ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ

  • Δημ. Α. Σιδερής, Ομ. Καθηγητής καρδιολογίας, dinitris.sideris@gmail.com
  • Κοινή Γνώμη, 28 Μαρτίου 2018

183. Υποχρεώσεις του Έλληνα

Για κάθε Έλληνα υπάρχουν δύο αναγκαστικές υποχρεώσεις, αμοιβαία μεταξύ πολίτη και πολιτείας: Υποχρεωτική εκπαίδευση και θητεία, αυτή όμως (ρατσιστικά;) μόνο για άνδρες. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις, όταν υφίστανται ειδικοί λόγοι, π.χ. φυσική ανικανότητα με ειδικά σχολεία και, για τη θητεία, με ειδικές υπηρεσίες, όπως για σωματικά ανικάνους και αντιρρησίες συνείδησης, που αρνούνται να κρατήσουν όπλο.

Η τήρηση της αμοιβαίας υποχρέωσης Έλληνα και Ελληνικής πολιτείας είναι εκ των ων ουκ άνευ για το χαρακτηρισμό κάποιου ως Έλληνα πολίτη. Έτσι, τουλάχιστον, εγώ θεωρώ. Και προκύπτει το ερώτημα ποιος είναι Έλληνας;

Έχω δημοσιεύσει τις απόψεις μου. Έλληνες είναι όσοι ομολογούν την Ελληνική τους ταυτότητα και ως Έλληνες συμπεριφέρονται: Όσοι αποδέχονται ως κοινό προορισμό του Ελληνικού Έθνους την ανάπτυξή και διατήρηση του, με δημιουργία και διατήρηση εθνικού πλούτου και προσφέρονται να υπηρετήσουν όπου χρειάζεται, για να δώσουν ακόμη και την ύπαρξή τους γι αυτό τον προορισμό κι όσοι μετέχουν στη διαμόρφωση της κοινής βούλησης όλων των Ελλήνων, συμβατής με του Έθνους τον κοινό προορισμό, επιδιώκοντας τη μέγιστη δυνατή ελευθερία και ισότητα των Ελλήνων· όσοι μπορούν να διαλέγονται με τους υπόλοιπους σύγχρονους Έλληνες ανταλλάσσοντας μηνύματα με τον κώδικα των Ελλήνων, τη γλώσσα την Ελληνική κι όσοι μπορούν να επικοινωνούν με τους Αρχαίους Έλληνες ερμηνεύοντας τα ανεξίτηλα γραπτά μηνύματά τους, μα και ν΄ αφήνουν τέτοια στις επερχόμενες γενεές με το γραπτό κώδικα της Ελληνικής γλώσσας· όσοι περηφανεύονται για ό,τι σπουδαίο διαπράττουν οι συνέλληνές τους ή έπραξαν οι πρόγονοί τους και διεκδικούν το μερίδιο από την αντίστοιχη τιμή που τους πρέπει κι όσοι ντρέπονται για ό,τι επονείδιστο διαπράττουν οι συνέλληνές τους ή έπραξαν οι περασμένες γενεές και αποδέχονται το μερίδιο τις ευθύνης να αποκαταστήσουν ή αποζημιώσουν για την επονείδιστη πράξη. Σ΄ αυτά θα πρόσθετα σήμερα την ανάπτυξη οικουμενικής συνείδησης.

Οι προδιαγραφές που ανέφερα ικανοποιούνται με την υποχρεωτική εκπαίδευση και θητεία. Αμφότερα προϋποθέτουν ίση συμμετοχή όλων στο άρχειν και άρχεσθαι, όπως ορίζει ο Αριστοτέλης την ελευθερία: «Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν  ὡς βούλεταἱ  τις». Πλήρη πολιτικά δικαιώματα δεν μπορούν να έχουν παρά μόνον όσοι έχουν επιτελέσει τις υποχρεώσεις τους, εκπαίδευση και θητεία. Δυσκολότερη είναι η τρίτη προδιαγραφή, καθώς ενέχει σημαντικό υποκειμενικό στοιχείο, την περηφάνια και τη ντροπή. Για την περηφάνια, μάλλον το έχομε παρακάνει, φθάνοντας στην καπηλεία των προγονικών επιτευγμάτων. Καθώς η διεθνής γνώμη αποδέχεται αυτά τα επιτεύγματα, ενώ δεν βλέπει αντίστοιχα στους σύγχρονους, εμάς, Έλληνες, αντιδρά ποικιλοτρόπως. Θεωρούν ότι αυτοί, οι ξένοι, όχι εμείς, είναι οι φορείς της αρχαίας μας παράδοσης, έχοντας υιοθετήσει τα αισθητικά και γνωστικά στοιχεία των Ελλήνων, αλλά όχι το μοναδικό υπαρξιακό στοιχείο, τη δημοκρατία. Κι εμείς, αν θέλουμε να είμαστε φορείς της παράδοσης των προγόνων μας, πρέπει τους ξένους να μιμηθούμε. Οι πρόγονοί μας όμως μάθαιναν από άλλους, αλλά δεν τους μιμούνταν. Τα πολιτεύματά τους, που σήμερα ονομάζομε δημοκρατία με ποικίλα επίθετα (φιλελεύθερη, αστική, κοινοβουλευτική, βασιλευόμενη, σοσιαλιστική δημοκρατία) δεν είναι δημοκρατίες, αλλά ολιγαρχίες, που τα ονομάζουν ορθά ρεπούμπλικες. Ο Αριστοτέλης ορίζει: «Λέγω δ΄ οἷον δοκεῖ δημοκρατικὸν μὲν εἶναι τὸ κληρωτὰς εἶναι τὰς ἀρχὰς, τὸ δ΄ αἱρετὰς ὀλιγαρχικὸν».

Η άλλη αντίδραση μέρους της διεθνούς γνώμης είναι να αμφισβητούν τη σχέση μας με τους αρχαίους Έλληνες. Πιο διαβόητος ήταν ο J.P.Fallmerayer. Η απάντηση δόθηκε ικανοποιητική κυρίως από δύο τελείως διαφορετικές όψεις. Η μία ήταν του ιστορικού Κ.Παπαρρηγόπουλου, που απέδειξε τη συνέχεια του Ελληνισμού από την αρχαιότητα ως σήμερα. Ποικίλοι ιστορικοί μας από τότε, ανεξάρτητα από τη σκοπιά που ερμηνεύουν τα ιστορικά γεγονότα και τις πολιτικές πεποιθήσεις τους, ποτέ δεν αμφισβήτησαν την κεντρική ιδέα του Παπαρρηγόπουλου. Η άλλη ήταν του Κ.Πολίτη, που κατέγραψε την προφορική, αβίαστη επομένως, παράδοση της Ελληνικής γλώσσας στα δημοτικά τραγούδια. Παρά τις γλωσσικές διαφορές στις ποικίλες ντοπιολαλιές, υπήρχε κυρίαρχη ταυτότητα με τα κύρια στοιχεία της γλώσσας των προγόνων μας. Κι εκείνων η γλώσσα εξάλλου, ποίκιλλε, από τόπο σε τόπο. Υπήρχαν ίσως καμιά τριανταριά Ελληνικές διάλεκτοι, καθώς και συνεχής εξέλιξη από τη γλώσσα του Ομήρου και Ησιόδου, στην κλασική περίοδο, στην Ελληνιστική, στη Βυζαντινή, στην καθαρεύουσα, στη σύγχρονη επίσημη δημοτική. Παρά τις σημαντικές μερικές διαφορές, οι Έλληνες επικοινωνούμε άνετα μεταξύ μας. Μετά από τρεισήμισι χιλιετίες, ωστόσο, είναι πια αναγκαία η αναγκαστική διδασκαλία για την άμεση ανάγνωση και ερμηνεία των ανεξίτηλων γραπτών μηνυμάτων των πανάρχαιων προγόνων μας, που αναφέρω παραπάνω. Η επικοινωνία μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας είναι κύριο στοιχείο της ενότητας των μελών της. Κοινωνία χωρίς επικοινωνία δεν υπάρχει.

Στα πλαίσια των παραπάνω, θα σχολιάσω κάποια σημερινά διλήμματα. Οι θέσεις μου απορρίπτονται συνήθως, άλλες ως υπερσυντηρητικές κι άλλες ως υπερσύγχρονες.

Υποχρεωτική θητεία και για τις γυναίκες. Όταν ο πόλεμος στηριζόταν στη μυϊκή ρώμη, ήταν ανδρική υπόθεση για αρειμάνιους άντρακλες. Σήμερα όμως ο πόλεμος γίνεται πατώντας κουμπιά. Η άλλη, πολύ θεμελιώδης, αντίρρηση, είναι ότι οι γυναίκες, αντίθετα από τους άνδρες, μπορούν να κυοφορούν. Γι΄ αυτή την περίπτωση θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα στη βάση των «ειδικών υπηρεσιών» που αναφέρθηκαν ήδη. Στο Ισραήλ υπηρετούν και οι γυναίκες. Μπορούμε να εμπνευσθούμε από την εμπειρία τους. Στους σύγχρονους πολέμους υποφέρουν όχι μόνο οι στρατιώτες στις ταλαιπωρίες του μετώπου, αλλά και οι πολίτες στις αστικές περιοχές. Ίσως οι γυναίκες να είναι καταλληλότερες για την αστική άμυνα.

Θεμελιώδες είναι το βασικά υποκειμενικό στοιχείο της περηφάνιας και ντροπής. Συμπεριφορικά η περηφάνια μπορεί να εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους. Ένας είναι η ανάδειξη των εθνικών συμβόλων, όπως είναι η σημαιοφορία. Η άρνησή μας να την κρατήσουν άτομα που επιθυμούν να είναι Έλληνες, είναι ανθελληνική. Υπενθυμίζω ότι «Τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι καὶ μᾶλλον Ἓλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἤ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας» (Ισοκράτης). Για την Ελληνική εθνικότητα δεν μετρά η γενετική καταγωγή, αλλά η Ελληνική παιδεία. Η θρησκεία είναι σημαντικό, αλλά όχι το πρωτεύον, στοιχείο της Ελληνικής ταυτότητας, διότι μας διαχωρίζει από τους προγόνους μας, χωρίς να μας ξεχωρίζει από τους Σλάβους. Πιο επώδυνη είναι η αναγνώριση της ντροπής. Ντρέπομαι για όσα έγιναν στη Μικρασιατική καταστροφή, στον εμφύλιο, στην τραγωδία της Κύπρου, στην οικονομική υποδούλωσή μας σήμερα. Όποιος αρνείται σήμερα να πληρώσει, αποκαταστήσει ή επανορθώσει γι΄ αυτές τις επονείδιστες ενέργειές μας δεν μετέχει στις υποχρεώσεις ούτε στην ταυτότητα των Ελλήνων.

ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΨΗ. ΟΙ ΣΥΧΝΟΤΕΡΕΣ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

Δημ. Α. Σιδερής* dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 23 Μαρτίου 2018

Είχα δει/ακούσει στο διαδίκτυο την ομιλία κάποιου –δε θυμάμαι το όνομά του– με το θέμα του τίτλου. Οι συχνότερες εκφράσεις που ακούμε στην καθημερινή ομιλία του πολύ κόσμου είναι από τους νέους η λέξη «μαλάκας» και από τους μεγαλυτέρους η φράση «αυτό δε γίνεται!».

