Δημοκρατία: Κλήρος ή εκλογή;

Δημοκρατία Κλήρωση ή εκλογή

Δημ. Α. Σιδερής, ομ. καθ. καρδιολογίας

Η Δημοκρατία γεννήθηκε στην αρχαία Αθήνα. Έκτοτε εξελίχθηκε. Βασικά χαρακτηριστικά κάθε δημοκρατίας είναι ότι: Η βούληση του 50%+1 αποτελεί τη βούληση του λαού. Η βούληση του λαού είναι αμετάκλητη. Καθώς είναι δύσκολο να συναθροίζονται για τα τρέχοντα προβλήματα το σύνολο του λαού, αποφασίζει γι΄ αυτά ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του (βουλή). Στην Αθηναϊκή δημοκρατία η βουλή προέκυπτε με κλήρωση από το σύνολο των πολιτών. Αντίθετα, στις περισσότερες από τις σύγχρονες (αντιπροσωπευτικές) δημοκρατίες η βουλή προκύπτει με εκλογή των βουλευτών από το λαό. Ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονται από τη βουλή, οι εισηγήσεις και η υλοποίησή τους γίνονται από έμπειρους, ειδήμονες, πολιτικούς («στρατηγοί», «κυβέρνηση») που αξιολογούνται για κάθε πράξη τους από τη βουλή και τελικά από το λαό. Θα προσπαθήσω στα επόμενα να συγκρίνω μια σύγχρονη παραλλαγή της αρχαίας δημοκρατίας με τις σύγχρονες δημοκρατίες, ειδικότερα με αυτήν που ισχύει σήμερα στην Ελλάδα.

Μειονεκτήματα του αρχαίου συστήματος ήταν ότι: Στους πολίτες δεν υπάγονταν η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της Αττικής, της Αθηναϊκής επικράτειας. Ενώ οι κάτοικοι ήταν περί τις 300 000, οι πολίτες ήταν περί τους 30 000.Δεν υπάγονταν στους ενεργούς πολίτες παιδιά, γυναίκες, μέτοικοι και δούλοι. Η βουλή είχε όχι μόνο νομοθετικές αρμοδιότητες, αλλά και δικαστικές.

Στα νεότερα χρόνια έγιναν σημαντικές βελτιώσεις: η δουλεία καταργήθηκε και οι γυναίκες έγιναν ενεργά μέλη της κοινωνίας, με πολιτικά δικαιώματα ίσα με των ανδρών. Παρέμειναν, ωστόσο, εκτός κοινωνίας οι μέτοικοι και οι ανήλικοι. Η εξουσία τριχάστηκε σε τρεις ανεξάρτητες και ισότιμες εξουσίες: Βουλή, Κυβέρνηση και Δικαιοσύνη.  Σε πολλά μέρη σήμερα ισχύει το σύστημα του δικαστηρίου με απονομή της δικαιοσύνης από κοινούς πολίτες που επιλέγονται με κλήρο (ενόρκους), χωρίς να είναι όμως βουλευτές: Σήμερα, στην Ελλάδα τα ορκωτά δικαστήρια είναι μικτά απαρτιζόμενα και από ενόρκους και από επαγγελματίες δικαστές.

Η δημοκρατία στη σύγχρονη εποχή πέρασε από πολλά στάδια. Με τη γαλλική επανάσταση επικράτησε με πρωτοφανή βιαιότητα, επιδιώκοντας ελευθερία, ισότητα και αδελφότητα. Οι επαναστάσεις σε όλο τον κόσμο, οι αντεπαναστάσεις, οι πόλεμοι, εμφύλιοι, διακρατικοί, παγκόσμιοι, συνέχισαν τη βία, που άλλοτε τόνιζε την εξουσία του ανώνυμου λαού και άλλοτε των κρατούντων (π.χ. δικτατορίες). Παράλληλα, οι ελευθερίες έχουν μειωθεί και διαστρεβλωθεί. Αντί της ελευθερίας των πολιτών επικράτησε η ελευθερία της οικονομίας. Η ανισότητα αυξάνεται μετά  από μια παροδική μείωσή της μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο1.

