Τρίτη Άποψη. Φόροι, Μισθοί

Δημήτρης Α. Σιδερής*, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 29 Σεπτεμβρίου 2018

 

Τώρα, τι δουλειά έχω εγώ, ένας συνταξιούχος καθηγητής καρδιολογίας, να συζητώ πάνω σε καθαρά οικονομικά θέματα; Από τις πρώτες τάξεις του σχολείου μάθαμε να λύνουμε ένα απλό πρόβλημα: Ένας έμπορος πουλάει 10€ το κομμάτι και κερδίζει 1000€ το μήνα. Πόσα θα κερδίζει αν πουλάει 12€ το κομμάτι; Απλή απάντηση: θα κερδίζει 1200€. Έλα όμως που η πράξη αποδεικνύει άλλα! Ο έμπορος κερδίζει περισσότερα αν κάνει εκπτώσεις και πουλάει 8€ το κομμάτι. Διότι έτσι πουλάει πολύ περισσότερα. Να και παρόμοια παραδείγματα. Ένα κράτος έχει έσοδα 10 δισεκατομμύρια € το χρόνο από φόρους. Αν αυξήσει τους φόρους, με τη λογική του σχολείου, θα έχει, λέμε, πάνω από 10 δις € έσοδα, Κι όμως δεν είναι έτσι. Αν αυξήσει τους φόρους, θα αυξηθούν οι φοροφυγάδες, εκείνοι που αποφεύγουν ή δεν μπορούν να τους πληρώσουν! Και μη μου πείτε πως θα τους πιάσουμε τους κλεφταράδες και θα τους κλείσουμε στη φυλακή ώσπου να πληρώσουν. Αν δεν εργασθούν, πώς θα πληρώσουν; Άσε που οι φυλακές δεν τους χωρούν. Κι αν, για να μην γίνονται τροχαίες παραβάσεις, αυξηθούν τα πρόστιμα, δεν θα μειωθούν οι παραβάσεις ούτε θα αυξηθούν τα έσοδα από τα πρόστιμα· θα αυξηθούν οι δωροδοκίες των οδηγών προς τους τροχαίους για να μην τους γράψουν, θα αυξηθεί η διαφθορά. Φυσικά, ούτε κι η αντίθετη σκέψη, η αύξηση των εσόδων με μείωση της τιμής των προϊόντων ή των φόρων ισχύει πέρα από ένα όριο. Αν π.χ. ο έμπορος πουλάει κάτω από το κόστος, τέλειωσε. Προφανώς υπάρχει μια άριστη Αριστοτελική μεσότητα. Και υπάρχουν ένα σωρό άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν αυτό το άριστο.

Μείωση των εξόδων είναι η εναλλακτική λύση. Ο έμπορος απολύει υπαλλήλους, αναζητεί και βρίσκει φθηνότερες αγορές χονδρικής πώλησης, ενώ το κράτος απολύει υπαλλήλους ή μειώνει τις αποδοχές τους. Φυσικά κι εδώ υπάρχει ένα όριο. Η αύξηση της ανεργίας και η μείωση των μισθών σημαίνει πάλι μείωση της δυνατότητας να πληρώνονται φόροι, να αγοράζονται προϊόντα με συνέπεια μείωση των εσόδων, απολύσεις εργαζομένων, μείωση ή υποβάθμιση της παραγωγής κοκ. Οι φαύλοι κύκλοι καραδοκούν σε κάθε μέτρο που λαμβάνεται για την οικονομία.

Κάπου, κάποτε στην Αμερική, ένας έμπορος πούλησε και πληρώθηκε με επιταγή. Μ΄ αυτήν αγόρασε άλλα πράγματα από άλλον έμπορο. Κι αυτός αγόρασε με την επιταγή κάτι άλλο, ώσπου ο εικοστός στη σειρά πήγε στην Τράπεζα να εξαργυρώσει την επιταγή. Είχαν περάσει μήνες από την έκδοσή της και εκείνος που την είχε υπογράψει σήκωσε τα λεφτά του από την Τράπεζα και έφυγε στο εξωτερικό. Ο καϋμένος ο εικοστός έπρεπε να πληρώσει τη ζημιά. Βρήκε λοιπόν όλους τους υπολοίπους που προηγήθηκαν, τους κάλεσε σε γεύμα και τους θύμισε πως κάθε φορά που η επιταγή άλλαζε χέρια, ο αντίστοιχος έμπορος κέρδιζε σημαντικό ποσό. Θα ήταν επομένως άδικο να πληρώσει αυτός μόνος του την τελική ζημιά. Οι υπόλοιποι θεώρησαν σωστή την άποψή του. Όχι μόνο μοιράστηκαν τη ζημιά, αλλά και ευγνωμονούσαν αυτόν τον εκδότη της επιταγής, διότι έτσι βοήθησε να έχουν όλοι κέρδος. Αυτό σημαίνει πως όταν ένα κράτος εκδίδει χαρτονόμισμα, κινείται γρηγορότερα η αγορά και όλοι έχουν κέρδος. Μ΄ αυτή τη μέθοδο έληξε η τρομακτική οικονομική κρίση στο μεσοπόλεμο με το Φραγκλίνο Ρούσβελτ. Με την ίδια λύση, μάλλον δειλά εφαρμοζόμενη, ξεπέρασε την κρίση η Αμερική του Ομπάμα. Αυτή τη λύση αρνείται η Ευρώπη. Φυσικά, όταν γίνει υπερβολική έκδοση νομίσματος, η πελατειακή σχέση που υπάρχει παντού μεταξύ κυβερνώντων και λαού οδηγεί σε υπέρογκες αυξήσεις αποδοχών και επιδοτήσεων, αύξηση τιμών των αγαθών, ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, άλλο φαύλο κύκλο.

Η άλλη λύση βρίσκεται όχι στα χρήματα, που είναι σύμβολα, αλλά στην πραγματική οικονομία. Σχεδιάζει δηλαδή η κυβέρνηση ανάπτυξη εκεί όπου συναντιόνται οι υπάρχουσες ανάγκες, πόροι και τεχνογνωσία. Ίσως αυτή να είναι η πιο υγιής αντιμετώπιση της οικονομίας. Αν υπάρχουν ανάγκες, τα προϊόντα θα ζητηθούν. Αν υπάρχουν οι πόροι, πρώτες ύλες κυρίως, η παραγωγή θα έχει μικρό κόστος, τα προϊόντα θα είναι φθηνά, ανταγωνιστικά, θα τα προτιμήσουν οι αγοραστές αντί άλλων. Κι αν υπάρχει τεχνογνωσία, θα γίνει σωστά, οικονομικά, η ανάπτυξη, καθώς οι πρώτες ύλες σήμερα πουλιόνται επεξεργασμένες και η επεξεργασία απαιτεί γνώση. Η πολιτική λύση αφορά σε εφαρμογή πολιτικού συστήματος που μειώνει στο ελάχιστο τη δυνατότητα πελατειακής σχέσης κυβερνώντων με κυβερνωμένους. Η Αθηναϊκή δημοκρατία ήταν ένα τέτοιο σύστημα.

Στην πατρίδα μας έχουν σωρευθεί όλοι οι φαύλοι κύκλοι. Με τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχομε χάσει τη δυνατότητα να εκδώσουμε χαρτονόμισμα με ελεγχόμενο πληθωρισμό. Η διαφθορά, ενισχυόμενη με πολλαπλούς τρόπους, θριαμβεύει. Η πελατειακή σχέση βουλευτών με ψηφοφόρους (ή οικονομικούς, επικοινωνιακούς παράγοντες που κατευθύνουν ψήφους) είναι υποχρεωτική – αλλιώς δεν εκλέγονται· και με την κυβέρνηση επίσης υποχρεωτική – αλλιώς η κυβέρνηση πέφτει. Μένει επομένως η στροφή προς την πραγματική οικονομία.

Οι ανάγκες μας προσδιορίζονται κυρίως από τη δημογραφία μας. Η περίσσεια πληθυσμού, με υπεροχή πολυδάπανων και άχρηστων γέρων, διαρκώς μειούμενο αριθμό νέων που μπορούν να εργασθούν, και μειούμενο αριθμό γεννήσεων που επιτείνει το φαινόμενο δημιουργώντας φαύλο κύκλο, είναι δυσοίωνα στοιχεία. Απαιτείται αυστηρός επιστημονικός σχεδιασμός για την επιθυμητή δημογραφική εικόνα και κατάλληλα μέτρα για να επιτευχθεί σε μερικές δεκαετίες. Οι πόροι μας είναι χαμηλής απόδοσης, αλλά ανεξάντλητοι και ελάχιστα ρυπογόνοι. Είναι η γη μας, ο ήλιος, οι άνεμοι, τα κύματα, οι υδατοπτώσεις μας. Ως προς την τεχνογνωσία μας, υπάρχει πλήθος πτυχιούχων, που αυτή τη στιγμή εγκαταλείπουν μαζικά την Ελλάδα, καθώς δεν υπάρχει ο κατάλληλος οικονομικός σχεδιασμός. Η φθηνή εργασία μπορεί να επιτευχθεί με τόσους φτωχούς που έχομε και κατάλληλη υποδοχή των μετοίκων που εισρέουν και εγκλωβίζονται στη χώρα μας μαζικά. Η ανάπτυξη πρέπει να γίνει κάτω από αυστηρούς όρους, που σημαίνει ότι πρέπει να ταιριάζει με το περιβάλλον, αλλιώς καταστρέφει τους ίδιους τους πόρους μας.

Πού καταλήγω; Το θέμα δεν είναι μόνο φόροι, μισθοί και δάνεια. Δεν είναι μόνο τι «ασημικά», μέσα παραγωγής, πολύτιμους πόρους, μπορούμε να πουλήσουμε. Το κύριο θέμα είναι να σχεδιάσουμε εμείς πρώτα ένα πρόγραμμα ανάπτυξης με τους πόρους που διαθέτομε, τις ανάγκες που υπάρχουν και την τεχνογνωσία που έχομε. Αυτό το σχέδιο προγράμματος περιμένω να ακούσω από τους πολιτικούς μας εδώ και πάνω από 10 χρόνια. Αντ΄ αυτού, ακούω ποιος είναι πιο κατάλληλος να νικήσει τον αρχηγό του αντίπαλου κόμματος. Και πώς θα μειωθούν οι μισθοί ή θ΄ αυξηθούν οι φόροι (ή αντιστρόφως). Χαιρετίσματα!