Η λέξη «μαλάκας» έχει διασωθεί ως εμάς από την αρχαιότητα. Επίσημα σημαίνει τη χαυνότητα, τη μαλθακότητα (λεξικό Πυρσός). Νομίζω πως είχε τότε ακριβώς την ίδια έννοια όπως σήμερα. Δεν ξέρω πόσο συχνά τη μεταχειρίζονταν προφορικά, στον γραπτό λόγο όμως ήταν φειδωλοί, εκτός κι αν ήταν αγανακτισμένοι. Γράφει ο Πλούταρχος: «Το δανείζεσθαι της αφροσύνης εστί και της μαλακίας». Τη φρούδα αυτοϊκανοποίηση μάλλον εννοούσε. Ο Ιούδας, ένας από τους 12 γιους του Ιακώβ, έκανε τρία αγόρια. Τον πρωτότοκο και κληρονόμο του τον πάντρεψε, αλλά αυτός δεν έκανε το θέλημα του Θεού και πέθανε πρόωρα. Τη χήρα του την έδωσε ο Ιούδας στον δεύτερο γιο, τον Αυνάν, κατά τον μωσαϊκό νόμο. Τα παιδιά που θα έκανε όμως, μολονότι δικά του, αυτά θα ήταν οι κληρονόμοι του πρώτου, του πεθαμένου, αδελφού κι όχι αυτός. Κορόιδο ήταν; Δε θα έκανε, λοιπόν, παιδιά και γι’ αυτό το σκοπό αυτοϊκανοποιούνταν με τον γνωστό τρόπο. Εμείς κατόπιν δώσαμε στην πράξη το όνομα του Εβραίου μαζί με την ελληνική κατάληξη –ισμός και έτσι οι καθωσπρέπει προτιμούμε τον εβραιοελληνικό αυνανισμό αντί της ελληνικής μαλακίας. Τρομάρα μας! Η συνέχεια είναι σημαντική. Τέτοιος που ήταν, τον πήρε κι αυτόν ο Θεός. Ο Ιούδας φοβήθηκε να δώσει τη νύφη του στον τρίτο γιο μην υπάρξει τρίτο θανατικό και την έδιωξε στα συμπεθέρια του. Την επισκέφθηκε κάποτε, κι αυτή, μαθαίνοντας πως έρχεται, ντύθηκε παρδαλά και προκλητικά και παρουσιάστηκε παριστάνοντας την πόρνη. «Δεν έχω να σε πληρώσω», της δήλωσε χωρίς να τη γνωρίσει. «Δεν πειράζει, δωσ’ μου ενέχυρο το ραβδί, το δαχτυλίδι και το ζωνάρι σου». Η κοπελιά έμεινε έγκυος, το έμαθε ο Ιούδας και διέταξε να τη σκοτώσουν. Αυτή, όμως, του έστειλε τα ενέχυρα με το μήνυμα πως πατέρας του παιδιού της ήταν ο ιδιοκτήτης αυτών των αντικειμένων. Ο Ιούδας κατάλαβε το άδικό του. Έτσι, με τη θεάρεστη πράξη του Ιούδα, ο Φαρές, βιολογικά γιος και κοινωνικά εγγονός του, έγινε ο πρόγονος του μεγάλου βασιλιά Δαβίδ, από τον οποίον καταγόταν ο δικός μας Χριστός, που άλλαξε την πορεία του κόσμου.

Η άλλη συνηθισμένη φράση που ακούεται πολύ συχνά, είναι «αυτό δεν γίνεται!». Θυμάμαι, πολύ νέος, σε ένα καρδιολογικό συνέδριο που μίλησα για τις διεθνείς εξελίξεις στην καρδιολογία. Κάποιος από το ακροατήριο μου σχολίασε πως «τέτοια πράγματα δε γίνονται στην Ελλάδα». Πείσμωσα. Στο επόμενο συνέδριο παρουσίασα τα αποτελέσματα με την εφαρμογή αυτής της μεθόδου εδώ, στην Ελλάδα, με τα πενιχρά μας τότε μέσα. Έκτοτε προσπάθησα να διαγράψω αυτή τη φράση από το λεξιλόγιό μου. Όμως, ακούγεται συνεχώς. Στην καρδιολογία γενικά, η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε ικανοποιητικό επίπεδο, μερικές φορές μάλιστα στην πρωτοπορία της διεθνούς προόδου. Οι άρρωστοι δε φεύγουν πια καραβιές για το εξωτερικό για να αντιμετωπισθούν. Ακόμη και σήμερα, με τις γνωστές γενικές αντίξοες συνθήκες. Γίνονται στην Ελλάδα.

Γιατί, όμως, να υιοθετούμε αυτή την παθητική στάση της αδράνειας; Σκεφτόμαστε κάτι πρωτότυπο που θα μπορούσε να προσφέρει λύση στα προβλήματά μας κι αμέσως το απορρίπτομε. «Αυτό δε γίνεται!» Πριν ξεκινήσουμε. Πολλές φορές το απορρίπτομε πριν ακόμη το σκεφτούμε! Γιατί; Ένα είναι, διότι, ακούγοντας κάποιον να προτείνει μια λύση, διαφωνούμε. Είτε έχει ενδογενείς αντιφάσεις ή το κόστος της, σε χρήμα, χρόνο και προσπάθεια, είναι δυσβάστακτο. Δικαίως, λοιπόν. Αυτό, όμως, είναι το σπάνιο. Συνήθως απορρίπτομε τη λύση εκ προοιμίου με τη δικαιολογία πως είναι ανέφικτη. Αυτή είναι, όμως, μια προσωπική στάση. Έχομε επιχειρήσει στο παρελθόν πολλά πράγματα και αποτύχαμε. Ε, όχι δεν πάει άλλο! Προσωπικά, κατά μέσον όρο στις 5-10 επίπονες προσπάθειές μου, η μία έφτασε σε αίσιο τέλος. Άξιζε τον κόπο; Ομολογουμένως 1 επιτυχία στις 5-10 προσπάθειες είναι χαμηλό σκορ. Από την άλλη, σκεφτείτε το. Αν δεν είχα κάνει καμιά προσπάθεια, δε θα είχα ποτέ, κανένα αίσιο τέλος. Και το 0 είναι απείρως μικρότερο από το 1! Ως Έλληνες κάναμε προσπάθειες να ελευθερωθούμε. Σημαντική ήταν με τη συγκυρία του Ρωσοτουρκικού πολέμου το 1770, που κατέληξε σε εγκατάλειψή μας από τους ομόδοξους Ρώσους και απέραντες σφαγές από τους Τούρκους. Κάποιοι τολμηροί όμως, όπως ο Ρήγας και οι Φιλικοί δεν είπαν «αυτό δε γίνεται», όταν υπήρχε η Ιερά Συμμαχία και ξεκίνησαν την Επανάσταση, που αυτή τη φορά έφτασε σε ικανοποιητικό τέλος.

Κάθε πρωτότυπη προσπάθεια έχει ρίσκο. Αφού δεν έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν, κανένας δεν μπορεί να βεβαιώσει με ασφάλεια ότι θα επιτύχει. Το ρίσκο πηγάζει από δύο πηγές. Μία είναι ο ίδιος ο σκοπός και το σχέδιο για να επιτύχει. Αν έχει ενδογενείς ατέλειες (αντιφάσεις, απουσία ανάγκης, πόρων, τεχνογνωσίας), πρέπει να αλλάξει. Η άλλη είναι η εξωτερική απειλή. Συχνά στους άλλους δεν αρέσουν οι πρωτοτυπίες μας· τους αλλάζει την ισορροπία και αντιδρούν. Από παλιά ως σήμερα προτιμούν την ησυχία τους, παρά την ηθική και το δίκαιο. Μερικές φορές, στο άμεσο μέλλον τουλάχιστον, έχουν δίκιο. Άφησαν τους Άραβες να αυτοδιοικηθούν διώχνοντας τους βάρβαρους δικτάτορές τους (που οι ίδιοι είχαν εγκαταστήσει) και προέκυψαν τρομακτικές αναταράξεις σε βάρος τόσο αυτών των διεθνών «άλλων», όσο και των ίδιων των μουσουλμάνων, που πληρώνουν με τη ζωή τους τις ανακατατάξεις. Πριν από δυο αιώνες η Ελληνική Επανάσταση σήμαινε για τους «άλλους» τρομακτκές αναστατώσεις, που τους θύμιζαν την περίοδο των Ναπολεόντιων πολέμων. Και σχεδόν δεν είχαν άδικο. Η επανάσταση των Ελλήνων χριστιανών κατά των Τούρκων μουσουλμάνων σύντομα πήρε τη μορφή εμφύλιου πόλεμου μεταξύ στρατιωτικών/ραγιάδων και πολιτικών/κοτζαμπάσηδων. Έμοιαζε σ’ αυτούς τους «άλλους» ταξική μάλλον, παρά εθνικοθρησκευτική επανάσταση. Κι αυτήν ακριβώς, την ταξική, επανάσταση μισούσαν.

Ο φόβος μας για την αλλαγή προς μια σωτήρια πρωτοτυπία δεν είναι αδικαιολόγητος. Μπορεί το όνειρο της αλλαγής να αποδειχθεί «αφροσύνη και μαλακία». Ωστόσο, οφείλομε να είμαστε ανοικτοί στη σκέψη και να τεκμηριώνουμε προτροπές και ενδοιασμούς, και μάλιστα όσο γίνεται πιο γρήγορα (αυτό θα πει «ανοικτοί»). Διότι ο κίνδυνος που προκύπτει από την αλλαγή, οφείλει να σταθμιστεί με τον κίνδυνο να μη γίνει η αλλαγή. Θυμίζω πως ο Πατριάρχης δεν είχε μάθει καλά το μάθημά του: «Αυτά δε γίνονται», σκέφτηκε και εξέδωσε εγκυκλίους, αναθεματίζοντας τους επαναστάτες. Μάταιο. Απαγχονίσθηκε.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομότιμος καθηγητής καρδιολογίας

ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Παραθέτω το κείμενο σημερινής ομιλίας μου στο 12ο Πανελλήνιο Συνεδριο Δημόσιας Υγείας και Υπηρεσιών Υγείας.

Τα ζώα έλκονται και συγκεντρώνονται όπου βρίσκουν κατάλληλη τροφή. Ευρισκόμενα έτσι κοντά το ένα με το άλλο, αναπτύσσουν αμοιβαίες έλξεις, που είναι βασικά δύο ειδών: Η σχέση μητέρας-τέκνων στη βάση του αμοιβαίου χειλεο-θηλικού αντανακλαστικού (θηλασμός), με αμοιβαίο προσπορισμό ηδονής. Και η σχέση μεταξύ εραστών (συνουσία) με αμοιβαίο πάλι προσπορισμό ηδονής στη βάση του αμοιβαίου πεο-κολπικού αντανακλαστικού. Ο άνθρωπος όμως έχει μια ποιοτική διαφορά από τα άλλα ζώα. Τα δυο χέρια του προσφέρουν ένα συλληπτήριο όργανο εκτός από τη σιαγόνα που έχουν τα άλλα ζώα. Έχει ακόμη την ικανότητα να σχηματίζει δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά που καταλήγουν στο να αναγνωρίζει λέξεις, να επικοινωνεί και να μαθαίνει.

Στις αγέλες κάθε ζώο ενεργεί υποχρεωτικά, αντανακλαστικά, για τον εαυτό του με σκοπό τη διατροφή και διατήρηση του είδους του. Τα ζώα μιμούνται το ένα το άλλο. Στις φυσικές κοινωνίες, όπως κάποιων εντόμων, καθένα μέλος τους κάνει υποχρεωτικά, όχι ό,τι το συμφέρει, αλλά ό,τι συμφέρει την κοινωνία του. Κάθε μέλος ενεργεί συμπληρωματικά με τα άλλα και όλα μαζί εξυπηρετούν κοινό σκοπό, τη δημιουργία εφεδρειών ποικίλων αγαθών, κυρίως διατροφικών, που θα καταναλωθούν σε περιόδους ένδειας. Η ανθρώπινη κοινωνία αρχίζει να υπάρχει όταν οι άνθρωποι από κυνηγοί και καρποσυλλέκτες γίνονται παραγωγοί φυτικών και ζωικών τροφίμων που αποθηκεύονται και αυτοπολλαπλασιάζονται. Παράλληλα η ανθρώπινη κοινωνία δημιουργεί παράπλευρους θεσμούς που τη χαρακτηρίζουν, όπως γλώσσα, θρησκεία, έθιμα, πολιτισμό κλπ.

Λύνοντας το διατροφικό πρόβλημα, η κοινωνία επέφερε και τη συμφορά της ομαδικής βίας, που υπάρχει και στις φυσικές κοινωνίες των εντόμων. Μια κοινωνία διεξάγει πόλεμο με μιαν άλλη για την κυριαρχία στις εφεδρείες, στα μέσα παραγωγής.

Κάθε τι που γεννιέται διαρκώς αλλάζει και κάποτε πεθαίνει, είτε είναι άψυχο είτε ένα έμψυχο. Ο θάνατος επέρχεται με δύο τρόπους. Ένας είναι ότι αφανίζεται το περιεχόμενο της οντότητας. Μια σταγόνα νερού παύει να υπάρχει όταν εξατμισθεί. Ο άλλος τρόπος είναι ότι εξομοιώνεται με το περιβάλλον του. Η σταγόνα το νερό παύει να υπάρχει όταν πέσει στον ωκεανό. Και ένα άτομο πεθαίνει όταν καταστραφούν βίαια τα όργανά του ή όταν παύσει η αυτορρύθμισή του και αρχίζει να εξομοιώνεται με το περιβάλλον του. Στο μεταξύ τα στοιχεία που αποτελούν μια ύπαρξη είναι ενδεχόμενο να αναγεννιόνται, όπως στους πολυκύτταρους οργανισμούς όπου ο μοιραίος θάνατος κάποιων κυττάρων τους αντισταθμίζεται με τον πολλαπλασιασμό των υπολοίπων. Ισχύει βέβαια και για την ανθρώπινη κοινωνία. Μια ανθρώπινη κοινωνία μπορεί να πεθάνει όταν πεθάνουν τα μέλη της, όπως στις γενοκτονίες (π.χ. Τροία, Ουγενότοι κλπ). Ο άλλος τρόπος να πεθάνει είναι να εξομοιωθεί με τις λοιπές κοινωνίες. Αυτό σημαίνει να χάσει τα ιδιαίτερα  μοναδικά χαρακτηριστικά της.

