Ό,τι είναι η γνώση, το συναίσθημα και η βούληση για την ανθρώπινη νόηση, είναι αντίστοιχα η επιστήμη, η τέχνη και η ηθική για την κοινωνία. Η επιστήμη εισάγει στον πολιτισμό γνώσεις, η ηθική εξάγει βουλήσεις και η τέχνη εξισορροπεί την επιστήμη με την ηθική, όπως το συναίσθημα εξισορροπεί τη γνώση με τη βούληση.
Με την επιστήμη αναζητείται η επιστημονική αλήθεια εκεί όπου διασταυρώνονται η θεωρία με την εμπειρία, η υπόθεση με την παρατήρηση, το νοητό με το αισθητό. Παράλληλα, ωστόσο, ο κόσμος μας διαμορφώνεται όχι μόνον από τη γνώση και την επιστήμη, αλλά και από την πίστη. Η πίστη νιώθομε να ανακύπτει μέσα μας όχι με εισαγωγή σημάτων διαμέσου των αισθήσεών μας, αλλά σαν να «ενθουσιαζόμαστε», δηλαδή σάμπως να μπαίνει ο Θεός μέσα μας. Η αλήθεια που προκύπτει από την πίστη δεν επιδέχεται λογική απόδειξη. Γίνεται αποδεκτή απλώς χάρη στην αυθεντία εκείνου που μας την αποκάλυψε. Μπορεί να είναι ο Θεός, άμεσα, όπως στον Παύλο κατά την πορεία του προς Δαμασκό, ή διαμέσου των εκλεκτών του Θεού, του Μωυσή ή του Μωάμεθ, ποικίλων προφητών ή και καθαρά από ανθρώπινη αυθεντία. «Αυτός έφα», έλεγαν οι μαθητές του για τον Πυθαγόρα κι εκεί τέλειωνε η συζήτηση. Ακόμη κι όταν η πίστη έρχεται σε κατάφωρη αντίφαση με ό,τι βλέπει, ακούει, ακόμη και αγγίζει, κάποιος, δεν κλονίζεται, αλλά θεωρεί ότι οι αισθήσεις απατούν. Ο Γαλιλαίος έδειχνε στους άλλους με το τηλεσκόπιό του ότι γύρω από τον πλανήτη Δία υπάρχουν δορυφόροι και ότι γινόταν έκλειψη, όταν ο Δίας και ένας δορυφόρος του βρίσκονταν στην ίδια ευθεία σειρά με τη γη, δηλαδή με τα μάτια του παρατηρητή. Για κάθε λογικό άνθρωπο αυτό σήμαινε ότι ο ουρανός δεν είναι ένας ουράνιος θόλος, μια θολωτή επιφάνεια, σαν τον τρούλο των εκκλησιών, αλλά ένα άπειρο. Κι όμως η ιερά εξέταση δεν πειθόταν και παραλίγο να καεί στην πυρά ο Γαλιλαίος, αν δεν παραδεχόταν πως έκανε λάθος. Από την άλλη, τόσο οι αισθήσεις όσο και η νόηση μπορεί να σφάλλουν. Η επιστήμη δέχεται ότι η αλήθεια που εκφράζει δεν είναι ένα σημείο, αλλά περιβάλλεται από μια άλω σφάλματος, το οποίο όμως η επιστήμη μετρά και προσπαθεί διαρκώς να το περιορίζει.
Χάρη στις στέρεες γνώσεις που πρόσφερε η επιστήμη, διασταυρωμένες μεταξύ της νόησης και των αισθήσεών μας, άρχισε να μας απαλλάσσει από τα δεσμά των φυσικών νόμων. Δεν καταργεί τους φυσικούς νόμους που είναι απαράβατοι, αλλά μας δίνει τα μέσα να τους αντισταθμίζουμε ως ένα βαθμό. Χάρη στη φωτιά αντιμετωπίσαμε το κρύο και είμαστε ελεύθεροι να κατοικήσουμε οπουδήποτε πάνω στην επιφάνεια της γης. Χάρη στον τροχό μειώσαμε τις τριβές. Χάρη στο αερόστατο, το αεροπλάνο και τους πυραύλους αντισταθμίσαμε ακόμη και τη βαρύτητα και πετάξαμε πέρα από την επιφάνεια της γης προς το διάστημα. Στο ερώτημα λοιπόν του τίτλου, αν η επιστήμη ελευθερώνει η υποδουλώνει, η απάντηση φαίνεται αυτονόητη: Η επιστήμη απελευθερώνει τον άνθρωπο.