 

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 25 Σεπτεμβρίου 2018

 

Στη δεκαετία του ΄60 ο τότε υπουργός Α.Πρωτοπαπαδάκης, μαζί με έναν Ολλανδό υπουργό δέχθηκαν μια άβολη ερώτηση από ένα δημοσιογράφο. “Το κακό στη δημοκρατία είναι οι κακοί δημοσιογράφοι” ή κάπως έτσι, ήταν το σχόλιο του υπουργού μας. “Ένα αστείο είπα”, δικαιολογήθηκε ο δικός μας όταν η φράση του είχε αρνητικές αντιδράσεις εδώ και στο εξωτερικό. Προφανώς δεν ήταν δυνατό να μιλάει σοβαρά. Το επεισόδιο όμως έμεινε παροιμιώδες ως “Ολλανδικά αστεία”. Μετά τη φίμωση της δημοσιογραφίας στην επταετία, η ελευθερία του λόγου αποκαταστάθηκε, ελεγχόμενη, ωστόσο, πότε περισσότερο, πότε λιγότερο από την εκάστοτε κυβέρνηση. Έχω την αίσθηση, πως στο ευγενές αυτό άθλημα πρωταγωνιστεί απαράμιλλα η παρούσα, αλλά μπορεί και να σφάλλω. Σε ερώτηση δημοσιογράφου ο πρωθυπουργός, αντί να απαντήσει, σχολίασε πολύ δημοκρατικά πως στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων υπάρχουν όρια. Τα όρια αυτά, λέει σωστά ο Γ.Πρετεντέρης, καθορίζονται από το νόμο (βρισιά, συκοφαντία), κοινωνικό ήθος, κάποιας μορφής δεοντολογία (που τη θυμάται συνήθως συγκεκριμένη παράταξη). Ποιος όμως κρίνει την άβολη ερώτηση τη στιγμή που τίθεται στον αρμόδιο; Υποθετικό σενάριο: Ρωτά ο δημοσιογράφος τον Υπουργό Άμυνας: “Αληθεύει ότι υπογείως, κάτω από την Ακρόπολη, κρύβετε μια βάση εκτόξευσης πυραύλων;” Αν ο Υπουργός απαντήσει “όχι” ενώ είναι αλήθεια, η Αλήθεια πάντοτε στο τέλος αποκαλύπτεται, αφού, κόρη του Κρόνου (Χρόνου) μπορεί να έχει καταβροχθισθεί από τον μπαμπά της, αλλά κάποτε θα την εμέσει και ο Υπουργός θα αποδειχθεί Ψεύτης. Αν πάλι πει “ναι΄”, διότι έτσι είναι, θα αναδειχθεί σε Προδότη, καθώς δημοσιοποιεί απόρρητα εθνικά μυστικά. Μένει να μην απαντήσει. Φυσικά υπάρχουν κακοήθεις δημοσιογράφοι, τόσοι περίπου όσοι και κακοήθεις πολιτικοί, τόσοι περίπου όσοι είναι ο μέσος όρος των πολιτών. Για να μην εκληφθεί η σιωπή του ως κατάφαση, οφείλει ο ερωτώμενος να μην απαντήσει, αλλά να παραπέμψει τον κακοήθη δημοσιογράφο στη δικαιοσύνη, διότι υπέβαλε ερώτηση που εμπεριείχε παράνομη βρισιά, ή συκοφαντία ή ήταν αήθης ή αντιδεοντολογική. Σε ποια δικαιοσύνη όμως;

Οι τρεις ανεξάρτητες εξουσίες της πολιτείας, οι μόνες δομές που χρησιμοποιούν βία νόμιμα, είναι η κυβέρνηση (εκτελεστική εξουσία), η βουλή (νομοθετική εξουσία) και η δικαιοσύνη (δικαστική εξουσία). Στη δική μας σύγχρονη “δημοκρατία” οι επικεφαλής της δικαιοσύνης διορίζονται από τον Υπουργό δικαιοσύνης. Δεν μπορεί να μην το κάνει, διότι έτσι ορίζει ο νόμος. Έτσι όμως η δικαιοσύνη, στην αντιπαράθεση πολιτών με την κυβέρνηση, όπως στο δικαίωμα για πληροφόρηση, αποκλείεται να είναι ανεξάρτητη. Το αποφάσισε με νόμο η ανεξάρτητη βουλή. Ποια βουλή όμως; Οι αποφάσεις της βουλής λαμβάνονται (σωστά) από την πλειοψηφία. Πλειοψηφία είναι το κόμμα που αποτελεί την κυβέρνηση. Πού είναι λοιπόν η ανεξαρτησία της βουλής; Αν οι πλειοψηφούντες βουλευτές δεν ψηφίσουν το νόμο που υποβάλλει η κυβέρνηση, δεν θα ξαναείναι υποψήφιοι στις επόμενες εκλογές. Σε μια πολιτεία, όπου οι τρεις εξουσίες δεν είναι ανεξάρτητες, αλλά υπακούν και οι τρεις σε μία, την ίδια, οντότητα, το να προσδοκούμε ελευθεροτυπία αποτελεί ουτοπία. Αυτή η Μία, ισχυρή οντότητα, ήταν αδρά, με ελάχιστες βραχείες περιόδους ανάτασης, είτε ένα ξενόδουλο κόμμα (επίσημα ονομαζόταν Αγγλικό ή Γαλλικό ή Ρωσικό σε όλο το 19ο αιώνα), είτε ο στρατός άμεσα ή έμμεσα στον 20ό αιώνα ως το 1974 ή ένα από τα κόμματα έκτοτε ως σήμερα. Ο λαός, ο δήμος, δεν κυβέρνησε ποτέ στην πατρίδα μας που το επίσημο όνομά της είναι Hellenic Republic. Το όνομά μας είναι erga omnes με εξαίρεση εμάς που το λέμε “Ελληνική δημοκρατία” χωρίς να είναι δημοκρατία. Η απάτη είναι διάχυτη πανελλήνια, καθώς όλοι νομίζομε ότι έχομε δημοκρατία, ενώ έχομε ρεπούμπλικα, δηλαδή ολιγαρχία. Και αποσκοπεί η απάτη να θεωρήσουμε πως ό,τι δεν είναι μοναρχία είναι δημοκρατία. Έτσι, αν αποτύχει το σύστημά μας, θα χρεώσουμε την αποτυχία στη δημοκρατία, με εναλλακτική λύση τη μοναρχία (βασιλεία, δικτατορία κλπ).

Τον ορισμό της δημοκρατίας τον έδωσαν με απόλυτη σαφήνεια οι πρόγονοί μας: “Λέγω δ΄ οἷον δοκεῖ δημοκρατικὸν μὲν εἶναι τὸ κληρωτὰς εἶναι τὰς ἀρχὰς, τὸ δ΄ αἱρετὰς ὀλιγαρχικὸν” (Αριστοτέλης). Πεμπτουσία της δημοκρατίας είναι η κλήρωση των αρχόντων, ενώ η εκλογή τους είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ολιγαρχίας∙ κλήρωση της νομοθετικής (βουλή) και της δικαστικής (δικαστήρια) εξουσίας, όπως είναι για την τελευταία στις ΗΠΑ. Εδώ υπήρχαν κληρωμένοι δικαστές (ένορκοι) ως το 1967, όταν το σύστημα νοθεύτηκε. Η εκτελεστική εξουσία (κυβέρνηση, αρχαίοι στρατηγοί) οφείλει να έχει ειδικές γνώσεις, επομένως δεν μπορεί να κληρώνεται, αλλά να εκλέγεται και να διορίζεται από το σύνολο του λαού. Για την νομοθετική και τη δικαστική εξουσία όμως αρκεί οι πολίτες να έχουν μόνον αρετή (αιδώ και δίκη, το λένε τόσο ο ολιγαρχικός Σωκράτης όσο και ο δημοκρατικός Πρωταγόρας) και κοινό νου. Αυτά δεν διδάσκονται εύκολα, μαθαίνονται όμως. Και η μέθοδος της μάθησής τους είναι μία. Όπως δεν μαθαίνεις να κολυμπάς παρά μόνο κολυμπώντας, έτσι δεν μαθαίνεις να είσαι ενάρετος παρά μόνον ασκώντας την αρετή, δηλαδή μετέχοντας στην εξουσία. Μόνον τότε ο πολίτης είναι ελεύθερος. Το διευκρινίζει πάλι με σαφήνεια ο Σταγειρίτης σοφός, ορίζοντας την ελευθερία: «Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν  ὡς βούλεταἱ  τις». Η κύρια μέθοδος ώστε εν μέρει να άρχει και να άρχεται κάποιος είναι η περιοδική, με κλήρωση, συμμετοχή του στις εξουσίες.

Από Αύγουστο χειμώνα κι από Μάρτη καλοκαίρι. Ήδη έχει αρχίσει να μυρίζει η ατμόσφαιρα εκλογές. Σ΄ αυτές θα προσπαθήσουμε να εκλέξουμε τον λιγότερο κακό. Ωστόσο, ψηφίζοντας μ΄ αυτό τον τρόπο, αποφασίζομε με πλήρη επίγνωση ότι θα ψηφίσουμε να μας κυβερνήσει ένας κακός πολιτικός. Μα δεν υπάρχουν καλοί πολιτικοί στην Ελλάδα; Ποιον να ψηφίσω; Τον Ζαβίνα; τον Γρυπό; τον Υρκανό; “Βλάπτουν κι οι τρεις τους την Συρία το ίδιο…Ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλωθώ. Ας φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό. Μετά χαράς θα πήγαινα σ΄ αυτόν” (Καβάφης).

Εγώ δεν πιστεύω πως όλοι οι πολιτικοί μας είναι κακοί. Δεν ψάχνω τον λιγότερο κακό. Θεωρώ ότι όλοι έχουν θετικά στοιχεία και αναζητώ τον καλύτερο. Είναι όμως υποχρεωμένοι από το σύστημα να λειτουργούν ως κακοί άρχοντες. Αυτό, το κακό, σύστημα είναι που οφείλομε να αλλάξουμε. Όχι να απορρίψουμε το παρόν, αλλά να το αντικαταστήσουμε με άλλο που στηρίζεται στις πολιτικές αρχές των προγόνων μας, εκείνες που δημιούργησαν τον πολιτισμό για τον οποίον σήμερα περηφανευόμαστε.