Τα μέσα παραγωγής δεν είναι απλώς μια αποθησαύριση αγαθών, αλλά αγαθά που αναπαράγονται. Αν τα στοιχεία που τα αποτελούν διασκορπισθούν, παύουν να αναπαράγονται και σύντομα τελειώνουν. Για τη συνέχιση της πολύτιμης ακεραιότητάς τους απαιτούνται αυστηροί περιορισμοί, που είναι δύο κυρίως ειδών. Πρώτο, περιοδική εναλλαγή, σαν ταλάντωση, λιτότητας/ανάπτυξης με κατανάλωση. Δεύτερο, γενετήσιοι περιορισμοί που εξασφαλίζουν το διάδοχο στην κυριαρχία του αναπαραγόμενου κεφαλαίου. Οι κανόνες για την αιμομιξία ανήκουν σ΄ αυτή την κατηγορία. Τέτοιοι κανόνες διασώθηκαν στα πλαίσια της θρησκείας και μυθολογίας, π.χ. απαγορευμένος καρπός, κάλυψη γεννητικών οργάνων, θεία εντολή: «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και κατακυριεύσατε την γην».

Οι φυσικές επιστήμες, ιδιαίτερα τους τελευταίους δύο αιώνες, πέτυχαν πρωτοφανή παράταση του προσδόκιμου επιβίωσης. Ο φόβος του υπερπληθυσμού και αδυναμίας της γης να θρέψει τον κόσμο, υπήρχε ήδη από τη Ρωμαϊκή εποχή. Παραδόξως, η επιστημονική πρόοδος εξασφάλισε τόση παραγωγή αγαθών που το προσδόκιμο επιβίωσης στη γη αυξήθηκε τεράστια. Κι όμως ο φόβος του υπερπληθυσμού υφίσταται, όχι όμως για ανεπάρκεια τροφίμων, αλλά για περίσσεια αποβλήτων που δεν προλαβαίνουν να ανακυκλωθούν και δηλητηριάζουν την υδρόγειο. Λόγω της παράτασης της ζωής, αλλά και της αποσύνδεσης ηδονής και γονιμότητας, μειώθηκε η γεννητικότητα σε μεγάλο μέρος της Υφηλίου, αλλά όχι σε ολόκληρη. Έτσι η γεννητικότητα έχει μειωθεί σημαντικά στον κόσμο που ζούμε και ιδιαίτερα στον τόπο μας. Επιπλέον, αφενός έχει γίνει ανακατανομή του πληθυσμού από την παραγωγική ύπαιθρο στα καταναλωτικά αστικά κέντρα και αφετέρου έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια η φυγή των νέων προς άλλες χώρες προκειμένου να βρουν τρόπο να επιβιώσουν. Η δυτική κοινωνία φθίνει σταθερά και αυτό ισχύει κατεξοχήν για τη δική μας κοινωνία.

Η αναγέννηση των μελών μιας κοινωνίας δεν γίνεται όμως μόνον με βιολογικό τρόπο. Στη μακρά σειρά των αιώνων γίνονται διαρκείς μετακινήσεις λαών, που αναμιγνύονται τόσο βιολογικά με γάμους όσο και πολιτιστικά υιοθετώντας ο καθένας συμπεριφορές και συνήθειες του άλλου. Οι επήλυδες ενσωματώνονται στην κοινωνία. Η βιολογική αναγέννηση εξασφαλίζει καθαρότητα της φυλής. Όμως καθώς στο περιβάλλον της υπάρχει διαρκής αλλαγή, αυτή δρα μοιραία βλαπτικά ως την εκφύλιση της φυλής. Η αναγέννηση με ενσωμάτωση μεταναστών επιτρέπει μίξη εθίμων με επικράτηση των καταλληλότερων, αλλά, αν γίνει με ταχύ ρυθμό ενέχει τον κίνδυνο απώλειας της ταυτότητας του λαού. Η πλήρης αφομοίωση απαιτεί συνήθως τρεις γενιές. Η παιδεία των μεταναστών είναι το κλειδί. Πρώτο, κοινή παιδεία, με ικανότητα επικοινωνίας με τα παραδοσιακά μέλη της κοινωνίας, καθώς και με τους προγόνους τους. Δεύτερο, προθυμία να συμμετέχουν στην άμυνα της νέας πατρίδας αν χρειαστεί, ακόμη και με τη ζωή τους, μαζί με τη συμβολή τους στη διαμόρφωση κοινού σκοπού όλων. Και τρίτο, συναισθηματική ταύτιση τέτοια που να δείχνουν υπερήφανοι για τη νέα ταυτότητά τους, αλλά και να νοιώθουν ντροπή για τυχόν επαίσχυντες συμπεριφορές, παλιές και νέες, των νέων συμπατριωτών τους, έτοιμοι να επανορθώσουν ή αποζημιώσουν για τις επαίσχυντες πράξεις τους. Η κοινή παιδεία και η υπηρεσία σε μια εθνική θητεία είναι τα ελάχιστα προαπαιτούμενα για να γίνει δεκτή η ενσωμάτωση των νέων μεταναστών.

Οι φυσικοί λόγοι που απειλούν τη σύγχρονη κοινωνία είναι πρώτιστα η δηλητηρίαση της επιφάνειας της γης από τα απόβλητα, με τις κλιματικές, και όχι μόνο, συνέπειές τους. Βιολογικός λόγος απειλής είναι η υπογεννητικότητα που υπάρχει σε κάποιες κοινωνίες. Οι κοινωνικοί λόγοι αφορούν τις πολιτιστικές επιδράσεις, συμπεριλαμβάνοντας τη γειτνίαση λαών που έχουν χαμηλή γεννητικότητα με λαούς που έχουν υψηλή γεννητικότητα. Τέτοια διαφορά συνεπάγεται αναγκαστικά μεγάλες μεταναστεύσεις λαών, σε τέτοιο ρυθμό που δεν προλαβαίνει να γίνει η αναγκαία ενσωμάτωση των μεταναστών στη νέα τους πατρίδα.

Υπάρχει άραγε άμυνα απέναντι σε όλα αυτά, ειδικά για την Ελλάδα;

  1. Μετανάστευση. Από τα 6000 περίπου νησιά μας, κατοικημένα είναι κάτω από 100. Κι όμως είναι πλούσια σε φυσική ενέργεια, ήλιο, ανέμους κύματα, δυνατότητα καλλιέργειας φυτών, ζώων, ιχθύων, οστράκων κλπ. Το ίδιο ισχύει για τα πολυάριθμα εγκαταλειμμένα χωριά μας. Η επανοίκηση αυτών των τόπων είναι απαραίτητη. Θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας και θα ανακόψει την εξωτερική μετανάστευση, ιδίως των νέων. Διεθνώς πρέπει να γίνει προγραμματισμένη επανακατανομή των πληθυσμών, με μετατροπή εγκαταλειμμένων ερήμων σε γόνιμες. Γίνεται!
  2. Πρέπει να συμβαδίσουν στον τόπο μας η ηθική, βούληση της κοινωνίας, με το δίκαιο, βούληση των αρχόντων. Ο πιο πρακτικός τρόπος είναι η επαναφορά δημοκρατίας εμπνευσμένης από την αρχαιοελληνική, με δημοψηφίσματα (εκκλησία του δήμου) και κλήρωση των αρχόντων (πλην της εκτελεστικής εξουσίας). Λέγω δ΄  οἷον  δοκεῖ  δημοκρατικὸν  μὲν  εἶναι  τὸ  κληρωτὰς  εἶναι  τὰς  ἀρχὰς, τὸ  δ΄  αἱρετὰς  ὀλιγαρχικὸν, λέει ο Αριστοτέλης.
  3. Βελτίωση της επικοινωνίας για επίτευξη ισηγορίας. Αυτό απαιτεί καλλιέργεια της μητρικής μας γλώσσας, κυρίως για επικοινωνία με τους συγχρόνους∙ μάθηση ανάγνωσης της αρχαίας γλώσσας (ήδη από το δημοτικό σχολείο) για επικοινωνία με τους προγόνους μας∙ μάθηση γραφής με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, όπως έκαναν οι πρόγονοί μας, για ευκολότερη επικοινωνία με τους απογόνους, αλλά και τους απομακρυσμένους ομογενείς, και τους νέους επήλυδες. Στην κλασική αρχαιότητα η γραφή ήταν φωνητική. Όταν στους Ελληνιστικούς χρόνους η γλώσσα μεταδόθηκε στους βαρβάρους άρχισε να «εκβαρβαρίζεται». Ενώ όμως η γλώσσα εξελισσόταν, σα ζωντανός οργανισμός, για να ικανοποιήσει νέες ανάγκες, η γραφή της έμεινε αναλλοίωτη, νεκρή επομένως, σαν ιερή μούμια.
  4. Ανάπτυξη αυτοεκτίμησης και αυτογνωσίας. Δεν μιμούμαστε τους άλλους λαούς, αλλά επανανακαλύπτομε και εφαρμόζομε τη δική μας παράδοση (αυτοεκτίμηση) εξελίσσοντάς την σύμφωνα με τις διεθνείς αρχές. Και αναγνωρίζομε τις επαίσχυντες πράξεις που έχομε διαπράξει και την υποχρέωσή μας να επανορθώσουμε ή αποζημιώσουμε (αυτογνωσία).

Όλα τα παραπάνω απαιτούν επώδυνη αλλαγή της νοοτροπίας που μας έχει επιβληθεί ως πλύση εγκεφάλου. Τα μέτρα που προτείνω σοκάρουν και δείγμα του σοκ που πρέπει να υποστούμε θα βιώσει ο αναγνώστης στον τρόπο που διατυπώνονται τα συμπεράσματα που ακολουθούν.

Σιμπεραματικά, ι κινονία γενιέτε από δινάμις φισικές (ίπαρκσι τροφίς), βιολογικές (σχέσι μιτέρας-τέκνον, εραστόν) κε κινονικές (μίμισι-αγέλι, σιμπλιροματικές (κινονία). Ι Ανθρόπινι κινονία αποφασίζι αφεαφτίς τους περιορισμούς τις, διατροφικούς, γενετίσιους. Ι κοινονία ανανεόνετε βιολογικά (γενιτικότητα) κε κινονικά (αφομίοσι μετίκον). Ι κινονία πεθένι βίεα ί φισικά. Ο φισικός θάνατος επέρχετε όταν: (Γενιτικότιτα + Αφομίοσι μετίκον) < (Θνισιμότιτα + Εκροί μεταναστόν). Ι επιβίοσι τις Ελινικίς κινονίας απετί: Επανικισμό εγκαταλιμένον περιοχόν, επανεγκατάστασι διμοκρατίας, βελτίοσι επικινονίας και ανάπτικσι αφτοεκτίμισις κε αφτογνοσίας.