Η σχέση ελευθερίας – ισότητας μοιάζει πολύπλοκη. Υποστηρίζεται ότι χωρίς ισότητα δεν υπάρχει ελευθερία και χωρίς ελευθερία δεν μπορεί να υπάρχει ισότητα. Πραγματικά, ο πλούσιος ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο ισχυρός έχει περισσότερες δυνατότητες (ανισότητα) να κάνει ό,τι θέλει (ελευθερία) από τον ασθενέστερο. Χωρίς ισότητα επομένως δεν μπορεί να υπάρχει ελευθερία. Παράλληλα, χωρίς ελευθερία δεν μπορεί να υπάρχει ισότητα, αφού π.χ. σε ένα δουλοκτητικό σύστημα, προφανώς δεν είναι ίσοι οι κύριοι με τους δούλους. Αυτή είναι η θέση του Καντ και γενικότερα του Διαφωτισμού. Από την άλλη, υποστηρίζεται ότι η ισότητα είναι αντίθετη από την ελευθερία. O Moynihan έλεγε ότι «η αντιπαλότητα μεταξύ του Προέδρου Wilson και του Lenin ήταν ο αγώνας μεταξύ του κόμματος της ελευθερίας και της ισότητας 2.

Είμαι άνθρωπος. Ένα μέρος του χρόνου το αναλώνω για να υπηρετώ τις βιολογικές μου ανάγκες, να κοιμηθώ, να φάω, να κάνω έρωτα κλπ. Γεννήθηκε αυτό το μέρος του Εγώ μου με τη σύλληψή μου και γίνεται αντιληπτό από όλους (αισθητό Εγώ). Ένα άλλο μέρος του χρόνου μου το αναλώνω για να ανταποκρίνομαι στα άλλα μέλη της κοινωνίας στην οποίαν ανήκω (κοινωνικό Εγώ). Γεννήθηκε αυτό το Εγώ με την είσοδό μου στην κοινωνία, με την εγγραφή μου στα ληξιαρχικά βιβλία, με κάποια κοινωνικο-θρησκευτική τελετή (αμφιδρόμια στην αρχαιότητα, βάπτιση στους Χριστιανούς, περιτομή σε Εβραίους και Μουσουλμάνους κλπ). Το τρίτο μέρος του χρόνου μου είναι αποκλειστικά δικό μου (νοητό Εγώ). Μπορώ να σκέφτομαι, να χαίρομαι ή να θλίβομαι, να βούλομαι κι αυτές οι νοερές δραστηριότητες μου είναι άβατες για οποιονδήποτε άλλον εκτός από εμένα. Γεννήθηκε το νοητό Εγώ μου τη στιγμή της γέννησής μου. Όσο ήμουν έμβρυο, αισθητήρες στην επιφάνεια του σώματός μου (κυρίως δέρμα) δέχονταν ερεθίσματα από το εσωτερικό και το εξωτερικό του σώματος μου, που ήταν ακριβώς ίδια: ίδια θερμοκρασία, υγρασία, οξύτητα κλπ. Επομένως ήταν αδύνατο να αντιληφθώ την ύπαρξή μου: εγώ και το περιβάλλον μου είμαστε Ένα. Με την έξοδό μου από τη μητέρα μου, τα αισθητήριά μου εξακολουθούσαν να δέχονται σταθερά ερεθίσματα από το εσωτερικό μου, αλλά από το περιβάλλον μου άρχισαν απότομα να δέχονται τα πιο απρόβλεπτα, μεταβαλλόμενα ερεθίσματα, διαφορετικά από εκείνα που προέρχονταν από το εσωτερικό του σώματός μου3.

