσε να τα ρωτήσω. Είχα όμως τώρα εγγονό. “Ήλθε προχθές στο σπίτι σας ένας μπογιατζής κι έκανε “καλή” δουλειά. Τι θα πει “καλή δουλειά”; Σκέφτηκε λίγο, το κουβέντιασε και λιγάκι – ήταν ήδη στην πρώτη δημοτικού. “Όπως πρέπει”, μου απάντησε στο τέλος. Και το “όπως πρέπει” περιλαμβάνει και τις δύο, και την αισθητική και την ηθική σημασία του “καλός”.

Ακούτε με προσοχή τα παιδιά σας. Μη διστάζετε να τα ρωτάτε για να μάθετε. Από τα σημαντικά πράγματα, ξέρουν περισσότερα από σας, εσείς πιεστήκατε με την παιδεία που έχετε λάβει να τα ξεχάσετε. Ή να τα στρεβλώσετε. Προπάντων όμως ακούτε τα παιδιά σας, “γιατί η ζωή δεν πηγαίνει προς τα πίσω ούτε χασομερά με το χθες”, συνεχίζει ο μεγάλος ποιητής και φιλόσοφος Χαλίλ Τζιμπράν.

 

 

ΕΠΑΡΧΙΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ.καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 4 Ιανουαρίου 2018

Έφηβος πρωτόρθε πριν από πολλές δεκαετίες στην πρωτεύουσα από το νησί του. Είχε το σύμπλεγμα του επαρχιώτη. Στην Αθήνα όλα θα γίνονταν τυπικά και τέλεια, όχι παρακατιανά όπως στην πολιτειούλα που μεγάλωσε. Καΐκι, Πειραιάς, ηλεκτρικός για Αθήνα. Είχε ακουστά για τα τραίνα, αλλά τώρα ζούσε το μεγαλείο. Επιγραφές: “Απαγορεύεται το πτύειν”. “Μη κύπτεται εκτός του παραθύρου”. Όλα αυτά γραμμένα και στα Γαλλικά. Τασάκια υπήρχαν προσηλωμένα στα τοιχώματα του βαγονιού. Απόρησε. “Πώς τα αδειάζουν;” “Μόλις φθάσει στο τέρμα, αναποδογυρίζουν το βαγόνι!” τον πείραξε ο πατέρας του που τον συνόδευε. Ντράπηκε. Επαρχιωτόπουλο ήταν. Έμεινε μόνος. Πήγε στο μαγέρικο της φοιτητικής γειτονιάς. Ροζμπίφ μακαρόνια. Έφαγε, πλήρωσε και περίμενε. “Θες κάτι άλλο;” ρώτησε το γκαρσόνι. Πρωτεύουσα ήταν, όλα τυπικά και τέλεια, όπως στον κινηματογράφο. “Απόδειξη δεν μου έδωσες!”. Τον κοίταξε απορημένο το γκαρσόνι. Έφερε το δείκτη του δεξιού χεριού του  και άγγιξε την κοιλιά του νέου. “Κι αυτά που έχεις εκεί μέσα τι είναι;” Αργότερα πρόσεξε πως κι οι πρωτευουσιάνοι είχαν πρόβλημα. Πήγε στην Τράπεζα. “Μου δίνετε ΛΙΓΟ την ταυτότητά σας;” Και σε λίγο: “Μια υπογραφΟΥΛΑ, παρακαλώ”. Σα να προσπαθούσε να μετριάσει, να υποβαθμίσει από ντροπή, τη δυτικόφερτη συμπεριφορά του κι ο υπάλληλος. Και χρησιμοποιούσε υποκοριστικά στο αυστηρό αίτημά του.