 

 

 

 

ΤΕΛΙΚΗ ΦΑΣΗ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας

Κοινή Γνώμη, 20 Μαρτίου 2018

182. Τελική φάση

Σε λίγο θα πάψει κάθε αυτορρύθμιση. Το σώμα του ετοιμοθάνατου θα αφομοιωθεί στο περιβάλλον του. Προηγουμένως θα πάψει να ξεχωρίζει τον εαυτό του από το περιβάλλον του. Θα ακολουθήσει τελικά η κοινωνική αναγνώριση της οριστικής απουσίας του, με την κηδεία και τη διαγραφή από το ληξιαρχείο. Μετά; Κάποια γεννητικά του κύτταρα θα έχουν ξεφύγει, θα ζουν για απροσδιόριστο χρόνο, δημιουργώντας νέες υπάρξεις. Τα υλοποιημένα πνευματικά δημιουργήματά του νοητού Εγώ του θα επιβιώνουν. Στη μνήμη του κοινωνικού περίγυρού του θα παραμένει ζωντανή η μορφή και η βούληση, η διαθήκη του. Αθανασία! Τώρα ετοιμοθάνατος. Ο μπαμπα-Κρόνος μοιραία θα τον καταπιεί, έστω κι αν πρόκειται αργότερα να τον ξεράσει ζωντανό στους υλικούς, πνευματικούς και κοινωνικούς απογόνους του. Όμως έφταιξε κι αυτός επισπεύδοντας την έλευση του μοιραίου. Αν δεν έτρωγε τόσο άτσαλα, δεν κάπνιζε, δεν οδηγούσε με 200 χιλιόμετρα, αν δεν…Τώρα, τι ωφελεί; Κάποια στιγμή επαναστατεί. Γιατί να μην παλέψει ακόμη όσο μπορεί; Να συναινέσει να του κάνουν ανάνηψη, να τον διασωληνώσουν, με κάποια ελπίδα για μια αβέβαιη έκβαση ή να τους το απαγορεύσει από τώρα, παραδιδόμενος σε ένα βέβαιο ανώδυνο, ανεπαίσθητο, ειρηνικό τέλος;

Κάθε μεγάλο έθνος πέρασε στην ιστορία τέτοιες φάσεις πριν εξαφανισθεί. Πώς να αισθάνονταν άραγε οι Ρωμιοί λίγο πριν από το Μάη του 1453; Παλιότερα είχαν δεχθεί βαρύτατο πλήγμα από τους σταυροφόρους. Ελευθερώθηκαν, αλλά ποτέ δεν ανένηψαν πλήρως. Η λαίλαπα έφτανε. Είτε θα τους κατάπινε ο Τούρκος ή θα τους αφομοίωνε ο Φράγκος, και στις δυο περιπτώσεις θάχαναν την ταυτότητά τους. Αναποφάσιστοι, παρέπαιαν μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης. Η δίνη τους κατάπιε.

Κι όμως επέζησαν. Επέζησε ο λαός. «Άνδρες γαρ πόλις, και ου τείχη ουδέ νήες ανδρών κεναί» (Θουκυδίδης). Πολιτεία δεν είναι τα αμυντικά έργα ούτε ο στόλος, αλλά οι άνδρες της, που τη διαμόρφωσαν έτσι που είναι. Αγράμματος ο λαός, με την εξαίρεση των λίγων αρχόντων που συνεργάζονταν με τον (πιο αγράμματο) κατακτητή, διατηρούσε την ταυτότητά του, χάρη στην προφορική παράδοση. Από μάνα σε παιδί κι από παιδί σ΄ εγγόνι, η γλώσσα του διατηρήθηκε. Στην εκκλησία, στα πανηγύρια, στην αγορά. Εξελισσόταν βέβαια, αλλά χωρίς ασυνέχεια, εκτός από εκείνη της γραφής που, αγκυροβολημένη, ξέμεινε αναλλοίωτη, σα μούμια, αποσπασμένη από την εξελισσόμενη γλώσσα. Τοπικοί συμβιβασμένοι μεγάλοι (κοτζάμ) αρχηγοί (πασάδες), δηλαδή κοτζαμ-πάσηδες, και υψηλόβαθμοι δεσπότες, νέμονταν μαζί με τους κατακτητές τα οφέλη της εξουσίας. Ωστόσο, ακόμη και μέσα σ΄ αυτά τα στενά πλαίσια, η δομή της τοπικής κοινωνίας διατηρούσε ίχνη αρχαίας δημοκρατίας, με προεστούς, χαμηλόβαθμους ιερωμένους, παράνομους κλέφτες.

Ήλθε ο ξεσηκωμός. Ενάντια στη γνώμη έντιμων σοφών, (Κοραής, Καποδίστριας), που κήρυσσαν άκαιρη μια επανάσταση πριν «ωριμάσει» ο λαός. Μα ο υπόδουλος ποτέ δεν αφήνεται να ωριμάσει. Υπήρξαν όμως οι ηγέτες, ο Ρήγας, οι Φιλικοί, που πίστεψαν πως ρόλος των μορφωμένων δεν είναι να αναχαιτίζουν τον ξεσηκωμό, αλλά να διαμορφώνουν το όραμα για το οποίο αξίζει ο αγώνας και να οργανώνουν την επανάσταση. Υπέκυψαν στη βία, αλλά ο σπόρος τους βλάστησε, παραπαίοντας, όπως σε κάθε επανάσταση. Αρματολοί, κλέφτες, κοτζαμπάσηδες, Φαναριώτες, χαμηλός κλήρος και δεσποτάδες, όλοι ξεσηκώθηκαν. Το όραμα του Ρήγα και των φιλικών ήταν κάποια μορφή δημοκρατίας στο χώρο της παλιάς Ανατολικορωμαϊκής και Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο αναγκαστικός συμβιβασμός ήταν μια πολύ μικρή, αδύναμη Ελλάδα, με τη βοήθεια των ξένων στο Ναβαρίνο, έρμαιο στη βούληση των ισχυρών προστατών της εποχής.

Η κατάσταση ταλαντωνόταν ανάμεσα σε άπιαστα, ολέθρια, όνειρα και σε παροδικές εξάρσεις. Θυμίζω την ήττα το 1897 και την πτώχευση· την ανάταση με τους βαλκανικούς πολέμους και τον Α΄ΠΠ· το απατηλό όνειρο της Μεγάλης Ιδέας και το μεγαλύτερο όλεθρο του Ελληνισμού το 1922· την ανάταση στην Αλβανία και στην αντίσταση στην κατοχή. Για να καταλήξει στην καταστροφή του εμφύλιου πολέμου και στη συνέχειά του, τη δικτατορία, την τραγωδία της Κύπρου. Οι σύμμαχοι μας είχαν διαμερίσει τα ιμάτιά μας εαυτοίς. Η «δεξιά» στον εμφύλιο πόλεμο νίκησε. Βρισκόμαστε σήμερα στην κατάσταση που είμαστε. Αν είχε νικήσει η «αριστερά», θα βρισκόμαστε με διαφορετική όψη, σε παρόμοια, καλύτερη ή χειρότερη κατάσταση; Ποιος ξέρει; Μόνο αν τον είχαμε αποφύγει μπορούμε να φανταστούμε να είμαστε καλύτερα σήμερα.

Μένοντας με τους δεσμούς που έχομε αναπτύξει πορευόμαστε ξέφρενα, από μνημόνιο σε μνημόνιο, στην εκχώρηση της γης μας στους δανειστές μας. Χωρίς βοήθεια για να χτίσω το διαμέρισμά μου, πληρώνω ΕΝΦΙΑ για το σπίτι μου, τελικά στους δανειστές μας. Αν αρνηθώ, το σπίτι μου δημοπρατείται. Η γη μας δεν μας ανήκει πια. Κι ας την έχομε υπερασπισθεί με αίμα. Οι «Άνδρες», οι πολίτες που αποτελούν την «Πόλι», δεν υπάρχουν πια. Εκπατρίζονται για να επιβιώσουν. Την πιο σημαντική παραγωγή μας, παιδιά, πάψαμε να κάνουμε – κι ας είναι τόσο ευχάριστος ο τρόπος δημιουργίας τους!

Να σπάσουμε τους δεσμούς μας; Ό,τι αρνηθούμε να εκχωρήσουμε με τη συναίνεσή μας θα μας αφαιρεθεί με τη βία που θα είναι ανήθικη, αλλά νόμιμη. Χρωστάμε! Άλλη βία δεν αντέχομε, μετά τον εμφύλιο. Μοιραία, αν ξεσηκωθούν κλέφτες και αρματολοί, θα βρουν απέναντι ρεαλιστές Νενέκους. Κι αν ασκήσουν βία εναντίον τους, αυτοί, οργανωμένοι σε τάγματα ασφάλειας, εξοπλισμένα από τους αφέντες μας, θα αμυνθούν κατάλληλα. Χρειάζεται συγκυρία οργανωμένου σχεδίου, με ισχυρή ηθική προτροπή, για να γίνει ασύμφορη η διατήρηση της δουλείας μας, Κι εμείς να προσαρμοσθούμε και προετοιμασθούμε ώσπου νάρθει η ώρα. Εναλλακτικά, πρέπει να τύχει ένας σώφρων αριστοκράτης Σόλων, που κατανοώντας ότι το συμφέρον όλης της Υφηλίου είναι μια σεισάχθεια, θα καταργεί τη δουλεία.

Στο μεταξύ; Να επιβιώσουν οι «Άνδρες» της πόλης, όπου και να βρίσκονται, όπως διατήρησαν την ταυτότητά τους οι Εβραίοι διασκορπισμένοι για 2000 χρόνια. Ώσπου να έλθει η μεγάλη θυσία και να αρχίσει ο αγώνας για την ανάσταση. Για την επιβίωση των διασπαρμένων «ανδρών» οφείλομε να μεριμνήσουμε από τώρα. Κύριο στοιχείο η γλώσσα μας. Ακολουθώντας τις αρχές της αρχαίας γραφής (ένας φθόγγος για κάθε γράμμα και ένα γράμμα για κάθε φθόγγο) μαθαίνεται ευκολότερα. Η επαφή με τη γλώσσα των προγόνων, τα δημιουργήματα Μακρυγιάννη, Παπαδιαμάντη, Σολωμού, Κάλβου, Ρωμανού μελωδού, των Ευαγγελίων, την Πλατωνική και Ομηρική γλώσσα, πρέπει να ξεκινήσει από το δημοτικό. Η επικοινωνία του διάσπαρτου Ελληνισμού όχι μόνο με το εθνικό κέντρο, αλλά και μεταξύ τους, είναι απαραίτητη. Διατήρηση κάποιων εθίμων, κοινωνικές γιορτές, εθνικές και θρησκευτικές, με καταγωγή από το Ελληνικό παρελθόν. Αθανασία υπάρχει. Έχομε ευθύνη για τη βιολογική, πνευματική, κοινωνική αθανασία μας.

 

Τρίτη Άποψη. Γυναίκα

Δημ. Α. Σιδερής* dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 17 Μαρτίου 2018

Πέρασε η ημέρα της γυναίκας. Να τώρα κάποιες σκέψεις μου και δεν είναι ολοκληρωμένες.

Ένα πρωτόζωο, διαιρείται σε δύο ίσα μέρη κι αυτά αποτελούν τα θυγατρικά του κύτταρα, απαράλλακτα με το μητρικό. Αυτό σημαίνει το θάνατο του μητρικού χωρίς να αφήσει πτώμα. Μετά από μερικές γενιές, με την αναπόφευκτη φυσική φθορά σε κάποιους από τους αναρίθμητους μηχανισμούς που διέπουν τον πολλαπλασιασμό τους, τα κύτταρα χάνουν την ικανότητα να διαιρούνται. Τα περιμένει ο θάνατος με εγκατάλειψη πτώματος. Κι όμως. Δύο τέτοια ανάπηρα κύτταρα ενώνονται σε ένα. Καθώς οι βλάβες του ενός δε συμπίπτουν με του άλλου, αλληλοσυμπληρώνονται και ξαναρχίζουν να ζουν μια κανονική ζωή. Η χρησιμότητα του «γάμου».

Με την εξέλιξη, δημιουργήθηκαν τα τελειότερα ζώα. Τώρα μόνο τα γεννητικά τους κύτταρα διατηρούν την προγονική δυναμική αθανασία. Έχουν διαφοροποιηθεί σε δύο είδη. Τα θηλυκά (ωάρια) είναι πολύ λίγα, φορείς σχεδίου, πλούσια προικισμένα και δυσκίνητα, κουβαλώντας όσα εφόδια είναι απαραίτητα για το νέο ον που θα δημιουργηθεί. Τα αρσενικά (σπερματοζωάρια) είναι πολυάριθμα, ισχνά και ευκίνητα, χωρίς εφόδια άλλα από τα σχέδια για τη μελλοντική ζωή του νέου όντος.

Στα ανώτερα ζώα, ιδιαίτερα στον άνθρωπο, ολόκληρη η κατασκευή του σώματος είναι διαφορετική μεταξύ αρσενικών και θηλυκών. Η πιο προφανής διαφορά είναι ότι οι άνδρες έχουν πιο αναπτυγμένο μυϊκό σύστημα, ενώ οι γυναίκες έχουν την κατάλληλη ανατομική κατασκευή για την κύηση και τον θηλασμό.

Όταν άρχισαν οι άνθρωποι να δημιουργούν αναπαραγόμενη διατροφή, με καλλιέργεια της γης και εκτροφή ζώων, μετά το θάνατο του ιδιοκτήτη, έπρεπε αυτό το «κεφάλαιο» να μη διασκορπισθεί. Ο απλούστερος τρόπος ήταν να μεταβιβασθεί στα τέκνα του. Καθώς ο πατέρας ήταν άγνωστος, μεταβιβαζόταν από τη μητέρα στις θυγατέρες. Μητριαρχία.