Ανακύκλωση χθες και σήμερα

Δημ. Α. Σιδερής*, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 22 Σεπτεμβρίου 2018

Στις 8 δεκαετίες της ζωής μου συγκρίνω τι γινόταν τότε και τι σήμερα. Σημαντική διαφορά, η διαδικασία της ανακύκλωσης. Γεννήθηκα στη Σύρο. Ήταν ένα μεγάλο σπίτι με αυλή, σωστός παράδεισος. Κότες, περιστέρια και γαλοπούλες, φρέσκα αυγά. Ο παππούς είχε άλογα που έσερναν τα κάρα. Ο μπαμπάς, μικροβιολόγος, έπρεπε να παρασκευάζει μόνος του αντιδραστήρια, έτσι διατηρούσε πρόβατο, ινδοχοίρους και κονίκλους. Φυσικά υπήρχαν ποντίκια και, αναγκαστικά προστάτιδες γάτες. Τρεφόμαστε καλά, μια φορά την εβδομάδα κρέας ή ψάρι, πολλά ζαρζαβατικά. Τα αποφάγια τα πετούσαμε στην αυλή για τα ζώα. Ανακύκλωση. Τα άλογα χρειάζονταν επιπλέον σανό. Από την κοπριά όλων αυτών των ζώων εμπλουτιζόταν το χώμα και ξεφύτρωνε γρασίδι που δεν προλάβαινε όμως να μεγαλώσει. Είχαμε βέβαια και άλλα απόβλητα. Από τις, ολιγόφυλλες τότε, εφημερίδες το χαρτί διεκπεραιωνόταν στην τουαλέτα για την υγιεινή μας. Ό,τι τελικά περίσσευε, περίπου ανά εβδομάδα συγκεντρωνόταν σε ένα γκαζοτενεκέ και καιγόταν. Το νερό δύσκολο όπως στα περισσότερα νησιά που δεν έχουν ψηλά βουνά, φυσικές αποθήκες υδάτων. Οι χωρικοί εξασφάλιζαν το λιγοστό χώμα τους απαλλάσσοντάς το από τις πέτρες. Μη μπορώντας να τις μεταφέρουν μακριά ούτε να τις πετάξουν στο γείτονα, τις στοίβαζαν ξερολιθιά φτιάχνοντας ντουβαράκια. Μαζί με το γείτονα. Αυτά περιόριζαν τα γιδοπρόβατα να μη σκορπίσουν· χώριζαν σαφώς τις ιδιοκτησίες· προστάτευαν τα χώματα να μην τα παρασέρνει η βροχή. Η ερήμωσή της κατάφυτης Ομηρικής Σύρου για αιώνες την άφησε απροστάτευτη στις φυσικές δυνάμεις. Βλέπεις, τα δέντρα καθυστερούν το ρου των βρόχινων υδάτων, έτσι που προλαβαίνουν να απορροφώνται και να μη σχηματίζουν χειμάρρους που παρασύρουν το λιγοστό χώμα. Οπωσδήποτε, χωρίς ασφαλές νερό, φιλτραρισμένο στο χώμα, αγοράζαμε από πηγάδια αμφίβολης υγιεινής ικανότητας και διατηρούσαμε στέρνες όπου αποθηκεύαμε βρόχινο νερό για τη λάτρα του σπιτιού. Ιδανικό, καθώς μ΄ αυτό «πιάνει» το σαπούνι.

Μαζεύονταν τα παιδιά της γειτονιάς, με τα οποία παίζαμε και μερικές φορές τσακωνόμαστε. Τη Σαρακοστή δεν αγγίζαμε το κρέας, ούτε αυγά. Τα πρόβατα πολλαπλασιάζονταν και οι κότες έκαναν πολλά αυγά. Τα βράζαμε, καθώς βραστά διατηρούνται ευκολότερα από τα ωμά και, για να τα ξεχωρίζουμε από τα άβραστα, τα βάφαμε κόκκινα, ως το Πάσχα. Ό,τι ξερό δεν είχαμε χρησιμοποιήσει το χειμώνα έπρεπε να το κάψουμε, όταν καλοκαίριαζε για να ελαττώσουμε τον κίνδυνο πυρκαϊών. Στις 24 Ιουνίου λοιπόν σωρεύαμε τα ξερά μας, τους βάζαμε φωτιά και πηδούσαμε πάνω τους. Γιορτάζαμε και τον Κλήδωνα, όπου τα κοριτσόπουλα έκαναν διάφορα μαγικά για να δουν ποιον θα παντρευτούν, έλεγαν αυτοσχέδια τραγούδια, ενώ τα αγόρια τις πείραζαν όπως έπρεπε. Πολύ αργότερα, βρέθηκα στα Midlands της Αγγλίας όπου την αντίστοιχη μέρα ανάβανε φωτιές. Απόρησα. «Γιορτάζετε και σεις τον Άι Γιάννη το Φανιστή σήμερα;» ρώτησα. «Το θερινό ηλιοστάσιο γιορτάζομε», μου απάντησαν.

Παράδεισος λοιπόν, όταν ήμουν παιδί, στην πατρίδα μου.

Βέβαια, όχι τελείως παράδεισος. Μαζί με τα άλλα ζωντανά είχαμε και μια ποικιλία απρόσκλητων εποίκων. Στην κοπριά πολλαπλασιάζονταν ευγνωμονούσες οι μύγες και στις στέρνες τα κουνούπια. Σκνίπες, κοριοί, ψείρες, ψύλλοι. Ψώρα και τραχώματα σε όσους δεν διέθεταν σαπούνι. Οι κατσαρίδες έκαναν τσάρκες. Μαζί με όλα αυτά, συγκατοικούσαμε μόνιμα με την ελονοσία, τον τύφο και, κατά περιόδους, ποικίλες επιδημίες. Πολλά παιδιά (5/10 στην οικογένεια του πατέρα μου) δεν ξεπερνούσαν την παιδική ηλικία. Οι μεγάλοι, ως τις αρχές του 20ού αιώνα, έχαναν τα δόντια τους, έτσι που, ακόμη και αν είχαν φαγητό (σπάνιο για τους περισσοτέρους) δεν μπορούσαν να φάνε και τους θέριζαν, έτσι αδυνατισμένους, η ελονοσία, η φυματίωση και ο τυφοειδής. Σημαντικά κοινωνικά προβλήματα με γέρους, εμφράγματα, καρκίνους και λοιπές μάστιγες της τωρινής εποχής μας ήταν σπάνια. Δεν προλάβαιναν.

Και σήμερα; Γράφω παραθεριστής συνταξιούχος στην ιδιαίτερη πατρίδα μου. Στην Αθήνα έχομε δύο ειδών κάδους, σκουπίδια και ανακυκλούμενα. Περνάει το απορριμματοφόρο και τα ανακατεύει όλα μαζί. Στη Σύρο, δεν μπορώ να πω. Πρωταθλήτρια στην ανακύκλωση. Τέσσερις τάξεις απορριμμάτων. Απ΄ ό,τι φαίνεται, ο Δήμος δεν τα ανακατεύει. Βέβαια δεν ξέρω πού πρέπει να απορρίψω τα χαρτιά τουαλέτας, στα χαρτιά ή στα σκουπίδια, αλλά αυτό διορθώνεται. Εξάλλου, όλα αυτά, για να τα πετάξουμε στους κάδους, τα χώνομε μέσα σε πλαστικές σακούλες, που, ως πριν από λίγους μήνες τις παίρναμε δωρεάν από τη σουπερμάρκετ. Τα λιγοστά χωραφάκια έχουν εγκαταλειφθεί ή έχουν μεταποιηθεί σε τσιμέντο για τους τουρίστες, που ευτυχώς, το καλοκαίρι δεν λείπουν. Το πρόβλημα του νερού υπάρχει πάντοτε. Πίνομε εμφιαλωμένο, που αναρωτιέμαι πόσο ασφαλές είναι. Τα παιδιά δεν τσακώνονται με τα γειτονόπουλα. Παίζουν μόνα τους με τάμπλετ και άλλα μεγαλοφυή ηλεκτρονικά. Εξάλλου, δεν υπάρχουν πια αυλές ή γειτονιές, ανάκατες με ζώα και παιδιά. Η πρόοδος είναι προφανής. Η παιδική θνησιμότητα έχει μειωθεί στο ελάχιστο και το προσδόκιμο επιβίωσης τη μέρα της γέννησης μέσα σε ένα αιώνα από λίγο παραπάνω από 40 χρόνια έχει φτάσει περίπου στα 80. Απόδειξη Εγώ! Που έχω περάσει επιτυχώς, κοκκύτη, ιλαρά, ανεμοβλογιά, διφθερίτιδα, τυφοειδή, ηπατίτιδα, οστρακιά, κάθε χρόνο απαραιτήτως μια αμυγδαλίτιδα. Την έβγαλα παλικάρι, με τις αγωνίες των γονιών μου. Τα παιδικά μου χρόνια, στην κατοχή, ακόμη και χωρίς γάλα (πέθανε τότε το ένα τέταρτο του πληθυσμού από πείνα – κανείς δεν ξέρει πόσοι ακριβώς) τα ξεπέρασα. Η απειλή του Θανάτου έχει αμβλυνθεί και αναβληθεί για τους περισσοτέρους, ενώ στην ηλικία μου Τον βλέπει κανένας πιο φιλοσοφημένα. Οι φίλοι έχουν φύγει, σημαντικές υποχρεώσεις δεν υπάρχουν, ούτε δυνάμεις για απασχόληση με τη φύση. Παιδιά δεν χρειάζονται πολλά πια. Συν Θεώ, θα επιζήσουν. Κι αυτά τα λίγα που κάναμε, πώς να τα θρέψουμε; Με θυσίες όλων μας, τους φόρους μας, τα σπουδάσαμε κι όταν έφθασαν να αποδώσουν ό,τι έμαθαν να κάνουν σωστά, δεν έχομε δουλειά να τους δώσουμε. Φεύγουν μακριά μας, ίσως για πάντα – σα να τα χάσαμε, όπως παλιά, σε νεαρή ηλικία. Όμως ζούμε καλά. Δεν χρειάζεται πια ακόμη και να μαγειρεύουμε, έτσι γέροι κι ανήμποροι που είμαστε. Υπάρχει το ντελίβερι. Τι μένει;

Το απέραντο πλήθος των πλαστικών, των τοξικών αερίων και αποβλήτων πληθαίνει πάνω στην Υδρόγειο. Ανάγκη των τοπικών αρχόντων, με προτάσεις των οικολόγων, να λύσουν το πρόβλημα, όχι μόνο απαγορεύοντας, αλλά και εξασφαλίζοντας λύσεις. Τα πλαστικά «μιας χρήσης» είναι δύο χρήσεων, για να ψωνίζουμε και για να πετάμε τα απόβλητά μας. Η απαγόρευσή τους στις σουπερμάρκετ δεν αρκεί όσο δεν έχομε λύση για τη δεύτερη χρήση. Περνάμε τώρα καλά, αλλά επιβαρύνομε τοξικά (και ανίατα) τις επόμενες γενιές. Αν υπάρξουν.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

205. ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 18 Σεπτεμβρίου 2018

 

Γιορτάσαμε την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Τι σημαίνει αυτό για μένα; Είμαι Χριστιανός ορθόδοξος. Δεν ρωτήθηκα, αλλά το αποδέχομαι χωρίς να το συζητώ. Δεν είμαι θεολόγος, ιερωμένος ή άλλος ειδήμονας, ώστε να έχω επαρκή γνώση των σχετικών κειμένων. Είμαι απλώς Χριστιανός ορθόδοξος. Και με υποτυπώδεις γνώσεις προσπαθώ να κατανοήσω τι πιστεύω. Όχι να πείσω, απλώς εξομολογούμαι δημόσια.