Το σύμπλεγμα κατωτερότητας του επαρχιώτη μπροστά στην πρωτεύουσα. Το σύμπλεγμα της κατωτερότητας του Νεοέλληνα μπροστά στο (δυτικο)Ευρωπαίο. Θαυμασμός, μίμηση, αντίθεση, ωριμότητα. Ο νέος ανακάλυψε στο φροντιστήριο πως οι πνευματικές ικανότητές του έτυχε να είναι τουλάχιστον όσο ο μέσος όρος των πρωτευουσιάνων. Άρχισαν κι οι συμμαθητές να τον θαυμάζουν και να προσπαθούν να τον μιμηθούν ή, αντίθετα, να συγκρουσθούν μαζί του. Ανέπτυξε φιλίες. Κάπως όπως ο Ντ΄ Αρτανιάν όταν πρωτοσυνάντησε τους τρεις σωματοφύλακες στο Παρίσι.

Δε βλάφτει. Αρκεί να ξέρουμε πως μπορεί να είμαστε διαφορετικοί σε αρκετά πράγματα, μπορεί οι άλλοι να είναι καλύτεροι από μας σε μερικά, αλλά είμαστε αυτοί που είμαστε και είμαστε περήφανοι γι΄ αυτό και υπάρχουν τομείς στους οποίους εμείς υπερέχομε. Έχομε πολλά να μάθουμε από τους προχωρημένους για να ωριμάσουμε. Στην αρχή μπορεί να υπάρχει η μίμηση, αλλά όσο περνά ο καιρός, πρέπει να μπορούμε να ενεργούμε απλά με την ψιλή επίβλεψή τους κι έπειτα, όσο ωριμάζομε, να ενεργούμε εντελώς αυτόνομα. Σκοπός είναι να αναπτύξουμε εκείνες τις ικανότητές που μας ταιριάζουν κληρονομημένα από τους προγόνους μας, την ιστορία και τη γεωγραφία μας και τα αποτελέσματα της προσπάθειάς μας να τα ανταλλάσσουμε με εκείνα των άλλων.

Δεν είναι όμως μόνον επαρχιώτικη η νοοτροπία. Είναι και στοιχείο της ασαφούς Ανατολίτικης ρίζας μας. Αφού με βλέπει ο υπάλληλος, με ακούει, με αγγίζει, βλέπει ότι είμαι εγώ, τι τη θέλει την ταυτότητα και την υπογραφή μου; Αφού το φαγητό που πλήρωσα βρίσκεται ήδη στο στομάχι μου, τι τη θέλω την απόδειξη; Έχει μια γνησιότητα αυτή η συμπεριφορά, ενώ η αποδεικτική διαδικασία στη Δύση είναι έμμεση και κατάγεται από το Ρωμαϊκό δίκαιο, με τη λογική σαφήνειά του, χωρίς τη συναισθηματική άλω που περιβάλλει την Ανατολίτικη συμπεριφορά. Από πανάρχαια χρόνια πατούσαμε σε δύο ποδάρια, ένα στην Ανατολή και ένα στη Δύση. Κόπηκε της Ανατολής το 1922. Και πρέπει να το πάρουμε απόφαση οριστικά πως “ανήκομεν εις την Δύσιν”, όπως έλεγε ο Καραμανλής ο πρεσβύτερος. Η νοοτροπία μας όμως παραμένει. Όταν έζησα 4 χρόνια στην Αγγλία μπορούσα να συνεννοηθώ καλύτερα με κάποιον Τούρκο, Ινδό ή Πακιστανό, παρά με τους Εγγλέζους. Ένοιωθα τι γινόταν μέσα στην καρδιά των Ανατολικών καλύτερα από των Άγγλων, κι ας είχα κάνει φιλίες με τους γηγενείς. Ανάμεσα σε μένα και στους τελευταίους κρατιόταν μια απόσταση, με έντονο κοινωνικό άρωμα, μολονότι μου φέρθηκαν πολύ πιο θερμά από όσο δικαιολογεί η φιλοξενία ενός ξένου. Με συνέδεε, ωστόσο, μαζί τους το χιούμορ που έτυχε, αυτό το Αγγλικό χαρακτηριστικό, να μου ταιριάζει. Το ανταπέδιδα και το εκτιμούσαν.

