Τρίτη άποψη: Ανεξαρτησία

Δημ. Α. Σιδερής*

Ηπειρωτικός Αγών, 29 Σεπτεμβρίου 2017

45. Ανεξαρτησία

Οι Κούρδοι ζητούν δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία τους. Είμαστε με το μέρος τους; Συμπάσχομε με κάθε λαό που αγωνίζεται για την ανεξαρτησία του. Τα πράγματα όμως δεν είναι ποτέ τόσο απλά. Αντιδρούν γειτονικές και απομακρυσμένες δυνάμεις. Στο μεγάλο, Πελοποννησιακό, πόλεμο έχομε την πιο έγκυρη ιστορική μαρτυρία, του Θουκυδίδη. Ο πόλεμος έγινε, λέει, διότι οι Σπαρτιάτες, η καθιερωμένη δύναμη της εποχής, φοβήθηκαν βλέποντας την ταχύτατη αύξηση της αθηναϊκής ισχύος. Ήταν φοβία, δηλαδή, και όχι φόβος από απειλή παρούσα και άδικη. Η ενότητα των Ελλήνων φαινόταν τότε αναγκαία για την αντιμετώπιση της απειλής των βαρβάρων, των Περσών. Η δικαιολογία των Λακεδαιμονίων ήταν: Όταν οι Σπαρτιάτες απέφυγαν να ηγηθούν όλων των Ελλήνων (διότι δεν άντεχαν να στέλνουν πολύ στρατό έξω από την πόλη τους, όπου τον χρειάζονταν για την καταστολή των ειλώτων), ανέλαβαν οι Αθηναίοι την ηγεσία όλων τους, εκτός των Πελοποννησίων. Στην αρχή ήταν ίσοι σύμμαχοι. Σύντομα όμως οι Αθηναίοι έγιναν ηγεμόνες τους και τους επέβαλαν φόρους, πλοία ή χρήματα, για να τους προστατεύουν. Μ’ αυτά σχημάτισαν ισχυρό στόλο, με τον οποίον πίεζαν όποιο σύμμαχο δυστροπούσε να αποδώσει τους φόρους του. Οι Σπαρτιάτες τους πρόσφεραν ανεξαρτησία. Οι Αθηναίοι βέβαια απαντούσαν ότι οι Σπαρτιάτες, προτρέποντας σε αποστασία τους συμμάχους των Αθηναίων, καθιστούσαν ευάλωτους τους Έλληνες έναντι των Περσών, ενώ τους επέβαλλαν αυτοί το μειοψηφικό ολιγαρχικό καθεστώς που επιθυμούσαν και που επιζητούσε τη συμμαχία των Λακεδαιμονίων. Όπου μπόρεσαν οι Σπαρτιάτες, κατάργησαν την τυραννία και την αντικατέστησαν όχι με δημοκρατία, αλλά με ολιγαρχία, όπως ήταν το δικό τους πολίτευμα, χωρίς να παίρνουν φόρους. Οι Αθηναίοι προτιμούσαν τη δημοκρατία. Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, αν οι Αθηναίοι, αντί να ηγεμονεύουν στους συμμάχους τους, δημιουργούσαν μια δημοκρατική ομοσπονδία, με άρχοντες της ομοσπονδίας τους λαούς της και όχι αποκλειστικά τους Αθηναίους!

Τα χρόνια περνούσαν, ο Πελοποννησιακός πόλεμος έφερε από την πίσω πόρτα τους ηττημένους Πέρσες που κατεύθυναν οικονομικά την Ελλάδα ενισχύοντας πότε τον ένα και πότε τον άλλο. Ώσπου εμφανίσθηκαν οι δύο μεγαλοφυΐες, πατέρας και γιος. Ο Φίλιππος υπέταξε βίαια όλους τους Έλληνες, τους ένωσε για πρώτη φορά σε ενιαίο κράτος, αλλά τους επέβαλε τη μοναρχία του, ούτε δημοκρατία ούτε ολιγαρχία. Κι ο Αλέξανδρος πήρε αυτή την ενωμένη Ελλάδα (πλην Λακεδαιμονίων) και υπέταξε όλον το γνωστό τότε κόσμο προς Ανατολάς. Έτσι διαδόθηκε ο μεγαλύτερος πολιτισμός της εποχής, που αποτελεί τη βάση και του σημερινού πολιτισμού μας, πλην της δημοκρατίας βέβαια. Χωρίς τη σπάνια μεγαλοφυΐα του Αλεξάνδρου, δεν ήταν δυνατό να διατηρηθεί η ενότητα του αχανούς κράτους του που διασπάσθηκε σε μικρότερες μοναρχίες που υπέκυψαν αργότερα στους Ρωμαίους. Αυτοί ήλθαν με τα ίδια επιχειρήματα όπως παλιότερα οι Σπαρτιάτες: Απαλλαγή των Ελλήνων από τους φόρους και ανεξαρτησία τους από τους Μακεδόνες. Οι Έλληνες ζητωκραύγασαν τη νίκη των Ρωμαίων πάνω στο μακεδονικό κράτος. Και με μεγάλη χαρά τους δέχθηκαν να υποδουλωθούν στους Ρωμαίους!

Ακολούθησε μετά από αιώνες ο Κωνσταντίνος, που, μετά τη νίκη του στον αντίπαλό του και με τη βοήθεια των χριστιανών, μετέφερε την πρωτεύουσα από τη Ρώμη στο Βυζάντιο. Τώρα όμως επικρατούσε στην Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία το ελληνικό, όχι το ρωμαϊκό πνεύμα, κι ας λέγονταν οι Έλληνες Ρωμαίοι (Ρωμιοί). Βαθμιαία η ανεπίσημη επικράτηση των Ελλήνων επισημοποιήθηκε με κομβική, ποιοτική, στιγμή τον καιρό του Ιουστινιανού, όταν άρχισε να γράφεται το ρωμαϊκό δίκαιο λατινικά, αλλά τέλειωσε ελληνικά. Μεσαίωνας.

Και έρχεται η Γαλλική επανάσταση. Καταργεί τη βασιλεία και εγκαθιστά τη ρεπούμπλικα, αστική παραλλαγή της ολιγαρχίας, καθιερώνοντας το έθνος-κράτος, που αντικατέστησε τις πολυεθνικές αυτοκρατορίες και τις διάσπαρτες φεουδαρχικές ολιγαρχίες. Τώρα, ένας λαός με πολλά κοινά, καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία, ήθη και έθιμα, σχημάτισε κράτος. Φυσικά, περιλάμβανε μειονότητες. Έμβλημα: ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη. Κι αυτά εξελίχθηκαν σε αποικιοκρατίες και δικτατορίες. Μια ολιγαρχία ανταγωνίζεται, μερικές φορές άγρια, μιαν άλλη ολιγαρχία, αλλά όλες μαζί καταπιέζουν το σύνολο λαό. Μόνον η ενότητα λαών μπορεί να αντιμετωπίζει στα ίσα τους ισχυρούς. Κι αυτήν φοβούνται οι ολιγάρχες. Οι αποικίες διαλύθηκαν και εξασθένησαν οι ευρωπαϊκές «μεγάλες» δυνάμεις, για να επικρατήσει η αμερικανική υπερδύναμη. Οι αποσχισμένες πρώην αποικίες εξελίχθηκαν, όπως γίνεται συνήθως σε δικτατορικές μοναρχίες ή σε ασήμαντα κρατίδια, όπως είναι σήμερα τα «ανεξάρτητα» κρατίδια, υπολείμματα της τέως Γιουγκοσλαβίας. Ποιος μας βεβαιώνει ότι κάποια από τα «διαμερίσματα» της χώρας μας δεν θα επιδιώξουν «ανεξαρτησία», παρακινούμενα (χρηματοδοτούμενα) από ξένους ενδιαφερομένους;

Το κράτος-έθνος βρίσκεται σε παρακμή κι έτσι, σωστά, σχηματίσθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Επαναλαμβάνει όμως το λάθος των Αθηναίων. Βαδίζει αργά, αλλά σταθερά, ένα δρόμο που απομακρύνει διαρκώς από τη δημοκρατία. Οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται κεκλεισμένων των θυρών, χωρίς κανένα έλεγχο των πολιτών της. Ήδη μια ισχυρή χώρα ανεξαρτητοποιήθηκε (Brexit) και άλλες βρίσκονται στα πρόθυρα. Οι ιθύνοντες ολιγάρχες τονίζουν πως την απόσχιση την υποστηρίζουν ακραίες παρατάξεις από δω κι από κει. Είναι γεγονός. Αντί όμως να βαδίζουν αυτοί προς τον εκδημοκρατισμό, ενισχύουν την ολιγαρχία τους, που, ανεπαρκώντας, ενισχύει τα άκρα. Το πραγματικό δίλημμά μας, επομένως, δεν μπορεί να είναι μέσα ή έξω από την Ευρώπη, αλλά, προσπερνώντας το, οφείλομε να παλέψουμε για να επιτύχουμε μια δημοκρατική Ευρώπη. Μόνον αυτή μπορεί να εγγυηθεί, όσο γίνεται, την ακεραιότητα, την ευημερία και την πολιτική ευδαιμονία μας. Μην ξεχνάμε. Η συμμετοχή μας σημαίνει εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας στην Ένωση. Αλλά κάθε εξάρτηση είναι και στήριγμα, με σχέση αντίστροφη: Εξάρτηση=1/στήριγμα.

Σε μια δημοκρατική Ευρώπη των 500 εκατομμυρίων πολιτών περίπου, θα αποτελούμε μόλις το 2%. Ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να το φοβόμαστε, αν έχουμε πραγματική ισοπολιτεία, ισονομία και ισηγορία. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο θα μπορούμε να αναπτύξουμε τις ιδιαίτερες ικανότητές μας, διαφορετικές από των άλλων, και να τις ανταλλάσσουμε με ό,τι εμείς έχομε ανάγκη. Τέτοιες ικανότητες σχετίζονται με τη μοναδική γεωγραφία, το κλίμα, τους φυσικούς πόρους μας, την τεχνογνωσία μας, τη μοναδική ιστορική και πολιτιστική μας παράδοση. Αυτά, το οφείλομε στους προγόνους και στους απογόνους μας, δεν επιτρέπεται να τα παραδώσουμε σε κανέναν ξένο. Σε ξένο που έρχεται να τα αγοράσει μπιρ-παρά από τους ντόπιους ολιγάρχες, που πολεμούν μεταξύ τους για την εξουσία, και όλοι μαζί εναντίον όλων μας, με όπλα που τους παρέχουν οι ξένοι.

«ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΓΝΩΜΗ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΡΑΤΕΙΣΘΑΙ», έλεγε ο Περικλής (Θουκυδίδης). Οι εκβάσεις των πολέμων δηλαδή στηρίζονται στην ύπαρξη φρονήματος και χρημάτων. Να διπλοσκεφτόμαστε τις ανεξαρτησίες, τελικά. Πόσο εξυπηρετούν ελευθερίες και ισότητα των πολιτών;

* Ο κ. Δημ. Α. Σιδερής είναι ομότιμος καθηγητής καρδιολογίας

 

ΚΟΙΝΩΝΙΑ Ή ΑΤΟΜΑ;

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Κοινή Γνώμη, 26 Σεπτεμβρίου 2017

Το δίλημμα είναι φοβερό. Όταν τα συμφέροντα του ατόμου βρίσκονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα της κοινωνίας, τι επικρατεί; Στην παλιά Σοβιετική Ένωση δόθηκε έμφαση στην κοινωνία, ακόμη και με θυσία ατόμων. Στις δυτικές χώρες δόθηκε έμφαση στα άτομα μάλλον παρά στην κοινωνία. Εξορισμού υπάρχει ένα επάγγελμα που δίνει προτεραιότητα στο άτομο μάλλον παρά στην κοινωνία: το επάγγελμα του ιατρού. Ο άρρωστος εμπιστεύεται απόλυτα το γιατρό του κι αυτό κατάγεται από την Ιπποκρατική ηθική. Ακόμη κι αν ο άρρωστός μου είναι ένας αιμοσταγής εγκληματίας που τον καταζητεί η αστυνομία με ποινές σε όποιον τον βοηθήσει, εγώ ως γιατρός οφείλω ηθικά να τον βοηθήσω αν είναι άρρωστος και μου ζητήσει βοήθεια. Έστω και με σύγκρουση ηθικής με το νόμο.

Η ιατρική έχει όρια. Δεν μπορεί να αποτρέψει το θάνατο. Και αρκετές φορές δεν μπορεί να φέρει καν ανακούφιση σ΄ αυτόν που υποφέρει. Αυτό είναι το σημείο όπου βασίζονται ποικίλοι παράγοντες για διάφορους λόγους και επεμβαίνουν με γιατροσόφια. Οι πιο γέροι θυμούνται την πικραγγουριά, το κίτρινο υγρό, το νερό του Καματερού, αλλά και πιο οργανωμένες διεθνείς δοξασίες, με επίσημη ανοχή, όπως είναι η αμφισβητούμενη ομοιοπαθητική. Η κατάχρηση φαρμάκων που προωθείται από τις φαρμακοβιομηχανίες για λόγους κέρδους κινητοποιεί διάφορους μη κρατικούς οργανισμούς εναντίον της χρήσης φαρμάκων. Η βασική διαφορά μεταξύ της επίσημης ιατρικής και των παραλλαγών της, είναι ότι τα επίσημα φάρμακα και προσδοκάται να δρουν θεραπευτικά λόγω των γνωστών φαρμακολογικών ιδιοτήτων και έχουν δοκιμασθεί εμπειρικά στο εργαστήριο, σε πειραματόζωα, υπό ιδιαίτερα αυστηρές συνθήκες σε ανθρώπους, πριν επιτραπεί η κυκλοφορία τους. Η διάδοση των υπόλοιπων «φαρμάκων» στηρίζεται στη διάχυτη φήμη ότι «κάνουν καλό» ή τουλάχιστον «δεν βλάπτουν» και αυτή η φήμη είναι ιδιαίτερα ευπρόσεκτη από τους απελπισμένους αρρώστους. Φυσικά, όπως στα επίσημα φάρμακα, περισσότερο στα ανεπίσημα γιατροσόφια συχνά κρύβονται πίσω τους οικονομικά συμφέροντα.

Στην παγίδα της αντιφαρμακευτικής στάσης μερικές φορές πέφτουν και επιστήμονες, που μπορεί να εργάζονται στο δημόσιο τομέα. Πριν από καμιά 15ριά χρόνια ένας καθηγητής στο Λονδίνο παρατήρησε ότι στα παιδιά που γινόταν το τριπλούν εμβόλιο, που περιέχει και εμβόλιο κατά της ιλαράς, παρατηρούνταν συχνά το σύνδρομο αυτισμού, αλλά και κολίτιδα. Η μελέτη του δημοσιεύθηκε στα πιο έγκυρα διεθνή ιατρικά περιοδικά και επεκτάθηκε στον μη ειδικό τύπο. Λογικό είναι να ανεχόμαστε σπάνιες παρενέργειες ενός φαρμάκου όταν δίνεται σε έναν άρρωστο, αλλά παρενέργειες φαρμάκου που δίνεται σε υγιείς, όπως είναι τα εμβολιαζόμενα παιδιά δεν είναι εύκολα ανεκτές. Από την άλλη, εγώ ο πολίτης απαιτώ να εμβολιάζεται υποχρεωτικά ο κόσμος όλος, διότι, αν εγώ έχω ιατρικούς λόγους να μην εμβολιασθώ (π.χ. έχω αλλεργία στο εμβόλιο) είμαι προστατευμένος, αφού δεν θα αρρωστήσει άλλος χάρη στον εμβολιασμό. Οι αρρώστιες κολλάνε από τον ένα στον άλλο. Ο κόσμος πανικοβλήθηκε με τη δημοσίευση του καθηγητή. Οι γονείς άρχισαν να μην επιτρέπουν τον εμβολιασμό στα παιδιά τους. Λίγα χρόνια αργότερα, παρατηρήθηκαν στο Λονδίνο τα πρώτα κρούσματα ιλαράς μετά από πολλά χρόνια χωρίς κανένα περιστατικό. Στο μεταξύ επανεξετάσθηκαν οι μελέτες του καθηγητή. Ο αυτισμός δεν επιβεβαιώνεται εργαστηριακά. Ο παθολογοανατόμος που είχε εξετάσει τις βιοψίες για την κολίτιδα ήταν συ-συγγραφέας στις εργασίες που δημοσιεύθηκαν. Όταν όμως ξαναδιαβάστηκαν οι εκθέσεις που είχε στείλει παρατηρήθηκε πως έγραφε «μη διαγνωστικές αλλοιώσεις» και όχι «αλλοιώσεις ενδεικτικές για κολίτιδα». Τα οικονομικά συμφέροντα αποκαλύφθηκαν και οι γιατροί τιμωρήθηκαν όπως δεοντολογικά έπρεπε. Όμως το κακό είχε γίνει. Πρόσφατα το κύμα του κακού έφτασε, διαβάζω, στον τόπο μας κι άρχισαν να παρατηρούνται κρούσματα ιλαράς.

Τα πράγματα δεν είναι, το ξαναλέω, άσπρο-μαύρο. Ο εμβολιασμός γίνεται και για να προστατευθεί το άτομο από τον κίνδυνο να αρρωστήσει, αλλά και να προστατεύσει τους συμπολίτες του να μην τους κολλήσει την αρρώστια. Γι΄ αυτό απαιτώ να εμβολιάζονται όλοι, όπως απαιτώ να έχουν όλοι ασφαλισμένο το αυτοκίνητό τους, ώστε όταν μου κάνει ζημιά, να αποζημιωθώ, έστω και αν ο φταίχτης δεν έχει να με πληρώσει.

Ένα ακόμη πιο δύσκολο πρόβλημα είναι στη χρήση των αντιβιοτικών. Είναι θαυματουργά φάρμακα που σκοτώνουν νοσογόνα μικρόβια και μας σώζουν έτσι από βαριές λοιμώξεις. Όμως, μερικά μικρόβια τυχαίνει να μη σκοτωθούν και να αναπτύξουν αντοχή, ένα είδος ανοσίας δικιάς τους, στο αντιβιοτικό. Κι αυτά αφήνουν απογόνους ανθεκτικούς στο αντιβιοτικό που αυξάνονται και πληθύνονται και κατακυριεύουν τη γη όλη. Ως πριν από μερικές δεκαετίες διαρκώς παράγονταν νέα αντιβιοτικά, έτσι που τα ανθεκτικά μικρόβια που είχαν αναπτυχθεί να μπορούν να αντιμετωπίζονται. Αυτή η βιομηχανία σταμάτησε. Οι λοιμώξεις διαρκούν λίγες μέρες, λίγο διαρκεί και η κατανάλωση αντιβιοτικών. Είναι πιο επικερδές οι φαρμακοβιομηχανίες να παράγουν φάρμακα που θα τα παίρνουν οι πολυπληθείς υγιείς ισόβια, όπως είναι τα αντιυπερτασικά, τα αντιχοληστερινικά και άλλα. Και τι κάνει ο γιατρός; Η εύλογη αντοχή στα αντιβιοτικά αντιμετωπίζεται με αυστηρή επιλογή των αρρώστων, ώστε να παίρνουν τα φάρμακα αποκλειστικά μόνον όσοι προσδοκάται να βοηθηθούν από αυτά. Όμως η ιατρική ποτέ δεν είναι απόλυτη επιστήμη. Το παιδί που έρχεται στα επείγοντα με πυρετό και πονοκέφαλο έχει βέβαια ένα κοινό κρυολόγημα, που δεν χρειάζεται αντιβίωση. Όμως υπάρχει το σπάνιο ενδεχόμενο της μηνιγγίτιδας που μπορεί να είναι θανατηφόρος, αν καθυστερήσει η χορήγηση αντιβιοτικών. Τι κάνει ο γιατρός; δίνει το φάρμακο «για καλό και για κακό» για το μάλλον απίθανο ενδεχόμενο της μηνιγγίτιδας ή δεν το δίνει προστατεύοντας την κοινωνία από την ανάπτυξη αντοχής στα μικρόβια; Έχει αποδειχθεί σε σχετική έρευνα ότι μετά τη χορήγηση αντιβιοτικών παραμένουν στο ίδιο το άτομο ακόμη και 6 μήνες αργότερα ανθεκτικά μικρόβια, έτσι που αν ξαναπάθει παρόμοια λοίμωξη, η θεραπεία με το ίδιο αντιβιοτικό δεν θα βοηθήσει. Μ΄ άλλα λόγια, η φειδώ στη χρήση των φαρμάκων αυτών, ωφελεί όχι μόνο την κοινωνία, αλλά και το ίδιο το άτομο, επομένως δεοντολογικά δικαιολογείται.

Αυτή η διάσταση μεταξύ του συμφέροντος των ατόμων και της κοινωνίας, για την οποία μακρηγόρησα ιατρικά, γίνεται μεγαλύτερη στην πολιτική. Θα όφειλε να μη λαμβάνονται αυθαίρετα οι πολιτικές αποφάσεις όταν υπάρχει τέτοιο δίλημμα (π.χ. να περιοριστούν τα δικαιώματα του πολίτη για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας; Μα αυτά τα δικαιώματα είναι το πλεονέκτημα του πολιτεύματός μας). Ούτε να στηρίζονται στο είδος του πολιτεύματος (ολοκληρωτικό, αστική δημοκρατία κλπ). Μόνο η επιστημονική έρευνα σε όλους τους τομείς, ιατρικούς και κοινωνικούς, μπορεί να παράσχει βάσιμες ενδείξεις που μπορούν να καθοδηγούν τις αποφάσεις προς άριστο όφελος κοινωνίας και ατόμων.