Πρώτα συγκρίνω με άλλες θρησκείες. Οι παλιοί πρόγονοί μου λάτρευαν πολλά είδωλα που παρίσταναν αθανάτους, θεούς, δαίμονες, νύμφες κλπ. Ωστόσο, οι μεγάλοι διανοητές τουλάχιστον, πίστευαν σε ένα ενιαίο θείο. Ο Πλάτων στο “δαιμόνιο”. Ο Ηράκλειτος λέει: “Τρέφονται γὰρ πὰντες οἱ ἀνθρώπειοι νόμοι ὑπὸ ἑνὸς, τοῦ θείου”. Και ο επίσης υλιστής Εμπεδοκλής βλέπει τον Ένα, μόνο, Θεό σα σφαιρική Αρμονία, χωρίς ανθρώπινα όργανα, απρόσιτο στην όραση και στην αφή, αλλά σαν Ένα που διαπερνά τον κόσμο με γοργή σκέψη. Από την άλλη οι “μονοθεϊστικές” θρησκείες, Ιουδαϊκή, Χριστιανική, Μουσουλμανική, αναγνωρίζουν πλήθος αθανάτων. Ο Θεός (Γιαχβέ/Ιεχωβάς, Σαβαώθ) συλλογίζεται στον πληθυντικό, σαν να είναι πολλοί: “Και είπεν ο Θεός… ΠΟΙΗΣΩΜΕΝ ἂνθρωπον… Ἰδού Ἀδάμ γέγονεν ὠς εἷς ἐξ ΗΜΩΝ…” (Γένεσις, 1, 26). Εξάλλου, εκτός από τον αθάνατο, παντοδύναμο, πανταχού παρόντα Θεό, υπάρχουν και άλλοι αθάνατοι, όπως οι διάβολοι με επικεφαλής το Σατανά (Σεϊτάν Πασά) και τους Αγγέλους, Χερουβίμ, Σεραφίμ, με επικεφαλής τους Γαβριήλ, Μιχαήλ, Ραφαήλ. Διαφέρουν αυτοί οι αθάνατοι από το Θεό κατά το ότι μόνον Εκείνος έχει βούληση. Οι Άγγελοι απλώς μεταφέρουν τη θεϊκή βούληση στους ανθρώπους, ενώ ο Διάβολος, σαν κακή αντιπολίτευση, αντιστρατεύεται τη θεία βούληση.

Από τις μονοθεϊστικές θρησκείες, η Μουσουλμανική αναγνωρίζει, μαζί με πλήθος άλλων προφητών, 5 μεγάλους απεσταλμένους του Θεού μετά τον Αδάμ: Νώε, Αβραάμ, Μωυσής, Ιησούς, Μωάμεθ. Από αυτούς τους 5, εμείς δοξάζομε τους πρώτους 4 (μαζί με πολλούς άλλους Αγίους) και οι Ιουδαίοι τους πρώτους 3 (μαζί με πολλούς άλλους προφήτες). Εκτός λοιπόν από τις διαφορές στους αναγνωριζόμενους μείζονες προφήτες από τις μονοθεϊστικές θρησκείες, ποια είναι η κύρια διαφορά τους, αυτή δηλαδή που διαμορφώνει τη συμπεριφορά μας και τελικά εμάς τους ίδιους;

Κάθε θρησκεία στηρίζεται στην πίστη. Πίστη σε Θεό τον οποίον, όπως σαφέστερα από κάθε άλλον ο Ιωάννης περιγράφει ως “Πνεῦμα” που “οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε…». Χωρίς να έχουμε αισθητή, εμπειρική άμεση απόδειξη, γιατί λοιπόν πιστεύομε; Ή, γενικά, γιατί πιστεύομε; Στην πιο αμιγή περίπτωση η πίστη γεννιέται μέσα μας χωρίς καμιά αισθητή έξωθεν επίδραση. Ιδανικά, όπως γεννήθηκε στον Παύλο κατά την πορεία του προς Δαμασκό. Και αυτή η αναπόδεικτη πίστη, ακλόνητη και τόσο ισχυρή που μπορεί να κινεί όρη, κατευθύνει τη ζωή μας. Αυτό ισχύει για όλες τις θρησκείες. Και η πίστη συνεπάγεται υπακοή, υποταγή. Βέβαια, καθώς τον Θεόν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε, κάθε θρησκεία εννοεί υπακοή στους εκπροσώπους του Θεού επί της γης. Η υποταγή στα Αραβικά ονομάζεται Ισλάμ που είναι, μαζί με τη θεοσέβεια, οι πυλώνες στη Μουσουλμανική πίστη. Ωστόσο, οι ίδιες αρετές είναι πυλώνες όλων των θρησκειών, αφού όλες στηρίζονται στην πίστη και στη θεοσέβεια.

Είμαι Χριστιανός. Ύστερα από τα παραπάνω, σε τι διαφέρω από τους πιστούς των άλλων μονοθεϊστικών θρησκειών; Πώς επηρεάζει η θρησκεία μου τη συμπεριφορά και την υπόστασή μου; Ο Παύλος μας το διευκρινίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η πίστη στη Χριστιανική θρησκεία δεν είναι ανεξάρτητη, αλλά αποτελεί μέλος μιας τριάδας: «Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δἐ μὴ ἒχω, γέγονα χαλκὸς ὴχῶν καὶ κύμβαλον ἀλαλάζον…νυνὶ δἐ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δἐ τούτων ἡ ἀγάπη.» Με άλλα λόγια, σε εξαιρετικά σπάνιες, ασυνήθιστες συνθήκες, αν παρουσιασθεί το δίλημμα να υπακούσω στα κελεύσματα της αγάπης ή της πίστης και της ελπίδας, μείζων τούτων είναι η αγάπη. Σ΄ αυτό καμιά άλλη θρησκεία δεν συμφωνεί. Τίποτε δεν τις εμποδίζει στις ασυνήθιστες συνθήκες να συνδυάσουν την πίστη με το μίσος, π,χ, εναντίον των αλλοθρήσκων. Ήδη η Ιουδαϊκή θρησκεία, εκτός από το αυτονόητο “Ἐγὼ εἰμι Κύριος  Θεὸς σου…” προσθέτει και το μισαλλόδοξο: “Οὺκ ἒσονταὶ σοι θεοὶ ἓτεροι πλὴν ἐμοῦ.” (Έξοδος Κ, 2). Σε αντίθεση με τους “ειδωλολάτρες” προγόνους μας, που τιμούσαν και τον “Άγνωστο Θεό”. Και η Μουσουλμανική θρησκεία καταφεύγει συχνά στην πράξη στην εντολή: “Θάνατο στους απίστους”. Περιττό να πούμε ότι στα πλαίσια καθεμιάς από τις τρεις θρησκείες υπάρχουν πλήθος παραλλαγών, δογμάτων, που συχνά αντιμετωπίζονται μεταξύ τους με θανάσιμο φανατισμό.

Είμαι Χριστιανός ορθόδοξος. Σε τι διαφέρω από τα λοιπά Χριστιανικά δόγματα; Οι διαφορές μου είναι ασήμαντες μπρος στη διαφορά που μόλις τόνισα για την αγάπη. Θα συζητήσω όμως δύο. Τα Χριστιανικά δόγματα, με πρώτο ανάμεσά τους τον καθολικισμό, τήρησαν μια φανατική μισαλλοδοξία, παρόμοια με τη Μουσουλμανική και την Ιουδαϊκή. Μαύρη κηλίδα σε Ανατολή και Δύση αποτέλεσε για αιώνες η επιδίωξη κοσμικής εξουσίας, όπως με την εικονομαχία, τις σταυροφορίες και άλλα ιστορικά γεγονότα. Έπειτα, είναι το τυπικό, το δογματικό μέρος. Ποιος εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα; Ο Πατήρ ή και ο Υιός (filioque); Οι πρώτες Οικουμενικές Σύνοδοι που διαμόρφωσαν το “Πιστεύω” δεν περιείχαν το filioque. Αργότερα προστέθηκε στη Δύση, και αποτέλεσε κομβικό σημείο στην αντιπαράθεση μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Πού να στηριχθώ όμως για να πιστέψω τι; “Θεόν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε… Πνεῦμα ὁ Θεός.». Επομένως είναι αδύνατο ανθρωπίνοις λογισμοίς να συμπεράνω από ποιον εκπορεύεται το Άγιον Πνεύμα.

Εγώ είμαι τρισυπόστατος. Είμαι: ο αισθητός Εγώ που άρχισα να υπάρχω με τη σύλληψή μου∙ ο νοητός Εγώ, που άρχισα να υπάρχω με τη γέννησή μου, όταν μπόρεσα να ξεχωρίσω το σταθερό μέσα μου κόσμο από τον διαρκώς μεταβαλλόμενο έξω μου κόσμο και είμαι άβατος για όλους πλην εμού∙ και ο κοινωνικός Εγώ που άρχισα να υπάρχω με την είσοδό μου στην Κοινωνία. Αυτή η αντίληψη μπορεί να αποτελέσει το πρότυπο για να προσπελασθεί το μυστήριο της Χριστιανικής τρισυπόστατης θεότητας. Ο Πατήρ είναι πνεύμα, αμέθεκτος, ο Υιός ήταν ο Λόγος “καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν… Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο ” (Ιωάννης), αισθητός στους ανθρώπους∙ και το ΄Αγιον Πνεύμα, μεταφέρει στο εκκλησίασμα το πνεύμα του Κυρίου. Καθώς είναι αδύνατο να διαπιστωθεί ποιος εκπορεύει το Άγιον Πνεύμα, ή, ακόμη και αν εκπορεύεται από κάποιον, τι αντίρρηση να προβάλω για να αρνηθώ ως τρίτη παράγραφο του “Πιστεύω” το: “…Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἃγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιὸν, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον…“;

 

 

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΙΣΟΤΗΤΑ

Δημ. Α. Σιδερής*, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 14 Σεπτεμβρίου 2017.