Τι είναι καλύτερο; Η ερώτηση είναι λανθασμένη. Και η Ανατολική και η Δυτική νοοτροπία έχουν τα καλά και τα κακά τους. Ειδικά για μας τους Έλληνες, η γεωγραφία μας μεταξύ Ανατολής και Δύσης και η μακρά ιστορική συνάφειά μας και με τις δύο όψεις που δεν περιγράφονται εύκολα, η συναρμολόγησή τους σε ένα υβρίδιο, μοναδικά Ελληνικό, είναι το πλεονέκτημά μας, η πρωτοτυπία μας ανάμεσα στους δυτικούς λαούς, που είναι οι εταίροι μας. Προσοχή. Δεν πρέπει να αφομοιωθούμε μ΄ αυτούς μιμούμενοι τη συμπεριφορά τους, επειδή τους θεωρούμε επιτυχημένους πρωτευουσιάνους. Ούτε βέβαια να συγκρουσθούμε μαζί τους. Κάθε άλλο. Ο ρόλος μας είναι να παρουσιάσουμε τη μοναδικότητά μας. Με περηφάνεια. Το είδαμε στη μουσική. Τουλάχιστον τέσσερα ή πέντε μουσικά ρεύματα κινούνται στην πατρίδα μας. Είναι η παραδοσιακή βυζαντινή υμνολογία. Είναι οι κατά τόπους δημοτική μουσική. Είναι οι Βαλκανικές τάσεις που τις μεταφέρουν από τον ένα τόπο στον άλλο μαζί τους οι τσιγγάνοι, τεχνίτες, έμποροι και μουσικοί. Είναι η δυτική μουσική που εισέδυσε στον τόπο μας από τους Ιταλούς και τα Ιόνια νησιά και από τους Βαυαρούς. Και είναι η καθαρά Ανατολίτικη μουσική που μεταφέρθηκε πρόσφυγας στην Ελλάδα με τη Μικρασιατική καταστροφή. Κι αυτή η σύνοδος των ρευμάτων δημιούργησε τη σύγχρονη μουσική του Χατζηδάκη, Θεοδωράκη και, σε άλλο επίπεδο, του Σκαλκώτα, του Χρίστου, του Ξενάκη και πολλών άλλων. Η απομόνωσή μας εμποδίζει την αναγνώριση και των σύγχρονων Ελλήνων συνθετών που δημιουργούν, και αναγνωρίζονται διεθνώς, έστω και αν η εμπορικότητα δεν τους επιτρέπει να γίνουν αρκετά γνωστοί, όσο αξίζουν. Παράλληλα στα διεθνή επιστημονικά συνέδρια η Ελληνική παρουσία είναι πάντοτε εξέχουσα.

Τη διαφορά μας από τους δυτικούς μου την είπε μια υπάλληλος στο αεροδρόμιο του Τελ Αβίβ. Όταν δήλωσα πως είμαι Έλληνας, έδειξε τη χαρά της. “Αυτοί που τρώμε ελιές και λάδι καταλαβαινόμαστε πιο εύκολα, έστω κι αν τσακωνόμαστε μεταξύ μας”. Δίκιο είχε, μου φαίνεται.

Η διγενής φύση μας σημαίνει ότι δεν παρατήσαμε την Ανατολή, ούτε ότι αρνούμαστε τη Δύση. Αυτό είναι άρνηση. Πολύ βολική, δεν κάνομε τίποτε και περιμένομε, περήφανοι για τους προγόνους μας να μας σέβονται. Σημαίνει, αντίθετα, θετικά, πρόκληση. Δεχόμαστε και την Ανατολή και τη Δύση. Τις στηρίζομε, τις παντρεύομε, τις κάνομε να γεννούν νέα πολιτιστικά βλαστάρια. Κι αυτό απαιτεί προσπάθεια, κόπο, θυσίες, αλλά δεν γίνεται αλλιώς. Αλλιώς χανόμαστε σαν έθνος. Δεν βλάφτει να ζητούμε και να δίνουμε αποδείξεις. Πρέπει όμως να χαμογελάμε από την καρδιά μας βλέποντας τον άλλον κι αυτός το καταλαβαίνει. Χωρίς απόδειξη.

