Εἶπεν ὁ Θεὸς· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς. Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς, ὅτι καλὸν». Αντίστοιχα έγιναν και στις άλλες πέντε μέρες της δημιουργίας. Όρισε ο Θεός το σκοπό και έκανε στο τέλος την αξιολόγηση. Η Βίβλος δεν λέει λέξη για το πώς έγινε ό,τι αποφάσισε και διέταξε ο Θεός. Αφήνει την επιστήμη να το ανακαλύψει. Γι αυτό και δεν μπορεί να υπάρξει σύγκρουση μεταξύ θρησκείας και επιστήμης: Η πρώτη απαντά στις ερωτήσεις που αρχίζουν με το ποιος, η δεύτερη σ΄εκείνες που αρχίζουν με το πώς. Γι΄ αυτό κι ο οικουμενικός πατριάρχης Βαρθολομαίος όρισε την επιστήμη ως δώρον θεόδοτον και το Θεό δωτήρα φώτων επιστήμης.
Είχα σ΄ ένα μπουγέλο 1 λίτρο νερού σε θερμοκρασία 51 βαθμών. Έβαλα άλλο 1 λίτρο σε θερμοκρασία 49 βαθμών. Τώρα έχω μέσα στο μπουγέλο 2 λίτρα νερού στους 50 – όχι στους 100 – βαθμούς. Τα λίτρα του νερού είναι ποσότητα: Προστέθηκαν. Οι βαθμοί της θερμοκρασίας του, ποιότητα. Η μίξη τους καταλήγει σε μια ενδιάμεση τιμή. Δυο μεγάλα θηρία, η ποσότητα και η ποιότητα! Ποιο είναι πιο σημαντικό; Και τα δύο βέβαια είναι. Αν και, μερικές φορές, το ένα μπορεί να γίνει πρόσκαιρα πιο σημαντικό από το άλλο.
«Ο Έλληνας θέλει βούρδουλα, για να πάει μπροστά». «Όχι, περισσότερη ελευθερία χρειάζεται ο Έλληνας» Πώς το θέλομε το κράτος μας, πιο αυστηρό ή πιο επιεικές; Μπορεί να καθόμαστε ώρες στο καφενείο, να το συζητάμε και να μην καταλήγουμε. Βέβαια, ο Αριστοτέλης έβλεπε την Αρετή ανάμεσα στα δύο άκρα. Αρετή είναι η ανδρεία, που βρίσκεται μεταξύ της δειλίας και του θράσους.
Φαντασθείτε ένα δικαστή τόσο επιεική, που αθωώνει όλους τους «καϋμένους» τους κατηγορουμένους. Έτσι είναι βέβαιο πως κανένας αθώος δεν θα καταδικαστεί αδίκως. Φαντασθείτε κι έναν άλλον, τόσο αυστηρό, που καταδικάζει όλα τα «καθάρματα» τους κατηγορουμένους. Έτσι κανένας κακούργος δεν θα γλιτώσει. Και οι δύο είναι άχρηστοι δικαστές. Φανταστείτε τώρα κι έναν τρίτο δικαστή, που εκείνοι που αθωώνει καταδικάζονται στο εφετείο κι εκείνοι που καταδικάζει αθωώνονται δευτεροβάθμια. Αυτός είναι ένας πολύ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΣ δικαστής. Σαν τους δικαστές είναι οι αστυφύλακες που συλλαμβάνουν κακοποιούς και προστατεύουν πολίτες. Είναι οι καθηγητές που κάποιους φοιτητές τους περνούν και άλλους τους κόβουν. Είναι, τέλος, το κράτος. Κάθε φορά που κρίνομε έχομε ένα ποσοτικό και ένα ποιοτικό στοιχείο. Ποσοτικό είναι ο βαθμός της επιείκειας ή αυστηρότητάς· ποιοτικό η διακριτική ικανότητα, το να διακρίνουμε το σωστό από το λάθος. Η διάκριση ποτέ στη ζωή δεν είναι τέλεια. Κριτήριο της απόφασης είναι πόσο καλά συνάδει μ΄ αυτό που πρέπει, μ΄ αυτό που η κοινωνία έχει θέσει για σκοπό της.
Ο μαρξισμός υποστήριζε την ελαχιστοποίηση του κράτους ως την κατάργησή του. Όμοια, ο σύγχρονος νεοφιλελευθερισμός επιδιώκει την ελαχιστοποίηση του κράτους. Μόνος ρόλος που του αναγνωρίζει είναι να καταστέλλει τις κινητοποιήσεις των κατώτερων τάξεων που στρέφονται εναντίον του κεφαλαίου. Αντίθετα από το μαρξισμό, ο κάποτε υπαρκτός σοσιαλισμός ενίσχυσε το κράτος στο έπακρο, καθώς το κατέστησε τον μόνο εργοδότη, με τη συνδρομή της αστυνομίας και της γραφειοκρατίας. Αντίθετα από το σύγχρονο νεοφιλελευθερισμό και το μαρξισμό, η σοσιαλδημοκρατία που ως πρόσφατα είχε επικρατήσει στην Ευρώπη, είτε τα φιλελεύθερα («συντηρητικά») είτε τα εργατικά («προοδευτικά») κόμματα κυβερνούσαν, με μικρές παραλλαγές, πρόβλεπε ένα ποσοτικά αρκετά ισχυρό (όχι πανίσχυρο) κράτος. Κάλυπτε ζωτικές ανάγκες του πληθυσμού, υγεία, παιδεία, δικαιοσύνη, ασφάλεια κλπ σε ικανοποιητικό – όχι τέλειο – βαθμό. Αντίστοιχα, στην Ελλάδα οι μεγάλες κρατικοποιήσεις έγιναν από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, για να συμπληρωθούν από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Όλη η Ευρώπη, και ειδικότερα η Ελλάδα, βιώσαμε μια μακρά περίοδο σχετικής ευημερίας, για να καταλήξουμε στην κρίση. Τι επιτέλους χρειαζόμαστε; Λιγότερο ή περισσότερο κράτος; Βούρδουλα ή ασύδοτη ελευθερία; Κάπου ανάμεσά τους βρίσκεται η Αριστοτελική Αρετή.
Ποιότητα μάλλον, ισχυρίζομαι, παρά ποσότητα, είναι που χρειαζόμαστε σήμερα από το κράτος μας. Όχι λιγότερο ή περισσότερο, αλλά σωστότερο, κράτος. Σε κάθε επιχείρηση – και στο κράτος – υπάρχει επιτελικό και εκτελεστικό μέρος. Το επιτελικό περιλαμβάνει επιλογή στόχων, προγραμματισμό για επιδίωξή τους και αξιολόγηση. Αυτός είναι ο κύριος ρόλος του κράτους. Για παράδειγμα, αποφασίζει ότι θα ενισχύσει κυρίως εκείνες τις δραστηριότητες που επικεντρώνονται όπου υπάρχουν ανάγκη, πόροι και τεχνογνωσία. Εγκρίνει αναπτυξιακά προγράμματα που εντάσσονται στους σκοπούς του. Επιδοτεί και φοροαπαλλάσσει εργοδότες και εργαζόμενους που ασχολούνται με αυτά. Οι ιδιώτες κυρίως επιτελούν το εκτελεστικό μέρος του κράτους. Δεν έχει όμως μεγάλη σημασία αν επενδύουν, τελικά, άμεσα το κράτος ή οι ιδιώτες, ούτε αν αυτοί είναι Έλληνες ή ξένοι. Υλοποιούν τα προγράμματα που σχεδιάσθηκαν κι εγκρίθηκαν από το κράτος. Αν ένας ιδιώτης επιθυμεί να κάνει κάτι έξω από τους στόχους της κυβέρνησης, με γεια του με χαρά του. Με δικά του όμως κεφάλαια, όχι των φορολογουμένων. Το επιτελικό κράτος στο τέλος θα αξιολογήσει, αν το έργο που εκτελέσθηκε είναι σύμφωνο με τους στόχους, που είχαν εξαρχής τεθεί. Όπως ο Θεός είναι το ύψιστο ον στον κόσμο, έτσι το κράτος είναι το ύψιστο ον στη σύγχρονη κοινωνία. Το κράτος το σωστό, «είπε», όπως ο Θεός, τη βούλησή του και στο τέλος αξιολογεί «ότι το έργο που έγινε είναι καλό». Αφήνει όμως σε οποιονδήποτε την υλοποίηση της βούλησής του.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ένα τέτοιο σύστημα, έντονα αναπτυξιακό, θα δημιουργήσει «αδικίες», ανισότητες, μειονεξίες σε όσους δεν μπόρεσαν να ενταχθούν στους στόχους του κράτους. Γι΄ αυτό: Πρώτο, πρέπει να υπάρξει ένα εγγυημένο ελάχιστο, για παιδεία, υγεία κλπ. Δεύτερο, η ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι συνεχής· ταλαντούμενη ανάπτυξη με λιτότητα, που εναλλάσσεται με κατανάλωση και ύφεση, εξασφαλίζουν όχι μόνο δικαιότερη κατανομή του πλούτου, αλλά και μη εξάντληση των πόρων, δίνοντάς τους χρόνο να ανανεωθούν. Κατανομή λοιπόν σε «νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες», εργασθέντες και μη εργασθέντες. Καλά, μερίδιο και στους «τεμπέληδες» που δεν δούλεψαν; Ναι, οι «τεμπέληδες», όσο και οι «προκομμένοι», εξασφαλίζουν την ανανέωση της κοινωνίας μας, γεννώντας παιδιά, και την υπερασπίζονται, υπηρετώντας τη θητεία τους. Ένα μερίδιο από τους καρπούς της ανάπτυξης το δικαιούνται. Και τρίτο, επιλογή των στόχων από το σύνολο του λαού. Ο λαός, ο καθένας μας, εκφράζει τη βούλησή του ισότιμα. Ο Κλεισθένης έδωσε πριν από 2500 χρόνια τη μόνη γνήσια λύση με την Αθηναϊκή Δημοκρατία που την έχομε ξεχάσει (γιατί άραγε;), εκλέγοντας τους βουλευτές με κλήρο, χωρίς, επομένως, πελατειακές σχέσεις· η βουλή επιλέγει μεταξύ πολιτικών που έχουν γνώση και πείρα, εκείνους που θεωρεί «αρίστους» για να αποτελέσουν την κυβέρνηση· και η κυβέρνηση σχεδιάζει. η βουλή εγκρίνει και αξιολογεί. Οι ιδιώτες εκτελούν.
Κι ο καθένας εύχεται ποσότητα και ποιότητα στον άλλον: «Χρόνια πολλά ΚΑΙ ΚΑΛΑ!».
Koinignomi26 Αυγούστου 2014