Αν είναι έτσι όμως, γιατί βλέπομε πολύ συχνά να ξεσηκώνονται φωνές εναντίον της επιστήμης και μάλιστα όχι μόνον από τους κρατούντες (που με όπλο τους την πίστη προσπαθούν να επιβάλλονται στους καταπιεσμένους), αλλά και από τον πιο αμόρφωτο λαό;
Η ύπαρξή μας έχει τρεις υποστάσεις, μια αισθητή, σωματική, υλική, αντιληπτή από όλο τον κόσμο· μια νοητή, πνευματική, άυλη, αντιληπτή άμεσα μόνον από το ίδιο το άτομο, ενώ οι υπόλοιποι μόνον έμμεσα τη συμπεραίνουν, τη νοούν· και μια κοινωνική. Η ανάπτυξη των επιστημών γίνεται με διαρκή εξειδίκευση των ανθρώπων στην κοινωνία. Η εξειδίκευση γίνεται με εστίαση της προσοχής και των πνευματικών δραστηριοτήτων γενικά πάνω σε ολοένα στενότερους τομείς, σε βάρος ικανοτήτων σε όλους τους άλλους, και μάλιστα σε τομείς που άλλοι έχουν εντρυφήσει. Αυτό σημαίνει ότι για να ζήσει καθένας εξαρτάται από τους άλλους. Αυτή είναι εξάλλου η ουσία της κοινωνίας, στην οποία καθένας κάνει κάτι το διαφορετικό, αλλά όλοι μαζί αποσκοπούν σε κοινό σκοπό. Επιπλέον, όταν η επιστήμη, με την υπηρέτριά της την τεχνολογία, κατασκευάζει μηχανές που κάνει καθεμιά της τη δουλειά πολλών ανθρώπων, οδηγεί σε ανεργία. Δεν είναι καθόλου παράδοξο επομένως, γιατί πολλοί είναι εκείνοι που αντιστέκονται στην εφαρμογή της επιστημονικής προόδου.
Εδώ λοιπόν πρέπει να γίνει μια διάκριση στα όσα λέγαμε παραπάνω. Ναι οι επιστήμες απελευθέρωσαν τον άνθρωπο από πολλά δεσμά. Επεξέτειναν το πεδίο των ελευθεριών του σημαντικά· ακόμη και το προσδόκιμο της επιβίωσης παρατάθηκε, χάρη στην ιατρική επιστήμη. Αυτά όμως αφορούν μόνο τις φυσικές επιστήμες και το αισθητό Εγώ αντίστοιχα. Αντίθετα, με την πρόοδο των φυσικών επιστημών το κοινωνικό Εγώ περιορίζεται, καθώς αυξάνονται οι εξαρτήσεις του καθενός από όλους τους άλλους.
