ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ. Α. ΣΙΔΕΡΗ*,
dimitris.sideris@gmail.com
Πιεζόμαστε διαρκώς να κάνουμε ό, τι μας λένε. Αφόρητα. Αν δε δεχθούμε, είμαστε κατεστραμμένοι. Μας σφίγγουν από τον λαιμό. Δε μας αφήνουν άλλη διέξοδο από το να κάνουμε ό, τι μας υπαγορεύουν. Κακό, πολύ κακό αυτό. Το πιο κακό όμως είναι ότι εμείς ζητήσαμε να μας πιάσουν από τον λαιμό. Οικιοθελώς αιτήσαμε και βρεθήκαμε μπροστά στα διλήμματα και εκόντας κάναμε την επιλογή μας, εκόντας, αν θέλετε, φάγαμε το δόλωμα που είχε μέσα το αγκίστρι. Πρέπει να εξηγηθώ.
Κάποια στιγμή ζητήσαμε και πετύχαμε να κάνουμε πιο αχνά τα σύνορά μας, να εκχωρήσουμε εθνική κυριαρχία σε μείζονες οργανισμούς. Κι αυτό έχει βέβαια συνέπειες. Είμαστε πολύ αδύναμοι να υπερασπιστούμε τα σύνορά μας, απέναντι σε ισχυρότερους αμφισβητητές τους. Με την ένταξή μας σε μείζονες οργανισμούς κάναμε τα σύνορά μας σύνορά τους και επομένως γίναμε ισχυρότεροι. Έτσι τουλάχιστον πιστέψαμε. Παράλληλα όμως πάψαμε να ορίζουμε, όπως πριν, το τι κάνουμε μέσα σ’ αυτά τα σύνορα.
Από την 1η Ιανουαρίου 1999 μετέχουμε στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπό την ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Μετέχουμε με πολλές θυσίες, χωρίς να ερωτηθούμε. Το αποφάσισαν οι αρμόδιοι, τους οποίους είχαμε εμπιστευθεί πριν από αρκετά χρόνια. Πανηγυρίσαμε και οι πρώτες εντυπώσεις ήταν παραπάνω από θετικές. Ώσπου άρχισαν να φθάνουν οι λυπητερές.
Μια από αυτές ήταν ότι χάνουμε κάποιες αποκλειστικότητες. Τι θα πει αυτό; Μια φαρμακευτική εταιρία ανακαλύπτει -ας πούμε- ένα φάρμακο για τον καρκίνο (φανταστικό παράδειγμα). Το πουλάει πανάκριβα. Όσοι δεν έχουν λεφτά πεθαίνουν, εκτός αν το πληρώσει η κρατική, κοινωνική ή ιδιωτική τους ασφάλεια. Η εταιρία έχει δίκιο από τη μεριά της. Πάλεψε για πολλές δεκαετίες για να επιτύχει αυτό το αποτέλεσμα. Αναρίθμητα πειράματα απέτυχαν ως το τελευταίο επιτυχημένο. Μετά την ανακάλυψή του χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να εξασφαλιστεί ότι το φάρμακο ήταν αποτελεσματικό και ακίνδυνο. Το πρώτο φάρμακο για την ανίατη ως τότε σύφιλη πριν από ένα αιώνα ήταν το αποτέλεσμα του 606ου πειράματος. Μέγα πλήθος εργαζομένων, επιστημόνων και μη, πληρώνονταν όλο αυτό το διάστημα και ένα σωρό πρώτες ύλες και μηχανήματα έπρεπε να αγοραστούν. Αυτές οι δαπάνες πρέπει να αποκατασταθούν κι αυτό γίνεται με την υπέρογκη τιμή του θαυματουργού φαρμάκου. Αν δεν αποκατασταθούν, η εταιρία κλείνει, οι εργαζόμενοι απολύονται, παύει η έρευνα για άλλα φάρμακα. Ο τρόπος για να γίνει η κοινωνικά συμφέρουσα και δίκαιη αυτή αποζημίωση της εταιρίας είναι η αποκλειστικότητα. Οι πολιτείες απαγορεύουν σε οποιαδήποτε άλλη εταιρία να παρασκευάζει και να πουλά το ίδιο φάρμακο. Ως πότε;
Υπάρχουν ποικίλες παραλλαγές, αλλά οι όροι βαθμιαία γίνονται επιεικέστεροι. Μετά από μερικές δεκάδες χρόνια, οποιοσδήποτε είναι ελεύθερος να παρασκευάζει το φάρμακο και μάλιστα με παραλλαγές, τα γενόσημα φάρμακα, που είναι βέβαια πιο φτηνά από το πρωτότυπο. Επίσης, οποιοσδήποτε δικαιούται να χρησιμοποιεί τις επιστημονικές γνώσεις που προέκυψαν από την ανακάλυψη του φαρμάκου για να παρασκευάσει αρκούντως διαφορετικά φάρμακα. Αν και υπάρχουν αμφισβητήσεις καθώς τα όρια είναι ασαφή, η επιστημονική γνώση που προκύπτει από την έρευνα δεν έχει αποκλειστικότητα. Μάλιστα, η επιστημονική γνώση που προκύπτει από την έρευνα που γίνεται σε εθνικά πανεπιστήμια απαγορεύεται να είναι απόρρητη. Πρώτιστος σκοπός των ΑΕΙ είναι η παραγωγή και διάδοση της γνώσης. Αυτή είναι η κύρια αντίρρηση στην ανάπτυξη ιδιωτικών πανεπιστημίων, εκτός αν δεχτούν τους όρους λειτουργίας των κρατικών.
