Λεβιάθαν

Δημ. Α. Σιδερής*, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 1 Ιουλίου 2018

Η μυθολογία είναι γοητευτική. Οι πανάρχαιοι λαοί, αλλά και πολλοί σήμερα, πιστεύουν στους μύθους τους, διότι δεν είναι από άνθρωπο δοσμένοι, ίσως από το Θεό – και, επομένως, μην το συζητάμε, είναι αληθινοί. Για μακρό διάστημα θεωρήθηκαν παραμύθια. Ώσπου κάποιοι ερασιτέχνες αρχαιολόγοι, ιδρυτές ουσιαστικά της σύγχρονης αρχαιολογίας (όλοι οι ιδρυτές επιστημονικών κλάδων ήταν ερασιτέχνες, διότι κανένας πριν από αυτούς δεν υπήρχε για να τους διδάξει), ανακάλυψαν τους τάφους των Μυκηνών και τα ερείπια της Τροίας.

Καταρχήν, πρέπει να κρύβουν οι μύθοι κάποια αλήθεια: Μια αλήθεια τρανταχτή αντιληπτή από όλο τον κόσμο και γι΄ αυτό επαναλαμβανόμενη από μεγάλο πλήθος που είδε, έζησε, τα γεγονότα και τα μετάδωσε σε όλους τους άλλους. Ο κατακλυσμός του Νώε, πρέπει να έγινε, όπως και ο Τρωικός πόλεμος. Ωστόσο, η ικανότητα ερμηνείας εκείνων των παμπάλαιων ανθρώπων (αλλά και πλήθους σύγχρονων που πιστεύουν σε τωρινούς μύθους) είναι περιορισμένη. Και τα γεγονότα που βίωσαν τα αλλάζουν, σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες, προσδοκίες, τα προσωπικά τους βιώματα.

Οι μύθοι έχουν ισχυρό υποσυνείδητο στοιχείο, δηλαδή μη λογικό, αλλά συναισθηματικό και βουλητικό. Οι μύθοι είναι μεταφορές, συμβολισμοί. Κατά κανόνα συμβολίζουν κάποιο μεγάλο γεγονός, ηρωικό από τη μια καταστροφικό από την άλλη, συχνά μόνο καταστροφικό. Η καταστροφή είναι μια γενικευμένη τιμωρία που προήλθε προφανώς από το Θεό, διότι παραβιάσθηκε από τους ανθρώπους η θεϊκή βούληση – ή η βούληση των εκπροσώπων Του που Τον εκφράζουν.

Ένας από τους μύθους που διάβαζα τελευταία είναι του Λεβιάθαν. Κατά τη Βίβλο ήταν ένα φοβερό τέρας που πλάσθηκε την 5η ημέρα της Δημιουργίας. Όταν τον έριξε στη θάλασσα ο Θεός, το τρομακτικό φολιδωτό σώμα του δημιούργησε τεράστια παλιρροϊκά κύματα που σκέπασαν τις παραλίες. Τα μάτια του, περισσότερα από 300, φώτιζαν μέσα στα νερά της θάλασσας και αντανακλούσαν μέχρι τον ουρανό. Το νερό έβραζε στο πέρασμα του και εξατμιζόταν όταν άνοιγε τα φοβερά σαγόνια του καθώς γλώσσες φωτιάς ξεπήδαγαν από το στόμα του. Κανένα από τα πλάσματα του κόσμου δεν μπορούσε να συγκριθεί μαζί του σε δύναμη.

Δεν θέλει πολλή φαντασία για να υποθέσουμε πως περιγράφεται η έκρηξη ενός ηφαιστείου στη θάλασσα, σαν της Σαντορίνης, με το τσουνάμι που προκαλεί. Από την άλλη, ο Λεβιάθαν συμβολίζει τη θεία βούληση που με την ασύλληπτη ισχύ του Θεού επέβαλλε τιμωρία στους παραβάτες της. Στο έργο του «Λεβιάθαν» ο T.Hobbes γίνεται πιο συγκεκριμένος. Λεβιάθαν είναι η κρατική Δύναμη για να διατηρηθεί η κοινωνική ειρήνη. Είτε με τη μορφή της απόλυτης μοναρχίας είτε της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, χρειάζεται ένας Λεβιάθαν, το κράτος, που έχει το μονοπώλιο της βίας και της απόλυτης εξουσίας. Χρειάζεται νόμος.

Τι είναι νόμος; Η ανθρώπινη κοινωνία, όπως και τα άτομα, διαθέτει είσοδο, τη γνώση, που στην κοινωνία λέγεται επιστήμη· διάμεσο εξισορροπιστικό, συναισθηματικό στοιχείο, την τέχνη· και έξοδο, βουλητικό στοιχείο, την ηθική. Ηθική είναι η βούληση της κοινωνίας. Η κοινωνία όμως, αν και αποτελείται από αισθητά στοιχεία, τα άτομα που τη συνιστούν, είναι μια υπερανθρώπινη, αισθητή, αλλά ασαφής οντότητα, αντίθετα από το Θεό που δεν είναι αισθητός. Η βούληση της κοινωνίας επομένως είναι ασαφής. Η θεία βούληση είναι βέβαια σαφής, αλλά τη γνωρίζομε μόνο διαμέσου των εκπροσώπων των θρησκειών. Η κοινωνία όμως έχει ανάγκη από σαφή έκφραση της βούλησής της κι έτσι χρειάζεται άρχοντες που η βούλησή τους αποτελεί το Δίκαιο, το Νόμο.

Το Δίκαιο και η Ηθική μπορεί να συμπίπτουν ή να διίστανται. Από τα τρία Αριστοτελικά πολιτεύματα, μοναρχία, ολιγαρχία, δημοκρατία, σχεδόν σύμπτωση Δικαίου και Ηθικής υπάρχει μόνο στη Δημοκρατία, καθώς οι άρχοντες επιλέγονται με κλήρωση από το σύνολο του δήμου, έτσι που ο καθένας είναι εξίσου πιθανό με τους άλλους να είναι άλλοτε άρχοντας άλλοτε αρχόμενος. Αντίθετα, στη μοναρχία η διάσταση μεταξύ των δύο βουλήσεων μπορεί να είναι μέγιστη, όπως π.χ. στο τραγικό δίλημμα της Αντιγόνης. Οι άρχοντες έχουν το προνόμιο να επιβάλλουν τη βούλησή τους με ένα σύστημα ποινών και αμοιβών: έχουν εξουσία. Κατά περίεργο τρόπο, εκτός από τους άρχοντες, ως αποτέλεσμα του όλου βίου τους υπάρχουν κάποιοι που έχουν κύρος χωρίς εξουσία. Επιβάλλονται εμπνέοντας σεβασμό, όχι φόβο. Αυτοί επικυρώνουν την εξουσία των αρχόντων. Ο προφήτης Σαμουήλ έχρισε το Σαούλ βασιλιά και σήμερα οι βασιλείς και αρχηγοί κρατών έχουν ανάγκη από την εκκλησία για να επικυρωθεί η εξουσία τους. Όλοι αυτοί που άρχουν, έχουν ανάγκη από μύθους για να εξασφαλίσουν την ισχύ των αρχόντων. Τέτοια ανάγκη έχουν ιδιαίτερα οι διαθέτοντες κύρος, οι ποικίλες θρησκείες από τα πανάρχαια χρόνια. Λόγω του σεβασμού που εμπνέουν κάνουν πιστευτούς τους μύθους τους.

Οι μύθοι, έχουν ιδιαίτερη εσωτερική λογική, συνδέοντας αίτιο και αιτιατό, την υπακοή ή ανυπακοή στην υπερανθρώπινη βούληση, το Θεό ή τη θρησκεία ή την Κυβέρνηση με αμοιβές ή τιμωρίες αντίστοιχα, παράδεισο ή κόλαση. Δεν αντέχουν όμως στην επιστημονική λογική που τους συνδέει με την αντικειμενική, εμπειρική, αισθητή πραγματικότητα. Παρά ταύτα, με την εσωτερική λογική γοητεία τους, συχνά καθορίζουν μακροπρόθεσμα τις δραστηριότητες των ανθρώπων. Ο μύθος μεταξύ των δύο γιων του Αβραάμ (σε ποιον ανήκει η ευλογημένη γη από το Νείλο ως τον Ευφράτη), διέπει τη θανάσιμη αντιπαλότητα μεταξύ Ισαακιτών Εβραίων και Ισμαηλιτών Αράβων ως σήμερα. Η γοητεία τους εμπνέει την Τέχνη, το κοινωνικό συναίσθημα. Αριστουργηματικά έργα τέχνης εμπνέονται από τη μυθολογία. Και διαμέσου αυτών των έργων διαβιβάζεται στο κοινό η αναγκαία λειτουργία του μύθου.

Σήμερα βιώνομε το μύθο του Λεβιάθαν που προβάλλεται από όλες τις συχνά αντιμαχόμενες μεταξύ τους εξουσιαστικές ομάδες. Βιώνομε δηλαδή το μύθο ότι ο παράδεισος υπάρχει στον καπιταλισμό ή στο σοσιαλισμό και η κόλαση στο αντίθετο σύστημα. Μύθος φυσικά. Ούτε παράδεισος ούτε κόλαση υπάρχει με τη στοιχειώδη ανθρώπινη λογική. Υπάρχει η βούληση του καθενός μας και όλες μαζί οι βουλήσεις όλων σαν και μας αποτελούν την κοινή βούληση της κοινωνίας. Το πολύ, με μια δημοκρατία να επιτύχουμε το δίκαιο να συμπίπτει περίπου με την ηθική, αλλά αυτή η σύμπτωση απέχει από ένα παράδεισο. Ακόμη και σε ιδανική σύμπτωση μεταξύ δικαίου και ηθικής, η βούληση του καθενός ποτέ δεν συμπίπτει πλήρως με την κοινή βούληση της κοινωνίας. «Ο κοινός νους είναι ολιγώτερον κοινός ή όσον κοινώς νομίζεται», έλεγε ο παλιός ιατροφιλόσοφος Κ.Μέρμηγκας. Το ίδιο και η κοινή βούληση. Ο Λεβιάθαν τελικά δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός. Είναι ισχυρός. Δεχθείτε και αντιμετωπίστε τον λογικά και συναισθηματικά, όπως νομίζετε. Λεβιάθαν.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

ΑΠΑΛΛΑΓΗ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ.καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 27 Ιουνίου 2018

194. Απαλλαγή

Εδώ και 10 χρόνια περίπου είμαι συνταξιούχος. Μισό αιώνα επαγγελματικής ζωής έζησα ξυπνώντας κάθε πρωί στις 06.45΄, ενώ τις νύχτες είχα το ασύρματο τηλέφωνο στο προσκέφαλό μου. Με τη συνταξιοδότησή μου, κατάργησα το ασύρματο και το ξυπνητήρι, έφθασα μάλιστα να μη φορώ ρολόι στο χέρι μου. Απαλλάχτηκα από κάποιες δουλείες, καθώς το κοινωνικό Εγώ μου ανακουφίσθηκε από σημαντικές υποχρεώσεις.

Υπάρχουν καταστάσεις που περιγράφονται, αλλά, αν δεν τις βιώσεις ο ίδιος, δεν γίνονται μέρος του νοητού Εγώ σου, σα μέρος της ιδιαίτερης ταυτότητάς σου. Τις προάλλες, Κυριακή μεσημέρι, μού συνέβηκε το αναπάντεχο. Βγήκα για εφημερίδα. Στην επιστροφή μου, άνοιξα την πόρτα της πολυκατοικίας, κάποιος κύριος, εργατικά ντυμένος, μπήκε μαζί μου και κατευθύνθηκα στον ανελκυστήρα. Με σταμάτησε. «Μια στιγμή», μου είπε. «Έρχομαι για το ασανσέρ σας. Έχει διαρροή». Μπήκε μαζί μου, το άγγιξε, σα να τινάχθηκε λίγο το χέρι του. Στον όροφό μου μού ζήτησε ένα χαρτί. «Ένα απλό χαρτί της κουζίνας», διευκρίνισε. Στο μεταξύ είχε ανέβει κι ο βοηθός του. Πήγα, με ακολούθησε. «Φαίνεται η βλάβη είναι εξωτερική, διότι έχει πρόβλημα και η ηλεκτρική κουζίνα». Έγειρε την πόρτα, ο βοηθός του ανοιγόκλεινε τις ασφάλειες, ενώ εκείνος μου ζητούσε να αναβοσβήνω τα μάτια της ηλεκτρικής κουζίνας. Σε διάστημα 5 λεπτών υποπτεύθηκα πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Του ζήτησα να ανοίξει την πόρτα. Σα να δυσανασχέτησε, σκέφθηκα τότε να ρωτήσω ποιος ακριβώς είναι, έβαλα τις φωνές και οι δυο έσπευσαν να με απαλλάξουν από την παρουσία τους. Λίγο μετά την αναχώρησή τους διαπίστωσα πως, εκτός από την παρουσία τους, με είχαν απαλλάξει και από κάποια άλλα πράγματα, χρυσαφικά, ρολόγια (που δε φορούσα πια), χρήματα. Η Άμεση Δράση ήλθε σε λίγα λεπτά από τη στιγμή που κάλεσα το 100, αλλά φυσικά ήταν ήδη πολύ αργά. Μου έδειξαν 1300 φωτογραφίες υπόπτων, κανένας τους δεν έμοιαζε με τους δράστες. Όσο περίμενα έξω από το γραφείο του Αξιωματικού Υπηρεσίας, κάποια κυρία που ήταν στο γραφείο του περιέγραφε ακριβώς το ίδιο επεισόδιο που είχε συμβεί στη γειτονιά μου 1 ώρα προηγουμένως. Είχα ακούσει να συμβαίνει και στο παρελθόν παρόμοια κλοπή. Δεν είχα βάλει μυαλό!

Τώρα έχω βάλει; Αμφιβάλλω. Είμαι σχεδόν βέβαιος πως θα την ξαναπάθω, κάτω από λίγο διαφορετικές συνθήκες. Κι όμως κάτι έμεινε. Σκέφτομαι, ξανασκέφτομαι το συμβάν. Ευτυχώς δεν υπήρξε βία. Με τις 8 δεκαετίες μου και την αδύναμη γυναίκα μου, θα ήμουν απόλυτα ανίκανος να αντιμετωπίσω τους δύο, 35 και 50 ετών αντίστοιχα. Προσπαθώ να αναπολήσω όλες τις λεπτομέρειες, όλο και κάτι νέο θυμάμαι, αλλά, μάταια. Τι έμεινε;

Με τις μέρες που περνούσαν διαπίστωσα με έκπληξή μου ότι τίποτε, μα τίποτε, δεν άλλαξε από τον τρόπο ζωής μου. Άρα, πόσο αναγκαία ήταν τα αντικείμενα που μας έκλεψαν; Που μου τα πήραν, στερήθηκα την ικανοποίηση πως τα είχα, αλλά και το άγχος μήπως μου τα πάρει κάποιος. Μήπως το άγχος ζυγίζει περισσότερο; Θυμήθηκα το «Φτωχούλη του Θεού», τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης, που πέταξε όλα τα ρούχα του στον έμπορο πατέρα του για να φύγει ολόγυμνος, χωρίς να οφείλει σε κανέναν τίποτε, εκτός από την ύπαρξή του, και να κηρύξει τη φτώχεια. Πολύς κόσμος τον ακολούθησε. Κάποτε, κουρασμένος από το χρόνο, αποσύρθηκε. Και τότε ήλθε η μεγάλη απογοήτευση. Επιστρέφοντας βρήκε να έχουν κατασκευάσει οι διάδοχοί του ένα ολόχρυσο άγαλμα για την Άγια Φτώχεια!

Αναρωτιέμαι τώρα. Να βάλω συναγερμό; Χρήσιμος ιδιαίτερα όταν εγώ θα λείπω (από την άλλη, καλύτερα να λείπω, για να μη διακινδυνεύσω βία). Όμως, με την ταχύτητα που δρουν, ώσπου να έλθει η ασφάλεια, αυτοί θα έχουν εξαφανισθεί. Να βάλουμε κάμερες; Θα αναγνωρίζονται πιο εύκολα, αλλά κατόπιν εορτής. Να πληρώνουμε κάποιον για ιδιωτική ασφάλεια της πολυκατοικίας, κάτι είναι, αλλά, οπωσδήποτε απόλυτη ασφάλεια δεν υπάρχει. Κι η πολιτεία; Να αυξήσει τις αστυνομικές βάρδιες, να βάλει και κάμερες σε κάθε γωνιά του δρόμου; Είναι ό,τι χρειάζεται για να προετοιμαστεί η εγκαθίδρυση ενός ολοκληρωτικού, αστυνομικού, καθεστώτος. Τέτοια ασφάλεια υπήρξε (υπάρχει) σε όλα ανεξαιρέτως τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, δεξιά ή αριστερά αδιάφορο. Κλοπές και άλλα είδη ιδιωτικής βίας δεν υπάρχουν σ΄ αυτά. Βέβαια αυξάνεται η κοινωνική βία. Όσο αυστηρότερα είναι τα αστυνομικά μέτρα τόσο αυξάνονται ανελευθερία και τρομοκρατικές επιθέσεις. Αν, για κάποιο διάστημα, ανασταλούν κι αυτές, απλώς αναβάλλονται και, όταν εκδηλωθούν είναι πολύ εντονότερες. Η σωστή μέριμνα της πολιτείας είναι, πιστεύω, να καταστήσει την αξία της εργασίας (μείον το μόχθο) υψηλότερη από την αξία της κλοπής (μείον τον κίνδυνο σύλληψης και ποινής).