Ο D.P.Moynihan ισχυριζόταν ότι η αντιπαλότητητα μεταξύ του προέδρου Wilson και του Β.Ленин ήταν μεταξύ του κόμματος της ελευθερίας και του κόμματος της ισότητας. Βρέθηκε έτσι αντίθετος με τις θέσεις του Αριστοτέλη, που θεωρεί ότι η ελευθερία είναι «Εν μεν το εν μέρει άρχειν και άρχεσθαι…εν δε το ζην ως βούλεταί τις», βλέποντας ως ελευθερία την ισότητα στη δυνατότητα συμμετοχής στην εξουσία και στη δυνατότητα να ζει κάποιος σύμφωνα με τη βούλησή του. Αντίθετος επίσης και με τον Kant και τους λοιπούς φιλοσόφους του Διαφωτισμού, που κατέληξαν στο έμβλημα της Γαλλικής Επανάστασης (Liberté, égalité, fraternité, ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη). Είχε άραγε δίκιο;

Τον τελευταίο αιώνα και ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες έχει γίνει μια τεράστια ανάπτυξη στον πλανήτη μας. Τα κορίτσια απόφοιτα του δημοτικού παγκόσμια έχουν αυξηθεί σε 60%. Το προσδόκιμο επιβίωσης έχει φθάσει τα 70 έτη. Πρόσβαση σε ηλεκτρικό ρεύμα έχουν 80% του πληθυσμού. Και τα τελευταία 20 χρόνια τα άτομα που βρίσκονται σε συνθήκες ακραίας φτώχειας μειώθηκαν στο ήμισυ, ενώ αυξήθηκε τεράστια ο πληθυσμός της γης που οι Κασσάνδρες πρόβλεπαν πως δεν θα μπορέσει ο πλανήτης μας να τους θρέψει. (Ν.Μαραντζίδης, Καθημερινή, 26.8.18). Παράλληλα έχει αυξηθεί τεράστια η ανισότητα πάνω στη γη. Περίπου 2% του πληθυσμού κατέχουν το 80% του παγκόσμιου πλούτου, ενώ 70% του πληθυσμού κατέχουν 4% του παγκόσμιου πλούτου (Credit Suisse, Κ.Σ.Λεβογιάννης).

Η ανισότητα (R.G.Wilkinson) είναι κύρια αιτία πολλών δεινών (προσδόκιμου επιβίωσης, αναλφαβητισμού, παιδικής θνησιμότητας, ανθρωποκτονιών, αριθμού φυλακισμένων, γεννήσεων από ανήλικες, εμπιστοσύνης, παχυσαρκίας, ψυχικών νόσων περιλαμβάνοντας εθισμό σε ναρκωτικά και οινόπνευμα, κοινωνικής κινητικότητας). Παράλληλα όμως είναι το κίνητρο για ανάπτυξη, όπως τονίσθηκε παραπάνω. Πόση ευδαιμονία φέρνει άραγε αυτή η κατάσταση στους ανθρώπους; Ο φτωχός, αν και καλύτερα από παλιά, δεν είναι ευτυχής διότι ο πλούσιος διπλανός του είναι πολλαπλάσια καλύτερα. Αν το εισόδημά του αυξήθηκε από 100 σε 110, ενώ του γείτονα από 100 σε 1000, δεν είναι ευτυχής. Ούτε κι ο πλούσιος όμως ευδαιμονεί. Ζει διαρκώς με το φόβο από τους ανταγωνιστές του αφενός, από τους φτωχούς αφετέρου. Όλοι αυτοί ονειρεύονται να τον κατασπαράξουν.

Η πολιτική που εκφράζει αυτή την κατάσταση στηρίζεται στα κόμματα. Όπως οι πλούσιοι, κάθε κόμμα έχει δύο ανταγωνιστές: το αντίπαλο κόμμα ο ένας. Φθάνουν μερικές φορές σε ακραίες ενέργειες προσπαθώντας να παρασύρουν το λαό εναντίον του αντιπάλου για να αποκτήσει καθένα τους την εξουσία. Δεν προβάλλουν το πρόγραμμά τους ως το καλύτερο δυνατό, ως θα όφειλαν, αλλά προσπαθούν να αποδείξουν ότι το αντίπαλο πρόγραμμα είναι καταστροφικό, αρκετές φορές μάλιστα συμβάλλοντας στην καταστροφή, ενώ το αντίπαλο κόμμα, ως συμπολίτευση, προσπαθεί να εφαρμόσει το πρόγραμμά του. Συμφωνούν ωστόσο όλα ανεξαιρέτως σε ένα: Ο άλλος, κοινός για όλα τα κόμματα αντίπαλος, είναι η δημοκρατία, που μεταφέρει την εξουσία από τα κόμματα στο λαό, έστω και αν οι ίδιοι οι πολιτικοί που απαρτίζουν τα κόμματα είναι μέλη αυτού του λαού.

Το αισθητό Εγώ μας, το σώμα μας, δεν είναι ελεύθερο· περιορίζονται οι δυνατότητές του από τους φυσικούς νόμους. Ούτε το κοινωνικό Εγώ μας είναι ελεύθερο· περιορίζεται από τους κοινωνικούς νόμους. Μόνο το νοητό Εγώ, η ψυχή μας, είναι ελεύθερο, καθώς ο ορίζοντάς του είναι η χωρίς περιορισμούς φαντασία. Η ελευθερία της βούλησής δεν έχει όρια. Η υλοποίησή της με μεταφορά στον κόσμο του αισθητού και του κοινωνικού Εγώ, ασφαλώς περιορίζεται. Από την άλλη, τα αισθητά Εγώ διαφέρουν από τον ένα στον άλλο. Χωρίς αυτό να σημαίνει ανισότητα, ασφαλώς αποκλείει την ισότητα. Και τα νοητά Εγώ, άβατα για όλους πλην του εαυτού τους, αποκλείουν τη σύγκριση μεταξύ τους. Μόνο το κοινωνικό Εγώ μπορεί να είναι ίσο ή άνισο και μάλιστα όλων είναι ίσο τη στιγμή της εισαγωγής τους στην κοινωνία. Από κει κι έπειτα καθένας υποδύεται ένα κοινωνικό ρόλο κι οι ρόλοι είναι ιεραρχημένοι, άνισοι. Στο κοινωνικό επίπεδο αξιοποιούνται και ιεραρχούνται οι διαφορές στο αισθητό και στο νοητό Εγώ. Αυτή η ανισότητα ισχύει κανονικά μόνο στην ενήλικη ζωή (εξαιρώντας ανηλίκους και υπερήλικες), και γι΄ αυτούς μόνο στο κοινωνικό ωράριό τους, που καταλαμβάνει περίπου 1/3 του 24ώρου. Επομένως, δεν είναι δυνατή η αντιπαράθεση μεταξύ της ελευθερίας και της ισότητας, διότι ανήκουν καθεμιά σε διαφορετική υπόσταση του τρισυπόστατου Εγώ μας.

Υπάρχει, ωστόσο, η οικονομική ισότητα και η ελευθερία της αγοράς, στα πλαίσια του κοινωνικού Εγώ. Γι΄ αυτές είναι που μιλούν συνήθως οι κοινωνιολόγοι. Η οικονομική ανισότητα αυξάνει τις δυνατότητες κάποιου να ικανοποιεί την ελευθερία της βούλησής του και, γι΄ αυτό, όποιος μπορεί να υπερέχει, την επιδιώκει. Να γιατί η ανισότητα είναι κίνητρο. Καθώς η οικονομική υπεροχή μπορεί να επιτευχθεί με έννομα, αλλά και παράνομα μέσα, με εστιασμένη προσπάθεια αλλά και τυχαία, η ανισότητα είναι κίνητρο τόσο για καλό όσο και για κακό. Η οικονομική υπεροχή κάποιων ολίγων αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας των πολλών.

Μοναδικά ανθρώπινη επιδίωξη είναι η ευδαιμονία. Δεν μπορούν να την έχουν τα άλλα ζώα. Σημαίνει να έχουν το θεό (το «καλό δαιμόνιο») μέσα τους και διαφέρει από την ευτυχία (καλή τύχη), που σημαίνει ότι τα τυχαία γεγονότα γύρω τους είναι ευνοϊκά. Για την ευτυχία κανένας δεν έχει ευθύνη, για την ευδαιμονία όμως, η ευθύνη ανήκει πρώτιστα στον καθένα. Η παγκόσμια ανάπτυξη πέτυχε μια ελάχιστη βελτίωση στο μεγάλο πλήθος, αλλά κολοσσιαία άνοδο ελαχίστων στην κοινωνική κλίμακα. Η διαφορά μεταξύ τους αυξάνεται. Κι αυτό προφανώς δεν φέρνει ευδαιμονία ούτε στους μεν ούτε στους δε. Φέρνει αντιπαλότητα. Από την άλλη η απόλυτη ισότητα σημαίνει ακινησία, απουσία προόδου. Οι διαφορές είναι τα κίνητρα δράσης. Η διαφορά μεταξύ φυσικών δυνάμεων συνεπάγεται επιτάχυνση· μεταξύ υδραυλικών πιέσεων, ροή· μεταξύ ηλεκτρικών δυναμικών, ηλεκτρικό ρεύμα· και μεταξύ μελών της κοινωνίας, ροή ενέργειας, πλούτου δηλαδή, που σημαίνει κανονικά ανάπτυξη. Υπερβολικές διαφορές σημαίνουν, ωστόσο, καταστροφή: Μεγάλες διαφορές δυνάμεων, θραύση· πιέσεων, ρήξη· δυναμικού, σπινθήρα· και μεταξύ ανθρώπινων ομάδων, βία, πόλεμο, επανάσταση, δικτατορία. Δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί η καταστροφή από την υπερβολική διαφορά, παρά μόνον πρόληψη με έλεγχο της διαφοράς. Για την ευδαιμονία μας δεν ευχόμαστε πια «χρόνια πολλά», αλλά πιο συχνά «χρόνια καλά».