Το αισθητό Εγώ έχει περιορισμένες επιλογές, τους απαραβίαστους περιοριστικούς φυσικο-χημικο-βιολογικούς νόμους. Το κοινωνικό Εγώ έχει επίσης περιορισμένες επιλογές, τους κοινωνικούς νόμους. Μόνο το νοητό Εγώ δεν επιδέχεται περιορισμούς, καθώς είναι ανοικτό στη φαντασία. Από την άλλη, κανένα αισθητό Εγώ δεν είναι ίδιο με κάποιο άλλο, κανένας δεν έχει τα δακτυλικά αποτυπώματα ή το DNA που έχω εγώ, κάποιος είναι ισχυρότερος, άλλος ωραιότερος, άλλος ευφυέστερος από εμένα κλπ. Το νοητό Εγώ μου δεν μπορεί καν να συγκριθεί με εκείνο ενός άλλου, και των δύο μας τα νοητά Εγώ είναι άβατα, επομένως όχι μόνο δεν είναι ίσα, αλλά ούτε καν συγκρίσιμα. Τη στιγμή της «γέννησής» τους με την εισαγωγή τους στην κοινωνία, όλα τα κοινωνικά Εγώ είναι απολύτως ίσα. Εκείνη τη στιγμή δεν είναι παρά μέλη της κοινής κοινωνίας τους με όλα τα άλλα κοινωνικά Εγώ. Στην εξέλιξη, φυσικά, ενδέχεται να γίνουν κοινωνικά άνισα, όταν εμφανισθούν η σημασία της βιολογικής και κοινωνικής (π.χ. πλούτος) κληρονομικότητάς τους, οι διαφορετικές διανοητικές και συναισθηματικές ικανότητές τους κλπ. Με βάση τα παραπάνω, η μεν ελευθερία είναι ιδιότητα πρώτιστα του νοητού Εγώ, η δε ισότητα πρώτιστα του κοινωνικού Εγώ. Επομένως είναι αδύνατη η αντιπαράθεσή τους αφού βρίσκονται σε διαφορετικό επίπεδο, σε διαφορετική όψη του Εγώ. Ωστόσο, αλληλεπηρεάζονται.

Η κοινωνία αποτελείται από ρόλους, που ολοένα εξειδικεύονται. Ιδανικά κάθε ρόλος εξυπηρετείται από άτομα με βιολογικές και νοητικές ικανότητες που είναι κατάλληλες για το συγκεκριμένο ρόλο. Ένας ασθενικός τύπος δεν μπορεί να γίνει χειρώνακτας, ένας ατάλαντος δεν μπορεί να γίνει μουσικός ή ζωγράφος και ένας νοητικά ανεπαρκής ή απαίδευτος δεν μπορεί να γίνει επιστήμονας. Οι ρόλοι της κοινωνίας διαφέρουν ο ένας από τον άλλον και μπορεί να είναι άνισοι. Ο ρόλος του βασιλιά διαφέρει από το ρόλο του στρατιώτη και ο ρόλος του πλουσίου από το ρόλο του πένητα. Ωστόσο, από τη στιγμή που καθένας υπηρετεί ένα ρόλο, η υποχρέωσή του να τον υπηρετεί είναι ίση με την υποχρέωση κάθε άλλου να υπηρετεί το δικό του ρόλο, στο κοινωνικό τους ωράριο. Ο ρόλος του βασιλιά έχει πολύ περισσότερες ευθύνες από εκείνον του στρατιώτη. Ωστόσο, συνεπάγεται δυνατότητες πολύ μεγαλύτερες από εκείνες του στρατιώτη να ικανοποιεί τις βιολογικές ανάγκες του αισθητού Εγώ του και τις νοερές επιθυμίες του νοητού Εγώ. Καθένας λοιπόν έχει ισχυρό κίνητρο να καταλάβει κοινωνικούς ρόλους με υψηλότερους βαθμούς ελευθερίας στην κλίμακα της κοινωνικής ανισότητας.

Οι φυσικοί και κοινωνικοί νόμοι δεν παραβιάζονται, αλλά οι φυσικές και κοινωνικές επιστήμες παράγουν τη γνώση που μπορεί να τους αντισταθμίζει. Η ανακάλυψη της φωτιάς, του τροχού, της άνωσης, της αεροδυναμικής, της ορμής έδωσε τη δυνατότητα να αντισταθμίσει ο άνθρωπος το κρύο, την τριβή, τη βαρύτητα. Η ανάπτυξη των φυσικών επιστημών οδηγεί αναγκαστικά σε ολοένα μεγαλύτερη εξειδίκευση τα μέλη της κοινωνίας. Έτσι, αναπτύσσονται ολοένα πιο εξειδικευμένοι κοινωνικοί ρόλοι που οδηγούν σε μεγαλύτερη εξάρτηση (απώλεια ελευθερίας) τα μέλη της κοινωνίας και σε ασυμβατότητα με ό,τι ίσχυε στο εκάστοτε παρελθόν. Από τις κοινωνικές επιστήμες προσδοκάται να ανακαλύψουν τους τρόπους για να αντισταθμισθούν οι εξελισσόμενοι κοινωνικοί περιορισμοί. Τι μένει λοιπόν για την κοινωνική ισότητα;