Μένει η προσωπική αντιμετώπιση. Η άμυνα έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Μπορεί να προστατεύσει την περιουσία, αλλά μπορεί να καταλήξει ακόμη και σε αφαίρεση ζωής του θύματος ή και του κλέφτη. Μολονότι όλοι σχεδόν συμπαθούμε το θύμα μάλλον παρά τον κλέφτη, η αφαίρεση ζωής δεν παύει να είναι ηθικά απαράδεκτη, αφού δεν τη δώσαμε εμείς. Η συνειδητοποίηση ότι τα πραγματικά απαραίτητα μάς είναι ελάχιστα είναι άλλη μια στάση. Ο Άγιος Φραγκίσκος δεν φοβόταν τους κλέφτες. Δεν είχε τίποτε να του κλέψουν. Και ο Ιησούς μας θυμίζει: «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὃπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει καὶ ὃπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι» (Μτθ στ΄, 19).

Μα χωρίς θησαυρισμό, πώς θα επιβιώσουμε σε περιόδους ένδειας; Βοήθα Παναγιά, αλλά κούνα και συ το χέρι σου. Κάπου εδώ είναι η κύρια διαφορά μεταξύ αγελαίων και κοινωνικών (κάποιων εντόμων) ζώων. Η αποθήκευση αναπαραγόμενου κεφαλαίου έχει λογική. Ο θησαυρισμός αδρανούς πλούτου, όμως τι χρειάζεται; Από κει αρχίζει άλλη μεγάλη ιστορία, σε ποιον ανήκει το αναπαραγόμενο κεφάλαιο. Σε ένα άτομο ή σε κάποιο σύνολο; Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα σε κάθε λύση. Αυτή τη στιγμή τείνω να παραδεχθώ ότι η αποθήκευση αδρανούς θησαυρού, περισσότερο άγχος παρά ανακούφιση φέρνει.

Και η αποθήκευση «άχρηστων» έργων τέχνης; Είτε χρυσά, είτε πέτρινα είτε ξύλινα, μας προσφέρουν μια εσωτερική απόλαυση που είναι ένας από τους λόγους που αξίζει να ζούμε. Οι πρόγονοί μας τόνιζαν τα δημόσια έργα τέχνης, ναούς, αγάλματα, ενώ ο ιδιωτικός τους χώρος ήταν λιτός. Αντίστοιχα, οι δραστηριότητές τους εκδηλώνονταν περισσότερο στην αγορά, στο θέατρο, στο γυμναστήριο παρά στην κατοικία. Εμείς και που έχομε ένα πανέμορφο σπίτι, κάθε βράδυ, αντί να χαιρόμαστε το κονάκι μας, βγαίνομε έξω στη φασαριόζικη ταβέρνα, στο μπαράκι, οπουδήποτε. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου! Νάναι καλά οι κλέφτες που έγιναν αφορμή να κάνω τέτοιες λυτρωτικές σκέψεις!

Τρίτη Άποψη. Η Μακεδονία είναι μία(;) και είναι ελληνική(;)

Δημ. Α. Σιδερής*, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 22 Ιουνίου 2018

Η σύγχυση είναι αιτία διαφωνιών, ακόμη και χωρίς σημαντική σύγκρουση συμφερόντων. Ένα σύνθημα που επικρατεί σήμερα είναι: «Η Μακεδονία είναι μία και είναι Ελληνική». Ποια Μακεδονία όμως; Την εποχή του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου η Μακεδονία περιλάμβανε περίπου την έκταση της σημερινής Ελληνικής (Δυτικής, Κεντρικής και Ανατολικής) Μακεδονίας. Εδώ και 23 αιώνες, από τη Ρωμαϊκή περίοδο, με το όνομα Μακεδονία περιλήφθηκε μια πολύ ευρύτερη περιοχή και αυτός ο όρος, με ακαθόριστα και μεταβαλλόμενα όρια, επικράτησε στη Βυζαντινή και Οθωμανική περίοδο. Αν και με ασαφή όρια, η περιοχή της Μακεδονίας, υπερβαίνει σημαντικά την  αρχαία Μακεδονία  και εκτείνεται σήμερα ως επί το πλείστον στην επικράτεια τριών γειτονικών κρατών. Στην Ελλάδα ανήκει έκταση ίση με περίπου 52% της περιοχής, στην  FYROM  38%, και στη  Βουλγαρία 10%. Επομένως, το πρώτο μέρος του συνθήματος είναι ασαφές. Είναι μία ή περισσότερες οι Μακεδονίες;

Αν θεωρήσουμε πολλές Μακεδονίες, η περιοχή που δέσποσαν κάποτε οι ένδοξοι βασιλιάδες, Φίλιππος και Αλέξανδρος, έγινε Ελληνική μετά τους Βαλκανικούς πολέμους. Ποτέ προηγουμένως. Η Ελλάδα υπήρξε Μακεδονική. Δεν κυριεύθηκε η Μακεδονία από τους Έλληνες, αλλά η Ελλάδα από τους Μακεδόνες. Αν, αντίθετα, θεωρήσουμε ότι η Μακεδονία είναι μία, αυτή είναι η ευρεία Μακεδονία, που σήμερα είναι διαμοιρασμένη στην Ελλάδα, στη FYROM και στη Βουλγαρία. Για να πούμε αν όλη αυτή είναι Ελληνική, πρέπει να ρωτήσουμε τον πληθυσμό της. Και στο σύνολό του είναι πολύ αμφίβολο αν θα απαντήσουν στην πλειοψηφία τους ότι όλη αυτή η περιοχή είναι Ελληνική. Η θεώρηση λοιπόν ότι η Μακεδονία είναι μία, αυτή δεν είναι Ελληνική και αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να χαθεί η ελληνική Μακεδονία από τον Ελλάδα. Αφού είναι έτσι, τι γίνεται με αυτούς που ωρύονται ότι «η Μακεδονία είναι μία και είναι Ελληνική»; Αυτό είναι ίσως το πιο δελεαστικό και επικίνδυνο σύνθημα που έχει εκτοξευθεί ποτέ στον τόπο μας. Διατείνονται πως οι αντίθετοι στις απόψεις τους είναι προδότες και πρέπει να εκτελεσθούν, σαν του έξι στο Γουδί. Είναι μήπως, αντίθετα, αυτοί οι προδότες; Όχι, δεν είναι προδότες. Είναι άφρονες εθνικόφρονες. Πριν από χρόνια είδα το ερώτημα σε διεθνές γκάλοπ: «Είναι η Μακεδονία Ελληνική; Ναι-Όχι». Παρασυρμένος από άφρονα πατριωτισμό τσέκαρα το «Ναι». Κι αμέσως έπειτα σκέφτηκα τα παραπάνω. Το σύνθημα είναι απατηλό, προδοτικό, αλλά όσοι το επαναλαμβάνουν άσκεφτα δεν είναι προδότες: είναι απατημένοι. Ποιοι είναι οι εξαπατητές; Μα οι εξουσιαστές, ντόπιοι και ξένοι, που έχουν συμφέρον να στηρίζονται στη διάσπαση των μικρών, έτσι που να είναι αδύναμοι, ανίκανοι να τους αντισταθούν. Είναι οι ξένοι ανθέλληνες; Ούτε κι αυτό ισχύει. Απλώς κοιτάζουν τα συμφέροντά τους. Εδώ και αιώνες τα συμφέροντα όλων των ισχυρών, σε Ανατολή και Δύση, συμπίπτουν στο να είναι τα Βαλκάνια διασπασμένα και ανίκανα να προβάλλουν αντίσταση στις ανομολόγητες επιδιώξεις τους: Να υπάρχει αντιπαλότητα τόση ώστε να μην ενώνονται, αλλά και να συνυπάρχουν σχετικά ειρηνικά, για να μπορεί να αναπτύσσεται με ασφάλεια πάνω τους η κυριαρχία των ισχυρών, στρατιωτική, οικονομική. Και ανάμεσα στους ντόπιους είναι οι κάθε είδους εξουσιαστές, πολιτικοί, οικονομικοί, στρατιωτικοί, θρησκευτικοί που σφετερίζονται την εξουσία του δήμου.

Τα σημερινά Βαλκάνια υπήρξαν ενωμένα, άλλοτε αυτόνομα, τον καιρό του Φιλίππου, άλλοτε κάτω από μεγάλες αυτοκρατορίες, Μακεδονική, Ρωμαϊκή, Βυζαντινή, Οθωμανική. Η δικαιολογημένη προσπάθειά των κατοίκων τους για ελευθερία από τις αρχές του 19ου αιώνα ποδηγετήθηκε ώστε να εξασθενήσει ο μεγάλος ασθενής η Τουρκία, αλλά να μη διαλυθεί και να μην ισχυροποιηθούν οι Βαλκάνιοι, με μια ομόσπονδη δημοκρατία, όπως ονειρευόταν ο Ρήγας Φεραίος. Αυτού οι ιδέες ήταν ο μεγάλος κίνδυνος και γι΄ αυτό τον παρέδωσαν οι Αυστριακοί δέσμιο στους προαιώνιους εχθρούς τους, τους Τούρκους.

Στις αρχές του 20ού αιώνα ο Βενιζέλος, χωρίς την άδεια των ισχυρών, πέτυχε τη συμμαχία των Βαλκανικών χωρών εναντίον των Τούρκων και δοξάστηκαν η Ελλάδα και η ελευθερία. Δεν ήταν δυνατό να συνεχισθεί από τη μικρή και αδύνατη Ελλάδα για πολύ αυτή η ανεξαρτησία. Ήλθε η καταστροφή του 1922. Η Γιουγκοσλαβία πέτυχε την ενοποίηση αρκετών εθνοτικών περιοχών, ώσπου βγήκε από το Κομμουνιστικό μπλοκ, αρνήθηκε όμως να υπαχθεί στο Καπιταλιστικό. Υποδαυλίστηκε έντεχνα η διαμάχη μεταξύ των επιμέρους δημοκρατιών με το γνωστό διασπαστικό αποτέλεσμα. Αυτό δημιούργησε το πρόβλημα σε μας, καθώς οι Σλαβόφωνοι Μακεδόνες απέκτησαν την «ανεξαρτησία» τους. Και βρισκόμαστε στο πολύλημμα: Τι επιδιώκομε μ΄ αυτούς; Οι ίδιοι δεν θέλουν να είναι ούτε Βούλγαροι ούτε Σέρβοι (μαρτυρία Σ.Μυριβήλη), αν και η γλώσσα τους μοιάζει και με των δύο, χωρίς να είναι ακριβώς ίδια. Σωστά, ο Βενιζέλος πριν από ένα αιώνα, τόνισε τη Μακεδονική ταυτότητά τους (βλέπε και Π.Δέλτα στα Μυστικά του Βάλτου), για να ξεχωρίσουν από του Βουλγάρους που αποτελούσαν τότε την κυριότερη απειλή για μας. Η επανένωση με τη Σερβία, επομένως, είναι αδύνατη. Ο κατακερματισμός τους θα σημάνει μια μεγάλη Αλβανία και μια μεγάλη Βουλγαρία, που θα αποτελούν σαφή απειλή για μας. Η διατήρηση της αντιπαλότητας, με το να αντιστεκόμαστε στην ενσωμάτωσή τους σε διεθνείς οργανισμούς είναι έντονα επιζήμια γι΄ αυτούς, αλλά και για μας. Ήδη έχουν κερδίσει το διπλωματικό παιχνίδι, όταν τους έχουν αναγνωρίσει σα Μακεδόνες και Δημοκρατία της Μακεδονίας όλες σχεδόν οι χώρες σε Ανατολή και Δύση. Η προσπάθειά μας να προβάλλουμε προσκόμματα στη διεθνή αναγνώρισή τους, θα φέρει άλλον ένα παίχτη στο προσκήνιο. Όπως εμείς βλέπομε φίλο καθένα που αντιτίθεται στην Τουρκία, έτσι κι οι Σλαβομακεδόνες, θα βλέπουν φίλο καθένα που αντιτίθεται σ΄ εμάς, δηλαδή τους Τούρκους, που σήμερα μας απειλούν ανοιχτά. Η εκκλησιαστική ενότητά μας, όπως στη μακρά Βυζαντινή και Οθωμανική περίοδο, είναι σημαντική και οι FYROMόνες έκαναν το πρώτο βήμα έκπληξη προς αυτή την κατεύθυνση. Βέβαια ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι Τούρκος υπήκοος κι αυτό δυσκολεύει. Μένει στην ευθύνη τη δική μας και τη δική τους να βρούμε τρόπο ειρηνικής, δημιουργικής, συμπληρωματικής, συμβίωσης με αμοιβαίες υποχωρήσεις, σε θέματα που έντεχνα μας έχουν επιβληθεί με συνεχή πλύση εγκεφάλου εδώ και 3-4 γενιές.

Αυτή τη στιγμή, με κυβερνητικές πρωτοβουλίες και συγκυρία ηπιότερων κυβερνήσεων στη FYROM και με βάση την προεργασία προηγούμενης κυβέρνησής μας (ιδίως Βουκουρέστι) έχομε φθάσει σε σημαντική προσέγγιση. Απαιτείται σωφροσύνη από αυτούς και από εμάς, από συμπολίτευση και αντιπολίτευση, για να φθάσουμε σε δημιουργικό αποτέλεσμα. Αν καταλήγει σε συμφωνία μια κυβέρνηση που θεωρείται αναξιόπιστη, δεν είναι αρκετή δικαιολογία για την εθνικά επιζήμια απόρριψή της.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. κα

Έλληνες και Ρωμιοί

Δημ. Α. Σιδερής, ομ καθηγητής καρδιολογίας, Dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 19 Ιουνίου 2018

193α193β

Ποιοι είμαστε; Όσα διαβάσετε παρακάτω παρακαλώ δεν είναι θέσφατα. Ούτε ιστορικός ούτε πολιτικός είμαι. Μαθαίνω καινούριους όρους που δεν γνώριζα, όπως το erga omnes. Θεωρήστε τα μάλλον μια παρακίνηση να μελετήσετε ιστορία πέρα από όσα, με προγραμματισμένη πλύση εγκεφάλου, μάθαμε στο σχολείο.

Έχομε 4 τουλάχιστον διαφορετικά ονόματα. Είναι συνώνυμα, όχι τελείως όμως, καθώς καθένα είναι φορτισμένο με διαφορετική ιστορική και συναισθηματική παράδοση: Έλληνες, Ίωνες, Γραικοί, Ρωμιοί.

Αμφισβητήθηκε από τον Fallmerayer η σχέση μας με τους αρχαίους Έλληνες. Πήρε τεκμηριωμένη απάντηση κυρίως από τον Κ.Παπαρρηγόπουλο, που στήριξε ιστορικά τη συνέχεια του Ελληνισμού∙ και τον Ν.Πολίτη που κατέγραψε τα δημοτικά τραγούδια. Αυτά διατηρούνταν με την προφορική παράδοση, και επομένως χωρίς κατευθυνόμενη πλύση εγκεφάλου, και έδειξαν τη συνέχεια της γλώσσας μας από την αρχαιότητα. Η ταυτότητα όμως είναι περισσότερο συναισθηματική, παρά λογική κληρονομική απόδειξη μιας εξ αίματος συγγένειας, που είναι αδύνατο να αποδειχθεί.