 

 

 

 

Παιχνίδι

Δημ. Α. Σιδερής*

Ηπειρωτικός Αγών, 23 Σεπτεμβρίου 2017

44. Παιχνίδι.png

ΔΙΑΒΑΖΑ προ καιρού μια θαυμάσια ανάρτηση του καθηγητή Χ. Μασσαλά για το παιχνίδι. Ερέθισμα για να σκεφτώ και να επεκταθώ, ανατρέχοντας στη βιολογία και στην ψυχολογία.

Οι δραστηριότητές μας καθορίζονται αφενός ως απάντηση σε περιβαλλοντικά ερεθίσματα και αφετέρου αυτόματα, από την ταλάντωση ζωτικών λειτουργιών και της βούλησής μας που τις συνοδεύει, π.χ. περιοδική πείνα, δίψα, έρωτας.

Η κοινωνία μας εξελίχθηκε από την αγελαία ζωή, με επιβολή περιορισμών, κυρίως διατροφικών και γενετήσιων. Έτσι σχηματίσαμε αποθήκες αγαθών για τις περιόδους ένδειας. Οι περιορισμοί δημιουργούν αντιθέσεις. Η κοινωνία ≪θέλει≫ κάτι και το ≪θέλω≫ της ονομάζεται ≪ηθική≫. Εμείς το προσλαμβάνουμε σαν ≪πρέπει≫. Κι αυτό το ≪πρέπει≫ μπορεί να αντιτίθεται στο ≪θέλω≫ καθενός μας. Πεινώ και ≪θέλω≫ να φάω, αλλά είναι νηστεία και ≪πρέπει≫ να μη φάω.

Το ≪θέλω≫ μιας πολιτείας παίρνει σαφή μορφή με τους ≪νόμους≫ που αποφασίζονται από τους ίδιους τους ανθρώπους: Στη μοναρχία από έναν, σύμφωνα με τη δική του βούληση, που μπορεί να είναι κατάφωρα αντίθετη με το ≪θέλω≫ της κοινωνίας. Στην ολιγαρχία από λίγους ≪εκλεκτούς≫. Και στη δημοκρατία από το σύνολο του λαού, που, για λόγους πρακτικούς, μπορεί να προτυπώνεται από λίγους, κληρωμένους με μαθηματική τυχαιότητα από το σύνολο. Επομένως, στη δημοκρατία υπάρχει η μικρότερη δυνατή διάσταση μεταξύ ηθικής και νομιμότητας. Έτσι κι αλλιώς, το κοινωνικό ≪θέλω≫ διαφέρει από το ατομικό. Το κοινωνικό ≪θέλω≫ μάς επιβάλλεται με κάθε μέσο και γι’ αυτό το φοβόμαστε και το σεβόμαστε. Το ατομικό ≪θέλω≫ αντιτίθεται σ’ αυτό και συμπάσχομε με όποιον το επιδιώκει ενάντια στο ≪πρέπει≫. Τα συναισθήματά μας απέναντι στο κοινωνικό ≪θέλω≫ τα ονομάζομε ≪φόβο≫. Εκείνα απέναντι στο ατομικό τα λέμε ≪έλεο≫. Η αντίθεση μεταξύ τους θα καταλήξει σε κάποια ισορροπία που ικανοποιεί συναισθηματικά την πλειονότητα της κοινωνίας. Την ονομάζομε ≪κάθαρση≫. Ο έλεος, ο φόβος και η κάθαρση είναι τα ουσιώδη στοιχεία της τραγωδίας.

Τα παιδιά, με ανεπαρκή σωματική ανάπτυξη και χωρίς τα αναγκαία ανθρώπινα εξαρτημένα αντανακλαστικά για να αναζητήσουν μόνα την τροφή τους και να αμυνθούν έναντι κινδύνων, χωρίς ακόμη να έχει εμφανιστεί η ερωτική ανάγκη, δεν είναι ≪ώριμα≫ (στην ≪ώρα≫ τους). Πρέπει όμως να έχουν ήδη ασκηθεί στις δραστηριότητες των ≪μεγάλων≫. Κι εκεί εκδηλώνεται ο βιολογικός ρόλος του παιχνιδιού, σε ανθρώπους και ζώα, τουλάχιστον θερμόαιμα. Το γατάκι, το σκυλάκι, το κατσικάκι ≪παίζουν≫. Κι αυτό σημαίνει ότι μιμούνται τις πράξεις που θα χρειαστούν αργότερα για να αντεπεξέλθουν στις προκλήσεις του περιβάλλοντός τους, χωρίς να είναι αυτές παρούσες. Τα παιδιά μας παίζουν ≪κρυφτό≫, ≪κυνηγητό≫. Κι αυτά τα παιχνίδια είναι μίμηση της απόκρυψης από ενδεχόμενους εχθρούς, λιοντάρια, λύκους, άλλους εχθρούς, και της θήρας για να κυνηγήσουν ποικίλες λείες που θα χρειαστούν αργότερα για να επιζήσουν. Η διαδικασία συνοδεύεται συχνά από κάποια τραγουδάκια που ρυθμίζουν τους κανόνες: ≪Α μπέμπα μπλομ…≫. Το παιχνίδι κουράζει, αλλά είναι ευχάριστο.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, το παιχνίδι είναι: ≪ΜΙΜΗΣΙΣ ΠΡΑΞΕΩΣ ΣΠΟΥΔΑΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΑΣ, ΜΕΓΕΘΟΣ ΕΧΟΥΣΗΣ, ΗΔΥΣΜΕΝΩ ΛΟΓΩ, ΧΩΡΙΣ ΕΚΑΣΤΩ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ ΕΝ ΤΟΙΣ ΜΟΡΙΟΙΣ, ΔΡΩΝΤΩΝ ΚΑΙ ΟΥ ΔΙ’ ΑΠΑΓΓΕΛΙΑΣ≫. Ανταποκρίνεται στον αριστοτελικό ορισμό της τραγωδίας, αλλά χωρίς έλεο, φόβο και κάθαρση. Συχνά υπάρχει νικητής και ηττημένος, που συχνά επίσης εναλλάσσονται μεταξύ τους. Η νίκη συνεπάγεται χαρά του νικητή, αλλά δεν αποτελεί κάθαρση. Δεν είναι τυχαίο που χρησιμοποιούμε τη λέξη ≪παίζω≫ για ηθοποιούς και μουσικούς.

Το παιχνίδι είναι βιολογικά αναγκαίο. Απόδειξη ότι υπάρχει και στα ζώα. Είναι το κυριότερο εκπαιδευτικό μέσο, το πιο πρωτόγονο, αλλά και, γι’ αυτό, το πιο αποτελεσματικό. Συνοδεύεται από συναισθήματα χαράς με τη νίκη, αγωνίας με τον αγώνα, θλίψης με την ήττα, οργής με την παράβαση των κανόνων. Ασκεί έτσι το παιχνίδι σωματικά, πνευματικά και συναισθηματικά. Ακίνδυνα ερεθίσματα στο παιχνίδι αποτελούν σύμβολα πραγματικών ερεθισμάτων που στην αληθινή ζωή εγκυμονούν κινδύνους.

Θα μπορούσε άραγε η εκπαίδευσή μας να ήταν ένα παιχνίδι; Να πώς βίωσα ως μαθητής πρώτα και ως δάσκαλος αργότερα μια εκπαίδευση που θυμίζει παιχνίδι. Εκπαίδευση σημαίνει να γίνει κάποιος ικανός να κάνει κάτι που δεν μπορούσε να το κάνει πριν εκπαιδευτεί. Μια τάξη από 15-30 μαθητές περίπου έχουν δηλώσει ότι τους ενδιαφέρει το αντικείμενο που διδάσκεται. Τους παρουσιάζονται μια σειρά από καμιά 50ριά θέματα στα οποία μπορούν να γίνουν ικανοί κι ο καθένας δηλώνει ποια περισσότερο τον ενδιαφέρουν. Ανάλογα με τις επιλογές, ο ≪δάσκαλος≫ σχηματίζει το πρόγραμμα. Όλοι μαζί εκπαιδεύονται σε όσα θέματα ενδιαφέρουν τους περισσοτέρους, ενώ κάποιοι λίγοι θα εκπαιδευτούν ιδιαίτερα. Διατίθενται βοηθήματα, κατάλληλα, βιβλία, διαδίκτυο κλπ. Αρχίζουν με μια δοκιμασία απαντώντας γραπτά σε μια σειρά από ερωτήσεις, ώστε να αξιολογηθεί το επίπεδο των ικανοτήτων τους. Δε δηλώνουν το όνομά τους. Αρκεί ένας κωδικός που τον γνωρίζουν οι ίδιοι. Ο αξιολογητής ≪δάσκαλος≫ υπολογίζει τον μέσο όρο και σημειώνει τα λάθη του καθενός για τα οποία λαβαίνει γνώση μόνον ο ίδιος ο μαθητής. Στη συνέχεια τούς τίθεται ένα πρόβλημα πάνω στο πρώτο επιλεγμένο θέμα του προγράμματος. Με την επίβλεψη του ≪δασκάλου≫ διατίθενται ≈4-5 λεπτά για να το σκεφτεί καθένας χρησιμοποιώντας τα βοηθήματά του, κι ύστερα άλλα ≈5 με 10 λεπτά για συζήτηση σε μικρές ομάδες. Τελικά κουβεντιάζεται από όλη την τάξη για ≈10 με 15 λεπτά. Η λύση στο πρόβλημα έχει δοθεί πια από όλους μαζί. Σπάνια χρειάζεται να επέμβει ο ≪δάσκαλος≫. Αν χρειαστεί, τους επισημαίνει πού πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους για να λύσουν μόνοι τους το πρόβλημα. Η εκπαίδευση προχωρεί. Κατά διαστήματα γίνεται αξιολόγηση των επιμέρους θεμάτων πάντοτε ανώνυμα, όπου κάθε μαθητής μαθαίνει τις ανεπάρκειές του και ο ≪δάσκαλος≫ την πρόοδο της τάξης. Η (προ)τελική αξιολόγηση γίνεται με τις ίδιες ερωτήσεις που είχαν τεθεί στην αρχή. Η μέση διαφορά δείχνει την πρόοδο της τάξης και μαρτυρεί τον βαθμό που παίρνει ο ≪δάσκαλος≫. Όπως φάνηκε, αυτός δε ≪διδάσκει≫ μεταδίδοντας γνώσεις, αλλά οργανώνει τη βελτίωση των ικανοτήτων των μαθητών του. Αυτό είναι εκπαίδευση-παιχνίδι. Η μάθηση κουράζει, αλλά είναι ευχάριστη, εφόσον δε συνδέεται με ποινή. Κάποια τελική αξιολόγηση θα γίνει επώνυμα, για να πιστοποιεί στην κοινωνία ότι ο πτυχιούχος είναι ικανός να εκτελεί τις προσδοκώμενες από αυτόν πράξεις. Δεν είναι πια παιχνίδι. Είναι ποινική.