Μακρές συζητήσεις από την αρχαιότητα έχουν καταλήξει στην ισοπολιτεία, ισονομία και ισηγορία: ισότητα στις πολιτικές αποφάσεις που αφορούν όλη την κοινωνία, ισότητα απέναντι στο νόμο και ισότητα στη δυνατότητα να μιλά καθένας δημόσια. Αμφισβήτηση υπάρχει για μια τέταρτη ισότητα, την ισομοιρία.

Θα συζητήσω παρακάτω πώς υπηρετούνται οι παραπάνω προδιαγραφές από μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία, με εκλεγόμενους βουλευτές και μια δημοκρατία με κληρωνόμενους βουλευτές. Σαν παράδειγμα της πρώτης θα πάρω την ισχύουσα ελληνική δημοκρατία. Ως προς τη δεύτερη θα συζητήσω μια επεξεργασμένη εκδοχή της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας.

Ισοπολιτεία δεν υπάρχει στη σύγχρονη ελληνική δημοκρατία. Όταν οι εκπρόσωποι 40% του λαού μπορούν να έχουν 51% των βουλευτών και όταν όσοι ψηφίζουν ένα κόμμα με <3% των ψήφων δεν έχουν εκπροσώπηση στη βουλή, δεν μπορούμε να μιλάμε για ισοπολιτεία των πολιτών. Εξάλλου, η δημογραφία της βουλής διαφέρει κατάφωρα από εκείνην των πολιτών. Όπως έδειξε ο Δημολιάτης4 αναλύοντας τη βουλή του 1989, η βουλή μας κατακλύζεται κυρίως από νομικούς, μηχανικούς, γιατρούς, οικονομολόγους, ενώ απουσιάζουν παντελώς η πληθώρα των λοιπών επαγγελμάτων, πέρα από την κατάφωρη διαφορά ως προς τη δημογραφία κατά ηλικίες και φύλο. Είναι προφανές ότι η βούληση της κοινωνίας δεν εκφράζεται μέσα στη βουλή. Βεβαίως, στη βουλή υπάρχουν εκείνοι που εκλέχθηκαν ως αντιπρόσωποι της κοινωνίας, έχοντας επιπλέον περισσότερα εφόδια να κρίνουν. Αλλά πρώτον, ο αντιπρόσωπος δεν εκφράζει ποτέ τη βούληση εκείνου τον οποίον εκπροσωπεί, παρά μόνον σε συγκεκριμένο θέμα. Δεύτερο, ο βουλευτής προεπιλέγεται από τον αρχηγό του κόμματός του και ψηφίζεται από τους ψηφοφόρους του κόμματος μεταξύ των κομματικά προεπιλεγμένων. Κι εδώ βρίσκεται το μεγάλο πρόβλημα του τόπου μας: η εξάρτηση στη σειρά.

Κάθε εξάρτηση είναι και στήριγμα5. Κρέμομαι από ένα σκοινί. Στηρίζομαι σ΄ αυτό. Αν κοπεί, δεν ελευθερώνομαι, αλλά πέφτω στο κενό. Αν κρέμομαι από δύο σκοινιά δεμένα στη σειρά το ένα με το άλλο, οποιοδήποτε κι αν κοπεί, χάνω το στήριγμά μου. Η ελευθερία μου μειώνεται έτσι στο ήμισυ. Οι εξαρτήσεις στη σειρά αυξάνουν τη συνολική εξάρτησή μου. Αν, αντίθετα, κρέμομαι από δύο παράλληλα σκοινιά, αν κοπεί το ένα, δεν πέφτω στο κενό, διότι στηρίζομαι στο άλλο. Οι παράλληλες εξαρτήσεις αυξάνουν το στήριγμα, την ελευθερία, μειώνοντας τη συνολική εξάρτηση.