 

Δευτεροβάθμια νόηση

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 3 Ιανουαρίου 2019
  • 220. Δευτεροβάθμια νόηση

Από τις τρεις όψεις της ύπαρξής μας, το αισθητό (σωματικό) Εγώ μας δεν είναι ελεύθερο. Περιορίζεται από τους φυσικούς νόμους. Και το κοινωνικό Εγώ μας περιορίζεται από τους κοινωνικούς νόμους. Το νοητό Εγώ μας όμως είναι άβατο. Διαθέτει φαντασία που τα όριά της είναι απέραντα. Κι όμως. Πόσο συχνά βλέπομε ψυχαναγκαστικά άτομα! Μπορεί να έχουν έμμονες ιδέες από τις οποίες δεν μπορούν να απαλλαγούν. Πόσο ελεύθερος είναι ο εξαρτημένος από ναρκωτικά; Και σκεφθείτε όλους αυτούς γύρω μας κι άλλος πολύ, άλλος λίγο, δέχονται ότι η δεξιά είναι επάρατη ή η αριστερά εγκληματική, ότι ο Χριστιανισμός είναι η ανώτερη θρησκεία, ενώ ο Μουσουλμανισμός είναι βάρβαρος (ή αντιστρόφως) ή που χαίρονται όταν νικά ο Παναθηναϊκός ή ο Ολυμπιακός. Όλοι μας σε ένα ή περισσότερους τομείς δεν σκεφτόμαστε ελεύθερα, αλλά καταναγκαστικά. Το ξέρουν άριστα οι χειραγωγοί της λαϊκής βούλησης και έχουν αναπτύξει επιστημονικές τεχνολογίες για την πλύση εγκεφάλου που την καθοδηγούν σύμφωνα με τις δικές τους επιδιώξεις. Ποιος είναι όμως ο μηχανισμός αυτής της διαδικασίας;

Σε κάθε σύστημα με επεξεργασία σημάτων μπορούμε να διακρίνουμε είσοδο, έξοδο και διάμεσο στοιχείο που μετατρέπει τη φύση της εισόδου στη φύση της εξόδου, διατηρώντας περίπου τις σχέσεις της έντασης των εισαγομένων. Η ζυγαριά είναι τέτοιο σύστημα, με είσοδο μια μάζα ή βάρος και έξοδο έναν αριθμό, ενώ το διάμεσο στοιχείο της ισορροπεί τα δύο. Ήδη ο Πλάτων είχε διακρίνει ότι είσοδος, διάμεσο στοιχείο, έξοδος, υπάρχουν και σ΄ αυτό που ονόμαζε ψυχή, με είσοδο τη γνώση (λογιστικό), έξοδο τη βούληση (επιθυμητικό) και διάμεσο στοιχείο το συναίσθημα (θυμητικό). Στα αντανακλαστικά μας είσοδος είναι το αίσθημα, έξοδος μια κίνηση ή έκκριση και το διάμεσο στοιχείο εντοπίζεται στο κεντρικό νευρικό μας σύστημα. Αλλά και στην κοινωνία, η είσοδός λέγεται επιστήμη, η έξοδος ηθική και το συναίσθημα τέχνη.