Τέτοια εκπαίδευση αποθαρρύνει τον ανταγωνισμό. Δεν ταπεινώνει χαμένους. Δίνει όμως την ευκαιρία με διαρκείς συζητήσεις να αναδειχθούν οι ≪άριστοι≫, με τις ηγετικές ικανότητες, όχι με ανταμοιβές ή ποινές, αλλά με καθολική, σιωπηρή συνήθως, αλλά σαφή, αναγνώριση. Κι ο ≪δάσκαλος≫ είναι φίλος, όχι φόβητρο, προετοιμάζοντας, σαν φροντιστής, για την ποινική αξιολόγηση.

 

* Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

ΣΥΡΡΑΚΟ

156. Συρράκο

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 20 Σεπτεμβρίου 2017

Μ΄ αρέσουν τα παραμύθια. Την ιστορία που θα σας αφηγηθώ την άκουσα προφορικά από Ηπειρώτες. Μοιάζει παραμύθι. Ενέχει όμως πολλή ιστορία. Δεν επιδίωξα να την επαληθεύσω μην τύχει και μου τη χαλάσουν, τόσο ωραία μου φάνηκε. Και μοναδικά δραματική.

Επισκέφθηκα το Συρράκο πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια. Ήταν ένα έρημο χωριό με πανέμορφα αρχοντικά. Βρίσκονταν εκεί 3 άνθρωποι, ένας Έλληνας, δύο Αλβανοί που κάτι χτίζανε ή μάλλον επιδιόρθωναν. Από άλλους άκουσα την ιστορία του. Και πριν από λίγες μέρες διάβασα το συγκλονιστικό νέο στο Facebook.

Το Συρράκο χτίστηκε το 15ο αιώνα από βλαχόφωνο πληθυσμό και άνθισε οικονομικά και πνευματικά. Είχε 3-4 γιατρούς όταν τα Ιωάννινα είχαν μόνον ένα. Από το Συρράκο κατάγονταν ο Ι.Κωλέττης, γιατρός, αγωνιστής και πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο αγωνιστής και ποιητής Γ.Ζαλοκώστας, ο ποιητής Κ.Κρυστάλλης και άλλοι επιφανείς άνθρωποι. Ο πληθυσμός του ήταν γύρω στις 3000 άτομα, σπάνιο φαινόμενο στο ύψος των 1150 μέτρων που είναι χτισμένος ο οικισμός.

Η άνθισή του οφειλόταν στην ασυνήθιστη ταξική διαίρεση του πληθυσμού με την αγαστή συνεργασία τους. Ήταν οι τσοπαναραίοι και οι ραφτάδες. Οι τσοπαναραίοι έβοσκαν γιδοπρόβατα. Πουλούσαν το μαλλί στους ραφτάδες κι αυτοί έφτιαχναν υφάσματα που τα διοχέτευαν σ΄ όλο τον κόσμο. Οι ραφτάδες ήταν βέβαια πιο αστικοποιημένοι. Η ταξική διαίρεση ήταν πολύ βαθιά, τόσο, που δεν γίνονταν γάμοι μεταξύ τσοπαναραίων και ραφτάδων. Ωστόσο, η αμοιβαία εξάρτησή τους τούς έκανε να ζουν αρμονικά. Και ξαφνικά, το 1910 ήλθε η σωτήρια απελευθέρωση. Κι αυτή ήταν το θανάσιμο πλήγμα για τους Συρρακιώτες. Άνοιξαν οι δρόμοι με την ελεύθερη Ελλάδα και το μαλλί άρχισε να φθάνει στους ραφτάδες πιο φθηνό από το αν το αγόραζαν από τους τσοπαναραίους. Ξεκίνησαν οι έριδες. Η αντιπαλότητα έφθασε στα άκρα, στα πρόθυρα του εμφύλιου σπαραγμού. Και τότε έγινε κάτι πρωτοφανές. Συγκεντρώθηκαν στην πλατεία, συζήτησαν και αποφάσισαν να «αυτοκτονήσει» το χωριό. Όλοι ανεξαιρέτως οι Συρρακιώτες, τσοπαναραίοι και ραφτάδες, εγκατέλειψαν το χωριό τους. Με τα πλούτη του, τα πανέμορφα πέτρινα αρχοντικά του, τη μακρά ιστορική και πολιτιστική παράδοσή του, τις αναμνήσεις του. Εγκατέλειψαν το χωριό και τα όνειρα και τα μίση τους όλοι και δεν ξαναγύρισαν. Τα τελευταία χρόνια, όπως ανέφερα παραπάνω, άρχισαν οι απόγονοί τους, σκόρπιοι κυρίως στην Πρέβεζα και στην Αθήνα, να αναπαλαιώνουν την πλούσια παράδοση του τόπου τους.

Και να η επόμενη έκπληξη που διάβασα στο Facebook στις 31 Αυγούστου. «Μνήμη στοιχειωμένη. Αυτό που έγινε στο Συρράκο τον Αύγουστο του 2017 να τιμήσουν ανεξαρτήτως, όλους όσους φονεύτηκαν τη περίοδο 1940-50, μπορεί να είναι η απαρχή για έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης… Η πρωτοβουλία του Συνδέσμου Συρρακιωτών Πρέβεζας, ωστόσο, υπερβαίνει αυτή την αντίληψη. Κατέγραψαν τους νεκρούς του χωριού τους, Συρράκου. Της δεκαετίας 1940-1950. Εκείνους που δεν μνημονεύονται. Αυτούς που εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς στην Καισαριανή και τη Μουσιωτίτσα. Αυτούς που εκτελέστηκαν στην Παργινόσκαλα ή στη δίκη της Πρίντζου στα Γιάννενα. Αυτούς που σκοτώθηκαν στις εμφύλιες συγκρούσεις της Κατοχής. Και αποφάσισαν να τους τιμήσουν. Να τους αναγνωρίσουν το δικαίωμα της δημόσιας ύπαρξής τους. Ως νεκρών. Πλάι στους νεκρούς του Εθνικού Στρατού στη διάρκεια του Εμφυλίου. Και κάτι ακόμη σημαντικότερο. Συμπεριέλαβαν στην τοπική μνήμη και τους πολίτες που έπεσαν τυχαία θύματα της εμφύλιας βίας. Είναι μια διαφορετική ερμηνεία για την Ιστορία. Που δεν γράφεται μόνο από όσους πολεμούν. Από όσους χύνουν το αίμα τους στην εμπροσθοφυλακή. Είναι και τα αθώα θύματα. Οι πολίτες, οι μη στρατεύσιμοι, που βρέθηκαν σε λάθος θέση μια συγκεκριμένη στιγμή.»

Δυο συγκλονιστικά γεγονότα από τον ίδιο πληθυσμό του ίδιου μοναδικού χωριού: να αποφύγουν τον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό με κάθε θυσία, ακόμη και καταδικάζοντας σε θάνατο το ίδιο το χωριό τους. Και να τιμήσουν τους νεκρούς κάθε παράταξης, ανεξάρτητα από το πού ήταν τοποθετημένοι, όλα τα θύματα του εμφύλιου σπαραγμού. Χωρίς να ζητούν να βρουν ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο. Στον εμφύλιο πόλεμο όλοι έχουν άδικο. Δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Όλοι είναι ηττημένοι. Σε κάθε πόλεμο όλοι βρίσκονται σε άμυνα. Όχι, δεν πρέπει να ξεχνάμε, πρέπει να συγχωρούμε ενθυμούμενοι. Όχι επιλεκτικά. Όχι κρίνοντας («μη κρίνετε ίνα μη κριθείτε», Μτ. 7, 1-5). Αλλά τιμώντας, διότι όλοι πολεμούσαν για ένα ιδανικό. Ή διότι δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς. Και θρηνώντας, διότι όλοι ήταν αθώα θύματα.

Η παραπάνω ιστορία μου θύμισε μιαν άλλη. Προσωπική, όχι ομαδική αυτή τη φορά. Γερμανία. Κοντά σε ένα διάσημο καθηγητή έχουν συγκεντρωθεί για μετεκπαίδευση η αφρόκρεμα των Ελλήνων νέων της εποχής. Ένας έγινε αργότερα καθηγητής βυζαντινής ιστορίας σε Ελληνικό πανεπιστήμιο, μία έγινε Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, ένας έγινε αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας (νομίζω), ένας έγινε φιλόλογος ζωντανεύοντας στη σύγχρονη γλώσσα τους προσωκρατικούς φιλοσόφους κλπ. Ο ίδιος ο καθηγητής δάσκαλός τους έγινε Πάπας Ρώμης. Από το φίλο μου καθηγητή άκουσα την ιστορία. Ο ιερωμένος της παρέας ήταν από την Κρήτη. Παιδάκι, είδε μπροστά στα μάτια του Γερμανούς να σφάζουν την οικογένειά του. «Καλά και με τέτοια εμπειρία, πώς άντεξες να έλθεις στη Γερμανία για μετεκπαίδευση;» απόρησε ο φίλος μου. «Δεν καταλαβαίνεις. Άλλο είναι να θυμάσαι κι άλλο να συγχωρείς!».

Η μνήμη είναι το έργο των ιστορικών. Εκτός από την αφήγηση των γεγονότων που αξίζουν ως ευκλεή να μη λησμονηθούν, αναζητούν και τις αιτίες τους, κατά τον Ηρόδοτο, όχι τους αιτίους. Τους αιτίους τους αναζητά η αστυνομία και η δικαιοσύνη. Αν κρίνουμε τα πρόσωπα και όχι τις πράξεις, κι εμείς θα κριθούμε, λέει ο Ματθαίος. Άλλο είναι να μου πει κάποιος πως λέω ανακρίβειες αξιολογώντας την πράξη μου κι άλλο να με πει ψεύτη κρίνοντας εμένα. Αντίθετα από τους ιστορικούς, ποικίλοι άλλοι που ασχολούνται με το παρελθόν, κυρίως πολιτικοί αλλά και πλήθος διανοουμένων και μη, από το παρελθόν αναπολούν τα συναισθήματά τους και από αυτά αναδομούν τα γεγονότα. Οφείλομε να θυμόμαστε, αλλά και να συγχωρούμε. Δεν ωφελεί να αποσιωπούμε τι έκαναν οι Γερμανοί, οι Τούρκοι, σε μας ή εμείς σε κείνους, οι δεξιοί στους αριστερούς και οι αριστεροί στους δεξιούς. Η μνήμη μπορεί να επιβληθεί, η λήθη όχι. Να θυμόμαστε. Και να συγχωρούμε. Σαν τους αξιοθαύμαστους Συρρακιώτες. Και τον κληρικό στη Γερμανία.