Επανερχόμενος στο πολιτικό μας σύστημα, εκλέγομε τους αντιπροσώπους μας που εκλέγουν την κυβέρνηση: Εξαρτήσεις στη σειρά. Οι πολιτικοί μας, για να εκλεγούν, πρέπει να τους ψηφίσουν κάποιοι, προφανώς έναντι κάποιου «ρουσφετιού», προσωπικού ή και ομαδικού, σε βάρος, πάλι προφανώς, του συνόλου. Επιπλέον, η κυβέρνηση πρέπει να κάνει τα ρουσφέτια που ζητούν οι βουλευτές που τη στηρίζουν, αλλιώς θα άρουν την εμπιστοσύνη τους. Στη σειρά λοιπόν πελατειακή σχέση των βουλευτών με τους ψηφοφόρους τους αφενός, με την κυβέρνηση αφετέρου: μεγάλος περιορισμός της ελευθερίας. Η κατάσταση βελτιώνεται με δύο τρόπους. Η δημιουργία βουλής με κλήρωση, όπως στην αρχαία Αθήνα, αίρει τη μία από τις δύο πελατειακές σχέσεις (εξαρτήσεις). Εξάλλου, η ύπαρξη δύο παράλληλων βουλευτικών σωμάτων, όπως στις ΗΠΑ (βουλή και κογκρέσο) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (βουλή των κοινοτήτων και των λόρδων) αυξάνει περαιτέρω τους βαθμούς ελευθερίας της κοινωνίας. Για να ληφθούν κάποια θεμελιώδη αναγκαία, αλλά δυσάρεστα, μέτρα, πρέπει να εγκριθούν και από τις δύο βουλές.

Η ψήφος των κληρωμένων βουλευτών μπορεί να μην είναι εξειδικευμένη, με τις απαιτούμενες γνώσεις (μα είναι δυνατό να κατανοήσει το συμφέρον της χώρας ο ψαράς ή ο χτίστης, που πρέπει να κρίνουν τι συνέπειες μπορούν να έχουν τα σπρεντς ή τα αμοιβαία κεφάλαια;). Από την άλλη η ψήφος των εκλεγμένων βουλευτών είναι προκατειλημμένη, δεσμευμένη από τη βούληση των κομμάτων και από την ψήφο των ψηφοφόρων τους (πώς να μη θυσιάσουν το περιβάλλον για τα συμφέροντα των επιχειρηματιών που κερδίζουν χωρίς να επενδύουν ή τους φόρους των φορολογουμένων για αποδοχές εργαζομένων που δεν εργάζονται, αφού, αλλιώς, δεν πρόκειται να εκλεγούν;). Βεβαίως, πρέπει να τονισθεί ότι η βουλή δεν κυβερνά, δεν επιτρέπεται να κυβερνά – η κυβέρνηση κυβερνά – και η κυβέρνηση αποτελείται από ειδήμονες πολιτικούς με πείρα που έχουν εκλεγεί από τη βουλή που οφείλει να εκφράζει τη βούληση του λαού.