Στον Όμηρο πρωτοβρίσκομε τη λέξη Έλληνες σε σχέση με τους Μυρμηδόνες του Αχιλλέα. Ο Έλληνας, λέει ο μύθος, ήταν γιος του Δευκαλίωνα που βίωσε τον Ελληνικό κατακλυσμό και ήταν τέκνο του Τιτάνα Προμηθέα, γιου του Ιαπετού, που ενδεχομένως σχετίζεται με τον Ιάφεθ, τον τρίτο γιο του Νώε από τον κατακλυσμό της Βίβλου. Ο Δευκαλίωνας είχε και άλλα παιδιά από τα οποία γεννήθηκαν οι Μακεδόνας, Γραικός, Μάγνητας και άλλοι. Οι απόγονοι του Έλληνα λοιπόν, Δώρος, Αίολος, με τα εγγόνια του Αχαιό και Ίωνα, είναι οι γενάρχες του γένους των Ελλήνων. Οι Μακεδόνες ήταν «ξαδέλφια», ανήκαν δηλαδή σε άλλο γένος, αλλά στο ίδιο έθνος, αφού ήταν φορείς της ίδιας παιδείας, γνώσης και τέχνης του κοινού προγόνου τους Προμηθέα. Το ίδιο και οι Γραικοί, που κατοίκησαν στη Δωδώνη. Αυτούς γνώρισαν οι δυτικοί λαοί που έδωσαν το όνομά τους σε όλους τους Έλληνες. Ο Ίωνας βασίλεψε στην Αθήνα, αλλά οι απόγονοί του ήταν στη Μικρά Ασία και οι Ανατολικοί λαοί, από αυτόν ονόμασαν Ίωνες (Γιουνάν) όλους τους Έλληνες. Ο Μακεδόνας Αλέξανδρος, πρόγονος του Μεγάλου, μαρτυρεί ο Ηρόδοτος, θεσμοθετήθηκε Έλληνας από τους Ελλανοδίκες (Ελληνοδίκες) των Ολυμπιακών αγώνων για να μετάσχει στους αγώνες.

Να λοιπόν πώς η προϊστορία μας ταυτίζει Έλληνες, Γραικούς (στη Δύση) και Ίωνες (στην Ανατολή). Στα ιστορικά χρόνια, οι Μακεδόνες Φίλιππος και Αλέξανδρος ενώνουν βίαια για πρώτη φορά (μετά τον Τρωικό πόλεμο) όλους τους Έλληνες. Ο Αλέξανδρος γράφει: «Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων». Θεωρεί περιττό να αναφέρει ξεχωριστά τους Μακεδόνες, αφού περιλαμβάνονταν στους Έλληνες. Ακολουθεί η Ελληνιστική περίοδος και η κατάκτηση από τους Ρωμαίους.

Οι Ρωμαίοι κάτοικοι της Ρώμης ενώνονται με τους κατοίκους του Λατίου και η γλώσσα τους ονομάζεται λατινική. Γύρω στο 330 ο Κωνσταντίνος μεταφέρει την πρωτεύουσά του στο Βυζάντιο, που ονομάσθηκε Κωνσταντινούπολις, ενώ κηρύσσει ανεξιθρησκεία. Οι αυτοκράτορές του ονομάζονται «βασιλείς των Ρωμαίων». Εξαρχής υποβόσκει μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής αυτοκρατορίας μια αντιπαλότητα, που εντείνεται, ως το σχίσμα Ανατολικής και Δυτικής εκκλησίας, το 1054. Και, ξαφνικά, διασπάται η ενότητα Λατίνων, που είναι οι δυτικοί Χριστιανοί και Ρωμαίων που είναι οι ανατολικοί Χριστιανοί. Έτσι, Ρωμαίοι είναι οι Έλληνες (Ρωμιοί), αλλά και οι κάτοικοι της Ανατολικής Ρωμυλίας και οι Βλάχοι Ρουμάνοι κλπ.

Και φθάνω στο σήμερα. Από την απελευθέρωσή μας ταλανιζόμαστε για την ταυτότητά μας. Ο Κολοκοτρώνης και άλλοι ήρωες αγράμματοι, άρα χωρίς προγραμματισμένη πλύση εγκεφάλου, θυμήθηκαν ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Γόνιμη η σκέψη τους, διότι παρακίνησε τους ρομαντικούς δυτικούς λαούς, που με την Αναγέννηση και το Διαφωτισμό είχαν λατρέψει, ό,τι αυτοί θεωρούσαν ελληνικό και κινητοποιήθηκαν για να φθάσουμε στη σωτήρια ναυμαχία του Ναβαρίνου. Η Ελληνική ιδέα πρυτάνευσε κατόπιν στους Ελληνολάτρες Βαυαρούς και κάποιους Έλληνες μιμητές τους, που έφθασαν να θεωρούν εχθρικό το Βυζάντιο που υποδούλωσε τους Έλληνες για μια χιλιετία. Είχαν κάποιο δίκιο. Οι Ρωμαίοι Χριστιανοί κατέστρεφαν αρχικά ό,τι Ελληνικό εύρισκαν, ναούς, αγάλματα, βιβλιοθήκες, φιλοσοφία, με σφαγές, καθώς θεωρούσαν πως ό,τι ήταν Ελληνικό ήταν ειδωλολατρικό, επομένως εχθρικό στη νέα θρησκεία. Μοναδική εξαίρεση υπήρξε ο Ιουλιανός, που επονομάσθηκε Παραβάτης. Την ίδια περίπου εποχή οι τρεις Ιεράρχες κήρυξαν πως η Ελληνική παιδεία δεν ήταν ασύμβατη με το Χριστιανισμό κι οι διώξεις των Ελλήνων βαθμιαία έσβησαν. Ο απλός λαός όμως εξακολουθούσε να αισθάνεται Ρωμιός, δηλαδή απόγονος των Βυζαντινών Ρωμαίων και να ονειρεύεται «πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θάναι».

Τελικά, εκτός από τη μέγιστη ηθική σημασία του Χριστιανισμού, πρόσφερε κάτι σημαντικό ο Χριστιανισμός στον Ελληνισμό; Η απάντηση είναι θετική. Ολόκληρη η ορθόδοξη λειτουργία, αλλά και η εικονογραφία, μας μετέφεραν την αρχαιοελληνική τελετουργία αλλάζοντας όψη. Αρχαίοι ναοί έγιναν εκκλησίες. Ο αρχαίος Διόνυσος ήταν θνητός, άνθρωπος, αφού κάθε χρόνο πέθαινε, αλλά και θεός, αφού στη συνέχεια ανασταινόταν, και είχε σύμβολό του το κρασί. Και η πίστη μας στον Ιησού Τον θεώρησε Θεάνθρωπο που αίμα του είναι το κρασί. Η ανάσταση του Διονύσου εορταζόταν με εκκωφαντικούς κρότους, σαν τις δικές μας κροτίδες στην Ανάσταση του Κυρίου. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι ο Ελληνορθόδοξος Χριστιανισμός διέσωσε την Ελληνική γλώσσα. Αν η Καινή Διαθήκη (πλην του Ματθαίου) δεν ήταν γραμμένη στα ομιλούμενα τότε Ελληνικά, η γλώσσα μας πώς θα επιβίωνε; Η γλώσσα που μιλάμε σήμερα είναι κατευθείαν συνέχεια της γλώσσας των Ευαγγελίων, της Ελληνιστικής περιόδου, ενώ η σχέση της με την αρχαιοελληνική είναι αρκετά πιο απόμακρη.

Και αναρωτιέμαι τώρα, είμαι Έλληνας, απόγονος των αρχαίων Αθηναίων, Σπαρτιατών, Θηβαίων, Ιώνων κλπ, που δέχθηκαν τεράστια κύματα επιμειξίας από Φοίνινες, Ρωμαίους, Αλβανούς (Ιλλυριούς), Γαλάτες, Βίκινγκς, Σλάβους, Εβραίους, Βουλγάρους, Τούρκους; Ή μήπως απόγονος των Βυζαντινών, Ρωμιός, όταν κανένας από τους αυτοκράτορές τους δεν ήταν βέρος Έλληνας; Να ονειρεύομαι λοιπόν την Κόκκινη Μηλιά; Και τελευταία μου γεννήθηκε νέα απορία. Παρακαλώ, όποιος ξέρει την απάντηση να μου την πει. Ποιο είναι το επίσημο όνομά μας erga omnes; Είναι Greece (με τις παραλλαγές του, Grecia κλπ); Ελλάς (Hellas); Hellenic republic; Ελληνική δημοκρατία (που δεν είναι δημοκρατία, αλλά ρεπούμπλικα/ολιγαρχία, κατά τον ορισμό του Αριστοτέλη);

Είμαι όλα αυτά. Το μαρτυρεί η γλώσσα που μου έμαθε αβίαστα η μάνα μου κι αυτή από τη μάνα της. Και η συναισθηματική παράδοση που μου τη δίδαξε η ανώνυμη παράδοση μαζί με την υπερηφάνεια για ό,τι ένδοξο και την ντροπή για ό,τι επονείδιστο έχουν διαπράξει οι πρόγονοί μου. Και η συμμετοχή μου στη λήψη αποφάσεων για όλους μας και στις όποιες θυσίες μου ζητηθούν από το έθνος μου.

 

Τρίτη Άποψη Εμπειρία

Δημ. Α. Σιδερής*, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 15 Ιουνίου 2018

Επανειλημμένα έχω τονίσει ότι η αντιπαράθεση μεταξύ ανθρώπων συχνά δεν είναι αποτέλεσμα αντίθετων συμφερόντων (που πάντοτε λίγ΄ ως πολύ υπάρχουν), αλλά περισσότερο αποτέλεσμα σύγχυσης, από την ανεπάρκεια επικοινωνίας. Η γλώσσα είναι ανεπαρκής για τη συνεννόηση μεταξύ ανθρώπων, καθώς μάλιστα υπάρχουν αρκετές χιλιάδες ομιλούμενες γλώσσες στον κόσμο. Αλλά και μεταξύ ομογλώσσων η σύγχυση μπορεί να υπάρχει, καθώς ούτε οι λέξεις είναι ακριβή σύμβολα των εννοιών ούτε και οι έννοιες που εκπροσωπούνται με την ίδια λέξη έχουν το ίδιο πλάτος και βάθος σε όλους τους ανθρώπους. Αφορμή για τούτο το άρθρο μού έδωσε μια διαφορά μου με έναν αγαπημένο φίλο, όσον αφορά τη λέξη «εμπειρία».

Εμπειρία: «Γνώση που βασίζεται στην πείρα» (Ελληνικό λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη). «Η γνώση που αποκτάται με την αισθητηριακή αντίληψη ή με την παρατήρηση…και, αντίστοιχα, η εμπειριοκρατία είναι αντίθετη προς τη νοησιαρχία» Βικιπαίδεια). Επανειλημμένα έχω χρησιμοποιήσει τη λέξη σε αντιπαράθεση με τη θεωρία, περίπου συνώνυμη με το αισθητό σε αντιπαράθεση με το νοητό και με την επιστημονική παρατήρηση σε αντιπαράθεση με την επιστημονική υπόθεση.

Μου φαινόταν απόλυτα σαφής η έκφρασή μου, αλλά, φαίνεται, δεν είναι. Το ότι βλέπω, ακούω, οσφραίνομαι, γεύομαι, αγγίζω κάτι και αποκτώ αντίστοιχη γνώση, όλοι θα συμφωνούσαν, πιστεύω, πως είναι σαφής εμπειρία. Οι παραστάσεις μου όμως, σκέψεις, συναισθήματα, βουλήσεις που δεν είναι άμεσες συνέπειες αισθητηριακών διεγέρσεων είναι εμπειρία; Είναι εμπειρία το όνειρο; Οι ψευδαισθήσεις ή παρανοϊκές ιδέες; Τα οράματα, σαν εκείνο που βίωσε ο Παύλος στην πορεία του προς τη Δαμασκό; Είναι εμπειρίες; Το ότι πεινάω, διψάω, θέλω να κάνω έρωτα, είναι «αισθήματα» που δεν περνούν από κανένα από τα 5 αισθητήριά μου για να τα νοιώσω. Να τα ονομάσω λοιπόν εμπειρίες; Κι ακόμη η θρησκεία, αντλεί τη γνώση της από την εμπειρία, όταν ο Θεός είναι πνεύμα και αμέθεκτος;

Η πλατωνική φιλοσοφία είναι δυϊστική, χωρίζοντας τον κόσμο σε μία υλική και μία ιδεατή σφαίρα ύπαρξης. Οι ιδέες κατά τον Πλάτωνα είναι τα αιώνια αρχέτυπα των αισθητών, υλικών πραγμάτων, υπερβατικές φόρμες που γίνονται αντιληπτές μόνο με τη λογική και όχι με τις αισθήσεις. Τα αισθητά αντικείμενα τα θεωρεί κατώτερα, υλικά και φθαρτά είδωλα των ιδεών, οι οποίες τα μορφοποιούν. Από την εποχή του Θωμά Ακινάτη και πιο ολοκληρωμένα του J.Locke, διατυπώθηκε η απόλυτη άποψη ότι «Nihil in intellectu quod non prius in sensu». Ουδέν εν τη νοήσει ο μη πρότερον εν τη αισθήσει. Ο Αριστοτέλης παλιότερα είχε διακρίνει από τις κοινές έννοιες τις κατηγορίες που λειτουργούν σαν τάξεις στις οποίες ταξινομούνται οι κοινές έννοιες. Και αργότερα ο Kant διέκρινε τις κοινές έννοιες που δημιουργούνται από τα στοιχεία που εισέρχονται μέσα μας διαμέσου των αισθήσεών μας ενόσω ζούμε (a posteriori) από άλλες με τις οποίες γεννιόμαστε (a priori) και που έχουν αρκετή αντιστοιχία με τις Αριστοτελικές κατηγορίες. Χώρος, χρόνος, αιτία κλπ. Ωστόσο, τέτοιες έννοιες μπορούν να αναπτυχθούν μέσα μας με το μηχανισμό των εξαρτημένων αντανακλαστικών (dimitrissideris.wordpress.com/ Από το χάος ως την εστιασμένη ανταπόκριση).

Αν λοιπόν δεχθούμε πως ό,τι υπάρχει στη νόησή μας έχει προκύψει από τα αισθητήριά μας, υπάρχει ανεξάρτητη νόηση, για να ισχυρίζομαι ότι η επιστημονική αλήθεια βρίσκεται εκεί όπου διασταυρώνονται η εμπειρία με τη θεωρία, το αισθητό με το νοητό, η παρατήρηση με την υπόθεση; Η δική μου ερμηνεία της «εμπειρίας» είναι η γνώση που αποκτάται άμεσα διαμέσου των αισθήσεών μας, ενώ η γνώση που αποκτάται με επεξεργασία των αισθημάτων που έχομε δεχθεί στο παρελθόν μεταξύ τους ή και με προσθήκη τρεχόντων αισθημάτων είναι θεωρία. Έλυσα το δικό μου πρόβλημα για το τι εννοώ εγώ με τη λέξη «εμπειρία» (ώσπου να παρουσιασθούν άλλα αντεπιχειρήματα, βέβαια, πράγμα διόλου απίθανο). Το πρόβλημα όμως δεν είναι μόνο προσωπικό και στη συνεννόηση με τους αγαπημένους φίλους μας. Η ιστορία είναι γεμάτη από πολέμους που προέκυψαν όχι τόσο από αντίθετα συμφέροντα, όσο από ανεπαρκή συνεννόηση, διαφορετική ερμηνεία συμφωνιών, συνθηκών.