Η άθροιση κεφαλαίου έφερε τη βία. Σαν μυϊκά ικανότεροι, οι άνδρες ήταν καταλληλότεροι από τις γυναίκες και για να σφετερίζονται την ξένη περιουσία και για να υπερασπίζονται τη δική τους. Έτσι, η περιουσία περιήλθε στην κυριότητα των ανδρών. Για να επιτευχθεί αυτό, απαραίτητο ήταν η γυναίκα να μην έχει παρά μόνον ένα, γνωστό σε όλους, ερωτικό σύντροφο. Και τώρα ο ρόλος της γυναίκας άλλαξε. Για να έχει τα προς το ζην, έγινε μητέρα των παιδιών του ανδρός της! Πατριαρχία.

Άρχισε η επεξεργασία των παραγόμενων προϊόντων και η ανταλλαγή τους με διαφορετικά προϊόντα άλλων. Άρχισε η κοινωνία. Οι άνδρες, πάντα ως μυϊκά ισχυρότεροι, ανέλαβαν όλες τις εξειδικευμένες εξωτερικές δουλειές, κυνήγι, καλλιέργεια γης, βοσκή ζώων, εμπόριο, βία αμυντική και επιθετική, τεχνίτες κάθε είδους κ.λπ. κι αυτά μαζί με τους βιολογικούς ρόλους τους, του συζύγου και πατέρα. Στις γυναίκες έμενε ο μονότονος ρόλος τους σπιτιού: Σύζυγοι, μητέρες και εστιάδες. Κάθε μεγάλης έκτασης βία έφερνε και νέες μείζονες θεσμικές ρυθμίσεις. Μετά τον Τρωικό Πόλεμο, στη δίκη του Ορέστη, παγιώθηκε η μετάπτωση από τη μητριαρχία στην πατριαρχία. Κι αυτό συνεχίσθηκε με μικρές παραλλαγές για πάνω από 3000 χρόνια, ως τους δύο παγκόσμιους πολέμους τον προηγούμενο αιώνα.

Σ’ όλη την περίοδο της πατριαρχίας, η κοινωνία ήταν αναλυμένη σε διαφορετικούς ρόλους που συντίθενταν για έναν κοινό σκοπό, κυρίως τη δημιουργία αναπαραγόμενων αποθεμάτων απαραίτητων στην κοινωνία για την επιβίωσή της. Σ’ αυτό το σύνολο ανήκαν μόνον οι άνδρες με τις πολυειδείς ενασχολήσεις τους, ενώ οι ρόλοι των γυναικών έμεναν μονότονοι: Σύζυγοι, μητέρες, εστιάδες. Πάντοτε εξαρτημένες από τους άνδρες τους για να επιβιώνουν.

Τα τελευταία χρόνια έγινε μεγάλη αναστάτωση. Η μαζική βία δε χρειάζεται πια μυϊκή ρώμη. Η απουσία των ανδρών στον πόλεμο άφησε την κοινωνική ζωή στις γυναίκες που αναγκάσθηκαν να κάνουν παραδοσιακά «ανδρικές» δουλειές. Και η επιδίωξη της ηδονής αποσυνδέθηκε τεχνολογικά από τη γονιμότητα. Τελικά, απόκτησαν πολιτικά δικαιώματα στα πλαίσια της ολιγαρχικής ρεπούμπλικας, που ευφημιστικά τη μεταφράζουμε στην Ελλάδα (διεθνές όνομά Hellenic Republic) σε Ελληνική Δημοκρατία.

Είναι, όμως, όλοι, άνδρες και γυναίκες κατάλληλοι για όλους τους κοινωνικούς ρόλους, έτσι που να προσφέρουν στην κοινωνία όλοι ισοδύναμα και να απολαμβάνουν από αυτήν ίσα δικαιώματα; Βιολογικά υπάρχουν διαφορές, όχι ανισότητες. Και ο πνευματικός κόσμος μας είναι άβατος για όλους τους έξω από μας, ώστε η άμεση σύγκριση με άλλων είναι αδύνατη. Οι βιολογικές και νοητές διαφορές ιεραρχούνται και γίνονται άνισες μόνο στα πλαίσια του κοινωνικού Εγώ μας. Οι μητρικές ικανότητες (κυοφορία και θηλασμός) παραμένουν αμιγώς γυναικείες ικανότητες. Η μυϊκή υπεροχή του άνδρα έπαψε να είναι προνόμιο· η ενέργεια παρέχεται πια από μηχανές. Πνευματικά, βαθμιαία, οι γυναίκες κατέκτησαν όλα τα «ανδρικά» επαγγέλματα, όπως συμμετοχή στις επιστήμες. Όταν ήμουν φοιτητής, στο έτος μου μόνο 10% ήταν κορίτσια. Τώρα η πλειονότητα είναι θηλυκού γένους. Εντελώς όμως; Μήπως παραμένουν πνευματικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων που εμποδίζουν την ισότητά τους;

Έχομε πολλές επιστήμονες, αλλά οι ερευνήτριες, που χάραξαν καινούριους δρόμους σπανίζουν. Μαθηματικά μυαλά γυναικεία υπάρχουν πολλά, αλλά νέοι μαθηματικοί δρόμοι δεν έχουν ανοιχθεί από γυναίκες. Υπάρχουν άφθαστες καλλιτέχνιδες, αλλά σκηνοθέτριες, μουσικοσυνθέτριες ή διευθύντριες ορχήστρας είναι σπάνιες. Είχαμε σημαντικές πολιτικές ηγήτορες, αλλά σπάνια προσωπικότητες (καλές ή κακές) που άλλαξαν τη ροή του κόσμου, όπως Χίτλερ, Τσώρτσιλ, Στάλιν, Ρούσβελτ. Μήπως είναι διαφορετικά κατασκευασμένος ο εγκέφαλος των γυναικών από των ανδρών, έτσι που να υπάρχει μια πραγματική πνευματική υπεροχή των ανδρών έναντι των γυναικών (αντί της μυϊκής υπεροχής, που δεν έχει πια κοινωνική σημασία); Αποστομωτική απάντηση δεν υπάρχει. Όμως, όλες οι διαφορές που αναφέρθηκαν (με εξαιρέσεις, φυσικά, όπως Κιουρί, Θάτσερ, κ.λπ.) μπορούν άριστα να αποδοθούν σε διαφορετική παιδεία των γυναικών από των ανδρών. Είναι μεγαλωμένες σε ένα περιβάλλον, όπου η κοινωνία στηριζόμενη σε ανάλυση και σύνθεση των μελών της ήταν (είναι) ανδρική· η γυναικεία παιδεία δεν αναπτύχθηκε στο πρότυπο της ανάλυσης και σύνθεσης, αλλά στο μονότονο τρίο της συζύγου, μητέρας, εστιάδας.

Οι βιολογικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν δικαιολογούν κοινωνική ανισότητα μεταξύ τους. Πριν προχωρήσουμε, όμως, στην κοινωνική ισότητα πρέπει να αναλογισθούμε το τίμημά της. Μου έρχονται στον νου κάποια. Ίσες ευκαιρίες και αμοιβή των δύο φύλων για ίδια δουλειά. Κάλυψη του χρόνου της κύησης και γαλουχίας οικονομικά, χωρίς να εργάζεται κοινωνικά η γυναίκα (διακοπή εμπλουτισμού πείρας;). Υποχρεωτική θητεία και για τα δύο φύλα (υπάρχει στο Ισραήλ). Καθώς αναγνωρίζεται άοπλη θητεία για λόγους συνείδησης, μπορεί στην υποχρεωτική θητεία να δικαιολογούνται αντίστοιχες διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο φύλων. Θα χρειασθούν γενιές ακόμη για να φθάσουμε σε μια πραγματικά ισοδύναμη (ίση είναι βιολογικά αδιανόητη) συμμετοχή των δύο φύλων στην κοινωνία. Ο αγώνας συνεχίζεται.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΟΜΜΑΤA

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 13 Μαρτίου 2018

181. Δημοκρατία και κόμματα

Όταν έγινε κυρίαρχος ο Κεμάλ Ατατούρκ, διοικούσε συγκεντρώνοντας στον εαυτό του όλες τις εξουσίες. Σύντομα κατάλαβε πως έτσι κάθε αποτυχία των συνεργατών του χρεωνόταν σ΄ αυτόν. Επέτρεψε λοιπόν τη δημιουργία κομμάτων. Αν πήγαινε κάτι στραβά, έφταιγε το κόμμα κι ερχόταν άλλο στην εξουσία.

Στην αρχαιότητα, ιδιαίτερα στις Αθήνες, υπήρχε δημοκρατία είτε άμεση είτε με κλήρωση των αρχόντων. Εξελισσόταν διαρκώς από τα μυθικά χρόνια, διαμέσου των βασιλέων, με δημοψηφίσματα για τα μεγάλα κρίσιμα ζητήματα, ως την εποχή του Κλεισθένη. Ήδη ο Πελασγός, βασιλιάς του Άργους, για να δοθεί άσυλο στις Ικέτιδες Δαναΐδες που τις κυνηγούσαν για αθέλητο γάμο τα Αιγύπτια ξαδέρφια τους, έκανε δημοψήφισμα. Η δημοκρατία, διαρκώς εξελισσόμενη, ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Δεν έγιναν ποτέ πολίτες οι γυναίκες, οι δούλοι και οι μέτοικοι. Επιπλέον, μια από τις τρεις εξουσίες, η εκτελεστική (Στρατηγοί και ελάχιστοι άλλοι) παρέμεινε αναγκαστικά ολιγαρχική. Για τη νομοθετική (βουλή) και τη δικαστική εξουσία αρκεί πρώτιστα η επίγνωση των αναγκών και των επιθυμιών των πολιτών, λαβαίνοντας υπόψη τις τεχνικές δυνατότητες που παρέχονται από επαΐοντες. Για την εκτελεστική εξουσία όμως (κυβέρνηση) απαιτούνται πρώτιστα γνώσεις για να προταθούν εφικτές λύσεις στα αιτήματα του λαού που θα λάβει τις αποφάσεις και για να εκτελεσθούν οι αποφάσεις του. Στη σημερινή πολύπλοκη κοινωνία, η ανάγκη ειδικευμένων για την εκτελεστική εξουσία είναι πολύ μεγαλύτερη από την αρχαιότητα. Η διαφορά μεταξύ δημοκρατίας και ολιγαρχίας, όπως είναι οι σύγχρονες ρεπούμπλικες (ή, ευφημιστικά, αστικές ή φιλελεύθερες ή κοινοβουλευτικές κλπ δημοκρατίες) είναι ότι στη δημοκρατία οι άρχοντες κληρώνονται, ενώ στην ολιγαρχία εκλέγονται (Αριστοτέλης).

Η αμιγής δημοκρατία δεν χρειάζεται κόμματα, καθώς η βούληση κάθε πολίτη είναι ακριβώς ίσης αξίας με κάθε άλλου και οι πιθανότητες να άρχει και να άρχεται είναι ακριβώς ίσες για όλους. Ωστόσο, στο ολιγαρχικό κατάλοιπο της εκτελεστικής εξουσίας, όπου οι άρχοντες εκλέγονται, η ύπαρξη κομμάτων (ή παρατάξεων) είναι απαραίτητη. Ο λαός ψηφίζει και η εξουσία ανατίθεται σ΄ αυτόν που υποστηρίζεται από συγκεκριμένο κόμμα.

Τα κόμματα διαφέρουν μεταξύ τους κυρίως αντιπροσωπεύοντας «τάξεις», που στα σύγχρονα πολιτεύματα είναι δύο κυρίως, οι εργοδότες (καπιταλιστές) και οι εργαζόμενοι (προλετάριοι). Τα αντίστοιχα κόμματα είναι δεξιά και αριστερά. Υποδιαιρέσεις σημαντικές αφορούν το ρυθμιστικό ρόλο του κράτους. Η ύπαρξη κεφαλαίου που αναπαράγεται και από τον τόκο του συντηρούνται οι άνθρωποι χωρίς να αναλώνουν το κεφάλαιο, απαιτεί κάποιον υπεύθυνο που, αν δεν είναι ένα ή περισσότερα άτομα, μένει να είναι το κράτος. Η αρχική μαρξιστική θέση ήταν ότι το κράτος είναι άχρηστο. Ωστόσο οι πρακτικοί διάδοχοι, όπως ο Λένιν και ο Στάλιν θεώρησαν το κράτος απαραίτητο ως μονοπώλιο. Άλλοι όμως, όπως οι αναρχικοί (π.χ. Μπακούνιν) θεωρούσαν ότι το κράτος είναι καταπιεστικό για τους πολίτες (που όντως είναι) και επομένως απορριπτέο. Συγκρούστηκαν λοιπόν αναρχικοί και κομμουνιστές, παρά την ταύτιση που τους γίνεται από αντιπάλους. Στην αρχαιότητα δεν υπήρχαν κόμματα, διότι δεν είχε αναπτυχθεί επαρκώς η αστική κοινωνία με λίγους μεγάλους εργοδότες και καθένα τους με πλήθος εργαζομένων. Υπήρχαν όμως παρατάξεις υπέρ της δημοκρατίας ή της ολιγαρχίας. Εξαιρώντας τη Μακεδονία, η μοναρχία ήταν από όλους τους Έλληνες στην κλασική εποχή απορριπτέα. Ωστόσο, η αντιπαράθεση μεταξύ δημοκρατικών και ολιγαρχικών ήταν έντονη και, όποτε η μια παράταξη ηττάτο, ζητούσε βοήθεια από τους ισχυρούς, την ολιγαρχική Σπάρτη και τις δημοκρατικές Αθήνες. Κι όταν νικούσε, με τη βοήθεια των ξένων, εξαπέλυε άγριες σφαγές των αντιπάλων της. Το κόστος ήταν ότι όλη η πόλη υποδουλωνόταν στον ισχυρό που είχε σπεύσει σε βοήθεια.