Η εκλογή των βουλευτών επιτρέπει, θεωρητικά τουλάχιστον, να εκλεγούν οι «άριστοι», πράγμα που δεν είναι δυνατό όταν οι βουλευτές κληρώνονται. Από την άλλη, ένα «εκλογοδικείο» μπορεί να εξαιρεί κληρωμένους βουλευτές για λόγους π.χ. ποινικούς, αστικούς ή ψυχιατρικούς (ανοϊκούς, παρανοϊκούς, σχιζοφρενείς κλπ), όπως γινόταν στην αρχαία Αθηναϊκή δημοκρατία, όπου εξαιρούνταν, μετά την κλήρωση, κάποιοι για λόγους ηθικούς ή θρησκευτικούς. Η κληρωμένη βουλή δηλαδή μπορεί να εξαιρεί τους «χείριστους». Εξαίρεση των χειρίστων δεν μπορεί να κάνει η εκλεγμένη βουλή, διότι η απόφαση του λαού, που άμεσα ψήφισε καθέναν από τους βουλευτές, είναι αμετάκλητη. Υπενθυμίζεται ότι και στο, αμιγές τουλάχιστον, δικαστήριο των ενόρκων (που έχουν κληρωθεί από το λαό) δεν είναι νοητή η δευτεροβάθμια κρίση, παρά μόνον για δικονομικούς λόγους (δεν ακολουθήθηκαν οι πρέπουσες διαδικασίες). Αντίστοιχα, ακύρωση εκλογής βουλευτή δικαιολογείται μόνον αν υπήρξε νοθεία, βία ή άλλη παράνομη παρέμβαση στην εκλογή του. Ακόμη και αν καταδικασθεί για ποινικό αδίκημα, δεν μπορεί να χάσει το αξίωμα του βουλευτή, αν τον έχει ψηφίσει ο λαός. Αλλιώς καταστρατηγείται η δημοκρατία. Για τον ίδιο λόγο (αμετάκλητη η απόφαση του λαού), οι εκλεγμένοι βουλευτές μπορούν να έχουν ασυλία, την οποίαν δεν μπορούν να έχουν οι κληρωμένοι βουλευτές. Η κληρωμένη βουλή απηχεί τη βούληση του λαού σαφώς πιο αξιόπιστα από την εκλεγμένη. Επομένως, οι αντιπαραθέσεις μεταξύ ποικίλων τάξεων είναι πιο πιθανό να γίνονται μέσα στη βουλή, παρά στους δρόμους· η παρουσία αγροτών, λιμενεργατών, φοιτητών  κλπ στη βουλή μειώνει τις πιθανότητες να κλείνονται οι δρόμοι, τα λιμάνια ή τα Πανεπιστήμια.

Όπως και να είναι, οι βουλευτές είναι άνθρωποι, μπορούν να κάνουν σφάλματα, π.χ. παρασυρμένοι από λαϊκισμούς (δημαγωγία) είτε από άγνοια ή απειρία (κυρίως κληρωμένη βουλή) είτε από εσκεμμένη προκατάληψη (κυρίως εκλεγμένη βουλή). Τα σφάλματα έχουν βραχυπρόθεσμες συνέπειες, που μπορούν να αντιμετωπισθούν από την ίδια τη βουλή σε δεύτερη κρίση της ή μακροπρόθεσμες, που δεν μπορεί να τις αντιμετωπίσει η ίδια βουλή, ενώ οι συνέπειές τους είναι μη αναστρέψιμες. Για τις τελευταίες κατάλληλη θα ήταν μια παράλληλη βουλή (σαν τα κογκρέσο των ΗΠΑ ή τη βουλή των λόρδων στο ΗΒ). Μια τέτοια βουλή (γερουσία) θα είναι αρμόδια για θέματα όπως τα δικαιώματα των μειονοτήτων, η διανομή της γης κλπ. Για παράδειγμα, η γερουσία δεν επιτρέπει στο 50% + 1 της βουλής να λάβουν μέτρα εναντίον του 50% – 1 ή να σύρεται από ξενοφοβική καπηλία. Μπορεί η γερουσία να αποτελείται από άτομα καταξιωμένα με το χρόνο, όπως είναι οι τέως ηγεσίες των τριών εξουσιών (τέως πρωθυπουργοί, πρόεδροι της βουλής, πρόεδροι ανώτατων δικαστηρίων). Υπάρχουν ποικίλες παραλλαγές. Μπορεί να είναι όλοι οι παραπάνω χωρίς περιορισμό αριθμού, διορισμένοι ex officio. Ή, μπορούν να είναι περιορισμένοι σε αριθμό και να εκλέγονται από την ίδια τη γερουσία μεταξύ εκείνων που έχουν τα αντίστοιχα προσόντα.

Το Συμβούλιο Επικρατείας είναι πιθανόν ο θεσμός που λειτουργεί καλύτερα από κάθε άλλον στον τόπο μας. Καλό είναι να διατηρηθεί, ελέγχοντας αν οι νόμοι που ψηφίζει η βουλή, τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις συνάδουν με τις διατάξεις του συντάγματος.