Υπάρχει άραγε τρόπος για βελτίωση των δυνατοτήτων επικοινωνίας μας; Νομίζω ναι, χωρίς να φθάνουμε ποτέ στο τέλειο αποτέλεσμα (τέλειο δεν υπάρχει στον πραγματικό κόσμο). Η λύση για την επικοινωνία μεταξύ υπολογιστών είναι ο απόλυτα λογικός ορισμός κάθε υπολογιστικής «έννοιας». Οι άνθρωποι δεν μπορούμε να φθάσουμε το επίπεδο της μηχανής. Εμείς έχομε τη συναισθηματική προσπέλαση που διαμορφώνει κατάλληλα τις επίμαχες έννοιες κάνοντάς τες ταιριαστές τη μια με την άλλη. Είναι όπως ο καλός παραδοσιακός χτίστης που πελεκούσε τις πέτρες για να ταιριάζουν μεταξύ τους στον τοίχο που έχτιζε (ο παππούς μου ήταν χτίστης). Θυμάμαι λοιπόν ένα διήγημα που είχα διαβάσει παιδί, του Γιάννη Βλαχογιάννη νομίζω. Ένα καραβάνι ξεκίνησε από ένα χωριό στην Ήπειρο για να εγκατασταθεί στη Βλαχιά και να καζαντίσουνε. Στο δρόμο κάποιος έχασε ένα πουγκί με φλουριά. Ένας άλλος βρήκε ένα πουγκί. Σε ποιον ανήκε τώρα; Έφθασαν στο σημείο να τσακωθούν άγρια. Αν βρίσκονταν στο χωριό τους, θα απευθύνονταν στο λαϊκό δικαστή που τον εμπιστεύονταν όλοι τους να τους λύσει τη διαφορά. Τώρα όμως; «Έχομε μαζί μας το γιο του», είπε κάποιος, για ένα παιδί 12 χρονών. Υπήρξαν δισταγμοί. Τελικά πείσθηκαν οι αντίδικοι, αν και το παιδί προτιμούσε να ξεκουράζεται παίζοντας. «Ξέρετε πού βρισκόμαστε;» τους ρώτησε. Και καθώς οι αντίδικοι κοιτάζονταν χωρίς να γνωρίζουν τι ν΄ απαντήσουν, το παιδί συνέχισε: «Είμαστε μίλια μακριά από την πατρίδα μας, μίλια μακριά από τον προορισμό μας, σε τούτη την έρημη βουνοπλαγιά». Σιωπή αμηχανίας σε όλους. «Αγκαλιαστείτε και φιληθείτε», συνέχισε. Κοιτάχτηκαν ντροπιασμένοι. «Κάντε ό,τι σας λέει ο δικαστής!» τους παρότρυναν οι άλλοι. Αγκαλιάσθηκαν και φιλήθηκαν. «Πηγαίνετε!» έκλεισε την υπόθεση ο δικαστής. «Ναι, αλλά το πουγκί σε ποιον ανήκει;» αναρωτήθηκαν κάποιοι. Στο μεταξύ οι αντίδικοι κουβέντιαζαν. «Δικό σου ήταν, σου ανήκει», έλεγε ο ένας. «Αν δεν το είχες βρει εσύ, θα ήταν χαμένο, δικό σου είναι», ο άλλος.

Πού καταλήγω; Η νόησή μας έχει λογικό, συναισθηματικό και βουλητικό στοιχείο. Στο συναισθηματικό ανήκει η Αγάπη. Μόνον όταν και τα τρία στοιχεία λειτουργούν αρμονικά μεταξύ τους είναι δυνατή η πνευματική υγεία καθενός, αλλά και η δημιουργική συμβίωση των πολιτών μεταξύ τους, καθώς και με άλλους λαούς. Διαφορές θα υπάρξουν, μερικές φορές ακραία πικρές. Και τότε η λύση δεν βρίσκεται στην αποσιώπησή τους ή τη λήθη τους. Αν ο ένας τα ξεχάσει θα τα θυμάται ο άλλος. Η κάθαρση προκύπτει από την ενσυνείδητη συγγνώμη, παρά τις σκληρές αναμνήσεις. Συναισθηματική απάμβλυνση με αγάπη.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

 

Τεχνητή Νοημοσύνη

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

192. Τεχνητή νοημοσύνη192β. Τεχνητή νοημοσύνη

Κοινή Γνώμη, 22 Ιουνίου, 2018

Στα 95 χρόνια του ανησυχεί…για το μέλλον. Ο σοφός, κυνικός, Μέτερνιχ της εποχής μας. Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης (για μερικούς, εγκληματίας πολέμου!). Πέτυχε τον τερματισμό του τρομερού πολέμου στο Βιετνάμ. Οι Βιετναμέζοι, αξιοθαύμαστος λαός του 20ού αιώνα, έχουν ένα παλαιότατο υψηλό πολιτισμό, ζουν εδώ και 2000 χρόνια υπό την απειλή της γιγαντιαίας Κίνας και αγωνίσθηκαν περισσότερο από κάθε άλλο λαό για πολλές συνεχείς δεκαετίες για την ανεξαρτησία τους από διαδοχικούς κατακτητές, Ιάπωνες, Γάλλους, Αμερικανούς. Ο Κίσιγκερ πέτυχε τη μεγαλύτερη ήττα της Αμερικής, που συνδυάστηκε με μια παράδοξη διπλωματική νίκη: Έδειξε στον κόσμον όλο ποιο είναι το σύγχρονο κόστος της ελευθερίας. Κι όποιος θέλει ας δοκιμάσει να την αποκτήσει από τους δυνάστες του! Σήμερα, κάτω από ένα ιδιότυπο (ακατανόητο για τους περισσοτέρους μας) σοσιαλιστικό/κομμουνιστικό καθεστώς έχουν έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ ζουν σε αγαστή συνεργασία με τους Αμερικανούς. Έχει δυσφημισθεί ο Κίσιγκερ στην πατρίδα μας, διότι είπε, λέει, ότι «Ο δυσκολοκυβέρνητος λαός μας θα πληγεί ουσιαστικά αν του πλήξουν τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα πνευματικά και ιστορικά του αποθέματα.» Βέβαια ο Κίσιγκερ δεν είπε ποτέ τέτοια πράγματα.

Στα 95 χρόνια του λοιπόν, ο Κίσιγκερ, σε μια πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε στο Atlantic θεωρεί ότι η ανθρωπότητα είναι απροετοίμαστη για την τεχνητή νοημοσύνη, που επελαύνει ακάθεκτη. Η ταχύτητά και η ικανότητά της να λύνει προβλήματα είναι άπιαστες. Είναι ανεκτίμητη στην υπηρεσία του ανθρώπου, καθώς τα προβλήματά μας είναι μερικές φορές πιο επείγοντα από την ταχύτητα της δικής μας νοημοσύνης. Αναμένεται όμως να μας νικά σε οποιαδήποτε αντιπαράθεσή της με μας. Μπορεί να μαθαίνει μόνη της; Αμφισβητείται τέτοια ικανότητα. Αλλά γιατί να μη λειτουργήσει όπως αναπτύσσονται στον άνθρωπο τα εξαρτημένα αντανακλαστικά; Όποτε ένα σήμα στον υπολογιστή προηγείται σταθερά από ένα άλλο σήμα που οδηγεί σε μια ανταπόκριση, κάποτε το πρώτο θα αρχίσει να εκλύει την ανταπόκριση χωρίς την παρουσία του δεύτερου. Αυτό είναι «μάθηση».

Κάτι που δεν έθιξε ο υπέργηρος Κίσιγκερ ήταν τούτο: Τι θα γίνει όταν οι υπολογιστές αποκτήσουν βούληση; Η βούληση δημιουργείται με δυο τρόπους ο ένας είναι όταν επενεργήσει στο πνεύμα μας κάποιο ερέθισμα, μια εισαγόμενη γνώση. Ο άλλος είναι αυτόματος. Είναι μια ταλάντωση που αποκαθιστά από το περιβάλλον τα εφόδια να διατηρείται η ισορροπία μέσα στο σύστημα. Όταν πέφτουν τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα μας πεινάμε και αναπτύσσεται η βούληση να φάμε. Όταν πέφτουν τα επίπεδα του οξυγόνου ή όταν περισσεύουν τα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα στο αίμα μας θέλομε να αναπνεύσουμε. Κι ακόμη, όταν αθροίζονται περίσσεια ούρων στην κύστη μας ή κοπράνων στην κοπροδόχο λήκυθό μας προκύπτει η βούληση να τα αποβάλλουμε. Και όταν περάσει κάποιο διάστημα από τότε που κάναμε έρωτα, θέλομε να ξανακάνουμε. Φυσικά, όλη η ζωή μας επιφέρει κάματο έτσι που περιοδικά, καθημερινά, αναγκαζόμαστε να θέλουμε να κοιμηθούμε κι ο ύπνος μας επιτρέπει να αποκαταστήσουμε την πνευματική και σωματική ισορροπία μας, την ικανότητα να εστιάζουμε την προσοχή μας. Πρόκειται για μια ταλάντωση χάλασης σαν κι αυτήν που περιγράφηκε πριν από 90 χρόνια από τον VanderPol, που τη μελέτησε μαθηματικά και κατασκεύασε το απλό ηλεκτρικό ανάλογό της.

Μα, αν υπάρχει το μαθηματικό και το ηλεκτρικό πρότυπο, τίποτε δεν εμποδίζει να αναπτυχθεί το αντίστοιχο της ανθρώπινης βούλησης στο υλικό σύστημα, τον υπολογιστή που εκδηλώνει την «τεχνητή νοημοσύνη». Κομπιούτορας δεν σημαίνει ρομπότ. Μπορούν όμως να συνδυασθούν. Ο υπολογιστής μπορεί να μετρά μέσα του τη διαθέσιμη ενέργειά του, π.χ. τα υπολείμματα ενέργειας στη μπαταρία του. Κι όταν τα αισθάνεται να κατεβαίνουν σε μια κρίσιμη τιμή, κινητοποιεί το ρομπότ να αναζητήσει ενέργεια. Μπορεί να χρειάζεται απλώς να τοποθετήσει ένα καλώδιο σε μια πρίζα. Αλλά μπορεί να είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο, π.χ. να αναζητήσει άλλες μορφές ενέργειας, πετρέλαιο για παράδειγμα, από το οποίο θα παρασκευάσει ηλεκτρικό ρεύμα που φορτίζει τις μπαταρίες του. Ή μπορεί να είναι οποιαδήποτε άλλη πηγή ενέργειας, άνθρακας που καταναλώνεται, «καταβροχθίζεται» από το ρομπότ για να αποκτήσει την αναγκαία ενέργειά του. Και αυτή η οποιαδήποτε μορφή άνθρακα μπορεί να είναι ένα δέντρο, ζώο, άνθρωπος, τον οποίον φονεύει το ρομπότ για να τον βάλει στο «φούρνο» του από τον οποίον θα τροφοδοτηθεί η γεννήτριά του.

Ο Αριστοτέλης ήταν ο πρώτος που ονειρεύθηκε ρομπότ με τεχνητή νοημοσύνη. «… αν μπορούσε κάθε εργαλείο να επιτελεί το έργο του εκτελώντας κάποια διαταγή ή προαισθανόμενο τη διαταγή, όπως λένε ότι έκαναν τα αγάλματα του Δαιδάλου ή οι τρίποδες του Ηφαίστου, για τους οποίους λέει ο ποιητής ότι αυτομάτως εμφανίζονταν στο χώρο της συνέλευσης των θεών, και αν οι σαΐτες ύφαιναν από μόνες τους και οι χορδές της κιθάρας έπαιζαν από μόνες τους, τότε ούτε οι αρχιτεχνίτες θα χρειάζονταν υπηρέτες ούτε οι ελεύθεροι δούλους». Ο Αριστοτέλης έβλεπε σαν απραγματοποίητο όραμα τον αυτοματισμό στην υπηρεσία των ανθρώπων. Δεν μπορούσε όμως να φθάσει ο νους του στα αυτόματα με ικανότητα μάθησης από μόνα τους και με εκδηλώσεις βουλητικές, οπότε, αναμένεται αυτά να υποδουλώσουν τον άνθρωπο. Αυτός ο άνθρωπος τότε θα βλέπει την τεχνητή νοημοσύνη, όπως οι Ίνκας έβλεπαν την ανώτερη και ακατανόητη τεχνολογία των κονκισταδόρων. Πριν από αρκετές δεκαετίες, ένας φυσικός και μυθιστοριογράφος, ο Ισαάκ Ασίμοφ, περιέγραψε πώς θα είναι μια ζωή με ρομπότ. Στην επιστημονική φαντασία του περιέλαβε τρεις νόμους που υποχρεωτικά υπακούν όλα τα ρομπότ: 1. Το ρομπότ δε θα κάνει κακό σε άνθρωπο, ούτε με την αδράνειά του θα επιτρέψει να βλαφτεί ανθρώπινο ον. 2. Το ρομπότ πρέπει να υπακούει τις διαταγές που του δίνουν οι άνθρωποι, εκτός αν αυτές οι διαταγές έρχονται σε αντίθεση με τον πρώτο νόμο. 3. Το ρομπότ οφείλει να προστατεύει την ύπαρξή του, εφόσον αυτό δεν συγκρούεται με τον πρώτο και το δεύτερο νόμο. Ποιος όμως βεβαιώνει ότι ο κατασκευαστής ενός ρομπότ με υψηλή τεχνητή «νοημοσύνη», ικανότητα «αυτομάθησης» και δική του «βούληση» θα φυτέψει τους τρεις κανόνες, σαν ένστικτα, στο κατασκεύασμά του;

Μένει τίποτε για τη σωτηρία του ανθρώπου με τέτοια σενάρια; Τέτοια ρομπότ με τεχνητή νοημοσύνη, ικανότητα μάθησης και τεχνητή βούληση, όταν εξαντλείται η ενέργειά τους, θα επιτίθενται το ένα στο άλλο, για να κλέψουν την ενέργεια το καθένα του άλλου. Πόλεμος μεταξύ ρομπότ! Ίσως έτσι επιβιώσουμε.

Λογοκρισία στην εκκλησία

191β Λογοκρισία στην εκκλησία191α Λογοκρισία στην εκκλησία

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη. Παρασκευή, 8 Ιουνίου, 2018 – 06:22

Την Κυριακή μετά της Πεντηκοστής εορτάζονται οι Άγιοι Πάντες. Αναγιγνώσκεται εκείνη την Κυριακή μια περικοπή από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, (ι΄ 32-33, 37-38, ιθ΄ 27-30). Οι στίχοι 34-36 παραλείπονται. Τι φοβερό γράφουν για να λογοκρίνονται τα λόγια του Χριστού από την ίδια την επίσημη εκκλησία μας; Διαβάζω: «Μὴ νομίσητε ὃτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην επί τὴν γῆν, ἀλλά μάχαιραν. Ἦλθον γὰρ διχάσαι ἂνθρωπον κατὰ τοῦ πατρός αὐτοῦ καὶ θυγατέρα κατὰ τῆς μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς. Καὶ ἐχθροὶ τοῦ ανθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ». Όντως φοβερό. Ο Ιησούς, που κηρύσσει το «Εἰρήνη ὑμῖν», να γράφει ότι δεν ήλθε να φέρει ειρήνη πάνω στη γη, αλλά μάχαιρα! Και μάλιστα ανάμεσα στους πιο στενούς οικείους μας. Για να είμαστε ακριβείς, δεν γράφει ότι ήλθε να διχάσει άνδρα κατά της γυναικός αυτού ή αντιστρόφως. Για χάρη τίνος όλη αυτή η θυσία των οικείων; Συνεχίζει παρακάτω ο Ματθαίος (ι΄38) «Ό φιλῶν υἱὸν  θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἒστι μου ἂξιος». Οι ακόλουθοι του Ιησού τον είχαν δίπλα τους. Κι όταν απουσίαζε; «ἐπείνασα γὰρ, καὶ ἐδώκατὲ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατὲ με, ξένος ἢμην, καὶ συνηγάγετὲ με, γυμνὸς, καὶ περιεβάλετὲ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθὲ με, ἐν φυλακῇ ἢμην, καὶ ήλθετε πρὸς με. Τότε αποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σὲ είδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν,  διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; Πότε δὲ σὲ εἲδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν,  γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; πότε δὲ σὲ εἲδομεν ἀσθενῆ  ἐν φυλακῇ καὶ ήλθομεν προς σὲ; καὶ αποκριθείς  βασιλεύς ἐρεῖ αὐτοίς· ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὃσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν αδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοῖ ἐποιήσατε.» (Ματθ κε 35-40) Διαβάζεται η περικοπή την Κυριακή της τελευταίας αποκριάς. Μας διευκρινίζει με σαφήνεια ποιος είναι Εκείνος για χάρη του οποίου θυσιάζομε τους δεσμούς μας με τους οικείους μας: Ο οποιοσδήποτε ελάχιστος πεινά, διψά, είναι ξένος, γυμνός, ασθενής, φυλακισμένος, όποιοσδήποτε βρίσκεται σε ανάγκη. Ταυτίζει τον εαυτό του ο Κύριος με τον κάθε «πλησίον». Αναρωτιέμαι, πόσο πιο Χριστιανός από το Μουσουλμάνο είναι αυτός που κάνει το σταυρό του, αλλά δεν χορταίνει τον τυχαίο πρόσφυγα που πεινά, δεν τον ποτίζει όταν διψά, δεν συνάγει τον ξένο, δεν περιβάλλει το γυμνό, δεν επισκέπτεται τον ασθενή, δεν πηγαίνει στο φυλακισμένο;

Τι ξεχωρίζει όμως τους οικείους (πλην του αντρόγυνου) από την υπόλοιπη κοινωνία, που είναι οι «πλησίον» μας και οφείλομε να τους αγαπάμε «ὡς ἑαυτὸν» και με τους οποίους πρέπει να έχουμε ειρήνη και όχι μάχαιρα;

Την εποχή του Χριστού, τόσο στην Εβραϊκή όσο και στη Ρωμαϊκή κοινωνία η πατριαρχία βρισκόταν στην ακμή της. Τίποτε δεν ήταν ιερότερο, μετά τη λατρεία του Θεού (Εβραίοι) ή την αφοσίωση στον Αυτοκράτορα (Ρωμαίοι), από την οικογένεια, την κοινωνική μονάδα που ήταν ο φορέας της ιδιοκτησίας. Οι οικείοι, η οικογένεια, είναι εκείνη η ομάδα των ανθρώπων που ανάμεσά τους διαμοιράζεται η περιουσία, η ιδιοκτησία, στην οποίαν δεν έχει δικαιώματα οποιοδήποτε μέλος της κοινωνίας δεν ανήκει στην οικογένεια. Ακόμη και σήμερα αν κάποιος πεθάνει και δεν έχει αφήσει γνωστούς απογόνους, η κοινωνία ψάχνει για να βρει έναν έστω και μακρινό συγγενή, στον οποίον θα μεταβιβαστεί η περιουσία του πεθαμένου. Προφανώς, αυτή την αντίληψη προσπαθούσε να αντιστρέψει ο Μέγας Ανατροπέας. Κηρύσσει λοιπόν μια κοινωνία ο Κύριος με κοινοκτημοσύνη. Και αυτό τον κανόνα ακολούθησαν οι πρώτοι Χριστιανοί, όπως φαίνεται στις Πράξεις των Αποστόλων.