Εκτός από τις φυσικές επιστήμες όμως, υπάρχουν και οι κοινωνικές. Οι κοινωνικοί νόμοι είναι εξίσου αδυσώπητοι όπως είναι και οι φυσικοί. Σε αμιγείς κοινωνίες, όπως είναι κάποιων εντόμων, ιδίως μυρμηγκιών και μελισσών, η ελευθερία είναι μηδενική, ενώ η ισότητά, ως υποχρέωση να επιτελεί καθένα το ρόλο του στην κοινωνία είναι απόλυτη. Ο άνθρωπος όμως δεν είναι μόνο κοινωνικό, αλλά και πολιτικό ζώο (Αριστοτέλης). Αυτό σημαίνει ότι τους κοινωνικούς νόμους στους οποίους στηρίζεται και στους οποίους πειθαρχεί αποφασίζονται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Υπάρχουν πολλά πολιτικά συστήματα, που ο Αριστοτέλης τα ομαδοποιεί σε μοναρχίες, ολιγαρχίες και δημοκρατίες, ανάλογα με το αν τους ανθρώπινους νόμους τους αποφασίζουν ένας, πολλοί ή όλοι. Εμείς για παράδειγμα σήμερα έχομε ολιγαρχία (που καταχρηστικά την ονομάζομε δημοκρατία με διάφορα επίθετα που την περιορίζουν). Με τους κοινωνικούς νόμους μπορούν να αντισταθμίζονται ως ένα βαθμό οι περιορισμοί των κοινωνικών νόμων. Μιλούσαμε για εξάρτηση του ενός από τον άλλον. Όμως δεν υπάρχει εξάρτηση που να μην είναι και στήριγμα. Η σχέση τους είναι αντίστροφη: Όσο μεγαλύτερη η εξάρτηση τόσο μικρότερο το στήριγμα. Ένας θεμελιώδης νόμος (που μπορεί εύκολα να εκφρασθεί και με απλά μαθηματικά) λέει ότι οι εξαρτήσεις στη σειρά αυξάνουν τη συνολική εξάρτηση, ενώ οι παράλληλες εξαρτήσεις τη μειώνουν. Τα στηρίγματα στη σειρά αθροίζουν εξαρτήσεις, ενώ οι παράλληλες εξαρτήσεις αθροίζουν στηρίγματα. Αν π.χ. κρέμομαι στο κενό από δύο σκοινιά το ένα δεμένο στη σειρά με ένα άλλο, οποιοδήποτε από τα δύο κι αν κοπεί, εγώ θα πέσω στο κενό, εξάρτηση μεγαλύτερη παρά αν κρεμόμουν από ένα. Αντίθετα, αν κρέμομαι από δύο παράλληλα σκοινιά και κοπεί το ένα, εξακολουθώ να στηρίζομαι στο άλλο. Σε μια καλά οργανωμένη μοναρχία κάτω από το μονάρχη υπάρχουν οι «υπουργοί» του, πιο κάτω οι υφυπουργοί, οι διευθυντές, οι υπάλληλοι, ο λαός κλπ. Οποιοσδήποτε από αυτούς μπορεί να εμποδίσει την υλοποίηση των επιθυμιών και σκοπών μου. Σε μια καλά οργανωμένη δημοκρατία, αντίθετα, υπάρχουν μεγάλο πλήθος παράλληλων εξαρτήσεων/στηριγμάτων έτσι που έχω ποικίλες επιλογές, μεγαλύτερη ελευθερία να υλοποιήσω τους σκοπούς μου. Οι κοινωνικές επιστήμες με τις γνώσεις που προσφέρουν, μπορούν, επομένως, διαμέσου της τεχνολογίας τους, της πολιτικής δηλαδή, να αυξήσουν ή μειώσουν τις επιλογές, την ελευθερία μας. Όταν οι φυσικές επιστήμες παράγουν μηχανές που κάνουν τη δουλειά πολλών ανθρώπων, μπορεί το αποτέλεσμα να είναι ανεργία, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Με κατάλληλους κοινωνικούς νόμους όμως το αποτέλεσμα μπορεί να είναι σχόλη και όχι ανεργία. Δηλαδή να αποδίδεται το ίδιο ή και περισσότερο έργο στην κοινωνία, με λιγότερη εργασία καθενός εργαζομένου.