Ένας Πρόεδρος δημοκρατίας συντονίζει τις εξουσίες. Πρέπει να έχει αυξημένες εξουσίες και, επομένως, να εκλέγεται άμεσα από το λαό (δημοψήφισμα). Στις αυξημένες εξουσίες του μπορεί να ανήκει και η δυνατότητα να αναπέμπει σε δημοψήφισμα αποφάσεις της βουλής υπό όρους. Σε ένα δείγμα π.χ. 300 ατόμων μια πλειοψηφία με 151 ψήφους, αντιστοιχεί σε ποσοστό 46-54% του συνόλου. Επομένως, όταν η πλειοψηφία στη βουλή είναι οριακή, μπορεί, με εισήγηση της γερουσίας και με δική του ευθύνη, να αναπέμπει σε δημοψήφισμα την ψήφιση ή καταψήφιση του αντίστοιχου νόμου. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, εκλεγμένος άμεσα από το λαό, είναι ο μόνος που δικαιούται να έχει ασυλία.

Κι ο Πρόεδρος της δημοκρατίας άνθρωπος είναι. Μπορεί να πεθάνει πρόωρα, να διαπράξει παρανομίες, να πάθει άνοια κλπ. Η αντικατάστασή του θα πρέπει να γίνει φυσικά από το λαό (δημοψήφισμα) μετά από σύμφωνη απόφαση και των τριών εξουσιών, της κυβέρνησης, της βουλής και γερουσίας, εφόσον τηρήθηκαν οι διατάξεις του Συντάγματος κατά το Συμβούλιο της Επικρατείας. Στο μεσοδιάστημα, η προσωρινή («υπηρεσιακή») προεδρία μπορεί να ασκείται από ένα ανεξάρτητο πρόσωπο, π.χ. τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου.

Ενστάσεις που μπορούν να προβλεφθούν ότι θα προκύψουν από ένα σύστημα σαν το παραπάνω είναι οι ακόλουθες: Δυσχέρεια στη λήψη αποφάσεων. Πραγματικά, θα υπάρχει δυσχέρεια, όπως υπάρχει και σε μια βουλή που έχει προκύψει με απλό αναλογικό σύστημα. Η διαφορά τους είναι ότι στο μεν αναλογικό σύστημα η βουλή είναι κατανεμημένη ανάλογα με τη βούληση των κομμάτων, ενώ η κληρωμένη βουλή ανάλογα με τη βούληση του λαού. Για την αντιμετώπιση τέτοιου πρακτικού προβλήματος έχουν επινοηθεί ποικίλες στρεβλώσεις της βούλησης του λαού και των κομμάτων, όπως στην «ενισχυμένη αναλογική», μια παραλλαγή της οποίας είναι το ισχύον σύστημα. Οι λύσεις βέβαια ποικίλλουν. Μία είναι συζήτηση μεταξύ των κομμάτων, ώστε προκύψει για ψήφιση μια συναινετική πρόταση. Μια άλλη λύση είναι να παρουσιάζονται ταυτόχρονα πολλαπλές λύσεις για το ίδιο πρόβλημα από τα διάφορα κόμματα. Αν καμιά δεν πάρει πλειοψηφία, να γίνει δεύτερη ψηφοφορία μεταξύ των δυο προτάσεων που πήραν τις περισσότερες ψήφους, όπως περίπου γίνεται στις δημοτικές εκλογές. Μ΄ αυτούς τους τρόπους η αντιπολίτευση δεν ασκεί αρνητική πολιτική ανταγωνιζόμενη τη συμπολίτευση, αλλά θετική πολιτική αμιλλόμενη την κυβέρνηση. Αρνητική πολιτική σημαίνει ότι λέει «όχι» στις προτάσεις της κυβέρνησης. Θετική πολιτική σημαίνει ότι προτείνει λύσεις στα προβλήματα που προκύπτουν διαφορετικές από της κυβέρνησης. Άλλο πρόβλημα είναι ότι ένα σύστημα σαν της αρχαίας δημοκρατίας, αν ήταν πραγματικά αποτελεσματικό, θα είχε υιοθετηθεί από ένα σύγχρονο κράτος. Βέβαια το ότι εφαρμόσθηκε κάποτε, πριν από 2,5 χιλιετίες και συνδυάσθηκε με ανάπτυξη του υψηλότερου πολιτισμού που είδε ποτέ η ανθρωπότητα, σημαίνει ότι δεν πρόκειται για ου-τοπία. Η ένσταση ότι η κοινωνία τότε ήταν πολύ μικρή δεν ισχύει, διότι αντιρροπείται σήμερα από την τεχνολογία στις επικοινωνίες. Δεν χρειάζεται πια να μαζευτεί όλος ο λαός σε μια Πνύκα ή Άρειο Πάγο, για να γίνουν συζητήσεις και να ληφθούν αποφάσεις. Τέλος υπάρχει ένα σύγχρονο κράτος που εδώ και δύο αιώνες έχει ένα σύνταγμα που στηρίζεται στις αρχές της αρχαιοελληνικής δημοκρατίας. Η Ελβετία έχει επιτύχει, προφανώς χάρη και στο σύστημά της, να ευημερεί και να έχει μείνει έξω από τους δύο παγκόσμιους πολέμους, μολονότι βρίσκεται στο κέντρο της Ευρώπης. Δεν είναι πιθανώς τυχαίο που το σύνταγμά της προτάθηκε από έναν Έλληνα με ευρύτατη ελληνική παιδεία και διεθνή πολιτική εμπειρία, τον Ιωάννη Καποδίστρια.