Είχε προηγούμενο ή επόμενο μια τέτοια ρηξικέλευθη εντολή; Κάποιοι λένε ότι ο Ιησούς είχε επηρεασθεί από τους Εσσαίους που είχαν κοινοκτημοσύνη, αλλά οι πηγές δεν είναι σαφείς και οι σχετικές πληροφορίες μας είναι πολύ πενιχρές.

Ο Πλάτων, όπως και ο Ιησούς κηρύσσει την κοινοκτημοσύνη των αγαθών στην Πολιτεία του. Όπως, κατά τον Παύλο (Γαλ γ 28), δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ ανδρός και γυναικός, έτσι και ο Πλάτων αναγνωρίζει ισότητα των δύο φύλων, θεωρώντας ότι, όπως οι άνδρες, έτσι και οι γυναίκες είναι κτήτορες, όχι κτήματα. Ωστόσο, η ομοιότητα σταματά σ΄ αυτό το σημείο. Αντί της κατάργησης μιας στεγανής ομάδας μέσα στην κοινωνία, όπως είναι η οικογένεια, ο μέγας φιλόσοφος κηρύσσει την ύπαρξη κληρονομικών στεγανών τάξεων. Όποιος ανήκει σε μια τάξη δεν μπορεί να μεταπηδήσει σε άλλη. Μπορεί όλοι να μετέχουν εξίσου στην κτήση των αγαθών, αλλά κάποια τάξη ανθρώπων έχει διαφορετικά προνόμια από άλλη.

Ο ίδιος ο Χριστιανισμός, για να επικρατήσει, αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει θεμελιώδη στοιχεία από τη διδασκαλία του και πρώτιστα την κοινοκτημοσύνη. Μαζί με αυτήν εγκατέλειψε, ως εκκλησία, και πολλά άλλα στοιχεία από τη διδασκαλία του Σωτήρα, αφού, όπως είδαμε, άσκησε και λογοκρισία στα κείμενα των Ευαγγελίων.

Κοινοκτημοσύνη όμως, στα πλαίσια μιας αταξική κοινωνίας, δίδαξε τον τελευταίο αιώνα ο μαρξισμός. Διέφερε από τη Χριστιανική κατά το ότι επιδίωξε κοινοκτημοσύνη όχι των αγαθών, αλλά των μέσων παραγωγής. Ίσως είναι πολύ νωρίς για να συζητηθούν με ψυχραιμία τα αίτια της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, αν και διαφορετικού είδους «κομμουνισμοί» επιβιώνουν σε άλλα μέρη του κόσμου, που κι από κει η πληροφόρησή μας(μου) είναι ανεπαρκέστατη. Το αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι ότι κατέρρευσε και είναι μάταιο να επιδιωχθεί η αναβίωσή του.

Η τρέχουσα ανθρώπινη κοινωνία ή πολιτεία, στην οποίαν οι άνθρωποι αποφασίζομε τους νόμους της, στηρίζεται περισσότερο από κάθε τι άλλο στην ιδιοκτησία. Αυτή η αρχή συμπλέει με τη λειτουργία της αγέλης και αφίσταται από τη λειτουργία της κοινωνίας, όπως είναι οι φυσικές κοινωνίες κάποιων εντόμων. Το κοινό μ΄ αυτές είναι η αποθήκευση χρειωδών που δεν υπάρχουν στις αγέλες. Η διαφορά από αυτές έγκειται ακριβώς στο ότι η πρόσβαση στις αποθήκες είναι ίση για όλα τα μέλη της κοινωνίας, ενώ στη σύγχρονη πολιτεία είναι άνιση, με ανθρώπινους νόμους που υποστηρίζουν την ιδιοκτησία. Μια εύλογη αιτία γι΄ αυτή την προτίμηση της σύγχρονης κοινωνίας είναι ότι εμπειρικά έχει αποδειχθεί ότι η ύπαρξη ιδιοκτησίας είναι ο πιο αποδοτικός τρόπος για την ανάπτυξη αυτών καθαυτών των αποθηκών. Από το 1990, που επικράτησε παγκόσμια ο καπιταλισμός, οι μέσοι όροι πείνας, φτώχειας, αναλφαβητισμού και παιδικής θνησιμότητας μειώνονται (J.Norberg). Το πρόβλημα που αντιμετωπίζεται τελευταία παγκοσμίως είναι ότι η ανεξέλεγκτη ιδιόκτηση συνεπάγεται αφαίρεση της ιδιοκτησίας από συνεχώς ογκούμενες ανθρώπινες μάζες. Η κατάργησή της στο μεγάλο πλήθος είναι άγνωστο πού θα καταλήξει στο μέλλον. Η οικογένεια διαλύεται (έχει τεθεί μάχαιρα), όχι όμως Χριστιανικά, προς όφελος καθενός «πλησίον» που έχει ανάγκη.

 

Συμβολισμοί

Δημ. Α. Σιδερής* Dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 09 Ιουνίου 2018

Υπάρχουν νόμοι που διέπουν όμοια όλα τα διαφορετικά συστήματα, π.χ. μαθηματικά και λογική. Ο αισθητός κόσμος αντιστοιχεί στο νοητό κόσμο μας, αλλά ο πρώτος είναι προσβάσιμος από όλους, ενώ ο δεύτερος μόνον από το υποκείμενό του. Ωστόσο, διέπονται από όμοιους νόμους και υπάρχει σημαντική αντιστοιχία, μεταξύ νοητού και αισθητού κόσμου, όπως η εικόνα μας στον καθρέφτη συμβολίζει εμάς τους ίδιους. Το είδωλο, όμως δεν ταυτίζεται με το πρωτότυπο. Η επίδραση στο πρωτότυπο επηρεάζει το είδωλο, αλλά η επίδραση στο σύμβολο δεν επηρεάζει το πρωτότυπο.

Ο νοητός υποκειμενικός κόσμος έχει ως βάση κάποιες ταλαντώσεις του συναισθήματος και της βούλησης. Περιοδικά, χωρίς εξωτερικά ερεθίσματα, πεινάμε, διψάμε, κάνομε έρωτα κλπ. Οι ταλαντώσεις αυτές όμως επηρεάζονται από εισερχόμενα ερεθίσματα διαμέσου των αισθήσεών μας. Από τον αυτοματισμό των νοητών ταλαντώσεών μας και τη διέγερσή τους από ερεθίσματα διεγείρεται αντανακλαστικά η έξοδος σημάτων που εκδηλώνεται με κίνηση ή έκκριση. Από τη διαπλοκή των εισαγόμενων αισθημάτων μεταξύ τους και με τις εσωτερικές ταλαντώσεις μας δημιουργούνται ποικίλες παραστάσεις μέσα μας. Αυτές συμβολίζουν τον εξωτερικό αισθητό κόσμο, αλλά κατάλληλα διαμορφωμένες από τον υποκειμενισμό των εσωτερικών ταλαντώσεών μας. Από αυτές προκύπτει η αισθητή από όλους έκφρασή μας.

Ο συμβολισμός του αντικειμενικού κόσμου μέσα μας έχει τεράστια σημασία. Τα προβλήματα του έξω κόσμου λύνονται μέσα μας χωρίς κατανάλωση ενέργειας που απαιτεί η αντικειμενικότητα και η εσωτερική λύση μεταφέρεται σ΄ αυτήν. Πόσα είναι 628 μήλα και 325 μήλα; Μετρώ 628 μήλα και 325 μήλα, τα βάζω μαζί και μετρώ το σύνολο. Κόπος και χρόνος. Μπορώ όμως νοερά να πω 629+325=954 και απαντώ: 954 μήλα.

Δομικά στοιχεία της νόησής μας είναι οι έννοιες, τα κοινά χαρακτηριστικά πολλών περίπου ομοειδών αντικειμένων. Ειδικά οι άνθρωποι έχομε την ικανότητα να μιλάμε. Σε κάθε έννοια αντιστοιχεί περίπου μια αισθητή λέξη. Καθένας σχηματίζει τις μοναδικά δικές του έννοιες. Τις εκφράζει με λέξεις, τις προσλαμβάνουν άλλοι, σχηματίζουν από αυτές κάποιες έννοιες, τις συγκρίνουν με ανάλογες δικές τους και από αυτή τη σύγκριση ανταποκρίνονται με δικές τους λέξεις που προσλαμβάνονται από τους πρώτους. Έτσι, διαμέσου της ανθρώπινης λαλιάς, γίνεται η σύγκριση εννοιών ποικίλων ανθρώπων που επικοινωνούν μεταξύ τους και σχηματίζουν έννοιες περίπου κοινές για όλους. Με τη σύνθεση ποικίλων εννοιών σχηματίζονται νοήματα κι αυτά εκφράζονται με τις προτάσεις. Τα σύμβολα για να διευκολύνουν τις εξεργασίες μεταξύ τους είναι απαλλαγμένα από τις λεπτομέρειες που ενυπάρχουν στα πρωτότυπα. Είναι εργαλεία για το χειρισμό του αισθητού κόσμου. Όσο απλούστερα τόσο ευχρηστότερα είναι.

Κάποτε οι άνθρωποι επινόησαν τη γραφή που ήταν αρχικά ιδεογραφική. Ένα απλό σχήμα συμβόλιζε μια έννοια. Με τη γραφή μπορούσαν οι άνθρωποι να επικοινωνούν όχι μόνο με το γείτονά τους, αλλά και με απομακρυσμένα άτομα, με τους προγόνους και τους απογόνους τους. Η ιδεογραφική γραφή άνθισε στην αρχαία Αίγυπτο και ως σήμερα στην Κινεζική γραφή, αλλά και στη γραφή διαφόρων επιστημών. Το ιδεόγραμμα «4» συμβολίζει την τετράδα, όποια γλώσσα κι αν μιλούν οι άνθρωποι. Εμείς το λέμε «τέσσερα», οι Ιταλοί «κουάτρο», οι Άγγλοι «φόορ» κλπ. Η ιδεογραφική γραφή, επειδή συμβολίζει έννοιες, όχι λέξεις, επιτρέπει την επικοινωνία μεταξύ ετερογλώσσων. Μειονέκτημα είναι ότι, επειδή το πλήθος των εννοιών είναι ασύλληπτο, κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει ισάριθμο αριθμό ιδεογραμμάτων. Με την εξέλιξη και τη διαδοχή Ελλήνων μυθικών ηρώων, Προμηθέα, Κάδμου, Παλαμήδη, επινοήθηκε η αλφαβητική γραφή. Κάθε σύμβολο αντιστοιχούσε όχι σε μια έννοια, αλλά σε ένα φθόγγο. Με περίπου 24 μόνο γραπτά σύμβολα, μπορούσε να συμβολίζει την Ελληνική γλώσσα. Σε κάθε φθόγγο αντιστοιχούσε ένα σύμβολο (γράμμα) και κάθε γράμμα αντιστοιχούσε σε ένα φθόγγο. Η αλφαβητική γραφή έγινε το απλούστερο και ευχρηστότερο εργαλείο της γλώσσας, επομένως το πιο αποτελεσματικό. Έτσι, η Ελληνική γραφή έδωσε ώθηση στην ανθρώπινη διανόηση και συνέβαλε όσο τίποτε άλλο στην ανάπτυξη της δημοκρατίας, της φιλοσοφίας, των επιστημών, της ιστορίας, της πολιτικής, του πολιτισμού γενικά. Η πρωτοπορία της Ελληνικής γλώσσας δημιούργησε λέξεις που υπάρχουν σε όλες τις γλώσσες. Η λέξη tachycardia υπάρχει σε όλες τις γλώσσες. Δεν καταλαβαίνουν οι ξενόγλωσσοι τι σημαίνει ώσπου κάποιος να τους το διδάξει. Οι Έλληνες όμως καταλαβαίνομε τη σημασία της «ταχυκαρδίας» έστω και αν δεν έχουμε ξανασυναντήσει στο παρελθόν τη λέξη, επειδή τα συνθετικά στοιχεία της (ταχύ και καρδία) μας είναι γνωστά. Υπεροχή της Ελληνικής γλώσσας! Είναι κυρίως εννοιολογική, ενώ οι άλλες κυρίως σημειολογικές.

«Τα πάντα ρει (Ηράκλειτος). Αλλάζουν και οι έννοιες διαρκώς. Ακόμη και οι πιο σταθερές, όπως οι ηθικές αξίες, μεταβάλλονται. Στην ειρήνη ο φόνος είναι έγκλημα, στον πόλεμο αρετή. Η μοιχεία τιμωρούνταν με λιθοβολισμό τον καιρό του Μωυσή, εδώ και σχεδόν 60 χρόνια περίπου είναι νόμιμη στον τόπο μας. Αντίστοιχα εξελίσσεται η γλώσσα. Με τις χιλιετίες αποκτά νέα μέρη του λόγου (π.χ. η Ομηρική γλώσσα είχε οκτώ από τα σημερινά δέκα μέρη του λόγου), ενώ αλλάζει και η προφορά της. Ποικίλοι φυσιολογικοί παράγοντες, όπως η θέση της γλώσσας όταν μιλάμε, ψυχολογικοί, όπως η δημιουργία νέων εννοιών και κοινωνικοί, όπως η επαφή με άλλους λαούς, συντείνουν σε τέτοιες μεταβολές. Όταν γειτνιάσουν δύο στιγμιαία ή δύο συνεχή σύμφωνα, το πρώτο γίνεται συνεχές και το δεύτερο στιγμιαίο. Το «ΧΘες» γίνεται «ΧΤες» και το «ΚΤήμα» γίνεται «ΧΤήμα».

Όταν στην Ελληνιστική περίοδο χάθηκε η δημοκρατία, χάθηκε και η αναγκαιότητα της γραφής για το πλήθος των πολιτών. Ενώ η γλώσσα εξελισσόταν, η γραφή έμενε στάσιμη, σα νεκρή, και έπαψε να συμβολίζει ικανοποιητικά τη γλώσσα. Τώρα κάποιοι φθόγγοι συμβολίζονταν με πλήθος γραμμάτων. Ακολούθησαν παρακμή και Μεσαίωνας. Η αποκατάσταση σήμερα των αρχών της Ελληνικής γραφής (ένα γράμμα για κάθε φθόγγο και ένας φθόγγος για κάθε γράμμα) αντιμετωπίζεται απωθητικά σαν αλλοίωση της γλώσσας μας, ενώ είναι σύμβολό της και, επομένως, δεν μπορεί να την αλλάζει. Μερικές φορές προβάλλονται επιχειρήματα, όπως ότι η φωνητική γραφή (όπως είχαν οι πρόγονοί μας) δημιουργεί σήμερα σύγχυση. Ομόηχες διαφορετικές λέξεις παρουσιάζονται γραπτά με τον ίδιο τρόπο. «ΑΦΤΙ» π.χ. σημαίνει είτε «ΑΥΤΗ» είτε «ΑΥΤΟΙ» είτε «ΑΥΤΙ». Αλλά, τονίσθηκε, οι λέξεις συμβολίζουν έννοιες, ενώ οι προτάσεις νοήματα. Έτσι, σύγχυση δεν υπάρχει. Είναι σαφές ότι «Αφτί πονάι», «Αφτί πονούν», «Πονάι το αφτί μου». Από την άλλη, μερικές φορές η φωνητική γραφή είναι σαφέστερη από την ιστορική, όπως π.χ. κανένας δεν ξέρει αν «όποιος βιάζεται» χρειάζεται βοήθεια ή τρέχει να προλάβει, ενώ είναι σαφές ότι «όπχιος βγιάζετε» τρέχει να προλάβει, ενώ «όπχιος βιάζετε» χρειάζεται βοήθεια.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής καρδιολογίας

ΗΘΙΚΑ ΙΑΤΡΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΥΠΑΡΞΙΑΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥΣ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας

Διάλεξη στην Ελληνική Φιλοσοφική Εταιρεία, Αθήνα, 7 Ιουνίου 2018

Κατά τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, Υγεία είναι μια κατάσταση πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι απλώς η απουσία νόσου ή αναπηρίας1. Η ιατρική εξυπηρετεί τους σκοπούς της Υγείας. Καθώς η Υγεία έχει τρεις όψεις, τη σωματική, ψυχική και κοινωνική, θα προσπαθήσω να αναλύσω αυτές τις τρεις συνιστώσες της ύπαρξής μας, τη γέννηση και το θάνατό τους και τη θέση της Ιατρικής απέναντί τους με τα ηθικά προβλήματα που προκύπτουν. Θα συζητηθούν τρόποι που μπορούν να αντιμετωπισθούν τα διλήμματα.