Ποιος θα ήταν όμως ο ρόλος των κομμάτων σε μια σύγχρονη δημοκρατία, αν ποτέ εφαρμοζόταν στο σύγχρονο κόσμο;

Πρώτο, αφού η εκτελεστική εξουσία είναι αναγκαστικά κατάλοιπο της ολιγαρχίας, τα κόμματα είναι τώρα απαραίτητα. Στον αρχηγό του πλειοψηφούντος κόμματος θα αναθέσει ο ανώτατος άρχοντας την κυβέρνηση. Υπενθυμίζεται ότι η ανεξαρτησία των τριών εξουσιών απουσιάζει από τα σύγχρονα πολιτεύματα. Το πλειοψηφούν κόμμα ελέγχει τη βουλή, αφού πλειοψηφεί. Σχηματίζει το ίδιο την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση διορίζει τους επικεφαλής των Ανώτατων δικαστηρίων. Ακόμη, στα πλαίσια του πολιτεύματός μας υπάρχουν δύο εντοπισμένες ολιγαρχίες, της εκκλησίας και των ΑΕΙ. Και οι δύο εκλέγουν τους επικεφαλής τους χωρίς κρατική παρέμβαση. Ωστόσο, η ισχύς τους περιορίζεται στον τομέα τους και όχι στο σύνολο των πολιτών. Δεν ήταν πάντοτε έτσι. Στη Βυζαντινή περίοδο η αντιπαράθεση μεταξύ θρησκευτικής και πολιτικής εξουσίας έφθασε στο έπακρο, όπως π.χ. στον αιώνα της εικονομαχίας και, μετά, στο Σχίσμα και συνέβαλε αποφασιστικά στην κατάρρευση της Πόλης. Αντίθετα, η συνεργασία τους τον καιρό του Ηρακλείου υπήρξε σωτήρια και τη θυμόμαστε κάθε Παρασκευή στη Σαρακοστή όταν ακούμε την υπέροχη ποίηση για την Υπέρμαχο Στρατηγό. Και η Πανεπιστημιακή ολιγαρχία δημιούργησε πολιτικές αναταράξεις, όπως ο Γαλλικός Μάης 1978 και ο Αθηναϊκός Νοέμβρης 1973. Ακόμη και σε ομαλές συνθήκες όμως οι ολιγαρχικές αυτές ανεπίσημες εξουσίες διεκδικούν πολιτικό ρόλο, όταν τα μέλη τους εκφράζονται όχι ως απλοί πολίτες, αλλά από τον άμβωνα ή την καθηγητική έδρα.

Δεύτερο, εκτός από το ρόλο τους στην ανάδειξη κυβέρνησης, τα κόμματα έχουν έναν ακόμη ρόλο στη Βουλή, εκλεγμένη με κλήρωση σε μια δημοκρατία. Το κυβερνητικό κόμμα θα υποστηρίξει τις προτάσεις της κυβέρνησης, ενώ το αντιπολιτευόμενο θα προσπαθήσει να πείσει τους βουλευτές να την καταψηφίσουν. Μια διαφορά μεταξύ των αρχαίων παρατάξεων και των σύγχρονων κομμάτων είναι τούτη: Τα κόμματα αντιπαρατίθενται οξέως το ένα εναντίον του άλλου, ως το σημείο να μη διστάζουν, για να νικήσουν τους αντιπάλους τους, να βλάπτουν τη χώρα (τα παραδείγματα είναι πολλά σε όλα τα κόμματα). Ωστόσο, όλα συμφωνούν στο να μην καταργηθεί η σύγχρονη ρεπουμπλικανική ολιγαρχία, ώστε να μην εγκατασταθεί δημοκρατία, που περιορίζει την ισχύ των κομμάτων. Να μην ξεχνάμε, ωστόσο, ότι η παρουσία κομμάτων, με πιο περιορισμένη δράση όπως περιγράφηκε είναι απαραίτητη σε μια δημοκρατία, με τη λογική του Κεμάλ. Περιορισμός των κομμάτων δεν πρέπει να νοείται ως επαναφορά στην ξενοκρατία, όπως μετά την Επανάσταση του 1821 ούτε στη στρατοκρατία από την εποχή του Ελ.Βενιζέλου ως το 1974, αλλά εγκατάσταση μιας σύγχρονης δημοκρατίας που να ανταποκρίνεται στον ορισμό του Αριστοτέλη (στη δημοκρατία οι άρχοντες κληρώνονται, στην ολιγαρχία εκλέγονται), αλλά με ίση άμεση συμμετοχή όλων, ανδρών και γυναικών, χωρίς δούλους, στη λήψη αποφάσεων. Συμπληρωματικοί ρυθμιστικοί μηχανισμοί θα μπορούσαν να είναι μια Γερουσία από τους τέως επικεφαλής των τριών εξουσιών με δικαιοδοσία σε μακροπρόθεσμες αποφάσεις, και ένας άμεσα εκλεγόμενος «Πρόεδρος», συντονιστής των τριών εξουσιών.

 

Τρίτη Άποψη. Απόρριψη

Δημ. Α. Σιδερής*, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών 9 Μαρτίου 2018

Τείνομε να αμφισβητούμε κάθε τι, αλλά και να δεχόμαστε ό,τι μας σερβίρεται. Η πιο αξιόπιστη Αλήθεια βρίσκεται όπου διασταυρώνονται η νόηση με την αίσθηση, η θεωρία με την εμπειρία, η παρατήρηση με την υπόθεση: επιστημονική Αλήθεια. Αυτό το ξεχνάμε. Ή μας είναι αδύνατο να το επιβεβαιώσουμε άμεσα. Υπάρχει η Νέα Ζηλανδία; Πολύς κόσμος έχει πάει εκεί, την είδε, την άγγιξε και μας λέει, ναι, βεβαίως υπάρχει η Νέα Ζηλανδία. Όμως, εγώ δεν έχω πάει ποτέ εκεί. Να τους πιστέψω; Από την άλλη, υπάρχει Θεός; Όλοι σχεδόν λένε ότι υπάρχει, αρκετοί το αρνούνται κι οι αγνωστικιστές λένε «δεν ξέρω». Κι εγώ, τι να δεχθώ; Η πιο υπεύθυνη άποψη, εκείνη του Υιού Του, όπως μας τη μετέφερε ο αγαπημένος Του μαθητής, μας λέει, ότι «Πνεύμα ο Θεός» και «Ουδείς πώποτε Θεόν εώρακε». Η γνωστική μας ικανότητα, πολύ μεγάλη συγκριτικά με των υπόλοιπων ζώων, είναι περιορισμένη.

Κάποια Αλήθεια στηρίζεται στην αυθεντία, έναν Πυθαγόρα (αυτός έφα!) ή τον Υιό του Θεού (που, όμως, έμμεσα μόνο γνωρίζομε τι είπε) ή, για άλλους πιστούς, τον Προφήτη Του (που, επίσης, έμμεσα μόνο γνωρίζομε τι είπε) και μας την αποκαλύπτει. Μερικές φορές κάτι γίνεται μέσα μας σαν αστραπή και στη στιγμιαία διάρκειά της βλέπομε ξεκάθαρα την αυθεντική Αλήθεια, όπως την είδε ο Παύλος στην πορεία προς τη Δαμασκό. Αυτή είναι η Νοητή Αλήθεια, άμεσα προσιτή μόνον σε όποιον την κατέχει. Η μόνη σχετική απόδειξή της είναι ότι ο κάτοχός της πείθει κάποιον άλλο. Κι ωστόσο, μέσα του δεν έχει σβήσει κάθε αμφιβολία. Έτσι, έχομε ανάγκη να πιστεύουμε και προσπαθούμε, γι’ αυτό, να πείσουμε και άλλους με κάθε τρόπο, ακόμη και με τη βία. Όποιος πιστέψει ό,τι κι εμείς, ενισχύει την πίστη μας. Αλλιώς, είναι άπιστος και πρέπει να θανατωθεί! Ακόμη κι αν η πίστη μας μάς διδάσκει να αγαπάμε ως και τους εχθρούς μας. Αυτή η Αλήθεια δεν ξεχνιέται ποτέ, είναι σημειακή Α-λήθεια, χωρίς λήθη ή λάθη. Ήταν, στη μυθολογία μας, κόρη της Αρετής, και του θεού της τάξης, του Δία και ήταν ολόγυμνη, χωρίς φτιασίδια.

Υπάρχει, όμως, κι άλλη Αλήθεια, αυτή που λέγαμε, στη διασταύρωση νοητού και αισθητού, η επιστημονική Αλήθεια. Όμως, αυτή δεν είναι μία και αμετακίνητη, ένα σημείο, αλλά μια ολόκληρη περιοχή, μέσα σε μια άλω αμφιβολίας και σφάλματος, που, ωστόσο, διαρκώς προσπαθούμε να το μετρούμε και να το περιορίζουμε. Είναι ζωντανή, εξελίσσεται, βγάζει κλαδιά, σα δέντρο. Οι Άγγλοι τη λένε truth, από το tree, που έχει τις ρίζες του στην Ελληνική δρυ. Πραγματικά, οι γνώστες τέτοιας Αλήθειας στους Γαλάτες, οι ιερείς τους, λέγονταν Δρυΐδες. Και οι ιερείς του Μεγάλου θεού, του Δία κατοικοέδρευαν στη Δωδώνη και είχαν μια ιερή Δρυ, τη Φηγό (από το φημί = λέγω), άκουγαν το θρόισμα των φύλλων της και το μετέφραζαν στους πιστούς (που πρόσφεραν ό,τι μπορούσε ο καθένας) έτσι όπως ήθελαν να το ακούσουν. Όπως και νάναι, αυτή η Αλήθεια, με το αποδεκτό, αλλά μετρητό, σφάλμα της, είναι η πιο αξιόπιστη. Διασταυρωμένη υπόθεση, με όποια νοητά σφάλματα μπορεί να έχει, με την αισθητή παρατήρηση, με τα όποια σφάλματά της κι αυτή, διασταυρωμένα κι αυτά μεταξύ των ποικίλων αισθήσεών μας, με πιο αξιόπιστη την αφή. Η αφή δεν είναι μόνο ό,τι νοιώθομε αγγίζοντας κάτι (π.χ. ζεστό ή κρύο, λείο ή τραχύ κ.λπ.) αλλά και η αντίδραση στο δικό μας άγγιγμα.

Και δεν τελειώσαμε. Η Αλήθεια έχει κοινωνική χρησιμότητα. Οι Ρωμαίοι την έλεγαν Veritas και ήταν ντυμένη με λευκή εσθήτα. Κόρη κι αυτή της Αρετής, που την έλεγαν Virtus (προσέξτε πόσο μοιάζουν ετυμολογικά, τα VeRiTas, ViRTus και ΑΡεΤή) με πατέρα της, όμως, τον Κρόνο (Χρόνο), όχι το Δία. Κι ο παμφάγος μπαμπάς της κατάπινε την Αρετή, μα πάλι με χρόνια και καιρούς, την έκανε εμετό κι η Veritas πάντα έβγαινε ξανά στην επιφάνεια. Καλυμμένη στην εσθήτα της, κυκλοφορούσε έτσι που να μη σοκάρει, όπως η γυμνή Ελληνική Αλήθεια. Η γυμνή Αλήθεια δεν γινόταν εύκολα ανεκτή από τον κόσμο, ενώ η σεμνότυφη Veritas ήταν πιο ευπρόσδεκτη.