Όλα τα παραπάνω οφείλουν να έχουν αποφασισθεί από ένα σύνταγμα που έχει ψηφισθεί από το λαό. Το παρόν σύνταγμα επιτρέπει μεταβολές ορισμένων μόνον άρθρων του από τη βουλή με αυξημένη πλειοψηφία και συγκεκριμένη διαδικασία. Τα θεμελιώδη άρθρα του δεν μπορούν να αλλάξουν. Και οι παραπάνω αρχές είναι αντίθετες προς θεμελιώδη άρθρα του συντάγματος. Μια τόσο ριζική αλλαγή, χωρίς να παραβιασθεί το σύνταγμα, μπορεί να συντελεσθεί μόνο στη βάση της ακροτελεύτιας διάταξης του συντάγματος που ορίζει: «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία». Βία είναι και η διατήρηση του παρόντος συντάγματος παρά τη βούληση της πλειοψηφίας του λαού, όπως π.χ. εκδηλώνεται με αποχή από την εκλογική διαδικασία, που υπερβαίνει το 50%+1 του λαού.

 

  1. Picketty T. Η Οικονομία των Ανισοτήτων. Μετ. Παπαδάκη Ε, Εκδόσεις Πόλις, 2007
  2. Mazower MQ. Governing the World: The History of an Idea (Penguin Group, 13 September 2012. ISBN 978-1-5942-0349-7)
  3. Σιδερής ΔΑ. Να βρούμε την άκρη του κομμένου νήματος. Εκδ. Αγγελάκης 2016. (τυπώνεται)
  4. Δημολιάτης Γ. Πολιτική δημογραφία. Η Ακτινογραφία της Βουλής. Γιάννενα 1992.
  5. Σιδερής ΔΑ. Στήριγμα-εξάρτηση. Κοινή Γνώμη, 01.12.2015

 

Klirosi. org

 

One thought on “Δημοκρατία: Κλήρος ή εκλογή;

  1. Εξαιρετική η προσπάθεια, συγχαρητήρια και καλορίζικο. Είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει ένας διακεκριμένος επιστήμονας στην πατρίδα μας που τόσο έχει ανάγκη σε αντιστάθμισμα των σκουπιδιών που βρίσκονται σε αφθονία παντού. Η ανάλυση που γίνεται σχετικά με το πολιτειακό θέμα με βάση τις τρεις συνιστώσες από το ΕΓΩ του πολίτη είναι ένα πρωτοποριακό βήμα και δίνει τη δυνατότητα περαιτέρω εμβάθυνσης πάντοτε στη σωστή κατεύθυνση. Υπό αυτή την έννοια η ανάλυση της εσωτερικής ισορροπίας του πολίτη, ώστε να είναι σε θέση να μελετήσει και να κατανοήσει την ποιότητα, το μέγεθος και τη σημασία του ανθρώπινου λάθους μπορεί μαζί με τις συνιστώσες του ΕΓΩ να θέτει τις βάσεις για την παιδεία του ενάρετου ανθρώπου για ποιότητα ζωής και εξερεύνηση.

    Ι. Ν. Χατζόπουλος
    Ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

    Like

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s