Παράλληλα υπάρχουν και οι ταλαντωτές, που έχουν έξοδο και στοιχείο διαμόρφωσής της, χωρίς είσοδο. Αιτία της εξόδου τους είναι μόνον ο χρόνος. Χαρακτηριστικό όργανο είναι το ρολόι. Υπάρχει όμως ένα είδος ταλάντωσης, η ταλάντωση χάλασης, που λειτουργεί μικτά. Αν δεν υπάρχει ερέθισμα, ταλαντώνεται ρυθμικά. Αν υπάρξει όμως κάποιο σήμα πριν από τη στιγμή της αυτόματης ταλάντωσης, αντιδρά σαν τη ζυγαριά. Πλήθος τέτοια συστήματα λειτουργούν μέσα μας. Πεινάμε και τρώμε περιοδικά, αλλά, αν μας παρουσιασθεί πρόωρα ένας ορεκτικός μεζές, μας ανοίγει η όρεξη και τρώμε πρόωρα. Το ίδιο ισχύει με τη δίψα, την επιθυμία για έρωτα κλπ. Οι έξοδοί μας επομένως διεγείρονται διττά είτε από ερεθίσματα που εισάγονται στην είσοδο είτε και χωρίς αυτά, αυτόματα.

Τα θερμόαιμα κυρίως ζώα μπορούν να σχηματίζουν και επίκτητα (εξαρτημένα) αντανακλαστικά, που τα μαθαίνουν αφού γεννηθούν, στη βάση προϋπαρχόντων φυσικών αντανακλαστικών. Ειδικά οι άνθρωποι μπορούμε να σχηματίζουμε και δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά στη βάση προσχηματισμένων πρωτοβάθμιων εξαρτημένων αντανακλαστικών. Τρέχουν τα σάλια μας όχι μόνο όταν τοποθετηθεί τροφή στο στόμα μας (φυσικό αντανακλαστικό), αλλά και όταν απλώς προαναγγέλλεται, π.χ. με τη θέα της (εξαρτημένο αντανακλαστικό) ή ακόμη και αν ακούμε να αναφέρεται το όνομα του μεζέ (δευτεροβάθμιο εξαρτημένο αντανακλαστικό). Από τη στιγμή που υπάρχουν δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά, αναμενόμενο είναι να υπάρχει και δευτεροβάθμια νόηση, δηλαδή δευτεροβάθμια γνώση, βούληση και συναίσθημα.

Η δευτεροβάθμια νόηση σημαίνει π.χ. ότι ξέρω τι ξέρω και τι δεν ξέρω· ότι θέλω να θέλω κάτι, αλλά και να μη θέλω· και να χαίρομαι που χαίρομαι αλλά και που λυπούμαι. Έτσι δεν απορώ που ο Sartre γράφει ότι “ένα ον είναι αυτό που δεν είναι και δεν είναι αυτό που είναι”, χωρίς, ωστόσο, να το εξηγεί στη βάση της φυσιολογικής δυνατότητας για δευτεροβάθμια νόηση. Αλλά και ο Σωκράτης έλεγε “εν οίδα ότι ουδέν οίδα”. Αφού ξέρει ένα πράγμα, πώς δεν ξέρει τίποτε; Δευτεροβάθμια οίδε, ότι πρωτοβάθμια ουδέν οίδε. Αλλά και στο συναισθηματικό τομέα, η Κασσάνδρα προβλέπει την έλευση του χαμού, κανένας δεν πείθεται, ο χαμός έρχεται, θλίβεται απέραντα η κοπέλα για την καταστροφή, αλλά και από μέσα της κατά κάποιον τρόπο, χαίρεται: “εγώ τάλεγα!”. Πολλοί σύγχρονοι μάντεις κακών έχουν αυτό το σύνδρομο της Κασσάνδρας και μάλιστα, αν είναι κακοήθεις, συμβάλλουν στην έλευσή της καταστροφής. Πού βρίσκεται λοιπόν η ελευθερία; Στην πρωτοβάθμια ή στη δευτεροβάθμια νόηση; Με την ανώτερη, δευτεροβάθμια γνώση ταυτίζομε τη συνείδηση (αυτογνωσία). Το σύμπλεγμα συναισθήματος και βούλησης, όμως μπορεί να λειτουργεί και αυτόνομα, σαν με ταλάντωση. Παρακάμπτεται τότε η συνείδηση και μπορούμε να σχετίσουμε τη δευτεροβάθμια αυτή λειτουργία που παρακάμπτει τη συνείδηση με το υποσυνείδητο της ψυχανάλυσης.