Ο πιθανότερος τρόπος για να επιτευχθεί ένας ευδαίμων έλεγχος ελευθερίας και ισότητας δεν είναι ένας σοφός άρχοντας, ούτε μια αντιπροσωπευτική εκλεγμένη εξουσία, αλλά η βούληση όλου του λαού, εκφρασμένη άμεσα ή με κληρωμένους εκπροσώπους. Μόνον αυτή είναι αρμόδια να εκφράσει μια ευδαίμονα Αριστοτελική μεσότητα. ­

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

  • Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 11 Σεπτεμβίου 2018

Ούτε οικολόγος ούτε αναπτυξιολόγος είμαι για να μιλήσω για το θέμα του τίτλου. Είμαι ένας απλός πολίτης. Και νοιάζομαι για τον εαυτό μου, τα παιδιά και τα εγγόνια μας. Επιστημονικά είναι τεκμηριωμένο ότι, αν δεν κάνουμε τώρα κάτι, σε ένα αιώνα ο πλανήτης μας θα είναι ακατοίκητος από υπερθέρμανση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται: ακραία καιρικά φαινόμενα, ξηρασίες και πλημμύρες, εξαφάνιση των παραλιών, πανδημίες, πρωτοφανείς μετακινήσεις πληθυσμών κλπ. Η απάντηση είναι οικολογία, που συχνά αντιστέκεται με ακτιβισμό στην ανάπτυξη. Όμως, χάρη στην ανάπτυξη και στην ιδιοκτησία, επιτεύχθηκε για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες (από το 1990 που μελετήθηκε, όταν επικράτησε διεθνώς ο καπιταλισμός) μείωση των μέσων όρων πείνας, φτώχειας, αναλφαβητισμού και παιδικής θνησιμότητας (J.Norberg). Κάθε τόπος έχει τις ιδιαιτερότητές του. Με εμάς, τι γίνεται; Αυτό δεν έχει σχέση μόνο με τις διεθνείς γνώσεις περί οικολογίας και ανάπτυξης, αλλά και με τα δικά μας θέλω, που μόνον εμείς ξέρομε και που οφείλουν να στηρίζονται στη μοναδική ιστορία και γεωγραφία μας.

Η γεωγραφική ιδιαιτερότητά μας είναι διττή. Πρώτον, η θέση μας στο κέντρο μεταξύ των τριών παραδοσιακών Ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής. Κάθε αγαθό, υλικό (π.χ. πετρέλαιο) ή άυλο (πολιτισμικό) θα περάσει σχεδόν αναγκαστικά από τον τόπο μας. Σ΄ αυτές τις μεταφορές συχνά αντιδρούμε εμείς οι ίδιοι, όχι πάντοτε παράλογα. Για τις διόδους του πετρελαίου, αυτές προσπαθούν οι ισχυροί της γης να γίνονται διαμέσου της γης μας από αυτούς τους ίδιους παρακάμπτοντάς μας ή και αφανίζοντας τη χώρα μας (ρύπανση, κίνδυνοι σεισμών κλπ). Για τις πολιτισμικές διασταυρώσεις έχομε σημαντική ευθύνη, καθώς το σύμπλεγμα κατωτερότητας που έχομε μας οδηγεί στο μιμητισμό των ισχυρών «δυτικών» εταίρων μας, και στην περιφρόνηση των συνεισφορών από Ανατολή και Νότο, μολονότι, όχι σπάνια, εκεί μπορεί να κρύβονται διαμάντια. Η σωστή βέβαια αντιμετώπιση είναι να αφήνουμε να ζυμώνονται δημιουργικά τέτοιες διακινήσεις στην πατρίδα μας, με παραγωγή πρωτότυπων υβριδίων, που αξίζουν να ανταλλάσσονται με αντίστοιχα πνευματικά και υλικά προϊόντα άλλων λαών. Η αλληλεπίδραση, της παραδοσιακής εκκλησιαστικής μουσικής με τη βαλκανική, την ανατολίτικη που έφεραν κυρίως οι πρόσφυγες του 1922 και τη δυτική, ιταλική από τα Επτάνησα και Βαυαρική, έφθασε για να γεννήσει εκλεκτή μουσική, όπως του Σκαλκώτα, του Θεοδωράκη, του Χατζηδάκη και πλήθους άλλων σημαντικών συνθετών. Και σήμερα, στο χώρο της «σοβαρής» μουσικής κονσέρτου δεν λείπουν οι σημαντικοί μουσουργοί, παγκόσμια αναγνωρισμένοι έστω και αν δεν είναι ιδιαίτερα διάσημοι (η διασημότητα απαιτεί και άλλα στοιχεία εκτός από την ποιότητα της τέχνης). Να θυμίσω και δύο βραβεία Νόμπελ ποίησης, αλλά και επιστημονικές, διεθνώς αναγνωρισμένες συμβολές.

Η δεύτερη, λιγότερο επισημασμένη γεωγραφική ιδιαιτερότητά μας είναι τούτη. Εγώ τουλάχιστον δεν ξέρω άλλη χώρα που σε τόσο περιορισμένη επιφάνεια να έχει τόσο μεγάλη ανομοιογένεια εδάφους. Ψηλά βουνά, δίπλα σε πεδιάδες, δίπλα σε θάλασσες με πλήθος νησιών. Τι κάνομε με τις χιλιάδες ακατοίκητα, ανεκμετάλλευτα, πολυέξοδα στη φύλαξή τους, νησιά μας;

Οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες ήταν θεμελιώδεις γενεσιουργοί παράγοντες της ιστορίας μας. Η εδαφική ανομοιογένεια ευνόησε την ανάπτυξη των πόλεων/κρατών με σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, αλλά με κοινή γλώσσα και λοιπά έθιμα. Η επικοινωνία τους συχνά εναλλασσόταν μεταξύ ανταγωνισμού, μίμησης και συμπληρωματικότας. Η ύπαρξη «βαρβάρων», δηλαδή αλλογλώσσων, συνέβαλε στην ενότητα του Ελληνικού λαού, άλλοτε αμυντικά (π.χ. Περσικοί πόλεμοι) και άλλοτε κατακτητικά (π.χ. Αλέξανδρος). Όπου κι αν σκάψεις θα βρεις στο υπέδαφός μας τεκμηρίωση της ιστορίας μας.

Με τέτοιο φορτίο και τέτοια κληρονομιά, εμείς σήμερα τι κάνομε; Θεωρώ, πρώτο, οφείλομε να προστατέψουμε και να μην καταστρέψουμε τη φυσική προίκα μας. Αν αφήσουμε στην τύχη της τη φύση, ο χώρος οδηγείται σε έρημο ή σε ζούγκλα – και τα δύο περιβάλλοντα εχθρικά για μας. Η μίμηση των ξένων που πέτυχαν πολλά σε διαφορετικά περιβάλλοντα δεν βοηθάει. Απ΄ αυτούς όμως μπορούμε να πάρουμε μαθήματα – όχι αντιγραφή. Το ότι έκαναν μεγαθήρια ξενοδοχεία δεν σημαίνει ότι πρέπει να καταστρέψουμε τις παραλίες μας, που η φυσική ομορφιά τους είναι που έλκει τους ανθρώπους. Σημαίνει, αντίθετα, φροντίδα των ακρογιαλιών, για να μη γίνουν σκουπιδότοποι, με επέκταση του δάσους ως αυτές και με καταλύματα σεμνά, όσο γίνεται κατασκευασμένα με δομικά στοιχεία προερχόμενα από τη συγκεκριμένη περιοχή. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα τέτοιων δομών. Έργα του παλιού Πικιώνη, το ξενοδοχείο πλάι στην Παμβώτιδα στα Ιωάννινα είναι παραδείγματα. Οι αναδασώσεις και επέκταση των δασών είναι ο κύριος τρόπος για να ανασχεθούν οι χείμαρροι. Η ροή του νερού στις δασωμένες βουνοπλαγές επιβραδύνεται, τα χώματα δεν παρασύρονται και το νερό προλαβαίνει να απορροφηθεί και να αθροισθεί στις υπόγειες αποθήκες. Άσε τις υπόλοιπες ανυπολόγιστες λειτουργίες του δάσους, όπως η ανάπτυξη της πανίδας. Η αυστηρή προστασία των ρεμάτων είναι το άλλο σημαντικό στοιχείο με παρόμοια σημασία. Δεν τα αφήνομε στην τύχη τους (θα γίνουν σκουπιδότοποι ή αυθαίρετες τσιμεντοστρώσεις), αλλά τα κάνομε πάρκα.

Όλη η Ελλάδα, δεύτερο, είναι ένας αρχαιολογικός τόπος. Όπου κι αν σκάψεις ενδέχεται να βρεις αρχαιολογικούς θησαυρούς, από τα προϊστορικά χρόνια. Τι κάνομε τότε; Σταματάμε την ανάπτυξη ή αφανίζομε τα ενοχλητικά ευρήματα; Πολλοί νέοι σήμερα προσπαθούν να απαλλαγούν από τα έπιπλα των γονιών τους μετά το θάνατό τους. Τι να τα κάνουν; Άχρηστα είναι! Κι όμως τα αρχαία κουρέλια μπορεί να είναι ανεκτίμητοι θησαυροί. Αν στη θεμελίωση ενός ξενοδοχείου, εργοστασίου, νοσοκομείου, βρεθούν αρχαία, η λύση είναι ασφαλώς να αναδειχθούν. Η οικοδομή θα γίνει, αλλά θα προστεθεί μια πρόβλεψη για ανάδειξη των ευρημάτων. Τα έσοδα από την επίσκεψη σε τέτοιους χώρους ανήκουν φυσικά στον ιδιοκτήτη, ενώ υποχρέωση των αρχαιολόγων είναι η επιτήρηση των εκθεμάτων.

Το τρίτο είναι η ανακύκλωση. Προστατεύει το περιβάλλον από την τοξικότητα των αποβλήτων, χρησιμεύει στην αναπαραγωγή χρήσιμων αγαθών και στην παραγωγή ενέργειας. Παλιές οικοδομές, τελείως άχρηστες, ερείπια πια, οφείλουν να αναστηλώνονται αλλάζοντας προορισμό. Παλιά, εγκαταλειμμένα εργοστάσια, σιδηροδρομικοί σταθμοί κλπ μπορούν να γίνουν μουσεία, αίθουσες συναυλιών, θέατρα, γυμναστήρια ή ό,τι άλλο μπορεί να γεννήσει η γόνιμη φαντασία των συμπατριωτών μας.

Αυτά που περιγράφω είναι βραδεία, όχι έντονα αποδοτική, ανάπτυξη. Η παραγωγή ενέργειας από τον ήλιο, τους ανέμους, τα κύματα, υδατοπτώσεις απαιτεί πολυέξοδες εγκαταστάσεις και προσφέρει μικρή παραγωγή. Η καλλιέργεια των νερών (εκτροφή ιχθύων, μαλακίων, μαλακοστράκων, οστράκων, κοραλιών, σπόγγων κλπ) είναι πιο αποδοτική. Φανταστείτε όμως την εσαεί δωρεάν πρώτη ύλη (άφθονη στον τόπο μας) και την ουσιαστική απουσία τοξικών αποβλήτων. Θυμηθείτε και πώς άρχισα το άρθρο μου: Νοιάζομαι για τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά μας.