Τελικά, ποιαν αλήθεια να δεχθώ; Προσωπικά δέχομαι ό,τι παρατηρώ με τις αισθήσεις μου και ταιριάζει με τη νόησή μου, το λογικό συμπέρασμα πολλών παλιότερων προτάσεων. Αν δεν υπάρχει αντιστοιχία, ξαναεξετάζω την υπόθεσή μου και ξαναελέγχω τις παρατηρήσεις μου για ενδεχόμενα σφάλματα. Οι δικαστές, όμως, δεν βρίσκονται μπροστά στο έγκλημα την ώρα που δικάζουν. Πρέπει να στηριχθούν στις μαρτυρίες και στα τεκμήρια. Οι μάρτυρες είναι αξιόπιστοι για ό,τι έχουν παρατηρήσει οι ίδιοι, όχι για ό,τι τους είπαν άλλοι. Η διασταύρωση των πληροφοριών τους μεταξύ τους και με τις πληροφορίες άλλων μαρτύρων και με τα τεκμήρια αποκαλύπτουν αν λένε ψέματα. Και τα τεκμήρια εξαρτάται ποιοι και πώς τα παρουσιάζουν, πού βρέθηκαν και πότε; Κάποιος τα επιβεβαιώνει. Οι πολιτικοί λένε συχνά ψέματα. Μας λένε τι ΘΑ κάνουν. Αν δεν το κάνουν, όμως, προφανώς δεν είναι ψεύτες, απλά οι απρόβλεπτες συνθήκες δεν τους επέτρεψαν να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους. Πιο αξιόπιστοι γίνονται αν, αντί να δηλώσουν τι ΘΑ κάνουν, που είναι μέλλον, μας πουν τι έχουν ήδη αποφασίσει να κάνουν, που είναι παρελθόν. Από κει κι έπειτα, μας είναι πιο εύκολο να διαπιστώσουμε αν πραγματικά έχουν σχεδιάσει ό,τι λένε και, εκ των υστέρων, να πούμε αν έκαναν ό,τι ήταν εφικτό από τον σχεδιασμό τους. Είναι κι οι ιστορικοί, που μπορεί να λένε ψέματα. Επειδή ο ρόλος τους είναι να αναζητούν την αλήθεια, και επειδή πιο πιθανό είναι να κάνει ο καθένας ό,τι απαιτεί ο ρόλος του παρά ό,τι θα ήθελε, έχουν καλές προϋποθέσεις. Κι όμως η Αλήθεια τους δεν γίνεται εύκολα πιστευτή, δεν διαδίδεται. Μας έκαναν τα αίσχιστα οι κακοί εχθροί μας, αλλά και μεις τους ανταποδώσαμε περίπου τα ίσα. Αυτό το τελευταίο, συχνά το λένε οι ιστορικοί, αλλά εμείς κλείνομε μάτια κι αυτιά. Η Αλήθεια των ιστορικών δεν είναι ούτε σημειακή, σαν την Α-λήθεια της πίστης, ούτε ντυμένη σαν τη Veritas. Ασ’ τους αυτούς, είναι εθνομηδενιστές! Κι είναι κι η Αλήθεια των δημοσιογράφων, που αφορά το παρόν και όχι το παρελθόν, όπως των ιστορικών. Εξαιρετικά πολύτιμη η Αλήθεια τους, αλλά, επειδή είναι παρόν, καλύπτεται από μια αχλή συναισθημάτων, που τη θαμπώνουν.

Η Αλήθεια, επεξεργασμένη λογικά, όπως αναλύσαμε, μαζί με τις ανάγκες μας είναι που τελικά καθοδηγούν τις αποφάσεις μας. Αυτές έχουν σημασία.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

ΥΠΑΚΟΗ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡXIΑ

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. Καθηγητής καρδιολογίας

Κοινή Γνώμη, 6 Μαρτίου 2018

180. Υπακοή και πειθαρχία

Η ομαδική ζωή συνεχίζεται μόνον με κανόνες. Στην απλή περίπτωση μιας αγέλης κάθε μέλος της πεινάει, αναζητεί τροφή και τρώει σκοτώνοντας μιαν άλλη ζωή, φυτική τα χορτοφάγα, ζωική τα σαρκοβόρα και επιβιώνει. Ακόμη, κάθε ενήλικο μέλος της αισθάνεται την ανάγκη να κάνει έρωτα, κάνει, και το είδος διατηρείται. Προφανώς τα ισχυρότερα είδη έχουν καλύτερες πιθανότητες να επιβιώσουν. Το μειονέκτημα της αγέλης είναι ότι σε περιόδους ένδειας, π.χ. μακροχρόνια αναβροχιά, τα ισχυρά ζώα καταναλώνοντας περισσότερη ενέργεια (ισχύς=ενέργεια/χρόνου) έχουν λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσουν. Οι ελέφαντες και τα λιοντάρια κινδυνεύουν τότε περισσότερο από τα ποντίκια και τις κατσαρίδες. Στην περίπτωση μιας κοινωνίας, όπως κάποιων εντόμων, μελισσών, μυρμηγκιών κλπ, κάθε μέλος της φροντίζει όχι τόσο για την αναζήτηση τροφής, όσο για τη δημιουργία αποθεμάτων διαθέσιμων σε όλη την κοινωνία (π.χ. μέλι). Ο κίνδυνος της ένδειας μειώνεται, αλλά αναπτύσσεται η ομαδική βία, καθώς μέλη άλλων κοινωνιών του ίδιου είδους προσπαθούν να σφετερισθούν τα αποθέματα άλλων: Πόλεμος. Όλα τα παραπάνω γίνονται αυτόματα.

Οι άνθρωποι έχομε το προνόμιο να ορίζουμε μόνοι μας τους κανόνες της κοινωνίας μας. Ο άνθρωπος είναι πολιτικό (όχι κοινωνικό) ζώο (Αριστοτέλης). Επειδή λοιπόν τους κανόνες κάποιοι πρέπει να τους διαμορφώνουν και να φροντίζουν για την εφαρμογή τους, η πολιτεία έχει άρχοντες και αρχομένους. Οι άρχοντες αποφασίζουν τους κανόνες (νόμους), οι αρχόμενοι τους εφαρμόζουν. Η απλή περίπτωση είναι η υπακοή. Ο άρχοντας, συχνά μονάρχης, αποφασίζει, διατάζει και οι αρχόμενοι είναι υποχρεωμένοι να υπακούν. Στις σύγχρονες κοινωνίες αυτό δεν είναι ανεκτό. Ναι, οι άρχοντες, μονάρχες, ολιγάρχες (δηλαδή κυβέρνηση, βουλή, δικαστές, οι τρεις εξουσίες) αποφασίζουν, διατάζουν και φροντίζουν για την εφαρμογή των διαταγών, αλλά μέσα στα πλαίσια προδιαγραμμένων περιορισμών, που λέγονται Σύνταγμα. Ο βασιλιάς είναι υποχρεωμένος να διατάζει κι ο στρατιώτης να υπακούει. Δεν μπορεί να πάψει ο βασιλιάς να δίνει διαταγές ή να διατάζει πέρα από τη δικαιοδοσία του. Η συμμόρφωση τόσο των αρχομένων όσο και των αρχόντων με γενικούς κανόνες λέγεται πειθαρχία, όχι υπακοή. Πειθαρχία υπάρχει κατεξοχήν στις κοινωνίες, υπακοή στις αγέλες.

Πώς επιτυγχάνεται όμως η πειθαρχία στην ανθρώπινη κοινωνία; Η συμπεριφορά μας καθορίζεται από δύο μεγάλους παράγοντες. Μπορεί να υπαγορεύεται από φυσιολογικές ανάγκες που ταλαντώνονται με περιοδικές επιθυμίες, Κάθε τόσο διψάμε, πεινάμε, ουρούμε, κάνομε έρωτα κλπ. Εκτελούμε σωματικά τα δέοντα και πάλι επανάληψη. Ή, μπορεί να απαντούμε σε ένα ερέθισμα. Μας τσιμπάει ένα αγκάθι και κάνομε κινήσεις για να το απομακρύνουμε. Βλέπομε ένα νόστιμο μεζέ πριν πεινάσουμε και μας ανοίγει η όρεξη ή βλέπομε ένα προκλητικό γυμνό και διεγειρόμαστε: Ανταποκρίσεις σε φυσικά ή εξαρτημένα αντανακλαστικά. Χάρη στα εξαρτημένα αντανακλαστικά μαθαίνομε, δηλαδή αποκτούμε συνήθειες. Οι συνήθειες, σαν την αδράνεια στη Φυσική, αντιστέκονται στην αλλαγή συμπεριφοράς, αλλά όταν αναπτυχθεί νέα συνήθεια, συμβάλλουν στη διατήρησή της. Για να αναπτυχθεί νέα συνήθεια, νέο εξαρτημένο αντανακλαστικό, απαιτούνται ζευγαρωτές επαναλήψεις ερεθισμάτων.

Ο πιο απλός τρόπος για να αποκτηθεί μια συνήθεια είναι το σύστημα ποινών και ανταμοιβών. Όταν κάποιος κάνει κάτι που δεν πρέπει τιμωρείται και όταν κάνει το σωστό ανταμείβεται. Πολύ αποτελεσματική μέθοδος, μόνο που δεν εσωτερικεύεται επαρκώς ούτε διαρκεί. Ο μαθητευόμενος κάνει αυτό που πρέπει, όχι επειδή πρέπει, αλλά προσδοκώντας την ανταμοιβή. Από την άλλη, αποφεύγει να παραβιάσει τους κανόνες για το φόβο της ποινής, αλλά νοιώθει οργή για την ποινή, και σε πρώτη ευκαιρία, ευρισκόμενος έξω από επιτήρηση, παραβιάζει τους κανόνες.

Μια άλλη μέθοδος, πολύ πιο δύσκολη, είναι να ζει κάποιος σε συνθήκες που δεν είναι δυνατή η παραβίαση των κανόνων. Έτσι, συνηθίζει ότι δεν υπάρχει άλλο από το να τους τηρεί. Μα μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο; Βέβαια τα κοινωνικά έντομα έτσι ζουν, εντελώς ανίκανα να ξεφύγουν από τους περιορισμούς τους. Στον άνθρωπο όμως; Να πώς το βλέπω. Όταν παίζω ένα παιχνίδι, τηρώ τους κανόνες, αλλιώς αποβάλλομαι. Πού και πού όμως κάνω ζαβολιά. Αν την προσέξει κάποιος, αποβάλλομαι από το παιχνίδι. Αν όμως δεν γίνω αντιληπτός, νικάω. Κι αυτός είναι ο σκοπός μου. Τώρα παίζω το ίδιο παιχνίδι στον κομπιούτορά μου, μπορεί να είναι μια παρτίδα σκάκι ή με τράπουλα ή άλλο. Τώρα είναι αδύνατο να κάνω ζαβολιά. Αυτή είναι η κύρια διαφορά του υπολογιστή από τον ανθρώπινο αντίπαλο.