Όπως φάνηκε από τα παραπάνω, η ελευθερία τόσο του αισθητού όσο και του κοινωνικού Εγώ είναι περιορισμένη, αλλά οι αντίστοιχες επιστήμες μπορούν να προσφέρουν τις γνώσεις που αντισταθμίζουν τους περιορισμούς. Τι γίνεται όμως με το νοητό Εγώ; Αντίθετα από τις δύο άλλες υποστάσεις του Εγώ, η νοητή υπόστασή του, δεν περιορίζεται από κανένα νόμο φυσικό ή κοινωνικό. Έχει απεριόριστη ελευθερία που αντιστοιχεί στη φαντασία κι αυτή είναι βέβαια χωρίς όρια. Παρά ταύτα, η παιδεία μας μπορεί να περιορίζει ή να διευρύνει το πεδίο της φαντασίας μας. Η παιδεία δημιουργεί εξαρτημένα αντανακλαστικά. Κάθε ερέθισμα ή κάθε σήμα που ξεπηδά αυτόματα από λειτουργίες μας που ταλαντώνονται (π.χ. πείνα, δίψα, έρωτας κλπ) μπορεί να διεγείρει ή να αναστέλλει αντανακλαστικά ποικίλους συνειρμούς θέτοντας έτσι φραγμούς στη φαντασία. Μολονότι από τη φύση της η ελευθερία του νοητού Εγώ, η ελευθερία της βούλησης, είναι άπειρη, μπορεί να περιορίζεται από εκείνο το είδος της παιδείας μας που λέγεται συνήθως πλύση εγκεφάλου και δημιουργεί ποικίλες πίστεις, δηλαδή προκαταλήψεις. Η πίστη στην αλήθεια ενός ερευνητή μπορεί να ενισχύει το έργο του, ώσπου να φθάσει στο ποθητό αποτέλεσμα, να αποδείξει την αλήθεια του, διασταυρώνοντας την επιστημονική υπόθεσή του με την επιστημονική παρατήρησή του. Μπορεί όμως και να αναστείλει το έργο του, καθώς, πριν συνειδητοποιήσει μια εναλλακτική διέξοδο, η προκατάληψή του την αναστέλλει διώχνοντάς την από το πεδίο της συνείδησής του. Και εδώ έχουν επίσης να παίξουν το ρόλο τους οι ανθρωπιστικές επιστήμες. Σ΄ αυτές περιλαμβάνονται οι γλώσσες, η φιλολογία, η λογοτεχνία, οι κλασικές σπουδές, η φιλοσοφία, η θεολογία, οι εικαστικές (ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική) και οι παραστατικές (μουσική, θέατρο, χορός) τέχνες. Χάρη σ΄ αυτές αναπτύσσει καθένας μέσα του μια κλίμακα αξιών, που, αποτελεί την καλλιέργειά του. Αυτή η διαδικασία είναι η παιδεία του. Σ΄ αυτή την κλίμακα αξιών εντάσσει κάθε γνώση και κάθε συναίσθημα και κάθε βούλησή του και ανάλογα ενεργεί.
Συχνά τίθεται το ερώτημα, εύλογο σε πρώτη ματιά, σε τι χρησιμεύουν η ποίηση, ο χορός, η ζωγραφική, γενικά οι ανθρωπιστικές επιστήμες; Η απάντηση δόθηκε ήδη. Οι ανθρωπιστικές επιστήμες αυξάνουν την ελευθερία του νοητού Εγώ.
Η σύγχρονη κοινωνία μας κυριαρχείται από τις φυσικές επιστήμες, έχοντας παραμελήσει τις κοινωνικές και σχεδόν λησμονήσει τις ανθρωπιστικές. Αυτή η στάση έχει εξοβελίσει σε σημαντικό βαθμό τις προκαταλήψεις και οι άνθρωποι δεν φοβούνται πλέον τον κεραυνό, τους λοιμούς ή τα λοιπά τέρατα της Αποκάλυψης. Όμως αυτή η ιεράρχηση των επιστημών έχει οδηγήσει στην κοινωνική υποδούλωση των λαών. Οι λαοί, χάνοντας την κοινωνική ελευθερία τους, αισθάνονται εξαπατημένοι, απογοητευμένοι κι εξ αυτού του λόγου επιστρέφουν σε προκαταλήψεις, όπως είναι οι θρησκευτικές, οι εθνικιστικές κλπ, ελπίζοντας πως σ΄ αυτές θα βρουν τη λύση των προβλημάτων τους. Η ανάγκη να δοθεί έμφαση στις κοινωνικές επιστήμες, τουλάχιστον τόση όση και στις φυσικές, είναι μέγιστη. Αυτές θα παράσχουν τις γνώσεις για μια ισορροπημένη ελευθερία και ισότητα μέσα στην κοινωνία. Αυτό όμως δεν αρκεί. Ακόμη και μέσα σε μια τέλεια ελευθερία και ισότητα το άτομο δεν μπορεί να αισθάνεται ικανοποιημένο, χωρίς να απολαμβάνει το νοητό Εγώ του. Και αυτό μόνο με την ανάπτυξη των ανθρωπιστικών επιστημών μπορεί να επιτευχθεί.
Ναξιακά Γράμματα, 22, 7-10, 2017