Αυτή, η Χριστιανική, κάθαρση είναι η μόνη που μπορώ να δω στη μαύρη παράδοση (με ελάχιστα φωτεινά διαλείμματα) της πατρίδας μας αφότου ελευθερωθήκαμε. Να το σύνθημα: «Ο Λαός δεν ξεχνά/όσο λάμπει ο ήλιος/τι σημαίνει εμφύλιος».

 

ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΨΗ Τρόποι αλλαγής και εξέλιξης

Δημ. Α. Σιδερής*

Ηπειρωτικός Αγών, 16 Σεπτεμβρίου 2017

 

«ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ» και «Πόλεμος πάντων πατήρ» έλεγε ο πιο ανοιχτομάτης από τους αρχαίους, ο Ηράκλειτος. Και η κοινωνία διαρκώς εξελίσσεται. Από την αγελαία ζωή στην κοινωνική, όπου μεριμνούν τα μέλη της για τη δημιουργία αποθεμάτων αγαθών επιτελώντας διαφορετικό έργο το καθένα· και τελικά στην πολιτική ζωή, όπου τους κοινωνικούς νόμους τους αποφασίζει ο ίδιος ο πολίτης. Όσο ζούσε σε αγέλες ο άνθρωπος αναζητούσε την τροφή του, φυτική και ζωική, έτοιμη στη φύση. Η φωτιά, το τόξο και ο τροχός τον έκαναν βασιλιά των ζώων, ικανό να ζει παντού, να βρίσκει εύκολα την τροφή του και να αμύνεται κατά των φυσικά ισχυροτέρων. Ωστόσο, η φύση ταλαντώνεται με εναλλαγές αφθονίας και ένδειας. Η εξέλιξη σε κοινωνία του επέτρεψε με τα αποθέματα που δημιουργούσε να επιβιώνει στην ένδεια. Έφερε όμως τη βία μεταξύ των ανθρώπων, ενώ στα αγελαία ζώα δεν υπάρχει βία μεταξύ ζώων του ίδιου είδους. Νοιαζόταν όχι μόνο να χορτάσει την πείνα του, αλλά και να μην πεινάσει αύριο, δημιουργώντας αποθήκες (κεφάλαιο).

Πώς γίνονταν όλες αυτές οι αλλαγές; Μερικές φορές με άθροιση γνώσεων που μεταδίδονταν από τον ένα στον άλλο κι από τη μια γενιά στην επόμενη, χάρη στον ανθρώπινο λόγο. Βραδείες αλλαγές. Στις γνώσεις αυτές είχαν πρόσβαση ευκολότερη οι άρχοντες, όχι το σύνολο. Και εμφανίσθηκαν οι πολιτικές ταλαντώσεις. Η βούληση των αρχόντων (νόμοι) βαθμιαία απομακρυνόταν από τη βούληση της συνολικής κοινωνίας (ηθική). Όταν η διάσταση μεταξύ νόμου και ηθικής αποκτούσε ορισμένο μέγεθος, γινόταν μείζων μεταβολή. Κι έπαιρνε το χαρακτήρα που της απέδιδε ο Ηράκλειτος: πόλεμος, βία.

Στις πιο τυπικές περιπτώσεις, η πολιτική ταλάντωση συμβαδίζει με την οικονομική. Η παραγωγή αγαθών αυξάνεται βαθμιαία, οι κάτοχοι των μέσων παραγωγής πλουτίζουν, αυξάνονται και τα έσοδα των εργαζομένων, αλλά λιγότερο. Ώσπου φθάνει η στιγμή του κόρου. Οι περισσότεροι έχουν αγοράσει τα παραγόμενα αγαθά, όσα παράγονται δεν πουλιόνται, οι εργοδότες αναγκάζονται να απολύσουν εργαζομένους, χωρίς έσοδα αυτοί αγοράζουν ακόμη λιγότερο και να ο φαύλος κύκλος. Κάτι ανάλογο γίνεται κι όταν η παραγωγή είναι μικρότερη από τη ζήτηση. Τα προϊόντα ακριβαίνουν, αποθαρρύνεται η ζήτηση ενώ ενθαρρύνεται η παραγωγή ως μια κρίσιμη τιμή. Όταν η ακρίβεια γίνει ανυπόφορη, αρχίζουν οι διαμαρτυρίες που καταλήγουν σε βία που αντιμετωπίζεται με κρατική κατασταλτική βία που με τη σειρά της αυξάνει τη βία των διαμαρτυρομένων. Τώρα αντιδρούν όχι μόνο στην ακρίβεια, αλλά και στην κρατική βία. Η βία γεννά βία.

Η βία κλιμακώνεται. Αρχίζει με λεκτικές διαμαρτυρίες. Κάποια στιγμή εμφανίζονται κλιμακούμενες πράξεις. Απεργίες, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια, πράξεις βίας με καταστροφές καταστημάτων, εργοστασίων, αλλά και ανθρώπινα θύματα. Η κρίση έχει επέλθει, καθώς σε όλα αυτά το κράτος απαντά με κατασταλτική βία, στην οποία οι διαμαρτυρόμενοι απαντούν με κλιμακούμενη βία. Μια παραλλαγή είναι η εξής. Το κράτος αφήνει να εκδηλώνεται η καταστρεπτική βία, ώστε το κοινό να ενοχλείται και να στρέφεται κατά των διαμαρτυρομένων. Δίκοπο μαχαίρι, διότι όταν εμφανισθούν ανθρώπινα θύματα, η κοινή γνώμη στρέφεται συνήθως κατά του κράτους και όχι κατά των διαμαρτυρομένων.

Αφού μιλάμε για «κλιμακούμενη» βία, εννοούμε μια ποσότητα, που, ωστόσο, είναι δύσκολο να μετρηθεί. Ένας μετρήσιμος δείκτης της διάστασης μεταξύ νομιμότητας και ηθικής, μεταξύ βούλησης των αρχόντων και των αρχομένων είναι το ποσοστό της αποχής στις εκλογές. Αν πραγματικά το κοινό θεωρεί ότι κανένας από τους υποψηφίους δεν το ικανοποιεί, μπορεί να ψηφίσει λευκό. Νόμιμα και ωραία. Αν όμως απέχει, αυτό είναι μια νόμιμη πράξη διαμαρτυρίας κατά του συστήματος, όχι κατά των υποψηφίων. Όπως κάθε μετρήσιμο μέγεθος, έτσι και η μέτρηση της αποχής έχει σφάλμα. Μεταβολές δημογραφικές, μεταναστεύσεις κλπ επηρεάζουν σημαντικά τα ποσοστά της αποχής. Ωστόσο, αν παρατηρείται σε διαδοχικές εκλογές μια σταθερή αύξηση της αποχής, αυτό κάτι σημαίνει. Για τριάντα χρόνια (1974-2004) η αποχή στην Ελλάδα κυμάνθηκε μεταξύ 18% και 25%. Έκτοτε, ανέρχεται σταθερά από τη μια εκλογική αναμέτρηση στην άλλη ως 44% στις τελευταίες εκλογές. Η αποχή, εκτός από το ότι σημαίνει απόρριψη του συστήματος μάλλον παρά των υποψηφίων, αποτελεί πράξη υπεύθυνη, καθώς παύει να είναι ανώνυμη διαδικασία. Η αποχή της αριστεράς το 1946 επέτρεψε στην αστυνομία να ελέγξει ποιοι δεν είχαν ψηφίσει βλέποντας τα εκλογικά τους βιβλιάρια και να σχηματίσει τους καταλόγους των αριστερών και «συνοδοιπόρων» με όλες τις συνέπειες.

Όλες οι πράξεις διαμαρτυρίας, συμπεριλαμβάνοντας τη νόμιμη αποχή, ως και τον εμφύλιο πόλεμο, ενέχουν ένα σοβαρό κίνδυνο. Αν οι διαμαρτυρίες ηττηθούν, ο κίνδυνος είναι προφανής. Η κακή κατάσταση (εννοώ σημαντική διάσταση μεταξύ νομιμότητας και ηθικής) που οδήγησε στην αναταραχή παγιώνεται με κατασταλτικά μέσα και με επίφαση νομιμότητας. Αλλά και αν νικήσουν, προκύπτει το πρόβλημα «εντάξει, καταργήσαμε την απαράδεκτη κατάσταση. Και τώρα τι κάνομε;» Η μετάπτωση από την κακή κατάσταση σε ακόμη χειρότερη αναρχία είναι ο κίνδυνος που καιροφυλακτεί. Ο μεγαλύτερος εχθρός της δημοκρατίας είναι η αναρχία. Όπως ο μεγαλύτερος εχθρός της αριστεράς είναι ο αριστερισμός και του φιλελευθερισμού ο νεοφιλελευθερισμός.

Σημαντικό ρόλο μπορούν να παίξουν οι διανοούμενοι. Κάποιοι προβλέπουν τις δυσμενείς συνέπειες είτε οι διαμαρτυρίες νικήσουν, είτε ηττηθούν και καλόπιστα προσπαθούν να συγκρατήσουν τους ατίθασους. Μάταιο. Η κακή κατάσταση συνεχίζει να μεγεθύνεται και θα καταλήξει σε έκρηξη μεγαλύτερης βίας. Άλλοι πιστεύουν πως με τη λογική θα μπορούσαν να πείσουν την άρχουσα τάξη να συμβιβαστεί. Ουτοπικό! Είναι άλλοι που αναλύουν τις αιτίες της κακοδαιμονίας. Μπορεί να φταίνε οι άρχοντες, μπορεί οι αρχόμενοι (χρειάζεται παιδεία που συνήθως δεν καθορίζεται ή ψυχανάλυση του όχλου κ.λπ). Πολύτιμες οι σκέψεις που προβάλλουν, αλλά δεν οδηγούν πουθενά. Είναι εκείνοι που καταδικάζουν πράξεις, συνθήκες, συνήθειες και όχι πρόσωπα. Καλή προσπάθεια, διότι, ενώ επισημαίνει αιτίες, δεν προκαλεί σημαντικές αντιδράσεις, αφού λείπει η επίθεση σε πρόσωπα. Είναι, τέλος, και εκείνοι που ονειρεύονται και σχεδιάζουν ένα διάδοχο κόσμο. Στην καλύτερη περίπτωση, συνδυάζουν τον σχεδιασμό τους και με προγραμματισμό, σχεδιασμό δηλαδή για το πώς θα επιτευχθεί η αλλαγή. Στην ιστορία είναι σπάνιοι οι ηγέτες που διαθέτουν και τις δύο ικανότητες. Στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, η Φιλική Εταιρεία έπαιξε τέτοιο ρόλο, ηττήθηκε πρόωρα, αλλά οδήγησε στην Επανάσταση.

Ωστόσο, με το πλήθος των σκεπτομένων, από τέτοιες δημιουργικές προτάσεις μπορούν να προκύψουν κοινά στοιχεία που θα αποτελέσουν τον σκοπό της αλλαγής. Όπως στον Διαφωτισμό. Με ικανούς ηγέτες, που αναφύονται συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, αξίζει τότε να αρχίσουμε τον αγώνα για την αλλαγή. Με το ρίσκο και την αβεβαιότητα που περικλείει.

*Ο Δημ. Α. Σιδερής είναι ομότιμος καθηγητής Καρδιολογίας

Αλλαγή

155. Αλλαγή

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Κοινή Γνώμη, 12 Σετεμβρίου 2017

Κάναμε αραιά και πού παρέα στη διάρκεια της χούντας. Είχε αγωνιστικότητα και έδειχνε αυτοθυσία. Η χούντα έπεσε. Νίκησε κάποτε και το σύνθημα της «αλλαγής» κι εκείνος έγινε υπουργός. Μια ξαδέρφη μου πήγε να τον συγχαρεί. «Θα φροντίσουμε με κάθε μέσο να μην βγει ποτέ πια η δεξιά», τη βεβαίωσε, «δε συμφωνείς;» Εκείνη μου το μετέφερε. Φρόντισα να μην τον ξαναδώ ποτέ ούτε να τον ακούσω. Τον είδα όμως: Στην τηλεόραση να καταρρέει στο δικαστήριο από τη δίνη στην οποίαν είχε περιπέσει μπροστά στα μάτια εκατομμυρίων τηλεθεατών. Αυτή ήταν λοιπόν η αλλαγή; Μα ακριβώς αυτό ίσχυε μισό αιώνα περίπου, μόνο που η πρόταση ήταν τότε με «κάθε μέσο να μη βγει ποτέ η αριστερά», αντί της δεξιάς. Τότε μόνο, ο ανόητος – για να μην πω άλλη λέξη – κατάλαβα το αυτονόητο, πως όταν ακούς «αλλαγή» ή άλλο παρεμφερές, να ρωτάς: «αλλαγή, να φύγουμε από την απαράδεκτη κατάσταση που είμαστε, αλλά για να πάμε πού;» Έκτοτε, ακούω με ποικίλους τρόπους την αλλαγή περιφραστικά ή μονολεκτικά. Άκουσα για «απαλλαγή», για «επανίδρυση του κράτους», προπάντων να φύγει αυτός, υπονοείται για νάρθουμε εμείς. Να φύγει ο Κωστάκης για νάρθει ο Γιωργάκης, ο Γιωργάκης για νάρθει ο Αντώνης, ο Αντώνης για νάρθει ο Αλέξης, ο Αλέξης για νάρθει ποιος; Κι όλα θ΄ αλλάξουν τότε. Κι ο ήλιος θα λάμπει. Και θα χαίρεται ο κόσμος και θα χαμογελά, πατέρα. Και τίποτε δεν θα αλλάζει.

Αλλαγή δεν σημαίνει μόνο πως φεύγομε από το Α, αλλά και ότι πάμε στο Β. Όχι απλά αλλαγή μιας λέξη ή ονόματος.

Πώς το βλέπει όμως ένας πολιτικός αρχηγός; Βλέπει κι αυτός, όπως όλοι μας, τη δεινή κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Πρέπει να αλλάξει. Είναι έντιμος. Όσο θυμάμαι τους πολιτικούς μας, δεν ξέρω ούτε έναν που να έφυγε από την πρωθυπουργία πιο πλούσιος από όσο όταν την ανέλαβε. Μόνο που η οποιαδήποτε πραγματική αλλαγή σημαίνει ρίσκο, με αβέβαια αποτελέσματα. Κι αυτό εμείς, οι ψηφοφόροι, δεν το θέλομε. Φοβόμαστε το άγνωστο. Αν μας το πει αυτός, ο έντιμος πολιτικός, εμείς δεν θα τον ψηφίσουμε κι αλλαγή δεν θα έλθει.

Κι όμως, αν δεν φταίνε ούτε οι πολιτικοί ούτε οι ψηφοφόροι, τότε αυτό που πρέπει να αλλάξει είναι το σύστημα. Έστω και με ρίσκο και με αβέβαια αποτελέσματα, αν έχουμε φθάσει σε απαράδεκτο σημείο. Προϋπόθεση είναι να ξέρουμε προς τα πού βαδίζομε, ποιος είναι ο στόχος μας.

Ως τώρα προσπαθούμε να μιμηθούμε τους άλλους, τους επιτυχημένους. Μοιάζει σωστό, αλλά για σκεφθείτε. Σε μια ζούγκλα ή μια αγελαία συνάθροιση εθνών, κυριαρχεί ο ανταγωνισμός, να επιτυγχάνει κάποιος σε βάρος κάποιου άλλου. Παλαίστρα. Δεν είναι άμιλλα στο στίβο, όπου καθένας αγωνίζεται εναντίον ενός στόχου κι όποιος τον πετύχει πρώτος νικάει. Όποιος δεν τον πετύχει αποτυγχάνει, αλλά όποιος τον πέτυχε, όχι όμως πρώτος, δεν είναι ούτε ηττημένος ούτε νικητής. Το να επιδιώκουμε να βρεθούμε μέσα στην αρένα, χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία, όπου πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα θηρία, είναι καθαρή τρέλα. Μια λύση είναι λοιπόν η κατάλληλη προετοιμασία. Κι αυτή απαιτεί εξοντωτικές θυσίες, με ρίσκο και αβέβαια αποτελέσματα. Ποια είναι η προετοιμασία; Πάντως όχι η μίμηση του τι κάνουν οι άλλοι. Οδηγεί στον άνισο ανταγωνισμό.

Η πρόταση που επαναλαμβάνω επίμονα είναι ότι εμείς οι Έλληνες έχομε μοναδικότητα. Είμαστε ο μόνος λαός στην ιστορία που βίωσε τη δημοκρατία με κλήρωση των αρχόντων και μ΄ αυτή μεγαλουργήσαμε. Αρκετοί που, χάρη στη δημοκρατία, αναδείχθηκαν (Πλάτων, Θουκυδίδης, Σωκράτης κλπ), την καταδίκασαν. Ακριβώς όπως καταδίκασαν τη Σοβιετική Ένωση εκείνοι τους οποίους ανέδειξε (Πάστερνακ, Σολτζενίτσυν, Ζαχάρωφ κλπ) και το δυτικό σύστημα εκείνοι που χάρη σ΄ αυτό μεγαλούργησαν (Τσάπλιν, Πικάσο, Μίλλερ κλπ). Μοιάζει να είναι παγκόσμιος νόμος: Ο Οιδίπους σκοτώνει τον πατέρα του, χωρίς να φταίει κανένας από τους δύο. Η δημοκρατία, με κλήρωση των αρχόντων στις δύο από τις τρεις εξουσίες (βουλευτικό, δικαστικό) αποκλείει τις πελατειακές σχέσεις μεταξύ αρχόντων και αρχομένων. Κι αυτές βρίσκονται στο επίκεντρο της σημερινής διαφθοράς και κακοδαιμονίας μας.

Εύλογα αναρωτιέσαι, αναγνώστη μου, μετά από 2-3 αιώνων ελληνική και ευρωπαϊκή εμπειρία, είναι δυνατό να μας κυβερνούν οι αγράμματοι που μπορεί να κληρωθούν ως βουλευτές; Πρώτον η βουλή δεν κυβερνά. Εκφράζει τη βούληση του λαού και αποφασίζει αν δέχεται ή όχι τις εισηγήσεις της κυβέρνησης, έχοντας ακούσει και την αντιπολίτευση. Όπως οι ένορκοι, όχι ο Πρόεδρος ή ο Εισαγγελέας ή ο Συνήγορος, αποφασίζουν για την ενοχή ή όχι του κατηγορουμένου. Δεύτερο, σκέψου, αναγνώστη. Ποιον θεωρείς καταλληλότερο να εκφράζει τον Ελληνικό λαό; Εσένα, εμένα, τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου, το λιμενεργάτη μαζί με όλους τους άλλους που έχουν ίσες πιθανότητες να είναι βουλευτές ή τους εκλεγμένους, όπως οι Τσοχατζόπουλος, Παπαντωνίου, Βουλγαράκης, Μιχαλολιάκος και πλήθος σημερινών και προηγούμενων βουλευτών που εκλέξαμε, αφού τους είχαν προεπιλέξει τα κόμματά τους; Αν θεωρείς ότι οι εκλεγμένοι με τις αναμφισβήτητες γνώσεις και πείρα τους είναι καταλληλότεροι από εσένα, εμένα, τον Πρύτανη, το λιμενεργάτη, όποιον λάχει με ίσες πιθανότητες, τότε, σε παρακαλώ, πάψε να γκρινιάζεις και να ζητάς να τους κρεμάσουν. Αν πάλι νομίζεις πως όλοι αυτοί είναι πιο ακατάλληλοι από όλους εμάς, τότε διάδωσέ το, για να αποκατασταθεί μετά από 2,5 χιλιετίες η δημοκρατία, που δεν έχει πάψει να κυλάει στο αίμα μας ποτέ. Οι εξωτερικοί κίνδυνοι είναι απρόβλεπτοι. Οι εσωτερικοί όμως αθροίζονται όσο μεγαλώνει η διάσταση μεταξύ νομιμότητας, (βούλησης των αρχόντων) και ηθικής (βούλησης της κοινωνίας). Από όλα τα πολιτεύματα μόνον η δημοκρατία έχει την ελάχιστη δυνατή διαφορά μεταξύ νομιμότητας και ηθικής. Μόνον η δημοκρατία, με κλήρωση των βουλευτών, αποκλείει τις πελατειακές σχέσεις.

Η κοινωνία σήμερα είναι πιο πολύπλοκη από παλιά. Η εκτελεστική εξουσία απαιτεί ειδικευμένες γνώσεις. Γι΄ αυτό οι πρόγονοί μας εξέλεγαν την εκτελεστική εξουσία, (στρατηγούς) και μερικούς άλλους και διόριζαν όποιους όπου χρειαζόταν. Το ίδιο κι εμείς σήμερα είμαστε αναγκασμένοι να εκλέγουμε την κυβέρνηση και να διορίζουμε τα κατάλληλα πρόσωπα στις κατάλληλες θέσεις, αλλά πάντοτε την απόφαση την παίρνομε εμείς, το κληρωμένο δείγμα από εμάς, η βουλή.