Μα είναι δυνατό σε μια ανθρώπινη κοινωνία κάτι τέτοιο; Θα αναφερθώ σε παραδείγματα. Στην αρχαία Αθήνα η πιο υπεύθυνη θέση, σαν του ανώτατου άρχοντα ας πούμε, ήταν εκείνη που ο κάτοχός της διατηρούσε τη σφραγίδα του κράτους, τα κρατικά αρχεία και τον κρατικό θησαυρό. Ε, λοιπόν αυτός ο άνθρωπος επιλεγόταν με κλήρωση και άλλαζε κάθε μέρα. Φαντάζεστε λοιπόν πως ήταν δυνατό να υπάρξει σ΄ αυτό τον τομέα, μ΄ αυτούς τους όρους, διαφθορά, ζαβολιά; Οι ΗΠΑ υποφέρουν από θανάτους από οπλοχρησία. Αλλαγή νοοτροπίας δεν γίνεται. Διαταγή «μη σκοτώνετε» είναι ανεφάρμοστη. Απαγόρευση της οπλοκατοχής είναι η προφανής λύση. Να κι άλλο παράδειγμα. Στην κλασική εποχή όλοι ήταν εγγράμματοι, διάβαζαν και έγραφαν χωρίς ορθογραφικά λάθη. Πώς το πέτυχαν; Απλούστατα, είχαν κάνει τη μεγαλοφυή ανακάλυψη του Ελληνικού αλφαβήτου: Για κάθε προφερόμενο φθόγγο υπήρχε ένα μόνο γραπτό σύμβολο (γράμμα) και κάθε γράμμα προφερόταν με ένα μόνο τρόπο. Εφάρμοσαν, μόνοι αυτοί, αντίθετα από τους βαρβάρους, το «νόμο» που ανακάλυψε αιώνες αργότερα ο διάσημος Ελβετός γλωσσολόγος F. Saussure: «ο μόνος λόγος ύπαρξης της γραφής είναι να παραστήσει τη γλώσσα». Η εύκολη ικανότητα γραφής συνέβαλε στην αρχαία δημοκρατία, καθώς όλοι είχαν ίση δυνατότητα να διαβάζουν τους νόμους και να προτείνουν γραπτά νομοσχέδια. Η γλώσσα όμως είναι ζωντανή, εξελίσσεται διαρκώς. Στην ελληνιστική περίοδο, η γραφή δεν ήταν πια αναγκαία για όλους, καθώς δεν υπήρχε πια δημοκρατία. Ενώ η γλώσσα εξελισσόταν από γενιά σε γενιά και άλλαζε, η γραφή έμενε καθηλωμένη, όπως ήταν στην κλασική περίοδο. Έτσι φθάσαμε στη σημερινή κατάσταση, που έχομε 15 τρόπους να γράφουμε 5 φωνήεντα! Σήμερα δεν υπάρχουν Έλληνες που μπορούν να γράψουν μια σελίδα χωρίς ορθογραφικό λάθος (εξαιρώντας τον Μπαμπινιώτη). Για να μην πατάμε τη διπλή γραμμή στις εθνικές οδούς, πρέπει αυτή να αντικατασταθεί με νησίδα. Για να σταματήσει η πελατειακή σχέση βουλευτών με ψηφοφόρους και κόμμα (αν δεν πουλήσουν εκδούλευση δεν ψηφίζονται και αν δεν υπακούσουν στο κόμμα δεν ξαναείναι υποψήφιοι), η απλή λύση είναι να κληρώνονται, όπως γινόταν για την επιλογή των βουλευτών/δικαστών από τους προγόνους μας. Η προγραμματισμένη ανάπτυξη νοοτροπίας με πειθαρχία είναι δυνατή. Τη θέλομε όμως; Δική μας απόφαση.

Τρίτη Άποψη. Κίνδυνος

ΤΟΥ ∆ΗΜΗΤΡΗ Α. ΣΙ∆ΕΡΗ* dimitris.sideris@gmail.com

Ό,τι γεννιέται κάποτε πεθαίνει. Κι ο θάνατος μπορεί να είναι βίαιος ή φυσικός. Στον βίαιο θάνατο μια εξωτερική δύναμη επιδρά και καταστρέφει το σύστημα που αποτελεί τη γεννημένη ύπαρξη. Αν η δύναμη είναι ιδιαίτερα ισχυρή, τίποτε δεν μπορείς να κάνεις. Τι γίνεται, όμως, με τον φυσικό θάνατο; Έρχεται συνήθως μουλωχτά. Σου δίνει χρόνο να κάνεις κάτι, να επιδιορθώσεις τις βλάβες. Κι αν βρίσκεται πολύ κοντά, είσαι άρρωστος και δεν έχεις δυνάμεις να αντισταθείς ούτε σε μια πολύ ασθενή εξωτερική δύναμη.

Η ελληνική κοινωνία επιβιώνει για τέσσερις χιλιετίες περίπου, με συναίσθηση της ύπαρξής της. Αυτή τη στιγμή σαν να οσφραινόμαστε όλοι τριγύρω κάποια σοβαρή απειλή. Δεν αντέχεται. Κάποιοι προτιμούν να το αγνοούν. Ζήσαμε χιλιάδες χρόνια, τώρα θα χαθούμε; Δε γίνεται! Και βιώνουν ασυνείδητοι, ήσυχοι, ευτυχείς, σαν καβαφικοί Νέρωνες. Άλλοι καταλαμβάνονται από πανικό. Ενεργούν βιαστικά με πολυπραγμοσύνη, τόσο βιαστικά που δεν προλαβαίνει σκέψη και στοχασμός. Τεράστιες ποσότητες ενέργειας σπαταλιόνται άσκοπα, ακριβώς τη στιγμή που η σκέψη χρειάζεται περισσότερο. Κινδυνεύομε, όμως, πραγματικά;

Ο εξωτερικός, κίνδυνος είναι δυστυχώς ορατός. Οι διεθνείς δεσμεύσεις μας θα μας παράσχουν ενδεχομένως κάποια προστασία, έτσι που η καταστροφή μας, αν αρχίσει, να μην είναι αμέσως ολοσχερής. Άλλωστε, δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά πράγματα, εκτός από το να αμυνθούμε απελπισμένα, όταν έλθει η ώρα. Υπάρχει, όμως, και ο φυσικός θάνατος, που, όταν πλησιάζει, μας καθιστά ευάλωτους. Υπάρχει τέτοιος κίνδυνος;

Οι φυσικές απώλειες μιας κοινωνίας είναι αφενός οι θάνατοι των μελών της και αφετέρου η φυγή τους από τον τόπο τους. Η αντικατάσταση γίνεται αφενός με γέννηση νέων παιδιών και αφετέρου με αφομοίωση των εποίκων, κάθε είδους μεταναστών. Αυτά γίνονται χιλιάδες χρόνια τώρα στον τόπο μας, με αφομοιώσεις ξένων, Φοινίκων, Σλάβων, Ιλλυριών (Αλβανών), Βλάχων, κ.ο.κ. Η βιολογική αναπαραγωγή εξασφαλίζει την καθαρότητα της φυλής. Ο κίνδυνος είναι ότι ενώ μια τέτοια κοινωνία μένει αμετάβλητη, τα πάντα γύρω της αλλάζουν και τη βλάπτουν, τη φθείρουν. Όταν η γεννητικότητα γίνει μικρότερη από τη θνησιμότητα, το τέλος της κοινωνίας επέρχεται. Στον τόπο μας κάθε γυναίκα γεννά σήμερα περί τα 1,2 παιδιά, ενώ, φυσικά, θα πεθάνουν και οι δύο γονείς τους. Η αφομοίωση των επήλυδων επιτρέπει να γίνεται μίξη των εθίμων διαφορετικών λαών, με επικράτηση εκείνων των συμπεριφορών και εθίμων, που είναι καλύτερα προσαρμοσμένα στις διαρκείς προκλήσεις. Το πρόβλημα είναι ότι, αν η εισροή μεταναστών γίνεται με ρυθμό ταχύτερο από εκείνο της αφομοίωσής τους, η κοινωνία κινδυνεύει να χάσει την ταυτότητά της. Απαιτούνται συνήθως περί τις τρεις γενιές για να γίνει η αφομοίωση των επήλυδων.

Στον τόπο μας έχομε όλα τα δυσμενή δεδομένα: Γεννητικότητα πολύ χαμηλότερη από τη θνησιμότητα και εκροή μεταναστών σε άλλες χώρες μεγαλύτερη από την εισροή ξένων σε ρυθμό που επιτρέπει την αφομοίωσή τους. Να δέσουμε λοιπόν τα χέρια, προσευχόμενοι και περιμένοντας το μοιραίο;

Πιστεύω πως το τέλος δεν έφθασε, μόνο που, για να αποσοβηθεί ο κίνδυνος, χρειάζονται αφάνταστες θυσίες, υλικές και πνευματικές.

Πρώτο. Έχομε εγκαταλείψει τη χώρα μας. Από τα 6000 σχεδόν νησιά και νησίδες, κατοικημένα είναι μόνο καμιά 100στή περίπου. Αγνοώ τελείως τον εξίσου μεγάλο αριθμό των ερημωμένων χωριών όπου έζησαν οι παππούδες μας. Όσοι δεν έχουν φύγει στο εξωτερικό, έχουν μεταναστεύσει στα αντιπαραγωγικά αστικά κέντρα. Ξοδεύομε περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα για να υπερασπιζόμαστε τις έρημες αυτές περιοχές, ενώ τις έχουμε αφήσει χωρίς την παραμικρή εκμετάλλευση. Αυτοί οι χώροι, όμως, είναι, στον ευλογημένο τόπο μας, πηγές ενέργειας βιολογικής και φυσικής. Τόποι για καλλιέργεια της γης και κτηνοτροφία με σύγχρονα μέσα, ιχθυοκαλλιέργειες, οστρακοκαλλιέργειες κλπ. Και ακόμη χώροι μοναδικά κατάλληλοι για παραγωγή δωρεάν ενέργειας πεντακάθαρης, χωρίς κατάλοιπα, από τον ήλιο, τους ανέμους, τα κύματα, υδατοπτώσεις κ.λπ. Τάχιστη επανοίκηση των έρημων τόπων μας, λοιπόν. Με τόση ανεργία, ντόπιων και μεταναστών, δεν το βλέπω αδύνατο.

Δεύτερο είναι η ενίσχυση της ταυτότητάς μας. Απαιτεί πνευματικές θυσίες. Κάθε πολίτης αφιερώνει ένα μέρος της ζωής του στην πατρίδα μας, με τη θητεία του. Σ’ αυτή τη φάση της ζωής του δεν κάνει ό,τι θέλει, αλλά ό,τι απαιτεί η κοινωνία μας, ακριβώς όπως στις κοινωνίες των εντόμων, ή στην ουτοπική Πολιτεία του Πλάτωνος, μόνο που σ’ αυτές η υποχρέωση είναι ισόβια. Επιπλέον, κάθε πολίτης μετέχει άμεσα, υπεύθυνα, στη διαμόρφωση της βούλησης της κοινωνίας μας (δημοκρατία). Μην ξεχνάμε τον ορισμό της από τον Αριστοτέλη, σύμφωνα με τον οποίον, στην ολιγαρχία οι άρχοντες, δημιουργοί του δικαίου, εκλέγονται, ενώ στη δημοκρατία κληρώνονται. Έτσι, μόνο στη δημοκρατία το δίκαιο συνάδει με την ηθική, τη βούληση της συνολικής κοινωνίας. Θυσία, λοιπόν, να δεχθούμε το οφθαλμοφανές ότι το πολίτευμά μας είναι ολιγαρχία και όχι δημοκρατία και απαιτείται αγώνας για την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Η επικοινωνία μεταξύ μας είναι η άλλη όψη της ταυτότητάς μας. Απαιτείται σωστή χρήση της γλώσσας μας για να συνεννοούμαστε με τους δίπλα μας, και τη μαθαίνομε από τη μάνα μας. Χρειάζεται, όμως, και ανάγνωση και κατανόηση των κειμένων των προγόνων μας, που πρέπει να αρχίσει από τους δασκάλους σε μικρή ηλικία, από το δημοτικό σχολείο. Και ακόμη χρειάζεται ικανότητα γραφής με τον απλούστερο δυνατό τρόπο χωρίς πιθανότητα λαθών, διότι μόνο με αυτήν θα επικοινωνούμε με τους απογόνους μας, αλλά και με τους εισερχόμενους και εξερχόμενους μετανάστες μας. Θυμίζω ότι οι επινοητές του μεγαλοφυούς ελληνικού αλφαβήτου πέτυχαν να χρησιμοποιούν ένα μόνο γραπτό σύμβολο (γράμμα) για κάθε προφερόμενο φθόγγο και ένα μόνο προφερόμενο φθόγγο για κάθε γράμμα. Από την ελληνιστική εποχή απεμπολήσαμε αυτή τη μεγαλοφυή επινόηση κι έχομε σήμερα π.χ. 15 τρόπους για να γράφουμε πέντε φωνήεντα. Έλεος! Με εξαίρεση τον Μπαμπινιώτη, κανένας άλλος δε γράφει αλάνθαστα . Και σήμερα η προσπάθεια να εφαρμοσθεί η αρχαία αρχή της γραφής στη σύγχρονη παραλλαγή της διαρκώς εξελισσόμενης γλώσσας μας αντιμετωπίζεται με βδελυγμία, σαν προσπάθεια… αφελληνισμού! Το τελευταίο στοιχείο της ταυτότητάς μας είναι η αυτοεκτίμηση και αυτογνωσία. Νοιώθομε περήφανοι και το εκδηλώνομε με κάθε τρόπο για κάθε μεγάλη πράξη που έκαναν οι πρόγονοί μας και κάνουν κάποιοι σύγχρονοί μας, όπως περηφανευόμαστε όταν νικά η ποδοσφαιρική ομάδα μας. Και νιώθομε ντροπή για όποια επονείδιστη πράξη έκαναν οι πρόγονοί μας ή κάνουν σύγχρονοί μας και είμαστε έτοιμοι να αποκαταστήσουμε ή αποζημιώσουμε γι’ αυτήν. Ίσως αυτό, η αυτογνωσία, να είναι το πιο δύσκολο που ζητάω. Όλα, όμως, όσα ανέφερα, είναι απαραίτητα και μπορούν να εξασφαλίσουν την επιβίωση της κοινωνίας μας.

*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας