ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑ – Διήγημα Από τον κ. Δημ. Α. Σιδερή

Όχι, δεν ήταν δυνατό. Αυτά μόνο στα παραμύθια μπορούν να συμβούν. Και στον κινηματογράφο. Τί ΄ταν αυτό το νέο που ήρθε να ταράξει έτσι βίαια τον αγώνα τόσων χρόνων, να δαμάσει τη φύση που την αναστάτωνε, να γαληνέψει. Να το πιστέψει; Όχι, δεν μπορούσε να είναι αληθινό. Είχε κάνει τα πάντα για να μάθει και οι πόρτες ήταν όλες κλειστές. Κανένας δεν ήξερε το παραμικρό. Και να τώρα που έτσι απροσδόκητα εμφανίσθηκε το γράμμα αυτό μπροστά της.

Πεινούσα και κρύωνα. Όλοι δηλαδή γύρω πεινούσαμε και κρυώναμε. Πολλά χρόνια αργότερα είδα στο Πολεμικό Μουσείο των Αθηνών το τηλεγράφημα που είχε στείλει τότε ο Δεσπότης στην Κυβέρνηση: «Αποστείλατε επειγόντως τρόφιμα ή φέρετρα!». Για την ώρα όμως το πρόβλημα είχε λυθεί τοπικά. Είχε επιταχθεί – ή αποκτηθεί τέλος πάντων, δεν ξέρω με ποιον άλλο τρόπο – ένα μεγάλο οικόπεδο, του Χαρτουλάρη, κοντά στο νεκροταφείο κι εκεί χώρεσαν να φιλοξενηθούν στη νέα και τελευταία πατρίδα τους οι τουμπανιασμένοι από την πείνα.

Κι ωστόσο, δε χάναμε το κέφι μας. Α, ναι, ξέχασα. Πεινούσα, κρύωνα κι αρρώσταινα. Ο χειμώνας ήταν πολύ κρύος. Πολλά τζάμια στο σπίτι σπασμένα, κολλημένα με χαρτιά. Και κάρβουνα δεν υπήρχαν για το μαγκάλι. Το αραντό με καλαμποκάλευρο, αλάδωτο, δε χόρταινε κι η φασκομηλιά, μυρωδάτη, αλλά χωρίς ψωμί και ζάχαρη για πρωινό, δε στύλωνε. Έτσι, άλλοτε πήγαινα σχολείο – μαθητής της 1ης τάξης παρακαλώ – κι άλλοτε όχι. Το κέφι μας όμως τόχαμε. Τραγουδούσαμε διάφορα άσματα, όπως εκείνο το νοσταλγικό και ηρωικό, για τη «Γλυκιά μας την Πατρίδα», που αργότερα πάψαμε να το λέμε ή το άλλο, το «Κορόιδο Μουσολίνι», που του αλλάζαμε τα λόγια στον ίδιο σκοπό «τραλαλά τραλαλά» όταν εμφανίζονταν Ιταλοί. Μας συνόδευαν τότε αυτοί στον ίδιο σκοπό, μ΄ άλλα λόγια όμως. Εμείς συνεχίζαμε μαζί τους και γελούσαμε, αφού αυτοί δεν ήξεραν πως από μέσα μας λέγαμε τα αληθινά λόγια για «την πατρίδα τους τη γελοία» κλπ. Κρυφά, πολύ κρυφά λέγαμε και το άλλο, το αυστηρά απαγορευμένο τραγούδι, για κείνη τη φοβερή γυναίκα, την Τσελόγκουε, που ήτανε του Τιμπερέρη και του Γκόου κι ύστερα του μικρούλη του Πικαντίλη:

«Η Τσελόγκουε του Τιμπερέρη/ Η Τσελέγκουε του Γκόου/ Η Τσελέγκουε του Πικαντίλη/       Τραλαλά λαλά, λαλά.»

Και μας έπιανε ενθουσιασμός που τραγουδούσαμε το αυστηρά απαγορευμένο.

Η Φραντζέσκα, οκτώ χρόνια μεγαλύτερή μου, μπουμπούκιαζε στο διπλανό μας χωραφάκι. Οι γείτονες είχαν ένα χωραφάκι και μια κατσίκα.

– «Φραντζέσκα! Πάγαινε, μωρή, ν΄ αρμέξεις την κατσίκα» – «Δεν μπορώ, μάνα. Πονάει η μέση μου!»   – «Φραντζέσκα! Πάγαινε, μωρή, να ποτίσεις” – «Δεν μπορώ, μάνα. Πονάει το κεφάλι μου!»  – «Φραντζέσκα! Έλα να σκουπίσεις και να σφουγγαρίσεις              – «Δεν μπορώ, μάνα. Πονάει το στομάχι μου!» – «Ο κώλος σου πονεί;” -«Όχι!» – «Αχ, και νάσουν όλη ένας κώλος!»

Κυλούσε η ζωή χαρούμενα, ξένοιαστα, ήρεμα, όσο ήρεμα της επέτρεπαν τα 15 χρόνια της εφηβείας της. Χτίστης ο πατέρας της. Το χωραφάκι, την κατσικούλα και λίγες κοτούλες, έτσι για μια ντομάτα, λίγο γάλα και κανένα φρέσκο αυγό, τα φρόντιζε η μάνα της αυτά. Βοηθούσαν κι οι δυο κόρες, η Φραντζέσκα κι η μικρότερη αδελφή της. Και ξαφνικά ήρθε το κακό. Το μουλάρι τους επιτάχτηκε για τον πόλεμο. Στην αρχή οι ειδήσεις έρχονταν αναπάντεχα καλές για τις νίκες του στρατού μας. Τον πατέρα της, ευτυχώς, δεν τον είχαν πάρει στρατιώτη. Οι περισσότεροι όμως έλειπαν στο μέτωπο. Το νησί είχε ερημώσει από νέους άντρες. Έπειτα, όλα άλλαξαν. Ήρθε η κατάρρευση. Έγινε ο βομβαρδισμός και σείστηκε όλο το νησί. Και μετά έφτασε ο καταχτητής, ο νικημένος καταχτητής. Με τις φανταχτερές παρελάσεις, τα φτερά στο πηλίκιο και τις φτηνές κολόνιες. Ήταν χίλιοι πεντακόσιοι; Δυο χιλιάδες; Παραπάνω; Το νησί αποκλεισμένο. Καμιά επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Η παραγωγή στο βράχο σχεδόν ανύπαρκτη. Από τα εργοστάσια και τους υπαλληλικούς μισθούς ζούσαν οι κάτοικοι πριν από τον πόλεμο. Ελάχιστα τα πρώιμα φασολάκια και κολοκυθάκια. Τώρα ούτε εργοστάσια ούτε μισθοί. Η θάλασσα απαγορευμένη. Ούτε το ψάρεμα επιτρεπόταν. Τα ίχνη της παραγωγής τα έπαιρνε ο στρατός για τις δικές του ανάγκες. Ο πληθυσμός – ε, ποιος λογαριάζει τους αμάχους στον πόλεμο! Από τους 25 000 κατοίκους περίπου πέθαναν – κανένας δεν ξέρει πόσοι ακριβώς – λένε για το ένα τέταρτο ως ένα όγδοο του πληθυσμού. Ούτε τρόφιμα ούτε φέρετρα στάλθηκαν στο αίτημα του Δεσπότη.

Οι Ιταλοί προσπάθησαν να προσεταιρισθούν τους ντόπιους, ιδίως τους καθολικούς που αποτελούσαν σημαντική μειονότητα στο νησί. Τα περισσότερα επώνυμά τους είχαν ιταλική προέλευση. Δεν έλειψαν κι από τα δύο δόγματα οι λίγοι που επωφελήθηκαν. Όπως γίνεται πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις. Οι πολλοί όμως αρνήθηκαν τη συνεργασία και τη συναδέλφωση με τον καταχτητή. Η κατοχή τους, εντάξει, κατοχή ήταν, η αλήθεια είναι πάντως πως εκτελέσεις δεν έγιναν. Ούτε και αντίσταση υπήρχε βέβαια. Αν εξαιρέσουμε φυσικά εκείνον που κατάφερνε να πληροφορεί τους συμμάχους για τα πλοία που βρίσκονταν στο λιμάνι κι ίσως και κάποιους άλλους πιο αφανείς. Και αν εξαιρέσουμε τα «αντιστασιακά», τα απαγορευμένα τραγούδια. Και αν εξαιρέσουμε την πείνα. Το σπίτι της Φραντζέσκας πάντως έχασε την κατσίκα του. Κι οι κοτούλες, νηστικές κι αυτές, έπαψαν να γεννούν αυγά.

Εκεί που απέτυχε, ωστόσο, ο Άρης με τη βία, η Αφροδίτη, ιδίως μ΄ εκείνο τον παιχνιδιάρη το γιο της με το τόξο, είχε περισσότερες επιτυχίες.

Περνώντας ο Τζιοβάνη μπρος απ΄ το παράθυρό της, την είδε. Ήταν πια 17 χρονών. Προς το ξανθό τα μαλλιά της και γαλανά, ολόφωτα, τα μάτια της που δεν τολμούσε να τα σηκώσει φανερά σε κανέναν άντρα, πολύ περισσότερο στον όμορφο νέο με τη στολή που τριγύριζε και της έριχνε φλογερές ματιές πίσω απ΄ το μισόκλειστο παράθυρό της. Στητή η κορμοστασιά της, δεν είχε πια πόνους σ΄ όλο της το κορμί για να λέει όχι!

Εκείνος δε δίστασε. Πήγε ίσια στον πατέρα της. Κι εκείνος δεν είχε αντίρρηση. Κάτι περισσότερο, της άρεσε, της άρεσε πολύ. Καλός τεχνίτης εκείνος στη Νάπολη, μαραγκός, δούλευε με τον πατέρα του. Τι γύρευε από τη Νάπολη στη Σύρα, δεν μπορούσε να το χωρέσει ο νους του. Τώρα όμως ήξερε. Ήταν η μοίρα του για να γνωρίσει τη γυναίκα των ονείρων του. Η μάνα της δεν είχε αντιρρήσεις. Γιατί νάχε; Έτσι κι αλλιώς στις δουλειές δεν την βοηθούσε και πολύ! Ο πατέρας της όμως δίσταζε, δίσταζε πολύ. Δεν απάντησε αμέσως. Να συμβουλευθεί και το Δον Ντομένικο. Ο παπάς δεν είπε όχι. Απ΄ το ίδιο δόγμα ήταν άλλωστε. Μόνο προσοχή! Ο γάμος στους καθολικούς έχει ιδιαίτερα αυστηρούς κανόνες. Οι καιροί δεν ήταν οι σωστοί.

Κι ο πατέρας της αντέδρασε μετρημένα. Ναι, να παντρευτούν. Όχι ακόμη όμως. Ο πόλεμος συνεχιζόταν. Ποιος ξέρει πού και πώς θάβρισκε τον καθένα το τέλος του. Να αρραβωνιαστούν, ναι. Αφού άρεσαν ο ένας στον άλλο, κάτι παραπάνω, αφού αγαπιόνταν. Όμως οι συναντήσεις τους επιτρέπονταν αυστηρά μόνο μέσα στο πατρικό σπίτι, ποτέ δεν θάβγαιναν μόνοι τους οι δυο τους έξω.

Ο Τζιοβάνη σ΄ όλα ναι. Την αγαπούσε αληθινά. ΄Ετσι τουλάχιστον έλεγε. Κι έτσι έδειχνε. Πέρα από τις αγάπες, δεν έλειψε από την οικογένεια κι ένα μπουκαλάκι λάδι, καμιά σκατολέτα κρέας ή μια πανιότα.

Μια μέρα, ήταν προχωρημένη Άνοιξη, μέσα του Μάη. Η Φραντζέσκα ήταν στην πόλη να βρει να ψωνίσει κανένα ζαρζαβατικό. Πού να το βρει όμως! Περπατούσε εκεί στο Ανηφοράκι. Δηλαδή δεν περπατούσε, πετούσε. Τα αρώματα της Άνοιξης φλόγιζαν την παρθενική νεότητά της. Και τα τιτιβίσματα των πουλιών συνόδευαν με τη συναυλία τους την προσωπική της αναστάτωση. Ένιωθε ευτυχισμένη. Πεινούσε, αλλά η μαγεία που κυκλοφορούσε μέσα της κάλυπτε όλο της το είναι. Ήταν μεσημέρι. Περνούσε τώρα μπροστά από την Κοίμηση. Και ξαφνικά…τί ΄ταν ετούτο; Σαν τρελή στρίγγλιζε η σειρήνα. Οι λίγοι περαστικοί κοιτάχτηκαν ο ένας με τον άλλο χωρίς να καταλαβαίνουν. Κι αμέσως ακούστηκε το κροτάλισμα των αντιαεροπορικών μαζί με τον ήχο του αεροπλάνου. Άρχισαν ξαφνικά να τρέχουν αλλόφρονες. Προς κάθε κατεύθυνση. Ένας συριγμός έπειτα.

– «Πέσε κάτω!» ακούστηκε μια ανδρική φωνή. Δυο άνδρες μπροστά της ξάπλωσαν μπρούμυτα στο έδαφος σύρριζα στον τοίχο του νοσοκομείου δίπλα στην εκκλησία. Τους μιμήθηκε χωρίς να ξέρει γιατί. Κι ακούστηκε τότε ο δαιμονισμένος κρότος. Σπασμένα τζάμια και σοβάδες από τον τοίχο την κάλυψαν. Λίγα λεπτά αργότερα το κακό είχε τελειώσει. Ακούστηκε πάλι η σειρήνα. Αυτή τη φορά σήμαινε τη λήξη του συναγερμού. Η Φραντζέσκα σηκώθηκε. Σηκώθηκαν κι όσοι ήταν ξαπλωμένοι στο δρόμο, κάτασπρα τα ρούχα τους από τα χώματα, τα γυαλιά και τα θραύσματα του τοίχου.

Οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί των Άγγλων, μιας και άρχισαν, δεν έλεγαν να σταματήσουν. Κάθε μέρα, ιδίως τις νύχτες, ένα μικρό σμήνος από 3 αεροπλάνα έκανε την εμφάνισή του και η σκηνή της πρώτης εκείνης ανοιξιάτικης μέρας του Μαγιού επαναλαμβανόταν χωρίς πολλές παραλλαγές. Μόνο που οι αφέγγαρες νύχτες φωτίζονταν από τις φωτοβολίδες που έριχναν τα αεροπλάνα με τα αλεξίπτωτα για να μένουν αρκετά αιωρούμενες, από τους προβολείς που σπάθιζαν τον ουρανό κι απ΄ τα τροχιοδεικτικά. Ο ήχος όμως πάντοτε ο ίδιος. Στη σειρά οι σειρήνες, το κροτάλισμα των αντιαεροπορικών, ο βρόντος από τις βόμβες, η λήξη του συναγερμού. Την άλλη μέρα ο απολογισμός. Πόσοι για του Χαρτουλάρη και πόσοι για το νοσοκομείο, που είχε μεταφερθεί μακριά από το λιμάνι. Η πόλη άδειασε. Η Φραντζέσκα δεν ξανακατέβηκε. Ούτε οι γονείς της. Τώρα ο κόσμος πέθαινε όχι μόνον από την πείνα, αλλά και από τους βομβαρδισμούς των συμμάχων. Εμείς όμως το κέφι μας. Πιλότος ήταν πάντοτε ο ίδιος, ο Τζίμης. Μας φιλοδώριζε με βόμβες και με ελπίδες. Ερχόταν από τα Δυτικά, απ΄ τα βουνά, για να μην τον δουν νωρίς τα αντιαεροπορικά. Έριχνε λοιπόν τις βόμβες, που είτε έπεφταν βαθιά στο πέλαγος πετώντας πάνω από τις τορπιλάκατες που ήταν κολλημένες στην προκυμαία, ή πολύ κοντά, μέσα στην πόλη, γκρεμίζοντας σπίτια και σκορπώντας το θάνατο στους πεινασμένους. Όμως εμείς προσευχόμαστε για τον Τζίμη μην πάθει τίποτα κακό. Και τραγουδούσαμε άλλοτε με την κοροϊδευτική κι άλλοτε με την ακαταλαβίστικη επωδό:

«Έφτασε ο Τζίμης πάλι/  Μες στης Σύρας το λιμάνι/ Νταγλαμέντο Ντίνε/ Νταγλαμέντο Ντα»

Ή:

«Κατεβαίνει δέκα μέτρα/ Που το ρίχνεις με μια πέτρα /Και του ρίχονουνε/ Μα δεν το βρίσκουνε…»

Ήμουν περήφανος για το τραγουδάκι με τον όμορφο κοροϊδευτικό σκοπό. Ποιος ξέρει ποιος συνάδελφος του Μάρκου να τον έβγαλε, σκεφτόμουν. Έπρεπε να περάσουν δεκαετίες, για ν΄ ακούσω από έναν απόφοιτο Ιταλικού Πανεπιστημίου τον ίδιο εκείνο σκοπό, με άλλα λόγια βέβαια στην ξένη γλώσσα, και με παραπλήσια επωδό, πάλι ακαταλαβίστικη για μένα, μια και Ιταλικά δεν ήξερα. Να, κάπως έτσι:

«Κάντε φίκε α λ’ οσπεντάλε/ Κάντε κάτσι α τριμπονάλε/ Νταμ΄λα με, μπιοντίνα/            Νταμ΄λα με, μπιοντά…»

Η Φραντζέσκα δεν καταλάβαινε πολλά πράγματα. Ο νους της είχε αγκυροβολήσει στο Τζιοβάνη. Κι εκείνος, ήταν φανερή πια η ανησυχία του, ο φόβος για το εντελώς αβέβαιο αύριο. Σ΄ ένα μόνο δεν είχε αλλάξει: Στη στάση του προς την κοπέλα του. Πάντα τρυφερός, με έκδηλη την αγάπη, αλλά και με σεβασμό στο κορίτσι, την αρραβωνιαστικιά του.

Ύστερα ήλθε η συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Έφτασαν οι Γερμανοί. Λιγοστοί, αλλά σ΄ αυτούς παραδόθηκαν χωρίς μάχη το πλήθος των Ιταλών στρατιωτών. Οι Γερμανοί τους έθεσαν το δίλημμα. Όποιος ήθελε μπορούσε να μείνει μαζί τους. Θα φορούσε ένα κίτρινο περιβραχιόνιο, για να ξεχωρίζει από τους άλλους. Τους υπόλοιπους (κι αυτοί ήταν οι περισσότεροι) θα τους έστελναν πίσω στην πατρίδα τους. Ο Τζιοβάνη τόθελε, τόθελε πολύ να μείνει, να μην απομακρυνθεί από την αγαπημένη του. Σ΄ αυτό το σημείο όμως η Αφροδίτη της αγάπης έχασε. Ακόμη και για τη Φραντζέσκα, δεν άντεχε να μείνει με τους Γερμανούς. Περισσότερο κι από την ακατανόητη παρουσία του απ΄ τη Νάπολη στη Σύρα, η εκούσια συνταύτιση με τους Γερμανούς θα ήταν ακόμα πιο μεγάλη προδοσία στα όποια πιστεύω του. Όχι, δεν το άντεχε. Έφυγε μαζί με τους πολλούς.

Η Φραντζέσκα τώρα χωρίς τον αγαπημένο της. Νέα δεν έφθαναν, παρά με μεγάλη φειδώ στο απομονωμένο νησί. Για τον Τζιοβάνη όμως καμιά είδηση. Κάπου ακούστηκε – μπα, φήμη θα ήταν – πως, λέει, το πλοίο που τους μετέφερε στην Ιταλία τορπιλίστηκε από τους ίδιους τους Γερμανούς. Μα ήταν δυνατό;

Ο πόλεμος, ωστόσο, κάποτε τέλειωσε. Τώρα τραγουδούσαμε άλλα τραγούδια. Πάλι απαγορευμένα ωστόσο:

«Τόχουμε βάλει/ βαθιά μες΄ στην καρδιά μας/Λαοκρατία/ και όχι βασιλιά.»

Ο πληροφοριοδότης των συμμάχων βρέθηκε στη φυλακή. Η αντίσταση στον εχθρό ήταν προδοσία. Τέλος πάντων. Όπου νάναι, πάντως, θα εμφανιζόταν ο Τζιοβάνη. Ή θα ερχόταν κάποια είδησή του. Κι όμως νέα του δεν έφθαναν. Έστειλαν γράμματα, επιστράτευσαν προξένους, παπάδες, άλλους που θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν με την πατρίδα του. Δεν ήταν δα αυτή η μόνη. Υπήρχαν άλλες από το νησί που είχαν παντρευτεί με Ιταλό. Τίποτε όμως… κανένας… το παραμικρό. Όχι, δεν είναι πως την είχε ξεχάσει ο Τζιοβάνη. Μόνο που είχε εξαφανισθεί. Ναι, ήταν δυνατό. Η πληροφορία για τον τορπιλισμό του πλοίου διασταυρώθηκε από πολλές μεριές. Τον Τζιοβάνη κανένας δεν τον είχε δει.

– «Φραντζέσκα, πάγαινε, μωρή, να ποτίσεις…»

Τώρα δεν πονούσε ούτε η μέση ούτε το κεφάλι ούτε το στομάχι της. Πήγαινε και πότιζε. Πονούσε όμως η σκέψη της. Πονούσε η ψυχή της. Τα φωτεινά, τα γαλανά σαν του πελάγου μάτια της είχαν μια μόνιμη σκοτεινιά. Είχαν για λίγο λάμψει σαν τον ήλιο κι ήταν τώρα, λες, βασιλεμένα. Κοίταζε και δεν έβλεπε. Άκουγε, ενεργούσε, μα δεν καταλάβαινε. Μιλούσε, μα δε σκεφτόταν. Στο τέλος την πήρε την απόφαση. Με βαριά καρδιά βοήθησε κι ο Δον Ντομένικος. Το φόρεσε το ράσο.

Πάλευε μέσα της. Να κρατηθεί στη ζωή, έστω στη σκοτεινή ζωή της καλόγριας. Αλλιώς, γιατί να ζει; Επαναστατούσε η φύση μέσα της. Ήταν τόσο νέα! Ζητούσε βοήθεια από τον ουρανό, από την πονεμένη Μάνα.

Ave Maria…    Ora pro nobis…

Σιγά σιγά, σα να καταλάγιαζε μέσα της. Οι νεανικές ορμές της πνίγονταν, πολύ δύσκολα είν΄ αλήθεια, χάρη στην προσευχή. Κι αν πήγαιναν κάθε τόσο να ξεφύγουν, να ξεχειλίσουν, ερχόταν η εικόνα του Τζιοβάνη, να της θυμίσει πως αυτός ήταν ο μόνος που άξιζε γι΄ αυτήν στον κόσμο. Κι αυτός ήταν εκείνος για τον οποίον κανένας… τίποτε… Ανύπαρκτος…

Και να που ήρθε ξαφνικά τ΄ αναπάντεχο… Ήταν Άνοιξη του 1950. Η Φραντζέσκα είχε βγει για δουλειές από το μοναστήρι και περπατούσε. Ανέβαινε τ΄ Ανηφοράκι. Περνώντας μπρος από την Κοίμηση άκουγε τη συναυλία των πουλιών και οι ανοιξιάτικες μυρωδιές την αναστάτωναν. Τώρα όμως τα βήματά της ήταν βαριά, πολύ βαριά. Ζητούσε συμπαράσταση από τον Ουρανό. Θυμόταν τον πρώτο βομβαρδισμό. Θυμόταν εκείνον που την έκανε τότε να πετά. Εκείνος…μα υπήρξε ποτέ εκείνος; Ή μήπως ήταν πλάσμα της φαντασίας της; Κι όμως την ίδια ώρα στο σπίτι της γινόταν άλλη αναστάτωση. Κι εκείνη δεν είχε ιδέα.

Η μάνα της, όχι Ιταλικά, μα ούτε Ελληνικά δεν ήξερε να διαβάσει. Ο πατέρας της σχεδόν τα ίδια. Στη Φραντζέσκα ούτε λέξη. Το πήγαν στο Δον Ντομένικο. Εκείνος άρχισε την ανάγνωση από μέσα του και τα χέρια του, που έτρεμαν λίγο από την ηλικία, δυσκολεύονταν τώρα να κρατήσουν ακίνητο το χαρτί. Όχι μόνο τα χέρια, μα κι η φωνή του έτρεμε. Τα μάτια του γέρου σα να έγιναν υγρά. Δυσκολευόταν τώρα και να διαβάσει. Έβγαλε τα γυαλιά του και τα σκούπισε με το μαντίλι του προσεκτικά. Η φωνή του έτρεμε.

– «Είναι από εκείνον, από το Τζιοβάνη». Τώρα σχεδόν δεν ακουγόταν η φωνή του. «Σώθηκε από το ναυάγιο. Κάποιος πρέπει να τον έσωσε. Αυτός όμως ήταν βαριά τραυματισμένος, χτυπημένος στο κεφάλι. Ήταν σε κώμα. Δεν ξέρει τίποτε άλλο. Δεν θυμάται τίποτε. Και δεν υπήρχε κανένας να του πει κάτι. Βρέθηκε στο Κάιρο, στο νοσοκομείο, χωρίς να ξέρει ούτε αυτός ούτε άλλος κανένας ποιος ήταν και πώς βρέθηκε εκεί. Και ξαφνικά, πριν από λίγο, γύρισε πίσω η μνήμη του. Θυμήθηκε το όνομά του, θυμήθηκε την πατρίδα του, θυμήθηκε και τη Φραντζέσκα. Αν δεν είναι παντρεμένη, λέει στο γράμμα, κι αν ακόμα τον αγαπά, εκείνος πάντα θέλει να την παντρευτεί».

Αν τον αγαπά, λέει;

Άλλη μια φορά ο Δον Ντομένικος συμμάχησε με την αγάπη. Κι ας είχε δώσει τον όρκο της όταν φορούσε το ράσο. Τι θάλεγε ο Ιησούς; Την απάντηση στο ερώτημα την έδωσε ο Απόστολος: «Μείζον τούτων η Αγάπη».

Μας έλεγε την ιστορία η αδελφή της. Ο ήλιος έκαιγε κατακαλόκαιρα. Κάτω από την τέντα με τα καλάμια, τρώγαμε την αθερίνα στην ακρογιαλιά, πίναμε γουλιά γουλιά τη ρετσίνα, σιγομουρμουρίζαμε και κανένα τραγουδάκι, θυμόμαστε τα παλιά, καθένας είχε και μιαν ιστορία να διηγηθεί από την κατοχή – πάει πάνω από μισός αιώνας από τότε. Μου φαινόταν απίστευτη η ιστορία. Στην αρχή, είχαν δυσκολίες στο σχολείο τα παιδιά. Η δασκάλα δεν καταλάβαινε αρκετές από τις λέξεις που έλεγαν. Ανάκατα, Ιταλικά και Ελληνικά. Ύστερα έστρωσαν. Για τα εγγόνια ήταν πιο εύκολα. Επισκέπτονταν συχνά το νησί. Ο παππούς κι ο Δον Ντομένικος ήταν οι πρώτοι που έφυγαν. Ακολούθησε η γιαγιά. Η θεία, αδελφή της γιαγιάς, έμενε.

– «Φραντζέσκα, μην απομακρύνεσαι πολύ στη θάλασσα!»/ – «Όκι μπαμπίνα πια, τεία! Σα γιαγιά κάνει και συ!»

Η νεαρή κοπέλα, εγγονή της Φραντζέσκας, κολυμπούσε ξένοιαστα. Κάποιος Κώστας δίπλα της της πετούσε νερά. Φωνές, χάχανα, γέλια. Η ζωή συνεχιζόταν.

Ο κορμός της ιστορίας, ο έρωτας του Ιταλού με τη ντόπια, το ναυάγιο, το μοναστήρι, η αμνησία, το ευτυχές τέλος, είναι όλα αληθινά. Τα ονόματα έχουν αλλάξει. Τα υπόλοιπα είναι προσωπικές αναμνήσεις, που, αν και όχι πολύ σχετικές, πλαισιώνουν την κεντρική ιστορία.

Αναρτήθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού «Σύνδεσμος Συριανών, τεύχος 83, 31 Δεκεμβρίου 2016.

ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ

Να θυμηθούμε την πολιτική μετά τη μεταπολίτευση. Ο Α.Παπανδρέου έλεγε προεκλογικά: «έξω από τη ΕΟΚ, έξω από το ΝΑΤΟ». Άρνηση! Απαιτούσε ακόμη από τον Κ.Καραμανλή να υπάρξει, επιτέλους, ένας χάρτης της Ελλάδας. Τι έκανε αφού έλαβε την εξουσία; Προσπάθησε να εκμεταλλευθεί την ΕΟΚ εξασφαλίζοντας όχι μόνο καλές επιδοτήσεις δωρεάν (Μεσογειακά προγράμματα σε συνεργασία με άλλες μεσογειακές χώρες), αλλά και μεγάλα δάνεια. Χάρτη της Ελλάδας δεν έχω δει. Κ.Μητσοτάκης: κέρδισε τις εκλογές με το σύνθημα «Όχι ο Παπανδρέου!». Έφτασε να φέρει στην κυβέρνηση για πρώτη φορά στην ιστορία το κομμουνιστικό κόμμα, όχι για να σώσει την Ελλάδα ή να σβήσει τις μετεμφυλιακές έχθρες, αλλά για να απαλλαγεί από τον αντίπαλό του, που «αποστάτη» τον ανέβαζε, «αποστάτη» τον κατέβαζε, και να τον στείλει στη φυλακή. Αρνητική στάση. Το χρέος πρόλαβε να μεγαλώσει. Καραμανλής ο νεότερος: ανέβηκε στην εξουσία με πρόγραμμα να διώξει από την εξουσία τον «αρχιερέα της διαπλοκής», το Σημίτη (αρνητική στάση) και με σύνθημα «μηδενική ανοχή στη διαφθορά. Η διαφθορά φούντωσε, μαζί και το δημόσιο χρέος εξυπηρετώντας τις κομματικές ανάγκες. Γ.Παπανδρέου ο νεότερος: ανέβηκε στην εξουσία με το περιώνυμο ψεύδος «Λεφτά υπάρχουν, για να μας απαλλάξει από τον αναξιόπιστο «άρχοντα της νωθρότητας». Αρνητική στάση. Ναι μεν, λεφτά υπήρχαν, αλλά δεν ήταν στη διάθεσή μας. Και μας έβαλε στη μέγγενη των μνημονίων. Α.Σαμαράς: διέγνωσε σωστά ότι ακολουθούσαμε «λάθος συνταγή». Πήρε την εκλογή και ακολούθησε αυτή, τη λανθασμένη, συνταγή. Αρνητική στάση. Ο Τσίπρας έκανε τον ήρωα. Η «για πρώτη φορά αριστερή κυβέρνηση» θα σκίσει τα μνημόνια. Κατέφυγε και σε δημοψήφισμα για τη στάση του. Κι όταν ο λαός, στην απελπισία του, τον πίστεψε και είπε ΟΧΙ, ο «ήρωας», με την ουρά κάτω από τα σκέλια, υπέγραψε, την τρίτη, πιο σφικτή μέγγενη, το τρίτο μνημόνιο, ερμηνεύοντας το ΟΧΙ ως ΝΑΙ.

Σε όλη αυτή την αλυσίδα των αρνητικών στάσεων (για όλα φταίει η προηγούμενη κυβέρνηση, αρκεί να την ανατρέψουμε κι όλα θα στρώσουν!), υπήρξαν δύο εξαιρέσεις. Η μία ήταν του Κ. Καραμανλή του πρεσβύτερου. Αυτός είχε θετική στάση. Να απαλλαγούμε από τη χούντα (αρνητική στάση) ειρηνικά, με εγκαθίδρυση δημοκρατίας και να μπούμε στην ΕΟΚ (θετική στάση). Η άλλη θετική στάση ήταν του Σημίτη. Να μπούμε στην Κοινή Αγορά. Να εισαγάγουμε την Κύπρο στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Να κάνουμε έργα, αεροδρόμιο, μετρό, γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, Ιγνατία, Αττική και άλλες εθνικές οδούς, ακόμη και να διεξαγάγουμε σωστά τους Ολυμπιακούς αγώνες, μια επιδίωξη που δεν ήταν στα σχέδιά του, αλλά είχαν αναλάβει την υποχρέωση προηγούμενες κυβερνήσεις και ήταν πια αδύνατο να υπαναχωρήσουμε.

Φυσικά οι θετικές στάσεις είχαν βαριά τιμήματα. Προγραμματισμένα, ωστόσο. Ένα από τα τιμήματα ήταν ότι ο αντίστοιχος ηγέτης, μαζί με το κόμμα του έχαναν την εξουσία. Μα η εξουσία, έτσι κι αλλιώς χάνεται. Επειδή δεν υπάρχει σχέδιο στη μια περίπτωση, επειδή πρέπει να πληρωθεί τίμημα για την εφαρμογή του σχεδίου στην άλλη. Σήμερα, προβλέπουν σχεδόν όλοι με βεβαιότητα, ότι όταν γίνουν εκλογές, όποτε και να γίνουν, η παρούσα κυβέρνηση θα χάσει την εξουσία και θα έλθει η επόμενη. Το βασικό επιχείρημα είναι πως «είναι αδύνατο να πάμε παρακάτω!» Δυστυχώς, το πιθανότερο είναι πως θα πάμε παρακάτω κι η αλλαγή της κυβέρνησης δεν θα μας σώσει από την κατρακύλα. Εκτός αν βρεθεί κάποιο κόμμα, κάποια παράταξη και προβάλλει ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα σωτηρίας, ανάπτυξης. Δυστυχώς, δεν βλέπω τέτοιο πρόγραμμα στον ορίζοντα. Χρειάζεται προϊστορία για να εμπιστευθεί ο λαός κάποιον. Ο Καραμανλής και ο Σημίτης είχαν προϊστορία. Υποχώρησαν έντιμα όταν είδαν ότι η μάχη είναι χαμένη. Ο πρώτος, όταν έφθασε στη ρήξη με το παλάτι και έχασε τις εκλογές, έφυγε από την Ελλάδα. Ο δεύτερος, όταν η κυβέρνησή του εξήγγειλε μέτρα αντίθετα από εκείνα που ο ίδιος είχε σχεδιάσει και ο πρωθυπουργός είχε εγκρίνει, παραιτήθηκε από υπουργός.

Ο λαός δεν είναι αλάνθαστος. Ούτε οι ειδήμονες είναι αλάνθαστοι. Ακόμη και οι μεγάλοι ηγέτες στην ιστορία δεν υπήρξαν αλάνθαστοι. Ο Καραμανλής ο πρεσβύτερος και ο Σημίτης δεν υπήρξαν αλάνθαστοι. Λάθη κάνουν όλοι. Οι δυο ηγέτες που ανέφερα όμως είχαν επιπλέον σαφή θετική στάση, σχεδίασαν και επιτέλεσαν τα σχεδιασμένα με συνέπεια – έστω και με βαρύ τίμημα. Τέτοιους ηγέτες είχαμε ελάχιστους στο παρελθόν, όπως οι Καποδίστριας, Χαρίλαος Τρικούπης, Ελ. Βενιζέλος. Δυσκολεύομαι πολύ να σκεφτώ άλλον.

Τα ζώα όλα υπακούουν στους φυσικούς, βιολογικούς, νόμους. Ο άνθρωπος, μόνον αυτός, μπορεί να δημιουργεί τους δικούς του νόμους. Δεν αναιρούν τους φυσικούς νόμους, που είναι απαραβίαστοι, αλλά μπορούν να τους αντισταθμίζουν. Προς ευτυχία ή προς δυστυχία του. Η ευτυχία του ανθρώπινου πολιτικού ζώου μέσα στην πολιτική κοινωνία που ζει σχετίζεται με την ύπαρξη σκοπού. Μόνος ο άνθρωπος μπορεί να ενεργεί με κίνητρο ένα σκοπό και όχι μόνο μια αιτία. «Μα, άμα έχω ένα σκοπό, δεσμεύομαι από αυτόν. Πώς μπορώ να είμαι ελεύθερος, να κάνω ό,τι θέλω;» Ο Αριστοτέλης όρισε ότι ελευθερία εστί «ΕΝ ΜΕΝ ΤΟ ΕΝ ΜΕΡΕΙ ΑΡΧΕΙΝ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣΘΑΙ… ΕΝ ΔΕ  ΤΟ  ΖΗΝ  ΩΣ ΒΟΥΛΕΤΑΙ  ΤΙΣ». Και ο Kant συμπλήρωσε ότι η ελευθερία δεν είναι μόνο να μην κάνει κάποιος ό,τι θέλουν οι άλλοι, αλλά και, προπάντων, να κάνει ό,τι αυτός θέλει. Όταν λοιπόν ενεργούμε υπακούοντας στους σκοπούς κάποιου άλλου, που μπορεί να είναι ένα υπερφυσικό ον, ή οι φυσικοί νόμοι ή οι σκοποί κάποιων άλλων ανθρώπων, αυτό σημαίνει δουλεία. Όταν όμως έχουμε προαποφασίσει το δικό μας σκοπό και με βάση αυτόν καθορίζουμε την πορεία μας, μόνον τότε είμαστε ελεύθεροι, κάνομε ό,τι εμείς θέλομε. Τίμημα υπάρχει. Για χάρη αυτού σκοπού, μπορεί να χρειασθεί να θυσιάσουμε πρόσκαιρες απολαύσεις και επιθυμίες.

Θετική πολιτική προσδοκώ από τους ηγέτες μας. Σε ποικίλες δημοσιεύσεις μου τα τελευταία χρόνια προσπαθώ να υποδείξω πολύ γενικές αρχές στις οποίες μπορούμε να στηριχθούμε. Και να προτείνω πολύ αδρά κατευθύνσεις που μπορεί να έχει ένας πολιτικός σκοπός μας. Τέτοιες είναι π,χ: Ο κοινός νους δεν υπάρχει σε κανέναν, μπορεί όμως να υπάρχει ως η επικρατούσα άποψη ενός συνόλου. Η βούληση του συνόλου είναι ισχυρότερη από τη βούληση μιας μειοψηφίας ή ενός αρίστου, σε θέματα που δεν απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις. Η ανάπτυξή μας πρέπει να εστιάζεται εκεί που συνυπάρχουν ανάγκες, πόροι και τεχνογνωσία και πρέπει να ταλαντώνεται προγραμματισμένα από τη λιτότητα στην κατανάλωση και πάλι λιτότητα. Μέγιστη δυνατή ελευθερία κατά τον Αριστοτέλη και ισότητα, ισοπολιτεία, ισονομία, ισηγορία.

Ηπειρωτικός Αγών, 30 Δεκεμβρίου 2016

Δημ. Α. Σιδερής

 

ΑΝΕΒΟΚΑΤΕΒΑΣΜΑ

%ce%b1%ce%bd%ce%b5%ce%b2%ce%bf%ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%ad%ce%b2%ce%b1%cf%83%ce%bc%ce%b1

Νεαρός ειδικευόμενος. Στις ερευνητικές συγκεντρώσεις μας άκουσα με έκπληξή μου τον καθηγητή μου να λέει πως η λειτουργία της καρδιάς είναι μια ταλάντωση. Μάλιστα κατασκεύασε ένα σύστημα με εκκρεμή που η ρυθμική λειτουργία τους θύμιζε τη ρυθμική λειτουργία της καρδιάς, ενώ οι εκτροπές από το ρυθμό του είχαν κάποια ομοιότητα με τις καρδιακές αρρυθμίες. Το στείλαμε για δημοσίευση κι από το διεθνές περιοδικό μας ήλθε η ψυχρολουσία. «Σας πρόλαβε άλλος πριν από 3 δεκαετίες. Ο VanderPol κατασκεύασε ένα σύστημα με ηλεκτρικούς ταλαντωτές που αναπαρίστανε τον καρδιακό ρυθμό πολύ καλύτερα από το δικό σας».

Η πρώτη απογοήτευση όμως πέρασε. Λάτρης της μουσικής και του ρυθμού είχα ενθουσιασθεί με την ιδέα. Ξεκίνησα να επαναλαμβάνω τα πειράματα του VanderPol. Σύντομα είδα τις ατέλειες και προσπάθησα να τις ξεπεράσω. Άρχισα να αυτοσχεδιάζω. Ο καθηγητής μου με ενθάρρυνε. Ζήτησα βοήθεια από ηλεκτρολόγους και από μαθηματικούς, αλλά δεν βρήκα ανταπόκριση. Δεν είχα συνειδητοποιήσει τότε πως η έρευνα χρειάζεται χρηματοδότη. Εγώ κι η ομάδα γύρω από τον καθηγητή μου εργαζόμαστε κάθε βδομάδα κάνοντας πειράματα για να ικανοποιήσουμε το κέφι μας. Αναγκάστηκα να μελετήσω μόνος μου ανώτερα μαθηματικά και ηλεκτρολογία, για να κατασκευάσω το δικό μου ηλεκτρικό ανάλογο. Κι αυτό ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες μου παραπάνω από όσο ανέμενα. Όχι μόνο μιμήθηκε το φυσιολογικό ρυθμό της καρδιάς και τις γνωστές αρρυθμίες με όλες τις ιδιοτροπίες τους, αλλά και παρουσίαζε διαταραχές του ρυθμού του που δεν είχαν περιγραφεί από τους καρδιολόγους. Μελετώντας συστηματικά τους καρδιοπαθείς ανακαλύψαμε πως τέτοιες αρρυθμίες εμφανίζοντας και στους αρρώστους. Οι πολλές εργασίες που γράφτηκαν πάνω στο θέμα δημοσιεύθηκαν σε πλήθος διεθνών περιοδικών.

Ο VanderPol, σαν μεγάλος προφήτης πρόβλεψε πως το μοντέλο των ταλαντώσεων που περιέγραψε μπορούσε να αναπαραστήσει μεγάλο πλήθος φαινομένων σε πολλαπλά επίπεδα. Όχι μόνο στο φυσικό κόσμο του ηλεκτρισμού, όχι μόνο στο βιολογικό του καρδιακού ρυθμού, αλλά και σε ψυχολογικό και σε κοινωνικό επίπεδο. Η πείνα και το φαγητό που τρώμε, η δίψα και το νερό που πίνομε, ο έρωτάς μας, η έπειξη για ούρηση και αποπάτηση είναι φυσιολογικά φαινόμενα που ταλαντώνονται σύμφωνα με τους νόμους ταλαντωτών του VanderPol. Μαζί μ΄ αυτά τα φυσιολογικά φαινόμενα ταλαντώνεται και η βούλησή μας: Θέλω να φάω, θέλω να πιω, θέλω να κάνω έρωτα…θέλω να… Ολόκληρη η βούλησή μας λειτουργεί σα μια ταλάντωση. Κι ακόμη, σε κοινωνικό επίπεδο, βλέπομε την ιστορία, τις μεταβολές στο χρόνο της πολιτικής και της οικονομίας να ταλαντώνονται. Μια πάνω, μια κάτω.

Με λίγα λόγια, η ταλάντωση του VanderPol έχει την ιδιαιτερότητα ότι αφενός ανεβοκατεβαίνει ρυθμικά ένα φαινόμενο απλά με την πάροδο του χρόνου, αλλά και μπορεί να διεγείρεται από εξωγενείς παράγοντες, έτσι που να επιταχύνεται ή να επιβραδύνεται (αν λείψουν τα εξωγενή ερεθίσματα). Μάλιστα, μόλις διεγερθεί η ταλάντωση, η επαναδιέγερσή της είναι αδύνατη για λίγη ώρα. Μας δίνει την εντύπωση αφενός ότι μοιρολατρικά, τελολογικά, όλα είναι προδιαγεγραμμένα. Κι από την άλλη, καθώς μπορεί να επηρεάζεται η ταλάντωση από τυχαία ερεθίσματα, μας δίνει την εντύπωση ότι όλα είναι τυχαία.

Στη φύση η ταλάντωση είναι ο κανόνας. Σήμερα που γράφω αυτό το κείμενο έχομε τη μεγαλύτερη νύχτα του έτους. Η διάρκεια της μέρας και της νύχτας ταλαντώνεται αναγκαστικά όλο το έτος. Από αύριο αρχίζει να μεγαλώνει η μέρα. Σήμερα που γράφω αυτό το κείμενο βρισκόμαστε στον πάτο μιας πρωτοφανούς οικονομικοπολιτικής ταλάντωσης.

Δεν είναι η πρώτη φορά που περνάμε από κρίση. Χθες μου ήλθε με το ταχυδρομείο ένα βίντεο της Sheila Lecoeur, με εικόνες από την κατοχή. Μου θύμισε τις ανατριχιαστικές εικόνες που στοιχειώνουν τη μνήμη μου. Μετά το θρίαμβο της Αλβανίας, το κατοχικό θανατικό. Ήλθε όμως η θριαμβευτική απελευθέρωση. Δεν κράτησε πολύ στον τόπο μας. Ήλθε ο εμφύλιος. Κι αυτός τέλειωσε. Και όταν πια στην οικογένεια των Ευρωπαϊκών χωρών πήγαμε να νοιώσουμε το αίσθημα της ασφάλειας, ήλθε η τρέχουσα κρίση. Κάθε χρόνο και χειρότερα. Διαδοχικοί «σωτήρες» μας βεβαίωναν πως αιτία των κακών μας ήταν οι κακοί προηγούμενοι. Κι η κρίση, με κάθε αλλαγή σωτήρα, χειροτέρευε. Πού οδεύομε;

Πρόκειται για μια τυπική ταλάντωση. Θέμε-δε-θέμε, η κρίση θα περάσει. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα αρχίσει κάποια στιγμή η ανιούσα πορεία. Πότε ακριβώς θα συμβεί είναι άγνωστο, είναι βέβαιο όμως πως η αναγέννηση θα εμφανισθεί. Φυσικά, ανάλογα με τη συμπεριφορά μας, μπορούμε να την επηρεάσουμε, όχι όμως να τη σταματήσουμε.

Πριν από δυο χιλιετίες, η ανθρωπότητα βρισκόταν στην ακμή της. Κι όμως βάδιζε αναπόφευκτα με σιγουριά στην παρακμή. Η οικονομική, πολιτική και ηθική κατάπτωση άρχιζαν και συνεχίσθηκαν για λίγους αιώνες. Κι όμως, σε μια απρόβλεπτη γωνιά της γης, μέσα σε ένα στάβλο, μέσα σε μια φάτνη, γεννήθηκε – ποιος το φανταζόταν – η σωτηρία. Χρειάστηκαν αγώνες τρομακτικοί. Ο Σωτήρας του κόσμου χρειάστηκε να σταυρωθεί, κι όμως αναστήθηκε. Ο Χριστιανισμός κυνηγήθηκε άγρια. Κι όμως επικράτησε. Η εκκλησία εκφυλίστηκε καταστρέφοντας ό,τι θαυμάσιο είχε δημιουργήσει ο Ελληνικός πολιτισμός. Κι όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ιδίως με τους τρεις ιεράρχες, και επήλθε η δημιουργική μίξη του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.

Κάθομαι και γράφω κάθε βδομάδα ένα άρθρο και η απαισιοδοξία με συνεπαίρνει καθώς γράφω. Και ξαφνικά, ήλθαν αυτές οι άγιες μέρες. Τα παιδιά μου ήλθαν από το εξωτερικό όπου τους είχε διασπείρει η κρίση. Το τραπέζι μας σήμερα το μεσημέρι γέμισε παιδικές φωνές. Οι μέρες αυτές με ξύπνησαν για να μου θυμίσουν το όραμα της ταλάντωσης που δημιούργησα στη νεότητά μου. Οι κακές μέρες δεν μπορούν παρά, αργά ή γρήγορα, να λήξουν. Ας σκεφτούμε θετικά. Ας πάψουμε να σκεφτόμαστε ποιος φταίει και πώς θα τον τιμωρήσουμε κι ας αρχίσουμε να ονειρευόμαστε θετικά, πώς θα συμβάλουμε για να αναστραφεί η πορεία της ταλάντωσης όσο γίνεται πιο γρήγορα. «Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή». Κι ας ευχηθούμε συνειδητά, μέρες που είναι, για πραγματικά χαρούμενες γιορτές κι ευτυχισμένο τον καινούργιο χρόνο.

Δημήτρης Α. Σιδερής.

koinignomi 27 Δεκεμβρίου 2016

 

Τρίτη άποψη: ΠΡΟΓΟΝΟΚΤΟΝΟΙ

«Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες, οι άλλοι έτρωγαν βαλανίδια». Mας εξυψώνει το ηθικό. Kαι την ανοησία μας! Πόσο απόγονοι είμαστε εκείνων των μεγάλων προγόνων; Ο τόπος δεχόταν αείποτε και εξακολουθεί να δέχεται επήλυδες που αφομοιώνονται. Παράλληλα, πλήθος Ελλήνων φεύγουν διηθώντας γειτονικούς τόπους ή αποικώντας ξένους, όπου συνήθως χάνονται αφήνοντας όμως κι εκεί το σπέρμα του Ελληνισμού. Πρέπει να ξεχωρίσουμε εξαρχής δύο συναφείς έννοιες, που συγχέονται, καθώς οι ξένοι έχουν κοινή λέξη. Τις έννοιες του γένους και του έθνους (natio, nasco=γεννώ). Οι Έλληνες ανήκομε στο γένος (γενιά) του Έλληνα, γιου του Δευκαλίωνα, εγγονού του Προμηθέα. Το έθνος μας (έθος ή ήθος=συνήθεια) είναι ευρύτερο περιλαμβάνοντας όλους τους απογόνους του μεγάλου Πατριάρχη που έφερε γνώση και τέχνη, πολιτισμό, στους ανθρώπους. Στο ίδιο έθνος (αλλά άλλο γένος) ανήκουν Γραικοί, Μακεδόνες και άλλοι. Σήμερα είναι αδύνατο να ξέρουμε αν ανήκουμε στο γένος των Ελλήνων, αφού αδυνατούμε να εξετάσουμε το DNA τους. Όμως το έθνος μετράει. «… Ἓλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἤ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας» (Ισοκράτης). Στους Ολυμπιακούς αγώνες αγωνίσθηκε ως Έλληνας ο Αλέξανδρος του Περδίκκα. Έχομε λοιπόν την ίδια παιδεία με τους θεωρούμενους προγόνους μας;

Ξεχωρίζομε. Υψηλός πολιτισμός! Πολιτισμό όμως ανέπτυξαν και άλλοι λαοί που επιβιώνουν ως σήμερα, Κινέζοι, Ινδοί, Αιγύπτιοι, Εβραίοι κλπ. Ο πολιτισμός μας όμως έχει μοναδικότητες και πρωτιές.

Πρώτο, ξεπήδησε από τη Δημοκρατία. Η Δημοκρατία αναπτύχθηκε αποκλειστικά μόνο στους Έλληνες. Παράκμασε βαθμιαία για να πεθάνει με κομβικό σημείο το 338 π.Χ. (Χαιρώνεια). Οι νίκες κατά των Περσών της επέτρεψαν να ανθίσει. Ο πολιτισμός που ανέπτυξε απλώθηκε σε όλο τον κόσμο, χάρη στον Αλέξανδρο που κατάργησε τη Δημοκρατία – κι έκτοτε φθίνει διαρκώς. Η Δημοκρατία των προγόνων μας συνίστατο στο ότι η συντριπτική πλειονότητα των αρχόντων (>99%) ήταν κληρωτοί. «…Λέγω δ΄ οἷον δοκεῖ δημοκρατικὸν μὲν εἶναι τὸ κληρωτὰς εἶναι τὰς ἀρχὰς, τὸ δ΄ αἱρετὰς ὀλιγαρχικὸν» (Αριστοτέλης). Οι εκλογές αφορούσαν τους στρατηγούς (κυβέρνηση) και κάποιες σημαντικές, αλλά ελάχιστες, εξουσίες. Σήμερα, όταν η πρόοδος που έχει συντελεστεί απαιτεί πλήθος κοινωνικών ρόλων να υπηρετούνται από ειδικευμένους, θα έλεγα ότι η δημοκρατία οφείλει να χαρακτηρίζεται από κληρωτή κυρίως επιλογή για τις δύο από τις τρεις εξουσίες (βουλευτική και δικαστική), και αιρετή κυρίως για την τρίτη (εκτελεστική=κυβέρνηση). Η Δημοκρατία στηρίχθηκε στην ισοπολιτεία, ισονομία, και ισηγορία (ισότητα στη δυνατότητα επικοινωνίας). Χωρίς τη μία από τις τρεις ισότητες δεν μπορούν να αναπτυχθούν ικανοποιητικά οι άλλες. Η ισηγορία οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην Ελληνική γλώσσα. Βέβαια όλοι οι άνθρωποι έχουν γλώσσα. Αναπτύσσουν δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά, επομένως μπορούν να αναγνωρίζουν λέξεις. Ζώντας σε κοινωνίες, ανταλλάσσουν λέξεις, τις μετατρέπουν σε έννοιες και οι έννοιες όλων, μέσα στη νόηση καθενός, συγκρίνονται και αποκτούν κοινό πλάτος και βάθος. Ο τόπος των Ελλήνων είναι μοναδικός. Πουθενά αλλού δεν υπάρχει τόση ποικιλία εδάφους σε τόσο στενό γεωγραφικό χώρο με υψηλά βουνά, πεδιάδες, νησιά κλπ. Η γεωγραφική ποικιλότητα ανάγκαζε να ασχολούνται οι κάτοικοι με ποικίλα επαγγέλματα (κτηνοτρόφοι, γεωργοί, ναυτικοί κλπ) που τους υποχρέωναν να αποκτήσουν διαφορετικές συνήθειες. Κι αυτές, χάρη στη γειτνίαση και την κοινή γλώσσα, ανταλλάσσονταν μεταξύ τους. Ο μοναδικός αυτός γεωγραφικός χώρος βρισκόταν στο σταυροδρόμι των τριών γνωστών ηπείρων. Έτσι τα έθιμα των Ελλήνων διασταυρώνονταν με όλου του γνωστού τότε κόσμου. Αυτά επέτρεψαν οι Ελληνικές λέξεις να αντιστοιχούν σε έννοιες με μοναδικό βάθος και πλάτος.

Δεύτερο. Ξαφνικά, τον καιρό του Σύρου έπηλυ Κάδμου, επινοήσαμε το αλφάβητο. Εμείς πρώτοι. Για κάθε προφερόμενο φθόγγο είχαμε ένα και μόνο γραπτό σύμβολο και κάθε γραπτό σύμβολο το προφέραμε με ένα και μόνο τρόπο. Το αλφάβητο που έφεραν οι Φοίνικες δεν είχε φωνήεντα. Η γραφή με ιδεογράμματα (ιερογλυφικά, κλπ) μπορούσε να διαβάζεται από ποικιλόγλωσσους ανθρώπους, αλλά ήταν τόσο τεράστιο το πλήθος των γραπτών συμβόλων που ήταν αδύνατο να κατακτηθεί. Η απλούστευση της γραφής επέτρεψε να είναι εγγράμματοι όλοι οι Έλληνες κι έτσι να μπορούν να διαβάζουν τους νόμους και να τους προτείνουν όλοι (ισηγορία). Κι εμείς, περήφανοι απόγονοι των σοφών προγόνων, τι κάναμε μ΄ αυτή την κληρονομιά μας;

Μετά το θάνατό της δημοκρατίας, εισαγάγαμε την ολιγαρχία (ρεπούμπλικα) των δυτικών «πολιτισμένων» λαών, η οποία καταγόταν από τη Ρωμαϊκή Res publica. Τη βαφτίσαμε δημοκρατία, δημιουργώντας σύγχυση. Το πρόβλημα λύνεται πολύ απλά. Αρκεί να αλλάξουμε το πρώτο άρθρο του Συντάγματός μας (με δημοψήφισμα), ώστε να γράφει: «Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Δημοκρατία». Φυσικά, ολόκληρο το Σύνταγμα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, οφείλει να είναι απόλυτα συνεπές προς αυτό το άρθρο, στις αρχές που διατυπώθηκαν παραπάνω.

Η γλώσσα μεταφέρεται αβίαστα από τη μάννα στα παιδιά. Η αβίαστη, κατά τις ανάγκες, εξέλιξη της γλώσσας συμπληρώνεται στην αρχή από το λοιπό περιβάλλον των παιδιών και το σχολείο και με διάβασμα της λογοτεχνίας στη συνέχεια. Το διάβασμα προϋποθέτει γνώση ανάγνωσης που δεν γίνεται αβίαστα, αλλά με τη «βέργα» του δασκάλου. Έτσι, η γλώσσα μένει ζωντανή και, ως ζώσα, εξελίσσεται συνεχώς. Η λατινική, σημαντική γλώσσα, μένει σταθερή, διότι είναι νεκρή. Όσο υπήρχε δημοκρατία, όταν άρχισαν οι Αρχαίοι να προφέρουν το «ποιέομεν» «ποιούμεν», έγραψαν «ποιούμεν» Μετά το θάνατό της, συνέχισε να εξελίσσεται η γλώσσα, αλλά η γραφή έμεινε καθηλωμένη στο παρελθόν της. Όταν το «αίμα» άρχισε να προφέρεται «έμα», συνέχισαν να το γράφουν «αίμα». Στις χιλιετίες που πέρασαν παρεμβλήθηκαν πλήθος προσκόμματα στην αβίαστη εξέλιξη της γλώσσας, κάποτε αιματηρά, ώσπου πριν από 4 δεκαετίες καθιερώθηκε επίσημα η δημοτική, χωρίς απλούστευση της ορθογραφίας. Το λάθος της υπερβολής, συχνό στις επαναστατικές αλλαγές, ήταν η παραμέληση της αρχαίας γλώσσας. Η αποκατάσταση της φυσικής, προγονικής, σχέσης γραφής με τη γλώσσα δεν επιτεύχθηκε ποτέ (με σπάνιες εξαιρέσεις του Βηλαρά κλπ) και η πρόταση για κάτι τέτοιο βγάζει αγκάθια. Η πρόταση είναι απλή και πάλι. Παράλληλα: α) εισαγωγή στη μάθηση της παραδοσιακής γλώσσας (αρχίζοντας από Παπαδιαμάντη και φθάνοντας ως τον Όμηρο) ήδη από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού σε όλη την υποχρεωτική εκπαίδευση. β) Καθιέρωση φωνητικής γραφής, όπος ίχαν ι αρχέι πρόγονί μας, για όλες τις ιπόλιπες χρίσις τις γλόσας μας. Έτσι διεφκολίνετε ακόμι κε για αποφίτους τις 1ις διμοτικού ι ισιγορία, απαρέτιτι για τι διμοκρατία, που ίνε, πιστέβο ο μόνος τρόπος για να κσεφίγουμε από τι θανάσιμι θέσι όπου βρισκόμαστε σίμερα. Ιοθέτισι του β) χορίς το α) οδιγί τι γλόσα μας σε πτόχεφσι. Ιοθέτισι του α) με παράλιπσι του β) μας ρίχνι στο λάκο τον θαμένον προγόνον μας.

Ηπειρωτικός Αγών 23 Δεκεμβρίου  2016

Δημ. Α. Σιδερής

ΑΝΤΙ

%ce%b1%ce%bd%cf%84%ce%af

Όλα τα ζωντανά μαζεύονται όπου βρίσκουν τροφή. Και ο άνθρωπος. Σε στενή επαφή, έτσι, το ένα με το άλλο ομοειδή ζώα έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν δεσμούς μεταξύ τους ανεξάρτητα από τους επιβαλλόμενους από το περιβάλλον τους. Τέτοιοι δεσμοί εκπορεύονται από τον αμοιβαίο προσπορισμό ευχαρίστησης, με εργαλείο τη συμπληρωματική ανατομική κατασκευή ειδικών οργάνων. Η διεγερμένη θηλή του μαστού ταιριάζει σαν σε εκμαγείο με το στόμα του βρέφους. Το μηχανικό ταίριασμά τους συνοδεύεται από την αμοιβαία ευχάριστη ζωηφόρο μεταφορά γάλακτος από τη μητέρα στο μωρό. Πλήθος εξαρτημένα αντανακλαστικά συνοδεύουν το θηλασμό. Όταν κάποτε οι ανάγκες του βρέφους δεν ικανοποιούνται από το γάλα της μητέρας, ενώ εκείνη εξαντλείται από υπεράμελξη, επέρχεται η αποκοπή. Ο εξαρτημένα αντανακλαστικά δεσμός όμως μητέρας παιδιού είναι σχεδόν ισόβιος. Το πέος σε στύση ταιριάζει σα σε εκμαγείο με τον κόλπο. Η αμοιβαία ευχαρίστηση συνδέεται με μεταφορά του γονιμοποιού σπέρματος από τον άνδρα στη γυναίκα. Τα εξαρτημένα αντανακλαστικά που σχηματίζονται διατηρούν μακροχρόνια την αμοιβαία ελκτική σχέση στο ζευγάρι. Αυτά ισχύουν για όλα τα θηλαστικά (και με παραλλαγές σε άλλα ζώα).

Ο άνθρωπος, με την ικανότητά του να σχηματίζει δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά, μαθαίνει να αναγνωρίζει και να προφέρει λέξεις. Ανταλλάσσοντάς τες με τους γείτονές του, αναπτύσσει Λόγο. Και ο Λόγος τού επιτρέπει να σωρεύει γνώσεις και πείρα, να «ειδικεύεται», να σχηματίζει κοινωνία στην οποία καθένας εκτελεί διαφορετικό έργο, αλλά όλοι μαζί, συμπληρωματικά, στοχεύουν σε κοινό σκοπό.

Πέρα από την περιβαλλοντική κοινότητα για ανεύρεση τροφής, η ενότητα της κοινωνίας προάγεται από κοινούς κινδύνους. Τα ζώα που αθροίστηκαν και συμβιώνουν για τους παραπάνω λόγους, αποτελούν κι αυτά τη λεία, για τροφή άλλων ζώων. Η κοινή απειλή αντιμετωπίζεται είτε με φυγή ή με πάλη, που γίνεται πιο αποδοτική αν είναι μαζική. Τα αναπτυγμένα αντανακλαστικά που συνδέουν αμοιβαία τα ζώα, αποτελούν ισχυρό κίνητρο για μαζική άμυνα. Οι μητέρες γίνονται ιδιαίτερα επιθετικές και αποτελεσματικές όταν κινδυνεύουν τα παιδιά τους.

Όλες οι παραπάνω βιολογικές συμπεριφορές ενέχουν «σφάλμα» στην εκτέλεσή τους. Τα κοινωνικά ζώα (άνθρωποι, μέλισσες, μυρμήγκια κλπ) πειθαρχούν σε αυστηρούς νόμους.  Ο άνθρωπος όμως δεν είναι μόνο κοινωνικό, αλλά και πολιτικό, ζώο (Αριστοτέλης). Οι κοινωνικοί νόμοι ενέχουν απόλυτη ισότητα στην πειθαρχία και μηδενική ελευθερία. Το μυρμήγκι, θα καεί μάλλον παρά να εγκαταλείψει το έργο που του επιβάλλει η κοινωνία του. Οι κηφήνες θα εκτελεσθούν από τις εργάτριες μετά τη γονιμοποίηση της βασίλισσας. Το πολιτικό ζώο, όμως, ο άνθρωπος, αποφασίζει τους νόμους του, που, ιδανικά, κατατείνουν στη μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία με τη μεγαλύτερη δυνατή ισότητα. Η ελευθερία αφορά πρώτιστα τη νοητή όψη του Εγώ, ενώ η ελευθερία της αισθητής και της κοινωνικής όψης του Εγώ περιορίζεται από τους φυσικούς και τους κοινωνικούς νόμους αντίστοιχα. Από την άλλη, η ισότητα αφορά πρώτιστα την κοινωνική όψη του Εγώ, ενώ είναι ανύπαρκτη στην αισθητή όψη του (κανένας δεν έχει ίδια δακτυλικά αποτυπώματα ή DNA με έναν άλλον) και στη νοητή όψη του (που είναι άβατη και γι΄ αυτό δεν συγκρίνεται με άλλο νοητό Εγώ). Χωρίς επαρκή ελευθερία δεν αναπτύσσονται γνώσεις που αντισταθμίζουν τους άκαμπτους φυσικούς και κοινωνικούς νόμους κι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζει ευτυχισμένα. Χωρίς επαρκή ισότητα αναπτύσσονται ανταγωνιστικές δυνάμεις που ρέπουν προς τη διάλυση της κοινωνίας. Η Ayn Rand, θεωρητική υποστηρίκτρια του νεοφιλελευθερισμού, τόνισε το φυσικό νόμο που ευνοεί το άτομο (αυτοσυντήρηση) σε βάρος του κοινωνικού νόμου που προάγει την κοινωνία. Αντίθετα από τους φυσικούς νόμους της κοινωνίας, ο εγωισμός, με απόλυτη κοινωνική ελευθερία, και η καταδίκη του αλτρουϊσμού με ανισότητα ήταν στο επίκεντρο των ιδεών της. Οι θεωρίες της οδηγούν σε πρωτοφανή ανάπτυξη, που, ωστόσο, εμπεριέχει την αυτοκαταστροφή, καθώς δεν παρέχει χρόνο για ανακύκλωση των απορριμμάτων και δηλητηριάζει ανεπιστρεπτί την Υφήλιο, ενώ η συνοδός ανισότητα οδηγεί τα μέλη της κοινωνίας σε ανταγωνιστική αλληλεξόντωση. Ο πολιτικός, μοναδικά ανθρώπινος, νόμος μπορεί να αντισταθμίζει τους ζωώδεις κοινωνικούς περιορισμούς, όχι όμως να τους αντικαθιστά χωρίς να οδηγεί στην καταστροφή.

Οι πολιτικοί νόμοι αντισταθμίζοντας τους φυσικούς, βιολογικούς, κοινωνικούς, μπορούν να φέρουν ευτυχία ή δυστυχία στην ανθρωπότητα. Οι κοινωνικές επιστήμες, μελετώντας τους νόμους, μπορούν να προσφέρουν γνώσεις για την πιο επιθυμητή επιλογή. Όταν οι συνεκτικές δυνάμεις για αποτελεσματική άμυνα έναντι εξωτερικών εχθρών γίνουν ισχυρότερες από τις υπόλοιπες συνεκτικές δυνάμεις της κοινωνίας, προάγεται η επιθετικότητα. Η βία εμφανίζει αδράνεια. Όταν λήξει η απειλή, συνεχίζεται. Οι αγωνιστές γίνονται ληστές. Οι Έλληνες ενωθήκαμε κάποτε εναντίον των Τρώων, των Περσών, πιο πρόσφατα του Ιταλογερμανικού φασισμού-ναζισμού. Αυτή η στάση, με ενωτικό στοιχείο το «αντί» είναι πολύ αποτελεσματική, αλλά δεν διαρκεί πολύ. Αν ηττηθούμε, καταστρεφόμαστε. Και αν νικήσουμε, κάποιου είδους κοινωνική αδράνεια συνεχίζει την επιθετικότητα που στρέφεται πια εναντίον εσωτερικών αντιπάλων, με συνηθισμένη αιτία την ανισότητα ως προς την πρόσβαση στις κοινωνικές αποθήκες (διαθέσιμα αγαθά και, προπάντων, μέσα παραγωγής, γη, κοπάδια, καράβια, εργοστάσια, χρηματαποθήκες, πλούτο κλπ). Για την ενότητα της κοινωνίας δεν αρκεί το αρνητικό κίνητρο της άμυνας ή της επίθεσης (ενωνόμαστε εναντίον ενός εχθρού). Χρειάζεται, προπάντων, το θετικό της συνοχής (ενωνόμαστε διότι η συνύπαρξή μας ευχαριστεί). Αντίστοιχα, ελευθερία δεν είναι μόνο, αρνητικά, να μην κάνουμε ό,τι θέλουν οι άλλοι, αλλά και, προπάντων, θετικά, ό,τι θέλομε εμείς (Kant). Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για μας τους ίδιους, αλλά και για τους γείτονές μας, για τον «πλησίον» του Ευαγγελίου. Φαίνεται σα να έχουμε ανάγκη από έναν εχθρό για να μένουμε ενωμένοι. Μα είναι πραγματικά απαραίτητος; Γιατί να μη μείνουμε ενωμένοι παλεύοντας όλοι ενάντια στο φυσικό εχθρό, πείνα, αρρώστια, σεισμό, καταποντισμό, κατακλυσμό, πυρκαγιά, έκρηξη ηφαιστείων, τσουνάμι; Εξαιρείται, φυσικά, η άμυνα.

Η ενίσχυση των κινήτρων για θετική στάση, που προωθεί αγάπη μεταξύ μας μάλλον παρά έχθρα κατά των άλλων, μπορεί να συμβάλει στην έξοδό μας από τα αδιέξοδα. Τέτοια μέτρα είναι κυρίως η στροφή της προσοχής προς τις ερχόμενες γενιές. Αυτό σημαίνει πρακτικά, αποφυγή δανεισμού χωρίς επένδυση (που ξεπληρώνεται στο μέλλον), οικολογικό έλεγχο της ανάπτυξης, (που χρεώνει στο μέλλον τη δηλητηρίαση του περιβάλλοντος) κλπ. Ο έλεγχος της ανάπτυξης επιτυγχάνεται καλύτερα με ταλάντωση, από τη λιτότητα με άθροιση κεφαλαίου, στην κατανάλωση, στην οποίαν απολαμβάνομε τον τόκο του κεφαλαίου, ενώ το περιβάλλον αναγεννιέται, και πάλι λιτότητα με ανάπτυξη. Όπως, από τον καιρό του Αβραάμ γινόταν εναλλαγή νηστείας (για να πολλαπλασιασθούν τα ζωντανά), με θυσία-πασχαλιά (για να τραφούν οι άνθρωποι και να αναγεννηθούν τα λιβάδια.

Δημ. Α. Σιδερής. dimitris.sideris@gmail.com

koinignomi, 20 Δεκεμβρίου 2016

 

ko

 

 

Τρίτη Άποψη Βίας Κίνητρα

Δημ. Α. Σιδερής, dimitris.sideris@gmail.com

Ηπειρωτικός Αγών, 16 Δεκεμβρίου 2016

ΣΕ ΚΑΘΕ δράση υπάρχει αντίδραση. Εκδηλώνεται κυρίως με τριβή ή αδράνεια. Η τριβή αντιστρατεύεται κάθε κίνηση μετατρέποντάς την σε θερμότητα. Σπρώχνω μια μπάλα, παύω, αυτή συνεχίζει να τρέχει, τελικά σταματά. Λόγω της τριβής. Η αδράνεια αντιστέκεται όχι στην κίνηση, αλλά στη μεταβολή της. Δυσκολεύομαι να ξεκινήσω ή να επιταχύνω την μπάλα, αλλά και να τη σταματήσω. Ενέργεια δεν καταναλώνεται. Απλώς μετασχηματίζεται.

Δυνάμεις σαν της τριβής και αδράνειας απαντούν και στα ζώα. Η τριβή εκδηλώνεται κυρίως με κάματο. Η ενεργητική κίνηση καταναλώνει ενέργεια. Οι εφεδρείες του οργανισμού εξαντλούνται ταχύτερα από όσο αποκαθίστανται και από όσο αποβάλλονται τα άχρηστα προϊόντα τους. Και τότε οι μύες και όλος ο οργανισμός αδυνατούν να υπακούσουν στη βούληση.

Η αδράνεια στα εξελιγμένα ζώα εκδηλώνεται διττά με το ευχάριστο αίσθημα της ηδονής και το δυσάρεστο του πόνου. Ευχάριστη είναι η ικανοποίηση της πείνας με λήψη τροφής και της γενετήσιας επιθυμίας με ερωτική πράξη. Ο πόνος προφυλάσσει το ζώο από ποικίλες απειλές, όπως όταν κινδυνεύει να γίνει λεία άλλου ζώου. Οι προσπάθειες για να ικανοποιηθούν αυτά τα κίνητρα ονομάζονται υπερένταση ή στρες. Το στρες προετοιμάζει για φυγή ή πάλη. Κινητοποιείται το νευρικό σύστημα και εκκρίνονται ορμόνες. Η αδρεναλίνη επιταχύνει τις λειτουργίες μας, καρδιά, αναπνοή, μύες. Βοηθά στην ικανοποίηση των αναγκών, αλλά συνεπάγεται ταχύ κάματο. Οι ενδορφίνες μειώνουν τον πόνο. Ο πόνος προφυλάσσει από ποικίλες σωματικές προκλήσεις, αλλά στην υπερένταση σημασία έχει ο αγώνας μάλλον παρά ο πόνος. Η κορτιζόλη αναστέλλει τη φλεγμονή, κύρια άμυνα κατά των λοιμώξεων. Στην υπερένταση η δυσάρεστη, αλλά πολύτιμη, φλεγμονή είναι λιγότερο επείγουσα.

Ζώα του ίδιου είδους συναθροίζονται όπου υπάρχει τροφή. Η συνύπαρξη ευνοεί την ανάπτυξη έλξης μεταξύ τους, όπως είναι η σχέση θηλασμού μεταξύ μητέρας και τέκνου που οδηγεί στη στοργή και μεταξύ άντρα και γυναίκας που οδηγεί στον έρωτα. Σε πιο εξελιγμένες συνθήκες αναπτύσσεται άλλη μια συνεκτική μεταξύ τους δύναμη, η συμπληρωματική δράση τους.

Η ομαδική ζωή έχει τρεις κύριες βαθμίδες οργάνωσης. Είναι η αγελαία σε όλα τα ζώα, η κοινωνική, σε ορισμένα, κυρίως έντομα και άνθρωπο, και η πολιτική, αποκλειστικά στον άνθρωπο. Και στις τρεις βαθμίδες υπάρχει βία.

Στην αγελαία ζωή η βία ξεκινά κυρίως για τον προσπορισμό τροφής. Λιγότερο βίαιο είναι το ερωτικό κίνητρο, διότι, κανονικά, στρέφεται προς ομοειδές άτομο προσπορίζοντας αμοιβαία ικανοποίηση. Η βία, όμως, συνεχίζεται ακόμη και όταν έχει ικανοποιηθεί η πείνα. Μια αλεπού στο κοτέτσι σκοτώνει περισσότερες κότες από όσες χρειάζεται για να χορτάσει. Μια αγέλη λύκων που επιτίθενται σε ένα κοπάδι πρόβατα κατασπαράσσουν περισσότερα από όσα χρειάζονται για χορτασμό. «Αδράνεια»! Η υπερένταση δηλαδή είναι καθαυτή ευχάριστη καθώς καταστέλλει δυσάρεστες καταστάσεις, όπως είναι ο πόνος ή η φλεγμονή. Και οι επιτιθέμενοι συνεχίζουν την επίθεσή τους, διότι η υπερένταση της επίθεσης προσπορίζει ευχαρίστηση. «Η βία γεννά βία».

Η κοινωνική ζωή χαρακτηρίζεται από δημιουργία αποθηκών των αναγκαίων αγαθών. Αναπτύσσοντας συμπληρωματική δραστηριότητα τα ζώα κάνουν καθένα διαφορετική δουλειά, αλλά όλα μαζί επιδιώκουν κοινό σκοπό: δημιουργία και συντήρηση αποθήκης. Με τη συμπληρωματική λειτουργία τους γίνονται πιο αποτελεσματικά τα κοινωνικά ζώα από τα αγελαία. Οι μέλισσες αποθηκεύουν μέλι και οι άνθρωποι κοπάδια, χωράφια, άλλα μέσα παραγωγής και διακίνησης των αγαθών, εργοστάσια, καράβια κ.λπ. Θα αναμενόταν ότι, αφού λύνεται το επισιτιστικό πρόβλημα να μειώνεται η βία. Όμως προστίθεται τώρα ένα νέο κίνητρο: η επιδίωξη για εξουσία, πρόσβαση και προστασία, στις αποθήκες των αγαθών και των μέσων παραγωγής.

Σε έναν καύσωνα στα Κύθηρα, έλιωσαν οι κηρύθρες από τη ζέστη και το μέλι χύθηκε έξω από τις κυψέλες. Οι μέλισσες έπεσαν με μανία να το μαζέψουν, χωρίς να κάνουν διάκριση αν ήταν από τη δικιά τους ή άλλη κυψέλη. Λεηλασία. Ακολούθησαν επικές μάχες μεταξύ μελισσών διαφορετικών κυψελών, που οδήγησαν σε εξόντωση όλων.

Ο άνθρωπος εκτός από αγελαίο και κοινωνικό, είναι και πολιτικό ζώο (Αριστοτέλης). Τα κοινωνικά ζώα εκτελούν αντανακλαστικά, άκοντα, ό,τι απαιτεί η κοινωνική τους συμβίωση πειθαρχώντας εξίσου στους διαφορετικούς ρόλους τους. Οι άνθρωποι αποφασίζουν και επιβάλλουν μόνοι τους νόμους που διέπουν τη συμβίωσή τους, οργανώνοντας τους κατάλληλους ρόλους. Αυτό σημαίνει «πολιτικό ζώο».

Οι περιορισμοί μας είναι πρώτιστα φυσικοί. Οι φυσικοί νόμοι περιορίζουν την ελευθερία του αισθητού μας Εγώ. Οι φυσικές επιστήμες προσφέρουν γνώσεις για να αντισταθμίζονται, όχι για να εξουδετερώνονται, οι φυσικοί περιορισμοί. Η φωτιά αντιστάθμισε το κρύο, ο τροχός την τριβή, το αερόστατο, το αεροπλάνο, ο πύραυλος τη βαρύτητα. Η κοινωνική συμβίωση περιορίζει την ελευθερία του κοινωνικού Εγώ, έτσι που κάθε άτομο εργάζεται για την κοινωνία του μάλλον παρά για την ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών του. Οι κοινωνικές επιστήμες μπορούν να προσφέρουν τις γνώσεις για να αντισταθμίζονται, όχι για να εξουδετερώνονται, οι κοινωνικοί περιορισμοί. Η απαλλαγή από τους φυσικούς περιορισμούς με τις φυσικές επιστήμες οδηγεί σε ολοένα μεγαλύτερη εξειδίκευση τα άτομα και, επομένως, σε ολοένα μεγαλύτερη εξάρτηση του ενός από το άλλο. Η ανάγκη για εργασία μειώνεται. Οι κατάλληλοι κοινωνικοί νόμοι νέμουν τις υποχρεώσεις. Ανάλογα με αυτούς, η απελευθέρωση από τους φυσικούς περιορισμούς με την επιστήμη μπορεί να οδηγήσει σε επιθυμητή σχόλη, με παράταση του ελεύθερου χρόνου για να κάνει καθένας ό,τι θέλει (ελευθερία) ή σε ανεπιθύμητη ανεργία, οπότε στερείται τα μέσα της επιβίωσής του που προέρχονται από την εργασία του. Το πολιτικό ζώο αποφασίζει ανάλογα.

Αν θέλαμε να αναγάγουμε σε ένα τα κίνητρα της βίας στον άνθρωπο, αυτό το ένα θα ήταν η επιδίωξη για εξουσία πάνω στις κοινωνικές αποθήκες. Αυτή περιλαμβάνει την πάλη των τάξεων του μαρξισμού· τις γεωπολιτικές διαφορές, όπου κάποια γεωγραφική περιοχή μπορεί να προσφέρει πιο εύφορη γη, περισσότερο υπόγειο πλούτο, καταλληλότερα λιμάνια για μετακίνηση αγαθών κ.λπ.· τις θρησκευτικές διαφορές, καθώς οι θρησκείες, ελέγχουν με ποικίλα «μυστήρια» την ένταξη στην κοινωνία (π.χ. βάπτιση, περιτομή, γάμο), την παραμονή σ΄ αυτήν (π.χ. μετάληψη), την έξοδο (κηδεία, αφορεσμό) κ.λπ.· ιερά, αποθήκες πολύτιμων αναθημάτων· καθαρά προσωπικές διαφορές με την τυχαία εμφάνιση «χαρισματικών» ηγετών που επισπεύδουν την εκδήλωση κοινωνικών μεταβολών που επίκεινται ιστορικά κλπ. Η επιστήμη οδηγεί στην τεχνολογία, που δρα χωρίς σκοπούς. Μπορεί να αντισταθμίζει τις κοινωνικές «τριβές» κάνοντας τη ζωή μας να κυλά πιο άνετα, αλλά έχει και αδράνεια, οδηγώντας, χάρη στην οικονομία, σε «ανάπτυξη για την ανάπτυξη», όπως με τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Αν το πολιτικό ζώο ελέγξει την τεχνολογία, και η πολιτική την οικονομία, θα μπορούσε να επιστρέψει η κοινωνία σε σκοπούς, όπως είναι η ελευθερία και η ισότητα.

ο κ. Δημήτρης Α. Σιδερής είναι ομ. Καθηγητής Καρδιολογίας

TTIP, CETA

ttip-ceta

TTIP σημαίνει Transatlantic Trade and Investment Partnership. CETA σημαίνει Comprehensive Economic and Trade Agreement. Τώρα που εξηγήσαμε τι σημαίνουν οι Συμφωνίες με τις διεθνείς ακροστιχίδες, καταλάβατε; Εγώ όχι. Και οι εκπρόσωποί μου στη Βουλή έχουν εγκρίνει πλήθος από διεθνείς Συμφωνίες και Μνημόνια χωρίς να έχουν διαβάσει τα κείμενα. Όχι επειδή είναι αγράμματοι. Αλλά, αν δεν υπογράψουν, θα τους επιβληθεί, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, κάποια ποινή. Ωστόσο, υπάρχει και διεθνής, έντεχνη, σύγχυση σε βασικές έννοιες, τις οποίες θα μπορούσε να καταλάβει και κάθε αγράμματος.

Να μια σύγχυση. Όλοι μας θέλομε την Ελευθερία. Τη γνωρίζομε από την κόψη του σπαθιού την τρομερή κι από την όψη που μετρά τη γη με βία. Και να που μας επιβάλλεται: η ελευθερία της αγοράς! Ο Moynihan έλεγε ότι «η αντιπαλότητα μεταξύ Προέδρου Wilson και Lenin ήταν ο αγώνας μεταξύ του κόμματος της Ελευθερίας και της Ισότητας». Σα να ήταν αντίπαλες η Ελευθερία με την Ισότητα. Προφανώς, μιλούσε για την ελευθερία της αγοράς και όχι για την Ελευθερία των ανθρώπων, των πολιτών. Διότι ο Αριστοτέλης δεν διέκρινε την Ισότητα από την Ελευθερία. Έγραφε ότι Ελευθερία είναι: «Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν  ὡς βούλεταἱ  τις». Το πρώτο μέρος της πρότασης αντιστοιχεί στην ισότητα (ίσες πιθανότητες να άρχει κάποιος και να άρχεται) και το δεύτερο στην ελευθερία (να ζει κάποιος όπως θέλει). Ο διαφωτισμός (Kant κλπ) και η αστική Γαλλική επανάσταση ξεχώρισαν την ελευθερία από την ισότητα, αλλά τους έδωσαν ίση αξία. Liberté, Egalité, Fraternité (Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη) το έμβλημά της.

Τα κατάλαβε, αλλά όχι εντελώς ο Marx. Κατάργησε την ελευθερία της αγοράς. Ξέχασε όμως να εξασφαλίσει την ελευθερία των πολιτών. Ο ιδιοφυής εφαρμοστής των θεωριών του, ο Ленин (Λένιν), εξασφάλισε την ισότητα των πολιτών καταργώντας την ελευθερία τους με αποτέλεσμα, την εποχή του Сталин (Στάλιν) «όλοι να είναι ίσοι, αλλά κάποιοι πιο ίσοι από τους άλλους» (Orwell).

Τα έχομε ξαναπεί αρκετές φορές. Η απεριόριστη ελευθερία αφορά μόνο το νοητό Εγώ, αυτογνωσία, αυθύπαρξη, που καθένας τη βιώνει μόνος του, εντελώς απροσπέλαστη από όλους τους άλλους. Η φαντασία δεν έχει όρια. Ούτε η ελευθερία της βούλησης. Η ελευθερία του αισθητού (σωματικού, φυσικού) Εγώ περιορίζεται από τους φυσικούς νόμους, που, ως ένα βαθμό μπορούν να αντισταθμισθούν με την τεχνολογία που στηρίζεται στις φυσικές επιστήμες. Και η ελευθερία του κοινωνικού Εγώ περιορίζεται από τους κοινωνικούς νόμους που, ως ένα βαθμό, μπορούν να αντισταθμίζονται με την πολιτική, αν στηρίζεται στις κοινωνικές επιστήμες.

Εξάλλου, η ισότητα αφορά μόνο το κοινωνικό Εγώ. Τα αισθητά Εγώ δεν μπορούν να είναι ίσα. Κανένας δεν έχει ίδια δακτυλικά αποτυπώματα ούτε ίδιο DNA με κάποιον άλλον. Ούτε μπορούν να είναι ίσα τα νοητά Εγώ, αφού, όντας απροσπέλαστα, δεν συγκρίνονται του ενός με του άλλου. Τα κοινωνικά Εγώ όμως είναι αρχικά ίσα. Όπως σε όλα τα κοινωνικά ζώα (μυρμήγκια, μέλισσες κλπ), τα άτομα της κοινωνίας μοιράζονται διαφορετικούς ρόλους που εξυπηρετούν κοινό σκοπό. Η εκτέλεση του έργου που απαιτεί ο ρόλος τους όμως είναι εξίσου υποχρεωτική για όλα, επομένως υπάρχει πλήρης ισότητα και πλήρης ανελευθερία. Υποχρεωτική είναι ακόμη και η θανάτωση των κηφήνων από τις εργάτριες μέλισσες μετά τη γονιμοποίηση της βασίλισσας. Ο άνθρωπος όμως, επιπλέον, είναι και πολιτικό ζώο (Αριστοτέλης). Δημιουργεί τους δικούς του νόμους βασισμένος στη γνώση που αθροίζεται στις κοινωνικές επιστήμες και αποσκοπούν τελικά στην εξασφάλιση της ελευθερίας του νοητού Εγώ. Και, μοναδικά στον άνθρωπο, αρχίζει να προκύπτει η δυναμική αλληλεπίδραση ελευθερίας του νοητού Εγώ και ισότητας του νοητού.

Η πρόοδος των φυσικών επιστημών απαιτεί διαρκή εξειδίκευση. Στην πρωτόγονη ανθρωπότητα, οι μόνοι «κοινωνικοί» ρόλοι που υπήρχαν ήταν οι σχέσεις μητέρας-παιδιών και άντρα-γυναίκας στηριγμένες στα αντίστοιχα αμοιβαία αντανακλαστικά. Αυτοί οι ρόλοι ενυπάρχουν σε κάθε ζώο, ιδίως στα ομοιόθερμα σπονδυλωτά, πουλιά και θηλαστικά. Με την εξέλιξη της ανθρωπότητας έχουν δημιουργηθεί αναρίθμητοι ρόλοι που τους μοιράζονται τα άτομα. Καθένας τους απαιτεί κατάλληλη εκπαίδευση, απόκτηση γνώσεων και εμπειρίας. Η πολλαπλότητα των ρόλων απαιτεί ιδανικά η εκτέλεση καθενός να ανατίθεται και αναλαμβάνεται από το κατάλληλο άτομο με τις αντίστοιχες ικανότητες, φυσικές και επίκτητες, και την κατάλληλη βούληση. Οι ρόλοι είναι άνισοι. Ο ρόλος του βασιλιά είναι πιο υπεύθυνος από του στρατιώτη και του πλουσίου από του πένητα. Οι ιεραρχικά ανώτεροι ρόλοι έχουν αυξημένους κινδύνους έτσι που οι εξέχοντες έχουν ανάγκη από σωματοφύλακες, αλλιώς (ή και με αυτούς) είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο του βίαιου, πρόωρου, τερματισμού της ζωής τους. Σε αντιστάθμισμα, οι ρόλοι αυτοί τους παρέχουν μεγαλύτερες δυνατότητες να πραγματώσουν την ελευθερία της βούλησής τους, να κάνουν ό,τι θέλουν, περισσότερο από τους άλλους. Αυτό είναι το κίνητρό για την επιδίωξη των (επικίνδυνων) κυρίαρχων ρόλων.

Πιο συγκεκριμένα. Η κατανομή του έργου στα μέλη της κοινωνίας, της επιτρέπει να διαθέτει «αποθήκες» των χρειωδών για τη ζωή τους. Κανένα αγελαίο ζώο δεν έχει τέτοιες. Ο εξουσιαστής τους έχει προφανή προνόμια. Με εξασφαλισμένη την ελεύθερη πρόσβαση στις αποθήκες είναι λυμένα τα κύρια βιοτικά προβλήματα του αισθητού εγώ του, τροφή, στέγη, ένδυση κλπ. Η άνιση κατανομή της δυνατότητας για εξουσία πάνω στις αποθήκες είναι το κύριο κίνητρο για βία στην κοινωνία.

Οι πρόγονοί μας, μόνον αυτοί, ως το 338 π.Χ. (μάχη Χαιρώνειας, κομβική στιγμή στη βαθμιαία παρακμάζουσα δημοκρατία) είχαν βρει τη χρυσή τομή που εξασφάλιζε τη μεγαλύτερη δυνατή ισότητα και ελευθερία: Επιλογή των θέσεων εξουσίας με κλήρωση και με βραχεία διάρκεια της θητείας. Τόσο, που, με εξαίρεση τους τυράννους, κανένας «άρχοντας» δεν είχε σωματοφύλακες.

Οι διεθνείς συμβάσεις, όπως TTIP, CETA, μνημόνια, εξασφαλίζουν δημιουργία ολοένα μεγαλύτερων αποθηκών, αλλά σε βάρος της ισότητας στην πρόσβασή τους. Ούτε οι κληρωτοί βουλευτές είναι πιθανό να τις διαβάζουν. Όμως ακούν τους εισηγητές, κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, και ψηφίζουν με την κρίση τους· όχι με εντολή ενός κόμματός.

Για κάθε εξειδίκευση, ακόμη και για τη διοίκηση, απαιτείται εκπαίδευση που τεκμηριώνεται με αντίστοιχο πτυχίο. Όμως δεν υπάρχει πτυχίο ούτε παιδείας ούτε εξουσίας. Αυτές οι ικανότητες απαιτούν κοινό νου, που κανένας δεν έχει πάντοτε, αλλά το σύνολο έχει διαρκώς. Επομένως, οι θέσεις που απαιτούν εκλογή, αντί κλήρωσης, είναι πολύ περισσότερες σήμερα παρά στους προγόνους μας. Ωστόσο, οι καίριες θέσεις για λήψη αποφάσεων (αντίθετα από τις εισηγήσεις για λήψη αποφάσεων, όπου οι εισηγητές εκλέγονται) οφείλουν να πληρώνονται με κλήρωση και με περιορισμένου χρόνου θητεία.

koinignomi 13 Δεκεμβρίου 2016

Δημήτρης Α. Σιδερής, ομ. καθ. καρδιολογίας, dimitris.sideris@gmail.com

 

 

Τρίτη Άποψη Αποθήκες

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ Α. ΣΙΔΕΡΗ

ΦΥΣΕΙ μεν έστιν άνθρωπος ζώον πολιτικόν», λέει ο Αριστοτέλης. Του άρεσε η έκφραση «φύσει». Από τη φύση του. Αντίστοιχα έλεγε ότι «ο άνθρωπος φύσει του ειδέναι ορέγεται». Από τη φύση του έχει όρεξη για μάθηση. Το «φύσει» δεν το εξηγεί. Δεν υπήρχαν τότε γνώσεις επαρκείς, για να στηρίξει σ’ αυτές, τις «φυσικές» ιδιότητες του ανθρώπου. Σήμερα ξέρουμε κάπως περισσότερα.

Ξεχωρίζει ο άνθρωπος, πρώτα, στην κατασκευή του. Έχει δύο χέρια και δύο πόδια. Αντίχειρα έχουν μόνον οι άνθρωποι και οι πίθηκοι. Οι πίθηκοι όμως δεν έχουν πόδια. Χρησιμοποιούν τα χέρια τους κυρίως για να στηρίζονται στα δέντρα, ενώ οι άνθρωποι έχουν πόδια για να στηρίζονται στο έδαφος, ενώ τα χέρια τους, ελεύθερα, χρησιμοποιούνται σα λαβίδες. Με τέτοια χρήση των άνω άκρων οι άνθρωποι είχαν τις προϋποθέσεις να κατασκευάζουν εργαλεία. Τα υπόλοιπα σπονδυλωτά μόνη λαβίδα έχουν το σαγόνι τους.

Δεύτερο, ξεχωρίζει ο άνθρωπος, στη δημιουργία δευτεροβάθμιων εξαρτημένων αντανακλαστικών. Τα πολυκύτταρα ζώα έχουν νευρικό σύστημα και διαθέτουν αντανακλαστικά. Ένα ερέθισμα στους αισθητήρες τους συνεπάγεται ανταπόκριση στους κινητήρες τους, κυρίως μύες ή αδένες. Τα θερμόαιμα κυρίως, μπορούν να σχηματίζουν εξαρτημένα αντανακλαστικά. Δεν αρκούνται στα αντανακλαστικά με τα οποία γεννήθηκαν, αλλά και, όσο ζουν, σχηματίζουν νέα αντανακλαστικά, ανάλογα με τη συχνότητα που συναντούν ποικίλα ερεθίσματα. Αυτά σχηματίζονται συνδέοντας τις διεγέρσεις αισθητηρίων τους με άλλα αισθητήρια που αποτελούν την απαρχή αντανακλαστικών αποκρίσεων. Έτσι «μαθαίνουν». Οι άνθρωποι μπορούν να σχηματίζουν και δευτεροβάθμια εξαρτημένα αντανακλαστικά συνδέοντας τις διεγέρσεις νέων αισθητηρίων με άλλα που αποτελούν απαρχή προσχηματισμένων εξαρτημένων αντανακλαστικών. Παράδειγμα. Φυσικό αντανακλαστικό είναι να προκαλείται ακούσια σιελόρροια με την τοποθέτηση τροφής στο στόμα. Εξαρτημένο αντανακλαστικό είναι τούτο: Αν συστηματικά χτυπάει ένα κουδούνι πριν από την τοποθέτηση της τροφής στο στόμα, το ζώο «μαθαίνει» και, άθελά του, εκκρίνει σάλιο μόλις ακούει το κουδούνισμα. Δευτεροβάθμιο εξαρτημένο αντανακλαστικό είναι, όταν μαζί με το κουδούνισμα ακούεται η λέξη «κουδούνι» να συνηθίζει ο άνθρωπος να εκκρίνει σάλιο ακούοντας τη λέξη κουδούνι. Έτσι μαθαίνει να αναγνωρίζει λέξεις.

Τα αισθήματα που σχηματίζονται μέσα μου, όταν ερεθίζονται τα αισθητήριά μου είναι άβατα για οποιονδήποτε άλλον. Όμως όταν τα αισθανθώ, κινητοποιώ αναπνοή και γλώσσα, προφέροντας κάποιον ήχο, μια λέξη. Την ακούει ένας άλλος και αντανακλαστικά σχηματίζει το δικό του αίσθημα, εξίσου άβατο για όλους τους άλλους. Ανταποκρίνεται όμως, προφέροντας τη δική του λέξη. Την ακούω εγώ, σχηματίζω απ’ αυτήν καινούργιο αίσθημα και τώρα συγκρίνω μέσα στο δικό μου άβατο το αρχικό αίσθημά μου με εκείνο που προήλθε από τη λέξη του άλλου. Σχηματίζω έτσι μέσα μου έννοιες κοινές με των άλλων, μολονότι το πεδίο όπου σχηματίζονται είναι απροσπέλαστο του καθενός για τον άλλο: Διαβίωση σε κοινωνία και δυνατότητα για δευτεροβάθμια αντανακλαστικά αποτελούν τη βάση για τον σχηματισμό του Λόγου. Διαθέτοντας Λόγο οι άνθρωποι μπορούν με τον χρόνο να αθροίζουν στον καθένα τις εμπειρίες που έχουν οι συνάνθρωποι και όλοι οι πρόγονοί τους από τότε που ο homo sapiens άρχισε να μιλάει.

Τα ζώα συναγελάζονται όπου βρίσκουν τροφή, γενικότερα συνθήκες κατάλληλες για την επιβίωσή τους. Με τη συνάθροιση ομοειδών ζώων αναπτύσσονται σχέσεις μεταξύ τους βασισμένες κυρίως σε δύο αμοιβαία αντανακλαστικά: στην αμοιβαία χειλεο-θηλική ευχαρίστηση (θηλασμός), βάση της μητρικής στοργής, και στην αμοιβαία πεο-κολπική ηδονή (συνουσία) που είναι η βάση του έρωτα. Τα θεμέλια για την αγελαία διαβίωση τώρα υπάρχουν. Κάθε ζώο παρακινείται να κάνει ό, τι και τα άλλα του είδους του, χωρίς να έχει βιώσει το ίδιο τα ερεθίσματα που έσπρωξαν το πρώτο να κάνει κάτι.

Κάποια ζώα προχωρούν παραπέρα. Καταμερίζουν το έργο τους. Καθένα κάνει κάτι διαφορετικό, αλλά όλα μαζί συμβάλλουν σε κοινό σκοπό. Έτσι σχηματίζεται η κοινωνία. Αμιγείς κοινωνίες σχηματίζουν κάποια έντομα, κυρίως μέλισσες και μυρμήγκια, αλλά και άλλα. Χαρακτηριστικό των αμιγών κοινωνιών είναι ότι ο καταμερισμός της εργασίας τους είναι υποχρεωτικός, καθώς στηρίζεται στην ύπαρξη φυσικών αντανακλαστικών. Η υποχρέωσή τους να κάνουν ό, τι κάνουν είναι αναγκαστική και ίση για όλα. Η ισότητα για την εκπλήρωση διαφορετικών ρόλων είναι ολοκληρωτική, ενώ η ατομική ελευθερία τους είναι μηδενική. Κύριο χαρακτηριστικό του κοινού σκοπού των κοινωνικών ζώων είναι η δημιουργία αποθήκης τροφίμων και συναφών αναγκαίων αγαθών. Μέλι αποθηκεύουν οι μέλισσες. Αποθήκες δεν διατηρούν τα αγελαία ζώα.

Οι άνθρωποι ζούσαν αρχικά αγελαία. Έχοντας προικισθεί βιολογικά, όπως αναφέρθηκε, άθροισαν εμπειρίες που τους επέτρεψαν να σχηματίσουν κοινωνίες. Βασικό και στην ανθρώπινη κοινωνία ήταν ότι άρχισαν να σχηματίζουν «αποθήκες» με πολύτιμα αγαθά, που μάλιστα μπορούσαν να αυτοαναπαράγονται. Ήταν κοπάδια ζώων που αναπαράγονταν, ενόσω καταναλώνονταν. Ή ήταν γαίες που καλλιεργούσαν και ζούσαν από τους καρπούς, ενώ τα χωράφια έμεναν ακέραια για να ξανακαλλιεργηθούν. Ή ήταν επεξεργασμένα προϊόντα όλων αυτών ή τέτοια ανταλλαγμένα με άλλα από άλλους κ.λπ. Με συμβουλή του Ιωσήφ, ο Φαραώ οικοδόμησε αποθήκες στην περίοδο των παχιών αγελάδων για να έχει στην περίοδο των ισχνών.

Οι αποθήκες είναι ισχυρό κίνητρο για βία μεταξύ ομοειδών ζώων σε όλες τις κοινωνίες, ανθρώπινες και μη. Ακραία βία δεν υπάρχει σε ομοειδή αγελαία ζώα. Υπάρχει μόνον ένα είδος αδράνειας, έτσι που, μόλις αρχίσουν να σκοτώνουν για να φάνε, συνεχίζουν ακόμη και όταν έχουν κατασπαράξει όσα χρειάζονται για να κορεσθούν. Οι άνθρωποι, μόνον αυτοί, με τον Λόγο, προχωρούν στον σχηματισμό πολιτειών. Σ’ αυτές ισχύουν οι αγελαίοι και οι κοινωνικοί νόμοι, αλλά, επιπλέον και πολιτικοί, που τους αποφασίζουν μόνοι τους. Με τους πολιτικούς νόμους αυξάνεται η ελευθερία των ατόμων, ενώ διακυβεύεται η κοινωνική ισότητά τους. Οι φυσικές επιστήμες παρέχουν τις γνώσεις που απαιτούνται για να αυξηθεί η ελευθερία του αισθητού (σωματικού) Εγώ. Η ελευθερία του νοητού Εγώ είναι απεριόριστη, όση η φαντασία. Η ελευθερία του κοινωνικού Εγώ, όμως, περιορίζεται με τα επιτεύγματα των φυσικών επιστημών. Η ανακάλυψη μηχανών που υποκαθιστούν το έργο πολλών εργαζομένων συνεπάγεται ανεργία με όλες τις συνέπειές της. Οι γνώσεις των κοινωνικών επιστημών επιτρέπουν τη μείωση των κοινωνικών περιορισμών. Η ορθή κατανομή του έργου (πολιτική) σε όλους επιτρέπει, αντί της ανεργίας, να δημιουργείται σχόλη, χωρίς μείωση αποδοχών, έτσι που παρατείνεται ο χρόνος του νοητού Εγώ με την απεριόριστη ελευθερία του.

Να τώρα το βασικό κίνητρο προσπάθειας και βίας του πολιτικού ζώου: Να αποκτήσει εξουσία πάνω στις αποθήκες της κοινωνίας. Σ’ αυτό υπάγονται η πάλη των τάξεων, γεωπολιτικές διαφορές, διαφορετικές θρησκευτικές πίστεις κ.λπ. Η επανάκτηση της κοινωνικής ισότητας, π.χ. με κλήρωση για την πολιτική εξουσία, μπορεί να μετριάσει την πιθανότητα της βίας.

 Ηπειρωτικός Αγών, 09 Δεκεμβρίου 2016

Ο κ. Δημήτρης Α. Σιδερής είναι ομ. Καθηγητής Καρδιολογίας

dimitris.sideris@gmail.com

 

 

Ανάπτυξη

%ce%b1%ce%bd%ce%ac%cf%80%cf%80%cf%84%cf%85%ce%be%ce%b7

Επανειλημμένα έχω υποστηρίξει ότι η οικονομία μας, όπως στην εποχή του Αβραάμ, χρειάζεται μια ταλάντωση, από τη λιτότητα (ή νηστεία) στην κατανάλωση (ή θυσία) και πάλι λιτότητα. Με το κεφάλαιο που αθροίζεται στη λιτότητα γίνεται η ανάπτυξη. Στην κατανάλωση, ικανοποιούνται οι ανάγκες του κοινού, αλλά και αναγεννιέται η φύση ενώ ανακυκλώνονται τα άχρηστα υποπροϊόντα της ανάπτυξης. Για παράδειγμα, σε μια κτηνοτροφική κοινωνία, νηστεύομε το κρέας ώσπου να γεννήσουν τα ζωντανά. Κι όταν τα κεφάλια (κεφάλαιο) των ζώων που εκτρέφομε γεννοβολήσουν, τρεφόμαστε από τον τόκο τους, τα μικρά που έτεκαν. Παράλληλα, σ΄ αυτή τη φάση, ξαναφυτρώνει το λιβάδι που θα εξαντλούνταν αν το κοπάδι μεγάλωνε αδιάκοπα. Θα αφανιζόμαστε τότε αγέλη κι εμείς μαζί. Ο συνδυασμός λιτότητας με παρεμπόδιση της ανάπτυξης που βιώνομε εδώ και χρόνια (αλλιώς δεν μας δανείζουν για να αποπληρώνουμε δάνεια και να φυτοζωούμε) είναι ο πιο «τοξικός» δυνατός.

Η ανάπτυξη απαιτεί κεφάλαιο και εργασία, εστιασμένα όπου συμπίπτουν ανάγκες, πόροι, τεχνογνωσία. Πόρους έχομε άφθονους, καθαρή ενέργεια από ήλιο, ανέμους, κύματα, γη με μέγιστη ποικιλία για παραγωγή κάθε είδους διατροφικής ενέργειας, θάλασσα για ιχθυοκαλλιέργειες κλπ. Τεχνογνωσία υπάρχει, με πλήθος άριστα εκπαιδευμένων νέων μας που μεταναστεύουν στο εξωτερικό. Ανάγκες, για ενέργεια στο παράδειγμά μου, υπάρχουν και εδώ και στο εξωτερικό. Έχομε μέγιστο ποσοστό ανεργίας, αλλά και οικονομικούς μετανάστες και άλλους μετοίκους, όλους έτοιμους να εργασθούν με χαμηλές αμοιβές. Λείπει το κεφάλαιο. Και, βέβαια, λείπει το σχέδιο.

Έγραφα πέρυσι στο βιβλίο μου με τίτλο «Να βρούμε την άκρη του κομμένου νήματος», (ολόκληρο βρίσκεται στην ιστοσελίδα μου dimitrissideris.wordpress.com, μενού Έργα του συγγραφέα, dimitris-sideris-na-ksanavroume-tin-akri-tou-nimatos), που παρουσιάστηκε ηλεκτρονικά στο ιντερνέτι, τα παρακάτω: «Επειδή χρειαζόμαστε επειγόντως κι άλλα χρηματικά ποσά για να σχηματίσουμε κεφάλαιο για ανάπτυξη, το μόνο που μένει είναι και πάλι, δυστυχώς, να το πληρώσουν οι ίδιοι, οι νόμιμοι φορολογούμενοι. Πώς; Να ένας τρόπος, λέω εγώ. Αντί να περικόπτονται οι μισθοί και συντάξεις, να επιβληθεί ένα είδος αναγκαστικού δανείου ή “κουπονιού”. Π.χ. ένα μικρό ποσοστό του μισθού κάθε μήνα να πληρώνεται με ένα «κουπόνι», που θα εξαργυρώνεται από το μισθωτό σε ένα (για τους συνταξιούχους) ή και σε πέντε (για τους εργαζομένους) χρόνια, με χαμηλό επιτόκιο.» Το κουπόνι πρέπει να μην είναι ανταλλάξιμο με ευρώ ή δολάριο, για να αμβλυνθούν οι διεθνείς αντιδράσεις. Με το ποσό που θα εξοικονομείται σε διεθνές νόμισμα, θα ξεπληρώνεται το χρέος, ενώ με τα «κουπόνια» θα χρηματοδοτηθεί το σχέδιο για την ανάπτυξη. Τα «κουπόνια» θα γίνονται δεκτά από το κράτος για πληρωμή φόρων και λογαριασμών κρατικών επιχειρήσεων, ΔΕΗ, ΟΤΕ κλπ και, επομένως, θα γίνονται δεκτά αβίαστα από τη λοιπή ντόπια αγορά, που πληρώνει φόρους. Ο ενδεχόμενος πληθωρισμός ωφελεί όσο μετασχηματίζεται σε ανάπτυξη.

Ζούμε σε πρωτοφανή εποχή. Παλιά είχαν την εξουσία όσοι έλεγχαν τις αποθήκες του πλούτου μιας επικράτειας, σαν το μέλι που φυλάνε οι μέλισσες στις κυψέλες τους. Σε μια τέτοια κοινωνία, δίκαιη λύση, ώστε να μην υπάρχει εμφύλια βία, θα ήταν η κοινοκτημοσύνη των αγαθών, όπως πρότεινε ο Πλάτων στην Πολιτεία και όπως την εφάρμοσε αρχικά ο Χριστιανισμός. Στη συνέχεια, είχαν την εξουσία οι κάτοχοι των μέσων παραγωγής. Αυτά ήταν εκτάσεις γης, κοπάδια, καράβια κλπ. Μετά τη βιομηχανική επανάσταση, εξουσία είχαν οι ιδιοκτήτες των βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Τότε άνθισε ο μαρξισμός. Υποστήριξε πως δίκαιη κατανομή του πλούτου σημαίνει κοινοκτημοσύνη των μέσων παραγωγής. Η θεωρία του υλοποιήθηκε και τελικά βασικά απέτυχε, έστω και αν παραλλαγές της εξακολουθούν να εφαρμόζονται στην Κίνα, σε κάποιες μικρότερες χώρες, αλλά και τοπικά, όπως σε μοναστήρια και στα ισραηλινά κιμπούτς. Τα τελευταία χρόνια τον πλούτο δεν τον έχουν πια οι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, αλλά οι χρηματιστές, οι τραπεζίτες, η δευτερογενής οικονομία. Μονεταρισμός, αντί πρωτογενούς παραγωγής. Η εξουσία έχει παραδοθεί από την Πολιτική στην Οικονομία. Αυτό δεν επιδίωκε ο Μαρξ;

Σε ανάρτηση στο ιντερνέτι είδα πρόσφατα πως ο νέος υπουργός Οικονομίας Ανάπτυξης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, είχε εκφράσει παλιότερα απόψεις που προσεγγίζουν όσα αφελώς έχω διατυπώσει στο βιβλίο μου και έχω υποστηρίξει διάσπαρτα σε άρθρα μου. Είναι τελείως διαφορετικές από την οικονομική πολιτική που έχει εφαρμοσθεί από όλες τις κυβερνήσεις ως τώρα. Η κατάπτωση της οικονομίας είναι τόση, που κανένας σοβαρός ξένος επενδυτής δεν θα διαθέσει τις επενδύσεις του στην Ελλάδα, παρά τους χαμηλούς μισθούς των εργαζομένων. Η αρχή πρέπει να γίνει, επομένως, με κρατικές επενδύσεις, εφόσον, επαναλαμβάνω, υπάρχει λεπτομερές εστιασμένο σχέδιο. Όταν πάρει έτσι μπρος η οικονομία, με αύξηση της παραγωγής, θα είναι εύκολες και επικερδείς οι αποκρατικοποιήσεις με εισαγωγή διεθνούς νομίσματος.

Οι παλιές θέσεις του νέου Υπουργού μου φαίνονται ορθές. Θα εφαρμοσθούν όμως; Και μάλιστα σωστά; Πέρα από αντίθετες θέσεις της κυβέρνησής του, οι ελπίδες που μου φάνηκαν να αναπτερώνονται με όσα έγραψα, αναμιγνύονται με έντονη απαισιοδοξία. Κάθε προγραμματισμός απαιτεί εφαρμογή που αποκλείει τη διαφθορά και τη γραφειοκρατία (τα δυο πάνε μαζί). Η παρούσα πολιτική ηγεσία, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, δεν το εγγυάται. Οι πρόγονοί μας είχαν βρει τρόπο να πατάξουν τη διαφθορά, χωρίς να απαιτείται να μην είναι διεφθαρμένος ο υπεύθυνος! Ουδείς παντού και πάντοτε αδιάφθορος. Το πιο υπεύθυνο πρόσωπο στην Αρχαία Αθήνα ήταν ο φύλακας των κλειδιών των Ιερών, όπου φυλάσσονταν τα χρήματα και τα αρχεία της πολιτείας. Αντιλαμβανόμαστε πόσο ισχυρό είναι το κίνητρο για διαφθορά σε ένα τέτοιο πόστο. Λοιπόν, ο φύλακας αυτός, επιλεγόταν με κλήρωση από όλους τους πολίτες και άλλαζε κάθε μέρα. Η διαφθορά με τέτοιο σύστημα ήταν αδιανόητη!

Οι σοφοί πρόγονοί μας βέβαια είχαν δημοκρατία. Και δημοκρατία σημαίνει, (Αριστοτέλης) επιλογή των αρχόντων με κλήρωση, ενώ η επιλογή τους με εκλογή είναι ίδιο της ολιγαρχίας. Η ελληνική δημοκρατία έληξε το 338 π.Χ. στη Χαιρώνεια. Επικράτησε στη συνέχεια η Μακεδονική, σαν την Ανατολική, μοναρχία, η Ρωμαϊκή ολιγαρχία, η res publica, που μετέπεσε με τον Καίσαρα και τον Αύγουστο σε μοναρχία, για να αναβιώσει η ολιγαρχία με το διαφωτισμό και τις μεγάλες επαναστάσεις, όπως η Γαλλική (république française), η Αμερικανική, η Σοβιετική Ριεσπούμπλικ (Респу́блик) κλπ. Στην Ελλάδα η ρεπούμπλικα ονομάσθηκε καταχρηστικά δημοκρατία, χωρίς να εμπίπτει στον ορισμό του Αριστοτέλη. Απαιτεί επιστημονική δουλειά για να ξεχωρίσουν οι θέσεις μη ειδικής εξουσίας, που απαιτούν κληρωτούς, από θέσεις διοίκησης και ρόλους εξειδικευμένους που απαιτούν εκλεγμένους άρχοντες. Κι αυτό σημαίνει τολμηρή αλλαγή Συντάγματος συμπεριλαμβάνοντας το πρώτο άρθρο του, που οφείλει να δηλώνει: «Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Δημοκρατία».

koinignomi 09 Δεκεμβρίου 2016