Το αποτέλεσμα είναι νοσηρό, ανελεύθερο. Η συνήθεια της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών κάνει να θέλει ο χρήστης πρωτοβάθμια να πάρει τη δόση του, μολονότι δευτεροβάθμια, συνειδητά, δεν θέλει. Αλλά και ο άλλος, με τις έμμονες ιδέες, κλείδωσε φεύγοντας την πόρτα του σπιτιού του; Επιστρέφει και δοκιμάζει. Ήταν κλειδωμένη. Όταν όμως δοκίμασε την κλειδαριά, μήπως την ξέχασε ξεκλείδωτη; Επιστρέφει και ξαναδοκιμάζει και ο φαύλος κύκλος δεν έχει τελειωμό. Προφανώς, όταν εγκατασταθούν τέτοιες παθολογικές ταλαντώσεις, το άτομο δεν είναι ελεύθερο. Το νοητό Εγώ του νοσεί.

Στο σχηματισμό τέτοιων ταλαντούμενων και αυτοενισχυόμενων ταλαντώσεων αποσκοπεί η πλύση εγκεφάλου που επιδιώκουν οι δημαγωγοί, με όλες τις σύγχρονες εκφάνσεις τους, τα μέσα ενημέρωσης που ανήκουν σε ένα ολοκληρωτικό κράτος ή σε κερδοσκόπους ιδιώτες. Πείθομαι ότι είναι απόλυτη ανάγκη να μη μυρίζουν οι μασχάλες μου, αλλιώς δεν θα βρίσκω δουλειά, Ή ότι κάποιοι ξένοι (Τούρκοι, Εβραίοι, Φράγκοι, Αμερικανοί, Άγγλοι, Ρώσοι, ΦΥΡΟΜάνοι κλπ) απειλούν την ακεραιότητα της χώρας μου. Πάντοτε υπάρχουν κάποια σχετικά στοιχεία, που κατάλληλα προβαλλόμενα, με έντεχνη απόκρυψη των αντίθετων απόψεων, μας πείθουν και από κει κι έπειτα, κάθε νέο στοιχείο που προκύπτει έχομε συνηθίσει να το εντάσσουμε στην αντίστοιχη, προκατειλημμένη θέση ενισχύοντάς την. Μήπως ο ηγέτης των Τούρκων δεν μας απειλεί ανοιχτά. Οι Εβραίοι δεν διευθύνουν τη διεθνή οικονομική ολιγαρχία που μας ελέγχει; Οι Φράγκοι δεν είχαν αλώσει την Πόλη; Οι Αμερικανοί δεν διατηρούν στρατό στη δική μας επικράτεια; Χωρίς τελειωμό. Αντίστοιχες απειλές υπάρχουν από όλους εναντίον των οποίων πειθόμαστε κατά καιρούς να παίρνουμε αρνητική θέση. Κανένας όμως δεν είναι ικανός να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα πολλαπλές απειλές. Και όταν έτσι έντεχνα στρέφεται η προσοχή μας εναντίον κάποιων, ολιγωρούμε εναντίον εκείνου που αποτελεί πραγματική απειλή.

Η κοπιώδης συνείδηση καθενός για το ενδεχόμενο να είμαστε έτσι προκατειλημμένοι είναι η μόνη άμυνα που διαθέτομε στην άλωση της ελευθερίας του νοητού Εγώ μας.