Η αποκλειστικότητα δεν αφορά βέβαια μόνο φάρμακα, αλλά και κάθε αγαθό που παράγουμε. Για παράδειγμα, ας πούμε πως υπάρχει ένα γαλακτοκομικό προϊόν, παραδοσιακά ελληνικό, εδώ και χιλιάδες χρόνια. Έχουμε τη διεθνή αποκλειστικότητα. Δεν επιτρέπεται, με βαριές ποινές, να το παρασκευάζει άλλο κράτος ή να παρασκευάζει παρόμοιο προϊόν δίνοντάς του το όνομα που δίνουμε εμείς στο δικό μας. Το τυρί ροκφόρ παρασκευάζεται στη Roquefort της νότιας Γαλλίας. Κι άλλες χώρες παρασκευάζουν παρόμοιο τυρί (π.χ. το δανικό μπλου τσιζ) δεν έχουν όμως το δικαίωμα να το πούνε ροκφόρ. Το πουλούν πολύ φτηνότερα από το αυθεντικό, που είναι, ωστόσο –λέγεται – πιο νόστιμο (περί ορέξεως ουδείς λόγος). Εμείς έχουμε πεντανόστιμα παραδοσιακά τυριά. Έχουμε την αποκλειστικότητα. Γιατί; Δεν είναι το αποτέλεσμα μακροχρόνιας έρευνας και οι χιλιετίες της παράδοσης έχουν παρέλθει οριστικά. Η αποκλειστικότητά τους, αν ισχύει, είναι μόνον αποτέλεσμα συνδιαλλαγής, με πολιτικά πάρε-δώσε. Δεν αφορά την τεχνογνωσία της παρασκευής τους, αλλά την ονοματοδοσία τους. Με την ΟΝΕ χάνουμε ένα ένα τα προνόμια της παραδοσιακής αποκλειστικότητας. Καλό ή κακό;
Είναι κακό, διότι χάνουμε το δικαίωμα όποιος θέλει να δοκιμάσει τα προϊόντα μας να πληρώνει όσο θέλουμε να τον χρεώνουμε. Είναι καλό για όλο τον κόσμο, το ότι το προϊόν μας γίνεται προσιτό σε όλο σχεδόν τον κόσμο, αλλά χωρίς κανένα όφελος για μας. Άλλο καλό είναι ότι έτσι μας αναγκάζει να το παρασκευάζουμε διαρκώς ποιοτικά καλύτερο, να το ανανεώνουμε, να το εξελίσσουμε, να το παρασκευάζουμε με μικρότερο κόστος, να το πουλάμε φθηνότερα, να γινόμαστε πιο ανταγωνιστικοί. Καλό είναι επίσης, διότι κι εμείς έχουμε το δικαίωμα να παρασκευάζουμε παρόμοια προϊόντα που φτιάχνονται σε άλλες χώρες και να τα πουλάμε χωρίς περιορισμούς σε άλλους τόπους, σε άλλον κόσμο.
Κάπου εδώ υπεισέρχεται κι η (μικρο)πολιτική. Για τους αντιπάλους τους, όσοι ευρωβουλευτές δέχτηκαν διεθνώς να αρθεί η αποκλειστικότητα ενός ελληνικού τυριού είναι κοινοί προδότες, αφού στρέφονται κατά των συμφερόντων των Ελλήνων παραγωγών. Από την άλλη, οι ευρωβουλευτές που δε δέχθηκαν είναι, για τους αντιπάλους τους, ασυνεπείς και υποκριτές. Υπέγραψαν τη συμφωνία για άρση των αποκλειστικοτήτων, αλλά αντιδρούν στην εφαρμογή της, όταν πρόκειται να θίξει τα συμφέροντα των ψηφοφόρων τους.
Ελάτε στη θέση των ευρωβουλευτών, και των μεν και των δε. Δύσκολα διλήμματα, που προέκυψαν από το δίλημμα να υπογράψουν ή όχι τη συμφωνία της άρσης των αποκλειστικοτήτων, που με τη σειρά της ήταν συνέπεια της εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων μας σε διεθνείς οργανισμούς. Και το δίλημμα διαρκώς επανέρχεται: Μήπως πρέπει να φύγουμε από την ΟΝΕ; Αν φύγουμε, μένουμε μόνοι, έρμαιοι ποικίλων τυχοδιωκτών. Αν μείνουμε, οφείλουμε να αγωνιστούμε.
Τελικά στον καθένα εναπόκειται να αποφασίσει: Θέλει να βρίσκεται μέσα στο στίβο αγωνιζόμενος ή να κάθεται στις κερκίδες; Ακόμη και στις κερκίδες, αν οι δυνάμεις του δεν του επιτρέπουν τίποτε παραπάνω, οφείλει να παρακολουθεί και να επιτηρεί ότι εφαρμόζονται οι κανόνες των αγώνων. Ότι η αφετηρία είναι κοινή για όλους κι ότι η άμιλλα δε μετατρέπεται σε ανταγωνισμό (αυτός εφαρμόζεται στην παλαίστρα, όχι στον στίβο). Ενεργός συμμετοχή είναι απαραίτητη.
*Ο κ. Δημήτριος Α. Σιδερής είναι
ομ. καθηγητής Καρδιολογίας