 

Δάσκαλος στο 19ο αιώνα

Δημήτρης Α. Σιδερής*,  dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 8 Σεπτεμβρίου 2018

Τέσσερα χρόνια δημοτικό, τρία σχολαρχείο και ένα διδασκαλείο, συνολικά 8 έτη σπουδών, και νάτος δάσκαλος στο Σκαδό, ορεινό χωριό στη Νάξο, ο παππούς μου. Άφησε ένα χειρόγραφο 226 σελίδων για το ρόλο του δασκάλου και του δημοτικού σχολείου. Σε πρώτη ματιά θαυμάζει κανένας την καλλιγραφία, την άπταιστη χρήση της καθαρεύουσας και την παντελή έλλειψη σε ολόκληρο το κείμενο έστω και ενός ορθογραφικού λάθους. Να σημειώσω πως όταν πρωτοπήγα, 10 χρονών, στο χωριό του, την Κόρωνο, δεν πολυκαταλάβαινα τους ντόπιους, καθώς το ιδίωμά τους ήταν παραφθορά της κοινής Βυζαντινής διαλέκτου. Πριν από λίγα χρόνια έκανα μια μικρή έρευνα (ανακοίνωση σε Πανελλήνιο Γλωσσολογικό Συνέδριο), όπου, μεταξύ των άλλων, υπαγόρευσα ένα κείμενο εφημερίδας σε 10 απόφοιτους μέσης ή ανώτατης εκπαίδευσης, με 12-18 έτη σπουδών. Ούτε ένας δεν μπόρεσε να γράψει κείμενο 236 λέξεων χωρίς κανένα ορθογραφικό λάθος. Αφήνω την καλλιγραφία. Τι καταπεσμός της εκπαίδευσής μας σε σύγκριση με τον παππού μου!

Και έρχομαι στο περιεχόμενο και το συγκρίνω με τις σύγχρονες απόψεις για την εκπαίδευση. Εκπαίδευση θεωρείται ότι είναι η στοχευμένη διαδικασία με την οποίαν αποκτά ο εκπαιδευόμενος την ικανότητα να κάνει πράγματα που δεν μπορούσε να κάνει προηγουμένως. Μπορεί να θεωρηθεί πως αφορά τρία πεδία: γνωστικό, πρακτικό και συναισθηματικό ή στάσεων και δεξιοτήτων συμπεριφοράς. Σε κάθε πεδίο υπάρχουν διαβαθμίσεις. Το συναισθηματικό πεδίο αφορά την ικανότητα για στροφή της προσοχής, ανταπόκριση, και εσωτερίκευση φαινομένων, που σημαίνει ότι αυτά ταξινομούνται σε μια εσωτερική κλίμακα αξιών. Η διαδικασία με την οποίαν δημιουργείται η κλίμακα των αξιών ονομάζεται παιδεία, ενώ καλλιέργεια (ή κουλτούρα) είναι αυτή η κλίμακα.

Κάθε σπουδαίο έργο, και η εκπαίδευση, αρχίζει από επιλογή των στόχων, του προγράμματος και της αξιολόγησης, από τα αποτελέσματα της οποίας μπορεί να γίνει έλλογη αναθεώρηση των παραπάνω. Κι ο δάσκαλος στο 19ο αιώνα αρχίζει ακριβώς με το στόχο: «Ο σκοπός του Δημοτικού Σχολείου είναι το να μορφώση τους παίδας ηθικώς και θρησκευτικώς, ώστε όταν εξέλθωσιν εις την κοινωνίαν να καταλάβωσι την προσήκουσαν αυτών θέσιν». Διευκρινίζει ότι ο σκοπός δεν είναι επαγγελματικός. Κι αυτό όχι για το προφανές ότι ο δάσκαλος δεν είναι παντογνώστης, αλλά διότι ο δάσκαλος «δεν γνωρίζει είς τι ο μαθητής προώρισται ώστε καταλλήλως να διδάξη αυτόν». Ακολουθεί η περιγραφή του προγράμματος, πώς δηλαδή, από ποια στάδια θα περάσει ο μαθητής για να επιτευχθεί ο στόχος. Η αξιολόγηση γίνεται και αντιμετωπίζεται με ένα σύστημα ποινών και αμοιβών. Δεν συζητιέται όμως αναθεώρηση του εκπαιδευτικού κύκλου.

Τρία είδη μαθημάτων διδάσκονται: θρησκευτικά, ανθρωπογνωστικά και φυσικά. Σε όλο το κείμενο δίνεται έμφαση στην ανάπτυξη παιδείας μάλλον παρά εκπαίδευσης. Ποιας παιδείας όμως; Η φυσιολογική βάση της μάθησης είναι η ανάπτυξη εξαρτημένων αντανακλαστικών. Όταν επανειλημμένα ένα ερέθισμα προηγείται από ένα άλλο που συνεπάγεται ακούσια αντανακλαστική ανταπόκριση, αναπτύσσεται ένα νέο (εξαρτημένο) αντανακλαστικό: Μαθαίνει το άτομο και το πρώτο ερέθισμα προκαλεί την αντανακλαστική ανταπόκριση που αντιστοιχεί στο δεύτερο. Οι άνθρωποι έχομε εξαιρετικά υψηλή τέτοια ικανότητα, με αποτέλεσμα διττό. Μπορεί ένα ερέθισμα να έχει πολλαπλές ανταποκρίσεις. Αυτή είναι η φυσιολογική βάση της ελευθερίας, καθώς το άτομο διαθέτει τώρα πολλαπλές επιλογές. Μπορεί όμως και πολλαπλά ερεθίσματα να έχουν μία κοινή ανταπόκριση. Αυτή είναι η φυσιολογική βάση της πλύσης εγκεφάλου και της απόκτησης προκαταλήψεων.

Ο δάσκαλος του 19ου αιώνα απαριθμεί τις αρετές που πρέπει να αποκτήσει ο μαθητής: Φιλοπατρία, επιμέλεια, τάξη, φιλαλήθεια, πραότητα, προσοχή, καθαριότητα, ευσχημοσύνη ή κοσμιότητα, θεοσέβεια, ευπείθεια ή υπακοή. Από τις ποικίλες αρετές, η θεοσέβεια και η φιλοπατρία είναι οι ύψιστες, ενώ η ευπείθεια (ή υπακοή) είναι η βάση των αρετών πασών. Υπακοή (και μάλιστα η τυφλή, που διαφημίζεται στο βιβλίο) είναι η υποταγή της ατομικής βούλησης σε μια γενικότερη και ανώτερη βούληση. Η ελευθερία και η ισότητα δεν αναφέρονται πουθενά στο κείμενο.

Η υπακοή (ή υποταγή) στην Αραβική γλώσσα ονομάζεται Ισλάμ και η θρησκεία του Ισλάμ έχει δύο πυλώνες: τη θεοσέβεια και την υπακοή. Μ΄ άλλα λόγια, οι μαθητές του δημοτικού τότε διδάσκονταν τις αρχές του Ισλάμ, χωρίς να το συνειδητοποιούν οι δάσκαλοί τους. Αυτού του είδους η «παιδεία» δεν προωθεί τη δημιουργία πολλαπλών επιλογών στο μαθητή, δηλαδή ελεύθερη σκέψη, αλλά, αντίθετα, περιορίζει την ανταπόκρισή τους σε μία: στο τι επιτάσσει η ανώτερη βούληση. Κι αυτή είναι: του Δασκάλου, του Βασιλέως, του Θεού. Πλύση εγκεφάλου. Για τις αντιρρήσεις στην πρωτοκαθεδρία της υπακοής, σχολιάζει ο παππούς μου, ότι σ΄ αυτό έσφαλε ο «μέγας παιδαγωγός» Ρουσσώ (και μαζί μ΄ αυτόν όλη η Αναγέννηση!) που αντιστρατευόταν την τυφλή υπακοή, υποστηρίζοντας την απλή συμβουλή.

Η υπακοή ή απείθεια στις διαταγές του Δασκάλου αντιμετωπίζονται με διαβαθμισμένες αμοιβές ή ποινές αντίστοιχα. Γίνεται προσεκτική παρατήρηση που καταδικάζει την ειρωνεία σαν ποινή, αλλά και τις υλικές αμοιβές, διότι ο μαθητής δεν πρέπει να συνηθίσει να κάνει στη ζωή του μόνον ό,τι συνεπάγεται αμοιβή. Πρέπει να μάθει τι είναι Αγαθόν και να το πράττει επειδή είναι Αγαθόν και όχι διότι προσδοκά ανταμοιβή. Αναγνωρίζει ακόμη ότι για κάθε ανωμαλία στο σχολείο ευθύνεται κατά τα 9/10 ο Δάσκαλος και μόνο κατά το 1/10 ο μαθητής. Ωστόσο, υπάρχουν και φαύλοι μαθητές, που η συμπεριφορά τους βλάπτει τους συμμαθητές τους. Γι΄ αυτούς επιφυλάσσεται η έσχατη ποινή, η αποβολή.

Υπάρχουν κίνητρα και εμπόδια στη μάθηση. Υπάρχει η φυσική (Αριστοτελική) όρεξη για μάθηση. Αλλά ο μαθητής μπορεί να είναι βλάκας ή να έχει οικογενειακά προβλήματα (δεν έχει να φάει, οι γονείς του τσακώνονται) ή είναι πλουσιόπαιδο. Τα πλουσιόπαιδα, συνηθισμένα να κάνουν ό,τι τους αρέσει, δεν πειθαρχούν εύκολα στην τυφλή υπακοή που απαιτεί ο Δάσκαλος του 19ου αιώνα.

Παλιότερα η γυναίκα θεωρούνταν δούλη του άνδρα, ενώ σήμερα (τέλη του 19ου αιώνα), έχει ίσα δικαιώματα, κατά το Δάσκαλο. Σε μια οικογένεια, έργο του πατέρα είναι να φροντίζει πώς να συντηρεί τη γυναίκα και τα τέκνα της, της μητέρας να φροντίζει τα του οίκου της (περιποίηση τέκνων, ζύμωμα, πλύσιμο, μαγείρεμα κλπ) και των τέκνων να υπακούν τους γονείς τους. Για τα υπόλοιπα έργα υπεύθυνος είναι ο Δάσκαλος. Στο ίδιο πνεύμα επισημαίνεται έμμεσα η ανάγκη της διαβίου μάθησης.

Τελικά, ο συγγραφέας του βιβλίου επικαλείται ορθές ψυχολογικές μεθόδους για να επιτύχει το στόχο της παιδείας που έχει θέσει. Ωστόσο, προτάσσοντας την υπακοή σαν ανώτατη αρετή, δεν επιτρέπει αμφισβήτηση στο στόχο που έχει θέσει και προάγει την πλύση εγκεφάλου μάλλον παρά την ελεύθερη σκέψη.

 

* Ο κ. Δημήτρις Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής καρδιολογίας

203 ΑΓΧΟΣ-ΑΓΩΝΙΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 4 Σεπτεμβρίου 2018

 

Διαβάζω την «Έννοια της Αγωνίας» του Κίρκεγκωρ. Δεν καταλαβαίνω τίποτε. Δεν είναι εύκολη η Φιλοσοφία, ιδιαίτερα η υπαρξιστική. Η γνώση μου σε ξένες γλώσσες είναι πολύ περιορισμένη. Αναγκάζομαι να καταφεύγω σε μεταφράσεις. Κι εδώ αρχίζει το πρόβλημα. Το είχα επισημάνει παλιότερα διαβάζοντας Χάιντεγκερ. Παραθέτει σελίδες ολόκληρες αρχαιοελληνικών κειμένων, που τις αποδίδει γερμανικά όσο καλύτερα (νομίζει ότι) μπορεί και πάνω τους προσπαθεί να στηρίξει τις δυσνόητες έννοιες που περιγράφει. Εκεί άρχισα να υποπτεύομαι πως ή ο σοφός Heidegger ξέρει καλύτερα Ελληνικά από εμένα (δεν το αποκλείω) ή αυθαιρετεί ασύστολα προκειμένου να βρει έρεισμα για τα ακαταλαβίστικα που προβάλλει. Με τον Kierkegard μου γεννήθηκαν παρόμοιες υπόνοιες.

Δανέζικα δεν ξέρω ούτε λέξη. Ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου είναι: «Begrebet Angest». Angest όμως είναι η Γερμανική λέξη Angst (κάτι λίγα σκαμπάζω Γερμανικά), ενώ Angoisse είναι η αντίστοιχη Γαλλική και Anxiety η Αγγλική. Ναι, αλλά Ang, η ρίζα όλων αυτών των λέξεων, δεν είναι παρά η Ελληνική λέξη Άγχος. Και ο μεταφραστής του βιβλίου που διαβάζω αποδίδει την έννοια ως Αγωνία. Μα είναι το ίδιο Άγχος και Αγωνία;

Και οι δυο λέξεις αντιστοιχούν στο δυσάρεστο συναίσθημα που γεννιέται όταν αντιμετωπίζουμε μιαν απειλή με αβέβαιη έκβαση. Ωστόσο, κάθε Έλληνας χωρίς να το σκέφτεται, γνωρίζει πως στην Αγωνία εμπεριέχεται ο Αγών. Αυτό το καταλαβαίνει μόνο όποιος έχει μάθει Ελληνικά από τη μάνα του. Η αυτόματη, υποσυνείδητη, ετυμολόγηση των λέξεων είναι προνόμιο μόνον όσων μιλούν τη μητρική τους γλώσσα. Έτσι, στην Αγωνία ο φοβισμένος Αγωνίζεται, παλεύει ή τρέχει να φύγει, για να αντιμετωπίσει την αιτία του φόβου του, πράγμα που δεν κάνει όταν έχει Άγχος. Στο Άγχος απλώς φοβάται, και εύχεται να απαλλαγεί. Στην Αγωνία έχει επισημάνει (ή φαντάζεται) συγκεκριμένη απειλή, κάτι κάνει για να γλιτώσει, βρίσκεται σε υπερένταση, στρες. Ο αγώνας του είναι αισθητός από τους άλλους. Έχοντας αναπτύξει κατάλληλα εξαρτημένα αντανακλαστικά, βλέποντας τις εκδηλώσεις της αγωνίας σε κάποιον, ετοιμάζονται κι αυτοί να αγωνισθούν, νοιώθουν κι αυτοί την Αγωνία, έστω κι αν δεν έχουν αισθανθεί το αίτιο της απειλής οι ίδιοι. Η Αγωνία είναι μεταδοτική, το Άγχος όχι.

Κάθε έννοια που αναπτύσσεται παίρνει κάποιο όνομα, ανάλογα με τη γλώσσα που μιλά ο εφευρέτης της. Οι βάσεις των αφηρημένων εννοιών αναπτύχθηκαν από τους προγόνους μας και οι λέξεις που εκφράζουν τις αντίστοιχες έννοιες είναι Ελληνικές. Έχουν μεταφερθεί στις ξένες γλώσσες, όπου αποτελούν κατά μέσον όρο το 10% περίπου του λεξιλογίου τους. Οι ξένοι όμως δεν γνωρίζουν τις ρίζες των ελληνικών λέξεων και επομένως δεν μπορούν να νιώσουν όλο τα βάθος και πλάτος που εκφράζουν οι ελληνικές έννοιες. Δεν μπορούν έτσι να ξεχωρίσουν το «γένος» (κοινή κληρονομική γενιά) από το «έθνος» (κοινά ήθη και έθιμα). Ούτε το συμφέρον από το ενδιαφέρον (και τα δύο αποδίδονται με το interest), ενώ το φιλότιμο τους είναι άγνωστη έννοια. Όταν πρωτακούει ο Έλληνας τη λέξη «ταχυκαρδία» ξέρει ότι εκφράζει την ταχεία λειτουργία της καρδιάς, ενώ ο ξένος που χρησιμοποιεί τη λέξη tachycardia ξέρει τι σημαίνει μόνο όταν κάποιος του το έχει πει.

Υπάρχουν εκείνοι που θεωρούν πως ναι, η αρχαία Ελληνική γλώσσα ήταν σπουδαία, αλλά η νεότερη εκδοχή της είναι παρακατιανή. Ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Η τρέχουσα ελληνική γλώσσα είναι η εξέλιξη της αρχαίας, της Ομηρικής, των 30 περίπου διαφορετικών αρχαίων διαλέκτων, της Ελληνιστικής και των Ευαγγελίων, της κοινής Βυζαντινής, της καθαρεύουσας και του πλήθους των σύγχρονων ντοπιολαλιών. Επομένως η σύγχρονη εκδοχή της γλώσσας μας είναι πλουσιότερη, διαθέτοντας πελώριο πλήθος λέξεων από όλον αυτό το θησαυρό για να εκφράσει την ίδια περίπου έννοια με ποικιλία αποχρώσεων. Από το «καλώ» προκύπτουν η «κλήση», σαν κι αυτή που μας δίνει ο τροχαίος ή ο δικαστικός κλητήρας, αλλά και το «κάλεσμα» για γλέντι. Διαφορετικά συναισθήματα το καθένα.

Η νέα εκδοχή της γλώσσας μας όμως χρειάζεται ερείσματα. Σχεδόν το έχομε πάρει, επιτέλους, απόφαση ότι η γλώσσα μας είναι αυτή που μάθαμε από τη μάνα μας. Έτσι, αβίαστα. Ωστόσο, αυτή η γλώσσα, για να εκφράσει δυσκολότερες ανάγκες, πρέπει, πρώτον, να εμπλουτισθεί από τον ιστορικό θησαυρό της γλώσσας μας που σημαίνει ότι ο μαθητής, ήδη από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, όταν πια έχει μάθε άνετα να γράφει, να αρχίσει να διαβάζει και τη γλώσσα των προγόνων, από τον Παπαδιαμάντη ως τον Όμηρο. Προφανώς δεν χρειάζεται να μάθει να μιλάει ή να γράφει αυτή τη γλώσσα, μια και κανένας πρόγονος δε ζει πια για να καταλαβαίνει ακούοντας ή διαβάζοντας κείμενα των απογόνων του.

Δεύτερο, η αρχαία γλώσσα αναπτύχθηκε, επειδή απόκτησε ένα στέρεο στήριγμα, την Ελληνική γραφή. Η γραφή αρχικά ήταν ιδεογραφική, με απλά σχήματα που εξέφραζαν ιδέες, τον Λόγο, όπως το σχήμα 4 εκφράζει την τετράδα, όποια γλώσσα κι αν μιλάει κάποιος. Κάποτε προέκυψε, πρώτη φορά στην Ελλάδα, η αλφαβητική γραφή. Μ΄ αυτήν παριστάνεται η γλώσσα, όχι ο Λόγος και μόνο διαμέσου της εκφράζονται οι έννοιες. Με 24 μόνο σύμβολα μπορούσε να παρασταθεί ολόκληρος ο πνευματικός κόσμος του ανθρώπου. Ήταν εύκολο να μάθουν τέτοια γραφή όλοι, αρκεί να ενδιαφέρονταν. Ενδιαφέρον είχαν όλοι (σχεδόν) οι Έλληνες, καθώς με τη γραφή μπορούσαν να εκφράζουν δημόσια τις σκέψεις τους που, με τη δημοκρατία που είχε αναπτυχθεί, επηρέαζαν τις αποφάσεις του συνόλου. Μόνο μια ελληνική φυλή δεν είχε γραφή, οι Μακεδόνες, διότι δεν είχαν δημοκρατία, αλλά βασιλεία. Οι υπήκοοι του βασιλιά δεν χρειαζόταν να ξέρουν να γράφουν – ήταν επικίνδυνο. Γραφή ήξερε μόνο η ανώτατη (βασιλική) αριστοκρατία των Μακεδόνων που είχε απόλυτα ελληνική παιδεία.

Με την παρέλευση αιώνων η γλώσσα μας εξελίχθηκε, αλλ΄ αφότου χάθηκε η δημοκρατία, δεν ήταν αναγκαία πια η γραπτή παράστασή της. Στις ανώτερες τάξεις διατηρήθηκε η παραδοσιακή γραφή που δεν παρίστανε πια πιστά τη γλώσσα, αλλά για κάθε φθόγγο διέθετε πολλών ειδών γραφική παράσταση. Αυτού του είδους η γραφή αντιστοιχεί όχι στη βασιλεία ούτε στη δημοκρατία, αλλά στην ολιγαρχία που έχομε σήμερα. Σε μια μικρή έρευνα που έγινε, κανένας (αντιστοιχώντας στατιστικά σε 0%-24% των αποφοίτων μέσης ή ανώτατης εκπαίδευση) δεν μπόρεσε να γράψει χωρίς ορθογραφικό λάθος. Όση είναι η μειονότητα, η ολιγαρχία, που σήμερα μας κυβερνά.

Αγωνιώ, δεν άγχομαι, για το μέλλον των παιδιών, των απογόνων, της πατρίδας μου. Κυριότερο στήριγμα της ταυτότητάς μας είναι η γλώσσα μας, με παγκόσμια εμβέλεια. Και γι΄ αυτό, όχι μόνο αγωνιώ, αλλά και αγωνίζομαι.