Το ενδεχόμενο να παρασυρθεί η κληρωμένη βουλή από δημαγωγούς υπάρχει. Μπορεί να περιορισθεί για θέματα με μακροπρόθεσμες συνέπειες με την παράλληλη λειτουργία μιας γερουσίας αποτελούμενης από τέως επικεφαλής των τριών εξουσιών. Από την άλλη, η εκλεγμένη βουλή, αντίθετα από την κληρωμένη, είναι υποχρεωτικό, όχι ενδεχόμενο, να πειθαρχεί στα κόμματα, όχι σ΄ εμάς. Τι προτιμάτε;

 

Τρίτη άποψη Διαπαιδαγώγηση

Δημ. Α. Σιδερής*

Ηπειρωτικός Αγών, 9 Σεπτεμβρίου 2017

ΔΙΑΒΑΖΩ στο facebook. Έχω ξαναγράψει τους φόβους μου, αλλά δεν έχω ησυχάσει. Όλο και πιο συχνά και επιτακτικά εισάγεται στο σχολείο η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Καλό ή κακό; Και τι θα πει καλό ή κακό; Για ποιον; Για το παιδί ή για την κοινωνία; Διάβασα σχετικό άρθρο του Independent. Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση έχει εισαχθεί στα σχολεία. Ως πρόσφατα οι γονείς μπορούσαν να μην επιτρέπουν στα παιδιά τους να παρακολουθούν το μάθημα. Με τον νέο νόμο αυτό το δικαίωμα αφαιρείται από τους γονείς. Σωστό ή λάθος;

Η θρησκευτική διαπαιδαγώγηση είναι ένα άλλο λεπτό ζήτημα, καθώς οι θρησκευτικές ακρότητες και βία γιγαντώνονται τις τελευταίες δεκαετίες.

Γενικότερα είναι σωστή ή λάθος η υποχρεωτική παιδεία ως μια ηλικία; Το σχολείο προσφέρει εκπαίδευση, παιδεία, αλλά και πλύση εγκεφάλου. Σε μια φυσική αγέλη ή και ανθρώπινη κοινωνία, το παιδί μαθαίνει πρώτα από τους γονείς του, ιδίως τη μητέρα, έπειτα από τα άλλα παιδιά με τα οποία συναγελάζεται (παίζει), αλλά και από άλλους ενήλικες της αγέλης/κοινωνίας. Μάθηση είναι η απόκτηση εξαρτημένων αντανακλαστικών. Κι αυτά στηρίζονται κυρίως στη μίμηση και στη συμπληρωματική δράση. Σε πιο προχωρημένο στάδιο, το άτομο μπορεί να ενεργεί αυτόβουλα, παρακινούμενο από ταλαντώσεις των λειτουργιών του (π.χ. περιοδική πείνα, όρεξη για έρωτα κ.λπ.) και μαθαίνει από τις αντιδράσεις του περιβάλλοντός του. Αυτές μπορεί να είναι επιδοκιμαστικές ή αποδοκιμαστικές. Μπορούν να είναι άμεσες συνέπειες των ενεργειών του ατόμου ή επιβαλλόμενες από το περιβάλλον του, οπότε πρόκειται για ανταμοιβή ή τιμωρία. Η υποχρεωτική εκπαίδευση επιβάλλεται. Ο μαθητής υποχρεώνεται να μαθαίνει με βραβεία και με ποινές, συχνότερα το δεύτερο: «Παιδεύεται» για να μάθει, με τη διπλή έννοια του «παιδεύεται». Φυσικά, από ένα στάδιο και πέρα, η προσωπική ικανοποίηση ή απογοήτευση από τα αποτελέσματα της ίδιας της προσπάθειας είναι που καθοδηγεί τη μάθηση του παιδιού.

Καλή είναι γενικά μια εκπαίδευση που μαθαίνει πρώτιστα στο παιδί πώς να επιβιώνει. Οι προκλήσεις της εκπαίδευσης και της άσκησης, αντίθετα από τις φυσικές προκλήσεις, έχουν περιορισμένη ένταση. Η πολυπλοκότητα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων λαβαίνει υπόψη της τις ικανότητες των παιδιών, ανάλογα με την ηλικία τους, αλλά αυτό αποτελεί αδρό μέσον όρο, καθώς κάθε παιδί είναι μια διαφορετική περίπτωση, που μάλιστα αλλάζει ταχέως από τη μια μέρα στην άλλη. Σχολεία που επιδιώκουν την άνευ όρων αριστεία προσαρμόζουν τα προγράμματά τους στις δυνατότητες των παιδιών με τις ανώτερες πνευματικές και σωματικές ικανότητες.

Η ανάγκη της υποχρεωτικής παιδείας προέκυψε από τη βούληση της κοινωνίας να δημιουργεί, δεύτερο, πολίτες κατάλληλους γι’ αυτήν. Στην πατρίδα μας δεν είναι εξίσου υποχρεωτική για όλους, αφήνοντας ένα μικρό περιθώριο για βέτο των γονιών. Το παιδί κάποιου μπορεί να μην ανήκει στην επικρατούσα θρησκεία, αλλά στο σχολείο διδάσκεται μόνον αυτή στο μάθημα των θρησκευτικών. Το παιδί του θα μάθει τη θρησκεία των γονιών του με τρόπο κοινωνικά ανεξέλεγκτο, από αυτούς, τον αντίστοιχο ιερέα κ.λπ., αλλιώς δεν αποκτά θρησκευτική συνείδηση. Είναι όμως προς το συμφέρον της κοινωνίας μας αυτή η διάκριση; Μια αντικατάσταση του μαθήματος των θρησκευτικών με μάθημα θρησκειολογίας υποχρεωτικό για όλα τα παιδιά και διδασκόμενο από θεολόγο πτυχιούχο αναγνωρισμένης σχολής ανεξάρτητα από τη θρησκεία του και με βοηθήματα αναγνωρισμένα από το κράτος έχει δοκιμασθεί κατά καιρούς και έχει επιτύχει μείωση των θρησκευτικών εντάσεων.

Το άλλο μεγάλο πρόβλημα είναι η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Υποχρεωτική; Αν δεν είναι υποχρεωτική, το παιδί θα την αποκτήσει με δύο τρόπους. Ο ένας είναι η βιολογική ανάπτυξή του. Κάποια στιγμή, χωρίς καμιά παρέμβαση, θα αρχίσουν οι ονειρώξεις, η περίοδος στο κορίτσι κ.λπ., θα ακολουθήσει, χωρίς ιδιαίτερη εκπαίδευση, η αυτοϊκανοποίηση. Από κει και πέρα, θα έλθει η «εκπαίδευση» από συντρόφους, φίλους του ίδιου ή αντίθετου φίλου, παρόμοιας ή συχνά μεγαλύτερης ηλικίας, με συνέπειες για ολόκληρη τη ζωή. Όταν οι άνθρωποι ζούσαν κοντά στη φύση βόσκοντας ζώα και καλλιεργώντας φυτά, η εκπαίδευση βοηθιόταν με φυσικό τρόπο σαν μίμηση της φύσης. Η αυξημένη θνησιμότητα τότε, κυρίως από επιδημίες, παρακινούσε για γόνιμο ζευγάρωμα των νέων μόλις περνούσαν την ήβη και πρόβλημα ουσιαστικό δεν υπήρχε. Οι συστηματικές εκτροπές από το γόνιμο ζευγάρωμα (ομοφυλοφιλία, «γεροντοκορισμός» κ.λπ.), αποδοκιμάζονταν έντονα κοινωνικά, έτσι που αποτελούσαν κοινωνικές εξαιρέσεις. Εξαιρούνταν ειδικές κοινωνίες, όπως μοναστήρια, φυλακές, στρατώνες κ.λπ. Η κοινωνία ασκούσε τον έλεγχό της με εργαλείο το γάμο. Είμαστε όμως ικανοποιημένοι από την παρούσα κατάσταση στο αστικό περιβάλλον που ζούμε; Είναι κοινωνικά ανεξέλεγκτη. Η εναλλακτική λύση είναι η υποχρεωτική εκπαίδευση στο σχολείο. Ναι, αλλά τα παιδιά ανήκουν στους γονείς τους ή στην κοινωνία; Φυσικά, τα παιδιά δεν ανήκουν. Ωστόσο, κάποιος έχει την ευθύνη της προστασίας τους, ώσπου να ενηλικιωθούν. Και πάλι το ερώτημα είναι ποιος έχει την ευθύνη, οι γονείς ή η κοινωνία;

Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση έχει ιδιαίτερα δύσκολες πτυχές. Η έναρξή της πριν από την ήβη δεν μπορεί να έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, καθώς δεν έχουν αναπτύξει τα παιδιά τα αντίστοιχα βιολογικά εφόδια. Οι εκπαιδευτικές μέθοδοι περιλαμβάνουν γενικά κυρίως γνωστικά στοιχεία, στα οποία υπάγονται κατάλληλα βιβλία με εικονογράφηση, προβολές ταινιών κ.λπ., αλλά και κατάλληλη άσκηση. Η άσκηση στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση μπορεί να είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη με σημαντικές συνέπειες για τη ζωή του παιδιού και επομένως στην παρούσα φάση θα θεωρούσα ότι είναι απαράδεκτη. Παρόμοια είναι η θέση μου για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση με οποιοδήποτε ρεαλιστικό μέσο. Η απουσία ελεγχόμενης κοινωνικής διαπαιδαγώγησης στο σχολείο από την άλλη, είναι ακόμη πιο επικίνδυνη, καθώς ελλοχεύουν οι γνωστοί κίνδυνοι από αφροδίσια νοσήματα, ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, βία που συχνά συνδυάζεται με την ανεξέλεγκτη σεξουαλική πράξη, απόκτηση ασυνήθιστων έξεων κ.λπ.

Θεωρώ, γενικά, ότι οι περισσότερο συναισθηματικές περιοχές του ανθρώπου, ιδίως στην ανώριμη ηλικία, αφορούν, πνευματικά μεν τη θρησκεία, σωματικά δε τη γενετήσια συμπεριφορά. Η υποχρεωτική διαπαιδαγώγηση σ’ αυτούς τους τομείς από την κοινωνία θεωρώ προσωπικά ότι είναι απαραίτητη. Η παγερά γνωστική φύση της εκπαίδευσης και στους δύο τομείς, που έχουν έντονη συναισθηματική φόρτιση, είναι ο σωστός τρόπος για να μην υπάρξουν ανεπιθύμητες ενέργειες στον μελλοντικό πολίτη. Ο άλλος έντονα συναισθηματικός τομέας της εκπαίδευσης αφορά τη δημιουργία πολιτών με εθνική συνείδηση, τουλάχιστον όσο εξακολουθούν να υπάρχουν κοινωνίες δομημένες σε κράτη-έθνη. Ακόμη και σ’ αυτά τα πλαίσια, ίσως η εκπαίδευση οφείλει να είναι κυρίως γνωστική, αφήνοντας την τόνωση του συναισθηματισμού στη μετέπειτα φάση, τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, όταν ο ώριμος νέος θα υπηρετεί μια κοινωνική θητεία με κεντρικό άξονα την άμυνα της πατρίδας.

* Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι ομ. καθηγητής Καρδιολογίας

 

20ος ΑΙΩΝΑΣ. Η ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ

Κοινή Γνώμη 5 Σεπτεμβρίου 2017

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθηγητής καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

Όλα ήταν ωραία, με τάξη, όπως όριζε ο Θεός. Δεν έχει σημασία πως κανείς ποτέ δεν Τον είδε και κανείς ποτέ δεν Τον άκουσε. Τον εξέφραζαν οι εκπρόσωποί Του στη γη, με την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος. Αδιάφορο αν αυτοί διαφωνούσαν πάνω σε θέματα που ήταν αδύνατο να αποδείξουν. Ο κόσμος ακολουθούσε όποιον είχε συνηθίσει να ακολουθεί. Το χάσμα διευρυνόταν. Αιρέσεις, σχίσμα, διαμαρτυρόμενοι ποικίλων ειδών και η αμφιβολία φούντωνε.

Στη σκοτισμένη Δύση που διατηρούσε κάποια ελευθερία άρχισαν να αναφαίνονται φώτα χαμένα στο Ελληνικό παρελθόν, φερμένα από Άραβες και φυγάδες του Βυζαντίου. Ο λαμπρός κόσμος του ελληνικού πνεύματος και της ομορφιάς άρχισε ξανά να λάμπει και να φωτίζει το σκοτεινό περιβάλλον του Μεσαίωνα. Η Αναγέννηση. Άρχισαν να μιμούνται στη Δύση τους Έλληνες σε όλα τα ζητήματα, εκτός από Ένα, το πιο σημαντικό.

Σιγά σιγά τα μυαλά πήραν αέρα, Η τυφλή πίστη στα θέσφατα του κλήρου σειόταν με πολλά Ρίχτερ. Τα πάντα μπορούσαν να ερμηνευθούν παρακάμπτοντας τη θεϊκή παρέμβαση. Θρίαμβος της Λογικής. Πλάτων και Αριστοτέλης. Δεν δεχόμαστε πια ό,τι έλεγαν οι ιερείς, αλλά ό,τι βρισκόταν στη διασταύρωση θεωρίας με εμπειρία, νοητού με αισθητό, υπόθεσης με παρατήρηση. Διαφωτισμός. Όλη αυτή η εξέλιξη του πνεύματος συνοδευόταν από κοινωνικές αλλαγές που ήταν συμβατές με την επικρατούσα ιδεολογία. Η μοναρχία, βασιλεία, αυτοκρατορία κλπ, ταίριαζε με τον Ένα και μοναδικό Θεό. Οι αυτονομήσεις σε αιρέσεις κλπ ταίριαζαν με τη φεουδαρχία. Ο Διαφωτισμός ταίριαζε με την αστική ρεπούμπλικα, αρχίζοντας από τη Γαλλία. Κανένας δεν μπορεί να πει αν οι ιδέες καθοδηγούσαν τις κοινωνικές πράξεις ή το αντίθετο, δυνάμεις δηλαδή κοινωνικές καθόριζαν τις μεταβολές κι αυτές αντικατοπτρίζονταν στη μια ή στην άλλη ιδεολογία.

Κι ήλθε ο 20ός αιώνας. Η αστική ρεπούμπλικα είχε εκφυλισθεί σε αποικιοκρατία που ήταν ασύμβατη με τις ιδέες που έφεραν την αστική ρεπούμπλικα. Κι οι σοφοί άρχισαν να ψυχανεμίζονται, ότι η αλαζονεία του ανθρώπου που είχε φτάσει να πιστεύει πως ελευθερώθηκε από τη δεσποτεία της θρησκείας, μετέπιπτε στην τυραννία της λογικής. Η Ενιαία Λογική πήρε τη θέση του Ενός Θεού.

Η λογική. Το Α είναι Α και δεν είναι Μη-Α. Πλάτων και Αριστοτέλης. Ναι, μα ξεθάφτηκε κι ο Ηράκλειτος. Δεν μπορείς να μπεις στον ίδιο ποταμό δυο φορές· την επόμενη φορά θα είναι άλλα νερά, άλλος ποταμός. Το Α ενέχει μέσα του και το μη-Α. Ο Hegel πρώτα στον κόσμο των ιδεών και ο Marx έπειτα στον αισθητό υλικό κόσμο αντιπαράθεσαν στην τυπική λογική τη διαλεκτική λογική, που στο κάτω κάτω έδινε και κάποια, έστω ατελή, ερμηνεία, με νόμους για πρώτη φορά, στην ιστορική εξέλιξη, τον ιστορικό υλισμό.

Ένα φωτόνιο τρέχει νε ταχύτητα 300εκ μέτρων στο δευτερόλεπτο. Όσο αυξάνεται η ταχύτητα τόσο συρρικνώνεται ο χώρος, έτσι που στην ταχύτητα του φωτός, ο χώρος μηδενίζεται. Τίποτε δεν πάει πιο γρήγορα. Αδιανόητο με τη λογική του Newton, του Galilei και τόσων άλλων θεμελιωτών της φυσικής του Διαφωτισμού. Κι όμως μας το δίδαξε ο Einstein και αποδείχτηκε εμπειρικά, με την παρατήρηση.

Μιλώ και πράττω με λογική συνέπεια, που την επεξεργάζεται άψογα η συνείδησή μου. Και ξαφνικά κάνω πράγματα παράλογα. Ξεχνώ λέξεις, όχι οποιεσδήποτε, αλλά συγκεκριμένες. Υποφέρω και δεν ξέρω γιατί, φτάνω να παραλύσω από το άγχος μου. Βλέπω τα πιο παράξενα όνειρα. Πώς δημιουργούνται όλα αυτά; Κάτω από τη συνείδηση λειτουργεί με δικούς του νόμους το υποσυνείδητο που υπαγορεύει τις ενέργειές μου χωρίς να το αντιλαμβάνομαι. Το απέδειξε ο Freud. Και θεράπευσε για πρώτη φορά νευρωσικούς ασθενείς, ως τότε αθεράπευτους.

Μένομε εκστατικοί μπροστά στα αριστουργήματα του DaVinci, του Michelangelo και τόσων άλλων. Και ξαφνικά εμφανίζεται ένας (τρελό να τον πεις;) και μας παρουσιάζει τις «Δεσποινίδες της Αβινιόν» όχι με τις πανέμορφες προκλητικές καμπύλες τους, αλλά με κακάσχημες μορφές που προκαλούν οίκτο και φέρνει μπροστά στα μάτια μας τη Guernica κι ο κόσμος όλος ξεσηκώνεται. Πλήθος εικαστικών ακολούθησαν από κει και πέρα τον P.Picasso.

Θεία μουσική. Bach, Mozart, Βeethoven και τόσων άλλων που έγιναν μάστορες της μελωδίας και της αρμονίας που είχε ανακαλύψει και αποκαλύψει ο Πυθαγόρας. Και να ξαφνικά παρουσιάζεται σα γροθιές στο στομάχι η «Ιεροτελεστία της Άνοιξης». Τι με νοιάζει η μελωδία και η αρμονία, όταν αναστατώνω τους ακροατές με άναρχους ήχους; Και το δρόμο του Stravinsky τον πήραν το σύνολο των μουσουργών του 20ού αιώνα. Να κι ο Breton με τον παράλογο σουρεαλισμό στην ποίηση.

Τι απέγινε ο Διαφωτισμός; Από καιρό με απασχολεί αναπάντητο το ερώτημα. Και προ ημερών είδα στο φατσεμπούκι την πολιτική προπαγάνδα. Λίγο αργότερα δεν υπήρχε. Κάποιος (ποιος;) την απέσυρε, προφανώς. Ναι, αυτό ήταν η ενδόμυχη αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις. Όπως είναι γνωστό, στη βόρεια Κορέα υπάρχει ένας παράφρων τύραννος. Έχει δολοφονήσει όλο το συγγενικό περιβάλλον γύρω του και απειλεί τον κόσμο. Στην προπαγάνδα λοιπόν κάποιος έθετε το ερώτημα: «Ποιον πρέπει να φοβόμαστε; Τη Β.Κορέα ή τις ΗΠΑ;» Με τη σιδερένια, αναμφισβήτητη λογική του Διαφωτισμού αποδεικνυόταν το αντίθετο από ότι πιστεύομε. Λυπάμαι που δεν αποθήκευσα το ενδιαφέρον μήνυμα. Να κάποια στοιχεία από μνήμης. Εισβολές σε ξένες χώρες. Βομβαρδισμοί/εξόντωση αμάχων. Ανεργία. Εγκληματικότητα. Υγειονομική κάλυψη. Πυρηνικές κεφαλές. Πλήθος στοιχεία, που, συγγνώμη, δεν τα θυμάμαι όλα, είναι συντριπτικά υπέρ της Β.Κορέας. Αλλά «Οὐ μὲ πείσεις κἂν μὲ πείσῃς» (Αριστοφάνης;). Φοβάμαι τον Kim περισσότερο κι από τον Donald. Εκτός αν οι ηθικές αρχές που συνδέονται με το Διαφωτισμό δεν ισχύουν πια.

Με το Διαφωτισμό φύγαμε από την ασφυκτική κυριαρχία της εκκλησίας, που τουλάχιστον μας έφερνε έναν ησυχασμό για το τι είναι το σωστό. Πήγαμε στο στραγγαλισμό της λογικής, που μας φέρνει κι αυτή άλλου είδους ηρέμηση. Ώσπου έφθασε κι αυτή στο αδιέξοδο της αυτοκατάργησής της. Ξέφυγαν από την ενιαία λογική, αλλά ανακάλυψαν καινούργιους νόμους, ασύνδετους μεταξύ τους, ο Marx, ο Einstein, ο Freud, ο Picasso, ο Stravinsky, ο Breton και τόσοι άλλοι, σα να μεταβαίνουμε από μια πνευματική μοναρχία σε ένα πνευματικό φεουδαλισμό. Όμως ο κόσμος αποζητά το Ένα για να στηριχτεί και να νιώσει ασφαλής. Το επιδίωκαν οι πρόγονοί μας, ακόμη κι ο Ηράκλειτος: «Τρέφονται γὰρ πὰντες οἱ ἀνθρώπειοι νόμοι ὑπὸ ἑνὸς, τοῦ θείου.». Είναι αδύνατο να το μιμηθούμε. Οφείλομε να συνεχίσουμε την εξέλιξή του. Από κει που σταμάτησαν. Όχι το γράμμα, αλλά το προγονικό πνεύμα, το σημαντικό Ένα που παραμελήθηκε: Τη Δημοκρατία.