Ύπαρξη.

Η ζωή και ο θάνατος συνδέονται άμεσα με την έννοια της ύπαρξης. Όταν λέω ότι υπάρχει μια οντότητα εννοώ, τουλάχιστον για τις ανάγκες αυτής της πραγματείας, ότι διαφέρει από ό,τι αυτή δεν είναι. Μιλάμε δηλαδή για το θεμελιώδη νόμο της ταυτότητας, όπου το Α είναι Α και διαφέρει αναγκαστικά από το μη-Α. Η απουσία οποιασδήποτε διαφοράς από το περιβάλλον μιας οντότητας, είναι συνώνυμη με τη μη ύπαρξή της. Δεν είναι νοητός ένας πάλλευκος λεκές πάνω σε ένα πάλλευκο σεντόνι. Μ΄ αυτή την έννοια το Μηδέν δεν είναι συνώνυμο με το Μη-Είναι, αλλά με την ανυπαρξία διαφοράς μεταξύ Είναι και Μη-Είναι.

Κάθε τι που δημιουργήθηκε και υπάρχει, αναγκαστικά κάποτε θα πάψει να υπάρχει, καθώς ορίζει ο νόμος της Εντροπίας. Μια οντότητα παύει να υπάρχει με δύο κύριους τρόπους. Μπορεί να αφανίζεται από ένα εχθρικό περιβάλλον. Έτσι, μια σταγόνα νερού που αιωρείται στον ξηρό, θερμό αέρα μπορεί να εξατμισθεί και τότε παύει να υπάρχει. Ο άλλος τρόπος είναι να πάψει να διαφέρει από το (φιλικό;) περιβάλλον της. Για παράδειγμα, μια σταγόνα νερού παύει να υπάρχει όταν πέσει στον ωκεανό – σταγόνα στον ωκεανό.

Γέννηση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Οι άνθρωποι αρχίζομε να υπάρχουμε τη στιγμή της σύλληψης, όταν εισδύει ένα πατρικό σπερματοζωάριο σε ένα μητρικό ωάριο. Εκείνη τη στιγμή δημιουργείται μια νέα οντότητα που έχει χαρακτηριστικά διαφορετικά από καθένα από τα συνιστώντα κύτταρα και, προπάντων, διαφορετικά από τη μητέρα που την φιλοξενεί. Το γονιμοποιημένο ωάριο αρχίζει να πολλαπλασιάζεται, ο αριθμός των κυττάρων της νέας οντότητας αυξάνεται με γεωμετρικό τρόπο και κάθε νέο κύτταρο τοποθετείται σε πρoσχεδιασμένη θέση σε σχέση με τα άλλα και επιτελεί έργο που έχει ήδη προγραμματισθεί. Ο προγραμματισμός αυτός εμπεριέχεται στο γονιμοποιημένο ωάριο. Η μητέρα προσφέρει στο έμβρυο ενέργεια και ασφάλεια, αλλά δεν μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο της ανάπτυξής του ούτε τον τρόπο της λειτουργίας του. Με τη σύλληψη δημιουργείται ένα νέο ον, που είναι αισθητό από όλους, το αισθητό Εγώ. Η μητέρα νοιώθει τις ποικίλες μεταβολές στο σώμα της τις οποίες συνεπάγεται η παρουσία του, βλέπει την κοιλιά της να μεγαλώνει και αισθάνεται τα σκιρτήματά του. Η μαμή το ψηλαφά. Ο γιατρός το βλέπει με ένα υπερηχογράφημα. Με ειδικές εξετάσεις μπορεί οποιοσδήποτε τρίτος να διαπιστώσει την παρουσία του, ακόμη και όταν έχει μέγεθος ελάχιστων κυττάρων.

Την ύπαρξη του εμβρύου την αντιλαμβάνονται όλοι, εκτός από το ίδιο το έμβρυο. Οι φυσικοχημικές ιδιότητες στο εσωτερικό του εμβρύου διατηρούνται σταθερές, χάρη στους ισχυρούς ομοιοστατικούς, αρνητικούς αναδραστικούς, μηχανισμούς του. Οι αντίστοιχες ιδιότητες στο περιβάλλον του εμβρύου διατηρούνται επίσης σταθερές, χάρη στους ομοιοστατικούς μηχανισμούς της μητέρας. Και αυτές οι σταθερές ιδιότητες είναι ακριβώς ίδιες μέσα και έξω από το έμβρυο, χωρίς να υπάρχει μηχανισμός αλληλεπηρεασμού τους. Στην επιφάνεια του εμβρύου υπάρχουν διάσπαρτοι ποικίλοι αισθητήρες που δέχονται από μέσα και απέξω από το έμβρυο τα ίδια ακριβώς ερεθίσματα: ίδια πίεση, υγρασία, οξύτητα, ωσμωτική πίεση, χημική σύσταση, ίδια τα πάντα. Έτσι, ακόμη και αν το τελειόμηνο έμβρυο έχει επαρκώς αναπτυγμένο εγκέφαλο, αδυνατεί να αντιληφθεί οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ του εαυτού του και του περιβάλλοντός του, διότι τέτοια διαφορά δεν υφίσταται. Τη στιγμή της γέννησης, όλα ανατρέπονται. Το νεογνό εξακολουθεί να διατηρεί τη σταθερότητα των εσωτερικών ιδιοτήτων του, όπως ήταν και στην ενδομήτρια ζωή του. Από τον έξω κόσμο όμως, η επιφάνεια του εμβρύου κατακλύζεται από ένα καταιγισμό ερεθισμάτων που είναι διαφορετικά από το εσωτερικό του και μεταβάλλονται συνεχώς, απρόβλεπτα. Ένα νέο πρόσωπο λοιπόν γεννιέται, το νοητό Εγώ, που ξεχωρίζει τον εαυτό του από το περιβάλλον του. Οι άλλοι από το περιβάλλον του ενώ αντιλαμβάνονται άμεσα με τις αισθήσεις τους το αισθητό Εγώ, μόνο νοούν, συμπεραίνουν από τη συμπεριφορά του. το νοητό Εγώ.

Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ζώο. Μετά τη γέννησή του θα εισαχθεί στην κοινωνία. Με μια κοινωνική διαδικασία ή τελετή, με την παρουσία του παιδιού, των γονιών του, ενός μέλους της κοινωνίας ειδικά εντεταλμένου γι΄ αυτό το σκοπό (ιερέα, ληξιάρχου κλπ) και ενός τουλάχιστον μάρτυρα από την κοινωνία, του αναδόχου , γίνεται η εισαγωγή του νέου στην κοινωνία. Ένα νέο κοινωνικό Εγώ γεννάται. Τέτοιες κοινωνικές διαδικασίες υπάρχουν από τότε που οι άνθρωποι οργανώθηκαν σε κοινωνίες, όπως ήταν τα αρχαία Αμφιδρόμια, η Χριστιανική βάπτιση, η Ιουδαϊκή και Μουσουλμανική περιτομή, η εγγραφή στα ληξιαρχεία κλπ.

Θάνατος της ανθρώπινης ύπαρξης.

Όπως η γέννηση, έτσι και ο θάνατος των τριών υποστάσεων του Εγώ συμβαίνει σε διαφορετικό χρόνο για την καθεμιά. Το αισθητό Εγώ πεθαίνει τη στιγμή που χάνει την αυτορρύθμισή του και αρχίζει να εξομοιώνεται έτσι με το περιβάλλον του. Από τη στιγμή που θα σταματήσει οριστικά να λειτουργεί ο εγκέφαλος, που συντονίζει την αυτορρύθμιση του οργανισμού, αρχίζει το αισθητό Εγώ να αποκτά ίδια θερμοκρασία, ίδια χημεία, ίδια τα πάντα με το περιβάλλον του. «Χοῦς εἶ καὶ εἰς χοῦν ἀπελεύσει». Πριν από το θάνατο του αισθητού Εγώ επέρχεται ο θάνατος του νοητού Εγώ. Συμβαίνει κανονικά όταν πάψει οριστικά το συγκεκριμένο πρόσωπο να ξεχωρίζει τον εαυτό του από το περιβάλλον του. Αυτό συμβαίνει συνήθως λίγα λεπτά πριν από το θάνατο του αισθητού Εγώ, αλλά σε βαριά κώματα μπορεί να προηγείται ακόμη και έτη προηγουμένως. Στον ύπνο, τακτικά κάθε μέρα, καθένας χάνει την αντίληψη της διαφοράς του από το περιβάλλον του, αν και στη φάση των ονείρων του διατηρεί την αυτοαίσθηση της ταυτότητάς του. Ο θάνατος του κοινωνικού Εγώ θα επέλθει μετά το θάνατο του αισθητού Εγώ, με μια τελετή, όπως έγινε και η γέννησή του. Τέτοια τελετή είναι η κηδεία, η διαγραφή από τα ληξιαρχικά βιβλία κλπ. Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι η σωματική και λειτουργική μορφή του θανόντος διατηρείται σαν σε εκμαγείο στο κοινωνικό περιβάλλον του ατόμου που έχει πεθάνει, στη μνήμη δηλαδή όσων είχε γνωρίσει, είχε επηρεάσει κατά κάποιον άμεσο ή έμμεσο τρόπο τη ζωή τους και που είχαν επηρεάσει αντίστοιχα τη ζωή εκείνου. Τα μνημόσυνα, ονοματοδοσίες δρόμων και πλατειών, φωτογραφίες, βίντεο κλπ συμβάλλουν στη διατήρηση της ύπαρξης του θανόντος στη μνήμη της κοινωνίας. Ακόμη ο αισθητά και νοητά πεθαμένος μπορεί να ενεργεί στην κοινωνία, με αφύσικο τρόπο βέβαια, όπως να παίρνει σύνταξη, να φορολογείται, να ψηφίζει, να δικαιοπραττεί, ακόμη και να ηγείται και να νικά σε μια μάχη, όπως ο θρυλικός Ελ Σιντ. Μ΄ αυτή την έννοια, το κοινωνικό Εγώ εξακολουθεί να ζει στο κοινωνικό εκμαγείο του για όσο χρόνο το θυμάται η κοινωνία. Η ευχή «Αιωνία η μνήμη» γίνεται έτσι συνώνυμη με την Πλατωνική «Αθανασία της ψυχής» και το κοινωνικό Εγώ του θανόντος εξακολουθεί να υπάρχει ένθα «ουκ έστι πόνος, ου θλίψη ου στεναγμός, αλλά», στη μνήμη της κοινωνίας, «ζωή ατελεύτητος».

Η τριπλή υπόσταση της ύπαρξής μας δεν είναι νέα αντίληψη. Ψυχολόγοι και Φιλόσοφοι την έχουν περιγράψει. Ο ψυχολόγος W. James περιγράφει το Αισθητό Εγώ ως Material Me, το Νοητό Εγώ ως Spiritual Me και το Κοινωνικό Εγώ ως Social Me2. Ορίζει το τελευταίο ως την αναγνώριση που λαμβάνει ο καθένας μας από την κοινωνία. Ο ψυχαναλυτής S. Freud  αναγνωρίζει το Id, το Ego και το Super-Ego3. Αντίστοιχα, ο M. Heiddeger αναφέρεται στο Αισθητό Εγώ ως In-Der-Welt-Sein, στο νοητό ως Dasein και στο Κοινωνικό ως Mitsein, όλα με κάποιες μικροδιαφορές. Έχει γίνει εκτεταμένη ανάλυση σε καθεμιά από τις τρεις υποστάσεις της ύπαρξης του Εγώ μας, αλλά δεν έχει τονισθεί επαρκώς ο διαφορετικός χρόνος της γέννησης και του θανάτου τους. Μια άλλη σημαντική διαφορά της παρούσας αντίληψης από εκείνες των υπαρξιστών φιλοσόφων είναι ότι εκείνοι αντιπαραθέτουν στο Είναι το Μηδέν, ενώ εδώ στο Είναι αντιπαρατίθεται το Μη-Είναι που δεν είναι συνώνυμο με το Μηδέν. Έτσι, J. P. Sartre μιλάει για το «L Être et le Néant» και ο Μ. Heiddeger αναρωτιέται «γιατί να υπάρχουν τα όντα και όχι το τίποτε»;  Σύμφωνα με την παρούσα άποψη, η ενδομήτρια Ανυπαρξία, δηλαδή το Μηδέν, με τη γέννηση σχάζεται σε Είναι και Μη-Είναι, που είναι το περιβάλλον του Είναι. Αν αυτή η άποψη είναι ορθή, θα πρέπει να ισχύει και η ανάστροφή της. Όταν δηλαδή συναντηθούν το Είναι με το Μη-Είναι να προκύπτει το Μηδέν. Στα μαθηματικά αυτό είναι κοινός τόπος, αφού (+x)+(-x)=0. Αλλά και στη Φυσική, όταν συναντηθούν ένα στοιχειώδες υλικό σωμάτιο αρνητικά φορτισμένο (ηλεκτρόνιο) με ένα άλλο στοιχειώδες υλικό σωμάτιο θετικά φορτισμένο (ποζιτρόνιο), δεν προκύπτουν δύο υλικά σωμάτια, αλλά Μηδεν, καθώς αλληλεξουδετερώνονται. Ταυτόχρονα παράγεται Ενέργεια. Ασφαλώς, αφού, εμφανίζεται ενέργεια, δεν πρόκειται για μηδενισμό των σωματίων. Αλλά και στην ενδομήτρια Ανυπαρξία, αυτή δεν είναι παρά μόνον υποκειμενική, αφού εδράζεται στο Αισθητό Εγώ. Προφανώς ο νόμος της αφθαρσίας Ύλης και Ενέργειας δεν παραβιάζεται. Εξακολουθεί να ισχύει, όπως διατυπώθηκε από το Δημόκριτο: «Μηδέν ἐκ τοῦ  μὴ  ὂντος γίγνεται, μηδὲ  εἰς τὸ  μὴ  ὂν φθείρεται».

Οι τρεις υποστάσεις του Εγώ έχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, πέρα από το ότι γεννιόνται και πεθαίνουν σε διαφορετικό χρόνο και με διαφορετικό τρόπο καθεμιά. Το αισθητό Εγώ μπορεί να είναι ακρωτηριασμένο, αλλά το νοητό και το κοινωνικό Εγώ είναι ακέραια, άτμητα. Το αισθητό και το νοητό Εγώ είναι μοναδικά. Κανένας δεν έχει δακτυλικά αποτυπώματα ή DNA ίδιο με το δικό μου ούτε σκέψεις, συναισθήματα, βουλήσεις ίδιες με τις δικές μου. Τα κοινωνικά Εγώ όμως, τουλάχιστον τη στιγμή της γέννησής τους, είναι ίδια και ίσα μεταξύ τους, απλώς μέλη της ίδιας κοινωνίας. Το αισθητό Εγώ ζει στον αντικειμενικό χώρο και χρόνο, το νοητό σε ένα σημείο (εδώ) και μια στιγμή (τώρα) όποτε κι όπου βρίσκεται. Το κοινωνικό Εγώ μπορεί να επιβιώνει στη μνήμη της κοινωνίας που είναι ένα είδος κοινωνικού εκμαγείου του, εσαεί και να είναι πανταχού παρόν.

Οι παραπάνω διαφορές, ιδίως οι διαφορετικοί χρόνοι γέννησης και θανάτου, προσδίδουν  σημαντική ανεξαρτησία στις τρεις υποστάσεις του Εγώ, που επιτρέπει να κατανοηθούν δύσκολες έννοιες οι οποίες έχουν διαφορετική εικόνα σε καθεμιά από τις υποστάσεις. Τέτοιες είναι π.χ. η Υγεία, η Αλήθεια, η Ελευθερία, η Ισότητα κλπ. Θα αναφερθώ εδώ μόνο στη γέννηση και το θάνατο των τριών υποστάσεων σε συνάρτηση με την Υγεία και την Ιατρική, που μπορεί να παρέμβει στη γέννηση και στο θάνατο.

Υγεία και Ιατρική.

Μεταξύ ζωής και θανάτου παρεμβάλλονται η Υγεία και η Νόσος, που μπορεί να επισπεύσει την έλευση του θανάτου. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας όρισε ως υγεία, «την κατάσταση πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικές ευεξίας και όχι απλώς την απουσία νόσου ή αναπηρίας»1. Μ΄ άλλα λόγια η Υγεία αφορά ξεχωριστά και τις τρεις υποστάσεις του Εγώ.

Όπως είναι φυσικό, και η Ιατρική, που ασχολείται με την προάσπιση και την αποκατάσταση της χαμένης υγείας, αφορά και τις τρεις υποστάσεις της ύπαρξης. Από την άποψη του αισθητού Εγώ, νόσος είναι μια κατάσταση που απειλεί να τερματίσει τη ζωή και η ιατρική διαπιστώνει την ύπαρξη νόσου με βάση την αντικειμενική εξέταση του ασθενή, όπως την πρωτοπαρουσίασε ο Ιπποκράτης. Τη συμπληρώνει μεγεθύνοντας με την τεχνολογία την οξύτητα των αισθήσεων του  ιατρού, με τις ποικίλες εξετάσεις, βιοχημικές, μικροβιολογικές, εξεικονιστικές κλπ. Σκοπός της ιατρικής από αυτή τη σκοπιά είναι να αναβάλει όσο είναι δυνατό το θάνατο του αισθητού Εγώ. Ένα από τα κυριότερα επιτεύγματα του τελευταίου αιώνα υπήρξε η θεαματική επιμήκυνση του προσδόκιμου της επιβίωσης, χάρη κυρίως στην ιατρική πρόοδο. Από την άποψη του νοητού Εγώ, νόσος είναι μια κατάσταση που επηρεάζει την ποιότητα της ζωής και η διάγνωση τίθεται στη βάση του ιστορικού, δηλαδή των συμπτωμάτων, του ασθενή και στοχεύει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του αρρώστου. Από την άποψη του κοινωνικού Εγώ, η διάγνωση στηρίζεται στο ψυχοκοινωνικό ιστορικό, δηλαδή στη διαπίστωση του πόσο περιορίζονται από τη νόσο οι κοινωνικές δραστηριότητες του αρρώστου προς την οικογένεια, τους φίλους, το επάγγελμα, την κοινωνία γενικότερα. Σκοπός της ιατρικής είναι από αυτή τη σκοπιά η αποκατάσταση των κοινωνικών σχέσεων του ατόμου.

Σαν παράδειγμα των παραπάνω, η καρδιακή ανεπάρκεια ορίζεται ποικιλοτρόπως. Από την άποψη του αισθητού Εγώ σημαίνει την παρουσία ρόγχων στους πνεύμονες και οιδημάτων στα κάτω άκρα, επηρεασμό ποικίλων εξετάσεων, όπως είναι του κλάσματος εξώθησης στο υπερηχοκαρδιογράφημα, του νατριουρητικού πεπτιδίου στο αίμα κλπ. Από την άποψη του νοητού Εγώ, καρδιακή ανεπάρκεια είναι η παρουσία δύσπνοιας, ορθόπνοιας, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Και από την άποψη του κοινωνικού Εγώ είναι ο βαθμός περιορισμού των κοινωνικών δραστηριοτήτων του ατόμου, όπως γίνεται η επικρατούσα ταξινόμηση της καρδιακής ανεπάρκειας από την Καρδιολογική Εταιρεία της Νέας Υόρκης.

Η ίαση συνεπάγεται την αποκατάσταση της υγείας σε όλες τις υποστάσεις της ύπαρξης. Όμως ενδέχεται η βελτίωση μιας όψης να επιδεινώνει τις λοιπές. Για παράδειγμα, τα μέσα για να παραταθεί η ζωή είναι συχνά ενοχλητικά ως και ανυπόφορα. Οι ποικίλες δίαιτες, η λήψη φαρμάκων για τη χοληστερόλη και την υπέρταση, η αλλαγή τρόπου ζωής, όπως διακοπή του καπνίσματος, οι χημειοθεραπείες, δεν είναι καθόλου ευχάριστες ιατρικές παρεμβάσεις. Εξάλλου η συμπτωματική αγωγή για τη βελτίωση της νόσου του νοητού Εγώ όχι σπάνια μπορεί να βλάπτει τους σκοπούς της ιατρικής για το αισθητό Εγώ. Η λήψη κάποιων αναλγητικών για τον πόνο μπορεί να προκαλέσει νόσο του αίματος και θάνατο σε ορισμένες περιπτώσεις. Μετά από έμφραγμα η παρουσία κάποιων αρρυθμιών ενοχλεί τον άρρωστο και είναι ένας δείκτης απειλούμενου θανάτου. Η χορήγηση ορισμένων αντιαρρυθμικών ελαττώνει τις αρρυθμίες, ανακουφίζει τον άρρωστο, αλλά επισπεύδει το θάνατο, αντί να παρατείνει, τη ζωή. Εξάλλου, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που η καταφυγή στη νόσο είναι μια διέξοδος από κοινωνικά αδιέξοδα, όπως σε ποικίλες νευρώσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η νόσος, οι «βάρβαροι», είναι μια κάποια λύσις. Από κοινωνική σκοπιά, υπάρχει ένα παράδοξο. Ο ασθενής εμποδίζεται, λόγω της νόσου του, να εργάζεται και να κερδίζει χρήματα. Και σ΄ αυτήν ακριβώς τη φάση αναγκάζεται να δαπανήσει χρήματα για να αποκαταστήσει την ικανότητα να κερδίζει χρήματα, έτσι που μπορεί να επιδεινώνονται σοβαρά άλλες όψεις της ατομικής ευεξίας.

Ιατρική στην αρχή της ζωής.

Καθώς η ιατρική μπορεί να επηρεάσει τόσο την αρχή όσο και το τέλος της ζωής, εγείρονται πολλαπλά ηθικά προβλήματα τόσο για το γιατρό όσο και για την κοινωνία. Ως προς την αρχή της ζωής, ένα σοβαρό κοινωνικό δίλημμα είναι εκείνο της πρόληψης και της διακοπής της κύησης.

Η αντισύλληψη, καταδικάζεται συνήθως από θρησκευτική πλευρά, αλλά τα επιχειρήματα εναντίον της δεν είναι πολύ ισχυρά. Η ιατρική επέμβαση συντελείται πριν από τη δημιουργία νέου όντος, ενώ η ίδια η αντισύλληψη είναι θέμα που αφορά ένα συγκεκριμένο άτομο είτε γυναίκα είναι είτε άνδρας.

Η κοινωνία δεν έχει αποφασίσει με τρόπο αμετάκλητο αν η έκτρωση είναι φόνος ή όχι. Το δίλημμα γίνεται δυσκολότερο, καθώς το κύημα είναι προϊόν όχι ενός μόνον, αλλά δύο ατόμων. Γενικότερα, η κοινωνία δεν έχει αποφασίσει τι ακριβώς είναι η ανθρωποκτονία, διότι ο ορισμός της προϋποθέτει ότι έχει γίνει αποδεκτή η ιεραρχική προτεραιότητα της μιας από τις τρεις υποστάσεις του Εγώ πάνω στις άλλες.

Αν δεχθούμε ότι το αισθητό Εγώ είναι ιεραρχικά ανώτερο από τις άλλες δύο υποστάσεις, τότε, η έκτρωση είναι ανθρωποκτονία, καθώς σημαίνει το φόνο της επικρατούσας αισθητής όψης μιας οντότητας έστω και αν δεν έχει νοητή ή κοινωνική, υπόσταση. Εξάλλου, χωρίς να έχει δημιουργηθεί το αισθητό Εγώ, είναι αδύνατο να υπάρξουν το νοητό και το κοινωνικό Εγώ. Αν δεχθούμε ότι η νοητή ύπαρξη είναι ιεραρχικά ανώτερη από την αισθητή και την κοινωνική, τότε η έκτρωση δεν αποτελεί ανθρωποκτονία, διότι το αγέννητο έμβρυο δεν είναι ακόμη πλήρης άνθρωπος, δεν έχει ακόμη ούτε νοητή ούτε κοινωνική υπόσταση. Πώς να σκοτωθεί ένας άνθρωπος που δεν έχει γεννηθεί; Αν, τέλος, δεχθούμε ότι η κοινωνική διάσταση του Εγώ μας είναι ιεραρχικά ανώτερη, τότε ο φόνος ενός βρέφους πριν εισαχθεί στην κοινωνία δεν είναι ανθρωποκτονία και ο βρεφοκτόνος πρέπει να αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τον ανθρωποκτόνο.

Το βασικό επιχείρημα υπέρ της ιεραρχικής ανωτερότητας της αισθητής ύπαρξης είναι ότι χωρίς αυτήν θεωρείται ότι δεν μπορούν να υφίστανται ούτε η νοητή ούτε η κοινωνική ύπαρξή μας. Όμως ποια είναι η αξία της αισθητής ύπαρξης, όταν η νοητή ύπαρξη είναι απαράδεκτη, για ποικίλους λόγους; Η απόλυτη προτεραιότητα της αισθητής ύπαρξης έχει κυριαρχήσει στην ιατρική παραδοσιακά, ιδιαίτερα μετά το δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Δεν ήταν όμως πάντοτε έτσι. Χαρακτηριστικός είναι ο μύθος του Τιθωνού στην αρχαιότητα.

Η όμορφη Ηώς, αδελφή του Ήλιου και της Σελήνης, ερωτεύθηκε ένα ωραίο παλικάρι, τον Τιθωνό. Τόσος ήταν ο έρωτάς της, που παρακάλεσε το Δία να χαρίσει αθανασία στον αγαπημένο της. Για να ζήσουν για πάντα μαζί. Κι ο καλός ο Δίας εισάκουσε την παράκλησή της και τον έκανε αθάνατο. Η Ηώς όμως ξέχασε να ζητήσει από το Δία (πάντα στον προγραμματισμό του μέλλοντος κάτι σημαντικό μας ξεφεύγει!) να χαρίσει στον καλό της και αιώνια νεότητα. Κι έτσι εκείνη έμενε διαρκώς νέα και ωραία, ενώ εκείνος δίπλα της γερνούσε, γερνούσε, ζάρωνε, όλο ζάρωνε κι η φωνή του έγινε τσιριχτή, επαναληπτική. Η Ηώς, για να τον απαλλάξει από το μαρτύριο, τον μεταμόρφωσε σε τζιτζίκι που αρχίζει να τραγουδάει κάθε πρωί μόλις βλέπει την αγαπημένη του να προβάλλει στην ανατολή.

Αλλά και μεταξύ νοητού και κοινωνικού Εγώ υπάρχει μυθολογικό δίλημμα.

Ο Ορέστης σκότωσε τη μητέρα του που του έδωσε, γεννώντας τον, τη νοητή ζωή, για να αποδώσει δικαιοσύνη στη φονέα του πατέρα του που του έδωσε την κοινωνική ζωή, αφού ήταν διάδοχος του θρόνου, επειδή ήταν γιος του Αγαμέμνονα. Οι ένορκοι στον΄Άρειο Πάγο διχάστηκαν, αλλά με τη μεροληπτική επέμβαση της Αθηνάς ο Ορέστης αθωώθηκε. Η δίκη του Ορέστη υπήρξε σταθμός στη μετάβαση από το μητριαρχικό στο πατριαρχικό δίκαιο, ανυψώνοντας το κοινωνικό Εγώ στο επίπεδο του νοητού

Γενικά έχει γίνει ιατρικά παραδεκτό ότι η ζωή της μητέρας, που είναι μια τέλεια αισθητή, νοητή και κοινωνική οντότητα είναι πιο σημαντική από εκείνη του εμβρύου που είναι μόνον αισθητή ύπαρξη. Επομένως, όταν κινδυνεύει η μητέρα από την κύηση, η έκτρωση αποτελεί ιατρική ένδειξη. Ο ιατρός, ορκισμένος να υπηρετεί το συμφέρον του ασθενή του, οφείλει να ενεργήσει σε τέτοιες περιπτώσεις ανάλογα, σύμφωνα με το φυσικό δίκαιο, έστω και αν το τυπικό δίκαιο, οι νόμοι της χώρας δηλαδή, ορίζουν διαφορετικά. Λιγότερο σαφής, πάντως ισχυρή, είναι η ένδειξη όταν έχει διαγνωσθεί ενδομήτρια κάποια ανωμαλία στο έμβρυο. Τα προβλήματα για τη λήψη απόφασης είναι πιο δύσκολο να επιλυθούν όταν οι ενδείξεις είναι κοινωνικές και όχι ιατρικές. Τέτοιες είναι π.χ. σε κυήσεις που έχουν προκύψει από βιασμό, αιμομιξία, σε ανήλικα και άγαμα κορίτσια κλπ. Σε περιπτώσεις κύησης σε μια έγγαμη ενήλικη γυναίκα, όταν συμφωνούν και οι δύο σύζυγοι μοιάζει το θέμα σχετικά απλό. Όμως γίνεται πολύπλοκο όταν μόνον η μητέρα επιθυμεί τη διακοπή της κύησης, χωρίς ιατρική ένδειξη, ενώ ο σύζυγος δεν συναινεί, καθώς, όπως αναφέρθηκε ήδη, για τη δημιουργία του κυήματος έχουν συμβάλει εξίσου και οι δύο σύζυγοι. Στην άγαμη μητέρα η άποψη του βιολογικού πατέρα μπορεί προφανώς να αγνοηθεί, καθώς μάλιστα ενδέχεται να είναι άγνωστος.

Η νομιμοποίηση της έκτρωσης έχει το πλεονέκτημα ότι εξασφαλίζει ότι η πράξη γίνεται κάτω από τις πιο ασφαλείς συνθήκες. Έχει δειχθεί εξάλλου ότι ο αριθμός των εκτρώσεων δεν επηρεάζεται από την νομική αναγνώριση ή μη του δικαιώματος της έκτρωσης. Η τοποθέτηση της κοινωνίας πάνω στο ζήτημα στηρίζεται σε θρησκευτικούς, ιδεολογικούς ή άλλους λόγους. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι οι υπερσυντηρητικές πολιτείες στις ΗΠΑ, όπως η Νότια Ντακότα, είναι εκείνες που αφενός επιβάλλουν προσκόμματα στη διενέργεια έκτρωσης, με τη δικαιολογία ότι φονεύεται το πιο ανυπεράσπιστο ανθρώπινο ον, ενώ οι ίδιες υιοθετούν τη διατήρηση της θανατικής καταδίκης μη σεβόμενες, επομένως την ανθρώπινη ζωή. Η κοινωνική απόφαση διευκολύνεται αν η κοινωνία αποφασίσει για την ιεραρχική προτεραιότητα των τριών υποστάσεων του Εγώ.

Ιατρική στο τέλος της ζωής.

Ως προς τα τέλη της ζωής, η τρέχουσα αντίληψη θέτει ιεραρχικά το αισθητό Εγώ υπεράνω του νοητού και του κοινωνικού, καθώς αποτελεί την προϋπόθεση για να υπάρχουν τα δύο άλλα. Ωστόσο, το νοητό Εγώ πεθαίνει πριν από το αισθητό, μολονότι ο θάνατος του νοητού δεν είναι η αιτία του θανάτου του αισθητού Εγώ. Εξάλλου, η άποψη αυτή δεν ίσχυε πάντοτε, όπως αναφέρθηκε στη μυθολογία. Οι δυνατότητες της ιατρικής να παρατείνει τη ζωή του αισθητού Εγώ, ακόμη και όταν το νοητό Εγώ είναι οριστικά νεκρό, με τεχνητή διατήρηση των ζωτικών λειτουργιών, έχει αρχίσει να μεταβάλλει τις αντιλήψεις.

Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η επιβίωση συνοδεύεται από τόσο σοβαρά συμπτώματα που την καθιστούν ανυπόφορη. Έτσι, υπάρχουν χώρες όπου έχει αρχίσει να επιτρέπεται η «υποβοηθούμενη αυτοκτονία» ή κάποιας μορφής ευθανασία. Άλλες χώρες αντιδρούν φοβούμενες τις συνέπειες της κατάχρησης τέτοιων αντιλήψεων, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε δυσθανασίες που μετονομάζονται σε ευθανασία, όπως είχε γίνει στη ναζιστική Γερμανία. Εξάλλου, η ανάδειξη της οικονομικής όψης της κοινωνίας τις τελευταίες δεκαετίες έχει οδηγήσει στο να θεωρούνται, συνήθως ανομολόγητα, ο γέρος, ο ανάπηρος, ο ανίατα πάσχων, ανεπιθύμητοι, καθώς αφενός δεν προσφέρουν τίποτε στην κοινωνία, αφού δεν εργάζονται, ενώ η συντήρησή τους στη ζωή έχει υψηλό κόστος. Η εκκλησία, χωρίς να εγκρίνει την ευθανασία, εύχεται, ωστόσο, «χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά». Και η ιατρική μπορεί να συνεισφέρει στην εκπλήρωση αυτής της ευχής. Το θέμα έχει συζητηθεί εκτεταμένα πρόσφατα από ιατρική, φιλοσοφική, ιστορική και θρησκευτική πλευρά με συντονιστή το Γιάνη Δημολιάτη7.

Η αποδοχή της ιεραρχικής προτεραιότητας του αισθητού Εγώ επιβάλλει στο γιατρό να κάνει τα πάντα για να αναβάλει το θάνατό του με οποιοδήποτε κόστος, έστω και αν είναι για ένα δευτερόλεπτο. Αυτό προβλέπει η δική μας νομοθεσία. Αν όμως γίνει δεκτή η ιεραρχική προτεραιότητα του νοητού Εγώ, τότε η ιατρική οφείλει να σταθμίσει τις ενέργειές της. Η στάθμιση αυτή είναι ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς το νοητό Εγώ είναι, εξορισμού, προσιτό αποκλειστικά και μόνον στον εαυτό του. Τα αισθητά στοιχεία μόνον έμμεσα μπορούν να αποδείξουν την ανυπαρξία του νοητού Εγώ. Τέτοιες ενδείξεις είναι π.χ. η απουσία οποιασδήποτε κίνησης αυτόματης ή αντανακλαστικής του ασθενή για συγκεκριμένο χρόνο και, προπάντων, η απουσία ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου. Τέτοιες ενδείξεις για συγκεκριμένο χρόνο καθιστούν απίθανη την επάνοδο της ζωής του νοητού Εγώ. Αν υπάρχουν τέτοια, στον ιατρικό κόσμο έχει γίνει αποδεκτό ότι η ιατρική δικαιούται να πάψει να ενισχύει την επιβίωση του αισθητού Εγώ με τεχνητή αναπνοή, καρδιακή, νεφρική, ηπατική λειτουργία κλπ. Το δίλημμα γίνεται ακόμη δυσκολότερο, όταν ο ασθενής εξακολουθεί να έχει τις αισθήσεις του, αλλά η ζωή του είναι ανυπόφορη από ανίατα συμπτώματα, όπως πόνους που δεν πειθαρχούν πια στα αναλγητικά ή βαριές διανοητικές διαταραχές και εκφράζει με συνειδητή σαφήνεια την επιθυμία του να πεθάνει. Ως ποιο βαθμό τότε θα θεωρηθεί ότι η επιβίωση είναι αβάσταχτη για τον άρρωστο;

Διεθνείς απόψεις.

Τα επόμενα αποτελούν διεθνείς, ιατρικές κυρίως, συναινετικές συνήθως, αλλά μη τεκμηριωμένες απόψεις.

Όπως αναφέρθηκε στις συνηθισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, ο αμετάκλητος θάνατος έρχεται περί τα 4 λεπτά μετά τη διακοπή της καρδιακής λειτουργίας. Ο χρόνος αυτός μπορεί να παραταθεί με ιατρική επέμβαση, τόσο που να προλάβει να αποκατασταθεί η καρδιακή λειτουργία και ο ασθενής να συνέλθει. Από θρησκευτική άποψη, η ιατρική επέμβαση μπορεί να θεωρηθεί επέμβαση στο έργο του Θεού, του μόνου αρμόδιου να αποφασίζει για ζωή ή θάνατο. Αρχικά υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από θρησκευτικούς και γενικότερα συντηρητικούς κύκλους σ΄ αυτή την προσπάθεια της ιατρικής, αλλά η επιτυχία ήταν τόση, που σίγασαν αυτές οι φωνές. Ωστόσο, αν η παράταση της ζωής του αισθητού Εγώ με ιατρική παρέμβαση γίνει αποδεκτή, δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή και η επίσπευση του θανάτου του αισθητού Εγώ; Η Ιπποκρατική ηθική αντιτίθεται σε κάθε μέτρο που βραχύνει τη ζωή. «…ΟΥ ΔΩΣΩ ΔΕ ΟΥΔΕ ΦΑΡΜΑΚΟΝ ΟΥΔΕΝΙ ΑΙΤΗΘΕΙΣ ΘΑΝΑΣΙΜΟΝ, ΟΥΔΕ ΥΦΗΓΗΣΟΜΑΙ ΞΥΜΒΟΥΛΙΗΝ ΤΟΙΗΝΔΕ». Πώς ο ιατρός που σκοπός του είναι να σώζει ζωές θα συμβάλει στη διακοπή της ζωής; Αν γίνει δεκτό όμως ότι σκοπός του ιατρού δεν είναι μόνο να σώζει ζωές, δηλαδή να παρατείνει την ύπαρξη του αισθητού Εγώ, αλλά και να ανακουφίζει, βελτιώνοντας την ποιότητα της ζωής του νοητού Εγώ, τότε δημιουργείται ισχυρό δίλημμα. Προϋπόθεση πάντοτε είναι η συναίνεση του ασθενή ή, αν ο ίδιος αδυνατεί να εκφρασθεί, η συναίνεση των άμεσων συγγενών.

Η εκούσια ευθανασία, με τη συναίνεση του ασθενή που θέλει να πεθάνει, είναι  νόμιμη στο Βέλγιο, Λουξεμβούργο και Ολλανδία. Μη εκούσια ευθανασία, όταν το άτομο δεν έχει δηλώσει ότι θέλει να πεθάνει, όπως ένα παιδί, είναι παντού παράνομη, αν και αναγνωρίζονται κάποια ελαφρυντικά στην Ολλανδία. Ακούσια ευθανασία, όταν το άτομο θέλει να μην πεθάνει, είναι παντού παράνομη. Μια λύση στο πρόβλημα έχει δοθεί σε κάποιες περιοχές συνδέοντας την πρακτική της ευθανασίας με κλινικές πόνου. Όταν ο ασθενής υποφέρει ανίατα από πόνους, η χορήγηση αναλγητικών τον ανακουφίζει, αλλά απαιτούνται διαρκώς αυξανόμενες δόσεις π.χ. μορφίνης, ώσπου η δόση γίνεται τοξική, θανατηφόρος. Υπό αυτές τις συνθήκες δεν είναι σαφής η διάκριση μεταξύ ενεργητικής και παθητικής ευθανασίας. Σημειώνω ότι ο Francis Bacon ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο ευθανασία στα τέλη του 16ου αιώνα.

Ο κίνδυνος της κατάχρησης είναι προφανής. Σε κάποιες περιοχές υπάρχει η δυνατότητα να αναγράφεται στο ιστορικό η εντολή Do not resuscitate, μην εφαρμόσετε μεθόδους αναζωογόνησης. Υπήρξαν περιπτώσεις που ασθενείς που δεν πέθαναν στο νοσοκομείο να δουν στο ιστορικό τους την εντολή, χωρίς να τους έχει συζητηθεί το θέμα. Και φυσικά υπάρχουν οι περιπτώσεις της εφαρμογής της μεθόδου από ολοκληρωτικά, αλλά και μη ολοκληρωτικά, καθεστώτα. Για να μην υποφέρει ο θανατοποινίτης σε κάποιες πολιτείες των ΗΠΑ γίνεται νάρκωσή του με ενδοφλέβια ένεση πριν ενεργοποιηθεί η ηλεκτρική καρέκλα. Η ενδοφλέβια ένεση απαιτεί ιατρική επέμβαση, αλλιώς κινδυνεύει το φάρμακο να χυθεί έξω από τη φλέβα, οπότε γίνεται εξαιρετικά επώδυνο ακυρώνοντας την πρόθεση του ανώδυνου θανάτου. Πώς νοείται να συμβάλει η ιατρική στην επίσπευση του θανάτου χωρίς τη συναίνεση του υποκειμένου;

Βέβαια υπάρχει και το αντίστροφο δίλημμα. Ποια οφείλει να είναι η στάση του γιατρού όταν του ζητείται να παρατείνει τη ζωή κάποιου, παρά τη θέλησή του; Όταν η αστυνομία ή ο στρατός ή ο εισαγγελέας ή και συγγενείς του ατόμου ζητούν από το γιατρό να παρατείνει τη ζωή για ποικίλους λόγους, όπως για απόσπαση πληροφοριών, για αντιμετώπιση απεργίας πείνας ή για να αλλάξει τη διαθήκη του, ποια μπορεί να είναι η στάση του γιατρού; Ο γενικός κανόνας είναι ότι ο ιατρός οφείλει να ενεργεί πάντοτε με τη συναίνεση του αρρώστου του. Μ΄ αυτή την έννοια, θεωρώντας το νοητό Εγώ επικρατέστερο, δεν εφαρμόζει καμιά ιατρική πράξη χωρίς τη συναίνεση του ατόμου, ούτε και τεχνικές παράτασης της ζωής. Εξαιρούνται βέβαια οι περιπτώσεις κατάθλιψης, η οποία είναι νόσος που επηρεάζει τη βούληση, με αυτοκτονικές τάσεις. Ως νόσος, όταν ιαθεί, αποκαθιστά την υγιή βούληση και το άτομο δεν επιθυμεί πια το θάνατό του. Το δίλημμα μετατίθεται, αν κατανοηθεί ότι σκοπός του γιατρού δεν είναι να ενεργεί σύμφωνα με τη βούληση του ασθενή του, αλλά σύμφωνα με το συμφέρον του. Η εκτίμηση του συμφέροντος όμως του αρρώστου δεν είναι υπόθεση μόνο του νοητού και του αισθητού Εγώ, αλλά και του κοινωνικού. Από αυτό το συλλογισμό προκύπτει η ανάγκη να πάρει η κοινωνία, και όχι μόνο τα ιατρικά σώματα, αποφάσεις που είναι κατευθυντήριες γραμμές για το γιατρό, όταν θα αντιμετωπίζει τα προβλήματα ολοκληρωμένης της προσωπικότητας του τρισυπόστατου Εγώ. Η σύνδεση των ιατρικών διλημμάτων με την έρευνα υπάγει τα προβλήματα στη ρητή πια σήμερα ερευνητική δεοντολογία, προς όφελος της κοινωνίας, αλλά δεν λύνει το πρόβλημα της σχέσης του γιατρού με τον άρρωστό του.

Η λήψη τέτοιας απόφασης δεν αρκεί να γίνει με ένα νόμο. Οφείλει να έχει και ηθική βάση, εκφράζοντας τη βούληση της κοινωνίας, του δήμου και όχι μόνο των αρχόντων. Ο Αριστοτέλης χωρίζει τα πολιτεύματα σε μοναρχίες, ολιγαρχίες και δημοκρατίες και είναι πολύ σαφής στους ορισμούς του: Αριστοτέλης (Πολ Δ 1294, 7-9): Λέγω  δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν». Πέρα από τον τρόπο που επιλέγονται οι άρχοντες (κληρονομικά ή βίαια η μονάρχες, κληρονομικά ή με εκλογή οι ολιγάρχες, με κλήρωση οι δημοκρατικοί), στη Μοναρχία η σχέση αρχόντων με το λαό γίνεται με μέσο. Ακόμη και στην τελειότερη Μοναρχία, του Θεού, επικαλούμαστε το μέσο. «Και σε μεσίτριαν έχω… ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου… πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ…» Η σχέση με την Ολιγαρχία είναι αναγκαστικά πελατειακή. Ο βουλευτής πρέπει να πουλήσει εκδούλευση για να αγοράσει ψήφους και να υπακούσει στο κόμμα του, ενδεχομένως παρά τη συνείδησή του, για να ξαναείναι υποψήφιος. Ο κληρωμένος βουλευτής (ή δικαστής) είναι απροκατάληπτος. Ο Μονάρχης μπορεί να είναι εμπνευσμένος ή μωρός, στους εκλεγμένους βουλευτές συχνά έχουν εκλεγεί οι άριστοι, αλλά και οι χείριστοι, χωρίς να μπορεί το πολίτευμα να απαλλαγεί από τους τελευταίους, διότι η απόφαση του λαού που τους ψήφισε είναι αμετάκλητη. Στη δημοκρατία, μόνο σπάνια, τυχαία, θα έχουν κληρωθεί άριστοι, αλλά αν έχουν κληρωθεί χείριστοι, η αποπομπή τους δεν έχει πρόσκομμα, αφού δεν έχουν εκλεγεί. Τέλος, η διάσταση μεταξύ δικαίου και ηθικής είναι μέγιστη στη Μοναρχία (παράδειγμα η τραγωδία της Αντιγόνης), ελάχιστη στη δημοκρατία (αφού η δημογραφία του νομοθετικού σώματος είναι ίδια με του δήμου) και ενδιάμεση στην Ολιγαρχία.

Τα περισσότερα σύγχρονα πολιτεύματα είναι ολιγαρχίες κατά τον ορισμό του Αριστοτέλη και ονομάζονται ρεπούμπλικες (π.χ. Bundesrepublik Deutschland, République française, Hellenic republic κλπ). Στα Ελληνικά το πολίτευμά μας αποδόθηκε ως Ελληνική δημοκρατία. Αυτό σημαίνει ότι η αποτυχία του πολιτεύματός μας χρεώνεται στη Δημοκρατία, με εναλλακτική λύση τη Μοναρχία (βασιλεία, δικτατορία), ενώ πρόκειται για αποτυχία της Ολιγαρχίας, με εναλλακτική λύση τη Δημοκρατία αφού έχει δοκιμασθεί επανειλημμένα και αποτύχει η μοναρχία.

Κάτω από τέτοιους, δημοκρατικούς, όρους υποστηρίζω ότι πρέπει η κοινωνία μας να αποφασίσει ποια είναι η ιεραρχική προτεραιότητα των τριών όψεων της ύπαρξής μας και κάτω από ποιες συνθήκες. Την τελική απόφαση, με τις κατευθυντήριες γραμμές των ηθικών νόμων καλούνται να αποφασίσουν ο γιατρός από τη μια και ο ασθενής από την άλλη. Ένα απτό παράδειγμα για τον τρόπο που μπορεί να ληφθεί τέτοια δημοκρατική απόφαση έδειξε η Ιρλανδία στις 25 Μαΐου 2018. Μια 100μελής επιτροπή με κληρωμένα μέλη (μόνο ο Πρόεδρος ήταν διορισμένος), αφού άκουσε τους ειδικούς, αποφάσισε και εισηγήθηκε στη Βουλή αλλαγές στο Σύνταγμα που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη θέση ότι η αξία της ζωής του εμβρύου ΔΕΝ είναι ίση με της γεγενημένης ζωής και, επομένως, επιτρέπεται η άμβλωση.

Συμπερασματικά, η αντίληψη για την τριπλή υπόσταση της ύπαρξής μας και τους διαφορετικούς χρόνους της γέννησης και του θανάτου καθεμιάς βοηθάει να κατανοηθούν τα ηθικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ιατρική, ιδίως όταν επεμβαίνει στην αρχή και στο τέλος της ζωής. Η κοινωνία οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες της αποφασίζοντας την ιεράρχηση των τριών υποστάσεων του Εγώ.

 

  1. World Health Organization.Constitution of the World Health Organization as adopted by the International Health Conference, New York, 19–22 June 1946; signed on 22 July 1946 by the representatives of 61 States (Official Records of the World Health Organization, no. 2, p. 100) and entered into force on 7 April 1948. In Grad, Frank P. (2002). “The Preamble of the Constitution of the World Health Organization”. Bulletin of the World Health Organization. 80(12): 982.
  2. James W. Psychology. The World Publishing Company. Cleveland and New York, 1948.
  3. Mannoni, Octave, Freud: The Theory of the Unconscious, London: Verso 2015, p. 49-51, 152-54
  4. Heidegger M. Sein und Zeit. Neunwehnte Auflage. Max Niemayer, Tübingen, 2006
  5. Sartre JP: L’ Être et le Néant. Edition Gallimard, 1943
  6. Heidegger M Εισαγωγή στη Μεταφυσική. Μετ. Χ. Μαλεβίτσης, Δωδώνη, 1990.
  7. Δημολιάτης Γ. Πότε πρέπει να πεθαίνουμε; Ένα αλλιώτικο Συνέδριο. Ιωάννινα, 24 Απριλίου 2017.